Νόμος 1760 ΦΕΚ Α΄53/24.3.1988

Κύρωση Σύμβασης  δικαστικής αρωγής σε ποινικές υποθέσεις μεταξύ των Κυβερνήσεων της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Αραβικής Δημοκρατίας της Αιγύπτου.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

Άρθρο πρώτο
Κυρώνεται και έχει την ισχύ που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος η Σύμβαση δικαστικής αρωγής μεταξύ των Κυβερνήσεων της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Αραβικής Δημοκρατίας της Αιγύπτου, που υπογράφηκε στο Κάϊρο στις 22 Δεκεμβρίου 1986, της οποίας το κείμενο σε πρωτότυπο στην ελληνική και γαλλική γλώσσα έχει ως εξής:

ΣΥΜΒΑΣΗ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ

ΣΕ ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ

Η Κυβέρνηση της Ελληνικής Δημοκρατίας και η Κυβέρνηση της Αραβικής Δημοκρατίας της Αιγύπτου, μεριμνώντας για την προώθηση της συνεργασίας στο δικαστικό τομέα μεταξύ των δύο χωρών, αποφάσισαν να συνάψουν Σύμβαση δικαστικής αρωγής σε ποινικές υποθέσεις και συμφώνησαν τις παρακάτω διατάξεις:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Γενικές διατάξεις

Άρθρο 1

1. Τα δύο κράτη αναλαμβάνουν την υποχρέωση να παρέχουν αμοιβαία, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης, την ευρύτερη δυνατή δικαστική αρωγή σε κάθε διαδικασία σχετική με εγκλήματα, των οποίων η καταστολή, ανήκει κατά το χρόνο που ζητείται η αρωγή, στην αρμοδιότητα των δικαστικών αρχών του αιτούντος Κράτους.

2. Το παρόν κεφάλαιο δεν εφαρμόζεται ούτε στην εκτέλεση αποφάσεων συλλήψεων ούτε στις καταδικαστικές αποφάσεις ούτε στα στρατιωτικά εγκλήματα που δεν αποτελούν εγκλήματα του κοινού δικαίου.

Άρθρο 2

Η δικαστική αρωγή μπορεί να μη χορηγηθεί:

α) Αν η αίτηση αναφέρεται σε εγκλήματα που θεωρούνται από το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση είτε σαν πολιτικά εγκλήματα είτε σαν εγκλήματα συναφή προς πολιτικά εγκλήματα είτε σαν εγκλήματα σχετικά με φόρους, τέλη, δασμούς και συνάλλαγμα.

β) Αν το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση κρίνει ότι η εκτέλεση της αίτησης είναι φύσεως τέτοιας που θα έθιγε την κυριαρχία του, την ασφάλειά του, τη δημόσια τάξη του ή άλλα ουσιώδη συμφέροντά του.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Δικαστικές παραγγελίες

Άρθρο 3

1. Το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση μεριμνά για την εκτέλεση, σύμφωνα με τη νομοθεσία του, των δικαστικών παραγγελιών που αφορούν ποινική υπόθεση και οι οποίες του απευθύνονται από τις δικαστικές αρχές του αιτούντος Κράτους και αποσκοπούν στην εκτέλεση ανακριτικών πράξεων ή στη διαβίβαση πειστηρίων, φακέλων, εγγράφων και οποιωνδήποτε άλλων εγγράφων σχετικών με το έγκλημα.

2. Αν το αιτούν Κράτος επιθυμεί να καταθέσουν ενόρκως μάρτυρες ή εμπειρογνώμονες, ζητεί τούτο ρητά και το κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση δίδει συνέχεια, εφ` όσον τούτο δεν είναι αντίθετο με τη νομοθεσία του.

3. Το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση μπορεί να διαβιβάσει μόνο επικυρωμένα αντίγραφα ή φωτοτυπίες των ζητουμένων φακέλων ή εγγράφων. Πάντως, αν το αιτούν κράτος ζητήσει ρητά τη διαβίβαση των πρωτοτύπων, το αίτημα τούτο θα ικανοποιηθεί στο μέτρο του δυνατού.

4. Οι πληροφορίες που παρέχονται στο αιτούν Κράτος δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τις δικαστικές αρχές παρά μόνο στα πλαίσια της διαδικασίας για την οποία ζητήθηκαν.

Άρθρο 4

Αν το αιτούν Κράτος ζητήσει ρητά τούτο, το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, πληροφορεί το πρώτο για την ημερομηνία και τον τόπο εκτέλεσης της δικαστικής παραγγελίας. Οι εμπλεκόμενες αρχές και οι διάδικοι μπορούν να παρίστανται στην εκτέλεση, εφ` όσον το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση συναινεί προς τούτο.

Άρθρο 5

1. Το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση μπορεί να αναβάλει την παράδοση αντικειμένων, φακέλων ή εγγράφων των οποίων ζητείται η διαβίβαση, εφ` όσον του είναι απαραίτητα για εκκρεμούσα ποινική διαδικασία.

2. Τα αντικείμενα, καθώς επίσης τα πρωτότυπα των φακέλων ή εγγράφων, που έχουν διαβιβαστεί σε εκτέλεση δικαστικής παραγγελίας επιστρέφονται όσο το δυνατόν ταχύτερα από το αιτούν Κράτος στο Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, εκτός αν το τελευταίο παραιτηθεί της επιστροφής.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

Επίδοση δικογράφων και δικαστικών αποφάσεων, εμφάνιση μαρτύρων, εμπειρογνωμόνων και διωκομένων προσώπων

Άρθρο 6

1. Το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση προβαίνει στην επίδοση δικογράφων και δικαστικών αποφάσεων που του αποστέλλονται γι’ αυτόν το σκοπό από το αιτούν Κράτος. Η επίδοση μπορεί να πραγματοποιηθεί με απλή διαβίβαση του δικογράφου ή της απόφασης στον παραλήπτη. Αυτή πραγματοποιείται σύμφωνα με τη νομοθεσία του Κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση.

2. Η επίδοση αποδεικνύεται με απόδειξη παραλαβής χρονολογουμένη και υπογραφομένη από τον παραλήπτη ή με δήλωση του Κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση που διαπιστώνει το γεγονός, τον τύπο και την ημερομηνία της επίδοσης. Το ένα ή το άλλο των εγγράφων αυτών διαβιβάζεται αμέσως στο αιτούν Κράτος. Αν η επίδοση δεν κατέστη δυνατό να γίνει, το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, γνωρίζει αμέσως το λόγο στο αιτούν Κράτος.

3. Οι κλήσεις προς εμφάνιση πρέπει να αποστέλλονται στο Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση τουλάχιστον δύο μήνες πριν την καθορισμένη ημερομηνία για την εμφάνιση των προσώπων αυτών.

Άρθρο 7

Μάρτυρας ή εμπειρογνώμονας, ο οποίος δεν εμφανίστηκε κατόπιν κλήσεως προς εμφάνιση της οποίας ζητήθηκε η επίδοση, δεν μπορεί να υποβληθεί, έστω κι αν η κλήση περιέχει σχετική διάταξη, σε καμία κύρωση ή αναγκαστικό μέτρο, εκτός αν μεταβεί στη συνέχεια εκουσίως στο έδαφος του αιτούντος Κράτους και κλητευθεί εκ νέου νομίμως.

Άρθρο 8

Οι καταβλητέες αποζημιώσεις, καθώς επίσης και τα έξοδα ταξιδίου και διανομής που πρέπει να αποδοθούν στο μάρτυρα ή τον εμπειρογνώμονα από το αιτούν Κράτος, υπολογίζονται από τον τόπο της διαμονής αυτού και του χορηγούνται βάσει ποσοστώσεων τουλάχιστον ίσων με εκείνες που προβλέπονται από τα ισχύοντα τιμολόγια και κανονισμούς στο Κράτος στο οποίο θα λάβει χώρα η εξέτασή τους.

Άρθρο 9

1. Αν το αιτούν Κράτος κρίνει ότι η προσωπική εμφάνιση μάρτυρα ή εμπειρογνώμονα ενώπιον των δικαστικών του αρχών είναι ιδιαίτερα απαραίτητη, μνημονεύει τούτο στην αίτηση επίδοσης της κλήσης και το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση καλεί το μάρτυρα ή τον εμπειρογνώμονα αυτόν να εμφανιστεί.

2. Το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση γνωστοποιεί την απάντηση του μάρτυρα ή του εμπειρογνώμονα στο αιτούν Κράτος. Στην περίπτωση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, η αίτηση ή η κλήση πρέπει να αναφέρει το κατά προσέγγιση ποσόν των καταβληθησομένων αποζημιώσεων, καθώς επίσης και τα αποδοθησόμενα έξοδα ταξιδίου και διαμονής.

3. Αν υποβληθεί αίτηση για το σκοπό αυτό, το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση μπορεί να συναινέσει στη χορήγηση προκαταβολής στο μάρτυρα ή τον εμπειρογνώμονα. Αυτή μνημονεύεται στην κλήση και αποδίδεται από το αιτούν Κράτος.

Άρθρο 10

1. Κανένας μάρτυρας ή εμπειρογνώμονας, οποιασδήποτε εθνικότητας και αν είναι, ο οποίος εμφανίζεται μετά από κλήση ενώπιον των δικαστικών αρχών του αιτούντος Κράτους, δεν μπορεί να διωχθεί, ούτε να κρατηθεί ούτε να υποστεί οποιοδήποτε άλλο περιορισμό της ατομικής του ελευθερίας στο έδαφος του Κράτους αυτού για πράξεις ή καταδίκες προγενέστερες της αναχωρήσεως του από το έδαφος του Κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση.

2. Κανένα πρόσωπο, οποιασδήποτε εθνικότητας και αν είναι, το οποίο κλήθηκε ενώπιον των δικαστικών αρχών του αιτούντος Κράτους για να λογοδοτήσει για πράξεις για τις οποίες διώκεται, δεν μπορεί να διωχθεί, ούτε να κρατηθεί, ούτε να υποστεί άλλο περιορισμό της ατομικής του ελευθερίας για πράξεις ή καταδίκες προγενέστερες της αναχωρήσεώς του από το έδαφος του Κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση και που δεν μνημονεύονται στην κλήση.

3. Η ασυλία που προβλέπεται στο παρόν άρθρο παύει εφ` όσον ο μάρτυρας ή ο εμπειρογνώμονας ή το διωκόμενο πρόσωπο, αν και είχε τη δυνατότητα να εγκαταλείψει το έδαφος του αιτούντος Κράτους επί δεκαπέντε συνεχείς ημέρες, αφότου η παρουσία του δεν απαιτείται από τις δικαστικές αρχές, παρέμεινε παρά ταύτα στο έδαφος αυτό ή επέστρεψε αφού προηγουμένως το εγκατέλειψε.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

Ποινικό Μητρώο

Άρθρο 11

1. Το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση διαβιβάζει, στο μέτρο που οι δικαστικές του αρχές μπορούν οι ίδιες να ζητήσουν αυτά τα αποσπάσματα ποινικού μητρώου, καθώς και όλες τις σχετικές με αυτό πληροφορίες που του ζητούνται από τις δικαστικές αρχές του αιτούντος Κράτους για τις ανάγκες ποινικής υποθέσεως.

2. Στις περιπτώσεις που δεν προβλέπονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, τέτοιες αιτήσεις ικανοποιούνται σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται από τη νομοθεσία, τους κανονισμούς ή την πρακτική του Κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

Διαδικασία

Άρθρο 12

1. Οι αιτήσεις αρωγής πρέπει να περιλαμβάνουν τα εξής στοιχεία:

α) την αρχή από την οποία προέρχεται η αίτηση.

β) το αντικείμενο και την αιτιολογία της αιτήσεως,

γ) στο μέτρο του δυνατού, την ταυτότητα και την εθνικότητα του προσώπου για το οποίο πρόκειται και

δ) το όνομα και τη διεύθυνση του παραλήπτη, εάν υπάρχει, ή το μεγαλύτερο δυνατό αριθμό πληροφοριών που να επιτρέπουν την αναγνώριση και τον εντοπισμό.

2. Οι δικαστικές παραγγελίες που προβλέπονται στα άρθρα 3 και 4 αναφέρουν επί πλέον την κατηγορία και περιέχουν συνοπτική έκθεση των γεγονότων.

Άρθρο 13

1. Οι δικαστικές παραγγελίες που προβλέπονται στα άρθρα 3 και 4 απευθύνονται από το Υπουργείο Δικαιοσύνης του αιτούντος Κράτους προς το Υπουργείο Δικαιοσύνης του Κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση και επιστρέφονται δια της αυτής οδού.

2. Σε επείγουσες περιπτώσεις, οι δικαστικές παραγγελίες που προβλέπονται στα άρθρα 3 και 4 απευθύνονται απ` ευθείας από τις δικαστικές αρχές του αιτούντος Κράτους στις δικαστικές αρχές του Κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση. Αντίγραφο των δικαστικών αυτών παραγγελιών διαβιβάζεται συγχρόνως στο Υπουργείο Δικαιοσύνης του Κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση. Οι δικαστικές παραγγελίες επιστρέφονται συνοδευόμενες από τα σχετικά με την εκτέλεση έγγραφα δια της οδού που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

3. Οι αιτήσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 11 μπορούν να απευθύνονται απ` ευθείας από τις δικαστικές αρχές στην αρμόδια υπηρεσία του Κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση και οι απαντήσεις μπορούν να επιστρέφονται απ` ευθείας από την υπηρεσία αυτή. Οι αιτήσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 11 απευθύνονται από το Υπουργείο Δικαιοσύνης του αιτούντος Κράτους στο Υπουργείο Δικαιοσύνης του Κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση.

4. Οι αιτήσεις δικαστικής αρωγής, πλην εκείνων που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 3 του παρόντος άρθρου, και ιδίως οι αιτήσεις για προκαταρκτική εξέταση πριν από τη δίωξη, πρέπει να απευθύνονται από το Υπουργείο Δικαιοσύνης του αιτούντος Κράτους, προς το Υπουργείο Δικαιοσύνης του Κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση και να επιστρέφονται δια της ιδίας οδού.

Άρθρο 14

1. Οι αιτήσεις δικαστικής αρωγής, καθώς και τα έγγραφα εκτέλεσης συντάσσονται στη γλώσσα του αιτούντος Κράτους.

2. Εν τούτοις τα δικόγραφα και οι δικαστικές αποφάσεις, που προορίζονται να επιδοθούν ή να κοινοποιηθούν σε πρόσωπα που βρίσκονται στο έδαφος του Κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, μπορούν να συνοδεύονται από μετάφραση στη γλώσσα του Κράτους αυτού.

Σ` αυτή την περίπτωση, και όσον αφορά στις δικαστικές αποφάσεις, η μετάφραση επικυρώνεται από ορκωτό ή επίσημο μεταφραστή, σύμφωνα με τη νομοθεσία του αιτούντος Κράτους.

Άρθρο 15

Οι αιτήσεις δικαστικής αρωγής και τα συνοδεύοντα αυτές έγγραφα πρέπει να φέρουν υπογραφή και σφραγίδα αρμόδιας αρχής ή να είναι επικυρωμένα από αυτήν την αρχή. Τα έγγραφα αυτά απαλλάσσονται από κάθε άλλη διατύπωση επικύρωσης.

Άρθρο 16

Αν η αρχή που έχει επιληφθεί της αίτησης αρωγής είναι αναρμόδια να την εκτελέσει, τη διαβιβάζει αυτεπαγγέλτως στην αρμόδια αρχή της Χώρας του και, στην περίπτωση που η αίτηση διαβιβάστηκε απ` ευθείας, ειδοποιεί σχετικά το αιτούν Κράτος δια της αυτής οδού.

Άρθρο 17

Κάθε άρνηση δικαστικής αρωγής αιτιολογείται.

Άρθρο 18

Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 8, η εκτέλεση των αιτήσεων αρωγής, συμπεριλαμβανομένων των δικαστικών παραγγελιών, δε συνεπάγεται την απόδοση οποιωνδήποτε δαπανών εκτός εκείνων που προέκυψαν από τη χρησιμοποίηση εμπειρογνωμόνων στο έδαφος του Κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

Καταγγελία προς άσκηση δίωξης.

Άρθρο 19

1. Κάθε καταγγελία, που απευθύνεται από ένα Κράτος με σκοπό να επιληφθούν οι αρμόδιες για την άσκηση δίωξης δικαστικές αρχές του άλλου Κράτους, αποτελεί αντικείμενο ανακοινώσεων μεταξύ Υπουργείων Δικαιοσύνης.

2. Το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση γνωστοποιεί τη συνέχεια που δίδεται σ` αυτήν την καταγγελία και διαβιβάζει, αν τούτο είναι δυνατό, αντίγραφο της εκδοθείσας απόφασης.

3. Οι διατάξεις του άρθρου 14 παράγραφος 1 εφαρμόζονται στις καταγγελίες που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7

Ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με καταδίκες

Άρθρο 20

Κάθε ένα από τα δύο Κράτη δίνει στο άλλο πληροφορίες ως προς τις ποινικές καταδικαστικές αποφάσεις που αφορούν υπηκόους του τελευταίου αυτού Κράτους και που έχουν εγγραφεί στο ποινικό μητρώο. Τα Υπουργεία Δικαιοσύνης στέλνουν αυτές τις πληροφορίες κάθε δύο χρόνια.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8

Προξενική παρέμβαση.

Άρθρο 21

1. Οι αρμόδιες αρχές ενός των δύο Κρατών οφείλουν να ειδοποιούν σε όλες τις περιπτώσεις και το αργότερο μέσα σε πέντε μέρες την προξενική αρχή του άλλου Κράτους, όταν υπήκοος του τελευταίου αυτού Κράτους συλλαμβάνεται ή υπόκειται σε οποιοδήποτε άλλο περιορισμό της ελευθερίας του.

2. Οι προξενικοί λειτουργοί έχουν δικαίωμα να μεταβαίνουν πλησίον του υπηκόου αυτού, να συνομιλούν και να αλληλογραφούν μαζί του και να μεριμνούν για την εκπροσώπησή του ενώπιον της Δικαιοσύνης, εκτός από υπήκοος αυτός ρητά αντιτίθεται, σ` αυτή, ενώπιον του προξενικού λειτουργού. Η άσκηση του δικαιώματος αυτού δεν μπορεί να αναβληθεί πέραν των δώδεκα μηνών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9

Τελικές διατάξεις

Άρθρο 22

1. Κάθε Κράτος γνωστοποιεί στο άλλο την περάτωση των διαδικασιών που προβλέπονται από το Σύνταγμά του για τη θέση σε ισχύ της παρούσας Σύμβασης. Οι ανακοινώσεις που αναγγέλουν την περάτωση των διαδικασιών αυτών ανταλλάσσονται όσο το δυνατόν γρηγορότερα.

2. Η παρούσα Σύμβαση τίθεται σε ισχύ την πρώτη ημέρα του δεύτερου μήνα μετά την ημερομηνία λήψης της τελευταίας των γνωστοποιήσεων.

3. Κάθε Κράτος μπορεί να καταγγείλει την παρούσα Σύμβαση ανά πάσα στιγμή απευθύνοντας στο άλλο, με τη διπλωματική οδό, γραπτή ανακοίνωση καταγγελίας σ` αυτήν την περίπτωση η καταγγελία τίθεται σε ισχύ ένα χρόνο μετά την ημερομηνία λήψης της εν λόγω ανακοίνωσης.

Σε πίστωση των παραπάνω, οι αντιπρόσωποι των δύο Κυβερνήσεων, δεόντως εξουσιοδοτημένοι, υπέγραψαν την παρούσα Σύμβαση.

`Έγινε στο Κάϊρο στις 22 Δεκεμβρίου 1986 σε διπλό αντίτυπο, στην ελληνική, αραβική και γαλλική γλώσσα, και τα δύο κείμενα έχουν την αυτή ισχύ.

Σε περίπτωση διάστασης, υπέρ ισχύει το γαλλικό κείμενο.

Άρθρο δεύτερο
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, της δε κυρουμένης Σύμβασης από την ολοκλήρωση των διαδικασιών που προβλέπονται στο άρθρο 22 αυτής.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 22  Μαρτίου 1988

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΧΡΗΣΤΟΣ Α. ΣΑΡΤΖΕΤΑΚΗΣ