Νόμος 1731 ΦΕΚ Α΄161/9.9.1987

Ρυθμίσεις στην άμεση και έμμεση φορολογία και άλλες διατάξεις.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΝΟΙΚΙΑΣΤΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΩΝ

Άρθρο 1
Επιδότηση ενοικίου κύριας κατοικίας των μισθωτών και των συνταξιούχων

1. Στο ν.δ. 3323/1955 (ΦΕΚ Α` 214) προθέτεται, μετά το άρθρο 9, άρθρο με αριθμό 9α, ως εξής:

“Άρθρο 9α

Μείωση φόρου. Επιδότηση ενοικίου κύριας κατοικίας των μισθωτών και των συνταξιούχων.

1. Από το φόρο που αναλογεί κατά το άρθρο 9 στο εισόδημα των μισθωτών και των συνταξιούχων αφαιρείται το ήμισυ της θετικής διαφοράς που προκύπτει μετά την αφαίρεση από το ετήσιο ποσό που καταβλήθηκε για ενοίκιο της κύριας οικογενειακής κατοικίας του δικαιούχου του ποσού που αντιστοιχεί στο δεκαπέντε στα εκατό (15%) του φορολογούμενου και απαλλασσόμενου εισοδήματος το οποίο αποκτήθηκε από τον υπόχρεο, τη σύζυγό του, καθώς και τα πρόσωπα που τους βαρύνουν σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 8.

2. Οι δικαιούχοι που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο έχουν το δικαίωμα να επιλέξουν, αντί για τη μείωση του φόρου που ορίζεται σε αυτήν, την έκπτωση από το συνολικό εισόδημα που ορίζεται στην περίπτωση θ` της παραγράφου 4 του άρθρου 8. Αν σε αυτούς τους δικαιούχους καταβάλλεται στεγαστικό επίδομα μικρότερο από τη μείωση του φόρου που προκύπτει, σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, καταβάλλεται σε αυτούς η διαφορά.

3. Για την εφαρμογή της διάταξης της παραγράφου 1 λαμβάνεται υπόψη ποσό καταβαλλόμενου ενοικίου, ανάλογα με την οικογενειακή κατάσταση του δικαιούχου, ως εξής:

α) μέχρι τις εκατόν είκοσι χιλιάδες (120.000) δραχμές, προκειμένου για άγαμους, χήρους ή διαζευγμένους, χωρίς παιδιά,

β) μέχρι τις εκατό πενήντα χιλιάδες (150.000) δραχμές, προκειμένου για παντρεμένους χωρίς παιδιά ή άγαμους και χήρους με ένα παιδί, καθώς και διαζευγμένους με ένα παιδί, εφ` όσον όμως τους έχει ανατεθεί η επιμέλεια των παιδιών τους.

γ) μέχρι τις εκατόν ογδόντα πέντε χιλιάδες (185.000) δραχμές, προκειμένου για παντρεμένους με ένα παιδί.

Τα ποσά που ορίζονται στις πιο πάνω β` και γ` περιπτώσεις προσαυξάνονται κατά τριάντα πέντε χιλιάδες (35.000) δραχμές για το δεύτερο και καθένα από τα επόμενα παιδιά.

Αν το ποσό του καταβαλλόμενου ενοικίου υπερβαίνει τα ποσά που αναφέρονται πιο πάνω, το ποσό της μείωσης της παραγράφου 1 προσαυξάνεται με ποσοστό δέκα στα εκατό (10%) της διαφοράς μεταξύ του ενοικίου που καταβλήθηκε και του ανώτατου ποσού ενοικίου που ορίζεται στην παράγραφο αυτή.

4. Το ποσό της μείωσης, η οποία προκύπτει με βάση τις παραγράφους 1 και 3, δεν μπορεί να υπερβεί τις εκατό χιλιάδες (100.000) δραχμές το χρόνο ή τις εκατόν πενήντα χιλιάδες (150.000) δραχμές το χρόνο για τους δικαιούχους που έχουν από τέσσερα παιδιά και πάνω.

5. Για την εφαρμογή των διατάξεων αυτού του άρθρου λαμβάνονται υπόψη τα παιδιά που βαρύνουν τους δικαιούχους, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 8.

6. Η μείωση αυτή παρέχεται εφ` όσον ο φορολογούμενος ή, προκειμένου για παντρεμένους, και οι δύο σύζυγοι, καθώς και τα πρόσωπα που συνοικούν με αυτούς και τους βαρύνουν:

α) Αποκτούν αποκλειστικά εισόδημα από συντάξεις ή από αμοιβές για την παροχή εξαρτημένης εργασίας μέχρι το ποσό του ενός εκατομμυρίου πεντακοσίων χιλιάδων (1.500.000) δραχμών. Για την εφαρμογή αυτών των διατάξεων, το εισόδημα από διατροφή που αποκτά πρόσωπο που συνοικεί με το φορολογούμενο δεν επηρεάζει τη θεμελίωση αυτού του δικαιώματός του,

β) δεν έχουν δικαίωμα κυριότητας επικαρπίας, χρήσης, οίκησης, νομής ή κατοχής σε διαμέρισμα ή οικία ή σε αστικό οικοδόμημα, γενικώς σε πόλη με πληθυσμό πάνω από πέντε χιλιάδες (5.000) κατοίκους ή σε περιοχή που χαρακτηρίζεται σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία ως τουριστικός τόπος, ανεξάρτητα από τον πληθυσμό της. Ειδικώς, προκειμένου για τους συνταξιούχους ΟΓΑ, εφ` όσον αυτοί δεν έχουν δικαίωμα κυριότητας, επικαρπίας, χρήσης οίκησης, νομής ή κατοχής σε διαμέρισμα ή οικία ή σε αστικό οικοδόμημα γενικώς σε οποιαδήποτε περιοχή της χώρας, ανεξάρτητα από τον πληθυσμό της,

γ) δεν είχαν δηλωθεί ως προστατευόμενα μέλη από άλλο φορολογούμενο με την ετήσια δήλωση φορολογίας εισοδήματος των δύο ετών που προηγούνται, κάθε φορά, του οικείου οικονομικού έτους.

7. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται αναλόγως και για εκείνους που είναι άνεργοι. Για την εφαρμογή αυτών των διατάξεων ως άνεργοι θεωρούνται εκείνοι που, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, έχουν τις προϋποθέσεις επιδότησης λόγω ανεργίας και κατά το κρίσιμο ημερολογιακό έτος παρέμειναν χωρίς εργασία, καθώς και εκείνοι που δεν έπαιρναν επίδομα ανεργίας, λόγω λήξης του χρόνου επιδότησής τους, αλλά παραμένουν χωρίς εργασία και είναι γραμμένοι στα οικεία μητρώα ανέργων.

8. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων δεν εφαρμόζονται σε περίπτωση που η μίσθωση έχει συναφθεί μεταξύ προσώπων που είναι συγγενείς πρώτου βαθμού ή ο δικαιούχος είναι μισθωτός και αποκτά εισόδημα από την παροχή εξαρτημένης εργασίας σε πρόσωπο με το οποίο είναι συγγενής πρώτου βαθμού ή το ποσό της διαφοράς που προκύπτει, κατά την παράγραφο 1 αυτού του άρθρου, είναι κατώτερο από χίλιες (1.000) δραχμές.

9. Αν στο εισόδημα των δικαιούχων δεν προκύπτει φόρος ή αν το ποσό του φόρου που αναλογεί με βάση το άρθρο 9 είναι μικρότερο από τη μείωση που ορίζεται στην παράγραφο 1 αυτού του άρθρου, ολόκληρο το ποσό αυτής της μείωσης ή η διαφορά που απομένει κατά περίπτωση, επιστρέφεται στους δικαιούχους κατά την εκκαθάριση των ετήσιων δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος του οικείου οικονομικού έτους που υποβάλλονται από αυτούς.

Ως φόρος που αναλογεί με βάση το άρθρο 9 λογίζεται το ποσό που απομένει αν από το φόρο που προκύπτει με βάση τη φορολογική κλίμακα αφαιρεθούν τα ποσά που ορίζεται ότι τον μειώνουν, όχι όμως ποσό κάτω από το μηδέν.

10. Όσοι κατοικούν στο εξωτερικό, καθώς και οι αλλοδαποί που διαμένουν στην Ελλάδα και αποκτούν εισόδημα από μισθούς ή συντάξεις δε δικαιούνται τη μείωση του φόρου που ορίζεται στην παράγραφο 1.

11. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, οι οποίες δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζεται η διαδικασία, τα δικαιολογητικά για την αναγνώριση της συνδρομής των προϋποθέσεων που απαιτούνται για τη διενέργεια της μείωσης και της επιδότησης, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια που είναι αναγκαία για την εφαρμογή των διατάξεων αυτού του άρθρου”.

12. Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης θ` της παραγράφου 4 του άρθρου 8 του ν.δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

“Οι εκπτώσεις που ορίζονται στην περίπτωση αυτήν ενεργούνται εφ` όσον ο δικαιούχος αναγράψει στις οικείες ενδείξεις της ετήσιας φορολογικής του δήλωσης τον αριθμό φορολογικού μητρώου του εκμισθωτή. Σε περίπτωση που δεν έχει χορηγηθεί στον εκμισθωτή αριθμός φορολογικού μητρώου αναγράφεται ο αριθμός της ταυτότητας του εκμισθωτή.

Προκειμένου για εκμισθωτές που δεν κατοικούν ούτε διαμένουν στην Ελλάδα, αντί για τον πιο πάνω αριθμό μπορεί να αναγράφεται, από το δικαιούχο της έκπτωσης, ο αριθμός φορολογικού μητρώου ή ταυτότητας του πληρεξούσιου ή νόμιμου εκπροσώπου του εκμισθωτή.

Για του ανήλικους εκμισθωτές, οι οποίοι δεν έχουν αριθμό φορολογικού μητρώου ή δελτίο ταυτότητας, αναγράφονται τα αντίστοιχα στοιχεία του προσώπου που έχει την επιμέλειά τους.

Ο αρμόδιος οικονομικός έφορος υποχρεούται να χορηγεί τον αριθμό φορολογικού μητρώου ή ταυτότητας του εκμισθωτή ή του ενοικιαστή, κατά περίπτωση, ύστερα από αίτηση του υπόχρεου σε αναγραφή του στην ετήσια δήλωσή του ή στα οικεία έντυπα που συνυποβάλλονται με αυτήν”.

3. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου ισχύουν ανάλογα και για την εφαρμογή του άρθρου 9 του ν.δ. 3323/1955.

Άρθρο 2
Μειώσεις και απαλλαγές του εισοδήματος.

1. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του ν.δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

“2. Το εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες και από κάθε είδους συντάξεις μειώνεται κατά ποσοστό πενήντα στα εκατό (50%) έως το ποσό καθαρού εισοδήματος εξακοσίων ογδόντα χιλιάδων (680.000) δραχμών”.

2. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του ν.δ. 3323/ 1955 αντικαθίσταται ως εξής:

“Η μείωση που προβλέπεται από την παράγραφο αυτή δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να είναι ανώτερη από το ποσό των τριακοσίων σαράντα χιλιάδων (340.000) δραχμών το έτος, κατά φορολογούμενο, για τα εισοδήματα όλων των παραπάνω κατηγοριών”.

3. Η υποπερίπτωση στ` της περίπτωσης Ε` της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του ν.δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

“στ) Τα μερίσματα και άλλα βοηθήματα, τα οποία παρέχονται στους συνταξιούχους από ταμεία μετοχικά, αρωγής ή αλληλοβοηθείας, έως το ποσό των εφτά χιλιάδων (7.000) δραχμών για κάθε μήνα, εφ` όσον το ετήσιο συνολικό οικογενειακό εισόδημα του συνταξιούχου δεν υπερβαίνει τις οκτακόσιες χιλιάδες (800.000) δραχμές”.

4. Στην περίπτωση Ε` της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του ν.δ. 3323/ 1955 προθέτεται, μετά την υποπερίπτωση η`, υποπερίπτωση θ`, που έχει ως εξής:

“θ) Τα ειδικά επιδόματα: Πτητικό, καταδυτικό, ναρκαλιείας, αλεξιπτωτιστών, δυτών και υποβρύχιων καταστροφών, που καταβάλλονται σε αξιωματικούς, υπαξιωματικούς και οπλίτες των ενόπλων δυνάμεων, των σωμάτων ασφαλείας, της πυροσβεστικής υπηρεσίας και του λιμενικού σώματος, καθώς και το επίδομα ναρκαλιείας που καταβάλλεται σε ιδιώτες, οι οποίοι παρέχουν υπηρεσίες ναρκαλιείας με οποιαδήποτε σχέση στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας”.

5. Η ισχύς των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου αρχίζει από το οικονομικό έτος 1987, για τα ποσά αυτών των επιδομάτων που καταβάλλονται στους δικαιούχους από 1 Ιανουαρίου 1986 και μετά.

Άρθρο 3
Εκπτώσεις από το συνολικό εισόδημα

1. Η περίπτωση α` της παραγράφου 2 του άρθρου 8 του ν.δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

“α) Τα ανήλικα ανύπαντρα τέκνα και από τα ενήλικα ανύπαντρα τέκνα:

αα) εκείνα που παρακολουθούν δημόσια μεταλυκειακά προπαρακευαστικά κέντρα, εφ` όσον δεν έχουν υπερβεί το δέκατο ένατο έτος της ηλικίας τους,

ββ) εκείνα που σπουδάζουν σε αναγνωρισμένες σχολές ή σχολεία του εσωτερικού ή του εξωτερικού, εφ` όσον δεν έχουν υπερβεί το εικοστό πέμπτο έτος της ηλικίας τους”.

2. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 8 του ν.δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

“5. Από το συνολικό ποσό των εισοδημάτων, που αποκτά η φορολογουμένη από την παροχή εξαρτημένης εργασίας, από την άσκηση εμπορικής ή γεωργικής επιχείρησης ή επαγγέλματος από αυτά που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 45, ατομικώς ή από συμμετοχή σε κοινοπραξία, κοινωνία, αστική κερδοσκοπική εταιρία ή σε ομόρρυθμη ή ετερόρρυθμη εταιρία, ως ομόρρυθμο μέλος, αφαιρείται ποσό για δαπάνη χωρίς δικαιολογητικά για τη φύλαξή των τέκνων της, που δεν έχουν υπερβεί το έκτο έτος της ηλικίας τους, συνοικούν με αυτήν και το ετήσιο εισόδημά τους δεν υπερβαίνει το ποσό των διακοσίων πενήντα πέντε χιλιάδων (255.000) δραχμών προκειμένου για τα τέκνα που παρουσιάζουν αναπηρία εξήντα επτά στα εκατό (67%) και πάνω, από διανοητική καθυστέρηση ή φυσική αναπηρία”.

3. Η ισχύς της προηγούμενης παραγράφου αρχίζει από 1 Ιανουαρίου 1986 για τα εισοδήματα που απέκτησαν οι δικαιούχοι από την ημερομηνία αυτήν και μετά.

4. Στο τέλος της παραγράφου 5 του άρθρου 8 του ν.δ. 3323/1955 προθέτεται νέο εδάφιο, που έχει ως εξής:

“Οι παραπάνω διατάξεις εφαρμόζονται ανάλογα και για το φορολογούμενο σε περίπτωση χηρείας ή διαζυγίου ή διακοπής της έγγαμης συμβίωσης, για τα τέκνα που συνοικούν με αυτόν και των οποίων έχει την επιμέλεια”.

5. Η ισχύς της προηγούμενης παραγράφου αρχίζει από το οικονομικό έτος 1985, για τις δαπάνες που καταβλήθηκαν από 1 Ιανουαρίου 1948 και μετά.

6. Στο τέλος του άρθρου 8 του ν.δ. 3323/1955 προθέτεται νέα παράγραφος 7, που έχει ως εξής:

“7. Τα έξοδα ιατρικής και νοσοκομειακής περίθαλψης των προσώπων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος, τα οποία συνοικούν με το φορολογούμενο και παρουσιάζουν αναπηρία εξήντα επτά στα εκατό (67%) και πάνω, από διανοητική καθυστέρηση ή φυσική αναπηρία, στην περίπτωση κατά την οποία έχουν αποκτήσει ετήσιο εισόδημα πάνω από διακόσιες πενήντα πέντε χιλιάδες (255.000) δραχμές, κατά το ποσό που τα έξοδα αυτά ξεπερνούν το πραγματικό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, ετήσιο καθαρό εισόδημα των προσώπων αυτών, εκπίπτουν από το συνολικό εισόδημα του φορολογουμένου που τον βαρύνουν και, αν αυτός δεν έχει εισόδημα ή αυτό είναι κατώτερο από το άθροισμα των δαπανών που αναφέρονται στις παραγράφους 4 και 5 του παρόντος, το ποσό αυτό μεταφέρεται για να εκπέσει από το εισόδημα του άλλου συζύγου”.

7. Η ισχύς της προηγούμενης παραγράφου αρχίζει από το οικονομικό έτος 1988, για τις δαπάνες που καταβάλλονται από 1 Ιανουαρίου 1987 και μετά.

Άρθρο 4
Φορολογικές κλίμακες. Μειώσεις από το φόρο

1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 9 του ν.δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

“1. Το εισόδημα που απομένει μετά τις μειώσεις και τις εκπτώσεις που ενεργούνται από το συνολικό εισόδημα του φορολογουμένου αποτελεί το φορολογητέο εισόδημά του, το οποίο υποβάλλεται σε φόρο με βάση την ακόλουθη κλίμακα:

Κλιμάκιο Φορολο- Φόρος Σύνολο εισοδήματος γικός κλιμακίου εισοδή- φόρου συντε- ματος λεστής (%)

104.000 – – 104.000 – 47.000 10 4.700 151.000 4.700 52.000 12 6.240 203.000 10.940 58.000 14 8.120 261.000 19.060 64.000 16 10.240 325.000 29.300 70.000 18 12.600 395.000 41.900 93.000 20 18.600 488.000 60.500 116.000 23 26.680 604.000 87.180 116.000 26 30.160 720.000 117.340 116.000 29 33.640 836.000 150.980 139.000 33 45.870 975.000 196.850 139.000 37 51.430 1.114.000 248.280 139.000 41 56.990 1.253.000 305.270 174.000 45 78.300 1.427.000 383.570 232.000 49 113.680 1.659.000 497.250 464.000 53 245.920 2.123.000 743.170 930.000 57 530.100 3.053.000 1.273.270 1.620.000 61 988.200 4.673.000 2.261.470 Υπερβάλλον 63

Κατ` εξαίρεση, αν ο φορολογούμενος απέκτησε αποκλειστικά εισόδημα από μισθούς ή συντάξεις, το φορολογητέο εισόδημά του υποβάλλεται σε φόρο με βάση την ακόλουθη κλίμακα:

Κλιμάκιο Φορολο- Φόρος Σύνολο εισοδήματος γικός κλιμακίου εισοδή- φόρου συντε- ματος λεστής (%)

104.000 – – 104.000 – 47.000 6 2.820 151.000 2.820 52.000 8 4.160 203.000 6.980 58.000 10 5.800 261.000 12.780 64.000 12 7.680 325.000 20.460 70.000 15 10.500 395.000 30.960 90.000 18 16.200 485.000 47.160 112.000 21 23.520 597.000 70.680 112.000 24 26.880 709.000 97.560 112.000 27 30.240 821.000 127.800 134.000 31 41.540 955.000 169.340 134.000 35 46.900 1.089.000 216.240 140.000 39 54.600 1.229.000 270.840 160.000 43 68.800 1.389.000 339.640 200.000 47 94.000 1.589.000 433.640 300.000 51 153.000 1.889.000 586.640 700.000 55 385.000 2.589.000 971.640 1.500.000 59 885.000 4.089.000 1.856.640 Υπερβάλλον 63

Προκειμένου να εξευρεθεί ο φόρος που προκύπτει στο φορολογητέο εισόδημα των προσώπων που αποκτούν εισόδημα από ΣΤ` πηγή, στην περίπτωση που αυτοί αποκτούν εισοδήματα και από άλλη πηγή, του άρθρου 2 του παρόντος, αθροίζεται το ποσό του φόρου, που προκύπτει επιμεριστικά στο καθαρό εισόδημα ΣΤ` πηγής με βάση την κλίμακα του δεύτερου εδαφίου αυτής της παραγράφου, με το ποσό του φόρου που αντιστοιχεί, επιμεριστικά, το καθαρό εισόδημα των λοιπών πηγών με βάση την κλίμακα του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής.

Για την εξεύρεση του ποσού του φόρου που αντιστοιχεί επιμεριστικά στο καθαρό εισόδημα ΣΤ` πηγής του υποχρέου, επιμερίζεται το ποσό του φόρου που προκύπτει στο φορολογητέο εισόδημά του με βάση την κλίμακα του δεύτερου εδαφίου αυτής της παραγράφου, ανάλογα με το ποσό του καθαρού εισοδήματος ΣΤ` πηγής και του καθαρού συνολικού εισοδήματος από τις λοιπές πήγες.

Για την εξεύρεση του ποσού του φόρου που αντιστοιχεί επιμεριστικά στο συνολικό καθαρό εισόδημα των λοιπών πηγών του υποχρεόυ, επιμερίζεται το ποσό του φόρου που προκύπτει στο φορολογητέο εισόδημά του με βάση την κλίμακα του πρώτου εδαφίου αυτής της παραγράφου, ανάλογα με το ποσό του συνολικού καθαρού εισοδήματος από τις λοιπές πηγές και του καθαρού εισοδήματος από τη ΣΤ` πηγή.

Για τους πιο πάνω υπολογισμούς τα ποσά του καθαρού εισοδήματος λαμβάνονται υπόψη μετά τη συνάθροιση θετικών και αρνητικών στοιχείων του εισοδήματος και διενέργεια των τακτικών, των ειδικών και των πρόσθετων μειώσεων που ορίζονται στο άρθρο 4 του παρόντος.

Το ποσό φόρου το οποίο προκύπτει με βάση τις πιο πάνω διατάξεις μειώνεται ως εξής:

α) Για τον ίδιο φορολογούμενο, κατά τρεις χιλιάδες (3.000) δραχμές. Το ποσό αυτό αυξάνεται στις σαράντα εννέα χιλιάδες (49.000) δραχμές, προκειμένου για:

αα) ανάπηρους αξιωματικούς και οπλίτες, οι οποίοι με την ιδιότητα του ανάπηρου παίρνουν σύνταξη από το δημόσιο ταμείο, αξιωματικούς που εξαιτίας πολεμικού τραύματος ή νοσήματος βρίσκονται σε κατάσταση υπηρεσίας γραφείου ή πρόσωπα που έχουν υπαχθεί στις διατάξεις του ν. 1759/1950 (ΦΕΚ Α` 286) και του ν.δ. 330/1947 (ΦΕΚ Α` 84),

ββ) θύματα πολέμου. Θύματα πολέμου κατά την έννοια του παρόντος είναι τα πρόσωπα που λαμβάνουν σύνταξη από πολεμική αιτία. Με τα θύματα πολέμου εξομοιώνονται και τα πρόσωπα, τα οποία απεβίωσαν κατά την εκτέλεση διατεταγμένης υπηρεσίας σε ειρηνική περίοδο, δικαιούνται σύνταξη από το δημόσιο ταμείο,

γγ) τυφλούς που είναι γραμμένοι στο γενικό μητρώο τυφλών, το οποίο τηρείται στην αρμόδια διεύθυνση της οικείας νομαρχίας, και

δδ) πρόσωπα που παρουσιάζουν αναπηρία 67% και πάνω από διανοητική καθυστέρηση ή φυσική αναπηρία.

β) Για το πρώτο τέκνο, κατά δεκατέσσερις χιλιάδες (14.000) δραχμές, για το δεύτερο τέκνο κατά δεκαοκτώ χιλιάδες πεντακόσιες (18.500) δραχμές, για το τρίτο τέκνο κατά είκοσι πέντε χιλιάδες (25.000) δραχμές, για το τέταρτο τέκνο κατά εβδομήντα χιλιάδες (70.000) δραχμές, για το πέμπτο και για κάθε τέκνο μετά το πέμπτο κατά ενενήνα δύο χιλιάδες (92.000) δραχμές.

γ) Για κάθε τέκνο, που υπηρετεί τη στρατιωτική του θητεία, κατά έξι χιλιάδες (6.000) δραχμές.

δ) Για καθένα από τα λοιπά πρόσωπα κατά έξι χιλιάδες (6.000) δραχμές.

ε) Για καθένα από τα πρόσωπα που αναφέρονται στις πιο πάνω περιπτώσεις β` και δ`, εφ` όσον αυτά παρουσιάζουν αναπηρία 67% και πάνω, από διανοητική καθυστέρηση ή φυσική αναπηρία, κατά σαράντα έξι χιλιάδες (46.000) δραχμές, ως πρόσθετο ποσό μείωσης.

Η μείωση του φόρου, που καθορίζεται στις πιο πάνω περιπτώσεις β`, γ`, δ` και ε`, ενεργείται, εφ` όσον τα πρόσωπα που αναφέρονται σε αυτές βαρύνουν το φορολογούμενο, κατά τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 8.

Αν το ποσό του φόρου του προκύπτει στο εισόδημα του φορολογουμένου είναι μικρότερο από το συνολικό ποσό των μειώσεων που ορίζονται στις παραγράφους 1, 5, 6 και 7 του άρθρου αυτού, η διαφορά δεν επιστρέφεται ούτε συμψηφίζεται.

Από τις μειώσεις που ορίζονται στην παράγραφο αυτή μόνο όσες αφορούν τους ανιόντες της συζύγου, τα τέκνα της από προηγούμενο γάμο ή τα χωρίς γάμο τέκνα της, τους ανύπαντρους αδελφούς και τις αδελφές της, καθώς και τους ανήλικους ορφανούς από πατέρα και μητέρα συγγενείς της έως τον τρίτο βαθμό, ενεργούνται από το ποσό του φόρου που προκύπτει στο εισόδημά της.

Στις περιπτώσεις εφαρμογής της διάταξης της παραγράφου 1 του άρθρου 6:

α) αν ο ένας από τους συζύγους έχει φορολογητέο εισόδημα μέχρι εκατό τέσσερις χιλιάδες (104.000) δραχμές, τότε ο φόρος που αναλογεί στο εισόδημα αυτό υπολογίζεται με συντελεστή οκτώ στα εκατό (8%) και αφαιρείται από το ποσό των οκτώμιση χιλιάδων (8.500) δραχμών. Στο υπόλοιπο που απομένει προθέτεται το προσωπικό ποσό μείωσης του φόρου, καθώς και τα τυχόν άλλα ποσά των μειώσεων που ορίζονται στις παραγράφους 1, 5, 6 και 7 του άρθρου αυτού και το άθροισμά τους μεταφέρεται για να μειώσει το φόρο που αναλογεί στο εισόδημα του άλλου συζύγου,

β) αν ο ένας από τους συζύγους έχει φορολογητέο εισόδημα πάνω από εκατόν τέσσερις χιλιάδες (104.000) δραχμές και το ποσό του φόρου που προκύπτει γι` αυτό το εισόδημα είναι μικρότερο από το συνολικό ποσό των μειώσεων που ορίζονται στις παραγράφους 1, 5, 6 και 7 του άρθρου αυτού, η διαφορά μεταφέρεται για να μειώσει το φόρο που αναλογεί στο εισόδημα του άλλου συζύγου. Σ` αυτές τις περιπτώσεις, αν απομένει υπόλοιπο, δεν επιστρέφεται ούτε συμψηφίζεται”.

Άρθρο 5
Καθαρό εισόδημα από οικοδομές

1. Τα εδάφια πέμπτο και έκτο της περίπτωσης α` της παραγράφου 1 του άρθρου 20 του ν.δ 3323/1955 αντικαθίστανται ως εξής:

“Το ποσό της έκπτωσης, που προκύπτει από την εφαρμογή της διάταξης του πρώτου εδαφίου της περίπτωσης αυτής, προσαυξάνεται κατά το ποσό που η πραγματική συνολική δαπάνη για την επισκευή, συντήρηση, καθώς και την αμοιβή δικηγόρου για δίκες σε διαφορές απόδοσης μισθίου, που αφορούν οικοδομές που εκμισθώνονται και χρησιμοποιούνται ως κατοικίες, υπερβαίνει το δεκατρία στα εκατό (13%) του συνολικού ακαθάριστου εισοδήματος που αποκτά ο δικαιούχος από εκμίσθωση οικοδομών που χρησιμοποιούνται ως κατοικίες.

Το παραπάνω πρόσθετο ποσό έκπτωσης δεν μπορεί να υπερβεί ποσοστό είκοσι πέντε στα εκατό (25%) του συνολικού ακαθάριστου εισοδήματος που αποκτά ο δικαιούχος από εκμίσθωση οικοδομών που χρησιμοποιούνται ως κατοικίες”.

2. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται από 1 Ιανουαρίου 1987 για τα εισοδήματα που απέκτησαν οι δικαιούχοι από την ημερομηνία αυτήν και μετά.

Άρθρο 6
Τεκμήρια βιωσιμότητας

1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 33β του ν.δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

“1. Αν το δηλούμενο ποσό εισοδήματος από την άσκηση ατομικής επιχείρησης, όπως αυτό προκύπτει σύμφωνα με τις διατάξεις των περιπτώσεων β` και γ` της παραγράφου 1 του άρθρου 33α του παρόντος είναι μικρότερο από τις πεντακόσιες πενήντα χιλιάδες (550.000) δραχμές, η διαφορά προσαυξάνει το εισόδημα που δηλώνεται, ως προερχόμενο από την επιχείρηση αυτήν και ο φόρος υπολογίζεται στο συνολικό εισόδημά του που προκύπτει με αυτόν τον τρόπο”.

2. Η παράγραφος 4 του άρθρου 33β του ν.δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

“4. Αν ο φορολογούμενος δηλώνει εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες και από εμπορικές επιχειρήσεις, τα ποσά που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 3 αυτού του άρθρου περιορίζονται στο μισό, εφ` όσον το καθαρό εισόδημα που προέρχεται από μισθωτές υπηρεσίες είναι ίσο ή ανώτερο από τις πεντακόσιες πενήντα χιλιάδες (550.000) δραχμές”.

3. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 47α του ν.δ. 3323/1955 αντικαθίστανται ως εξής:

“1. Σε κάθε περίπτωση και ανεξάρτητα από τον κατά το άρθρο 47 τεκμαρτό προσδιορισμό, αν το δηλούμενο ποσό εισοδήματος από την ατομική άσκηση ενός από τα ακόλουθα ελευθέρια επαγγέλματα:

α) του ιατρού, οδοντίατρου, δικηγόρου, συμβολαιογράφου, εκτελεστού μουσικών έργων ή καλλιτέχνη των κέντρων διασκέδασης που έχουν καταταγεί αγορανομικώς στην Α` ή σε ανώτερη από αυτήν κατηγορία, φυσιοθεραπευτή, δημοσιογράφου, συμβούλου επιχειρήσεων, ιδιοκτήτη ή διευθυντή φορολογικού ή λογιστικού γραφείου,

β) κτηνίατρου, άμισθου υποθηκοφύλακα δικαστικού επιμελητή, καθηγητή ή δασκάλου, γεωπόνου, δασολόγου, είναι μικρότερο από τις επτακόσιες χιλιάδες (700.000) δραχμές, για τους αναφερόμενους στην α` περίπτωση ή από τις πεντακόσιες πενήντα χιλιάδες (550.000) δραχμές, για τους αναφερόμενους στη β` περίπτωση, η διαφορά προσαυξάνει το εισόδημα που δηλώνεται, ως προερχόμενο από την άσκηση του ελευθέριου επαγγέλματος και ο φόρος που οφείλεται με βάση την οικεία δήλωση του υποχρέου υπολογίζεται στο συνολικό εισόδημά του που προκύπτει με αυτόν τον τρόπο.

2. Αν ο φορολογούμενος δηλώνει εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες και από την άσκηση ελευθέριου επαγγέλματος, τα ποσά που ορίζονται στην προηγούμενη παράγραφο περιορίζονται στο μισό, εφ` όσον το καθαρό εισόδημα που προέρχεται από μισθωτές υπηρεσίες είναι ίσο ή ανώτερο από τις πεντακόσιες πενήντα χιλιάδες (550.000) ή τις επτακόσιες χιλιάδες (700.000) δραχμές”.

Άρθρο 7
Παρακράτηση φόρου μισθωτών υπηρεσιών

1. Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης δ` της παραγράφου 3 του άρθρου 40 του ν.δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

“Η αποζημίωση που καταβάλλεται σύμφωνα με τον ν.δ. 2112/1920 (ΦΕΚ Α` 67), το άρθρο 94 του ν.δ 3026/1954 (ΦΕΚ Α` 235) και το άρθρο 1 του β.δ. 16/18 Ιουλίου 1920 (ΦΕΚ Α` 158), όπως ισχύουν, κατά το τμήμα αυτής το οποίο αντιστοιχεί στο πολλαπλάσιο των σαράντα χιλιάδων (40.000) δραχμών το μήνα ή των χιλίων επτακοσίων (1.700) δραχμών για κάθε ημερομίσθιο κατά περίπτωση”.

2. Στο τέλος το άρθρου 40 του ν.δ. 3323/1955 προθέτεται παράγραφος 6, ως εξής:

“6. Το μηνιαίο εισόδημα από αμοιβές για υπηρεσίες ενεργού εφημερίας που αποκτούν οι γιατροί οι οποίοι είναι ενταγμένοι στο Εθνικό Σύστημα Υγείας, κατά το ποσό που αυτό αντιστοιχεί στις δύο (2) ημέρες ενεργού εφημερίας, κατά μήνα, φορολογείται με τις γενικές διατάξεις και κατά το υπόλοιπο του φορολογείται αυτοτελώς, με συντελεστή είκοσι στα εκατό (20%) ο οποίος επιβάλλεται στο καθαρό ποσό.

Το ποσό του φόρου που προκύπτει από την αυτοτελή φορολογία των πιο πάνω αμοιβών των δικαιούχων παρακρατείται κατά την καταβολή τους στο δικαιούχο και αποδίδεται στο Δημόσιο σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παράγραφο 6 του άρθρου 44.

Ο φορολογούμενος δικαιούται να συμπεριλάβει μαζί με τα άλλα εισοδήματά του, στην ετήσια δήλωση φορολογίας του εισοδήματος του οικείου οικονομικού έτους, το ποσό των ετήσιων αμοιβών για υπερωριακή εργασία ενεργού εφημερίας, για τις οποίες φορολογήθηκε αυτοτελώς.

Στην περίπτωση αυτή για τον συμψηφισμό του φόρου που παρακρατήθηκε εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του άρθρου 10”.

3. Η περίπτωση β` της παραγράφου 1 του άρθρου 43 του ν.δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

“β) Για όσους αμείβονται με ημερομίσθιο, με συντελεστή που υπολογίζεται στο ακαθάριστο ποσό του ημερομίσθιου και ο οποίος ορίζεται σε δύο στα εκατό (2%) για τα ημερομίσθια από χίλιες επτακόσιες (1.700) έως δύο χιλιάδες (2.000) δραχμές, σε τέσσερα στα εκατό (4%) για τα ημερομίσθια από δύο χιλιάδες μία (2.001) έως δύο χιλιάδες τετρακόσιες (2.400) δραχμές, σε έξι στα εκατό (6%) για τα ημερομίσθια από δύο χιλιάδες τετρακόσιες μία (2.401) έως δύο χιλιάδες οκτακόσιες (2.800) δραχμές και σε οκτώ στα εκατό (8%) για τα ημερομίσθια από δύο χιλιάδες οκτακόσιες μία (2.801) δραχμές και πάνω. Για όσους αμείβονται με ημερομίσθιο και παρέχουν υπηρεσίες με σχέση μίσθωσης εργασίας διάρκειας πάνω από ένα χρόνο ή με σχέση μίσθωσης εργασίας αόριστου χρόνου, με βάση τις διατάξεις της περίπτωσης α` της παραγράφου αυτής”.

4. Η ισχύς των διατάξεων των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου αυτού αρχίζει από 1 Μαΐου 1987 και μετά, για τα ημερομίσθια και τις αποζημιώσεις που καταβάλλονται στους δικαιούχους από την ημερομηνία αυτήν και μετά.

5. Η παράγραφος 7 του άρθρου 41 του ν.δ 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

“7. Με αποφάσεις του Υπουργού των Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί, για ορισμένες κατηγορίες υποχρέων, να μεταφέρεται η ημέρα λήξης της προθεσμίας που ορίζεται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 αυτού του άρθρου στις ημερομηνίες 16, 17 και 18 του μήνα απόδοσης του φόρου. Στην περίπτωση αυτήν οι υπόχρεοι κατανέμονται με βάση την αλφαβητική σειρά της επωνυμίας ή του τίτλου τους.

Επίσης, με όμοιες αποφάσεις που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζεται το περιεχόμενο της προσωρινής και οριστικής δήλωσης, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του άρθρου αυτού”.

6. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 48 του ν.δ. 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

“Με αποφάσεις του Υπουργού των Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί για ορισμένες κατηγορίες υποχρέων, να μεταφέρεται η ημέρα λήξης της προθεσμίας, που ορίζεται στο πρώτο εδάφιο αυτής της παραγράφου, στις ημερομηνίες 16, 17 και 18 του μήνα απόδοσης του φόρου. Στην περίπτωση αυτήν οι υπόχρεοι κατανέμονται με βάση την αλφαβητική σειρά της επωνυμίας ή του τίτλου τους.

Επίσης με όμοιες αποφάσεις, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζεται ο τύπος και το περιεχόμενο της δήλωσης απόδοσης του παρακρατούμενου φόρου, καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια για την απόδοση του φόρου στο δημόσιο ταμείο”.

Άρθρο 8
Τεκμήριο δαπανών διαβίωσης

1. Οι περιπτώσεις Γ` και Δ` της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του ν. 820/1978 (ΦΕΚ Α` 174) αντικαθίστανται ως εξής:

“Γ) Η ετήσια δαπάνη που καταβάλλεται στους πάνω από έναν οικιακούς βοηθούς, οδηγούς αυτοκινήτων και το υπόλοιπο βοηθητικό οικιακό προσωπικό, αφού πολλαπλασιασθεί με συντελεστή δύο και μισό (2,5).

Δ) Η δαπάνη για σκάφη αναψυχής ιδιωτικής χρήσης, τα οποία έχει στην κυριότητα ή την κατοχή του ο φορολογούμενος, η σύζυγός του και τα προστατευόμενα από αυτούς μέλη, η οποία ορίζεται ως εξής:

α) Προκειμένου για ιστιοφόρα ή μηχανοκίνητα σκάφη με χώρους ενδιαίτησης, αλλά χωρίς μόνιμο πλήρωμα (BARE BOAT), ολικού μήκους από 6 έως 14 μέτρα, στο ποσό των 216.000 δραχμών.

β) Προκειμένου για ιστιοφόρα, μικτά (με ιστία και μηχανή) ή μηχανοκίνητα σκάφη, τα οποία έχουν μόνιμο πλήρωμα ναυτολογημένο για χρονικό διάστημα δώδεκα (12) μηνών:

αα) Στο ποσό των 1.620.000 δραχμών για σκάφη από 15 μέχρι και 25 κόρους ολικής χωρητικότητας,

ββ) στο ποσό των 2.340.000 δραχμών, για σκάφη πάνω από 25 μέχρι και 75 κόρους ολικής χωρητικότητας,

γγ) στο ποσό των 3.240.000 δραχμών, για σκάφη πάνω από 75 μέχρι και 150 κόρους ολικής χωρητικότητας.

Στις πιο πάνω περιπτώσεις, αν το πλήρωμα είναι ναυτολογημένο για χρονικό διάστημα μικρότερο από δώδεκα (12) μήνες, η ετήσια δαπάνη που αντιστοιχεί στην αμοιβή του προσωπικού, από δραχμές 1.170.000, 1.800.000 και 2.160.000 αντίστοιχα, μειώνεται σε τόσα δωδέκατα όσοι οι πραγματικοί μήνες της ναυτολόγησής του.

Διάστημα μεγαλύτερο από 15 ημέρες λογίζεται ως ακέραιος μήνας.

Αν τα πιο πάνω σκάφη δεν έχουν ναυτολογημένο πλήρωμα, η ετήσια δαπάνη καθορίζεται στο ποσό των 450.000, 540.000 και 1.080.000 δραχμών, αντίστοιχα.

γ) Για τα λοιπά μηχανοκίνητα και ιστιοφόρα σκάφη, που δεν έχουν χώρους ενδιαίτησης, ολικού μήκους 5 μέτρων, στο ποσό των 72.000 δραχμών, το οποίο προσαυξάνεται κατά 36.000 δραχμές, για κάθε μέτρο μήκους, πάνω από τα 5 μέτρα.

δ) Για τα ταχύπλοα μηχανοκίνητα σκάφη ανοικτού τύπου (κρις – κραφτ) ολικού μήκους μέχρι 5 μέτρα, στο ποσό των 72.000 δραχμών, το οποίο προσαυξάνεται κατά 36.000 δραχμές, για κάθε μέτρο μήκους, πάνω από τα πέντε μέτρα.

Για το τεκμήριο της δαπάνης δε λαμβάνονται υπόψη τα σκάφη που προορίζονται για επαγγελματική χρήση”.

2. Η περίπτωση α` της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του ν. 820/1978 καταργείται.

3. Η ισχύς των διατάξεων του άρθρου αυτού αρχίζει από το οικονομικό έτος 1988, για τον προσδιορισμό της ετήσιας τεκμαρτής δαπάνης των υποχρέων από το ημερολογιακό έτος 1987 και μετά.

Άρθρο 9
Κίνητρα εξαγωγικών επιχειρήσεων. Λοιπές διατάξεις

1. Στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 35 του ν.δ 3323/1955 προσθέτονται δύο νέα εδάφια, τα οποία έχουν ως εξής:

“Εξαιρετικά, για τις εξαγωγές κάθε είδους προϊόντων που πραγματοποιούνται από 1.1.1987 μέχρι 31.12.1987, η αναγνωριζόμενη χωρίς δικαιολογητικά έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα για την αντιμετώπιση ειδικών δαπανών εξαγωγών υπολογίζεται στα ακαθάριστα έσοδα που προέρχονται από εξαγωγές, με βάση την πιο κάτω κλίμακα:

Σε ακαθάριστα έσοδα μέχρι 1 δισεκατομμύριο ποσοστό έκπτωσης 3% Σε ακαθάριστα έσοδα από 1 δισεκατομμύριο μέχρι 3 δισεκατομμύρια ποσοστό έκπτωσης 2% και σε ακαθάριστα έσοδα άνω των 3 δισεκατομμυρίων ποσοστό έκπτωσης 1%

Τα πιο πάνω ποσοστά έκπτωσης δεν εφαρμόζονται σε εξαγωγές πετρελαιοειδών, για τις οποίες εξακολουθεί να ισχύει η προβλεπόμενη από το πρώτο εδάφιο της παραγράφου αυτής έκπτωση ποσοστού 1% στα ακαθάριστα έσοδα”.

2. Για τις εξαγωγές προϊόντων που πραγματοποιούνται από 1.1.1987, καταργείται η προβλεπόμενη από το άρθρο 31 του ν. 1326/1983 (ΦΕΚ Α` 19) διάθεση ποσοστού για την αντιμετώπιση ειδικών δαπανών εξαγωγών.

3. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 35 του ν.δ. 3323/1955 μετά το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης στ` προθέτονται δύο νέα εδάφια, που έχουν ως εξής:

“Επίσης, εκπίπτονται από το ακαθάριστο εισόδημα οι απαιτήσεις πιστωτών προβληματικών επιχειρήσεων που προκύπτουν κατά την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 5 του άρθρου 8 του ν. 1386/1983 (ΦΕΚ Α` 107), καθώς και εκείνων που προκύπτουν κατόπιν έγγραφης συμφωνίας μεταξύ πιστωτών και προβληματικών επιχειρήσεων που έχουν υπαχθεί στο ν. 1386/1983 και μόνο για το μέρος των απαιτήσεων που παραιτήθηκαν από την είσπραξή τους οι πιστωτές. Η έκπτωση των απαιτήσεων αυτών γίνεται ισόποσα σε τρεις (3) διαχειριστικές χρήσεις”.

4. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται στις απαιτήσεις που εκπίπτουν οι πιστωτές προβληματικών επιχειρήσεων από το ακαθάριστο εισόδημα του οικονομικού έτους 1987 και μετά.

5. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 35 του ν.δ. 3323/1955 προθέτεται νέα περίπτωση ια`, που έχει ως εξής:

“ια. Οι δαπάνες επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας κατά το χρόνο της πραγματοποίησής τους, με εξαίρεση τις δαπάνες που αφορούν πάγιο εξοπλισμό, οι οποίες αποσβένονται ισόποσα σε τρία (3) χρόνια.

Τα κριτήρια χαρακτηρισμού των πιο πάνω δαπανών καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Βιομηχανίας, Έρευνας και Τεχνολογίας”.

6. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται για τις δαπάνες που πραγματοποιούνται από 1.1.1987 και μετά.

7. Η περίπτωση β` του άρθρου 4 του ν.δ. 1297/1972 (ΦΕΚ Α` 217) αντικαθίσταται ως εξής:

“β) ότι, στις περιπτώσεις μετατροπής ατομικής επιχείρησης ή προσωπικής εταιρίας ή εταιρίας περιορισμένης ευθύνης σε ανώνυμη εταιρία ή συγχώνευσης αυτών με ανώνυμη εταιρία, οι μετοχές της ανώνυμης εταιρίας, που αντιστοιχούν στην αξία του εισφερόμενου κεφαλαίου, θα είναι υποχρεωτικά ονομαστικές στο σύνολό τους και μη μεταβιβάσιμες κατά ποσοστό 75% του συνόλου τους για μια πενταετία από το χρόνο της συγχώνευσης ή μετατροπής, με εξαίρεση τις μετοχές που αντιστοιχούν στην αξία του εισφερόμενου κεφαλαίου από ανώνυμη εταιρία της οποίας οι μετοχές είναι ανώνυμες στις περιπτώσεις συγχώνευσης ανώνυμων εταιριών ή συγχώνευσης ανώνυμης εταιρίας με επιχείρησης οποιασδήποτε νομικής μορφής”.

8. Στην περίπτωση γ` της παραγράφου 1 του άρθρου 9 του ν.δ. 3843/ 1958 (ΦΕΚ Α 148) προθέτεται δεύτερο εδάφιο, ως εξής:

“Εξαιρετικά, για τον προσδιορισμό του καθαρού εισοδήματος από τόκους που κτώνται τα νομικά πρόσωπα δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, εκπίπτουν οι καταβαλλόμενοι τόκοι σε δανειοδοτικούς φορείς, μέχρι το ύψος του συνολικού ακαθάριστου εισοδήματος από τόκους”.

9. Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης α` της παραγράφου 2 του άρθρου 5 του ν. 27/1975 (ΦΕΚ Α` 77) αντικαθίσταται ως εξής:

“Για τα πλοία της πρώτης κατηγορίας με αίτηση του υποχρέου προς τον αρμόδιο οικονομικό έφορο συγχρόνως με την υποβολή της φορολογικής δηλώσεως ή οποτεδήποτε μετά την υποβολή της όχι αργότερα από τη λήξη προθεσμίας υποβολής δηλώσεως του επόμενου έτους”.

10. Στο τέλος της περίπτωσης β` της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του ν. 1262/1982 προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια, που έχουν ως εξής:

“Αν η επιχείρηση σε μια διαχειριστική χρήση παραλείψει, ολικά ή μερικά, για οποιοδήποτε λόγο να ενεργήσει αφορολόγητες εκπτώσεις επενδύσεων στις λογιστικές διαφορές που δηλώνονται με την εμπρόθεσμη αρχική δήλωση φόρου εισοδήματος, δε στερείται του δικαιώματος διενέργειας αφορολόγητων εκπτώσεων από τα κέρδη των επόμενων διαχειριστικών χρήσεων, για το ποσό της επένδυσης που πραγματοποιήθηκε, στο οποίο παρέλειψε να ενεργήσει αφορολόγητες εκπτώσεις στη διαχειριστική αυτή χρήση. Οι πιο πάνω διατάξεις εφαρμόζονται και για τις υποθέσεις που εκκρεμούν στις φορολογικές αρχές και τα διοικητικά δικαστήρια, εφ` όσον δεν έχουν κριθεί τελεσίδικα”.

11. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται ανάλογα και στις αφορολόγητες εκπτώσεις που προβλέπονται από τα ν.δ. 4002/1959 (ΦΕΚ 233) ν.δ 1078/1971 (ΦΕΚ 273), ν.δ. 1313/1972 (ΦΕΚ 232) και ν.δ. 331/1974 (ΦΕΚ 56) και τους ν. 289/1976 (ΦΕΚ 76), ν. 849/1978 (ΦΕΚ 232) και ν. 1116/1981 (ΦΕΚ 8).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΑ ΚΙΝΗΤΡΑ ΣΤΙΣ ΜΕΤΑΠΟΙΗΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ

Α`
Α` ΑΝΑΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΑΞΙΑΣ ΜΗΧΑΝΟΛΟΓΙΚΟΥ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΥ

Άρθρο 10
Επιχειρήσεις που δικαιούνται αναπροσαρμογής.

1. Σε αναπροσαρμογή της αξίας του μηχανολογικού εξοπλισμού μπορούν να προβούν οι επιχειρήσεις, οι οποίες κατά το χρόνο της αναπροσαρμογής τηρούν βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων, ανεξάρτητα από τη νομική μορφή που λειτουργούν ή αν είναι ημεδαπές ή αλλοδαπές και οι οποίες περιλαμβάνονται στους Κ.Α 10-39 του πίνακα της Στατιστικής Ταξινόμησης των κλάδων Οικονομικής Δραστηριότητας της Ε.Σ.Υ.Ε, ήτοι οι βιομηχανικές, βιοτεχνικές, μεταλλευτικές και λατομικές επιχειρήσεις.

Στην έννοια του μηχανολογικού εξοπλισμού που υπόκειται σε αναπροσαρμογή περιλαμβάνονται τα κάτωθι πάγια περιουσιακά στοιχεία:

α) Μηχανήματα κάθε μορφής που χρησιμοποιούνται στην παραγωγική διαδικασία.

β) Μηχανήματα συσκευασίας.

γ) Μεταφορικά μέσα, με εξαίρεση τα επιβατικά αυτοκίνητα μέχρι έξι (6) θέσεων.

δ) Εξοπλισμός μηχανοργάνωσης.

ε) Εξοπλισμός εργαστηρίων έρευνας.

στ) Εγκαταστάσεις μηχανολογικές, ηλεκτρολογικές, αποβλήτων και ύδρευσης, με την προϋπόθεση ότι παρακολουθούνται σε ξεχωριστούς λογαριασμούς και δεν έχουν ενσωματωθεί στην αξία των κτιρίων.

2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται ανάλογα και στις τεχνικές επιχειρήσεις που εκτελούν δημόσια και ιδιωτικά τεχνικά έργα, καθώς και στις επιχειρήσεις του δημόσιου τομέα, όπως αυτός ορίζεται στην παράγραφο 6 του άρθρου 1 του ν. 1256/1982 (ΦΕΚ Α` 65), με εξαίρεση τις τραπεζικές επιχειρήσεις.

Άρθρο 11
Αναπροσαρμογή της αξίας μηχανολογικού εξοπλισμού. Χρόνος αναπροσαρμογής

1. Οι επιχειρήσεις, που αναφέρονται στο άρθρο 10 του παρόντος και επιθυμούν να προβούν σε αναπροσαρμογή, υποχρεώνονται να αναπροσαρμόσουν εφ` άπαξ την αξία του συνόλου του μηχανολογικού εξοπλισμού που έχουν στην κυριότητά τους με λογιστικές εγγραφές στα τηρούμενα βιβλία τους, οι οποίες θα καταχωρηθούν σε αυτά μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1987.

Ως χρόνος αναπροσαρμογής για την εφαρμογή των σχετικών διατάξεων περί αναπροσαρμογής του μηχανολογικού εξοπλισμού λαμβάνεται η ημερομηνία καταχώρισης των λογιστικών εγγραφών αναπροσαρμογής στα τηρούμενα από την επιχείρηση λογιστικά βιβλία.

Η αναπροσαρμογή θα γίνει με πολλαπλασιασμό της αξίας κτήσης κάθε πάγιου περιουσιακού στοιχείου που περιλαμβάνεται στην πιο πάνω έννοια του μηχανολογικού εξοπλισμού, με τους πιο κάτω συντελεστές:

α. Η αξία των παγίων που αποκτήθηκαν μέχρι την 31 Δεκεμβρίου 1978 με συντελεστή τέσσερα (4).

β. Η αξία των παγίων που αποκτήθηκαν από 1 Ιανουαρίου 1979 μέχρι και την 31 Δεκεμβρίου 1981 με συντελεστή τρία (3).

γ. Η αξία των παγίων που αποκτήθηκαν από 1 Ιανουαρίου 1982 μέχρι και την 31 Δεκεμβρίου 1983 με συντελεστή δύο (2).

δ. Η αξία των παγίων που αποκτήθηκαν από 1 Ιανουαρίου 1984 μέχρι και την 31 Δεκεμβρίου 1984 με συντελεστή ένα και εξήντα εκατοστά (1,60).

ε. Η αξία των παγίων που αποκτήθηκαν από 1 Ιανουαρίου 1985 μέχρι και την 31 Δεκεμβρίου 1985 με συντελεστή ένα και τριάντα εκατοστά (1,30).

στ. Η αξία των παγίων που αποκτήθηκαν από 1 Ιανουαρίου 1986 μέχρι και την 31 Δεκεμβρίου 1986 με συντελεστή ένα και δέκα πέντε εκατοστά (1,15).

Η αξία των παγίων που αποκτήθηκαν από 1 Ιανουαρίου 1987 και μετά δεν υπόκειται σε αναπροσαρμογή.

Προκειμένου για πάγια που αγοράσθηκαν με δάνειο σε ξένο συνάλλαγμα και η αξία κτήσης αυτών επαυξήθηκε με τυχόν χρεωστικές συναλλαγματικές διαφορές που προέκυψαν κατά την εξόφληση του δανείου, οι συντελεστές που προβλέπονται στις πιο πάνω περιπτώσεις α` έως στ` καθορίζονται αντίστοιχα σε τρία (3), δύο (2) ένα και μισό (1,5), ένα και τριάντα εκατοστά (1,30), ένα και δέκα εκατοστά (1,10) και ένα και δέκα εκατοστά (1,10).

2. Οι αποσβέσεις στην αξία κάθε παγίου έχουν γίνει μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1986 και εμφανίζονται στα τηρούμενα βιβλία της επιχείρησης αναπροσαρμόζονται στο σύνολό τους, με βάση τους συντελεστές που προβλέπονται από την προηγούμενη παράγραφο, ανάλογα με το χρόνον κτήσης αυτού.

3. Με την αναπροσαρμογή των αποσβέσεων, σύμφωνα με τα όσα ορίζονται στην προηγούμενη παράγραφο, δεν τροποποιούνται τα οικονομικά αποτελέσματα των επιχειρήσεων, τα οποία προέκυψαν μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1986.

Άρθρο 12
Αξία που υπόκειται σε αναπροσαρμογή

1. Ως αξία κτήσης του μηχανολογικού εξοπλισμού για την εφαρμογή του προηγούμενου άρθρου λαμβάνεται η αξία που εμφανίζεται στα βιβλία της επιχείρησης κατά το χρόνο της αναπροσαρμογής.

2. Για τις επιχειρήσεις που προήλθαν από μετατροπή ή συγχώνευση με βάση τις διατάξεις του ν.δ. 1297/1972, ως αξία κτήσης του μηχανολογικού εξοπλισμού που εισφέρθηκε για την αναπροσαρμογή λαμβάνεται η αξία που καταχωρήθηκε στην πρώτη επίσημη απογραφή της νέας επιχείρησης.

Άρθρο 13
Εμφάνιση της υπεραξίας. Προϋποθέσεις απαλλαγής αυτής από τη φορολογία

1. Η υπεραξία, που θα προκύψει κατ` εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 11 του παρόντος, θα εμφανισθεί στα βιβλία της επιχείρησης σε ιδιαίτερο λογαριασμό παθητικού με τον τίτλο “Αποθεματικό αναπροσαρμογής νόμου…”.

2. Η εμφανιζόμενη υπεραξία στον πιο πάνω λογαριασμό αποθεματικό, προκειμένου να τύχει απαλλαγής από το φόρο εισοδήματος, θα πρέπει:

α) οι επιχειρήσεις να πραγματοποιήσουν αντίστοιχου ύψους αγορές καινούργιου μηχανολογικού εξοπλισμού, όπως αυτός καθορίζεται στο άρθρο 10 του παρόντος, μέσα σε χρονικό διάστημα τεσσάρων (4) ετών από το χρόνο της αναπροσαρμογής και

β) οι επιχειρήσεις να μην πουλήσουν το μηχανολογικό εξοπλισμό που αγόρασαν για να καλύψουν την πιο πάνω υπεραξία πριν περάσουν τέσσερα (4) χρόνια από το χρόνο της αγοράς του.

Επί του μηχανολογικού αυτού εξοπλισμού ενεργούνται οι αποσβέσεις που προβλέπονται από το π.δ. 88/1973 (ΦΕΚ Α` 153) και έχουν παράλληλη εφαρμογή τα κίνητρα που παρέχονται από τις διατάξεις του ν. 1262/1982, εφ` όσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο νόμο αυτόν. Για τον προσδιορισμό του ύψους των αγορών του καινούργιου μηχανολογικού εξοπλισμού, αφαιρείται από την αξία αυτού το ποσό της επιχορήγησης επενδύσεων του ν. 1262/1982 που εισέπραξε η επιχείρηση μέσα στο χρονικό διάστημα των τεσσάρων (4) ετών από το χρόνο της αναπροσαρμογής για τον μηχανολογικό αυτόν εξοπλισμό, σε περίπτωση υπαγωγής αυτού στο σύστημα των επιχορηγήσεων επενδύσεων του ν. 1262/1982.

3. Σε περίπτωση που η συνολική αξία του μηχανολογικού εξοπλισμού που αγόρασε η επιχείρηση μέσα στο χρονικό διάστημα των τεσσάρων (4) ετών από το χρόνο της αναπροσαρμογής καλύπτει τουλάχιστον το πενήντα στα εκατό (50%) της αντίστοιχης συνολικής υπεραξίας που εμφανίσθηκε στο λογαριασμό Αποθεματικού, το υπόλοιπο ποσό της υπεραξίας που δεν καλύφθηκε με αγορές μηχανολογικού εξοπλισμού μεταφέρεται σε πίστωση του λογαριασμού “Αποτελέσματα Χρήσεως” της διαχειριστικής χρήσης που κλείνει την αμέσως επόμενη, μετά τη λήξη το τέταρτου έτους από την αναπροσαρμογή, διαχειριστική χρήση και υπόκειται σε φορολογία εισοδήματος σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις φορολογίας εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων.

4. Στην περίπτωση που μέσα στο χρονικό διάστημα των τεσσάρων (4) ετών από το χρόνο της αναπροσαρμογής η επιχείρηση πραγματοποίησε αγορές μηχανολογικού εξοπλισμού, που η αξία αυτών δεν καλύπτει τουλάχιστον το πενήντα στα εκατό (50%) της αντίστοιχης συνολικής υπεραξίας που εμφανίσθηκε στο λογαριασμό Αποθεματικού, το υπόλοιπο ποσό της υπεραξίας που δεν καλύφθηκε με αγορές μηχανολογικού εξοπλισμού φορολογείται αυτοτελώς με συντελεστή εξήντα στα εκατό (60%), χωρίς καμία άλλη επιβάρυνση.

5. Ο φόρος που οφείλεται, σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, βαρύνει την επιχείρηση και αποδίδεται στο Δημόσιο με δήλωση, η οποία πρέπει να υποβληθεί μέσα σε δύο μήνες από τη λήξης των τεσσάρων (4) ετών από το χρόνο της αναπροσαρμογής και καταβάλλεται σε τρεις (3) ίσες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη με την υποβολή της εμπρόθεσμης δήλωσης.

Ο φόρος αυτός δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης κατά τον υπολογισμό των φορολογητέων κερδών ούτε συμψηφίζεται με το φόρο εισοδήματος που οφείλεται από την εταιρία ή τους μετόχους ή τους εταίρους της.

Με την καταβολή του φόρου που οφείλεται, σύμφωνα με τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου, εξαντλείται κάθε φορολογική υποχρέωση από το φόρο εισοδήματος της εταιρίας, των μετόχων και εταίρων της για το πιο πάνω ποσό της υπεραξίας.

6. Οι διατάξεις των άρθρων 50 μέχρι 59, 65, 67 και 68 του ν.δ. 3323/1955, του άρθρου 16 του ν.δ. 3843/1958 και του ν. 4125/1960 (ΦΕΚ Α` 202) εφαρμόζονται ανάλογα και στο φόρο που οφείλεται με βάση τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

7. Η αξία του μηχανολογικού εξοπλισμού που πουλήθηκε μετά την παρέλευση των τεσσάρων (4) ετών από το χρόνο της αναπροσαρμογής και πριν περάσουν τέσσερα (4) χρόνια από το χρόνο της αγοράς του και για το μέρος εκείνο που η επιχείρηση κάλυψε υπεραξία η οποία προέκυψε από την αναπροσαρμογή του μηχανολογικού εξοπλισμού φορολογείται αυτοτελώς με συντελεστή εξήντα (60%), με δήλωση που πρέπει να υποβληθεί μέσα σε δύο μήνες από την πώληση αυτού. Οι διατάξεις των παραγράφων 5 και 6 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται ανάλογα και στο φόρο που οφείλεται με βάση τις διατάξεις της παραγράφου αυτής.

8. Αν η επιχείρηση που προέβη σε αναπροσαρμογή της αξίας του μηχανολογικού εξοπλισμού διαλυθεί για οποιοδήποτε λόγο μέσα στην τετραετία από το χρόνο της αναπροσαρμογής, υποχρεούται να αναμορφώσει τα δηλούμενα αποτελέσματά της με τις αρχικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος με την προσθήκη των ποσών των αποσβέσεων που διενήργησε κάθε έτος επί του ποσού της υπεραξίας που προέκυψε από την αναπροσαρμογή της αξίας του μηχανολογικού εξοπλισμού. Πρός τούτο η επιχείρηση υποχρεούται σε υποβολή συμπληρωματικών δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος για κάθε έτος με τα πιο πάνω ποσά αποσβέσεων μέσα σε ένα μήνα από τη διάλυσή της.

Ο οικονομικός έφορος ενεργεί εκκαθάριση και συντάσσει τους οικείους χρηματικούς καταλόγους για τη βελτίωση βεβαίωση του φόρου που προκύπτει με βάση τις συμπληρωματικές δηλώσεις, χωρίς την επιβολή πρόσθετου φόρου ή οποιαδήποτε άλλης κύρωσης.

Ο οφειλόμενος φόρος καταβάλλεται σε τρείς (3) ίσες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη μέχρι την εικοστή ενάτη (29) ημέρα του επόμενου μήνα από τη βεβαίωση της οφειλής.

Οι διατάξεις της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται ανάλογα και στο φόρο που οφείλεται με βάση τις διατάξεις της παραγράφου αυτής.

9. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου δεν εφαρμόζονται όταν η διάλυση της επιχείρησης γίνεται με σκοπό τη μετατροπή της ή τη συγχώνευσή της με άλλη επιχείρηση ή σε περίπτωση εξαγοράς ή απορρόφησής της από άλλη επιχείρηση.

10. Η αξία των αγορών καινούργιου μηχανολογικού εξοπλισμού που πραγματοποιούν οι επιχειρήσεις από 1 Ιουλίου 1987 μέχρι και του χρόνου αναπροσαρμογής που ορίζεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 11 του παρόντος, συναθροίζεται με την αξία του μηχανολογικού εξοπλισμού που θα αγοράσουν μέσα σε τέσσερα (4) χρόνια από το χρόνο που θα προβούν σε αναπροσαρμογή, για την κάλυψη του ποσού της υπεραξίας που θα προκύψει από την αναπροσαρμογή.

Άρθρο 14
Κεφαλαιοποίηση υπεραξίας

1. Το συνολικό ποσό της υπεραξίας που καλύφθηκε με αγορά καινούργιου μηχανολογικού εξοπλισμού στο διάστημα των τεσσάρων (4) ετών από το χρόνο της αναπροσαρμογής και το ποσό της υπεραξίας που φορολογήθηκε αυτοτελώς σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 13 του παρόντος, που εμφανίζεται στο λογαριασμό “Αποθεματικό Αναπροσαρμογής”, μεταφέρονται για συμψηφισμό με το τυχόν χρεωστικό υπόλοιπο του λογαριασμού “Κέρδη και Ζημία”, που εμφανίζεται στον ισολογισμό της επιχείρησης κατά το χρόνο της λήξης του τέταρτου έτους από την αναπροσαρμογή. Αν μετά τον πιο πάνω συμψηφισμό απομένει υπόλοιπο υπεραξίας, το ποσό αυτό κεφαλαιοποιείται ως εξής:

α. Οι ατομικές επιχειρήσεις θα κάνουν αύξηση του κεφαλαίου κατά το χρόνο της λήξης του τέταρτου έτους από την αναπροσαρμογή.

β. Οι προσωπικές εταιρίες και οι συνεταιρισμοί θα κάνουν αύξηση του κεφαλαίου τους σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.

γ. Οι εταιρίες περιορισμένης ευθύνης θα κάνουν αύξηση του εταιρικού κεφαλαίου, με έκδοση νέων εταιρικών μεριδίων, τα οποία διανέμονται δωρεάν στους εταίρους που συμμετέχουν στην εταιρία κατά το χρόνο της αύξησης του κεφαλαίου, κατά την αναλογία των εταιρικών τους μεριδίων.

δ. Οι ανώνυμες εταιρίες, ανεξάρτητα αν οι μετοχές είναι εισηγμένες ή όχι στο Χρηματιστήριο, θα κάνουν αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου είτε με αύξηση της ονομαστικής αξίας των μετοχών που υπάρχουν είτε με έκδοση νέων μετοχών είτε και με τους δύο τρόπους.

Οι νέες μετοχές που θα εκδοθούν θα διανεμηθούν δωρεάν στους μετόχους που συμμετέχουν στην εταιρία κατά το χρόνο της αύξησης το μετοχικού κεφαλαίου, κατά την αναλογία των μετοχών που κατέχουν.

2. Η αύξηση του εταιρικού κεφαλαίου των προσωπικών εταιριών, των συνεταιρισμών και των εταιριών περιορισμένης ευθύνης, καθώς και του μετοχικού κεφαλαίου των ανωνύμων εταιριών θα πραγματοποιηθεί μέσα στο αμέσως επόμενο έτος μετά τη λήξη των τεσσάρων (4) ετών από την αναπροσαρμογή, σύμφωνα με όσα ορίζονται από τις σχετικές διατάξεις που ισχύουν. Σε περίπτωση που η εταιρία δεν κάνει μέσα στο χρόνο αυτόν αύξηση του κεφαλαίου, επιβάλλονται σε βάρος των υπεύθυνων οι κυρώσεις που προβλέπουν οι διατάξεις του άρθρου 56 του ν. 2190/1920.

3. Για το ποσό του αποθεματικού που θα κεφαλαιοποιηθεί απαλλάσσεται η εταιρία, καθώς και οι εταίροι, οι μέτοχοι και τα μέλη του συνεταιρισμού από κάθε φόρο, τέλος, τέλος χαρτοσήμου υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων.

4. Με απόφαση του Υπουργού των Οικονομικών καθορίζονται τα αποδεικτικά στοιχεία αγοράς καινούργιου μηχανολογικού εξοπλισμού, ο τρόπος της παρακολούθησης και της λογιστικής εμφάνισης των πάγιων στοιχείων και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων περί αναπροσαρμογής του μηχανολογικού εξοπλισμού.

5. Για την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 13 και 14 του παρόντος, στη αξία του μηχανολογικού εξοπλισμού περιλαμβάνεται, εκτός από την αξία του αγοραζόμενου καινούργιου μηχανολογικού εξοπλισμού, και η αξία των πάγιων περιουσιακών στοιχείων που αποκτούνται, εφ` όσον αυτά αποτελούν παραγωγική επένδυση κατά τις διατάξεις του ν. 1262/1982.

Άρθρο 15
Έκπτωση αποσβέσεων που ενεργούνται στο ποσό της υπεραξίας

1. Στο ποσό της υπεραξίας που προκύπτει από την αναπροσαρμογή της αξίας του μηχανολογικού εξοπλισμού με βάση τις διατάξεις του άρθρου 11 του παρόντος, ενεργούνται τακτικές και πρόσθετες αποσβέσεις, οι οποίες και αφαιρούνται από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων με βάση τις διατάξεις του άρθρου 35 του ν.δ. 3323/2955 και του άρθρου 8 του ν.δ. 3843/1958. Η έκπτωση των αποσβέσεων στο ποσό της υπεραξίας αρχίζει να γίνεται από τον πρώτο ισολογισμό που κλείνουν οι επιχειρήσεις μετά την 30 Δεκεμβρίου 1987.

2. Για τον υπολογισμό της αναπόσβεστης αξίας κάθε πάγιου περιουσιακού στοιχείου του περιλαμβάνεται στο μηχανολογικό εξοπλισμό αφαιρούνται από την αξία που προκύπτει με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 11 οι αποσβέσεις που προκύπτουν μετά την αναπροσαρμογή αυτών με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 11, καθώς και οι τυχόν αποσβέσεις που δεν αναπροσαρμόσθηκαν.

3. Η υπεραξία, που προκύπτει από την αναπροσαρμογή της αξίας του μηχανολογικού εξοπλισμού με βάση τις διατάξεις του άρθρου 11, δεν αφαιρείται από τα καθαρά κέρδη των επιχειρήσεων για το σχηματισμό αφορολόγητων κρατήσεων που προβλέπονται από τις διατάξεις οποιουδήποτε αναπτυξιακού νόμου.

Β΄
Β` ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΑΔΙΑΝΕΜΗΤΩΝ ΚΕΡΔΩΝ – ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΑΠΟΘΕΜΑΤΙΚΩΝ

Άρθρο 16
Μείωση συντελεστών φόρου αδιανέμητων κερδών ανώνυμων εταιριών

1. Η περίπτωση α` της παραγράφου 1 του άρθρου 10 του ν.δ. 3843/1958 αντικαθίσταται ως εξής:

“α) Για τις ημεδαπές ανώνυμες εταιρίες τις αλλοδαπές εταιρίες και οργανισμούς που αποβλέπουν στην απόκτηση οικονομικών ωφελημάτων, καθώς και για τις δημόσιες, δημοτικές και κοινοτικές επιχειρήσεις και εκμεταλλεύσεις κερδοσκοπικού χαρακτήρα, σαράντα εννέα στα εκατό (49%).

Εξαιρετικά, ο φόρος αδιανέμητων κερδών ορισμένων κατηγοριών ημεδαπών ανώνυμων εταιριών υπολογίζεται με μειωμένους συντελεστές ως ακολούθως:

αα. Για τις ημεδαπές βιομηχανικές, βιοτεχνικές, μεταλλευτικές και λατομικές ανώνυμες εταιρίες, με συντελεστή φορολογίας σαράντα τέσσερα στα εκατό (44%). ββ. Για τις ημεδαπές βιομηχανικές, βιοτεχνικές, μεταλλευτικές και λατομικές ανώνυμες εταιρίες, οι οποίες είτε έχουν μετοχές εισηγμένες στο Χρηματιστήριο είτε πραγματοποιούν από 1.1.1987 και μετά παραγωγικές επενδύσεις που υπάγονται στο σύστημα των κρατικών επιχορηγήσεων του ν. 1262/1982 ύψους άνω των πενήντα εκατομμυρίων (50.000.000) δραχμών, καθώς και για εκείνες που έχουν υπαχθεί μέχρι 31.12.1986 στις κρατικές επιχορηγήσεις του ίδιου νόμου, ανεξάρτητα από το ύψος της πραγματοποιθείσας επένδυσης, με συντελεστή φορολογίας τριάντα εννέα στα εκατό (39%).

Επί μικτών επιχειρήσεων των πιο πάνω περιπτώσεων αα` και ββ`, ο μειωμένος συντελεστής 44% ή 39%, κατά περίπτωση, εφαρμόζεται μόνο στα αδιανέμητα κέρδη που προέρχονται από το βιομηχανικό, βιοτεχνικό, μεταλλευτικό και λατομικό κλάδο.

Σε περίπτωση που δεν είναι δυνατός ο λογιστικός διαχωρισμός των κερδών που προκύπτουν από κάθε κλάδο, τα αδιανέμητα κέρδη που θα φορολογηθούν με το μειωμένο συντελεστή θα προσδιοριστούν με επιμερισμό του συνόλου των αδιανέμητων κερδών της ανώνυμης εταιρίας με βάση το ακαθάριστα έσοδα εκάστου κλάδου.

γγ) Για τις λοιπές ημεδαπές ανώνυμες εταιρίες που πραγματοποιούν από 1.1.1987 και μετά παραγωγικές επενδύσεις που υπάγονται στο σύστημα των κρατικών επιχορηγήσεων του ν. 1262/1982 ύψους πάνω από πενήντα εκατομμύρια (50.000.000) δραχμές, καθώς και για εκείνες που έχουν υπαχθεί μέχρι 31.12.1986 στις κρατικές επιχορηγήσεις του ίδιου νόμου, ανεξάρτητα από το ύψος της πραγματοποιθείσας επένδυσης, με συντελεστή φορολογίας σαράντα τέσσερα στα εκατό (44%).

Επί μικτών επιχειρήσεων ο μειωμένος συντελεστής φορολογίας αδιανέμητων κερδών εφαρμόζεται μόνο στα αδιανέμητα κέρδη του κλάδου στον οποίο έχει πραγματοποιηθεί η παραγωγική επένδυση.

Για τον προσδιορισμό του ποσού των αδιανέμητων κερδών, τα οποία θα φορολογηθούν με το μειωμένο συντελεστή σαράντα τέσσερα στα εκατό (44%) εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της πιο πάνω περίπτωσης ββ`.

Ως χρόνος έναρξης εφαρμογής του μειωμένου συντελεστή αδιανέμητων κερδών, για τις ανώνυμες εταιρίες που αναφέρονται στις περιπτώσεις ββ` και γγ` του άρθρου αυτού και οι οποίες από 1.1.1987 και μετά άρχισαν την πραγματοποίηση επενδύσεων που υπάγονται στο σύστημα των κρατικών επιχορηγήσεων του ν. 1262/1982, λαμβάνεται ο χρόνος της πραγματοποίησης συνολικού κόστους επένδυσης ύψους τουλάχιστον πενήντα εκατομμυρίων (50.000.000) δραχμών, η διαπίστωση του οποίου γίνεται από τα τηρούμενα βιβλία της επιχείρησης και, προκειμένου για τις ανώνυμες εταιρίες που έχουν υπαχθεί μέχρι 31.12.1986 στις κρατικές επιχορηγήσεις του ίδιου νόμου, λαμβάνεται ο χρόνος της ολοκλήρωσης της επένδυσης”.

2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται στα καθαρά κέρδη των επιχειρήσεων που προκύπτουν από ισολογισμούς που κλείνουν μετά τις 30 Δεκεμβρίου 1986.

3. Από της έναρξη εφαρμογής των διατάξεων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, καταργούνται οι διατάξεις του άρθρου 2 του ν.δ. 1314/1972 (ΦΕΚ Α` 232) και της παραγράφου 4 του άρθρου 4 του ν. 1262/ 1982 που προβλέπουν μειωμένους συντελεστές φορολογίας αδιανέμητων κερδών ημεδαπών ανωνύμων εταιριών.

Άρθρο 17
Αποτίμηση εμπορεύσιμων περιουσιακών στοιχείων
Κατ` εξαίρεση των οριζόμενων από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 41 του π.δ/τος 99/1977 “περί τροποποιήσεως, συμπληρώσεως και κωδικοποιήσεως εις ενιαίο κείμενο των διατάξεων περί τηρήσεως βιβλίων και στοιχείων” (ΦΕΚ 34/Α/1977), όπως ισχύουν, παρέχεται η δυνατότητα αλλαγής της μεθόδου καθορισμού της τιμής κτήσεως των εμπορεύσιμων περιουσιακών στοιχείων, που ακολουθείται για την αποτίμηση των περιουσιακών αυτών στοιχείων στην απογραφή, στις βιομηχανικές, βιοτεχνικές, μεταλλευτικές και λατομικές επιχειρήσεις που τηρούν βιβλία τρίτης κατηγορίας του πιο πάνω προεδρικού διατάγματος.

Σε περιπτώσεις μικτών επιχειρήσεων η δυνατότητα αυτή αφορά μόνο το βιομηχανικό ή βιοτεχνικό ή μεταλλευτικό ή λατομικό κλάδο τους.

Η πιο πάνω αλλαγή επιτρέπεται μόνο στην πρώτη απογραφή που πρόκειται να καταρτισθεί από τις παραπάνω επιχειρήσεις μετά την 30ή Δεκεμβρίου 1987 και η μέθοδος που θα επιλεγεί, κατά την απογραφή αυτήν, πρέπει να ακολουθείται παγίως.

Β΄
Γ` ΔΙΑΝΟΜΗ ΚΕΡΔΩΝ ΜΕ ΤΗ ΜΟΡΦΗ ΜΕΤΟΧΩΝ ΣΤΟΥΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ

Άρθρο 18
Χορήγηση μετοχών στους εργαζόμενους

1. Ημεδαπές ανώνυμες εταιρείες μπορούν να διανέμουν σε κάθε διαχειριστική χρήση, με απόφαση της γενικής συνέλευσης των μετόχων, μέρος των ετήσιων καθαρών κερδών, όπως αυτά προσδιορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 45 του ν. 2190/1920, με τη μορφή των μετοχών τους στο εργατοϋπαλληλικό προσωπικό.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ. 2 του άρθρου 12 του Ν. 1882/1990 (ΦΕΚ Α 43).

Οι χορηγούμενες μετοχές στους εργαζόμενους θα προέρχονται από αντίστοιχη αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρίας.

Για τον προσδιορισμό των καθαρών κερδών που φορολογούνται στο όνομα του νομικού προσώπου της ανώνυμης εταιρίας αφαιρούνται, πέραν των ποσών που προβλέπονται από την περίπτωση α` του άρθρου 4 του ν.δ. 3843/1958, και το ποσό που διανέμεται στους εργαζόμενους με τη μορφή μετοχών.

Το ποσό εισοδήματος που λαμβάνουν οι εργαζόμενοι με τη μορφή μετοχών και το οποίο προέρχεται από τη διανομή κερδών της ανώνυμης εταιρίας απαλλάσσεται από το φόρο εισοδήματος, τέλος χαρτοσήμου ή οποιαδήποτε άλλη εισφορά υπέρ του Δημοσίου ή τρίτου.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 43 παρ. 1 του Ν. 1892/1990 (Α` 101).

2. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών, Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας και Εμπορίου, ρυθμίζεται το ύψος του ποσού που μπορούν να διανέμουν οι ανώνυμες εταιρίες από τα κέρδη τους στους εργαζόμενους, οι όροι και οι προϋποθέσεις διάθεσης μετοχών και ιδίως θέματα που αφορούν το είδος των μετοχών αυτών, τις προϋποθέσεις που πρέπει να συντρέχουν στα πρόσωπα των δικαιούχων, τον τρόπο διάθεσης και κατανομής τους, καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ

Ι
Ι. Φορολογία κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών

Άρθρο 19
Απαλλαγές

1. Το πρώτο μέρος του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 40 του ν. 814/1978 (ΦΕΚ Α` 144), όπως ισχύει και που τελειώνει στη λέξη “εάν”, αντικαθίσταται ως ακολούθως:

“1. Δε φορολογούνται γεωργικές ή κτηνοτροφικές εκτάσεις, μαζί με τις εγκαταστάσεις τους που εξυπηρετούν αποκλειστικά την εκμετάλλευσή τους, οι οποίες αποκτώνται αιτία θανάτου και μέχρι 40 στρέμματα κατ` ανώτατο όριο κατά κληρονόμο ή κληροδόχο εάν”.

2. Σε υποθέσεις κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών και προικών, για τις οποίες, συνεπεία αυτοδίκαιης ανάκλησης της αναγκαστικής λόγω ρυμοτομίας απαλλοτρίωσης των ακινήτων, έληξε η αναβολή φορολογίας τούτων, ο υπόχρεος μπορεί, μέσα σε προθεσμία έξι (6) μηνών από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, να υποβάλει την οικεία δήλωση, χωρίς την καταβολή πρόσθετου φόρου εκπρόθεσμης υποβολής. Η απαλλαγή αυτή ισχύει και για όλες τις εκπρόθεσμες δηλώσεις που υποβλήθηκαν εκ του λόγου τούτου.

Με απόφαση του Υπουργού των Οικονομικών η πιο πάνω προθεσμία μπορεί να παραταθεί για έξι (6) ακόμη μήνες.

3. Στο άρθρο 107 του ν.δ. 118/1973 “περί Κώδικος φορολογίας κληρονομιών, δωρεών κλπ” προθέτεται παράγραφος 4 που έχει ως ακολούθως:

“4. Κατ` εξαίρεση επιτρέπεται η απόδοση χρηματικών ποσών μέχρι 50.000 δραχμών, κατά δικαιούχο, χωρίς την προσαγωγή του κατά τα άνω πιστοποιητικού, με την απαραίτητη προϋπόθεση ότι αυτός που καταβάλλει το οφειλόμενο ποσό θα ενημερώσει σχετικά, χωρίς καμία καθυστέρηση, τον αρμόδιο κατά τα άρθρα 66 και 87 οικονομικό έφορο.

Το ποσό τούτο μπορεί να αυξάνεται κάθε φορά με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, οι οποίες θα δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως”.

ΙΙ
ΙΙ. Φορολογία μεταβίβασης ακινήτων

Άρθρο 20
Απαλλαγές. Προθεσμία δήλωσης

1. Οι παράγραφοι 2 και 14 του άρθρου 1 του ν. 1078/1980 (ΦΕΚ Α` 238) “περί απαλλαγής εκ του φόρου μεταβίβασης ακινήτων της αγοράς πρώτης κατοικίας κ.λπ”, όπως ισχύουν, αντικαθίστανται ως εξής:

“2. Η απαλλαγή που προβλέπεται από την προηγούμενη παράγραφο παρέχεται για ποσό αγοραίας αξίας οικίας ή διαμερίσματος μέχρι τριών εκατομμυρίων (3.000.000) δραχμών. Το ποσό αυτό προσαυξάνεται κατά ένα εκατομμύριο (1.000.000) δραχμές για καθένα από τα τρία πρώτα παιδιά του αγοραστή, που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο και κατά ένα εκατομμύριο πεντακόσιες χιλιάδες (1.500.000) δραχμές για το τέταρτο και επόμενα παιδιά του.

Εφ` όσον η οικία ή το διαμέρισμα βρίσκεται εκτός της διοικητικής περιφέρειας των νομών Αττικής και Θεσσαλονίκης, η απαλλασσόμενη κατά τα προηγούμενα εδάφια αξία προσαυξάνεται κατά ποσοστό δέκα στα εκατό (10%).

Προκειμένου για αγορά οικοπέδου, η απαλλαγή παρέχεται για ποσό της αξίας αυτού μέχρι ενός εκατομμυρίου (1.000.000) δραχμών, εφ` όσον το οικόπεδο βρίσκεται στη διοικητική περιφέρεια οποιουδήποτε νομού της Χώρας, εκτός των νομών Αττικής και Θεσσαλονίκης και για ποσό μέχρι οκτακοσίων χιλιάδων (800.000) δραχμών, εφ` όσον το οικόπεδο βρίσκεται στη διοικητική περιφέρεια των νομών αυτών”.

“14. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται κατά την αγορά πρώτης κατοικίας από ενήλικους αγάμους, με εξαίρεση τα σπουδάζοντα τέκνα των προσώπων του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του ίδιου άρθρου. Στην περίπτωση αυτήν η απαλλαγή παρέχεται για ποσό αγοραίας αξίας οικίας ή διαμερίσματος μέχρι δύο εκατομμυρίων διακοσίων χιλιάδων (2.200.000) δραχμών ή μέχρι οκτακοσίων χιλιάδων (800.000) δραχμών προκειμένου για αγορά οικοπέδου”.

2. Η διάταξη της παραγράφου 6 του άρθρου 1 του ν. 1078/1980 (ΦΕΚ 238 Α`) αντικαθίσταται ως ακολούθως:

“6. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν έχουν εφαρμογή σε συμβάσεις μεταβίβασης ακινήτων με επαχθή αιτία μεταξύ συγγενών εξ αίματος ή αγχιστείας πρώτου βαθμού.

3. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 1078/1980, όπως ισχύει, προθέτεται εδάφιο, που έχει ως εξής:

“Ομοίως οι διατάξεις της παραγράφου αυτής εφαρμόζονται και στην περίπτωση μη οικοδομήσιμου οικοπέδου, που με προσκύρωση ή αγορά τμήματος όμορου οικοπέδου καθίσταται οικοδομήσιμο”.

4. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 7 του ν. 1587/1950 αντικαθίσταται ως εξής:

“Σε περίπτωση εκούσιων και δικαστικών πλειστηριασμών, όπως και σε περιπτώσεις αναγκαστικής λόγω χρέους μεταβίβασης ακινήτου ή πλοίου, η δήλωση επιδίδεται από τον υπερθεματιστή μέσα σε πέντε εργάσιμες ημέρες από τη διενέργεια του πλειστηριασμού και πάντως πριν από τη σύνταξη της περίληψης της κατακυρωτικής έκθεσης”.

ΙΙI
ΙΙΙ. Φορολογία ακίνητης περιουσίας

Άρθρο 21
Αφορολόγητα όρια

1. Τα εδάφια πρώτο και δεύτερο της παραγράφου 2 του άρθρου 23 του ν. 1249/1982 “Διαρρυθμίσεις στην άμεση και έμμεση φορολογία, μισθολογικά θέματα και άλλες διατάξεις” αντικαθίστανται ως εξής:

“Από τη συνολική αξία της ακίνητης περιουσίας, μετά την αφαίρεση των χρεών της προηγούμενης παραγράφου, παραμένει αφορολόγητο ποσό δραχμών 40.000.000 για τα νομικά πρόσωπα και 35.000.000 για τα φυσικά πρόσωπα.

Σε περίπτωση συζύγων που έχουν και οι δύο ακίνητη περιουσία, δε φορολογείται μέχρι 35.000.000 δραχμών ο σύζυγος που έχει τη μεγαλύτερη σε αξία περιουσία και μέχρι 15.000.000 δραχμών ο άλλος σύζυγος.

Δε φορολογούνται οι σύζυγοι στην περίπτωση που η συνολική αξία της ακίνητης περιουσίας και των δύο δεν είναι μεγαλύτερη των 35.000.000 δραχμών”.

2. Η περίπτωση α` της παραγράφου 5 του άρθρου 24 του ν. 1249/1982 “Διαρρυθμίσεις στην άμεση και έμμεση φορολογία, μισθολογικά θέματα και άλλες διατάξεις”, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή της με την παράγραφο 1 του άρθρου 2 του ν. 1281/1982, αντικαθίσταται ως ακολούθως:

“α) Τα φυσικά πρόσωπα που η αξία της ακίνητης περιουσίας τους υπερβαίνει το ποσό των 30.000.000 δραχμών. Σε περίπτωση συζύγων θα πρέπει το άθροισμα της αξίας της ακίνητης περιουσίας και των δύο συζύγων να είναι μεγαλύτερο των 30.000.000 δραχμών”.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ`

Ι
Ι. ΚΩΔΙΚΑΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

Άρθρο 22
Ένταξη επιτηδευματιών σε κατηγορία τήρησης βιβλίων. Πρόσθετα στοιχεία επιτηδευματιών. Τιμολόγια αγοράς αγροτικών προϊόντων

1. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 1 και η περίπτωση ΣΤ` της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του π.δ. 99/1977 (ΦΕΚ 34/1977 τ.Α`), όπως ισχύουν, αντικαθίστανται ως εξής:

“Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής δεν εφαρμόζονται επί ανωνύμων εταιριών και εταιριών περιορισμένης ευθύνης, επί κοινοπραξιών επιτηδευματιών που πραγματοποιούν ακαθάριστα έσοδα κατά ποσοστό τουλάχιστον εξήντα στα εκατό (60%) από χονδρικές πωλήσεις ή εξαγωγές ανεξάρτητα από ποσοστό”.

“ΣΤ) Στην κατηγορία που αντιστοιχεί στα ετήσια ακαθάριστα έσοδά του, όχι όμως σε κατηγορία κατώτερη της δεύτερης:

α) ο επιτηδευματίας που διατηρεί κέντρο διασκέδασης ή κατάστημα που κατατάσσεται από τις αρμόδιες αγορανομικές επιτροπές σε κατηγορία Β και ανώτερη και σε κατηγορία πολυτελείας,

β) ο συνεταιρισμός επιτηδευματιών,

γ) ο επιτηδευματίας που πραγματοποιεί ακαθάριστα έσοδα κατά ποσοστό τουλάχιστον εξήντα στα εκατό (60%) από χονδρικές πωλήσεις ή εξαγωγές ανεξάρτητα από ποσοστό και

δ) η κοινοπραξία επιτηδευματιών. Κατ` εξαίρεση η κοινοπραξία επιτηδευματιών που ασχολείται με την κατασκευή ιδιωτικών ή δημόσιων τεχνικών έργων και τα καθαρά κέρδη της προσδιορίζονται κατά ειδικό τρόπο σύμφωνα με τη νομοθεσία περί φορολογίας εισοδήματος, μπορεί να τηρεί βιβλία δεύτερης κατηγορίας αδιάφορα από το ποσό των ετήσιων ακαθάριστων εσόδων της”.

2. Στο άρθρο 3 του π.δ. 99/1977, όπως ισχύει μετά την τροποποίηση και συμπλήρωσή του με το άρθρο 3 του π.δ. 356/1986 (ΦΕΚ 157 Α/1986), προστίθεται νέα παράγραφος 6, ως εξής:

“6. Οι ατομικές και εταιρικές επιχειρήσεις με τον τύπο της ομόρρυθμης ή ετερόρρυθμης εταιρίας, καθώς και οι επιχειρήσεις με τη μορφή της κοινωνίας του αστικού δικαίου, που προκύπτουν από τη λύση ή τη μετατροπή υφιστάμενης ομόρρυθμης ή ετερόρρυθμης εταιρίας ή ατομικής επιχείρησης ή κοινωνίας του αστικού δικαίου, δε θεωρούνται νέες επιχειρήσεις για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Κώδικα, των σχετικών με την τήρηση βιβλίων και την έκδοση στοιχείων, εφ` όσον οι επιχειρήσεις αυτές λειτουργούν στην ίδια ή σε διαφορετική επαγγελματική εγκατάσταση και στο αντικείμενο των εργασιών τους περιλαμβάνεται και εκείνο της επιχείρησης που λύθηκε ή μετατράπηκε”.

3. Οι περιπτώσεις α` και γ` της παραγράφου 8 του άρθρου 13 του π.δ. 99/1977 αντικαθίσταται ως εξής:

“α) Εκδίδει θεωρημένο διπλότυπο δελτίο εισαγωγής στο ψυγείο ή τίτλο αποθηκεύσεως, στο οποίο αναγράφει το ονοματεπώνυμο, το επάγγελμα και τη διεύθυνση του αποθέτη, το είδος την ποσότητα, τον τρόπο και τα σημεία συσκευασίας των αποθηκευομένων αγαθών. Κατά την εξαγωγή εκδίδει θεωρημένο διπλότυπο δελτίο αποστολής, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του άρθρου 23 του παρόντος Κώδικα.

γ) Τηρεί και διπλότυπο βιβλίο αποθηκεύσεως, σε μονάδες κατά αποθέτη, στις οποίες καταχωρεί τα δεδομένα των δελτίων εισαγωγής και αποστολής και των αποδείξεων ψυκτικών δικαιωμάτων”.

4. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 19 του π.δ. 99/1977 αντικαθίσταται ως εξής:

“2. Το τιμολόγιο εκδίδεται κατά την παραλαβή των προϊόντων. Μόνο όπου είναι εξαιρετικά δύσκολη η άμεση έκδοσή του εκδίδεται από τον αγοραστή θεωρημένη διπλότυπη απόδειξη ποσοτικής παραλαβής, στην οποία αναγράφονται τα στοιχεία του πωλητή, το είδος και η ποσότητα του προϊόντος και υπογράφεται και από τον πωλητή παραγωγό και στα δύο αντίτυπα, το δε τιμολόγιο εκδίδεται, στην περίπτωση αυτήν, το αργότερο σε ένα μήνα από την παραλαβή των προϊόντων και πάντως μέσα στην ίδια διαχειριστική περίοδο του αγοραστή. Στο τιμολόγιο αναγράφεται το ονοματεπώνυμο, το επάγγελμα και η διεύθυνση του πωλητή, το είδος και η ποσότητα του προϊόντος, η τιμή και η αξία της αγοράς του, η εισφορά δακοκτονίας, εφ` όσον οφείλεται, καθώς και ο αριθμός του δελτίου αποστολής, που εκδόθηκε από τον αγοραστή για την διακίνηση των προϊόντων απ` αυτόν και της απόδειξης ποσοτικής παραλαβής, που εκδόθηκε στην περίπτωση μη άμεσης έκδοσης του τιμολογίου”.

5. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου αυτού ισχύουν από την 1η Ιανουαρίου 1987 και μετά ένα μήνα από τη δημοσίευσή του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως αντίστοιχα.

ΙΙ
ΙΙ. ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ

Άρθρο 23
Απαλλαγές από τέλη χαρτοσήμου και ειδικό φόρο τραπεζικών εργασιών

1. Επιδοτήσεις, επιχορηγήσεις και γενικά οικονομικές ενισχύσεις, που καταβάλλονται ή που έχουν καταβληθεί μέχρι σήμερα από το Δημόσιο προς οποιονδήποτε για την εφαρμογή των ειδικών προγραμμάτων παλιννόστησης ομογενών του ν. 1150/1981 (ΦΕΚ 116 Α`), απαλλάσσονται από τα τέλη χαρτοσήμου.

2. Ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια, που χορηγούνται από την Εθνική Κτηματική Τράπεζα της Ελλάδος σε ομογενείς, που παλιννόστησαν ή θα παλιννοστήσουν, για την απόκτηση πρώτης κατοικίας ή για την αποπληρωμή τιμήματος αγορασθείσας οικίας στις περιοχές που εγκαθίσταται με βάση τα ειδικά προγράμματα οργανωμένης εγκατάστασης του ν. 1150/1981 (ΦΕΚ 116 Α`) καθώς και οι τόκοι που απορρέουν από τα δάνεια αυτά, απαλλάσσονται από τον ειδικό φόρο τραπεζικών εργασιών, ανεξάρτητα από το ύψος των δανείων αυτών.

3. Οι συμβάσεις μεταξύ Τραπεζών, που λειτουργούν νόμιμα στην Ελλάδα, με τις οποίες μεταβιβάζονται δικαιώματα ή υποχρεώσεις, που απορρέουν από ληφθέντα ή χορηγηθέντα δάνεια η πιστώσεις, απαλλάσσονται από κάθε φόρο, τέλος, τέλος χαρτοσήμου, εισφορά, δικαίωμα ή κράτηση υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων. Τις ίδιες απαλλαγές έχουν και οι συμβάσεις ρύθμισης ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων από δάνεια ή πιστώσεις τραπεζών ή ειδικών πιστωτικών ιδρυμάτων προς οποιονδήποτε, εφ` όσον η ρύθμιση αυτή προβλέπεται από απόφαση των νομισματικών αρχών.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ. 13 του άρθρου 19 του Ν. 1882/1990 (ΦΕΚ Α 43)

ΙΙΙ
ΙΙΙ. ΦΟΡΟΙ ΥΠΕΡ ΤΡΙΤΩΝ

Άρθρο 24
Κατάργηση εισφοράς στο στεατικό οξύ
Στο τέλος του άρθρου 47 του ν. 1676/1986 (ΦΕΚ 204/1986 τ.Α`) προστίθεται διάταξη που έχει ως εξής:

“Η εισφορά που προβλέπεται από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 2293/1940 δεν επιβάλλεται στο στεατικό οξύ και τα υδρογονωμένα λιπαρά οξέα της δασμολογικής κλάσης 15.10.Α (δασμολογίου 1986) που παράγονται από εργοστάσια του εσωτερικού”.

ΙV
ΙV. ΔΗΜΟΣΙΑ ΚΤΗΜΑΤΑ

Άρθρο 25
Παράταση προθεσμίας εξέτασης αιτήσεων εξαγοράς δημόσιων κτημάτων

1. Παρατείνεται από τη λήξη της και για ένα έτος η προθεσμία εξέτασης από τις επιτροπές, που προβλέπονται από την παράγραφο 6 του άρθρου 4 του α.ν. 263/1968, όπως τροποποιήθηκε με τις διατάξεις του ν. 719/1977 και του άρθρου 34 του ν. 1473/1984, των αιτήσεων εξαγοράς δημόσιων κτημάτων τα οποία κατέχονται από αυθαίρετους κατόχους. Την προθεσμία αυτήν μπορεί ο Υπουργός Οικονομικών με απόφασή του να παρατείνει μέχρι δύο (2) ακόμη έτη από πιο πάνω λήξη της.

2. Η προθεσμία που προβλέπεται από τις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 35 του ν. 1473/1984, για την υποβολή αιτήσεων εξαγοράς δημόσιων κτημάτων από τους αυθαίρετους κατόχους τους, παρατείνεται για έξι (6) μήνες από τη δημοσίευση του νόμου αυτού.

Αιτήσεις εξαγοράς που έχουν υποβληθεί εκπρόθεσμα ή έχουν απορριφθεί ως εκπρόθεσμες επανεξετάζονται μετά από νέα αίτηση των ενδιαφερομένων.

Άρθρο 26
Ρύθμιση δόσεων

1. Οι διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 4 του α.ν. 263/1968, όπως αυτές αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 1 του ν. 719/1977, ισχύουν και στις περιπτώσεις του άρθρου 29 του ν. 1644/1986.

2. Ακίνητα του Δημοσίου, που είχαν εκποιηθεί και επανήλθαν στην κυριότητά του μέχρι τη δημοσίευση της παρούσας, λόγω εκπρόθεσμης καταβολής της τελευταίας δόσης του τιμήματος, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 75 παράγραφος 7, 101 παράγραφος 2 και 111 του ν.δ. 11/ 12.11.1929, επανέρχονται στους αγοραστές, εφ` όσον η καταβολή της τελευταίας δόσης έγινε μέσα σε δύο χρόνια από τη λήξη της προθεσμίας εξόφλησής της και η οφειλόμενη δόση δεν ήταν μεγαλύτερη των δύο χιλιάδων (2.000) δραχμών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄
ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 27
Ειδικός φόρος κατανάλωσης στο βούτυρο κακάου
Στον προβλεπόμενο από το Παράρτημα ΙΙΙ του ν. 1477/1984 (ΦΕΚ 144 Α`) ειδικό φόρο κατανάλωσης για το κακάο και τα παρασκευάσματά του (20 δρχ. ανά χιλιόγραμμο καθαρού βάρους κακάου) υποβάλλονται και το βούτυρο κακάου καθώς και τα παρασκευάσματα αυτού ανάλογα με την περιεκτικότητά τους σε βούτυρο κακάου.

Άρθρο 28
Ειδικός φόρος κατανάλωσης επιβατικών αυτοκινήτων

1. Οι συντελεστές του ειδικού φόρου κατανάλωσης των επιβατικών αυτοκινήτων που ορίζονται στο άρθρο 43 του ν. 1676/1986 (ΦΕΚ 204 Α`) εφαρμόζονται ανάλογα προκειμένου και περί επιβατικών αυτοκινήτων που προορίζονται να τεθούν σε κυκλοφορία ως δημόσιας χρήσης.

2. Η ισχύς του άρθρου αυτού αρχίζει από 1 Ιανουαρίου 1987.

Άρθρο 29
Αρμοδιότητα Α.Ε.Τ.Α. για κατάταξη εγχωρίως παραγόμενων προϊόντων
Αρμόδια αρχή για να αποφαίνεται σε ερωτήματα δασμολογικής κατάταξης των εγχωρίως παραγόμενων εμπορευμάτων για τον καθορισμό του συντελεσή του φόρου προστιθέμενης αξίας είναι το Υπουργείο Οικονομικών, κατόπιν γνωμοδοτήσεως της Ανώτατης Επιτροπής Τελωνειακών Αμφισβητήσεων, η οποία στις περιπτώσεις αυτές γνωμοδοτεί μόνο μετά από κατάθεση ενώπιόν της δειγμάτων του εμπορεύματος του οποίου δεν είναι γνωστή η δασμολογική κατάταξη ή πλήρους και αναλυτικής περιγραφής του, εφ` όσον λόγω της μεγάλης αυτού αξίας ή του μεγάλου όγκου, δεν είναι δυνατό να παραδοθεί στην Επιτροπή.

Η Επιτροπή δύναται να ζητήσει την έκδοση δελτίου χημικής ανάλυσης από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Γενικού Χημείου του Κράτους για την έκδοση της σχετικής γνωμοδότησης.

Άρθρο 30
Τελωνειακή επίβλεψη και φορολογικό καθεστώς αυτοκινητοβιομηχανίας και άλλων βιομηχανιών

1. Οι διατάξεις του ν. 1573/1985, με εξαίρεση εκείνες του Κεφαλαίου Β` αυτού, “Τελωνειακή επίβλεψη και φορολογικό καθεστώς των αυτοκινήτων εγχώριας παραγωγής και άλλες διατάξεις” (ΦΕΚ 201/27.11.1985 τ.Α`) εφαρμόζονται ανάλογα και για εγχώριες αυτοκινητοβιομηχανίες ή για άλλες βιομηχανίες που κατασκευάζουν, συναρμολογούν ή διασκευάζουν:

α) Ηλεκτρικές σιδηροδρομικές μηχανές (που κινούνται με εξωτερική πηγή ενέργειας ή με συσσωρευτές) της δασμολογικής κλάσης 86.02.

β) Άλλες σιδηροδρομικές μηχανές εφοδιομεταφορικές της δασμολογικής κλάσης 86.03.

γ) Αυτοκινητάμαξες (έστω και για τραμ) και τρεζίνες με κινητήρα της δασμολογικής κλάσης 86.04.

δ) Οχήματα επιβατών, σκευοφόρους, οχήματα ταχυδρομείου, οχήματα νοσοκομειακά, οχήματα μεταφοράς κρατουμένων, οχήματα ελέγχου γραμμών και άλλα ειδικά οχήματα που κινούνται όλα σε σιδηροτροχιές της δασμολογικής κλάσης 86.05.

ε) Οχήματα εργαστήρια, οχήματα γερανούς και άλλα υπηρεσιακά οχήματα, που κινούνται σε σιδηροτροχιές ως και τρεζίνες χωρίς κινητήρα της δασμολογικής κλάσης 86.06.

στ) Οχήματα φορτηγά (βαγόνια και βαγονέτα) κατάλληλα για τη μεταφορά εμπορευμάτων πάνω σε σιδηροτροχιές, της δασμολογικής κλάσης 86.07.

ζ) Πλαίσια και εμπορευματοκιβώτια “CONTAINERS” (στα οποία περιλαμβάνονται και τα εμπορευματοκιβώτια – δεξαμενές και τα εμπορευματοκιβώτια – αποθήκες, για τη μεταφορά υγρών ή αερίων) για όλα τα μέσα μεταφοράς της δασμολογικής κλάσης 86.08.

η) Ελκυστήρες (άλλοι απ` αυτούς της κλάσης 87.07), στους οποίους περιλαμβάνονται και οι εκλυστήρες με δυναμοδότη βίντσι ή τροχαλία της δασμολογικής κλάσης 87.01.

θ) Λεωφορεία εν γένει της δασμολογικής κλάσης 87.02 Α.

ι) Αυτοκίνητα ψυγεία της δασμολογικής κλάσης 87.02 ΒΙΙ.

κ) Αυτοκίνητα οχήματα ειδικών χρήσεων, άλλα από εκείνα που προορίζονται για την κυρίως μεταφορά, όπως αυτοκίνητα – συνεργεία επισκευής οχημάτων, αυτοκίνητα αντλιοφόρα, αυτοκίνητα κλιμακοφόρα, αυτοκίνητα καθαρισμού δρόμων, αυτοκίνητα χιονοκαθαριστικά, αυτοκίνητα – καταβρεχτήρες, αυτοκίνητα – γερανοί, αυτοκίνητα – προβολείς, αυτοκίνητα – εραστήρια, αυτοκίνητα – ακτινολογικά εργαστήρια και παρόμοια της δασμολογικής κλάσης 87.03.

λ) Αμαξώματα των αυτοκινήτων οχημάτων που υπάγονται στις κλάσεις 87.01 μέχρι και 87.03 στα οποία περιλαμβάνονται και οι θάλαμοι οδήγησης, της δασμολογικής κλάσης 87.05.

μ) Μοτοσικλέτες και ποδήλατα με βοηθητικό κινητήρα, με ή χωρίς πλάγιο κιβώτιο. Πλάγια κιβώτια για μοτοσικλέτες και ποδήλατα που εισάγονται χωριστά, της δασμολογικής κλάσης 87.09.

ν) Ποδήλατα (στα οποία περιλαμβάνονται και τα τρίτροχα διανομής εμπορευμάτων και τα παρόμοια) χωρίς κινητήρα, της δασμολογικής κλάσης 87.10.

ξ) Ρυμουλκούμενα ή ημιρυμουλκούμενα οχήματα για τη μεταφορά εμπορευμάτων της δασμολογικής κλάσης 87.14.Β.

ο) Βάσεις των αυτοκινήτων οχημάτων που υπάγονται στις κλάσεις 87.01 μέχρι και 87.03, με κινητήρα της δασμολογικής κλάσης 87.04.

π) Άρματα μάχης και θωρακισμένα αυτοκίνητα, με ή χωρίς τον οπλισμό τους, καθώς και τα μέρη και ξεχωριστά τεμάχια αυτών, της δασμολογικής κλάσης 87.08.

ρ. Επίσωτρα και αεροθαλάμους, από καουτσούκ, των δασμολογικών κλάσεων 40.11, 40.12 και 40.13, καουτσούκ μη βουλκανισμένο των δασμολογικών κλάσεων 40.05 και 40.06, καθώς και συγκολλητικά με βάση το καουτσούκ ή τις πλαστικές ύλες της δασμολογικής διάκρισης 35.06.91.00 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 7 του Ν. 1957/1991 (Α 114).

2. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου ισχύουν από 1.1.1987.

Οι διατάξεις του ν.δ. 4360/1964 “Περί των όρων λειτουργίας εργοστασίων συναρμολογήσεως ή κατασκευής καινουργών αυτοκινήτων υπό καθεστώς τελωνειακής επιβλέψεως” (ΦΕΚ Α` 147/28.8.1964) καταργούνται από της δημοσιεύσεως του παρόντος νόμου.

Άρθρο 31
Άρση απορρήτου τελωνειακών στοιχείων
Στη παράγραφο 1 του άρθρου 19 του α.ν. 1839/1951 προστίθεται δεύτερο εδάφιο, που έχει ως εξής:

“Κατ` εξαίρεση, επιτρέπεται η χορήγηση πληροφοριών και αντιγράφων εκ των παραστατικών εγγράφων της τελωνειακής αρχής στις δημόσιες αρχές, μόνο στις περιπτώσεις που ανακύπτουν θέματα προστασίας του δημόσιου συμφέροντος, διεκδικήσεως πόρων ή άλλων έννομων δικαιωμάτων τους”.

Άρθρο 32
Τροποποίηση, διατάξεων του Τελωνειακού Κώδικα
Στην παράγραφο 2 εδάφιο 2 του άρθρου 107 του ν. 1165/1918 “περί Τελωνειακού Κώδικος” απαλείφεται η πρόταση “ίση προς την εν τω εσωτερικώ αξίαν των μη δημευθέντων” και αντί αυτής προστίθεται η πρόταση “ίση με την αξία CIF προσαυξημένη με τις δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις που αναλογούν στα αντικείμενα της λαθρεμπορίας που δε δημεύθηκαν”.

Επίσης, στην παράγραφο 4 του άρθρου αυτού απαλείφεται η πρόταση “ίση προς την εν τω εσωτερικώ αξίαν των αποδιδομένων τω κυρίω” και αντί αυτής προστίθεαι η πρόταση “ίση με την αξία CIF προσαυξημένη με τις δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις που αναλογούν στα αντικείμενα της λαθρεμπορίας που αποδίδονται στον κύριο”.

Άρθρο 33
Υπεράσπιση των τελωνειακών υπαλλήλων από τη Νομική Υπηρεσία
Σε δίκες για αδικήματα που διαπράχθηκαν εναντίον τελωνειακών υπαλλήλων ή επιθεωρητών τελωνείων, που ενήργησαν για το συμφέρον της Υπηρεσίας, δύναται, μετά προηγούμενη έγκριση του Υπουργού Οικονομικών, να παρίσταται για την υπεράσπισή τους, ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων, εκπρόσωπος της Νομικής Διεύθυνσης του Υπουργείου Οικονομικών.

Άρθρο 34
Ατέλειες αναπήρων Εθνικής Αντίστασης
Οι διατάξεις του ν. 490/1976 (ΦΕΚ 331/1976) που αφορούν τους ανάπηρους πολέμου αξιωματικούς και οπλίτες επεκτείνονται, όπως αυτές ισχύουν, στους αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης, που υπάγονται στο ν. 1285/1982 (ΦΕΚ 115/1982), οι οποίοι κατέστησαν ανάπηροι εξαιτίας των λόγων που αναγράφονται στο άρθρο 5 του π.δ. 379/1983.

Οι ίδιες παραπάνω διατάξεις του ν. 490/1976 (ΦΕΚ 331 Α`) επεκτείνονται επίσης και στους ανάπηρους αγωνιστές του Δημοκρατικού Στρατού του ν. 1863/ 1989 (ΦΕΚ Α 204), εφ` όσον κατέστησαν ανάπηροι εξαιτίας της ιδιότητάς τους αυτής κατά τη χρονική περίοδο που αναφέρεται στον παραπάνω νόμο.

Με απόφαση του Υπουργού των Οικονομικών θα καθοριστούν οι όροι και προϋποθέσεις ως και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του εδαφίου αυτού.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 23 παρ. 4 του Ν. 1882/1990 (Α` 43). Ισχύς της διατάξεως μετά την πάροδο ενός μηνός από τη δημοσίευση του Ν. 1882/1990 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Άρθρο 35
Με την επιφύλαξη των διατάξεων του αφορούν το φόρο προστιθέμενης αξίας και τον εισαγωγικό δασμό, η ισχύς του άρθρου 1 παράγραφος 1 του ν.δ. 339/1969 (ΦΕΚ 233/1969) παρατείνεται από τότε που έληξε μέχρι 31.12.1988.

Άρθρο 36
Αντικατάσταση των αυτοκινήτων που καταστράφηκαν από τους σεισμούς της Μεσσηνίας.

1. Αυτοκίνητα – οχήματα που καταστράφηκαν ολοσχερώς από τους πρόσφατους σεισμούς της Μεσσηνίας μπορούν να αντικατασταθούν για μια μόνο φορά με άλλα όμοια του ίδιου ή μικρότερου κυβισμού χωρίς την καταβολή των οφειλόμενων κατά περίπτωση φόρων εισαγωγής, με εξαίρεση τον εισαγωγικό δασμό και το φόρο προστιθέμενης αξίας.

2. Η πιο πάνω απαλλαγή θα παρέχεται με την προσκόμιση στην αρμόδια τελωνειακή αρχή

α) βεβαίωσης της αρμόδιας επιτροπής της Νομαρχίας Μεσσηνίας για την ολοσχερή από τους σεισμούς καταστροφή του προς αντικατάσταση αυτοκινήτου και

β) βεβαίωσης του Ο.Δ.Δ.Υ. για την εγκατάλειψη του κατεστραμμένου αυτοκινήτου υπέρ του Δημοσίου.

3. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζεται κάθε λεπτομέρεια αναγκαία για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄
ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 37
Αυθεντική ερμηνεία διατάξεων

1. Η προθεσμία του άρθρου 14 του ν. 1505/1984 (ΦΕΚ 194), όπως παρατάθηκε με το άρθρο 29 του ν. 1599/1986 (ΦΕΚ 75), παρατείνεται για ένα χρόνο.

2. Για την περικοπή των αποδοχών των απεργούντων υπαλλήλων, μετά την καθιέρωση του συστήματος πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας λαμβάνεται υπόψη, για κάθε εργάσιμη ημέρα, το 1/30 των καθαρών μηνιαίων αποδοχών των υπαλλήλων (μετά την αφαίρεση των κρατήσεων πλην φόρου και δανείων), καθώς και το 1/5 των ίδιων αποδοχών για την ημέρα του Σαββάτου.

Άρθρο 38
Έκδοση έντοκων γραμματίων
Το άρθρο 3 του ν.δ. 3745/1957 “περί εκδόσεως εντόκων γραμματίων αντικαθίσταται ως εξής:

“Άρθρο 3

Τα έντοκα γραμμάτια εκδίδονται στον κομιστή και φέρουν την υπογραφή του Υπουργού Οικονομικών ή εξουσιοδοτημένου υπαλλήλου του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, που ορίζεται με τον αναπληρωτή του με απόφαση του Υπουργού που δημοσιεύεται στη Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Η χρονολογία έκδοσης των έντοκων γραμματίων τίθεται από την Τράπεζα της Ελλάδος, βεβαιούμενη με την υπογραφή εξουσιοδοτημένων υπαλλήλων της.

Η υπογραφή του Υπουργού Οικονομικών ή του εξουσιοδοτημένου υπαλλήλου του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, καθώς και η υπογραφή των εξουσιοδοτημένων υπαλλήλων της Τράπεζας της Ελλάδος τίθεται στο σώμα των τίτλων με μηχανικό μέσο”.

Άρθρο 39
Μέλη επιτροπών διενέργειας τακτικού διαγωνισμού υπό πολιτικών υπουργείων.
Το άρθρο 4 του ν.δ. 29.12.1925/9.1.1926 “περί τρόπου ενεργείας προμηθειών υπό των Πολιτικών Υπουργείων και Υπηρεσιών”, που κυρώθηκε με το ν.δ. 12/12.11.1927, αντικαθίσταται ως ακολούθως:

“Άρθρο 4

1. Οι τακτικοί διαγωνισμοί για την προμήθεια υλικών και εκτέλεση εργασιών διεξάγονται από πενταμελείς επιτροπές, που ορίζονται κάθε φορά με απόφαση του αρμόδιου υπουργού ή νομάρχη ή του νομίμως εξουσιοδοτημένου οργάνου. Στις επιτροπές αυτές μετέχουν τέσσερις (4) υπάλληλοι με α` ή β` βαθμό και ο προϊστάμενος της υπηρεσίας για την οποία προορίζονται τα υλικά ή η εκτέλεση εργασιών, οποιοδήποτε βαθμό κι αν έχει ή με οποιαδήποτε κι αν συνδέεται σχέση με το Δημόσιο.

2. Οι κατά τη δημοσίευση του παρόντος υφιστάμενες επιτροπές διεξαγωγής διαγωνισμών, και μέχρι περατώσεως του έργου τους, εξακολουθούν να λειτουργούν βάσει των προϊσχυουσών διατάξεων.

3. Το άρθρο 4 του π.δ. της 26-2/2.3.1926 “Περί εκτελέσεως του ν.δ. της 29.12.1925/9.1.1926 “περί τρόπου ενεργείας προμηθειών υπό των Πολιτικών Υπουργείων και Υπηρεσιών” καταργείται.

Άρθρο 40
Αρμοδιότητες και ευθύνες υπαλλήλων Υ.Ε.Ε. Υπουργείων και Ειδικών Λογιστηρίων Υπουργείου Εθνικής Άμυνας κατά την άσκηση του προληπτικού ελέγχου επί των δαπανών.

Σημ.: όπως το άρθρο 40 καταργήθηκε με το άρθρο 22 παρ. 3 του Ν. 1868/ 1989 (Α 230)

Άρθρο 41
Εξόφληση επιταγών επιστροφής των αχρεωστήτων καταβληθέντων στο Δημόσιο φόρων, τελών και λοιπών εσόδων

1. Η παράγραφος 3 του άρθρου 1 του ν. 277/1976 (ΦΕΚ Α` 54) αντικαθίσταται ως εξής:

“3. Η επιταγή πρέπει να εμφανισθεί για πληρωμή μέσα σε προθεσμία 45 ημερών από την ημερομηνία έκδοσής της. Μετά την εκπνοή της προθεσμίας αυτής θεωρείται ότι ανακλήθηκε αυτοδικαίως”.

2. Στο άρθρο 1 του ν. 277/1976 (ΦΕΚ Α` 54) προστίθεται παράγραφος 6 με το ακόλουθο περιεχόμενο:

“6. Σε περίπτωση μεταβίβασης, η επιταγή δεν εξοφλείται αν ο κομιστής δεν επιδείξει στον πληρωτή ένα από τα στοιχεία του άρθρου 6 του ν. 1599/1986 (ΦΕΚ Α` 75), με τα οποία αποδεικνύεται η ταυτότητα του προσώπου του δικαιούχου, η σχετική βεβαίωση του δικαιούχου για τη μεταβίβαση, θεωρημένη για το γνήσιο της υπογραφής από οποιαδήποτε δημόσια, δημοτική ή κοινοτική αρχή”.

3. Η ισχύς της πρώτης παραγράφου αρχίζει από 1 Μαρτίου 1987.

4. Σε περίπτωση υποβολής συμπληρωματικής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων διαγράφεται το ποσό της οφειλής που βεβαιώθηκε με βάση την προηγούμενη εκκαθάριση της οικείας δήλωσης του υποχρέου και γίνεται νέα εκκαθάριση και βεβαίωση του ποσού που προκύπτει.

Σχετικό:  παρ.2 του άρθρου 35 του Ν.2214/1994 (ΦΕΚ Α 75) ο

5. Κατά την εφαρμογή των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου παρέχεται έκπτωση ποσοστού δέκα στα εκατό (10%) στο σύνολο της νέας οφειλής, εφ` όσον αυτή είναι μικρότερη της αρχικής και ο υπόχρεος κατέβαλε την αρχική οφειλή και έτυχε παρόμοιας έκπτωσης ή κατέβαλε ποσό της αρχικής οφειλής που καλύπτει σε ποσοστό το ενενήντα στα εκατό (90%) της νέας οφειλής.

Όταν το ποσό της νέας οφειλής είναι μεγαλύτερο της αρχικής οφειλής, παρέχεται έκπτωση ποσοστού δέκα στα εκατό (10%) μόνο για ποσό ίσο με το ποσό της αρχικής, οφειλής, εφ` όσον αυτό καταβλήθηκε με έκπτωση ποσοστού δέκα στα εκατό (10%).

6. Το Μηχανογραφικό Κέντρο του Υπουργείου Οικονομικών θα κάνει συμψηφισμό χρεωστικών και πιστωτικών ποσών κατά την εκκαθάριση των συμπληρωματικών δηλώσεων χωρίς περιορισμούς του άρθρου 51 του ν. 1591/1986 (ΦΕΚ Α` 50).

Άρθρο 42
Ορισμός των κατ` αποκοπή συντελεστών για επιστροφή του φόρου προστιθέμενης αξίας στους αγρότες

1.Σημ.: όπως η παρ.1 του άρθρου 42 καταργήθηκε από 1-1-1993 με το άρθρο 19 παρ.1 του Ν.2093/1992 (ΦΕΚ Α 181).

2. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού ισχύουν από 1 Ιανουαρίου 1987.

3. Η προθεσμία υποβολής της δήλωσης έναρξης που προβλέπεται από τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 13 του άρθρου 33 του ν. 1642/1986 παρατείνεται μέχρι 31 Ιουλίου 1987.

Άρθρο 43

1. Το άρθρο 4 του ν.δ. 474/1974 (ΦΕΚ 25/Α/25.6.1974) “περί της διαδικασίας τελωνισμού ειδών εισαγομένων διά ταχυδρομικών δεμάτων και δασμολογικής μεταχειρίσεως αποστελλομένων εις μικράς αποστολάς ειδών” αντικαθίσταται ως εξής:

“Άρθρο 4

Τελωνισμός ταχυδρομικών δεμάτων με απλουστευμένη διαδικασία

1. Ο τελωνισμός των υπό μορφή δώρων ειδών που αποστέλλονται ταχυδρομικά είναι δυνατό να πραγματοποιείται χωρίς επαλήθευση, με βάση τις εξωτερικές έγγραφες ενδείξεις κάθε δέματος και την τελωνειακή δήλωση του αποστολέα (DECLARATION EN DOUANE) που συνοδεύει αυτό. 2. Ο τελωνισμός του εμπορικού χαρακτήρα ειδών, που αποστέλλονται ταχυδρομικά, πραγματοποιείται ύστερα από επαλήθευση των εξωτερικών ενδείξεων και του περιεχομένου των δεμάτων αυτών.

Είναι δυνατό όμως η αρμόδια τελωνειακή αρχή να προέρχεται στο τελωνισμό των εν λόγω δεμάτων, και χωρίς επαλήθευση του περιεχομένου τους, βασιζόμενη στα συνοδευτικά τους έγγραφα (τιμολόγιο, δήλωση κ.λπ.), εφ` όσον βέβαια τα διαλαμβανόμενα σ` αυτά είδη περιγράφονται λεπτομερώς κατά κατηγορία, ποσότητα, βάρος και αξία και εφ` όσον η αξία γίνεται αποδεκτή σύμφωνα με τις ισχύουσες “περί δασμολογητέας και φορολογητέας αξίας” διατάξεις.

3. Στην αρμόδια τελωνειακή αρχή επιφυλάσσεται το δικαίωμα να προέρχεται, κατά την κρίση της, στο δειγματοληπτικό ανατελωνισμό και στην πλήρη επαλήθευση του περιεχομένου των διαλαμβανομένων στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου ταχυδρομικών δεμάτων, σε οποιοδήποτε στάδιο βρίσκονται αυτά, από την έναρξη τελωνισμού τους μέχρι και της ημερομηνίας επιδόσεως τους. Η ταχυδρομική υπηρεσία διευκολύνει την τελωνειακή στο έργο της αυτό.

4. Τα υπό μορφή δώρων και τα εμπορικού χαρακτήρα είδη που αποστέλλονται ταχυδρομικά και τα οποία δεν παρουσιάζουν δασμοφορολογικό ενδιαφέρον επιτρέπεται να διακινούνται με απλουστευμένη διαδικασία χωρίς να συντάσσονται τα προβλεπόμενα τελωνειακά παρασταστικά”.

2. Τα εισπραττόμενα κατά την εξαγωγή τέλη στα υαλοθραύσματα, έρια και τρίχες, παλαιά σίδερα και μέταλλα, καθώς και τα ακατέργαστα δέρματα, καταργούνται.

3. Στο Υπουργείο Οικονομικών συνιστώνται διακόσιες εβδομήντα (270) νέες οργανικές θέσεις του Κλάδου ΠΕ1 Τελωνειακών.

4. Η παράγραφος 5 του άρθρου 5 του β.δ. της 14 Φεβρουαρίου 1939 περί κώδικος των νόμων “περί φορολογίας του οινοπνεύματος” (ΦΕΚ 77/ 18.2.1939) τροποποιείται ως εξής:

“5. Οινοπνευματοποιοί Β` κατηγορίας χαρακτηρίζονται αυτοί που παράγουν καθαρό οινόπνευμα από σταφίδα, σταφύλια, στέμφυλα, οίνους, στεμφυλόπνευμα, μέλασσα, σύκα και γενικά από την κατεργασία γεωργικών ζαχαρούχων ή αμυλούχων πρώτων υλών και αλκοολούχων υγρών που προέρχονται από τις παραπάνω πρώτες ύλες, με τη χρησιμοποίηση μηχανημάτων συνεχούς αποστάξεως ή με ανακαθαρτήρες (διυλιστήρια) και οι οποίοι μπορούν να χρησιμοποιούν και στήλες σαν βοηθητικά μηχανήματα των ανακαθαρτήτων”.

5. Τα εδάφια α, β, γ και δ της παραγράφου 7 του άρθρου 5 του β.δ. της 14 Φεβρουαρίου 1939 περί κώδικος των νόμων “περί φορολογίας του οινοπνεύματος” (Φ.Ε.Κ. 77/18.2.1939), όπως αυτά έχουν τροποποιηθεί με το ν. 2776/1954 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως νόμων αρμοδιότητος του Γ.Χ.Κ.”, αντικαθίστανται ως εξής:

α) Σε περίπτωση ανεπάρκειας σταφιδοκάρπου ή άλλων εγχώριων πρώτων υλών, ή προβλέψεως ανεπάρκειας όλων ή και μερικών από αυτές τις πρώτες ύλες παραγωγής παντός είδους οινοπνεύματος, καθώς και άλλων βιομηχανικών προϊόντων, που δεν μπορούν να παραχθούν από άλλη πρώτη ύλη, μπορεί ο Α.Σ.Ο., με απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Εμπορίου, που η έκδοσή της θα γίνεται μετά από εισήγηση της αρμόδιας Διεύθυνσης του Γενικού Χημείου του Κράτους, να εισάγει τέτοιες πρώτες ύλες και να διαθέτει αυτές για παραγωγή παντός είδους οινοπνεύματος.

β) η τιμή διαθέσεως αυτών των υλών ορίζεται με απόφαση του Υπουργού των Οικονομικών, μετά εισήγηση της αρμόδιας Διεύθυνσης του Γ.Χ.Κ. και θα είναι αντίστοιχη με εκείνη που ισχύει κάθε φορά για τη σταφίδα, με βάση την περιεκτικότητα αυτών των υλών σε ζάχαρα και της απόδοσής τους σε οινόπνευμα και πάντοτε με τον περιορισμό ότι, για το οινόπνευμα που θα παράγεται από αυτές, θα καθορίζεται ο αυτός φόρος και τα λοιπά δικαιώματα, που κάθε φορά ισχύουν για το οινόπνευμα που παράγεται από σταφίδα και δε θα επέρχεται αύξηση της τιμής διαθέσεως, που καθορίζεται σύμφωνα με τη διατίμηση, του φορολογημένου οινοπνεύματος (πόσιμου και μετουσιωμένου).

γ) Επίσης με απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Εμπορίου, ύστερα από εισήγηση της αρμόδιας Διεύθυνσης του Γενικού Χημείου του Κράτους, μπορεί να παρασχεθεί το δικαίωμα και στους οινοπνευματοποιούς Β` κατηγορίας, για εισαγωγή των πρώτων υλών που αναφέρονται στο εδάφιο α, για λογαριασμό τους ή και για λογαριασμό άλλων οινοπνευματοποιών Β` κατηγορίας, προκειμένου να παρασκευάσουν παντός είδους οινόπνευμα.

Για τις υποχρεώσεις των οινοπνευματοποιών β` κατηγορίας κατά την εισαγωγή αυτών των πρώτων υλών στο οινοπνευματοποιείο, την κατεργασία αυτών και το παραγόμενο οινόπνευμα, ισχύουν οι διατάξεις του ν. 971/ 1917 και του β.δ. της 25 Δεκεμβρίου 1917 “περί εκτελέσεως του ν. 971 της 21 Οκτωβρίου 1917 περί φορολογίας του οινοπνεύματος”, όπως αυτές έχουν τροποποιηθεί, συμπληρωθεί και ισχύουν σήμερα, για τις εγχώριες πρώτες ύλες και το οινόπνευμα που παράγεται από αυτές και πάντοτε με τον περιορισμό ότι, για το οινόπνευμα που θα παράγεται από αυτές τις εισαγόμενες πρώτες ύλες, θα καθορίζεται ο αυτός φόρος καταναλώσεως και τα λοιπά δικαιώματα που κάθε φορά ισχύουν για το οινόπνευμα που παράγεται από σταφίδα και δε θα επέρχεται αύξηση της τιμής διαθέσεως, που καθορίζεται σύμφωνα με τη διατίμηση, του φορολογημένου οινοπνεύματος (πόσιμου και μετουσιωμένου).

Κάθε λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων των πιο πάνω εδαφίων α, β και γ καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού των Οικονομικών.

δ) Σε περίπτωση ζητήσεως από το εξωτερικό οίνων εξ αναμίξεως, αλκοολούχων ποτών ή άλλων οινοπνευματικών προϊόντων και η παραγωγή του οινοπνεύματος, που απαιτείται για τα προϊόντα αυτά, δεν επαρκεί από εγχώριες πρώτες ύλες, μπορούν οι οινοπνευματοποιοί Β` κατηγορίας να εισάγουν για λογαριασμό τους ή και για λογαριασμό άλλων οινοπνευματοποιών Β` κατηγορίας ή να αγοράσουν εισαγόμενες από τον Α.Σ.Ο. ή οποιονδήποτε άλλον εισαγωγέα, επιτρεπόμενες πρώτες ύλες, για την παραγωγή αυτού του οινοπνεύματος, με απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Εμπορίου, που η έκδοση της θα γίνεται μετά εισήγηση της αρμόδιας Διεύθυνσης του Γενικού Χημείου του Κράτους.

Το ημικαθαρό οινόπνευμα, που θα συμπαράγεται κατά την κατεργασία των πιο πάνω αναφερόμενων πρώτων υλών, μπορεί να διατεθεί και στην εγχώρια κατανάλωση, με απόφαση του Υπουργού των Οικονομικών, μη εφαρμοζομένου, στην περίπτωση αυτήν, του εδαφίου β` της παραγράφου 6 του άρθρου 12 του β.δ. της 14.2.1939 (ΦΕΚ 77/18.2.39).

Οι όροι εισαγωγής, κατεργασίας των πρώτων υλών και διαθέσεως του παραγόμενου οινοπνεύματος, η τιμή αυτού και κάθε σχετική λεπτομέρεια καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού των Οικονομικών”.

6.Για την εφαρμογή των ανωτέρω ισχύουν οι διατάξεις του ν. 971/1917 και του β.δ. της 25ης Δεκεμβρίου 1917 “περί εκτελέσεως, του ν. 971 της 21 Οκτωβρίου 1917 “περί φορολογίας οινοπνεύματος”, όπως αυτές έχουν τροποποιηθεί, συμπληρωθεί και ισχύουν σήμερα.

7. Στο άρθρο 2 του ν. 1540/1985 (ΦΕΚ 67 Α`) “Ρύθμιση περιουσιών πολιτικών προσφύγων και άλλες διατάξεις” προστίθεται παράγραφος 6 ως εξής:

“6. Δικαίωμα αποκατάστασης, δηλαδή παραχώρησης ακινήτου του Δημοσίου, ή χρηματικού ανταλλάγματος έχουν και όσοι υποκαταστάθηκαν στα δικαιώματα τους από το Δημόσιο (πωλητές), ανεξαρτήτως αν τα ακίνητα δεν περιήλθαν σ` αυτό ή δεν εισέπραξε τούτο συμπληρωματικό τίμημα από δική του υπαιτιότητα”.

8. Το β` εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 2 του ν. 1540/1985 (ΦΕΚ 67 Α`) αντικαθίσταται ως εξής:

“Αν η αγοραπωλησία δεν ακυρώθηκε αλλά το Δημόσιο έχει εισπράξει συμπληρωματικό τίμημα, παραχωρείται ακίνητο του Δημόσιου ή καταβάλλεται χρηματικό αντάλλαγμα, η αξία του οποίου υπολογίζεται ίση με τα 9/10 της αγοραίας αξίας, κατά το χρόνο έκδοσης της απόφασης για παραχώρηση ή καταβολή, του ακινήτου που πουλήθηκε ή του εδάφους (οικόπεδο – αγρόκτημα), εάν το ακίνητο δεν υπάρχει και στη θέση του έχει ανεγερθεί μεταγενέστερο οικοδόμημα”.

Άρθρο 44

1. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 6 του ν. 1262/1982, όπως ισχύει, τροποποιείται ως εξής:

“Ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας με απόφασή του δύναται να εκχωρεί το δικαίωμα υπογραφής των αποφάσεων υπαγωγής στο νόμο αυτών των επενδύσεων εκείνων, που εξετάζονται από τις αρμόδιες περιφερειακές γνωμοδοτικές επιτροπές του άρθρου 8, του Ε.Ο.Μ.Μ.Ε.Χ. ή την Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος, στους γενικούς γραμματείς περιφερειών ή στους νομάρχες της έδρας των υπηρεσιών περιφερειακής ανάπτυξης ή στους κατά τόπους αρμόδιους νομάρχες, εφ` όσον οι επενδύσεις αυτές πραγματοποιούνται στα διοικητικά όρια των υπηρεσιών ή των νομαρχιών τους ή στον Πρόεδρο του Ε.Ο.Μ.Μ.Ε.Χ. ή στο Διοικητή της Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδας αντίστοιχα, τηρουμένης της διαδικασίας που ορίζεται στο νόμο αυτόν”.

2. Η παρ. 5 του άρθρου 6 του ν. 1262/1982, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

“5. Η καταβολή του ποσού της επιχορήγησης από το Δημόσιο πραγματοποιείται σε δόσεις ανάλογα με την πρόοδο των εργασιών της επένδυσης και μετά από πιστοποίηση των αρμόδιων οργάνων ελέγχου της παρ. 2 του άρθρου 8, εφ` όσον έχει διαπιστωθεί ότι ο επενδυτής συμμορφώθηκε με τους όρους και τις προϋποθέσεις της εγκριτικής πράξης σε συνδυασμό με την παρ. 3 του άρθρου 5. Στην αντίθετη περίπτωση αναστέλλεται η πληρωμή των δόσεων και η Γνωμοδοτική Επιτροπή, ο Ε.Ο.Μ.Μ.Ε.Χ. ή η Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδας, κατά περίπτωση, μπορεί να εισηγηθεί την ανάκληση της έγκρισης ή και τη μερική ή ολική επιστροφή του ποσού της επιχορήγησης και επιδότησης επιτοκίου που έχει καταβληθεί. Οι σχετικές αποδείξεις καταβολής της επιχορήγησης και επιδότησης επιτοκίου από το Δημόσιο αποτελούν τίτλο για τη βεβαίωση του χρέους από το δημόσιο ταμείο. Για την είσπραξη των οφειλών προς το Δημόσιο εφαρμόζεται αναλογικά και η διάταξη του τελευταίου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 11 του ν. 542/ 1977 (ΦΕΚ 41 Α`), η εφαρμογή της οποίας επεκτείνεται και στους διαχειριστές προσωπικών εταιρειών, όπως και στους εκκαθαριστές νομικών προσώπων”.

3. Μετά το πρώτο εδάφιο της παρ. 7 του άρθρου 6 του ν. 1262/1982, όπως ισχύει, προστίθεται εδάφιο ως εξής:

“Αιτήσεις υπαγωγής στις διατάξεις του ν. 1262/1982 παραγωγικών επενδύσεων που αφορούν την παρ. 1β του άρθρου 2 ύψους μέχρι 50.000.000 δρχ. εξετάζονται απευθείας από την Αγροτική Τράπεζα ή τις περιφερειακές της υπηρεσίες με βάση τις διατάξεις αυτού του νόμου και επιχορηγούνται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας μετά από εισήγηση της Α.Τ.Ε. και χωρίς τη γνωμοδότηση της επιτροπής του άρθρου 8 αυτού του νόμου. Το όριο των 50.000.000 δρχ. είναι δυνατό να αναπροσαρμόζεται με όμοια απόφαση. Αιτήσεις επανεξέτασης επενδύσεων που έχουν απορριφθεί από τον Ε.Ο.Μ.Μ.Ε.Χ. ή την Α.Τ.Ε. υποβάλλονται και εξετάζονται εκ νέου από τους φορείς αυτούς. Η διαδικασία επανεξέτασης των επενδύσεων αυτών ορίζεται με αποφάσεις του Προέδρου του Ε.Ο.Μ.Μ.Ε.Χ. και του Διοικητή της Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδας αντίστοιχα”.

4. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 7 του άρθρου 6 του ν. 1262/1982, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

“Η παρακολούθηση και ο έλεγχος της πραγματοποίησης των παραπάνω επενδύσεων, εφ` όσον οι αιτήσεις υπαγωγής υποβλήθηκαν στον Ε.Ο.Μ.Μ.Ε.Χ. ή στην Αγροτική Τράπεζα και εξετάσθηκαν από τους φορείς αυτούς, γίνονται από όργανα των φορέων αυτών σύμφωνα με το σχετικό εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 8 του νόμου αυτού. Η καταβολή των επιχορηγήσεων και επιδοτήσεων του επιτοκίου στις επενδύσεις αυτής της παραγράφου γίνεται από τον Ε.Ο.Μ.Μ.Ε.Χ. ή την Αγροτική Τράπεζα Ελλάδας, φορείς οι οποίοι αντλούν κεφάλαια από λογαριασμούς που δημιουργούνται επ` ονόματί τους από την προβλεπόμενη στην επόμενη παράγραφο δαπάνη σε βάρος του Δημοσίου”.

5. Η παρ. 1 του άρθρου 8 του ν. 1262/1982, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

“1. Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας συνιστάται στο Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας Κεντρική Γνωμοδοτική Επιτροπή με έργο τον έλεγχο της ύπαρξης των προϋποθέσεων για την υπαγωγή στο νόμο αυτόν των επενδύσεων πέραν ορισμένου ποσού, που καθορίζεται με την ίδια απόφαση, την αξιολόγηση των επενδύσεων αυτών, καθώς και την αξιολόγηση, σε δεύτερο βαθμό, επενδύσεων, ανεξάρτητα ποσού, που έχουν απορριφθεί από τους αρμόδιους γενικούς γραμματείς περιφερειών ή νομάρχες, ύστερα από θετική ή αρνητική γνωμοδότηση της περιφερειακής γνωμοδοτικής επιτροπής, καθώς και την ανάκληση αποφάσεων υπαγωγής στο νόμο αυτόν επενδύσεων ανεξαρτήτως ποσού. Με όμοια απόφαση συνιστώνται γνωμοδοτικές επιτροπές στην έδρα των γενικών γραμματειών περιφερειών ή στην έδρα των υπηρεσιών περιφερειακής ανάπτυξης ή στις έδρες νομαρχιών στις οποίες έχει εκχωρηθεί από τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας το δικαίωμα υπογραφής αποφάσεων υπαγωγής επενδύσεων στο νόμο αυτόν, για τον έλεγχο της ύπαρξης των προϋποθέσεων υπαγωγής στο νόμο επενδύσεων, που θα πραγματοποιηθούν στα διοικητικά όρια των υπηρεσιών αυτών ύψους κατώτερου από το ποσό που καθορίζεται σύμφωνα με τη διάταξη του προηγούμενου εδαφίου”.

6. Η παρ. 3 του άρθρου 8 του ν. 1262/1982, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

“3. Πρόεδρος της Κεντρικής Γνωμοδοτικής Επιτροπής είναι ο γενικός γραμματέας του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας ή ο αναπληρωτής του, που ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, Πρόεδρος των περιφερειακών γνωμοδοτικών επιτροπών είναι ο γενικός γραμματέας περιφερείας ή ο νομάρχης της έδρας της υπηρεσίας περιφερειακής ανάπτυξης ή ο οικείος νομάρχης, στους οποίους έχει εκχωρηθεί από τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας το δικαίωμα υπογραφής αποφάσεων υπαγωγής επενδύσεων σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 1 του νόμου αυτού, αναπληρούμενος, σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος, από το νόμιμο αναπληρωτή του. Στις περιφερειακές γνωμοδοτικές επιτροπές μπορούν να μετέχουν χωρίς ψήφο και οι κατά τόπους αρμόδιοι νομάρχες ή έπαρχοι, εφ` όσον συζητούνται θέματα επενδύσεων που πραγματοποιούνται στα διοικητικά όρια των νομαρχιών ή επαρχιών τους”.

7. Η παρ. 4 του άρθρου 8 του ν. 1262/1982, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

“4. Τα μέλη όλων των γνωμοδοτικών επιτροπών αυτού του νόμου ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας. Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας ορίζεται ο γραμματέας, ο αναπληρωτής βοηθός αυτού και οι εισηγητές, καθώς και η αποζημίωση του γραμματέα, του αναπληρωτή βοηθού γραμματέα, των εισηγητών και των μελών των γνωμοδοτικών επιτροπών. Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας είναι δυνατό να συσταθούν ειδικά τμήματα της Κεντρικής Γνωμοδοτικής Επιτροπής, στα οποία με την ίδια απόφαση μεταβιβάζεται μέρος των αρμοδιοτήτων της που αναφέρονται στην παρ. 1 αυτού του άρθρου. Τα μέλη γνωμοδοτικών επιτροπών ή των οργάνων ελέγχου δεν μπορούν να είναι σύμβουλοι ή να συμμετέχουν στο μετοχικό κεφάλαιο ή στη διοίκηση επιχειρήσεων που έχουν υπαχθεί ή έχουν υποβάλει αίτηση για να υπαχθούν στις διατάξεις του νόμου”.

8. H παρ. 1 του άρθρου 20 του ν. 1262/1982 αντικαθίσταται αφότου ίσχυσε ως εξής:

“1. Επιχειρήσεις που έχουν υπαχθεί στο νόμο αυτόν και οι οποίες πριν παρέλθει 10ετία από την ημερομηνία δημοσίευσης της απόφασης ολοκλήρωσης της επένδυσης θα παύσουν να λειτουργούν ή, χωρίς προηγούμενη έγκριση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, θα μεταβιβασθούν ή θα μεταβάλουν τη νομική μορφή της εταιρείας, μειώνοντας το εταιρικό της κεφάλαιο, ή θα μειώσουν το εταιρικό της κεφάλαιο χωρίς η μείωση να επιβάλλεται από την κείμενη νομοθεσία, ή θα μεταβιβάσουν πάγια περιουσιακά στοιχεία, που είχαν συμπεριληφθεί στην επένδυση, χωρίς να τα αντικαταστήσουν σε 6 μήνες, υποχρεούνται σε μερική ή ολική επιστροφή της επιχορήγησης και επιδότησης, με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, που εκδίδεται μετά γνώμη της αρμόδιας Γνωμοδοτικής Επιτροπής του νόμου αυτού. Την ίδια υποχρέωση επιστροφής έχουν οι επιχειρήσεις, που λόγω της ιδιότητας του φορέα της επένδυσης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 7 παρ. 2ε και του άρθρου 9 παρ. 1στ του νόμου αυτού, πήραν επιπλέον επιχορήγηση και οι οποίες, χωρίς έγκριση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, αυτές ή οι εταίροι ή οι μέτοχοί τους θα μεταβιβάσουν εταιρικά ή μετοχικά δικαιώματα. Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας καθορίζονται η διαδικασία και οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου”.

9. Το εδάφιο ιζ` της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 1262/1982, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

“ιζ. Επιχειρήσεις που πραγματοποιούν επενδύσεις για τη ναυπήγηση τουριστικών επαγγελματικών πλοίων και κρουαζιερόπλοιων σε ελληνικά ναυπηγεία ή για τη μετασκευή πλοίων σε τουριστικά επαγγελματικά πλοία και κρουαζιερόπλοια σε ελληνικά ναυπηγεία με την προϋπόθεση ότι τα πλοία αυτά ανήκουν σε Έλληνες κατά ποσοστό 100%.

10. Στην παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 1262/1982, όπως ισχύει, προστίθεται εδάφιο ιθ`, ως εξής: “ιθ. Εμπορικές εξαγωγικές εταιρείες (EXPORT TRADING COMPANIES) που ιδρύονται ή λειτουργούν με τη μορφή ανώνυμης εταιρείας, υπό τους όρους ότι α) αποκλειστικός σκοπός αυτών είναι η διενέργεια εξαγωγών και β) το μετοχικό τους κεφάλαιο ανέρχεται κατ` ελάχιστο όριο στο ποσό των 50.000.000 δρχ. ολοσχερώς καταβεβλημένο”.

11. Στο άρθρο 9 του ν. 1262/1982, όπως ισχύει, προστίθεται παράγραφος 6, ως εξής: “6. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Εμπορίου ορίζονται οι περιοχές κινήτρων, καθώς επίσης οι όροι και οι προϋποθέσεις υπαγωγής των επενδύσεων του εδαφίου ιθ` της παρ. 1 του άρθρου 2”.

12. Η ισχύς των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου ανατρέχει στην 1η Ιουνίου 1987.

Άρθρο 45
Η παρ. 1 του άρθρου 9 του ν. 1597/1986 (ΦΕΚ 68 Α`) αντικαθίσταται ως εξής:

“1. α. Οι επιχειρήσεις επεξεργασίας κινηματογραφικών ταινιών υπάγονται στους όρους επιχορήγησης και επιδότησης επιτοκίου του ν. 1262/1982, που ισχύουν για τις μεταποιητικές επιχειρήσεις στην περιοχή Γ, για τις πραγματοποιούμενες σ` οποιαδήποτε περιοχή, συμπεριλαμβανομένης και της περιοχής Α, επενδύσεις τους, πλην εκείνων που πραγματοποιούνται στην περιοχή Δ, για τις οποίες ισχύουν οι όροι της περιοχής αυτής. β. Η προηγούμενη διάταξη εφαρμόζεται ανάλογα και για τις επιχειρήσεις παραγωγής κινηματογραφικών ταινιών, με την προϋπόθεση ότι οι παραγόμενες κινηματογραφικές ταινίες προορίζονται για προβολή από κινηματογραφικές αίθουσες ή τηλεοπτικούς σταθμούς. γ. Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Πολιτισμού μπορεί να ρυθμίζονται θέματα που έχουν σχέση με τις λεπτομέρειες και διαδικασίες εφαρμογής της παραγράφου αυτής”.

Άρθρο 46
Ενιαίος ειδικός φόρος κατανάλωσης πετρελαιοειδών προϊόντων

1. Ο ενιαίος ειδικός φόρος κατανάλωσης πετρελαιοειδών προϊόντων, που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 4 του ν. 1038/1980 (ΦΕΚ Α` 67/1980), όπως αυτές τροποποιήθηκαν και συμπληρώθηκαν μεταγενέστερα, ορίζεται, για τα παρακάτω πετρελαιοειδή προϊόντα, από 11 Απριλίου 1987 ως ακολούθως:

Είδος Δασμολογική Ποσό φόρου Μονάδα διάκριση σε δραχμές επιβολής

(1) (2) (3) (4)

α) Βενζίνη υψηλής συμπίεσης 96 οκτανίων MIN (PREMIUM) 0,15 γραμ. μολύβδου στο λίτρο ΜΑΧ. 27.10 ΑΙΙΙβ 33.395 χιλιόλιτρο

β) Βενζίνη υψηλής συμπίεσης 96 οκτανίων ΜΙΝ (PREMIUM) 0,40 γραμ. μολύβδου στο λίτρο ΜΑΧ. 27.10 ΑΙΙΙβ 34.250 χιλιόλιτρο

γ) Βενζίνη χωρίς μόλυβδο. 27.10 ΑΙΙΙβ 36.479 χιλιόλιτρο

δ) Βενζίνη κοινή 90 οκτανίων MIN (REGULAR) 0,40 γραμ. μολύβδου στο λίτρο ΜΑΧ. 27.10 ΑΙΙΙβ 44.005 χιλιόλιτρο

ε) Βενζίνη για γεωργικές χρήσεις άρθρου 16ν. 3886/ 1957 (ΦΕΚ Α`/64) και δασικών συνεταιρισμών άρθρου 5 ν. 827/1978 (ΦΕΚ Α/194). 27.10 ΑΙΙΙβ 16.818 χιλιόλιτρο

στ) Φωτιστικό πετρέλαιο 27.10 ΒΙΙΙ 21.140 ο μετρ.τόνος

ζ) Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL), με περιεκτικότητα σε θείο ΜΑΧ 0,3% κατά βάρος. 27.10 ΓΙγ 16.963 χιλιόλιτρο

η) Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL), με περιεκτικότητα σε θείο ΜΑΧ 0,5% κατά βάρος. 27.10 ΓΙγ 16.651 χιλιόλιτρο

θ) Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης “AUTOMOTIVE DIESEL”. 27.10 BIII 16.651 χιλιόλιτρο

ι) Πετρέλαιο εξωτερικής καύσης Νο 1 με περιεκτικότητα σε θείο ΜΑΧ 0,7% κατά βάρος. 27.10 ΓΙΙγ 10.478 ο μετρ.τόνος

ια) Πετρέλαιο εξωτερικής καύσης Νο 1 με περιεκτικότητα σε θείο ΜΑΧ 3,5% κατά βάρος. 27.10 ΓΙΙγ 11.585 ο μετρ.τόνος

ιβ) Πετρέλαιο εξωτερικής καύσης Νο 2 με περιεκτικότητα σε θείο ΜΑΧ 0,7% κατά βάρος. 27.10 ΓΙΙγ 9.694 ο μετρ.τόνος

ιγ) Πετρέλαιο εξωτερικής καύσης Νο 2 με περιεκτικότητα σε θείο ΜΑΧ 3,5% κατά βάρος. 27.10 ΓΙΙγ 10.801 ο μετρ.τόνος

ιδ) Πετρέλαιο εξωτερικής καύσης Νο 3 με περιεκτικότητα σε θείο ΜΑΧ 0,7% κατά βάρος. 27.10 ΓΙΙγ 9.860 ο μετρ.τόνος

ιε) Πετρέλαιο εξωτερικής καύσης Νο 3 με περιεκτικότητα σε θείο ΜΑΧ 4% κατά βάρος. 27.10 ΓΙΙγ 10.851 ο μετρ.τόνος

ιστ) Προπάνιο 27.11 ΑΙ 9.785 ο μετρ.τόνος

ιζ) Υγραέριο μίγμα (προπανίου και βουτανίου). 27.11 ΒΙγ 9.785 ο μετρ.τόνος

ιη) Ασφαλτος οδοστρωσίας 27.14 Α 4.120 ο μετρ.τόνος

ιθ) Απασφαλτωμένο μαζούτ (VAGUM GAS OIL). 27.10 ΓΙΙ 9.367 ο μετρ.τόνος

2. Ο ενιαίος ειδικός φόρος κατανάλωσης για τα είδη των παραγράφων 1α, 1β, 1γ και 1δ εισπράττεται για τα τελωνιζόμενα στην περιοχή Δωδεκανήσου μειωμένος κατά 1.200 δρχ. το χιλιόλιτρο. 3. Η ισχύς του παρόντος άρθρου αρχίζει από 11 Απριλίου 1987.

Άρθρο 47
Ενιαίος ειδικός φόρος κατανάλωσης πετρελαιοειδών προϊόντων

1. Ο ενιαίος ειδικός φόρος κατανάλωσης πετρελαιοειδών προϊόντων, που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 4 του ν. 1038/1980, όπως αυτές τροποποιήθηκαν και συμπληρώθηκαν μεταγενέστερα, ορίζεται, για τα παρακάτω πετρελαιοειδή προϊόντα, από 11.7.1987 ως ακολούθως:

Είδος Δασμολογική Ποσό φόρου Μονάδα διάκριση σε δραχμές επιβολής

(1) (2) (3) (4)

α) Βενζίνη υψηλής συμπίεσης 96 οκτανίων MIN (PREMIUM) 0,15 γραμ. μολύβδου στο λίτρο ΜΑΧ. 27.10 ΑΙΙΙβ 31.661 χιλιόλιτρο

β) Βενζίνη υψηλής συμπίεσης 96 οκτανίων ΜΙΝ (PREMIUM) 0,40 γραμ. μολύβδου στο λίτρο ΜΑΧ. 27.10 ΑΙΙΙβ 32.545 χιλιόλιτρο

γ) Βενζίνη χωρίς μόλυβδο. 27.10 ΑΙΙΙβ 36.541 χιλιόλιτρο

δ) Βενζίνη κοινή 90 οκτανίων ΜΙΝ (REGULAR) 0,40 γραμ. μολύβδου στο λίτρο ΜΑΧ. 27.10 ΑΙΙΙβ 31.308 χιλιόλιτρο

ε) Βενζίνη για γεωργικές χρήσεις άρθρου 16ν. 3886/1957 (ΦΕΚ Α`/64) και δασικών συνεταιρισμών άρθρου 5 ν. 827/1978 (ΦΕΚ Α/194). 27.10 ΑΙΙΙβ 15.121 χιλιόλιτρο

στ) Φωτιστικό πετρέλαιο. 27.10 ΒΙΙΙ 19.144 ο μετρ.τόνος

ζ) Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL), με περιεκτικότητα σε θείο ΜΑΧ 0,3% κατά βάρος. 27.10 ΓΙγ 15.308 χιλιόλιτρο

η) Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL), με περιεκτικότητα σε θείο ΜΑΧ 0,5% κατά βάρος. 27.10 ΓΙγ 14.993 χιλιόλιτρο

θ) Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης “AUTOMOTIVE DIESEL”. 27.10 BIII 14.993 χιλιόλιτρο

ι) Πετρέλαιο εξωτερικής καύσης Νο 1 με περιεκτικότητα σε θείο ΜΑΧ 0,7% κατά βάρος. 27.10 ΓΙΙγ 8.750 ο μετρ.τόνος

ια) Πετρέλαιο εξωτερικής καύσης Νο 1 με περιεκτικότητα σε θείο ΜΑΧ 3,5% κατά βάρος. 27.10 ΓΙΙγ 10.030 ο μετρ.τόνος

ιβ) Πετρέλαιο εξωτερικής καύσης Νο 2 με περιεκτικότητα σε θείο ΜΑΧ 0,7% κατά βάρος. 27.10 ΓΙΙγ 7.995 ο μετρ.τόνος

ιγ) Πετρέλαιο εξωτερικής καύσης Νο 2 με περιεκτικότητα σε θείο ΜΑΧ 3,5% κατά βάρος. 27.10 ΓΙΙγ 9.275 ο μετρ.τόνος

ιδ) Πετρέλαιο εξωτερικής καύσης Νο 3 με περιεκτικότητα σε θείο ΜΑΧ 0,7% κατά βάρος. 27.10 ΓΙΙγ 8.178 ο μετρ.τόνος

ιε) Πετρέλαιο εξωτερικής καύσης Νο 3 με περιεκτικότητα σε θείο ΜΑΧ 4% κατά βάρος. 27.10 ΓΙΙγ 9.359 ο μετρ.τόνος

ιστ) Προπάνιο. 27.11 ΑΙ 11.089 ο μετρ.τόνος

ιζ) Υγραέριο μίγμα (προπανίου και βουτανίου). 27.11 ΒΙγ 11.089 ο μετρ.τόνος

ιη) Ασφαλτος οδοστρωσίας 27.14 Α 2.618 ο μετρ.τόνος

ιθ) Απασφαλτωμένο μαζούτ (VAGUM GAS OIL). 27.10 ΓΙΙ 7.897 ο μετρ.τόνος

2. Ο ενιαίος ειδικός φόρος κατανάλωσης για τα είδη των παραγράφων 1α, 1β, 1γ και 1δ εισπράττεται για τα τελωνιζόμενα στην περιοχή Δωδεκανήσου μειωμένος κατά 1.200 δρχ. το χιλιόλιτρο. 3. Η ισχύς του παρόντος άρθρου αρχίζει από 11 Ιουλίου 1987.

Άρθρο 48
Κύρωση αποφάσεων
1. Κυρώνονται και έχουν ισχύ από τότε που εκδόθηκαν οι αποφάσεις Ε. 1420/29.1.1986, Ε. 5444/15.4.1986, Ε. 5946/28.4.1986, Ε. 7042/ 23.5.1986, Ε. 7057/27.5.1986, Ε. 7514/5.6.1986, Ε. 7919/12.6.1986, Ε. 12574/29.9.1986, Ε. 13155/14.10.1986, Ε. 14245/31.10.1986, Ε. 14861/ 13.11.1986, Ε. 15684/28.11.1986, Ε. 16149/10.12.1986, Ε. 325/8/ 7.1.1987, Ε. 618/15.1.1987, Ε. 3852/9.3.1987, Ε. 3915/10.3.1987, οι οποίες έχουν ως εξής:

α) “Αριθ. Ε. 1430 Αθήνα, 29 Ιανουαρίου 1986 ΘΕΜΑ: Παρακράτηση φόρου εισοδήματος επί των διαφορών που καταβάλλονται σε μισθωτούς που υπάγονται ή ακολουθούν τις διατάξεις του ν. 1505/1984.

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις των άρθρων 2, 9, 41 και 43 του ν.δ. 3323/1955, όπως ισχύουν.

2. Τις διατάξεις του ν. 1505/1984.

3. Τις Ε. 7298/ΠΟΛ. 67/28.3.1985 και Μ. 1202/ΠΟΛ. 78/17.4.1985 αποφάσεις μας.

4. Τα τεχνικά προβλήματα που θα δημιουργηθούν σε περίπτωση υποβολής συμπληρωματικών δηλώσεων από τους μισθωτούς των Ν.Π.Δ.Δ. Ν.Π.Ι.Δ., των εκπαιδευτικών λειτουργών, της δημοτικής, μέσης γενικής και μέσης επαγγελματικής τεχνικής εκπαίδευσης του ιδιωτικού τομέα, καθώς και το μόνιμο και δόκιμο προσωπικό των Ο.Τ.Α. που υπάγονται ή ακολουθούν τις διατάξεις του ν. 1505/1984, για τα χρηματικά ποσά που δικαιούνται λόγω αναδρομικής εφαρμογής των διατάξεων του παραπάνω νόμου.

Αποφασίζουμε

1. Ορίζουμε, όπως η παρακράτηση του φόρου εισοδήματος στις θετικές διαφορές που καταβάλλονται σε μισθωτούς που υπάγονται ή ακολουθούν τις διατάξεις του ν. 1505/1984 για το από 1.1.1984 έως 30.4.1985 χρονικό διάστημα ως εξής: α) Για τις συνολικές θετικές διαφορές μέχρι δραχμές πέντε χιλιάδες (5.000) δε θα παρακρατείται φόρος. β) Για τις διαφορές πάνω από πέντε χιλιάδες (5.000) δραχμές θα παρακρατείται φόρος δέκα τα εκατό (10%) στο καθαρό ποσό του. 2. Οι θετικές διαφορές του χρονικού διαστήματος 1.1.1984 έως 30.4.1985 απαλλάσσονται από το φόρο εισοδήματος σε ποσοστό είκοσι τα εκατό (20%) του καθαρού ποσού τους και θα δηλωθούν με τα εισοδήματα του χρονικού διαστήματος 1.1-31.12.1985 (οικον. έτος 1986), λογιζόμενες ότι αποτελούν εισόδημα που αποκτιέται κατά τη χρήση 1985. 3. Στις ρυθμίσεις των ανωτέρω παραγράφων 1 και 2 υπάγονται επίσης και οι διαφορές που καταβάλλονται τόσο στους μισθωτούς του Δημόσιου Τομέα όσο και στους μισθωτούς των Ν.Π.Δ.Δ., Ν.Π.Ι.Δ., στους εκπαιδευτικούς λειτουργούς της δημοτικής, μέσης γενικής και μέσης επαγγελματικής τεχνικής εκπαίδευσις του ιδιωτικού τομέα καθώς και στο μόνιμο και δόκιμο προσωπικό των Ο.Τ.Α., που προέρχονται από τη φυσιολογική εξέλιξη αυτών, όπως προώθηση σε ανώτερο κλιμάκιο και αύξηση του χρονοεπιδόματος και ανάγονται στο χρονικό διάστημα από 1.1.1984 έως 30.4.1985. 4. Η απόφαση αυτή να κυρωθεί με νόμο. β) “Αριθ. Ε. 5444 Αθήνα, 15 Απριλίου 1986 Θέμα: Παράταση ισχύος των Ε. 11350/1983, Ε. 13177/1985 και Ε. 15934/1985 αποφάσεων του Υπουργού Οικονομικών. ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Έχοντας υπόψη: 1. Τις διατάξεις των Ε. 11350/1983, Ε. 13177/1985 και Ε. 15934/ 1985 αποφάσεων του Υπουργού Οικονομικών. 2. Το γεγονός ότι πολλοί φορολογούμενοι υπέβαλλαν μέχρι τις 31.12.1985, στις αρμόδιες Οικον. Εφορίες, αιτήσεις για την υπαγωγή των εκκρεμών φορολογικών τους υποθέσεων στις διατάξεις των παραπάνω αποφάσεων. 3. Την αδυναμία των Οικον. Εφοριών να ικανοποιήσουν έγκαιρα τις παραπάνω αιτήσεις. Αποφασίζουμε: 1. Παρατείνεται μέχρι και τις 30 Μαΐου 1986 η ισχύς των Ε. 11350/ 1983, Ε. 13177/1985 και Ε. 15934/1985 αποφάσεων του Υπουργού Οικονομικών, για την περαίωση των εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων που αναφέρονται σ`αυτές, εφ` όσον οι φορολογούμενοι μέχρι 31.12.1985 υπέβαλαν σχετική αίτηση, στον αρμόδιο Οικον. Έφορο. 2. Η απόφαση αυτή να κυρωθεί με νόμο. γ) “Αριθ. Ε. 5946 Αθήνα, 28 Απριλίου 1986 ΘΕΜΑ: Διευκολύνσεις για την περαίωση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων με εισοδήματα από ελευθέρια επαγγέλματα. ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Έχοντας υπόψη: 1. Ότι, με τις προϋποθέσεις της απόφασης Ε. 15934/20.11.1985, παρασχέθηκε η δυνατότητα στους ελεύθερους επαγγελματίες να περαιώσουν τις εκκρεμείς φορολογικές τους υποθέσεις, των οικονομικών ετών 1985 και παλαιοτέρων. 2. Ότι, λόγω του περιορισμένου χρόνου ισχύος της πιο πάνω απόφασης, από 20.11.1985 μέχρι 31.12.1985, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι, η κοινοποίηση της απόφασης και της ερμηνευτικής εγκυκλίου προς τις Οικονομικές Εφορίες, ολοκληρώθηκε στο πρώτο δεκαήμερο του Δεκεμβρίου 1985, πολλοί ελεύθεροι επαγγελματίες δεν πρόλαβαν να κάνουν χρήση της, για την περαίωση των υποθέσεών τους. 3. Την ανάγκη περιορισμού των φορολογικών υποθέσεων, οι οποίες εκκρεμούν στις Φορολογικές Αρχές. Αποφασίζουμε 1. Ορίζουμε ότι οι διατάξεις της Ε. 15934/20.11.1985 απόφασής μας εφαρμόζονται από την ημερομηνία έκδοσης της παρούσας μέχρι τις 15 Ιουνίου 1986, για τις ανέλεγκτες χρήσεις των φορολογικών υποθέσεων που αναφέρονται στο άρθρο 1 της Ε. 15934 από 20 Νοεμβρίου 1985 απόφασής μας. 2. Η απόφαση αυτή να κυρωθεί με νόμο. δ) “Αριθ. Ε. 7042 Αθήνα, 23 Μαΐου 1986 ΘΕΜΑ: Αναστολή εφαρμογής διατάξεων-κατάργησης απαλλαγής. ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Έχοντας υπόψη τις διατάξεις του άρθρου 12 του ν. 1591/1986, (ΦΕΚ – Α` 50), Αποφασίζουμε

1. Ορίζουμε ότι, κατ` εξαίρεση των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του ν. 1591/1986 (ΦΕΚ Α` 50), διατηρείται ο ειδικός τρόπος υπολογισμού του φόρου στα εισοδήματα που αποκτούνται στο έτος 1986, από το ιπτάμενο προσωπικό της πολιτικής αεροπορίας, από αμοιβές που καταβάλλονται στους δικαιούχους, ως μέλη πληρώματος εμπορικών αεροσκαφών. 2. Η απόφαση αυτή να κυρωθεί με νόμο. ε) “Αριθ. Ε. 7057 Αθήνα, 27 Μαΐου 1986 ΘΕΜΑ: Τεκμήρια βιωσιμότητας. ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Έχοντας υπόψη: 1. Τις διατάξεις των άρθρων 33β και 47α του ν.δ. 3323/1955, όπως αυτά προστέθηκαν με τις παραγρ. 1 και 2 του άρθρου 9 του ν. 1591/1986 (ΦΕΚ Α` 50). 2. Τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 9 του ν. 1591/1986, Αποφασίζουμε 1. Αν, από οποιοδήποτε λόγο, η άσκηση επιχείρησης ή επαγγέλματος διήρκεσε λιγότερο από 12 μήνες μέσα στο χρόνο, τότε τα ποσά εισοδήματος που αναφέρονται στα άρθρα 33β και 47α του ν.δ. 3323/1955 περιορίζεται ανάλογα. Σ` αυτήν την περίπτωση, χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από 15 ημέρες λογίζεται ολόκληρος μήνας. 2. Προκειμένου για τον ετερόρρυθμο εταίρο που δεν έχει υποβάλει δήλωση έναρξης επαγγέλματος, για τον υπολογισμό της πενταετίας, ως πρώτο έτος θεωρείται εκείνο στο οποίο δημοσιεύτηκε το καταστατικό της ετερόρρυθμης εταιρίας στην οποία μετέχει. 3. Τα εδάφια τρίτο, τέταρτο και πέμπτο της παραγράφου 3 του άρθρου 9 του ν. 1591/1986 αντικαθίσταται, από τότε που ίσχυσαν ως εξής: “Η επίκληση των λόγων αυτών, καθώς και η προσαγωγή των σχετικών αποδεικτικών στοιχείων γίνεται με την προσφυγή η οποία ασκείται από τον φορολογούμενο, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις μέχρι της 31 Δεκεμβρίου του οικείου οικονομικού έτους. Αν ο φορολογούμενος λάβει το εκκαθαριστικό σημείωμα μετά τις 31 Δεκεμβρίου του οικείου οικονομικού έτους, η προσφυγή ασκείται μέσα στις προθεσμίες που ορίζονται στο άρθρο 17 του ν. 4125/1960. Ισχυρισμοί που δεν περιέχονται στην προσφυγή αυτή δεν μπορούν να προβληθούν παραδεκτώς ενώπιον του αρμόδιου διοικητικού πρωτοδικείου, εκτός αν η όψιμη προβολή τους κρίνεται από το διοικητικό πρωτοδικείο αποχρώντος δικαιολογημένη. 4. Η άσκηση προσφυγής κατά τα ανωτέρω δεν αναστέλλει τη βεβαίωση και την είσπραξη του φόρου που οφείλεται. 5. Η απόφαση αυτή να κυρωθεί με νόμο. στ) “Αριθ. Ε. 7514 Αθήνα, 5 Ιουνίου 1986 ΘΕΜΑ: Παράταση ισχύος των Ε. 11350/1983 και Ε. 13177/1985 αποφάσεων του Υπουργού Οικονομικών. ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Έχοντας υπόψη: 1. Τις διατάξεις των Ε. 11350/1983, Ε. 13177/1985 και Ε. 5444/1986 αποφάσεων του Υπουργού Οικονομικών. 2. Το γεγονός ότι πολλοί φορολογούμενοι υπέβαλαν μέχρι τις 31.12.1985, στις αρμόδιες Οικονομικές Εφορίες, αιτήσεις για την υπαγωγή των εκκρεμών φορολογικών τους υποθέσεων στις διατάξεις των παραπάνω αποφάσεων. 3. Την αδυναμία των Οικονομικών Εφοριών να ικανοποιήσουν έγκαιρα τις παραπάνω αιτήσεις. Αποφασίζουμε 1. Η ισχύς των Ε. 11350/83 και Ε. 13177/85 αποφάσεων του Υπουργού Οικονομικών παρατείνεται αφ` ότου έληξε μέχρι και τις 30 Ιουνίου 1986 για την περαίωση των εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων που αναφέρονται σ` αυτές, εφ` όσον οι φορολογούμενοι μέχρι 31.12.1985 υπέβαλαν σχετική αίτηση, στον αρμόδιο Οικονομικό Έφορο.

2. Η απόφαση αυτή να κυρωθεί με νόμο. ζ) “Αριθ. Ε. 7919 Αθήνα, 12 Ιουνίου 1986

ΘΕΜΑ: Διακανονισμός του φόρου εισοδήματος που προκύπτει με βάση τις δηλώσεις αποτελεσμάτων οικον. έτους 1985, που υποβλήθηκαν από Ε.Π.Ε.

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις του άρθρου 16α του ν.δ. 3323/1955, όπως ίσχυαν πριν από την αντικατάστασή τους με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 5 του ν. 1563/1985 (ΦΕΚ Α` 151).

2. Τις διατάξεις του άρθρου 16α του ν.δ. 3323/1955, όπως ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 5 του ν. 1563/1985 (Φ.Ε.Κ. Α` 151).

3. Τις διατάξεις της περίπτωσις α` της παραγράφου 49 του ν. 1563/ 1985 (ΦΕΚ Α` 151).

4. Τις διατάξεις της περίπτωσης α` της παραγράφου 4 του άρθρου 31 του ν.δ. 3323/1955. 5. Την ανάγκη συμψηφισμού του φόρου που καταβλήθηκε από εταιρίες περιορισμένης ευθύνης, με βάση τη δήλωση αποτελεσμάτων του οικον. έτους 1985, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 16α του ν.δ. 3323/ 1955, όπως ίσχυαν πριν απο την αντικατάστασή τους από τις διατάξεις της παραγρ. 2 του άρθρου 5 του ν. 1563/1985.

6. Την ανάγκη αποφυγής περαιτέρω βεβαίωσις φόρου στο όνομα εταιρίας περιορισμένης ευθύνης για το οικον. έτος 1985,

Αποφασίζουμε

1. Αν στην ετήσια δήλωση φορολογίας εισοδήματος οικονομικού έτους 1986 και επομένων, την οποία υποβάλλει το υπόχρεο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, περιλαμβάνονται κέρδη από μερίδια εταιρίας περιορισμένης ευθύνης που έχουν φορολογηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 16α του ν.δ. 3323/1955, όπως ίσχυαν πριν από την αντικατάστασή τους με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 5 του ν. 1563/1985 (ΦΕΚ Α` 1512), με βάση δηλώσεις αποτελεσμάτων που έχουν υποβληθεί μέχρι σήμερα ή πράξεις προσδιορισμού αποτελεσμάτων που είχαν οριστικοποιηθεί μέχρι τις 31 Ιανουαρίου 1986, ο φόρος που αντιστοιχεί σ’ αυτά τα κέρδη συμψηφίζεται με το φόρο που προκύπτει στο συνολικό εισόδημα του υπόχρεου και το τυχόν πιστωτικό υπόλοιπο που τελικά απομένει επιστρέφεται στους δικαιούχους.

2. Αν για τις περιπτώσεις της προηγούμενης παραγράφου, οι οικείες δηλώσεις έχουν εκκαθαριστεί από το ΜΗΚΥΟ χωρίς να γίνει ο συμψηφισμός του οικείου φόρου, η αρμόδια Υπηρεσία προβαίνει σε νέα εκκαθάριση αυτών των δηλώσεων. Τα ποσά της τυχόν οφειλής που βεβαιώθηκαν με βάση την αρχική εκκαθάριση διαγράφονται και αν τυχόν, αυτά ή τμήμα τους έχει καταβληθεί, ολόκληρο το ποσό ή το τμήμα τους, κατά περίπτωση επιστρέφεται στους δικαιούχους, εφ` όσον δεν οφείλουν ληξιπρόθεσμες οφειλές. Η οφειλή που προκύπτει με βάση τη νέα εκκαθάριση αυτών των δηλώσεων καταβάλλεται σε δόσεις, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, από τις οποίες οι δύο πρώτες καταβάλλονται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα, για τις δημόσιες υπηρεσίες, του μήνα Ιουλίου 1986. Ότι καταβάλλουν ολόκληρο το ποσό της πιο πάνω οφειλής που βεβαιώθηκε με βάση την εμπρόθεσμη δήλωση τους, έχουν δικαίωμα έκπτωσις 10% στο ποσό που οφείλουν. 3. Προκειμένου για εταιρία περιορισμένης ευθύνης με υπερδωδεκάμηνη διαχείριση, εφ` όσον έκλεισε διαχείριση την 31.12.1985, για την δήλωσή της, που αφορά το χρονικό διάστημα μέχρι 31.12.1984, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 16α του ν.δ. 3323/1955, όπως ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους με τις διατάξεις της παραγρ. 2 του άρθρου 5 του αν. 1563/1985.

4. Αν η εταιρεία περιορισμένης ευθύνης δεν έχει υποβάλει την οικεία δήλωση αποτελεσμάτων οικον. έτους 1985, εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου.

5. Οι διατάξεις των παραγράφων 3, 4, 5 και 7 του άρθρου 16α του ν.δ. 3323/1955, όπως ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 5 του ν. 1563/1985, εφαρμόζονται για τα αποτελέσματα των Ε.Π.Ε. από 1.1-31.12.1984.

6. Στην περίπτωση που δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 1 της παρούσας, τυχόν ποσά φόρου, των πιο πάνω 3 και 5 παραγράφων, που έχουν ήδη βεβαιωθεί διαγράφονται και τα τυχόν καταβληθέντα ποσά επιστρέφονται στο νομικό πρόσωπο που κατέβαλε, εφ` όσον δεν οφείλει ληξιπρόθεσμες οφειλές.

7. Κατά την νέα εκκαθάριση αυτών των δηλώσεων από το ΜΗΚΥΟ θα γίνεται συμψηφισμός, χωρίς περιορισμό λόγω ύψους, χρεωστικών και πιστωτικών υπολοίπων.

8. Η απόφαση αυτή να κυρωθεί με νόμο. η) “Αριθ. Ε. 12574 Αθήνα, 29 Σεπτεμβρίου 1986

ΘΕΜΑ: Απαλλαγή από το φόρο εισοδήματος και τα τέλη χαρτοσήμου των οικονομικών ενισχύσεων που καταβάλλονται σε μισθωτούς, για την αντιμετώπιση των εκτάκτων αναγκών τους, λόγω των σεισμών που έπληξαν τη Μεσσηνία.

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις έκτακτες οικονομικές ανάγκες που δημιουργήθηκαν λόγω των σεισμών που έπληξαν τη Μεσσηνία.

2. Την κατεπείγουσα ανάγκη οικονομικής ενίσχυσης των εργαζομένων στην παραπάνω πληγείσα περιοχή.

Αποφασίζουμε:

1. Ορίζουμε ότι δε θεωρούνται εισόδημα και δεν υπόκεινται σε φόρο τα ποσά των πάσης φύσεως οικονομικών ενισχύσεων (εκτός από δάνεια και προκαταβολές) τα οποία καταβάλλονται, οικειοθελώς, από 14.9.86-31.12.86 σε μισθωτούς, από εργοδότες, που έχουν επαγγελματική εγκατάσταση στις σεισμόπληκτες περιοχές του νομού Μεσσηνίας, για την αντιμετώπιση των εκτάκτων αναγκών τους, που δημιουργήθηκαν λόγω των σεισμών που έπληξαν αυτές τις περιοχές.

2. Οι πιο πάνω οικονομικές ενισχύσεις απαλλάσσονται από τα τέλη χαρτοσήμου.

3. Η παρούσα να κυρωθεί με νόμο. θ) “Αριθ. Ε. 13155 Αθήνα, 14 Οκτωβρίου 1986

ΘΕΜΑ: Έλεγχος βιβλίων και στοιχείων επιτηδευματιών.

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις του άρθρου 59 του ν.δ. 3323/1955, περί της ελεγκτικής εξουσίας του Οικονομικού Εφόρου και της καθιέρωσης του δειγματοληπτικού ελέγχου των φορολογικών δηλώσεων.

2. Τις διατάξεις του άρθρου 45 του Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων (π.δ. 99/1977) περί των δικαιωμάτων του Οικονομικού Εφόρου.

3. Την ανάγκη για πιο αποτελεσματικό έλεγχο των βιβλίων και στοιχείων των επιτηδευματιών και συντόμευση των ελεγκτικών επαληθεύσεων.

Αποφασίζουμε

1. Ο Οικονομικός Έφορος ή ο οριζόμενος από αυτόν υπάλληλος, προκειμένου να ενεργήσει ελεγκτικές επαληθεύσεις, για να διαπιστώσει την ακρίβεια των δεδομένων των βιβλίων και των στοιχείων επιτηδευματία δικής του αρμοδιότητας, δικαιούται να ελέγχει τα βιβλία και τα στοιχεία άλλου επιτηδευματία αρμοδιότητας άλλου Οικονομικού Εφόρου που έχει την έδρα του στην ίδια πόλη ή στον ίδιο νομό.

2. Ο έλεγχος του άλλου επιτηδευματία πραγματοποιείται μετά από έγγραφη εντολή και περιορίζεται στη διαδικασία διασταύρωσης στοιχείων που φέρεται ως εκδότης, ή λήπτης αυτών, με τα δεδομένα βιβλίων και των στοιχείων του.

3. Οι διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 45 του Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων δεν έχουν εφαρμογή στην περίπτωση του ελέγχου αυτού.

4. Για την εφαρμογή της απόφασης αυτής, οι νομοί Αττικής και Πειραιά θεωρούνται σαν ένας νομός.

5. Η απόφαση αυτή να κυρωθεί με νόμο. “Αριθ. Ε. 14245

Αθήνα, 31 Οκτωβρίου 1986

ΘΕΜΑ: Καθορισμός ποσοστού καθαρού κέρδους στο ακαθάριστο εισόδημα από την εκμετάλλευση γεωργικών επιχειρήσεων ανθοπαραγωγής.

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγρ. 3 του άρθρου 39 του ν.δ. 3323/1955 (ΦΕΚ Α` 214) “περί φορολογίας εισοδήματος”, όπως αυτές ισχύουν.

2. Τις ειδικές συνθήκες παραγωγής και διάθεσης των ανθέων, οι οποίες επηρεάζουν μειωτικά το καθαρό εισόδημα, της κατηγορίας αυτής των γεωργικών επιχειρήσεων,

Αποφασίζουμε

1. Ορίζουμε σε ποσοστό οκτώ τα εκατό (8%) το μοναδικό συντελεστή καθαρού κέρδους που εφαρμόζεται, κατά τον εξωλογιστικό προσδιορισμό των καθαρών κερδών των γεωργικών επιχειρήσεων που παράγουν άνθη, εφ` όσον διαθέτουν αυτά μέσω των ανθαγορών που υπάγονται στην 223904 από 8.4.1985 απόφαση των Υπουργών Γεωργίας και Εμπορίου. Ο συντελεστής αυτός επιβάλλεται στο ποσό των ακαθάριστων εσόδων των γεωργικών αυτών επιχειρήσεων, όπως αυτά προσδιορίζονται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, μετά την αφαίρεση του απαλλασσόμενου ακαθαρίστου εισοδήματος που προβλέπουν οι διατάξεις της περίπτωσης Δ` της παραγρ. 1 του άρθρου 7 του ν.δ. 3323/1955, όπως αυτές ισχύουν.

2. Οι διατάξεις της παραγρ. 3 του άρθρου 39 του ν.δ. 3323/1955 δεν εφαρμόζονται για τον προσδιορισμό των καθαρών κερδών των επιχειρήσεων της προηγούμενης παραγράφου.

3. Η απόφαση αυτή, η οποία ισχύει από το οικον. έτος 1987, να κυρωθεί με νόμο. ια) “Αριθ. Ε. 14861 Αθήνα, 13 Νοεμβρίου 1986 ΘΕΜΑ: Υποβολή προσωρινών δηλώσεων απόδοσης φόρων, τελών κ.λπ. βάσει των παραγράφων 1 άρθρου 44,4 άρθρου 48 και 4 άρθρου 48α του ν.δ. 3323/1955 και της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του α.ν. 843/1948 των περιοχών του νομού Μεσσηνίας μέχρι 28 Νοεμβρίου 1986.

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 44, του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 4 του άρθρου 48 και της παραγράφου 4 του άρθρου 48α του ν.δ. 3323/1955.

2. Τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του α.ν. 843/1948.

3. Τις συνθήκες που δημιουργήθηκαν λόγω των σεισμών που έπληξαν τη Μεσσηνία.

4. Την ανάγκη αποκατάστασης ομαλής οικονομικής ζωής στην πιο πάνω περιοχή,

Αποφασίζουμε:

1. Προσωρινές δηλώσεις απόδοσης του φόρου που παρακρατήθηκε στις αμοιβές του τρίτου τριμήνου του έτους 1986 των μισθωτών και συνταξιούχων, των ελεύθερων επαγγελματιών, στους μισθούς των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου ανώνυμων εταιριών, στους μισθούς ή οποιαδήποτε άλλη απολαβή σε χρήμα των εταίρων, εταιριών περιορισμένης ευθύνης που θεωρούνται ως εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις, στις προμήθειες, μεσιτείες, αμοιβές ή άλλες κάθε είδους παροχές μη έμμισθης υπηρεσίας, ενοίκια αυτοκινήτων, μηχανημάτων ή άλλων κινητών πραγμάτων, στις επιδοτήσεις, στις οικονομικές ενισχύσεις και επιστροφής φόρων, δασμών, τελών και τόκων, καθώς και του φόρου του άρθρου 5 του α.ν. 843/1948, υποβαλλόμενες μέχρι 28 Νοεμβρίου 1986 από τους υπόχρεους υποβολής των πιο πάνω δηλώσεων που έχουν την επαγγελματικής τους εγκατάσταση στις σεισμόπληκτες περιοχές του νομού Μεσσηνίας, λογίζουν εμπρόθεσμες. 2. Η απόφαση αυτή να κυρωθεί με νόμο. ιβ) “Αριθ. Ε. 15684 Αθήνα, 28 Νοεμβρίου 1986 ΘΕΜΑ: Καταβολή οφειλής σε περίπτωση καθυστερημένης βεβαίωσης φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων. ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Έχοντας υπόψη: 1. Τις διατάξεις του άρθρου 10 του ν.δ. 3323/1955, όπως ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους με το άρθρο 3 του ν. 1591/1986 (ΦΕΚ Α` 50). 2. Τις διατάξεις του άρθρου 9 του ν.δ. 4242/1962, όπως ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους με το άρθρο 4 του ν.δ. 328/1974 (ΦΕΛΚ Α` 56). 3. Τις διατάξεις του άρθρου 5 του ν.δ. 356/1974, όπως ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους με το άρθρο 50 του ν. 1591/1986 (ΦΕΚ Α` 50). 4. Την άμεση και επιτακτική ανάγκη βελτίωσης της διαδικασίας βεβαίωσης και είσπραξης της οφειλής που προκύπτει κατά την εκκαθάριση των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος όταν η βεβαίωση του φόρου γίνεται από το μήνα Νοέμβριο του οικείου οικον. έτους και μετά, Αποφασίζουμε 1. Σε περίπτωση βεβαίωσης οφειλής φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων από το μήνα Νοέμβριο του οικείου οικον. έτους και μετά, η καταβολή του ποσού της γίνεται σε τέσσερις ίσες μηνιαίες δόσεις από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου από τη βεβαίωσή της μήνα και οι επόμενες μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα για τις δημόσιες υπηρεσίες καθενός από τους επόμενους μήνες. 2. Στην περίπτωση της προηγούμενης παραγράφου, οι φορολογούμενοι δικαιούνται έκπτωση ποσοστού 10% στο ποσό της οφειλής που καταβάλλουν εφάπαξ, μέσα στην προθεσμία καταβολής της πρώτης δόσης, εφ` όσον αυτή προκύπτει με βάσει την εμπρόθεσμη δήλωσή τους και για βεβαιώσεις που γίνονται μέχρι το μήνα Οκτώβριο του επόμενου οικονομικού έτους. 3. Από την έναρξη ισχύος της παρούσας καταργείται η περίπτωση β` του άρθρου 92 το ν. 1041/1980. 4. Οι διατάξεις της απόφασης αυτής, η οποία θα κυρωθεί με νόμο, εφαρμόζονται από το οικον. έτος 1986 και μετά, ειδικώς για τις υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων των αντίστοιχων οικονομικών ετών, κατά περίπτωση. ιγ) “Αριθ. Ε. 16149 Αθήνα, 10 Δεκεμβρίου 1986 ΘΕΜΑ: Φορολογική απαλλαγή των εφάπαξ βοηθημάτων που χορηγούνται σύμφωνα με τους ν. 4153/19161, α.ν. 513/1968, ν. 103/1975 και ν. 303/ 1976. ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Έχοντας υπόψη: 1. Τις διατάξεις της περίπτωσης γ` της παραγράφου 3 του άρθρου 40 του ν.δ. 3323/55. 2. Τις διατάξεις των ν. 4153/1961, α.ν. 513/1968, ν. 103/1975 και ν. 303/1976. 3. Την ταυτότητα του λόγου για την οποία δε θεωρείται εισόδημα και δεν υπόκειται σε φόρο η εφάπαξ παροχή που καταβάλλεται από τα Ταμεία Πρόνοιας και τους λοιπούς Ασφαλιστικούς Οργανισμούς στους ασφαλισμένους ή στις οικογένειές τους. Αποφασίζουμε 1. Ορίζουμε ότι οι διατάξεις της περίπτωσης γ` της παραγράφου 3 του άρθρου 40 του ν.δ. 3323/55 ισχύουν ανάλογα και στα εφάπαξ βοηθήματα που χορηγούνται σύμφωνα με τους ν. 4153/1961, α.ν. 513/1968, ν. 103/ 1975 και ν. 303/1976. 2. Η ισχύς της παρούσας αρχίζει από τότε που άρχισε η ισχύς των διατάξεων της παραγράφου 7 του άρθρου 2 του ν. 1249/1982. 3. Η απόφαση αυτή να κυρωθεί με νόμο. ιδ) “Αριθ. Ε. 325/8 Αθήνα, 7 Ιανουαρίου 1987 ΘΕΜΑ: Κατάργηση υποχρέωσης παρακράτησης φόρου εισοδήματος στα καταβαλλόμενα ποσά των επιδοτήσεων και οικονομικών ενισχύσεων. ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη: 1. Τις διατάξεις του άρθρου 48α του ν.δ. 3323/1955 που προστέθηκαν με την παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 1591/1986. 2. Το γεγονός ότι με τις διατάξεις της παρ. 25 του άρθρου 13 του π.δ. 99/1977 “Περί Κώδικος Φορολογικών Στοιχείων”, οι οποίες προστέθηκαν με την παρ. 7 του άρθρου 7 του π.δ. 356/6.10.1986, καθιερώθηκε από 1.1.1987 υποχρέωση έκδοσης θεωρημένης διπλότυπης απόδειξης από τους επιτηδευματίες φυσικά ή νομικά πρόσωπα που εισπράττουν επιδοτήσεις και οικονομικές ενισχύσεις. Αποφασίζουμε 1. Η προβλεπόμενη από τις διατάξεις του άρθρου 48α, του ν.δ. 3323/ 1955 υποχρέωση παρακράτησης φόρου εισοδήματος 10% από τις δημόσιες υπηρεσίες, νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τράπεζες και πιστωτικούς οργανισμούς που καταβάλλουν σε επιχειρήσεις επιδοτήσεις, οικονομικές ενισχύσεις και επιστροφές φόρων, δασμών, τελών και τόκων καταργείται από 1.1.1987 και εφεξής. Η κατάργηση της υποχρέωσης παρακράτησης φόρου εισοδήματος αφορά κάθε καταβολή ποσού που γίνεται σε δικαιούχους από την ημερομηνία αυτή και μετά, ανεξάρτητα αν τα καταβαλλόμενα ποσά αφορούν εξαγωγές προϊόντων του έτους 1986 ή προηγούμενων ετών. Τυχόν παρακρατηθέντα ποσά μετά την 1.1.1987 επιστρέφονται στους δικαιούχους. 2. Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και θα κυρωθεί με νόμο. ιε) “Αριθ. Ε. 618 Αθήνα, 15 Ιανουαρίου 1987 ΘΕΜΑ: Παράταση της προθεσμίας υποβολής των προσωρινών δηλώσεων απόδοσης φόρων, τελών κ.λ.π. βάσει των παραγράφων 1 του άρθρου 44,4 άρθρου 48 και 4 άρθρου 48α του ν.δ. 3323/1955 και της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του α.ν. 843/1948. ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Έχοντας υπόψη: 1. Τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 44, του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 4 του άρθρου 48 και της παραγράφου 4 του άρθρου 48α του ν.δ. 3323/1955. 2. Τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του α.ν. 843/1948. 3. Την 24ωρη απεργία της 15 Ιανουαρίου 1987, που κήρυξαν η Α.Δ.Ε.Δ.Υ. και η Γ.Σ.Ε.Ε., αποφασίζουμε: 1. Παρατείνουμε μέχρι και της 16 Ιανουαρίου 1987 την προθεσμία υποβολής των προσωρινών δηλώσεων απόδοσης του φόρου που παρακρατήθηκε στις αμοιβές του τέταρτου τριμήνου του έτους 1986 των μισθωτών και συνταξιούχων, των ελεύθερων επαγγελματιών, στους μισθούς των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου ανώνυμων εταιριών, στους μισθούς ή οποιαδήποτε άλλη απολαβή σε χρήμα των εταίρων εταιριών περιορισμένης ευθύνης που θεωρείται ως εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις, στις προμήθειες, μεσιτείες, αμοιβές ή άλλες κάθε είδους παροχές μη έμισθες υπηρεσίες, ενοίκια αυτοκινήτων, μηχανημάτων ή άλλων κινητών πραγμάτων, στις επιδοτήσεις, στις οικονομικές ενισχύσεις και επιστροφές φόρων, δασμών, τελών και τόκων, καθώς και του φόρου του άρθρου 5 του α.ν. 843/1948. 2. Η απόφαση αυτή να κυρωθεί με νόμο. ιστ) “Αριθ. Ε. 3852 Αθήνα, 9 Μαρτίου 1987 ΘΕΜΑ: Παράταση προθεσμιών για την υποβολή δηλώσεων, ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Έχοντας υπόψη την κατάσταση που δημιουργήθηκε λόγω των δυσμενών καιρικών συνθηκών που επικρατούν στη χώρα, αποφασίζουμε: 1. Παρατείνουμε μέχρι 13 Μαρτίου 1987 τις προθεσμίες υποβολής δηλώσεων και καταβολής φόρου εισοδήματος, τελών χαρτοσήμου, πλοίων, φόρων καταναλώσεως και φόρων υπέρ τρίτων, που λήγουν στις 10 Μαρτίου 1987. Ειδικώς, η προθεσμία υποβολής της εκκαθαριστικής δήλωσης απόδοσης του φόρου μισθωτών υπηρεσιών, παρατείνεται μέχρι της 16 Μαρτίου 1987. 2. Η απόφαση αυτή να κυρωθεί με νόμο

ιζ) “Αριθ. Ε. 3915 Αθήνα, 10 Μαρτίου 1987 ΘΕΜΑ: Έκπτωση από το συνολικό καθαρό εισόδημα μισθωτού ή συνταξιούχου των ποσών των κρατήσεων από μισθούς ή συντάξεις, καθώς και των καταθέσεων στις Τράπεζες ή στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, εφ` όσον το προϊόν τους διαθέτεται για την αρωγή σεισμοπαθών ή πλημμυροπαθών. ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Έχοντας υπόψη: 1. Τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 8 του ν.δ. 3323/1955. 2. Την κατάσταση που δημιουργήθηκε από τους σεισμούς της Καλαμάτας αλλά και για την πάγια αντιμετώπιση παρόμοιων εκτάκτων καταστάσεων που θα δημιουργηθούν στο μέλλον. Αποφασίζουμε 1. Από το συνολικό καθαρό εισόδημα του μισθωτού ή συνταξιούχου εκπίπτουν τα ποσά των κρατήσεων που βαρύνουν το μισθό ή τις συντάξεις του δικαιούχου, εφ` όσον αυτές καταβάλλονται στις συνδικαλιστικές οργανώσεις που λειτουργούν σύμφωνα με το νόμο, καθώς και τα ποσά που καταθέτονται από τα πρόσωπα αυτά σε λογαριασμούς που έχουν ανοιχθεί σε Τράπεζες που λειτουργούν στην Ελλάδα, στο ταχυδρομικό ταμιευτήριο και στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, εφ` όσον, στις περιπτώσεις αυτές, το προϊόν που σχηματίζεται διαθέτεται αποκλειστικά στην ημεδαπή, σε συνεργασία με δημόσιες υπηρεσίες, για την αρωγή σεισμοπαθών ή πλημμυροπαθών ή δωρίζονται αυτούσιο ή σε “είδος” στο Δημόσιο, σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και σε ιερούς ναούς, για την αποκατάσταση ή την παροχή βοήθειας σε σεισμοπαθείς ή πλημμυροπαθείς. 2. Τα πιο πάνω ποσά εκπίπτουν από το εισόδημα που αποκτήθηκε στο χρόνο διενέργειας των εισφορών ή των κρατήσεων ή των καταθέσεων. 3. Για τη διενέργεια των πιο πάνω εκπτώσεων απαιτείται βεβαίωση της οικείς συνδικαλιστικής οργάνωσης ή της Τράπεζας ή του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου, ή του Ταμείου Παρ/κών και Δανείων, κατά περίπτωση. 4. Η απόφαση αυτή, που ισχύει για τις παραπάνω δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν από 1 Ιανουαρίου 1986 και μετά, να κυρωθεί με νόμο. 2. Κυρώνονται και έχουν ισχύ από τότε που εκδόθηκαν οι αποφάσεις Κ. 3350/65/9.5.1986, Κ. 2091/24/20.5.1986 Κ. 5192/65/14.7.1986, Κ. 6437/ 151/28.8.1986, Κ. 7317/166/3.10.1986, Κ. 2061/38/18.3.1987 και Κ. 2062/37/18.3.1987, οι οποίες έχουν ως εξής: α) “Αριθ. πρωτ. Κ. 3350/65 Αθήνα, 9 Μαΐου 1986 ΘΕΜΑ: Παροχή διευκολύνσεως για την περαίωση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων μεταβίβασης ακινήτων με αντάλλαγμα ή αιτία θανάτου, δωρεάς-γονικής παροχής ή προίκας, που βρίσκονται στις περιοχές των δήμων και κοινοτήτων του πολεοδομικού συγκροτήματος Θεσσαλονίκης. ΑΠΟΦΑΣΗ ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Έχοντας υπόψη: 1. Την εφαρμογή του συστήματος του αντικειμενικού προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας των μεταβιβαζομένων ακινήτων και στις περιοχές των δήμων και κοινοτήτων του πολεοδομικού συγκροτήματος Θεσσαλονίκης, που παρέχει τη δυνατότητα εκκαθάρισης και των εκκρεμών υποθέσεων με σκοπό την άρση κάθε αντιδικίας με τους φορολογουμένους και την παγίωση της εμπιστοσύνης των πολιτών προς το Κράτος. 2. Την ανάγκη σύντομης περαίωσης των φορολογικών υποθέσεων μεταβίβασης ακινήτων με αντάλλαγμα ή αιτία θανάτου, δωρεάς-γονικής παροχής ή προίκας των πιο πάνω περιοχών, που εκκρεμούν στις φορολογικές αρχές και τα Διοικητικά Πρωτοδικεία, με το αντικειμενικό σύστημα. 3. Την ανάγκη παροχής διευκολύνσεων στους φορολογουμένους για την εκπλήρωση των φορολογικών υποχρεώσεων τους από τη μεταβίβαση ακινήτων των περιοχών αυτών. Αποφασίζουμε Άρθρο 1

1. Για υποθέσεις μεταβίβασης ακινήτων με αντάλλαγμα ή αιτία θανάτου, δωρεάς-γονικής παροχής ή προίκας, που βρίσκονται εντός σχεδίου στις περιοχές των δήμων Θεσσαλονίκης, Αμπελοκήπων, Ελευθερίου, Ευόσμου, Καλαμαριάς, Νέας Μαινεμένης, Νεάπολης, Πολίχνης, Πυλαίας, Σταυρούπολης, Συκεών, Τριανδρίας, και των κοινοτήτων Αγ. Παύλου, Νέας Ευκαρπίας, Πανοράματος του πολεοδομικού συγκροτήματος Θεσσαλονίκης, οι οποίες εκκρεμούν ενώπιον των φορολογικών αρχών κατά την έκδοση της απόφασης αυτής, οι υπόχρεοι μπορούν να αποδεχθούν ως φορολογητέα αξία, εκείνη που προκύπτει αντικειμενικά με εφαρμογή της Κ. 2242/45/ 26.3.1986 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών, εφ` όσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε το έτος 1985 και από 1.1. μέχρι και 31.3.1986 και μειωμένη κατά ποσοστό: α) 3%, εφ` όσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε το έτος 1984, β) 8%, εφ` όσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε το έτος 1983, γ) 13%, εφ` όσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε το έτος 1982 και δ) 18%, εφ` όσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε το μέχρι και 31.12.1981. Για την αποδοχή της φορολογητέας αυτής αξίας υποβάλλεται από τον υπόχρεο στον αρμόδιο οικονομικό έφορο, εντός ανατρεπτικής προθεσμίας, που αρχίζει από 12.5.1986 και λήγει 31.8.1986, η οικεία φορολογική δήλωση, στην οποία επισυνάπτονται και τα αντίστοιχα φύλλα υπολογισμού της αξίας των ακινήτων. 2. Με την υποβολή της φορολογικής δήλωσης, κατά την προηγούμενη παράγραφο, επέρχεται εξώδικη λύση της διαφοράς, υπό τον όρο ότι όλα τα προβλεπόμενα στο φύλλο υπολογισμού της αξίας του ακινήτου στοιχεία είναι ειλικρινή. Σε περίπτωση που από τον έλεγχο του οικονομικού εφόρου διαπιστωθεί ανακρίβεια των στοιχείων τούτων, εφαρμόζονται οι διατάξεις της δεύτερης περιόδου του τέταρτου εδαφίου και οι διατάξεις του πέμπτου εδαφίου της παραγράφου 6 του άρθρου 41 του νόμου 1249/1982, όπως τούτο προστέθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 14 του νόμου 1473/1984. 3. Αν η αξία του ακινήτου που δηλώθηκε με την αρχική δήλωση, είναι μεγαλύτερη εκείνης που προκύπτει με τη δήλωση της παραγράφου 1 του άρθρου 1 της απόφασης αυτής, η φορολογική υπόθεση, με την επιφύλαξη των διατάξεων του δευτέρου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου, περαιώνεται ως ειλικρινής με βάση την αξία της αρχικής δήλωσης. 4. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται αναλόγως και στις υποθέσεις για τις οποίες, κατά την έκδοση της παρούσας απόφασης, έχει ασκηθεί εμπρόθεσμη προσφυγή και εκκρεμούν σε πρώτο βαθμό ενώπιον των Διοικητικών Πρωτοδικείων, εφ` όσον δεν έχουν συζητηθεί στην ουσία τους κατά το χρόνο της υποβολής της δήλωσης αποδοχής της κατά την παράγραφο 1 φορολογητέας αξίας. Για τις υποθέσεις αυτές οι υπόχρεοι, κατά την υποβολή της φορολογικής δήλωσης στον αρμόδιο οικονομικό έφορο, πρέπει να προσκομίσουν βεβαίωση του Γραμματέα του Διοικητικού Πρωτοδικείου στο οποίο εκκρεμεί η υπόθεση, ότι η υπόθεση εκκρεμεί σε πρώτο βαθμό και δεν έχει συζητηθεί στην ουσία της. Η βεβαίωση αυτή μπορεί να αναγραφεί και πάνω στη φορολογική δήλωση που θα υποβληθεί. Ο οικονομικός έφορος, μόλις του υποβληθεί η φορολογική δήλωση, γνωστοποιεί τούτο, χωρίς καμία καθυστέρηση, στο Διοικητικό Πρωτοδικείο, οπότε, ως προς το ακίνητο για το οποίο έγινε η δήλωση, η δίκη καταργείται και ο φάκελος επαναφέρεται στην αρμόδια φορολογική αρχή. Σε περίπτωση που η προσφυγή αφορά και άλλα περιουσιακά στοιχεία, εκτός από τα ακίνητα για τα οποία υποβλήθηκε η φορολογική δήλωση, ο φάκελος παραμένει στο δικαστήριο και η δίκη συνεχίζεται ως προς αυτά. 5. Οι υπόχρεοι που θα υποβάλουν την κατά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου φορολογική δήλωση απαλλάσσονται από την καταβολή οποιουδήποτε πρόσθετου φόρου, προστίμου ή άλλης κύρωσης. Ο φόρος μεταβίβασης ακινήτων, που προκύπτει με τη δήλωση αυτή, καταβάλλεται σε οκτώ (8) ισόποσες άτοκες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται με την υποβολή της δήλωσης. Προκειμένου περί φόρων κληρονομιών, δωρεών-γονικών παροχών ή προικών η καταβολή γίνεται σε δόσεις, όπως ορίζεται από τη διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 18 του ν. 1473/1984, εφαρμοζόμενων κατά τα λοιπά των ισχυουσών διατάξεων.

Άρθρο 2

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και θα κυρωθεί με νόμο. β) “Κ 2091/24 Αθήνα, 20 Μαΐου 1986 ΘΕΜΑ: Χρόνος υποβολής δήλωσης Φ.Μ.Α. σε αναγκαστικό πλειστηριασμό ακινήτου με μηχανήματα, που αποτελούν συστατικά του, στις περιοχές, που ισχύει ο αντικειμενικός προσδιορισμός. ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Έχοντας υπόψη: 1. Τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 7 του ν. 1587/1950 “περί φόρου μεταβιβάσεως ακινήτων”, όπως ισχύουν. 2. Το άρθρο 41 του ν. 1249/82 “Διαρρυθμίσεις στην άμεση και έμμεση φορολογία, μισθολογικά θέματα και άλλες διατάξεις”, όπως ισχύει, και τις Κ. 9821/187/21.12.1984, Κ. 1919″ 18/12.3.86 και Κ. 2242/45/26.3.86 αποφάσεις μας, που εκδόθηκαν κατ` εξουσιοδότησή του. 3. Τη διενέργεια εκτίμησης των μηχανημάτων και κατασκευών, που αποτελούν συστατικά ακινήτων, τα οποία εκπλειστηριάζονται στις περιοχές, όπου ισχύει ο αντικειμενικός τρόπος προσδιορισμού της αξίας τους. Αποφασίζουμε 1) Στις περιπτώσεις και μόνο αναγκαστικού πλειστηριασμού ακινήτων, που βρίσκονται στις περιοχές, όπου εφαρμόζεται ο αντικειμενικός τρόπος προσδιορισμού της αξίας τους, στα οποία υπάρχουν μηχανήματα και κατασκευές, που αποτελούν συστατικά τους, η δήλωση φόρου μεταβίβασης υποβάλλεται στον αρμόδιο Οικον. Έφορο, μέσα σε προθεσμία δέκα (10) ημερών από την κατάρτιση της έκθεσης εκτίμησης των μηχανημάτων και λοιπών κατασκευών, που αποτελούν συστατικά των ακινήτων αυτών, από την αρμόδια Υπηρεσία του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και πάντως πριν από τη σύνταξη της περίληψης της κατακυρωτικής έκθεσης. 2) Για τις υποθέσεις που έχουν ήδη υποβληθεί εκπρόθεσμες δηλώσεις φόρου μεταβίβασης για τις παραπάνω περιπτώσεις δεν οφείλεται πρόσθετος φόρος εκπροθέσμου. Ο πρόσθετος αυτός φόρος, που τυχόν βεβαιώθηκε ή καταβλήθηκε εκπίπτει ή επιστρέφεται κατά περίπτωση. 3) Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και θα κυρωθεί με νόμο. γ) “Κ. 5192/65 Αθήνα, 14 Ιουλίου 1986

ΘΕΜΑ: Παροχή διευκολύνσεων για την περαίωση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων μεταβίβασης ακινήτων με αντάλλαγμα ή αιτία θανάτου, δωρεάς-γονικής παροχής ή προίκας. ΑΠΟΦΑΣΗ ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Έχοντας υπόψη: 1. Την ανάγκη σύντομης περαίωσης, με αντικειμενικό τρόπο, των φορολογικών υποθέσεων μεταβίβασης ακινήτων με αντάλλαγμα η αιτία θανάτου, δωρεάς-γονικής παροχής ή προίκας, που εκκρεμούν στις φορολογικές αρχές και τα Διοικητικά Πρωτοδικεία. 2. Την ανάγκη παροχής διευκολύνσεων στους φορολογουμένους για την εκπλήρωση των φορολογικών υποχρεώσεών τους από τη μεταβίβαση ακινήτων, Αποφασίζουμε

Άρθρον 1

1. Για υποθέσεις φορολογίας μεταβίβασης ακινήτων, εκτός εκείνων που βρίσκονται εντός σχεδίου στο Πολεοδομικό συγκρότημα Θεσσαλονίκης για τα οποία εφαρμόζεται το σύστημα του αντικειμενικού προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας τους, οι οποίες εκκρεμούν ενώπιον των φορολογικών αρχών κατά την έκδοση της απόφασης αυτής και για τις οποίες η φορολογική ενοχή γεννήθηκε μέχρι και την 31.12.1985, οι υπόχρεοι μπορούν να αποδεχθούν την αξία που προσωρινά έχει προσδιορίσει ο Οικονομικός Έφορος στην αρχική τους δήλωση, μειωμένη κατά ποσοστό δεκαπέντε τοις εκατό (15%). Η αποδοχή αυτή μπορεί να γίνει μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία που αρχίζει από 16 Ιουλίου 1986 και λήγει 30 Σεπτεμβρίου 1986, οπότε επέρχεται εξώδικη λύση της διαφοράς, υπό τον όρο ότι όλα τα προβλεπόμενα στην αρχική δήλωση στοιχεία είναι ειλικρινή. Σε περίπτωση που τα στοιχεία της αρχικής δήλωσης είναι ανακριβή, εφαρμόζονται οι οικείες διατάξεις του νόμου 1587/1950, όπως ισχύουν. 2. Σε περίπτωση που η προσωρινή αξία, μετά τη μείωσή της κατά 15% είναι μικρότερη εκείνης που με την αρχική δήλωση είχε δηλωθεί και με την επιφύλαξη της διάταξης του τρίτου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου, η φορολογική υπόθεση περαιώνεται ως ειλικρινής με βάση την αξία της αρχικής δήλωσης. 3. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων, εφαρμόζονται αναλόγως και στις υποθέσεις για τις οποίες, κατά την έκδοση της παρούσας απόφασης, έχει ασκηθεί εμπρόθεσμη προσφυγή και εκκρεμούν σε πρώτο βαθμό ενώπιον των Διοικητικών Πρωτοδικείων, εφ` όσον δεν έχουν συζητηθεί στην ουσία τους κατά τον χρόνο της αποδοχής της κατά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου αξίας. Για τις υποθέσεις αυτές οι υπόχρεοι κατά την αποδοχή της κατά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου αξίας πρέπει να προσκομίσουν στον αρμόδιο Οικονομικό Έφορο βεβαίωση του Γραμματέα του Διοικητικού Πρωτοδικείου, στο οποίο εκκρεμεί η υπόθεση, ότι η υπόθεση εκκρεμεί σε πρώτο βαθμό και δεν έχει συζητηθεί στην ουσία της. Ο Οικονομικός Έφορος, μόλις γίνει η αποδοχή, γνωστοποιεί τούτο, χωρίς καμία καθυστέρηση, στο Διοικητικό Πρωτοδικείο, οπότε η δίκη καταργείται και ο φάκελος επαναφέρεται στην αρμόδια φορολογική αρχή. 4. Οι υπόχρεοι που θα αποδεχθούν την κατά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου αξία των ακινήτων απαλλάσσονται από την καταβολή οποιουδήποτε πρόσθετου φόρου, προστίμου ή άλλης κύρωσης. Ο φόρος μεταβίβασης ακινήτων που προκύπτει με την κατά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου αποδοχή της αξίας, καταβάλλεται σε οκτώ (8) ισόποσες άτοκες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται κατά την αποδοχή.

Άρθρο 2 1. Για υποθέσεις φορολογίας κληρονομιών, δωρεών-γονικών παροχών και προικών που εκκρεμούν ενώπιον των φορολογικών αρχών, για τις οποίες η φορολογική υποχρέωση γεννήθηκε μέχρι 31.12.1985 και για τις οποίες έχουν κοινοποιηθεί πράξεις καταλογισμού του φόρου μέχρι 14 Ιουλίου 1986 που αφορούν ακίνητα, εκτός εκείνων που βρίσκονται εντός σχεδίου στο Πολεοδομικό συγκρότημα Θεσσαλονίκης για τα οποία εφαρμόζεται το σύστημα του αντικειμενικού προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας τους, οι υπόχρεοι μπορούν, μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία που αρχίζει από 16 Ιουλίου 1986 και λήγει 30 Σεπτεμβρίου 1986, να αποδεχθούν στην αξία των ακινήτων, που με την πράξη του προσδιόρισε ο Οικονομικός Έφορος, μειωμένη κατά ποσοστό δεκαπέντε τοις εκατό (15%). Με την αποδοχή της αξίας αυτής επέρχεται εξώδικη λύση της διαφοράς όσον αφορά τα ακίνητα. Σε περίπτωση που η αξία βάσει της πράξης του Οικονομικού Εφόρου, μετά τη μείωση της κατά 15%, είναι μικρότερη εκείνης που με την αρχική δήλωση είχε δηλωθεί, υπόθεση ως προς τα ακίνητα περαιώνεται ως ειλικρινής με βάση την αξία της αρχικής δήλωσης. 2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται αναλόγως και στις υποθέσεις για τις οποίες, κατά την έγκριση της παρούσας απόφασης, έχει ασκηθεί εμπρόθεσμη προσφυγή και εκκρεμούν σε πρώτο βαθμό ενώπιον των Διοικητικών Πρωτοδικείων, εφ` όσον δεν έχουν συζητηθεί στην ουσία τους κατά το χρόνο της αποδοχής της κατά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου αξίας. Για τις υποθέσεις αυτές οι υπόχρεοι κατά την αποδοχή της αξίας, αυτής πρέπει να προσκομίσουν στον αρμόδιο Οικονομικό Έφορο βεβαίωση του Γραμματέα του Διοικητικού Πρωτοδικείου, στο οποίο εκκρεμεί η υπόθεση, ότι η υπόθεση εκκρεμεί σε πρώτο βαθμό και δεν έχει συζητηθεί στην ουσία της. Ο Οικονομικός Έφορος, μόλις γίνει η αποδοχή, γνωστοποιεί τούτο, χωρίς καμία καθυστέρηση, στο Διοικητικό Πρωτοδικείο, οπότε η δίκη καταργείται και ο φάκελος επαναφέρεται στην αρμόδια φορολογική αρχή. Αν η προσφυγή αφορά και άλλα περιουσιακά στοιχεία, εκτός από τα ακίνητα για τα οποία έγινε η αποδοχή, ο φάκελος παραμένει στο δικαστήριο και η δίκη συνεχίζεται ως προς αυτά. 3. Οι υπόχρεοι που θα αποδεχθούν την, κατά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, αξία των ακινήτων, απαλλάσσονται από την καταβολή οποιουδήποτε πρόσθετου φόρου, προστίμου ή άλλης κύρωσης. Ο φόρος που προκύπτει με την αποδοχή της αξίας αυτής καταβάλλεται σε δόσεις, όπως ο αριθμός των δόσεων ορίζεται από της διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 18 του νόμου 1473/1984, από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται κατά την αποδοχή της αξίας και οι λοιπές στο τέλος κάθε εξαμήνου, αρχής γενομένης από 31.12.1986 (ημερομηνία καταβολής της δεύτερης δόσης), εφαρμοζόμενων κατά τα λοιπά των ισχυουσών διατάξεων.

Άρθρο 3. Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και θα κυρωθεί με νόμο. δ) “Κ 6437/151 28 Αυγούστου 1986

ΘΕΜΑ: Παράταση προθεσμίας για την περαίωση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων μεταβίβασης ακινήτων με αντάλλαγμα ή αιτία θανάτου, δωρεάς-γονικής παροχής ή προίκας. ΑΠΟΦΑΣΗ ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Έχοντες υπόψη: 1. Την υπ` αριθ. Κ. 3350/65/9.5.86 (ΦΕΚ 318/9.5.86 τ. β`) απόφασή μας “Παροχή διευκολύνσεων για την περαίωση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων μεταβίβασης ακινήτων με αντάλλαγμα ή αιτία θανάτου, δωρεάς-γονικής παροχής ή προίκας, που βρίσκονται στις περιοχές των δήμων και κοινοτήτων και πολεοδομικού συγκροτήματος Θεσσαλονίκης”. 2. Την ανάγκη παράτασης και προθεσμίας για την περαίωση των υποθέσεων, που προβλέπεται από την απόφαση αυτή, Αποφασίζουμε 1. Παρατείνουμε μέχρι την 30 Σεπτέμβρη 1986 την προθεσμία που προβλέπεται από την υπ` αριθ. Κ. 3350/65/9.5.86 απόφαση “Παροχή διευκολύνσεων για την περαίωση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων μεταβίβασης ακινήτων με αντάλλαγμα ή αιτία θανάτου, δωρεάς-γονικής παροχής ή προίκας που βρίσκονται στις περιοχές των δήμων και κοινοτήτων του πολεοδομικού συγκροτήματος Θεσσαλονίκης”, η οποία λήγει στις 31 Αυγούστου 1986. 2. Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και θα κυρωθεί με νόμο. ε) “Κ. 7317/166 3 Οκτωβρίου 1986 ΘΕΜΑ: Παράταση προθεσμίας για την περαίωση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων μεταβίβασης ακινήτων με αντάλλαγμα ή αιτία θανάτου, δωρεάς, γονικής παροχής ή προίκας. ΑΠΟΦΑΣΗ ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Έχοντες υπόψη: 1. Τις αποφάσεις μας αριθ. Κ. 3350/65/9.5.1986 (Φ.Ε.Κ. Β` 318) “Παροχή διευκολύνσεων για την περαίωση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων μεταβίβασης ακινήτων με αντάλλαγμα ή αιτία θανάτου, δωρεάς, γονικής παροχής ή προίκας που βρίσκονται στις περιοχές του πολεοδομικού συγκροτήματος Θεσσαλονίκης”, όπως η ισχύς της παρατάθηκε με την υπ` αριθ. Κ. 6437/151/28.1.1986 (ΦΕΚ Β` 562), και Κ. 5192/65/14.7.1986 (ΦΕΚ Β` 451) “Παροχή διευκολύνσεων για την περαίωση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων μεταβίβασης ακινήτων με αντάλλαγμα ή αιτία θανάτου, δωρεάς, γονικής παροχής ή προίκας”. 2. Την ανάγκη παράτασης της προθεσμίας, για την περαίωση των εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων, που προβλέπεται από τις αποφάσεις αυτές, Αποφασίζουμε 1. Παρατείνουμε μέχρι 31 Οκτωβρίου 1986 την προθεσμία που προβλέπεται από τις υπ` αριθ. Κ. 3350/65/9.5.1986, Κ. 6437/151/ 28.8.1986 και Κ. 5192/65/14.7.1986 αποφάσεις μας, η οποία έληξε στις 30 Σεπτεμβρίου 1986. 2. Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και θα κυρωθεί με νόμο. στ) “Κ. 2061/38 18 Μαρτίου 1987 ΘΕΜΑ: Παροχή διευκολύνσεων για την περαίωση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων μεταβίβασης ακινήτων με αντάλλαγμα ή αιτία θανάτου, δωρεάς-γονικής παροχής ή προίκας, που βρίσκονται στις περιοχές των δήμων Ιωαννίνων και Ηρακλείου Κρήτης και της κοινότητας Νέας Αλικαρνασσού. ΑΠΟΦΑΣΗ ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Έχοντας υπόψη: 1. Την εφαρμογή του συστήματος του αντικειμενικού προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας των μεταβιβαζόμενων ακινήτων και στις περιοχές των δήμων Ιωαννίνων και Ηρακλείου Κρήτης και της κοινότητας Νέας Αλικαρνασσού, που παρέχει τη δυνατότητα εκκαθάρισης και των εκκρεμών υποθέσεων με σκοπό την άρση κάθε αντιδικίας με τους φορολογουμένους και την παγίωση της εμπιστοσύνης των πολιτών προς το Κράτος. 2. Την ανάγκη σύντομης περαίωσης των φορολογικών υποθέσεων μεταβίβασης ακινήτων με αντάλλαγμα ή αιτία θανάτου, δωρεάς-γονικής παροχής ή προίκας των πιο πάνω περιοχών, που εκκρεμούν στις φορολογικές αρχές και τα Διοικητικά Πρωτοδικεία, με το αντικειμενικό σύστημα. 3. Την ανάγκη παροχής διευκολύνσεων στους φορολογουμένους για την εκπλήρωση των φορολογικών υποχρεώσεών τους από τη μεταβίβαση ακινήτων των περιοχών αυτών, Αποφασίζουμε:

Άρθρο 1 1. Για υποθέσεις μεταβίβασης ακινήτων με αντάλλαγμα ή αιτία θανάτου, δωρεάς-γονικής παροχής ή προίκας, που βρίσκονται εντός σχεδίου στις περιοχές των δήμων Ιωαννίνων και Ηρακλείου Κρήτης και της κοινότητας Νέας Αλικαρνασσού, οι οποίες εκκρεμούν ενώπιον των φορολογικών αρχών κατά τη 19η Μαρτίου 1987, οι υπόχρεοι μπορούν να αποδεχθούν ως φορολογητέα αξία, εκείνη που προκύπτει αντικειμενικά με εφαρμογή της Κ. 2040/33, 2042/35/1987 αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών αντίστοιχα, εφ` όσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε από 1.1.1986 μέχρι και 19.3.1987 και μειωμένη κατά ποσοστό: α) 3%, εφ` όσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε το έτος 1985, β) 8%, εφ` όσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε το έτος 1984, γ) 13%, εφ` όσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε το έτος 1983 και

δ) 18%, εφ` όσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε μέχρι και 31.12.1982. Για την αποδοχή της φορολογητέας αυτής αξίας υποβάλλεται από τον υπόχρεο στον αρμόδιο οικονομικό έφορο, εντός ανατρεπτικής προθεσμίας, που αρχίζει από 20.3.1987 και λήγει 30.4.1987, η οικεία φορολογική δήλωση, στην οποία επισυνάπτονται και τα αντίστοιχα φύλλα υπολογισμού της αξίας των ακινήτων. 2. Με την υποβολή τη φορολογικής δήλωσης, κατά την προηγούμενη παράγραφο, επέρχεται εξώδικη λύση της διαφοράς, υπό τον όρο ότι όλα τα προβλεπόμενα στο φύλλο υπολογισμού της αξίας του ακινήτου στοιχεία είναι ειλικρινή. Σε περίπτωση που τον έλεγχο του οικονομικού εφόρου διαπιστωθεί ανακρίβεια των στοιχείων τούτων, εφαρμόζονται οι διατάξεις της δεύτερης περιόδου του τετάρτου εδαφίου και οι διατάξεις του πέμπτου εδαφίου της παραγράφου 6 του άρθρου 41 του νόμου 1249/1982, όπως τούτο προστέθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 14 του νόμου 1473/1984. 3. Αν η αξία του ακινήτου που δηλώθηκε με την αρχική δήλωση, είναι μεγαλύτερη εκείνης που προκύπτει με τη δήλωση της παραγράφου 1 του άρθρου 1 της απόφασης αυτής, η φορολογική υπόθεση, με την επιφύλαξη των διατάξεων του δεύτερου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου, περαιώνεται ως ειλικρινής με βάση την αξία της αρχικής δήλωσης. 4. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται αναλόγως και στις υποθέσεις για τις οποίες, κατά την 19η Μαρτίου 1987, έχει ασκηθεί εμπρόθεσμη προσφυγή και εκκρεμούν σε πρώτο βαθμό ενώπιον των Διοικητικών Πρωτοδικείων, εφ` όσον δεν έχουν συζητηθεί στην ουσία τους κατά το χρόνο της υποβολής της δήλωσης αποδοχής της κατά την παράγραφο 1 φορολογητέας αξίας. Για τις υποθέσεις αυτές οι υπόχρεοι, κατά την υποβολή της φορολογικής δήλωσης στον αρμόδιο οικονομικό έφορο, πρέπει να προσκομίσουν βεβαίωση του Γραμματέα του Διοικητικού Πρωτοδικείου στο οποίο εκκρεμεί η υπόθεση, ότι η υπόθεση εκκρεμεί σε πρώτο βαθμό και δεν έχει συζητηθεί στην ουσία της. Η βεβαίωση αυτή μπορεί να αναγραφεί και πάνω στη φορολογική δήλωση που θα υποβληθεί. Ο οικονομικός έφορος, μόλις του υποβληθεί η φορολογική δήλωση, γνωστοποιεί τούτο, χωρίς καμία καθυστέρηση, στο Διοικητικό Πρωτοδικείο, οπότε, ως προς το ακίνητο για το οποίο έγινε η δήλωση, η δίκη καταργείται και ο φάκελος επαναφέρεται στην αρμόδια φορολογική αρχή. Σε περίπτωση που η προσφυγή αφορά και άλλα περιουσιακά στοιχεία, εκτός από τα ακίνητα για τα οποία υποβλήθηκε η φορολογική δήλωση, ο φάκελος παραμένει στο δικαστήριο και η δίκη συνεχίζεται ως προς αυτά. 5. Οι υπόχρεοι που θα υποβάλουν την κατά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου φορολογική δήλωση απαλλάσσονται από την καταβολή οποιουδήποτε πρόσθετου φόρου, προστίμου ή άλλης κύρωσης. Ο φόρος μεταβίβασης ακινήτων, που προκύπτει με τη δήλωση αυτή, καταβάλλεται σε οκτώ (8) ισόποσες άτοκες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται με την υποβολή της δήλωσης. Προκειμένου περί φόρων κληρονομιών, δωρεών-γονικών παροχών ή προικών η καταβολή γίνεται σε δόσεις, όπως ορίζεται από τη διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 18 του ν. 1473/1984, εφαρμοζόμενων κατά τα λοιπά των ισχυουσών διατάξεων. Άρθρο 2. Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και θα κυρωθεί με νόμο. ζ) “Κ. 2062/37 18 Μαρτίου 1987

ΘΕΜΑ: Παροχή διευκολύνσεων για την περαίωση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων μεταβίβασης ακινήτων με αντάλλαγμα ή αιτία θανάτου, δωρεάς-γονικής παροχής ή προίκας, που βρίσκονται στις περιοχές του δήμου Λάρισας. ΑΠΟΦΑΣΗ ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Έχοντας υπόψη: 1. Την εφαρμογή του συστήματος του αντικειμενικού προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας των μεταβιβαζόμενων ακινήτων και στις περιοχές του δήμου Λάρισας, που παρέχει τη δυνατότητα εκκαθάρισης και των εκκρεμών υποθέσεων με σκοπό την άρση κάθε αντιδικίας με τους φορολογουμένους και την παγίωση της εμπιστοσύνης των πολιτών προς το Κράτος. 2. Την ανάγκη σύντομης περαίωσης των φορολογικών υποθέσεων μεταβίβασης ακινήτων με αντάλλαγμα ή αιτία θανάτου, δωρεάς-γονικής παροχής ή προίκας των πιο πάνω περιοχών, που εκκρεμούν στις φορολογικές αρχές και τα Διοικητικά Πρωτοδικεία, με το αντικειμενικό σύστημα. 3. Την ανάγκη παροχής διευκολύνσεων στους φορολογουμένους για την εκπλήρωση των φορολογικών υποχρεώσεών τους από τη μεταβίβαση ακινήτων των περιοχών αυτών, Αποφασίζουμε:

Άρθρο 1.

1. Για υποθέσεις μεταβίβασης ακινήτων με αντάλλαγμα ή αιτία θανάτου, δωρεάς-γονικής παροχής ή προίκας, που βρίσκονται εντός σχεδίου στις περιοχές του δήμου Λάρισας, οι οποίες εκκρεμούν ενώπιον των φορολογικών αρχών κατά τη 19η Μαρτίου 1987, οι υπόχρεοι μπορούν να αποδεχθούν ως φορολογητέα αξία, εκείνη που προκύπτει αντικειμενικά με εφαρμογή της Κ. 7367/170/7.10.1986 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών, εφ` όσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε από 1.1.1986, μέχρι και 19.3.1987 και μειωμένη κατά ποσοστό: α) 3%, εφ` όσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε το έτος 1985, β) 8%, εφ` όσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε το έτος 1984, γ) 13%, εφ` όσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε το έτος 1983 και δ) 18%, εφ` όσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε μέχρι και 31.12.1982. Για την αποδοχή της φορολογητέας αυτής αξίας υποβάλλεται από τον υπόχρεο στον αρμόδιο οικονομικό έφορο, εντός ανατρεπτικής προθεσμίας, που αρχίζει από 20.3.87 και λήγει 33 Απριλίου 1987, η οικεία φορολογική δήλωση, στην οποία επισυνάπτονται και τα αντίστοιχα φύλλα υπολογισμού της αξίας των ακινήτων. 2. Με την υποβολή της φορολογικής δήλωσης, κατά την προηγούμενη παράγραφο, επέρχεται εξώδικη λύση της διαφοράς, υπό τον όρο ότι όλα τα προβλεπόμενα στο φύλλο υπολογισμού της αξίας του ακινήτου στοιχεία είναι ειλικρινή. Σε περίπτωση που από τον έλεγχο του οικονομικού εφόρου διαπιστωθεί ανακρίβεια των στοιχείων τούτων, εφαρμόζονται οι διατάξεις της δεύτερης περιόδου του τέταρτου εδαφίου και οι διατάξεις του πέμπτου εδαφίου της παραγράφου 6 του άρθρου 41 του νόμου 1249/1982, όπως τούτο προστέθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 14 του νόμου 1473/1984. 3. Αν η αξία του ακινήτου που δηλώθηκε με την αρχική δήλωση, είναι μεγαλύτερη εκείνης που προκύπτει με τη δήλωση της παραγράφου 1 του άρθρου 1 της απόφασης αυτής, η φορολογική υπόθεση, με την επιφύλαξη των διατάξεων του δευτέρου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου, περαιώνεται ως ειλικρινής με βάση την αξία της αρχικής δήλωσης. 4. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται αναλόγως και στις υποθέσεις για τις οποίες, μέχρι και τη 19 Μαρτίου 1987 έχει ασκηθεί εμπρόθεσμη προσφυγή και εκκρεμούν σε πρώτο βαθμό ενώπιον των Διοικητικών Πρωτοδικείων, εφ` όσον δεν έχουν συζητηθεί στην ουσία τους κατά το χρόνο της υποβολής της δήλωσης αποδοχής της κατά την παράγραφο 1 φορολογητέας αξίας. Για τις υποθέσεις αυτές οι υπόχρεοι, κατά την υποβολή της φορολογικής δήλωσης στον αρμόδιο οικονομικό έφορο, πρέπει να προσκομίσουν βεβαίωση του Γραμματέα του Διοικητικού Πρωτοδικείου στο οποίο εκκρεμεί η υπόθεση, ότι η υπόθεση εκκρεμεί σε πρώτο βαθμό και δεν έχει συζητηθεί στην ουσία της. Η βεβαίωση αυτή μπορεί να αναγραφεί και πάνω στη φορολογική δήλωση που θα υποβληθεί. Ο οικονομικός έφορος, μόλις του υποβληθεί η φορολογική δήλωση, γνωστοποιεί τούτο, χωρίς καμία καθυστέρηση, στο Διοικητικό Πρωτοδικείο, οπότε, ως προς το ακίνητο για το οποίο έγινε η δήλωση, η δίκη καταργείται και ο φάκελος επαναφέρεται στην αρμόδια φορολογική αρχή. Σε περίπτωση που η προσφυγή αφορά και άλλα περιουσιακά στοιχεία, εκτός από τα ακίνητα για τα οποία υποβλήθηκε η φορολογική δήλωση, ο φάκελος παραμένει στο δικαστήριο και η δίκη συνεχίζεται ως προς αυτά. 5. Οι υπόχρεοι που θα υποβάλλουν την κατά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου φορολογική δήλωση απαλλάσσονται από την καταβολή οποιουδήποτε πρόσθετου φόρου, προστίμου ή άλλης κύρωσης. Ο φόρος μεταβίβασης ακινήτων, που προκύπτει με τη δήλωση αυτή, καταβάλλεται σε οκτώ (8) ισόποσες άτοκες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται με την υποβολή της δήλωσης. Προκειμένου περί φόρων κληρονομιών, δωρεών-γονικών παροχών ή προικών η καταβολή γίνεται σε δόσεις, όπως ορίζεται από τη διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 18 του ν. 1473/1984, εφαρμοζόμενων κατά τα λοιπά των ισχυουσών διατάξεων. Άρθρο 2.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και θα κυρωθεί με νόμο. 3. Κυρώνονται και έχουν ισχύ από τότε που εκδόθηκαν οι αποφάσεις Ε. 16527/1723/4.12.1985, Σ. 604/35/17.2.1987, Σ. 618/99/18.2.1987, Σ. 800/129/4.3.1987, Σ. 801/130/4.3.1987, Σ. 866/139/10.3.1987, Σ. 892/ 141/20.3.1987, οι οποίες έχουν ως εξής: α) “Αριθ. πρωτ. Ε. 16527/1723 Αθήνα, 4 Δεκεμβρίου 1985 ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Έχοντας υπόψη: 1. Την από 30 Δεκεμβρίου 1950 σύμβαση μεταξύ του Υπουργού των Οικονομικών και της Ανωνύμου Εταιρίας με την επωνυμία “Εταιρία Διαχειρίσεως Μονοπωλίων της Ελλάδος” που κυρώθηκε με το από 30.12.1950 β.δ., όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε μεταγενέστερα. 2. Το γεγονός ότι η χρονική διάρκεια της ανωτέρω σύμβασης λήγει την 31.12.1985 και ότι δεν συντρέχουν λόγοι για την ανανέωσή της. 3. Το β.δ. 7/27.6.1957 με το οποίο συστάθηκε η Υπηρεσία Ελέγχου Κατασκευής Αξιών του Δημοσίου, με αντικείμενο την εποπτεία και τον έλεγχο εργασιών κατασκευής αξιών του Δημοσίου. 4. Την ανάγκη ανάθεσης της ποσοτικής διαχείρισης αξίων του Δημοσίου σε υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών. Αποφασίζουμε: 1. Αναθέτουμε στην Εφορία Καπνού Ελέγχου Κατασκευής Αξιών του Δημοσίου τη φύλαξη και ποσοτική διαχείριση των αξιών του Δημοσίου, καθώς και του “κομμιωμένου και υδατογραφημένου χάρτου” που σήμερα διαφυλάσσονται και διαχειρίζονται από την ΕΔΕΜΕΔ Α.Ε. 2. Η παράδοση και παραλαβή όλων των διαχειριζομένων από την ΕΔΕΜΕΔ αξιών θα γίνει με πρωτόκολλο παραλαβής και παράδοσης, το πρωτότυπο του οποίου θα διαφυλάσσεται από την ανωτέρω υπηρεσία στο διηνεκές. 3. Όπου στις κείμενες διατάξεις αναφέρεται εκπρόσωπος της ΕΔΕΜΕΔ, στο εξής νοείται ο προϊστάμενος της Εφορίας Καπνού Ελέγχου Κατασκευής Αξιών του Δημοσίου. 4. Η παρούσα απόφαση να κυρωθεί νόμο. β) “Αριθ. πρωτ. Σ. 604/35 Αθήνα, 17 Φεβρουαρίου 1987 ΘΕΜΑ: Επιστροφές, από 1.1.1987, αγαθών που έχουν πουληθεί μέχρι 31.12.1986. ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Έχοντας υπόψη: α) Τις διατάξεις του άρθρου 15δ του Κώδικα Χαρτοσήμου και του άρθρου 1 του Α.Ν. 660/1937, όπως ίσχυαν μέχρι 31.12.1986. β) Τις διατάξεις των άρθρων 1, 56 και 57 του ν. 1642/1986 και 1 και 3 του ν. 1676/1986. γ) Τις διατάξεις του άρθρου 20 του Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων. δ) Την ανάγκη αντιμετώπισης των περιπτώσεων επιστροφής, από 1.1.1987, αγαθών που έχουν πουληθεί πριν από την ημερομηνία αυτή και τα οποία έχουν επιβαρυνθεί με φόρο κύκλου εργασιών, τέλη χαρτοσήμου και άλλους φόρους που καταργήθηκαν από 1.1.1987, με την εφαρμογή του φόρου προστιθέμενης αξίας, Αποφασίζουμε: 1. Τα εκδιδόμενα από 1.1.1987 πιστωτικά σημειώματα, κατά τις διατάξεις του άρθρου 20 του Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων, για επιστροφές αγαθών, τα τιμολόγια πώλησης των οποίων έχουν εκδοθεί πριν από την ημερομηνία αυτή, με συνέπεια να επιβαρυνθούν, κατά περίπτωση, με φόρο κύκλου εργασιών, τέλη χαρτοσήμου και άλλους φόρους που καταργήθηκαν από 1.1.1987 με την εφαρμογή του φόρου προστιθέμενης αξίας, δε θα περιλαμβάνουν και τα ποσά των φόρων αυτών, που επιρρίφθηκαν από τους πωλητές στους αγοραστές ούτε να επιστρέφονται από τους πωλητές τα ποσά αυτά, επειδή η απαίτηση των αγοραστών έχει καλυφθεί με την προβλεπόμενη από τις διατάξεις των άρθρων 5β του ν. 1642/1986 και 3 του ν. 1676/1986 ρύθμιση. Στις περιπτώσεις που, αντί της έκδοσης πιστωτικού σημειώματος, εκπίπτεται από μεταγενέστερο τιμολόγιο η αξία των αγαθών που επιστρέφονται, ο φόρος προστιθέμενης αξίας υπολογίζεται στην αξία του τιμολογίου πριν από τη μείωσή της με την αξία των αγαθών αυτών. 2. Η παρούσα απόφαση, η οποία θα κυρωθεί με νόμο, ισχύει από 1 Ιανουαρίου 1987. γ) “Αριθ. πρωτ. Σ. 618/99 Αθήνα, 18 Φεβρουαρίου 1987 ΘΕΜΑ: Παράταση προθεσμιών. ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Έχοντας υπόψη: α) Το γεγονός, ότι λόγω της απεργίας των Τραπεζοϋπαλλήλων και των Δημοσίων Υπηρεσιών, δημιουργήθηκε αδυναμία καταβολής από τους ενδιαφερομένους του οφειλόμενου τέλους χαρτοσήμου σε διάφορες συμβάσεις, πράξεις, σχέσεις και συναλλαγές. β) Σχετικά αιτήματα ενδιαφερομένων, Αποφασίζουμε: 1. Παρατείνουμε μέχρι και 25 Φεβρουαρίου 1987 τις προθεσμίες καταβολής των τελών χαρτοσήμου, που οφείλονταν σε διάφορες συμβάσεις πράξεις, σχέσεις και συναλλαγές, εφ` όσον οι προθεσμίες αυτές έληγαν από 12 Φεβρουαρίου 1987 μέχρι και 19 Φεβρουαρίου 1987. 2. Η απόφαση αυτή να κυρωθεί με νόμο. δ) “Αριθ. πρωτ. Σ. 800/129 Αθήνα, 4 Μαρτίου 1987 ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Έχοντας υπόψη: α) Τις διατάξεις του Κώδικα Χαρτοσήμου. β) Τις διατάξεις των άρθρων 1, 3 και 57 του ν. 1642/1986 και 1 του ν. 1676/1986. γ) Την ανάγκη επίλυσης προβλημάτων, που δημιουργούνται από την εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων, αναφορικά με την παροχή υπηρεσιών από φυσικά πρόσωπα, βάσει συμβάσεων μίσθωσης έργου με το Δημόσιο κ.λπ. Αποφασίζουμε: 1. Η παροχή υπηρεσιών προς το Δημόσιο, Δήμους, Κοινότητες, Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, Δημόσιες Επιχειρήσεις και Δημόσιους Οργανισμούς, την ΕΡΤ1 και ΕΡΤ2, από τα φυσικά πρόσωπα, που εμπίπτουν στις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 45 του ν.δ. 3323/ 1955, καθώς και η παροχή υπηρεσιών σε επιχειρήσεις έκδοσης εφημερίδων και περιοδικών από δημοσιογράφους, βάσει συμβάσεων μίσθωσης έργου, οι οποίες δημιουργούν δεσμούς εξάρτησης των προσώπων αυτών με τον εργοδότη τους αναφορικά με τους όρους παροχής των υπηρεσιών ή την καταβαλλόμενη αμοιβή και έχουν ως αποτέλεσμα την ευθύνη του εργοδότη, δεν υπόκειται σε φόρο προστιθέμενης αξίας. Οι αποδείξεις ή άλλα έγγραφα, που εκδίδονται στην ανωτέρω περίπτωση, εξακολουθούν να διέπονται από τις διατάξεις περί τελών χαρτοσήμου, που ίσχυαν και πριν από την εφαρμογή του φόρου προστιθέμενης αξίας. Οι ανωτέρω αποδείξεις και έγγραφα δεν υπόκεινται σε τέλη χαρτοσήμου, εφ` όσον αφορούν περιπτώσεις παροχής υπηρεσιών, που εμπίπτουν στις διατάξεις του άρθρου 18 του ν. 1642/1986. 2. Η παρούσα απόφαση, η οποία θα κυρωθεί με νόμο, ισχύει από 1.1.1987, ε) “Αριθ. πρωτ. Σ. 801/130 Αθήνα, 4 Μαρτίου 1987 ΘΕΜΑ: Φόροι και τέλη σε τιμολόγια πώλησης αγαθών από το Δημόσιο, Δήμους, Κοινότητες Ν.Π.Δ.Δ., Δημόσιες Επιχειρήσεις και Δημόσιους Οργανισμούς, που αφορούν δημοπρασίες που κατακυρώθηκαν μέχρι 31.12.1986. ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Έχοντας υπόψη: α) Τις διατάξεις του άρθρου 15δ του Κώδικα Χαρτοσήμου και του άρθρου 1 του α.ν. 660/1937. β) Τις διατάξεις των άρθρων 1, και 57 του ν. 1642/1986 και 1 του ν. 1676/1986. γ) Τις διατάξεις των άρθρων 20 και 30 του Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων. δ) Την ανάγκη αντιμετώπισης των προβλημάτων που δημιουργούνται από την εφαρμογή του φόρου προστιθέμενης αξίας στις πωλήσεις αγαθών από το Δημόσιο, Δήμους, Κοινότητες, Ν.Π.Δ.Δ., Δημόσιες Επιχειρήσεις και Δημόσιους Οργανισμούς, που αφορούν δημοπρασίες, οι οποίες κατακυρώθηκαν μέχρι την 31.12.1986, Αποφασίζουμε: 1. Τα τιμολόγια, τα εκδιδόμενα από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασής μας αυτής, για πωλήσεις αγαθών από το Δημόσιο, Δήμους, Κοινότητες, Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, Δημόσιες Επιχειρήσεις και Δημόσιους Οργανισμούς, εξακολουθούν να διέπονται, ως προς τους οφειλόμενους φόρους και τέλη, από τις διατάξεις, που ίσχυαν μέχρι την 31.12.1986, εφ` όσον αφορούν δημοπρασίες, που κατακυρώθηκαν μέχρι την ημερομηνία αυτή (31.12.1986). 2. Η απόφαση αυτή να κυρωθεί με νόμο. στ) “Αριθ. πρωτ. Σ. 866/139 Αθήνα, 10 Μαρτίου 1987 ΘΕΜΑ: Επέκταση εφαρμογής της απόφασης μας Σ. 800/129/ΠΟΛ. 68/ 4.3.1987 και σε άλλες κατηγορίες προσώπων. ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Έχοντας υπόψη: α) Την απόφαση μας Σ. 800/129/Πολ. 68/4.3.1987, που θα κυρωθεί με νόμο. β) Την ανάγκη επίλυσης προβλημάτων, που δημιουργούνται από τη μη εφαρμογή της ανωτέρω απόφασής μας και σε άλλα φυσικά πρόσωπα που παρέχουν υπηρεσίες με μίσθωση έργου προς το Δημόσιο, Δήμους, Κοινότητες κ.λπ. Αποφασίζουμε: 1. Η εφαρμογή της απόφασής μας Σ. 800/129/Πολ. 68/4.3.1987 επεκτείνεται σε όλα τα φυσικά πρόσωπα, που παρέχουν υπηρεσίες προς τα πρόσωπα που αναφέρονται στην απόφαση αυτή (Δημόσιο, Δήμους, Κοινότητες κλπ.), βάσει συμβάσεων μίσθωσης έργου, κατά την έννοια της εν λόγω απόφασης. 2. Η παρούσα απόφαση, η οποία θα κυρωθεί με νόμο, ισχύει από 1.1.1987. ζ) “Αριθ. πρωτ. Σ. 892/141 Αθήνα, 20 Μαρτίου 1987 ΘΕΜΑ: Τακτοποίηση από την “Εφορία Καπνού Ελέγχου Κατασκευής Αξιών του Δημοσίου” των διαπιστούμενων ελλειμμάτων, πλεονασμάτων και ακατάλληλων για χρήση κινητών επισημάτων, ενσήμων εντύπων συναλλαγματικών και γραμματίων σε διαταγή, ενσήμων ταινιών φορολογίας καπνού, παραγωγικού τσιγαρόχαρτου και ρύθμιση άλλων θεμάτων. ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Έχοντας υπόψη: α) Την απόφασή μας Ε. 16527/1723/4.12.1985, που θα κυρωθεί με νόμο, με την οποία ανατέθηκε στην “Εφορία Καπνού Ελέγχου Κατασκευής Αξιών του Δημοσίου” (Ε.Κ.Ε.Κ.Α.Δ.), η φύλαξη και η ποσοτική διαχείριση των αξιών του Δημοσίου, καθώς και του κομμιωμένου και υδατογραφημένου χάρτη. β) Την ανάγκη καθορισμού διαδικασίας για την τακτοποίηση από την Ε.Κ.Ε.Κ.Α.Δ. των διαπιστουμένων ελλειμμάτων, πλεονασμάτων και ακατάλληλων για χρήση κινητών επισημάτων, ενσήμων εντύπων, συναλλαγματικών, γραμματίων σε διαταγή, ενσήμων ταινιών φορολογίας καπνού και φυλλαδίων παραγωγικού τσιγαρόχαρτου. Αποφασίζουμε: 1. Το άνοιγμα στην Ε.Κ.Ε.Κ.Α.Δ. των δεμάτων των κινητών επισημάτων και των ενσήμων εντύπων συναλλαγματικών, γραμματίων σε διαταγή, ενσήμων ταινιών φορολογίας καπνού και φυλλαδίων παραγωγικού τσιγαρόχαρτου, για το σκοπό αποστολής ορισμένων τεμαχίων από τις αξίες αυτές σε διάφορα Δημόσια Ταμεία της Χώρας, θα γίνεται ενώπιον Τριμελούς Επιτροπής, η οποία θα αποτελείται από το διαχειριστή των ως άνω αξιών ή το νόμιμο αναπληρωτή του και από δύο υπαλλήλους της υπηρεσίας αυτής με τους αναπληρωτές τους, οι οποίοι θα ορίζονται από το διευθυντή της ιδίας ως άνω υπηρεσίας. Στην περίπτωση, που κατά την καταμέτρηση των ως άνω αξιών διαπιστωθεί έλλειμμα ή πλεόνασμα ή ακαταλληλότητα για χρήση (κακέκτυπες κ.λπ.) ορισμένων τεμαχίων από τις αξίες αυτές, η Επιτροπή θα συντάσσει σχετικό πρωτόκολλο, που θα υπογράφεται από όλα τα μέλη της Επιτροπής. Αντίγραφο δε του πρωτοκόλλου αυτού θα υποβάλλεται και στις κατά περίπτωση αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών (Δ/νσεις 4η-Τμήμα Β`, 5η-Τμήμα Α`). 2. Η διαχειριστική τακτοποίηση των διαπιστούμενων στην Ε.Κ.Ε.Κ.Α.Δ. και στα διάφορα Δημόσια Ταμεία της Χώρας ελλειμμάτων, πλεονασμάτων και ακατάλληλων για χρήση των ως άνω αξιών θα γίνεται από την Ε.Κ.Ε.Κ.Α.Δ. με ανάλογες εγγραφές (χρεοπιστώσεις) στα βιβλία της. Για την τακτοποίηση αυτή δεν απαιτείται έγκριση των αρμόδιων κατά περίπτωση υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών (Δ/νσεις 4η-Τμήμα Β` και 5η-Τμήμα Α`). 3. Η καταστροφή των ακατάλληλων για χρήση (κακεκτύπων κ.λπ.) ως άνω αξιών, τόσο αυτών που διαπιστώνονται κατά το άνοιγμα των δεμάτων από την Ε.Κ.Ε.Κ.Α.Δ., όσο και αυτών που αποστέλλονται σ’ αυτή από τα διάφορα Δημόσια Ταμεία της Χώρας για αντικατάσταση, θα γίνεται με φωτιά ή με οποιοδήποτε άλλο ασφαλή τρόπο παρουσία του αρμόδιου Επιθεωρητή Εφοριών Καπνού ή μετ` έγκριση αυτού, ενώπιον Τριμελούς Επιτροπής, η οποία θα αποτελείται από το διευθυντή της πιο πάνω υπηρεσίας ή το νόμιμο αναπληρωτή του, το διαχειριστή των ως άνω αξιών ή το νόμιμο αναπληρωτή του και από έναν υπάλληλο της υπηρεσίας αυτής με τον αναπληρωτή του, οι οποίοι θα ορίζονται από το διευθυντή της ίδιας υπηρεσίας. Η Επιτροπή αφού διαπιστώσει, ότι οι προς καταστροφή ως άνω αξίες είναι ακατάλληλες για χρήση (κακέκτυπες κ.λπ.) θα προβαίνει στη συνέχεια στην καταστροφή τους, συντάσσοντας προς τούτο σχετικό πρωτόκολλο, το οποίο θα υπογράφεται από όλα τα μέλη της επιτροπής. Αντίγραφο δε του πρωτοκόλλου αυτού θα υποβάλλεται και στις κατά περίπτωση αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών (Δ/νσεις 4η-Τμήμα Β`, 5η-Τμήμα Α`).

4. Οι διατάξεις των παραγράφων 2, 3 και 4 του άρθρου 69 του β.δ. 757/1969 εφαρμόζονται και στις προαναφερόμενες αξίες, που αποστέλλονται από την Ε.Κ.Ε.Κ.Α.Δ. στα διάφορα Δημόσια Ταμεία της χώρας. 5. Η παραλαβή των έτοιμων ενσήμων εντύπων συναλλαγματικών και γραμματίων σε διαταγή, που κατασκευάζονται από το Ίδρυμα Εκτυπώσεως Τραπεζογραμματίων και Αξιών της Τράπεζας της Ελλάδος δυνάμει της από 11.10.1974 Σύμβασις μεταξύ του Δημοσίου και της Τράπεζας, που κυρώθηκε με το άρθρο 31 του ν. 12/1975 (ΦΕΚ 344Α), θα γίνεται από 1 Μαΐου 1987 στο ως άνω Ίδρυμα από Επιτροπή της Ε.Κ.Ε.Κ.Α.Δ., αποτελούμενη από δύο ή τρία μέλη με ισάριθμους αναπληρωτές τους, η οποία θα ορίζεται από το διευθυντή της υπηρεσίας αυτής. Με τη σύμπραξη των μελών της ανωτέρω Επιτροπής θα γίνεται στο πιο πάνω Ίδρυμα και η καταστροφή των κακεκτύπων ως άνω αξιών κατά τα οριζόμενα στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 8 της προαναφερόμενης Σύμβασης. 6. Η απόφαση αυτή να κυρωθεί με νόμο. 4. Κυρώνονται και έχουν ισχύ από τότε που εκδόθηκαν οι αποφάσεις Τ. 308/81/31.1.1986, 10039/30.9.1986, 110826/31.10.1986, 132193/ 31.12.1986, 387/1/7.1.1987, Σ. 221/4/19.1.1987, 5219/21.1.1987, Υ. 317/46/11.4.1986, οι οποίες έχουν ως εξής: α) “Αριθ. πρωτ. Τ. 308/81 Αθήνα, 31 Γενάρη 1986 ΘΕΜΑ: Απαλλαγή από το ειδικό τέλος 3% του άρθρου 12 του ν. 1069/ 1980, υπέρ της δημοτικής επιχείρησης ύδρευσης και αποχέτευσης Λουτρακίου-Περαχώρας, από 1.1.1985. ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Εχοντας υπόψη: 1. Τις διατάξεις των άρθρων 1 και 12 του ν. 1069/1980 “περί κινήτρων δια την ίδρυσιν επιχειρήσεων υδρεύσεως και αποχετεύσεως”. 2. Το Προεδρικό Διάταγμα 346/1985 (ΦΕΚ 122/20.6.1985 τ.Α`), με το οποίο καταργήθηκε η δημοτική επιχείρηση ύδρευσης και αποχέτευσης Λουτρακίου-Περαχώρας. 3. Το αριθ. 963/19.2.1985 και 7016/28.11.1985 έγγραφα του Δήμου Λουρτακίου-Περαχώρας, με τα οποία ζητήθηκε να απαλλαγούν από το ειδικό τέλος 3% τα εισοδήματα από οικοδομές, γιατί η δημοτική επιχείρηση Λουτρακίου-Περαχώρας δε λειτούργησε. 4. Το γεγονός ότι η ουσιαστική προϋπόθεση (απόφαση Δημοτικού Συμβουλίου) για την κατάργηση της δημοτικής επιχείρησης ύδρευσης και αποχέτευσης λήφθηκε το Νοέμβριο του 1984 και ότι μέσα στο έτος 1985 ακολούθησαν οι τυπικές διαδικασίες της κατάργησης (έγκριση της απόφασης και έκδοση σχετικού Προεδρικού Διατάγματος). 5. Την ανάγκη αποφυγής των τεχνικών δυσχερειών στη βεβαίωση, είπραξη και απόδοση του ειδικού αυτού τέλους με υπολογισμό του χρόνου επιβολής του σε 5 μήνες και 20 ημέρες, αφού από 21 Ιουνίου 1985 η δημοτική επιχείρηση έπαυσε να υπάρχει, Αποφασίζουμε 1. Απαλλάσσονται, από 1.1.1985, τα ακαθάριστα εισοδήματα εξ οικοδομών που βρίσκονται στη διοικητική περιφέρεια του Δήμου Λουτρακίου-Περαχώρας από το ειδικό τέλος 3% του άρθρου 12 του ν. 1069/1980 που επιβαλλόταν υπέρ της δημοτικής επιχείρησης ύδρευσης και αποχέτευσης Λουτρακίου-Περαχώρας. 2. Η απόφαση αυτή να κυρωθεί με νόμο. β) “Αριθ. πρωτ. 100039 Αθήνα, 30 Σεπτεμβρίου 1986. ΘΕΜΑ: Αναστολή λήψης αναγκαστικών μέτρων είσπραξης. ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Εχοντας υπόψη: 1. Τις διατάξεις του ν.δ. 356/1974 “περί Κώδικος Εισπράξεως Δημ. Εσόδων” (ΦΕΚ 90/74 Α`). 2. Τις διατάξεις του άρθρου 88 του ν.δ. 321/1969 “περί Κώδικος Δημοσίου Λογιστικού” (ΦΕΚ 205/69 Α`). 3. Το γεγονός ότι, μετά τον πρόσφατο σεισμό στην Καλαμάτα, υπάρχει άμεση ανάγκη για τη λήψη μέτρων, με σκοπό την αποκατάσταση της κοινωνικής και οικονομικής ζωής στην πληγείσα περιοχή. Αποφασίζουμε: Αναστέλλουμε μέχρι την 31.10.1986 τη λήψη αναγκαστικών μέτρων για την είσπραξη βεβαιωμένων χρεών προς το Δημόσιο, που οφείλεται από επιχειρήσεις που έχουν την επαγγελματική τους εγκατάσταση στην περιοχή της Καλάματας, καθώς και από ιδιώτες που έχουν τη νόμιμη κατοικία τους στην ίδια περιοχή. Η απόφαση αυτή να κυρωθεί νομοθετικά. γ) “Αριθ. πρωτ. 110826 Αθήνα, 31 Οκτώβρη 1986 ΘΕΜΑ: Αναστολή λήψης αναγκαστικών μέτρων είσπραξης. ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Εχοντας υπόψη: 1. Τις διατάξεις του ν.δ. 356/1974 “περί Κώδικος Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων” (ΦΕΚ 90/74 Α`). 2. Τις διατάξεις του άρθρου 88 του ν.δ. 321/1969 “περί Κώδικος Δημοσίου Λογιστικού” (ΦΕΚ 205/69 Α`). 3. Την απόφασή μας 100039/30.9.86 με την οποία είχαμε αναστείλει μέχρι 31.10.1986 τη λήψη αναγκαστικών μέτρων για την είσπραξη βεβαιωμένων χρεών προς το Δημόσιο, που οφείλονται από επιχειρήσεις που έχουν την επαγγελματική τους εγκατάσταση στην περιοχή της Καλαμάτας καθώς και από ιδιώτες που έχουν τη μόνιμη κατοικία τους στην περιοχή αυτή, λόγω των ζημιών που υπέστησαν από τους σεισμούς του Σεπτεμβρίου 1986. 4. Το γεγονός ότι δεν έχουν αποκατασταθεί ακόμα οι ζημίες των σεισμών καθώς και οι κοινωνική και οικονομική ζωή της περιοχής. Αποφασίζουμε: Παρατείνουμε μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1986 την ισχύ της αριθ. 100039/ ΙΙΙ-21/30.9.1986 απόφασής μας. Η απόφαση αυτή να κυρωθεί νομοθετικά. δ) “Αριθ. πρωτ. 132193 Αθήνα, 31 Δεκεμβρίου 1986

ΘΕΜΑ: Αναστολή λήψης αναγκαστικών μέτρων είσπραξης. ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Εχοντας υπόψη: 1. Τις διατάξεις του ν.δ. 356/1974 “περί Κώδικος Εισπράξεως Δημ. Εσόδων” (ΦΕΚ 90/74 Α`). 2. Τις διατάξεις του άρθρου 88 του ν.δ. 321/1969 “περί Κώδικος Δημοσίου Λογιστικού” (ΦΕΚ 205/69 Α`). 3. Την απόφασή μας αριθ. 110826/31.10.86, με την οποία είχαμε 4αναστείλει μέχρι 31.12.1986 τη λήψη αναγκαστικών μέτρων για την είσπραξη βεβαιωμένων χρεών προς το Δημόσιο, που οφείλονται από επιχειρήσεις, που έχουν την επαγγελματική τους εγκατάσταση στην περιοχή της Καλαμάτας καθώς και από ιδιώτες που έχουν τη μόνιμη κατοικία τους στην περιοχή αυτή, λόγω των ζημιών που υπέστησαν από τους σεισμούς του Σεπτέμβρη 1986. 4. Το γεγονός ότι δεν έχουν αποκατασταθεί ακόμα οι ζημίες των σεισμών καθώς και οι κοινωνική και οικονομική ζωή της περιοχής. Αποφασίζουμε Παρατείνουμε μέχρι 28 Φεβρουαρίου 1987 την ισχύ της αριθ. 110826/ 31.10.1986 απόφασής μας. Η απόφαση αυτή να κυρωθεί με νόμο. ε) “Αριθ. Πρωτ. 387/1 Αθήνα, 7 Ιανουαρίου 1987 ΘΕΜΑ: Τροποποίηση διατάξεων ν. 599/1977. ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Έχοντας υπόψη: 1. Τις διατάξεις των άρθρων 11 και 12 του ν. 321/1969 “Περί 3Κώδικος Δημοσίου Λογιστικού”. 2. Τις διατάξεις του ν. 599/1977 (ΦΕΚ 160/Α/9.6.77) “περί τροποποιήσεως διατάξεων τινών του Κώδικος Δημοσίου Λογιστικού και του Κώδικος Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων”. 3. Τις διατάξεις του ν. 1642/1986 (ΦΕΚ 125/Α/21.8.1986) για την εφαρμογή του φόρου προστιθέμενης αξίας και άλλες διατάξεις, όπως τροποποιήθηκε με το ν. 1676/1986 και ισχύει σήμερα, Αποφασίζουμε:

Άρθρο 1.

Τα δύο εδάφια που προστέθηκαν στο άρθρο 11 του ν.δ. 321/1969 “περί Κώδικος Δημοσίου Λογιστικού” με το άρθρο 1 του ν. 599/1977 “περί τροποποιήσεως διατάξεων τινών του Κώδικος Δημοσίου Λογιστικού και του Κώδικος Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων” αντικαθίσταται ως εξής:

“Κατ` εξαίρεση η είσπραξη των δημοσίων εσόδων μπορεί να ανατεθεί στις Τράπεζες ή σε άλλους οργανισμούς κοινής ωφέλειας ή πιστωτικούς οργανισμούς ή στα ελληνικά ταχυδρομεία (ΕΛ-ΤΑ) καθώς και σε άλλες δημόσιες αρχές. Με απόφαση του Υπουργού των Οικονομικών καθορίζεται ο τρόπος και η διαδικασία της είσπραξης, ο έλεγχος των εισπράξεων καθώς και η καταβολή προμήθειας ή αμοιβής αυτών η οποία βαρύνει το Δημόσιο. Στην περίπτωση αυτή οι εκδιδόμενες κατ` εφαρμογή του α.ν. 1819/1951 “περί του τρόπου διεξαγωγής των πάσης φύσεως συναλλαγών του Δημοσίου” επιταγές οπισθογράφονται απ` ευθείας από τις Τράπεζες ή οργανισμούς κοινής ωφέλειας ή πιστωτικούς οργανισμούς ή τα ελληνικά ταχυδρομεία (ΕΛ-ΤΑ) καθώς και από τις άλλες δημόσιες αρχές”.

Άρθρο 2. Το εδάφιο που προστέθηκε στην παράγραφο 1 του άρθρου 2 του ν.δ. 356/1974 “περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων” με το αρ. 2 του ν. 599/1977 αντικαθίσταται ως εξής: “Κατ` εξαίρεση η είσπραξη των δημοσίων εσόδων μπορεί να ανατεθεί στις Τράπεζες ή σε άλλους οργανισμούς κοινής ωφέλειας ή πιστωτικούς οργανισμούς ή στα ελληνικά ταχυδρομεία (ΕΛ-ΤΑ) καθώς και σε άλλες δημόσιες αρχές. Με απόφαση του Υπουργού των Οικονομικών καθορίζεται ο τρόπος του Υπουργού των Οικονομικών καθορίζεται ο τρόπος και η διαδικασία της είσπραξης καθώς και ο έλεγχος για την είσπραξη αυτών”. Η απόφαση αυτή που ισχύει από 1.1.1987 να κυρωθεί με νόμο. στ) “Αριθ. Πρωτ. Σ. 221/4 Αθήνα, 19 Ιανουαρίου 1987 ΘΕΜΑ: Μετάθεση του χρόνου έναρξης εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του π.δ. 356/1986 “Τροποποίηση και συμπλήρωση μερικών διατάξεων του π.δ. 99/1977 “περί Κ.Φ.Σ., όπως ισχύει” (ΦΕΚ 157/10.10.86 τ. Α`) και άλλες ρυθμίσεις”. Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Έχοντας υπόψη: 1. Τον τρόπο υπολογισμού του ύψους των ακαθάριστων εσόδων για την τήρηση του βιβλίου από τους επιτηδευματίες που πωλούν αγαθά κατά κύριο λόγο χονδρικώς. 2. Τις δυσχέρειες που αντιμετωπίζουν τα υποκαταστήματα των αλλοδαπών Τραπεζών, που λειτουργούν στην Ελλάδα, για την τήρηση των βιβλίων τους στην ελληνική γλώσσα από 1ης Ιανουαρίου 1987 και προκειμένου να τους δοθεί απαραίτητος χρόνος για την αντικατάσταση ή προσαρμογή των μηχανογραφικών τους συστημάτων. 3. Την ανάγκη να δοθεί ο απαραίτητος χρόνος προσαρμογής και προετοιμασίας των γιατρών για την τήρηση του βιβλίου επίσκεψης ασθενών. 4. Τα αιτήματα που μας υποβλήθηκαν από τις επαγγελματικές οργανώσεις των πιο πάνω κατηγοριών επιτηδευματιών. 5. Τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 10 του πιο πάνω π.δ/τος, σε συνδυασμό και με τις διατάξεις της περίπτωσης β` της παραγράφου 5 του άρθρου 16 του π.δ. 99/1977 “περί Κ.Φ.Σ.” (ΦΕΚ 34/77 τ.Α`). Αποφασίζουμε 1. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του π.δ. 356/1986 αντικαθίσταται ως εξής: “1. Ο επιτηδευματίας που πωλεί αγαθά για δικό του λογαριασμό χονδρικώς ή κατά κύριο λόγο χονδρικώς, εφ` όσον κατά την προηγούμενη διαχειριστική περίοδο τα ετήσια ακαθάριστα έσοδά του από χονδρικές πωλήσεις εξεπέρασαν το ποσό των 120.000.000 δραχμών, τηρεί βιβλίο αποθήκης κατά είδος ποσότητα και αξία κατά την εισαγωγή και εξαγωγή”. 2. Το άρθρο 16 του π.δ. 356/1986 αντικαθίσταται ως εξής: “Άρθρο 16.

Έναρξη ισχύος.

Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος προεδρικού διατάγματος αρχίζει: 1. Των διατάξεων του άρθρου 5 από την 1η Ιουλίου 1986 για τους επιτηδευματίες των οποίων η διαχειριστική περίοδος έληξε την 30η Ιουνίου 1986, για τους λοιπούς δε επιτηδευματίες από την έναρξη της πρώτης, μετά την δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, διαχειριστικής τους περιόδου. 2. Των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 2 και του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 6 του άρθρου 7 από 1ης Ιανουαρίου 1988. 3. Των λοιπών διατάξεων από 1ης Ιανουαρίου 1987”. 4. Στην περίπτωση β` της παραγράφου 5 του άρθρου 16 του π.δ. 99/ 1977 προστίθεται περίοδος, ως εξής: “Κατ` εξαίρεση δεν επιτρέπεται η συγχώνευση ή η συνένωση του δελτίου αποστολής αγαθών με οποιοδήποτε βιβλίο ή στοιχείο”. Η απόφαση αυτή να κυρωθεί με νόμο. ζ) “Αριθ. Πρωτ. 5219 Αθήνα, 21 Ιανουαρίου 1987

ΘΕΜΑ: Αναστολή λήψης αναγκαστικών μέτρων είσπραξης. ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Έχοντας υπόψη: 1. Τις διατάξεις του ν.δ. 356/1974 “περί Κώδικος Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων” (ΦΕΚ 90/74 τ. Α`). 2. Τις διατάξεις του άρθρου 88 του ν.δ. 321/1969 “περί Κώδικος Δημοσίου Λογιστικού” (ΦΕΚ 205/69 τ. Α`). 3. Τις αποφάσεις μας αριθ. 110826/31.10.86 και 132193/31.12.86 με τις οποίες έχει παραταθεί μέχρι τις 28.22.87 η ισχύς της απόφασής μας αριθ. 100039/30.9.86, που προβλέπει την αναστολή λήψης αναγκαστικών μέτρων για την είσπραξη βεβαιωμένων χρεών προς το Δημόσιο, που οφείλονται από επιχειρήσεις που έχουν την επαγγελματική τους εγκατάσταση στην περιοχή της Καλαμάτας, καθώς και από ιδιώτες που έχουν τη μόνιμη κατοικία τους στην ίδια περιοχή. 4. Την ανάγκη παράτασης της προθεσμίας 28.2.87, επειδή μέχρι την ημερομηνία αυτή δε θα έχουν αποκατασταθεί οι ζημίες από τους σεισμούς, καθώς και η οικονομική ζωή στην περιοχή της Καλαμάτας, Αποφασίζουμε: Παρατείνουμε μέχρι τις 31.10.87 την ισχύ της απόφασής μας αριθ. 100039/30.9.86, που λήγει στις 28.2.87, με την οποία έχει ανασταλεί η λήψη αναγκαστικών μέτρων για την είσπραξη βεβαιωμένων χρεών προς το Δημόσιο, που οφείλονται από επιχειρήσεις που έχουν την επαγγελματική τους εγκατάσταση στην περιοχή της Καλαμάτας, καθώς και από ιδιώτες που έχουν τη μόνιμη κατοικία τους, στην ίδια περιοχή. Η απόφαση αυτή να κυρωθεί με νόμο. η) “Αριθ. Πρωτ. Υ. 317/46 Αθήνα, 11 Απριλίου 1986 ΑΠΟΦΑΣΗ Για την παράταση της ισχύος των διατάξεων των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 9 και του άρθρου 28 του ν. 588/1977. Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Έχοντας υπόψη: α) Τις διατάξεις του ν. 588/1977 “περί οργανώσεως των Αστικών Συγκοινωνιών Πρωτευούσης και άλλων τινών διατάξεων”. β) Τα έγγραφα αριθ. 70159/1416/85/11.11.19856 και 3261/657/86/ 6.3.1986 του Υπουργείου Συγκοινωνιών για την ανάγκη παράτασης της ισχύος των διατάξεων των άρθρων 9 και 289 του ν. 588/1977, η ισχύς των οποίων έληξε στις 31.12.1985, Αποφασίζουμε:

Άρθρο 1.

1. Η ισχύς των διατάξεων των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 9 και του άρθρου 28 του ν. 588/1977 παρατείνεται από τότε που έληξε μέχρι 31.12.1986. 2. Η κατά τη προηγούμενη παράγραφο παράταση της ισχύος των διατάξεων αυτών δεν αφορά τα εισαγόμενα από το εξωτερικό έτοιμα λεωφορεία.

Άρθρο 2.

Στα πρόσωπα που δικαιούνται ατελείας, βάσει των διατάξεων των άρθρων 9 και 28 του ν. 588/1977, όπως οι διατάξεις αυτές παρατείνονται με την παρούσα απόφαση, επιστρέφονται (με εξαίρεση τον εισαγωγικό δασμό) τα ποσά που από τη λήξη της ισχύος των παραπάνω διατάξεων και μέχρι την κοινοποίηση της απόφασής μας αυτές έχουν καταβάλει στα Τελωνεία για την εισαγωγή των αναγραφομένων στις διατάξεις αυτές ειδών, εφ` όσον προσκομίσουν μέχρι 31.12.1986 στα τελωνεία εισαγωγής τα προβλεπόμενα δικαιολογητικά ατελείας.

Άρθρο 3.

Η απόφαση μας αυτή να κυρωθεί νομοθετικά. 5. Κυρώνονται και έχουν ισχύ από τότε που εκδόθηκαν οι αποφάσεις Α3-224/10.1.1986 (ΦΕΚ 3 τ. Β`/10.1.1986), Α3-1214/18.3.1986 (ΦΕΚ 112 τ. Β`/18.3.1986), Δ. 1062/155/24.10.1986 (ΦΕΚ 775 τ. Β`/31.10.1986), Δ. 1063/156/24.10.1986 (ΦΕΚ 775 τ. Β`/31.10.1986), Δ. 1305/216/ 23.12.1986 (ΦΕΚ 906 τ. Β`/23.12.1986).

 

7. Κυρώνονται και έχουν ισχύ από τότε που εκδόθηκαν οι αποφάσεις 124024/2192/18.9.1981 (ΦΕΚ 601/Β`/30.9.1981), Μ. 278/11/28.1.1986 (ΦΕΚ 81/Β`/3.3.1986), Δ. 139/72/11.2.1986 (ΦΕΚ 31 Β`/11.2.1986), 88665/ 1910/26.9.1986 (ΦΕΚ 670 Β`/8.10.1986), 106721/ΠΑΡ/12.11.1986 (ΦΕΚ 769 Β`/18.11.1986). 8. Κυρώνονται και έχουν ισχύ από τότε που εκδόθηκαν οι αποφάσεις Α3-1606/10.4.1986 (ΦΕΚ 151 τ. Β`/10.4.1986), Α3-2520/10.7.1986 (ΦΕΚ 445 τ. Β`/10.7.1986), Α3-3224/10.10.1986 (ΦΕΚ 676 τ. Β`/10.10.1986). 9. Κυρώνονται και έχουν ισχύ από τότε που εκδόθηκαν οι αποφάσεις 24230/3706/13.6.1984 (ΦΕΚ 410 τ. Β`/20.6.1984), 82/4/11.2.1985 (ΦΕΚ 92 τ. Β`/21.2.1985), 1080/165/14.2.1986 (ΦΕΚ 182 τ. Β`/14.4.1986), 14330/2742/1.9.1986 (ΦΕΚ 722 τ. Β`/23.10.1986), 22801/4512/6.11.1986 (ΦΕΚ 838 τ. Β`/4.12.1986), 24442/4951/3.12.1986 (ΦΕΚ 870 τ. Β`/ 12.12.1986), 24646/4995/30.12.1986 (ΦΕΚ 52 τ. Β`/5.2.1987). 10. Κυρώνονται και έχουν ισχύ από την ημερομηνία ισχύος τους οι διαταγές Δ. 1080/474/14.10.1985 Δ. 1084/478/15.10.1985, οι οποίες έχουν ως εξής: α) “Δ. 1080/474 Αθήνα, 14/10/1985 Ύστερα από τη σημαντική μεταβολή της ισοτιμίας της δραχμής προς τα ξένα νομίσματα, για τον υπολογισμό του εισαγωγικού δασμού κλπ. φορολογικών επιβαρύνσεων, θα λαμβάνεται υπόψη η ισοτιμία της δραχμής προς τα ξένα νομίσματα, κατά το χρόνο εξόδου των εμπορευμάτων από τους τελωνειακούς χώρους. Η ρύθμιση αυτή καταλαμβάνει εμπορεύματα των οποίων η ημερομηνία αποδοχής του παραστατικού για ανάλωση είναι προγενέστερη της 16/10/85 και η παραλαβή τους έγινε ή θα γίνει μετά την 12/10/85. Για τα παραστατικά αποδοχής από 16/10/85 θα εφαρμόζεται ο κανονισμός ΕΟΚ 1766/85. Σχετική Διαταγή Δ. 1029/458/1.10.85. β) “Δ. 1084/478 Αθήνα, 15/10/1985 Διαταγή μας 1080/474/14.10.85 τροποποιείται ως προς τις ημερομηνίες. Όπου 16/10/85 διορθώνεται σε 18.10.1985. Τελωνισμοί από 12.10.85 έως και 17.10.85 διενεργούνται, για τις ημερομηνίες που δε δημοσιεύονται επίσημο δελτίο τιμών συναλλαγμάτων, με ισοτιμία στήλης πώλησης του δελτίου “όρια τιμών εξωτερικών συναλλαγμάτων, για συναλλαγές μέχρι ποσού ισοτίμου USD 5.000 ή 3.000 για εξαγωγές”, το οποίο δημοσιεύεται και στον ημερήσιο τύπο.

Άρθρο 49
Διατάξεις που καταργούνται
Από την έναρξη ισχύος των διατάξεων αυτού του νόμου καταργείται κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη που αντίκειται στις διατάξεις του ή ρυθμίζει διαφορετικά τα θέματα που ρυθμίζονται από αυτές.

Άρθρο 50
Αίρεται η αφιέρωση στην Πανελλήνια Σκοπευτική Εταιρεία γηπέδου στην Καισαριανή Αττικής και ο χαρακτηρισμός του ως εκτός συναλλαγής που έγινε με το ν. 4778/1930 και ανακαλείται η παραχώρηση του γηπέδου αυτού στην ως άνω εταιρεία, που έγινε με το 1615/1930 συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Αθηνών Κων/νου Ευαγγ. Βασιλάκη, η δε κυριότητά του επανέρχεται στο Δημόσιο.

Άρθρο 51

1. Για το έτος 1987 το συνολικό ποσό που θα διανεμηθεί στα δικαιούχα πολιτικά κόμματα για οικονομική από το Κράτος ενίσχυσή τους, κατά τις διατάξεις του ν. 1443/1984 “Οικονομική ενίσχυση των πολιτικών κομμάτων και άλλες διατάξεις” (ΦΕΚ 73Α`), ορίζεται σε ένα δισεκατομμύριο δραχμές (1.000.000.000).

2. Στη διανομή του ποσού της κρατικής οικονομικής ενίσχυσης των πολιτικών κομμάτων έτους 1987, όπως αυτό ορίζεται στην παράγραφο 1 του άρθρου αυτού, θα συμμετάσχουν και τα πολιτικά κόμματα της περίπτωσης β` της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του ν. 1443/1984 καθώς και τα πολιτικά εκείνα κόμματα που εκπροσωπούνται στη Βουλή, που προήλθε από τις εκλογές της 2ας Ιουνίου 1985, από έναν (1) τουλάχιστον βουλευτή και που έλαβαν και το προηγούμενο έτος 1986 κρατική οικονομική ενίσχυση με βάση τις μεταβατικές διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 33 του ν. 1599/1986 “Σχέσεις Κράτους-πολίτη, καθιέρωση νέου τύπου δελτίου ταυτότητας και άλλες διατάξεις” (ΦΕΚ 75Α). Για τα πολιτικά κόματα που έχουν τις προϋποθέσεις της περίπτωσις β` της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του ν. 1443/1984 ισχύει η διαπιστωτική πράξη της Ανώτατης Εφορευτικής Επιτροπής του άρθρου 91 της νομοθεσίας για την εκλογή βουλευτών του έτους 1984. Για τα υπόλοιπα δικαιούχα κρατικής οικονομικής ενίσχυσης πολιτικά κόμματα του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής, ισχύει η σχετική γι` αυτά διαπιστωτική πράξη του Προέδρου της Βουλής, που εκδόθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 33 του ν. 1599/1986. Σε περίπτωση που κάποιο από τα κόμματα της παραγράφου αυτής ενσωματώθηκε σε νέο πολιτικό κόμμα με διαφορετικό όνομα, δικαιούχο της κρατικής οικονομικής ενίσχυσης καθίσταται, το νέο πολιτικό κόμμα που προήλθε από την ενσωμάτωση, εφ` όσον συντρέχει η κατά το πρώτο εδάφιο της παραγράφου αυτής προϋπόθεση της εκπροσώπησής του στην παρούσα Βουλή. Το δικαιούχο αυτό νέο πολιτικό κόμμα θα προσδιοριστεί με πρόταση του Προέδρου της Βουλής μέσα σε ένα μήνα από την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού. Στην ίδια πράξη του προέδρου της Βουλής θα προσδιορίζεται και το πολιτικό κόμμα που ενσωματώθηκε στο νέο. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 8 του ν. 1443/1984.

3. Για το έτος 1987 η προθεσμία της παραγράφου 3 του άρθρου 3 του ν. 1443/1984 παρατείνεται μέχρι την παρέλευση δύο μηνών από την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού.

Άρθρο 52
Η προθεσμία που ορίζεται από το άρθρο 4 του ν.δ. 3746/1957 “περί ασφαλιστικών ρητρών, φορολογικών απαλλαγών και άλλων τινών διευκολύνσεων εις ομολογιακά δάνεια ή προνομιούχους μετοχάς εκδιδομένας δια παραγωγικούς σκοπούς” και που παρατάθηκε μεταγενέστερα, παρατείνεται από τη λήξη της μέχρι και την 31 Δεκεμβρίου 1992.

Άρθρο 53
Σημ.: όπως το άρθρο 53 καταργήθηκε με την περ.ζ` της παρ.2 του άρθρου 10 του Ν.2286/1995 (Α 19), του οποίου η ισχύς αρχίζει την 1.1.1995

Άρθρο 54
Το εδάφιο 1 α του άρθρου 7 του ν. 4171/1961 “Περί λήψεως γενικών μέτρων δια την υποβοήθησιν της αναπτύξεως της οικονομίας της χώρας”, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 23 του ν. 1262/1982 “Για την παροχή κινήτρων ενίσχυσης της οικονομικής και περιφερειακής ανάπτυξης της Χώρας και τροποποίηση συναφών διατάξεων”, αντικαθίσται ως εξής:

“1. α) Οι συμβάσεις δανείων ή πιστώσεων, παρεχομένων από ελληνικές ή ξένες τράπεζες ή υποκαταστήματα ξένων τραπεζών στην Ελλάδα ή από ξένους οίκους, προς ημεδαπά ειδικά πιστωτικά ιδρύματα και οργανισμούς αναπτυξιακού και κοινωνικού χαρακτήρα και ειδικότερα Α.Τ.Ε. Ε.Τ.Β.Α. Ε.Τ.Ε.Β.Α., Τράπεζα Επενδύσεων, Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, Εθνική Κτηματική Τράπεζα της Ελλάδος, Ελληνικές Εξαγωγές Α.Ε. Ε.Ο.Μ.Μ.Ε.Χ. δημόσιους οργανισμούς ή δημόσιες επιχειρήσεις εν γένει, εξόφληση των δανείων αυτών καθώς και οι τόκοι τους απαλλάσσονται από κάθε φόρο, τέλος χαρτοσήμου, εισφορά, δικαιώματα ή άλλη επιβάρυνση υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων, ανεξάρτητα αν οι συμβάσεις αυτές συνάπτονται στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό. Οι παραπάνω απαλλαγές ισχύουν επίσης και για δάνεια ή πιστώσεις που λαμβάνουν οι ελληνικές τράπεζες ή τα υποκαταστήματα των ξένων τραπεζών στην Ελλάδα για λογαριασμό των δημοσίων οργανισμών και επιχειρήσεων. Οι παραπάνω απαλλαγές ισχύουν και για τις συμβάσεις δανείων ή πιστώσεων που παρέχονται από ξένες τράπεζες ή υποκαταστήματα ξένων τραπεζών στην Ελλάδα ή από ξένους οίκους, προς τις τράπεζες που λειτουργούν νόμιμα στην Ελλάδα με την προϋπόθεση ότι τα κεφάλαια των δανείων αυτών εισάγονται αποδεδειγμένα από το εξωτερικό με σκοπό τη χρηματοδότηση βιομηχανικών ή μεταλλευτικών επιχειρήσεων για παραγωγικές επενδύσεις.

Επίσης ισχύουν οι παραπάνω απαλλαγές και για μακροπρόθεσμα δάνεια ή πιστώσεις που παρέχονται από ελληνικές ή ξένες τράπεζες ή υποκαταστήματα ξένων τραπεζών στην Ελλάδα ή από τράπεζες επενδύσεων προς βιομηχανικές και μεταλλευτικές επιχειρήσεις για παραγωγικές επενδύσεις, υπό την προϋπόθεση όμως ότι τα κεφάλαια των δανείων αυτών εισάγονται αποδεδειγμένα για το σκοπό αυτόν από το εξωτερικό και το εισαχθέν συνάλλαγμα εκχωρείται στην Τράπεζα της Ελλάδος. Επίσης ισχύουν οι παραπάνω απαλλαγές και για τα δάνεια που χορηγούνται από διεθνείς χρηματοδοτικούς οργανισμούς ή την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα (Ε.Κ.Α.Χ.) ή την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας ή την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και τα άλλα χρηματοδοτικά όργανα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προς τις τράπεζες που λειτουργούν νόμιμα στην Ελλάδα και προς τα ημεδαπά ειδικά πιστωτικά ιδρύματα και οργανισμούς αναπτυξιακού και κοινωνικού χαρακτήρα που αναφέρονται στην αρχή της παραγράφου αυτής”.

Άρθρο 55
Το άρθρο 5 του ν.δ. 34/1968 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του α.ν. 148/1967 “περί μέτρων προς ενίσχυσιν της κεφαλαιαγοράς”, το οποίο αντικατέστησε το άρθρο 9 του α.ν. 148/1967, αντικαθίσταται από τότε που ίσχυσε με το παρόν άρθρο ως εξής: “Oι πιστωτικοί οργανισμοί μπορούν να εκδίδουν και να χορηγούν στους καταθέτες τίτλο στον κομιστή, ο οποίος είναι μεταβιβάσιμος και διαπραγματεύσιμος και στο χρηματιστήριο. Τα σχετικά με την έκδοση των παραπάνω τίτλων στον κομιστή, το ύψος ποσού στο οποίο μπορούν αυτοί να εκδοθούν, η διάρκεια, το επιτόκιο καθώς και οι λοιπές λεπτομέρειες ρυθμίζονται με πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Οι τίτλοι αυτοί καθώς και οι τόκοι τους απαλλάσσονται από κάθε είδους φορολογική επιβάρυνση”.

Άρθρο 56
Στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του ν. 1365/1983 “Κοινωνικοποίηση των επιχειρήσεων δημόσιου χαρακτήρα ή κοινής ωφέλειας” προστίθεται η παρακάτω διάταξη: “Για την τροποποίηση των προεδρικών αυτών διαταγμάτων δεν απαιτείται γνώμη των παραπάνω επιτροπών”.

Άρθρο 57
Η προσθήκη στο τέλος της παρ. 4 του άρθρου 1 του ν. 490/1976 (ΦΕΚ 331Α), που έγινε με την παρ. 2 του άρθρου 86 του ν. 1041/1980 (ΦΕΚ 75Α), όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 59 του ν. 1591/1986 (ΦΕΚ 50Α) αντικαθίσταται με τα ακόλουθα: “….Ως και στους ανάπηρους Έλληνες πολίτες ηλικίας άνω των 4 ετών, που εμφανίζουν σοβαρή κινητική αναπηρία των κάτω άκρων ή των κάτω και άνω άκρων σε ποσοστό όχι μικρότερο του 80%, η οποία παρακωλύει καταφανώς τη βάδιση, εφ` όσον το ένα κάτω άκρο έχει αναπηρία τουλάχιστον 55% και το παραλαμβανόμενο επιβατικό αυτοκίνητο έχει κυλινδρισμό κινητήρα μέχρι 1650 κυβικά εκατοστά. Κατ` εξαίρεση όσοι από τους παραπάνω ανάπηρους ηλικίας άνω των 18 ετών έχουν πλήρη παράλυση των κάτω άκρων ή αμφοτερόπλευρο ακρωτηριασμό αυτών με ποσοστό αναπηρίας 100% δύνανται να παραλάβουν αυτοκίνητο με κυλινδρισμό κινητήρα μέχρι 2.000 κυβ. εκατοστά.

Αν το συνολικό ποσοστό κινητικής αναπηρίας των παραπάνω ανάπηρων είναι μικρότερο του 80% όχι όμως και του 67%, η δε αναπηρία τους στο ένα κάτω άκρο είναι τουλάχιστον 55%, παρέχεται απαλλαγή μόνο από το 1/2 του ειδικού φόρου κατανάλωσης, που αναλογεί στο παραλαμβανόμενο αυτοκίνητο, εφ` όσον αυτό έχει κυλινδρισμό κινητήρα μέχρι 1.650 κυβ. εκατοστά. Στους άνω των 4 ετών ανήλικους ανάπηρους των παραπάνω κατηγοριών το δικαίωμα αυτό παραχωρείται σ` εκείνον που ασκεί τη γονική μέριμνα ή για οποιοδήποτε λόγο έχει την επιτροπεία, ο οποίος δύναται να εισάγει με τις διατάξεις αυτές ένα επιβατικό αυτοκίνητο έστω και αν ασκεί τη γονική μέριμνα ή την επιτροπεία σε περισσότερους ανήλικους ανάπηρους”.

Άρθρο 58
Στο άρθρο 27 του ν. 1563/1985 (ΦΕΚ 151) προστίθεται παράγραφος 3, ως εξής: “3. Επι των αποδοχών των υπαλλήλων των προηγούμενων παραγράφων, εκτός του έκτακτου προσωπικού που καλύπτεται συνταξιοδοτικά από το Δημόσιο με βάση το ν.δ. 874/1971, επιβάλλεται επίσης εργοδοτική εισφορά, λόγω ιατροφαρμακευτικής και νοσοκομειακής περίθαλψης, ίση με την εισφορά που ισχύει κάθε φορά στο κλάδο ασθένειας του Ι.Κ.Α. για τους ασφαλισμένους που διέπονται από τις διατάξεις του ν. 3163/1955 και του ν.δ. 4277/1962”.

Άρθρο 59
Από την έναρξη ισχύος των διατάξεων των νόμων 754/1978 και 1041/ 1980, το προσωρινό προσωπικό επίδομα των τακτικών υπαλλήλων του Εθνικού Οργανισμού Προνοίας προσδιορίζεται κατ` εφαρμογή των διατάξεων των προαναφερομένων νόμων με βάση τις πράγματι καταβληθείσες αποζημιώσεις υπερωριακής εργασίας και όχι σε συνδυασμό με τυχόν αυξημένα ποσά που έπαιρναν άλλοι υπάλληλοι του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α. Αξιώσεις κατά του Εθνικού Οργανισμού Προνοίας, που έχουν προκύψει από αμφισβήτηση της εφαρμογής των παραπάνω διατάξεων και αφορούν καταβολή μισθών και επιδομάτων, όπως του προσωρινού προσωπικού επιδόματος, παραγράφονται και όλες οι εκκρεμείς δίκες σε οποιοδήποτε δικαστήριο, ακόμη και στον Άρειο Πάγο, καταργούνται.

Άρθρο 60
Σημ.: όπως το άρθρο 60 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με τη παρ.8 υποπαρ.Δ.12 άρθρου 2 Ν.4336/2015, ΦΕΚ Α 94/14.9.2015,ο οποίος ισχύει, σύμφωνα με το άρθρο 4 αυτού, από την υπογραφή της Σύμβασης Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης της ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ Β` του άρθρου 3 του νόμου αυτού, δηλ. από 19 Αυγούστου 2015.

1. Στην τιμή των εισιτηρίων των κινηματογράφων που λειτουργούν σε πόλεις με πληθυσμό άνω των δέκα χιλιάδων κατοίκων, επιβάλλεται ειδικός φόρος σε ποσοστό 8% που διατίθεται για την ανάπτυξη της κινηματογραφικής τέχνης. Για την περιοχή της τέως διοικήσεως Πρωτευούσης και της Θεσσαλονίκης το ποσοστό αυτό ορίζεται σε 12%.

2. Τα ποσοστά της προηγούμενης παραγράφου μειώνονται κατά 50% όταν πρόκειται για υπαίθριους κινηματογράφους, καθώς και για τους χειμερινούς κινηματογράφους των περιοχών Δ`, όπως προσδιορίζονται στο άρθρο 3 του ν. 1262/1982.

3. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 9 του άρθρου 7 του ν. 1597/1986 αντικαθίσταται ως ακολούθως: “Οι όροι, η διαδικασία, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά και κάθε λεπτομέρεια σχετική με την εφαρμογή του άρθρου αυτού, ρυθμίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Πολιτισμού και όταν ρυθμίζονται οικονομικά θέματα και του Υπουργού Οικονομικών”.

4. Όπου στο ν. 1597/1986 αναφέρεται φόρος δημοσίων θεμάτων, νοείται ο φόρος της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του ιδίου νόμου, όπως τροποποιείται με το παρόν.

Άρθρο 61

1. Οι διατάξεις της περίπτωσης στ` της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν. 251/1976 (ΦΕΚ 19 Α), όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με το άρθρο 1 του ν. 738/1977 (ΦΕΚ 310 Α`) και το άρθρο 10 του ν. 1180/1981 (ΦΕΚ 188 Α), καταργούνται όσον αφορά τους Έλληνες βουλευτές και ευρωβουλευτές.

2. Επιβατικά αυτοκίνητα εισαγόμενα για προσωπική και οικογενειακή χρήση από Έλληνες εν ενεργεία βουλευτές του Ελληνικού ή Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου απαλλάσσονται από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης που αναλογεί σ` αυτά, εφ` όσον ο κυλινδρισμός του κινητήρα τους δεν υπερβαίνει κατ` ανώτατο όριο τα 2.000 κυβικά εκατοστά. Η απαλλαγή αυτή παρέχεται για την παραλαβή ενός αυτοκινήτου κάθε τέσσερα χρόνια.

3. Οι βουλευτές, που έχουν υποβάλει μέχρι σήμερα (12.8.1987) στο Υπουργείο Προεδρίας της Κυβέρνησης αίτηση για παραχώρηση αυτοκινήτου με βάση τις καταργούμενες διατάξεις της πρώτης παραγράφου του παρόντος άρθρου, δικαιούνται αυτοκίνητο με τους όρους των παραπάνω καταργούμενων διατάξεων, εφ` όσον ολοκληρωθεί η διαδικασία της παραχώρησης μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1987.

4. Οι βουλευτές που έχουν παραλάβει ή θα παραλάβουν επιβατικό αυτοκίνητο από τον Ο.Δ.Δ.Υ., με βάση τη διάταξη της παρ. στ` της παραγρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 251/1976 (ΦΕΚ 19Α), όπως έχει τροποποιηθεί και συμπληρωθεί, μπορούν να κάνουν χρήση της παρ. 2 του παρόντος άρθρου μετά την πάροδο διετίας από την παραλαβή του αυτοκινήτου αυτού.

5. Η μεταβίβαση της κυριότητας ή η παραχώρηση της χρήσης των αυτοκινήτων που παραλαμβάνονται ατελώς με βάση την παρ. 2 του παρόντος άρθρου μπορεί να γίνει οποτεδήποτε χωρίς υποχρέωση καταβολής του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί σ` αυτά.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 7 παρ. 1 του Ν. 1906/1990, αντικαταστάθηκε πάλι με το άρθρο 26 παρ. 1 του Ν.1947/1991 (Α` 70).

6. Με απόφαση του Υπουργού των Οικονομικών θα καθορισθεί κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 62
Επιστρέφονται όλοι οι δασμοί και φόροι που καταβλήθηκαν για την εισαγωγή τυπογραφικού χάρτου, που τα πολιτικά κόμματα προμηθεύτηκαν είτε απ` ευθείας από το εξωτερικό είτε από το εσωτερικό κατά την από 25 Μαρτίου 1985 μέχρι 30 Μαΐου 1985 χρονική περίοδο, εφ` όσον κατά την περίοδο αυτήν είχε χορηγηθεί στα πολιτικά κόμματα έγκριση για την ατελή εισαγωγή του, η οποία δεν εκτελέστηκε. Κατ` εξαίρεση δεν επιστρέφεται ο εισαγωγικός δασμός που καταβλήθηκε για τον τυπογραφικό χάρτη, που έχει εισαχθεί από τρίτες προς την Κοινότητα χώρες.

Άρθρο 63
Για τα αδικήματα που αναφέρονται στο άρθρο 31 του ν. 1591/1986 επιβάλλονται οι οριζόμενες σ` αυτό ποινές και αποκλείεται η εφαρμογή οποιασδήποτε άλλης γενικής ή ειδικής διάταξης νόμου.

Άρθρο 64
Η ισχύς αυτού του νόμου αρχίζει:

α) των διατάξεων των άρθρων 1 παράγραφος 1, 2 παράγραφοι 1, 2 και 3, 3 παράγραφος 1, 4 παράγραφος 1, 6 παράγραφοι 1, 2 και 3, 7 παράγραφος 2 και 9 παράγραφος 8 από το οικονομικό έτος 1988, για τα εισοδήματα που απέκτησαν οι δικαιούχοι από 1 Ιανουαρίου 1987 και μετά,

β) των διατάξεων των άρθρων 4 παράγραφος 2 και 6 παράγραφος 4 από το οικονομικό έτος 1987, για τα εισοδήματα που απέκτησαν οι δικαιούχοι από 1 Ιανουαρίου 1986 και μετά,

γ) των λοιπών διατάξεων του από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά σ` αυτές.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 7 Σεπτεμβρίου 1987

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΧΡΗΣΤΟΣ Α. ΣΑΡΤΖΕΤΑΚΗΣ