Νόμος 1540 ΦΕΚ Α΄67/10.4.1985
Ρύθμιση περιουσιών πολιτικών προσφύγων και άλλες διατάξεις.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

Άρθρο 1
Ορισμοί και έκταση εφαρμογής.

1. Πολιτικοί πρόσφυγες, για την εφαρμογή του νόμου αυτού, θεωρούνται οι Έλληνες το γένος, οι οποίοι, εξαιτίας του εμφύλιου πολέμου, κατέφυγαν στην αλλοδαπή μετά την πρώτη Ιανουαρίου 1945 ή φυλακίστηκαν ή εξορίστηκαν.

2.Οι διατάξεις του νόμου αυτού εφαρμόζονται:
α) για τα ακίνητα που περιήλθαν στο Δημόσιο με την εφαρμογή των διατάξεων των ψηφισμάτων Μ/ 1948 (ΦΕΚ 17) και Ν/1948 (ΦΕΚ 101) και των οποίων τη διαχείριση έχει το Υπουργείο Οικονομικών ή το Υπουργείο Γεωργίας,
β)Για τα ακίνητα και τους κλήρους, που εγκαταλείφθηκαν και περιήλθαν στη διαχείριση του Υπουργείου Γεωργίας με την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 6 και 8 του ν.δ. 2536/1953 (ΦΕΚ 225),
γ) για τα αγροτικά ακίνητα που περιήλθαν στο Δημόσιο με την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 13 του ν.δ. 3958/1959 (ΦΕΚ 133),
δ)Για τα ακίνητα που περιήλθαν στο Δημόσιο ή το Δημόσιο έχει εισπράξει συμπληρωματικό τίμημα, ύστερα από υποκατάστασή του στα δικαιώματα του πωλητή, σύμφωνα με τις διατάξεις του α.ν. 1323/1949 (ΦΕΚ 323), για το λόγο ότι ο πωλητής είχε στερηθεί το δικαίωμα να επανακτήσει τα ακίνητα που είχε πουλήσει, για παράβαση των διατάξεων των άρθρων 1, 2, 3 και 5 του Γ` Ψηφίσματος (ΦΕΚ 203/1946) ή του άρθρου 2 του α.ν. 509/1947 (ΦΕΚ 293) ή για συμμετοχή του στον εμφύλιο πόλεμο, ή στερήθηκε την ελληνική ιθαγένεια σύμφωνα με τις διατάξεις του ΛΖ` Ψηφίσματος (ΦΕΚ 267/1947) ή κατέφυγε σε ξένη χώρα για την οργάνωση του εμφυλίου πολέμου.
Σημ.: όπως η περ. δ` αντικαταστάθηκε  με το άρθρο 36 του Ν. 1828/1989 (Α 2).

ε)για τα ακίνητο που καταλήφθηκαν από το Δημόσιο ως εγκαταλελειμμένα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 34 του α.ν. 1539/1938 (ΦΕΚ 488).
στ) για τα ακίνητα που εξαιτίας του εμφύλιου πολέμου δημεύτηκαν με δικαστικές ή διοικητικές αποφάσεις και οι ιδιοκτήτες τους φυλακίστηκαν ή εξορίστηκαν ή εκτελέστηκαν ή καταδιώκονταν στην ελληνική επικράτεια.

Άρθρο 2
Απόδοση ακινήτων – δικαιούχοι.

1. Τα ακίνητα που αναφέρονται στο προηγούμενο άρθρο αποδίδονται στους δικαιούχους πολιτικούς πρόσφυγες που κατοικούν στην Ελλάδα ή επαναπατρίζονται και έχουν ή ανακτούν ή αποκτούν την ελληνική ιθαγένεια. Η απόδοση δεν εμποδίζεται αν το ακίνητο έχει περιέλθει σε οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) κατά νομή ή κατοχή. Αν το ακίνητο έχει περιέλθει σε Ο.Τ.Α. κατά κυριότητα, αποδίδεται εφόσον αυτός συναινεί. Δεν εμποδίζεται η απόδοση αν το ακίνητο έχει αποκτήσει δασική μορφή. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζονται και οι διατάξεις του άρθρου 75 παρ. 1, 2 και 3 του ν. 998/1979 (ΦΕΚ 289).

2. Δεν αποδίδονται τα ακίνητα:
α) που έχουν διατεθεί από το Δημόσιο σε τρίτο κατά κυριότητα ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα,
β) που έχουν παραχωρηθεί, προσωρινά ή οριστικά, από το Δημόσιο σε δικαιούχο αστικής ή αγροτικής αποκατάστασης,
γ) που έχουν εκμισθωθεί από το Δημόσιο σε τρίτο, εφόσον η μίσθωση έχει διαρκέσει δέκα έτη και συνεχίζεται κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού,
δ) που έχουν γίνει πάνω σ` αυτό επωφελείς δαπάνες από το Δημόσιο ή από νομικό πρόσωπο του δημόσιου τομέα, όπως προσδιορίζονται με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 9 του ν. 1232/1982 (ΦΕΚ 22) και της παραγράφου 6 του άρθρου 1 του ν. 1256/1982 (ΦΕΚ 65), εφόσον η αύξηση της αξίας του ακινήτου σώζεται, κατά την υποβολή της αίτησης για την απόδοσή του,
ε) που κατέχονται αυθαίρετα από πρόσωπα τα οποία δεν είναι σύζυγος ή γονέας ή κατιών ή αδελφός του δικαιούχου απόδοσης και δικαιούνται να τα εξαγοράσουν, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3 του ν. 666/1977 (ΦΕΚ 234), του άρθρου 1 του ν. 719/1977 (ΦΕΚ 301) και του άρθρου 34 του ν. 1473/1984 (ΦΕΚ 127).

3. Ακίνητα, που έπρεπε να καταληφθούν τις διατάξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 1, αλλά στα σχετικά πρωτόκολλα κατάληψης γίνεται επίκληση άλλων ή και άλλων διατάξεων, αποδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού.

4. Αν ο πολιτικός πρόσφυγας πέθανε, δικαιούχοι απόδοσης είναι, εφόσον είναι κληρονόμοι του και κατά το λόγο της κληρονομικής τους μερίδας, ο σύζυγός του, οι κατιόντες του, οι γονείς του και από τους λοιπούς κληρονόμους του μόνο όσοι είναι πολιτικοί πρόσφυγες και κατοικούν στην Ελλάδα ή επαναπατρίζονται. Αν συντρέχουν πολλά από τα παραπάνω πρόσωπα, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του αστικού κώδικα για την κληρονομική διαδοχή.

5. Για την απόδοση ακινήτων της περίπτωσης παραγράφου 2 του άρθρου 1, καταβάλλεται από το δικαιούχο στο Δημόσιο σε έξι (6`) ισόποσες εξαμηνιαίες δόσεις χρηματικό ποσό ίσο με το ένα δέκατο της αγοραίας αξίας του ακινήτου, κατά το χρόνο της απόδοσης του. Αν δεν αποδοθεί το ίδιο ακίνητο, παραχωρείται άλλο, αξίας μειωμένης κατά το ένα δέκατο. Αν δοθεί χρηματικό αντάλλαγμα, καταβάλλεται μειωμένο κατά το ένα δέκατο. Αν η αγοραπωλησία δεν ακυρώθηκε αλλά το Δημόσιο έχει εισπράξει συμπληρωματικό τίμημα, παραχωρείται ακίνητο του Δημόσιου ή καταβάλλεται χρηματικό αντάλλαγμα, η αξία του οποίου υπολογίζεται ίση με τα 9/10 της αγοραίας αξίας, κατά το χρόνο έκδοσης της απόφασης για παραχώρηση ή καταβολή, του ακινήτου που πουλήθηκε ή του εδάφους (οικόπεδο – αγρόκτημα), εάν το ακίνητο δεν υπάρχει και στη θέση του έχει ανεγερθεί μεταγενέστερο οικοδόμημα.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 43 παρ. 8 του Ν. 1731/1987 (Α` 161).

6. Δικαίωμα αποκατάστασης, δηλαδή παραχώρησης ακινήτου του Δημοσίου, ή χρηματικού ανταλλάγματος έχουν και όσοι υποκαταστάθηκαν στα δικαιώματα τους από το Δημόσιο (πωλητές), ανεξαρτήτως αν τα ακίνητα δεν περιήλθαν σ` αυτό ή δεν εισέπραξε τούτο συμπληρωματικό τίμημα από δική του υπαιτιότητα.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 43 παρ. 7 του Ν. 1731/1987 (Α` 161).

Άρθρο 3
Αδυναμία απόδοσης ακινήτων.

1. Αν η απόδοση των ακινήτων ή κλήρων δεν είναι δυνατή, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 2, παραχωρούνται στους δικαιούχους ισάξιες κοινόχρηστες ή διαθέσιμες εποικιστικές εκτάσεις ή ακίνητα του Δημοσίου αρμοδιότητας του Υπουργείου Οικονομικών. Η παραχώρηση γίνεται από εκτάσεις ή ακίνητα που βρίσκονται στην περιφέρεια του νομού όπου υπάρχει η και η καταληφθείσα περιουσία ή στην περιφέρεια του νομού της εγκατάστασης των δικαιούχων, εκτός των νομών Αττικής και Θεσσαλονίκης. Στους δικαιούχους που δηλώνουν ότι θα ασχοληθούν επαγγελματικά με τη γεωργία παραχωρείται ως αντάλλαγμα, εφόσον υπάρχει διαθέσιμη, γεωργική έκταση και επιπλέον όση ακόμη απαιτείται για τη συμπλήρωση της αγροτικής τι αποκατάστασής τους σύμφωνα με τις ισχύουσες σχετικές διατάξεις, καθώς επίσης και όση οικοπεδική έκταση απαιτείται για τη στέγασή τους.

2. Αν δεν υπάρχουν κατάλληλα εποικιστικά ή δημόσια κτήματα για παραχώρηση, σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, καταβάλλεται από το Δημόσιο στους δικαιούχους χρηματικό αντάλλαγμα ίσο με την αγοραία αξία των ακινήτων που είναι αδύνατη η απόδοση τους. Η αξία υπολογίζεται κατά το χρόνο έκδοσης της απόφασης της επιτροπής απαλλοτριώσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 4 του άρθρου 4.

3. Στους δικαιούχους που ασχολούνται επαγγελματικά με τη γεωργία στα ακίνητα που τους αποδόθηκαν ή σ` εκείνα που τους παραχωρήθηκαν ως αντάλλαγμα ή για συμπλήρωση της αγροτικής αποκατάστασής τους ή σ ‘εκείνα που αγοράζουν μέσα σε τρία χρόνια από την είσπραξη του χρηματικού ανταλλάγματος που προβλέπεται στην προηγούμενη παράγραφο, χορηγείται κατά προτίμηση δάνειο από την Αγροτική τράπεζα της Ελλάδος, για την αγορά και άλλων αγροτικών γαιών για γεωργική εκμετάλλευση. Το ύψος, το επιτόκιο η προθεσμία των δανείων και κάθε αναγκαία σχετική λεπτομέρεια καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Γεωργίας.

4. Χρηματικό αντάλλαγμα καταβάλλεται και στους πολιτικούς πρόσφυγες από τους οποίους αφαιρέθηκαν κινητά περιουσιακά στοιχεία σύμφωνα με τις διατάξεις του Μ` Ψηφίσματος (ΦΕΚ 17/1948). Οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου αυτού και του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 και της παραγράφου 4 του άρθρου 2 εφαρμόζονται αναλόγως.

5. Αν μέρος από την περιουσία που είχε καταληφθεί αποδόθηκε σύμφωνα με διατάξεις που ίσχυσαν πριν από τη δημοσίευση του νόμου αυτού, οι διατάξεις του εφαρμόζονται για το μέρος που δεν αποδόθηκε.

6. Οι διατάξεις του νόμου αυτού δεν εφαρμόζονται στις περιπτώσεις που η καταληφθείσα περιουσία αποδόθηκε στους συγγενείς του επαναπατριζόμενου πολιτικού πρόσφυγα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12 του ν.δ. 3958/ 1959.

Άρθρο 4
Διαδικαστικές διατάξεις.

1. Η αίτηση για την απόδοση της ιδιοκτησίας ή του κλήρου υποβάλλεται στη διεύθυνση γεωργίας της νομαρχίας της τοποθεσίας του αποδοτέου ακινήτου.

2. Η αίτηση υποβάλλεται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία πέντε ετών από τη δημοσίευση του νόμου αυτού. Αν ο δικαιούχος απόδοσης διαμένει στο εξωτερικό, κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού, η προθεσμία αναστέλλεται έως την εγκατάστασή του στην Ελλάδα, αλλά όχι πέρα από δύο έτη από τη δημοσίευση του νόμου αυτού.

3. Αν η απόδοση είναι δυνατή, η ιδιοκτησία ή ο κλήρος αποδίδεται με απόφαση του νομάρχη, η οποία εκδίδεται μέσα σε τριάντα ημέρες από την υποβολή της αίτησης και μεταγράφεται με φροντίδα του δικαιούχου. Συμβάσεις του Δημοσίου με τρίτους, που αφορούν ακίνητα τα οποία αποδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού, λύονται αυτοδικαίως και αζημίως για το Δημόσιο, από το χρόνο που εκδίδεται η απόφαση και ο τρίτος υποχρεούται να αποδώσει το ακίνητο στο δικαιούχο, μέσα σε έξη μήνες από την κοινοποίηση της απόφασης. Οι σχέσεις του τρίτου με τον αποκτώντα διέπονται από τις διατάξεις των άρθρων 629 έως 631 του αστικού κώδικα.

4. Αν η απόδοση του ακινήτου που είχε κατά είναι αδύνατη, η αίτηση μέσα στην προθεσμία της προηγούμενης παραγράφου, παραπέμπεται στην επιτροπή απαλλοτριώσεων του άρθρου 71 του αγροτικού κώδικα, στην οποία μετέχει ως μέλος και ο οικονομικός έφορος. Η επιτροπή, μέσα σε εξήντα ημέρες από την παραλαβή της αίτησης, καθορίζει την αγοραία αξία της περιουσίας που καταλήφθηκε και αποφαίνεται για την παροχή ανταλλάγματος σε γαίες, καθώς και συμπληρωματικής έκτασης και οικοπέδου, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 3. Αν δεν υπάρχουν τέτοιες εκτάσεις, η επιτροπή απαλλοτριώσεων, μέσα σε πέντε ημέρες από την οριστικοποίηση της απόφασης της, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 6, παραπέμπει την αίτηση στην επιτροπή απαλλοτριώσεων του νομού της εγκατάστασης του ενδιαφερομένου, η οποία οφείλει να αποφανθεί μέσα σε τρεις μήνες από την παραλαβή της αίτησης. Στην περίπτωση ανταλλάγματος σε γαίες, η έκταση που παραχωρείται διαχωρίζεται από την επιτροπή οριστικών διανομών, η οποία συντάσσει τοπογραφικό διάγραμμα. Η παραπάνω απόφαση της επιτροπής απαλλοτριώσεων, μετά την οριστικοποίηση της, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 6, αποτελεί τίτλο κυριότητας που μεταγράφεται με φροντίδα του ενδιαφερομένου.

5. Αν και η επιτροπή απαλλοτριώσεων του νομού της εγκατάστασης του δικαιούχου αποφανθεί ότι δεν υπάρχει αντάλλαγμα σε γαίες για παραχώρηση, η αίτηση, μέσα σε πέντε ημέρες από τη λήξη της παραπάνω προθεσμίας, επιστρέφεται στη διεύθυνση γεωργίας όπου είχε υποβληθεί. Η διεύθυνση γεωργίας διαβιβάζει αμέσως το φάκελο στην υπηρεσία εντελλομένων εξόδων της νομαρχίας, για την εκκαθάριση του οφειλόμενου χρηματικού ανταλλάγματος.

6. Οι αποφάσεις της επιτροπής απαλλοτριώσεων δεν υπόκεινται σε αναπομπή κατά τις διατάξεις του άρθρου 80 του αγροτικού κώδικα, αλλά μόνο σε ένσταση, που ασκείται μέσα σε προθεσμία τριάντα ημερών από την κοινοποίηση στον ενδιαφερόμενο.

7. Οι αποφάσεις του νομάρχη και των επιτροπών απαλλοτριώσεων υπόκεινται σε προσφυγή του ενδιαφερόμενου ενώπιον του διοικητικού πρωτοδικείου, στην οποία εφαρμόζονται οι διατάξεις του προεδρικού διατάγματος 341/1978 (ΦΕΚ 71).

Άρθρο 5
Φορολογικές διατάξεις.

1. Αν η απόδοση ή παραχώρηση ή καταβολή γίνει σε δικαιούχους, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 2, οφείλεται φόρος κληρονομίας, που υπολογίζεται στην αγοραία αξία των ακινήτων κατά το χρόνο της απόδοσης ή παραχώρησης ή στο ποσό του χρηματικού ανταλλάγματος, μείον το ποσό της εισφοράς, σύμφωνα με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 5 του άρθρο 2. Για το περιεχόμενο και τη διαδικασία υποβολής δήλωσης, ελέγχου, βεβαίωσης και είσπραξης του φόρου, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις για τη φορολογία των κληρονομιών.

2. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου, καθώς και του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 5 του άρθρου 2, για την απόδοση ή παραχώρηση ακινήτων ή πληρωμή χρηματικού ανταλλάγματος, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού, δεν οφείλεται κανένας άλλος φόρος ή τέλος ή εισφορά ή δικαίωμα υπέρ του Δημοσίου.

Άρθρο 6
Εμπράγματα δικαιώματα τρίτων.

1. Για την απόκτηση εμπραγμάτων δικαιωμάτων λόγω χρησικτησίας, που δεν έχει συμπληρωθεί κατά την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού, σε ακίνητα που εγκατέλειψαν πολιτικοί πρόσφυγες, ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 1047 του αστικού κώδικα, δεν υπολογίζεται, ως χρόνος χρησικτησίας υπέρ του χρησιδεσπόζοντος, το διάστημα της απουσίας του επαναπατριζόμενου πολιτικού πρόσφυγα από την Ελλάδα. Ωφελήματα δεν αναζητούνται.

2. Διαφορές μεταξύ επαναπατριζομένων πολιτικών προσφύγων και τρίτων, που αφορούν εμπράγματα δικαιώματα σε ακίνητα της προηγούμενης παραγράφου, επιλύονται από το μονομελές πρωτοδικείο της περιφέρειας όπου βρίσκεται το ακίνητο, κατά τη διαδικασία των άρθρων 648 έως 660 του κώδικα πολιτικής δικονομίας. Η αγωγή του πολιτικού πρόσφυγα ασκείται μέσα στην αποκλειστική προθεσμία της παραγράφου 2 του άρθρου 4. Εκκρεμείς δίκες για διαφορές του προηγούμενου εδαφίου καταργούνται σε οποιοδήποτε στάδιο βρίσκονται, ύστερα από αίτηση του ενδιαφερόμενου, που υποβάλλεται στο αρμόδιο δικαστήριο. Πολιτικοί πρόσφυγες, διάδικοι σε τέτοιες δίκες, έχουν το δικαίωμα να προσφύγουν στη διαδικασία αυτής της παραγράφου.

Άρθρο 7
Συνεδριάσεις επιτροπών απαλλοτριώσεων.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Γεωργίας μπορεί να αυξηθεί ο αριθμός των αμειβόμενων συνεδριάσεων των επιτροπών απαλλοτριώσεων ενός ή περισσότερων νομών, πέρα από τον αριθμό που ορίστηκε με το άρθρο 8 του ν. 888/1979 (ΦΕΚ 70).

Άρθρο 8
Απαιτήσεις του Δημοσίου.

1. Αποσβήνονται οι απαιτήσεις του Δημοσίου κατά των προσώπων στα οποία αποδίδονται ακίνητα σύμφωνα με το νόμο αυτόν, για τη χρήση των ακινήτων αυτών έως την απόδοσή τους.

2. Χρηματικά ποσά που έχουν βεβαιωθεί για αυθαίρετη χρήση ακινήτων που καταλήφθηκαν και δεν έχουν εισπραχθεί κατά την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού, λόγω αναστολής και μη τακτοποίησης τους, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.δ. 1108/1972 (ΦΕΚ 17), απαλλάσσονται από τις νόμιμες προσαυξήσεις για εκπρόθεσμη καταβολή και καταβάλλονται άτοκα σε πέντε ετήσιες δόσεις. Η πρώτη δόση καταβάλλεται μέσα σε έξη μήνες από τη δημοσίευση του νόμου αυτού.

Άρθρο 9
Καταργούμενες διατάξεις.
Από την ισχύ του νόμου αυτού καταργούνται:
1) Το Γ/1946 ψήφισμα (ΦΕΚ 203).
2) Το ΛΖ/1947 ψήφισμα (ΦΕΚ 267).
3) Το Μ/1948 ψήφισμα (ΦΕΚ 17). 4) Το Ν. 1948 ψήφισμα (ΦΕΚ 101 ).
5) Το άρθρο 7 του ν. 2781/1954 (ΦΕΚ 45).
6) Τα άρθρα 12 παρ. 1, 2 και 3 και 13 του ν.δ. 3958/1959 (ΦΕΚ 133).
7) Το ν.δ. 1108/1972 (ΦΕΚ 17).
8) Κάθε άλλη διάταξη που είναι αντίθετη με τις διατάξεις του νόμου αυτού ή ρυθμίζει τα ίδια θέματα με άλλο τρόπο.

Άρθρο 10
Κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του νόμου αυτού ρυθμίζεται με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Γεωργίας.

Άρθρο 11

1. Την ακυρότητα δικαιοπραξιών, που καταρτίσθηκαν μέχρι τη δημοσίευση του νόμου αυτού, κατά παράβαση του άρθρου 2 παρ. 4 του ν. 3250/1924, όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με το π.δ. 22/24 Ιουνίου 1927, καθώς και του άρθρου 1 του α.ν. 1366/1938, μπορεί να επικαλεσθεί μόνο το Δημόσιο. Η επίκληση της ακυρότητας γίνεται αποκλειστικά με έγερση αγωγής εναντίον του αγοραστή ή των ειδικών ή καθολικών διαδόχων του.

2. Η συζήτηση της αγωγής είναι απαράδεχτη, αν το Δημόσιο δεν έχει προσεπικαλέσει στη δίκη τον πωλητή ή τους καθολικούς διαδόχους του τουλάχιστον τριάντα ημέρες πριν από τη δικάσιμο.

3. Οι προσεπικαλούμενοι έχουν την ευχέρεια να δηλώσουν ότι δεν επιθυμούν να τους αποδοθεί η κυριότητα και αντίστοιχα δεν επιθυμούν να αποδώσουν το τίμημα. Η δήλωση αυτή γίνεται με δικόγραφο που κατατίθεται στη γραμματεία του δικαστηρίου, στο οποίο εκκρεμεί η αγωγή και επιδίδεται στο Δημόσιο και στον εναγόμενο το αργότερο ως την προηγούμενη ημέρα της δικασίμου.

4. Στην περίπτωση της προηγούμενης παραγράφου, η τελεσίδικη αναγνώριση της ακυρότητας προκαλεί αυτοδικαίως τη μεταβίβαση της κυριότητος του ακινήτου στο Ελληνικό Δημόσιο. Η τελεσίδικη αυτή απόφαση μεταγράφεται, μαζί με διαπιστωτική πράξη που εκδίδει ο οικονομικός έφορος, στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται το ακίνητο.

5. Οι νομάρχες των παραμεθόριων περιοχών οφείλουν, μέσα σε ένα έτος από τη δημοσίευση του νόμου αυτού, να αποστείλουν στον Υπουργό Δικαιοσύνης κατάσταση των δικαιοπραξιών, με τις οποίες μεταβιβάστηκαν σε αλλοδαπά φυσικά ή νομικά πρόσωπα εμπράγματα δικαιώματα κατά παράβαση των διατάξεων του ν. 3250/1924, όπως τροποποιήθηκε με το π.δ. 22/24 Ιουνίου 1927 και του α.ν. 1366/1938. Το Δημόσιο μπορεί να επικαλεσθεί την ακυρότητα δικαιοπραξίας κατά τις προηγούμενες παραγράφους του άρθρου αυτού και πριν από την παρέλευση της ετήσιας προθεσμίας του προηγούμενου εδαφίου, καθώς και στην περίπτωση κατά την οποία παραλειφθεί η αναγραφή της στην κατάσταση την οποία αποστέλλει ο νομάρχης.

6. Καταργείται κάθε ειδική διάταξη νόμου με την οποία γινόταν παραχώρηση σε ξένο υπήκοο ή εξαγοραζόταν απ` αυτόν ακίνητο παραμεθόριας περιοχής για την εκπλήρωση επενδυτικού σκοπού, εφόσον ο σκοπός αυτός δεν εκπληρώθηκε.

Άρθρο 12

1. Όσοι απέκτησαν εμπράγματα δικαιώματα με δικαιοπραξίες, που κηρύχτηκαν ή κηρύσσονται άκυρες κατά το προηγούμενο άρθρο ή κατά τις διατάξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του προηγούμενου άρθρου, δικαιούνται να απαιτήσουν από εκείνον που μεταβίβασε ακύρως:
α) το τίμημα που καταβλήθηκε, αναπροσαρμοσμένο με βάση τον πληθωρισμό του χρόνου από την κατάρτιση της άκυρης δικαιοπραξίας μέχρι την έγερση της αγωγής,
) την αξία των επωφελών δαπανών κατά το χρόνο της απόδοσης και
γ) την αύξηση της αξίας του ακινήτου, που προήλθε από τις ενέργειες αυτού που απέκτησε ακύρως.

2. Στην περίπτωση των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 1,οι αξιώσεις της προηγούμενης παραγράφου ασκούνται κατά του Δημοσίου.

3. Οι διατάξεις του προηγούμενου άρθρου και του άρθρου αυτού εφαρμόζονται και στις εκκρεμείς υποθέσεις, εφόσον δεν έχει εκδοθεί τελεσίδικη δικαστική απόφαση.

Άρθρο 13

1. Για την προβλεπόμενη στην παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 1397/1983 (ΦΕΚ 143) ένταξη του προσωπικού σε μόνιμες θέσεις εφαρμόζονται και οι διατάξεις του ν. 1476/1984 (ΦΕΚ 136) κατά το μέρος που προβλέπουν ρυθμίσεις ευνοϊκότερες, καθώς και οι διατάξεις των επόμενων παραγράφων.

2.Η προηγούμενη παράγραφος εφαρμόζεται και για το προσωπικό των φορέων της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 1397/1983, που υπηρετεί κατά τη δημοσίευση των οικείων οργανισμών.

3. Η προβλεπόμενη στην παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 1397/1983 αίτηση ένταξης υποβάλλεται μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση των οικείων οργανισμών.

4. Αν οι θέσεις των οικείων οργανισμών δεν επαρκούν για την ένταξη όλου του προσωπικού, εφαρμόζονται οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 2 του ν. 1476/1984 και η σύσταση των προσωρινών θέσεων γίνεται με την πράξη της ένταξης. Οι θέσεις αυτές καταργούνται αυτοδίκαια μόλις κενωθούν. Η υπηρεσία που ο εντασσόμενος έχει διανύσει στο οικείο ίδρυμα πριν από τη μετατροπή του σε ν.π.δ.δ. θεωρείται ως πραγματική δημόσια υπηρεσία για όλες τις συνέπειες.

5. Οι συμβάσεις του προσωπικού που διορίζεται σε μόνιμες θέσεις ή κατατάσσεται σε προσωρινές θέσεις ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου παρατείνεται αυτοδίκαια μέχρι να ολοκληρωθούν οι σχετικές διαδικασίες.

Άρθρο 14

1. Για το προσωπικό των νοσηλευτικών ιδρυμάτων, που θα υπαχθούν μετά την ισχύ του παρόντος στις διατάξεις του ν.δ. 2592/1953, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του ν. 1397/1983 “και του άρθρου 13 του παρόντος”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 27 παρ. 8 του Ν. 1579/1985 (Α 217).

2. Το προσωπικό, πλην των ιατρικών ιδρυμάτων του ν.δ. 2592/1953, τα οποία δεν υπάγονται στις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 1397/1983, που θα υπηρετεί κατά τη δημοσίευση των νέων οργανισμών που θα εκδοθούν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 του ν. 1397/1983, διορίζεται σε μόνιμες θέσεις ή κατατάσσεται σε προσωρινές θέσεις ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1476/1984 και με τις προϋποθέσεις α`- γ`της παρ. 1 του άρθρου 2 του ίδιου νόμου. Η προθεσμία υποβολής αίτησης διορισμού που προβλέπετε στην περίπτωση α`της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν 1476/1984 περιορίζεται σε τρεις (3) μήνες από την έκδοση των παραπάνω οργανισμών.

Άρθρο 15
Έναρξη ισχύος.
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Παραγγέλλουμε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 05 Aπριλίου 1985

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΧΡΗΣΤΟΣ ΑΝΤ. ΣΑΡΤΖΕΤΑΚΗΣ