Νόμος 1276 ΦΕΚ Α΄100/24.8.1982
Για τη συγχώνευση του κλάδου συντάξεων του Ταμείου Ασφαλίσεως Προσωπικού Εταιρείας Διαχειρίσεως Ειδών Μονοπωλίου του Ελληνικού Δημοσίου στο Ι.Κ.Α.και ρύθμιση άλλων ασφαλιστικών και συνταξιοδοτικών θεμάτων.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Κυρούμεν και εκδίδομεν τον κατωτέρω υπό της Βουλής ψηφισθέντα νόμον

Άρθρο 1

1. Ο Κλάδος Συντάξεων του Ταμείου Ασφαλίσεως προσωπικού Εταιρείας Διαχειρίσεως Ειδών Μονοπωλίου Ελληνικού Δημοσίου (Τ.Α.Π – Ε.Δ.Ε.Μ.Ε.Δ) καταργείται από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού.
Το σύνολο του ενεργητικού και παθητικού του Ταμείου Ασφαλίσεως Προσωπικού Εταιρείας Διαχειρίσεως Ειδών Μονοπωλίου Ελληνικού Δημοσίου που προέρχεται από την λειτουργία του καταργούμενου Κλάδου Συντάξεων περιέρχεται στο ΙΚΑ, ως καθολικό διάδοχο. Εκκρεμείς δίκες, οι οποίες προέκυψαν από την λειτουργία του κλάδου τούτου, συνεχίζονται από και κατά του ΙΚΑ, χωρίς διακοπή.
Όλη η ακίνητη περιουσία του Κλάδου Συντάξεων του Ταμείου Ασφαλίσεως Προσωπικού Εταιρείας Διαχειρίσεως Ειδών Μονοπωλίου Ελληνικού Δημοσίου περιέρχεται αυτοδίκαια στο ΙΚΑ. Η μεταβίβαση αυτή απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής φόρου μεταβίβασης ακινήτων υπέρ του Δημοσίου, όπως και άλλων φόρων, τελών ή δικαιωμάτων υπέρ Δήμου ή Κοινότητος ή άλλων τρίτων.
Για τη μεταβίβαση της κυριότητας, ο Υπουργός Κοινωνικών Ασφαλίσεων συντάσσει σχετική πράξη η οποία περιέχει περιγραφή των ακινήτων και μεταγράφεται στα βιβλία του αρμόδιου Υποθηκοφυλακείου, ατελώς. Οι διατάξεις του άρθρου 1198 Α.Κ. εφαρμόζονται αναλόγως.

2. Από την κατάργηση του Κλάδου, όλα τα πρόσωπα που ασφαλίζονται στον κλάδο αυτό υπάγονται στην ασφάλιση του Κλάδου Συντάξεων του ΙΚΑ και διέπονται από την αντίστοιχη νομοθεσία.
Οι ημέρες εργασίας που πραγματοποιήθηκαν στην ασφάλιση του καταργούμενου Κλάδου Σύνταξης θεωρείται ότι πραγματοποιήθηκαν στην ασφάλιση του ΙΚΑ, για να θεμελιωθεί το δικαίωμα για χορήγηση σύνταξης, όπως και για τον προσδιορισμό του ύψους και της έκτασης της σύνταξης αυτής.
ο συντάξιμος χρόνος που αναγνωρίσθηκε και εξαγοράσθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας του καταργούμενου Κλάδου, θεωρείται ως χρόνος πραγματικής ασφάλισης στον Κλάδος Συντάξεως του ΙΚΑ.
Χρόνος, ο οποίος αναγνωρίσθηκε, αλλά δεν εξαγοράσθηκε, εξαγοράζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 31 του κανονισμού Ασφάλισης του ΙΚΑ.

3. Από την κατάργηση του Κλάδου Σύνταξης του ΤΑΠ-ΕΔΕΜΕΔ, το ΙΚΑ βαρύνεται με την καταβολή των συντάξεων των συνταξιούχων του, οι οποίοι θεωρούνται συνταξιούχοι του ΙΚΑ.
Οι συνταξιούχοι αυτοί, για τον ανακαθορισμό της σύνταξής τους σύμφωνα με την νομοθεσία του ΙΚΑ, κατατάσσονται με βάση το ποσό της σύνταξης που καταβάλλεται στον καθένα, από τον καταργούμενο κλάδο, χωρίς την προσαύξηση για οικογενειακά βάρη και απόλυτη αναπηρία, στην ανάλογη κλάση, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 37 παρ. 1 του Α.Ν. 1846/ 1951, στην οποία αντιστοιχεί το ίδιο η το πλησιέστερο ποσό σύνταξης το οποίο παίρνει συνταξιούχος του ΙΚΑ, που έχει τον ίδιο συντάξιμο χρόνο.
Εάν το ποσό σύνταξης που θα προκύψει από την κατάταξη αυτή είναι μικρότερο από αυτό που καταβάλλεται από τον καταργούμενο Κλάδο, η διαφορά διατηρείται ως προσωρινό επίδομα.

4. Οι ασφαλισμένοι του καταργούμενου Κλάδου, οι οποίοι θα αποχωρήσουν από την εργασία τους μέχρι την 31.12.87, δικαιούνται να διαλέξουν για την συνταξιοδότησή τους, την εφαρμογή των διατάξεων του καταργούμενου Κλάδου, όπως ισχύουν κατά την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού, αντί της εφαρμογής των διατάξεων της νομοθεσίας του ΙΚΑ.
Στην περίπτωση όμως αυτή ως χρόνος ασφάλισης θεωρείται τόσο ο συντάξιμος χρόνος που διανύθηκε στην ασφάλιση του καταργούμενου Κλάδου, όσο και ο χρόνος που διανύθηκε στην ασφάλιση του ΙΚΑ, από την κατάργηση του Κλάδου και ο οποίος θεωρείται σαν να είχε διανυθεί, στον καταργούμενο Κλάδο.
Οι συνταξιοδοτούμενοι με τις διατάξεις της νομοθεσίας του συγχωνευομένου Ταμείου εντάσσονται σε ασφαλιστικές κλάσεις του ΙΚΑ, σύμφωνα με τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου.

5. Το Ταμείο Ασφαλίσεως Προσωπικού Εταιρείας Διαχειρίσεως Ειδών Μονοπωλίου Ελληνικού Δημοσίου μετονομάζεται σε “Ταμείο εφάπαξ παροχών του Προσωπικού Εταιρείας Διαχείρισης Ειδών Μονοπωλίου Ελληνικού Δημοσίου” και διέπεται από την νομοθεσία που αφορά τον Κλάδο Προνοίας του ίδιου Ταμείου.
Το ποσό από τα έσοδα της διαχείρισης των ειδών του Κρατικού Μονοπωλίου, που ορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και προβλέπεται από την περίπτωση ζ του άρθρου 2 του καταστατικού του καταργούμενου Κλάδου Συντάξεων του Ταμείου Ασφάλισης Προσωπικού ΕΔΕΜΕΔ, εξακολουθεί να καταβάλλεται στο μετονομαζόμενο Ταμείο εφάπαξ παροχών προσωπικού ΕΔΕΜΕΔ έως το έτος 1985.

Άρθρο 2

1. Το ποσό της μηνιαίας σύνταξης γηρατιών που καταβάλλεται από το Ταμείο Ασφαλίσεως Τυπογράφων και Μισθωτών Γραφικών Τεχνών, υπολογίζεται από τη δημοσίευση του νόμου αυτού σε ποσοστά στις συντάξιμες αποδοχές για κάθε 300 ημέρες ασφάλισης ως εξής:
Για τους ασφαλισμένους που έχουν συντάξιμη υπηρεσία μέχρι 5.100 ημέρες σε 2 % και για τις πέρα των 5.101 ημέρες σε 3 %.

2. Ως αποδοχές για την εφαρμογή του άρθρου αυτού εννοούνται ο μέσος όρος των αποδοχών που υπόκεινται σε κρατήσεις υπέρ του Ταμείου, κατά την τελευταία τριετία πλήρους απασχόλησης πριν από την αποχώρησή τους από την ενεργό ασφάλιση. Στις αποδοχές αυτές συνυπολογίζονται και τα δώρα εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων τα οποία καταβλήθηκαν στο χρονικό αυτό διάστημα.
Από το μέσο όρο αποδοχών που προκύπτει κατά τον τρόπο που προβλέπεται από την παράγραφο αυτή, λαμβάνονται:
α) ολόκληρο το ποσό μέχρι 100 ευρώ,
β) ποσοστό 50% για τμήμα των αποδοχών από 100,01 ευρώ μέχρι 150 ευρώ,
γ) ποσοστό 25% για το τμήμα των αποδοχών από 150,01 ευρώ και άνω.
Το άθροισμα των παραπάνω τριών ποσών αποτελεί το συντάξιμο μισθό πάνω στον οποίο υπολογίζεται η σύνταξη.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 27 Ν.2972/2001,ΦΕΚ Α 291/27.12.2001.

3. Οι συντάξεις που χορηγούνται από το Ταμείο, σύμφωνα με τις παραπάνω διατάξεις αυξάνονται γιαοικογενειακά βάρη με ποσό ίσο με ένα και μισό ημερομίσθιο ανειδίκευτου εργάτη για τη σύζυγο και ένα ακόμη ημερομίσθιο για κάθε τέκνο.

4. Όλες οι συντάξεις που χορηγήθηκαν και που θα χορηγηθούν μέχρι τη δημοσίευση του νόμου αυτού αναπροσαρμόζονται σύμφωνα με τις διατάξεις αυτού του άρθρου.
Εάν το ποσό της σύνταξης που θα προκύπτει από την αναπροσαρμογή είναι μικρότερο από εκείνο που ήδη καταβάλλεται από το Ταμείο, η διαφορά διατηρείται και αποτελεί μαζί με το ποσό που προκύπτει από την αναπροσαρμογή, τη συνολική σύνταξη.
Για την αναπροσαρμογή των συντάξεων αυτών σε καμία περίπτωση δεν είναι δυνατό οι συντάξεις να υπολογισθούν σε αποδοχές μικρότερες από το 25πλάσιο του ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη που ισχύει κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού.

5. Σύνταξη που χορηγείται σύμφωνα με την νομοθεσία του Ταμείου δεν μπορεί να είναι κατώτερη από την κατώτατη σύνταξη που καταβάλλει το ΙΚΑ, όπως διαμορφώνεται κάθε φορά.

6. Από τη δημοσίευση του νόμου αυτού παραγράφονται οι χρηματικές απαιτήσεις κατά του Ταμείου οι οποίες υπερβαίνουν τον καθορισμό που γίνεται με τις διατάξεις αυτού του άρθρου και δεν έχουν αναγνωρισθεί με αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις. Δίκες που αφορούν τέτοιες απαιτήσεις καταργούνται.

7. Οι διατάξεις του κανονισμού παροχών του παραπάνω Ταμείου που είναι αντίθετες στις διατάξεις αυτού του άρθρου καταργούνται.

8. Οι διατάξεις των παρ.1 έως και 5 του άρθρου αυτού ως και οι διατάξεις του άρθρου 5 παρ. 1 του καταστατικού του Ταμείου τροποποιούνται ή συμπληρώνονται με Προεδρικά Διατάγματα, ύστερα από πρόταση του Υπουργού Κοινωνικών Ασφαλίσεων και γνώμη του Δ.Σ. του Ταμείου.

Άρθρο 3

1. Η προθεσμία για την υποβολή της αίτησης για αναγνώριση ημερών εργασίας, που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 24 του Ν. 997/1979, “περί συστάσεως Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Μισθωτών και άλλων τινών διατάξεων” παρατείνεται για ένα ακόμη χρόνο από τη δημοσίευση του νόμου αυτού.

2. Όσοι θα υποβάλουν εμπρόθεσμα τη σχετική αίτηση στο ΙΚΑ, θεωρείται ότι άσκησαν εμπρόθεσμα το δικαίωμα τους αυτό και στο Ταμείο Επικουρικής Ασφαλίσεως Εργατοτεχνιτών Δομικών και Ξυλουργικών Εργασιών.

Άρθρο 4

1. Η διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 3 του Ν.997/1979 “περί συστάσεως Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Μισθωτών και άλλων τινών διατάξεων” αντικαθίσταται ως εξής:
“3. α. Πρόσωπα, τα οποία κατά το χρόνο της υπαγωγής τους στην ασφάλιση του Ταμείου της κατηγορίας στην οποία ανήκουν έχουν συμπληρώσει το 50ον έτος της ηλικίας τους οι γυναίκες, ή το 55ον οι άντρες, αν κατά την συνταξιοδότησή τους από οποιοδήποτε φορέα κυρίας Ασφάλισης δεν έχουν και τις χρονικές προϋποθέσεις συνταξιοδότησης όπως οι προϋποθέσεις αυτές ορίζονται από τις διατάξεις του άρθρου 5 του Ν. 997/ 1979, μπορούν να ζητήσουν την επιστροφή των ατομικών τους ασφαλιστικών εισφορών, χωρίς τόκο ή να συνεχίσουν προαιρετικά την ασφάλισή τους στο Ταμείο. Μέσα σε τρείς μήνες από τότε που θα τους κοινοποιηθεί η απόφαση για τη μη συνταξιοδότησή τους, πρέπει να υποβάλουν στο Ταμείο αίτηση για την επιστροφή των εισφορών τους ή για την προαιρετική συνέχιση της ασφάλισής τους.
β. Για τη συνέχιση προαιρετικά της ασφάλισης, ο ασφαλισμένος έχει την υποχρέωση να καταβάλλει την εισφορά του ασφαλισμένου και του εργοδότη, για είκοσι πέντε (25) ημέρες εργασίας το μήνα. Η εισφορά υπολογίζεται με βάση το τεκμαρτό ημερομίσθιο της ασφαλιστικής κλάσης του άρθρου 37 του Α.Ν. 1846/51 “περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων” όπως κάθε φορά ισχύει και στην οποία ο ασφαλισμένος κατατάσσεται με βάση τις συντάξιμες αποδοχές του, κατά τις διατάξεις του άρθρου 3 του Π.Δ. 995/ 1980 “περί εγκρίσεως του Καταστατικού του Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Μισθωτών” χωρίς οι αποδοχές αυτές να μπορούν να είναι μικρότερες του 25πλάσιου του ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη, όπως το ημερομίσθιο καθορίζεται κάθε φορά.
γ. Ο ασφαλισμένος που συνταξιοδοτήθηκε από τον κύριο φορέα ασφάλισης για αναπηρία καθώς και εκείνος που δεν έχει πραγματοποιήσει διακόσιες πενήντα (250) τουλάχιστον ημέρες εργασίας στην υποχρεωτική ασφάλιση του Ταμείου δεν έχει το δικαίωμα να συνεχίσει την προαιρετική ασφάλιση που αναφέρεται στα εδάφια α-β της παραγράφου αυτής.
δ. Επιστροφή εισφορών με τους ίδιους όρους του εδαφίου (α) της παραγράφου αυτής μπορούν να ζητήσουν και τα μέλη της οικογένειας ασφαλισμένου ο οποίος έχει πεθάνει, όπως τα μέλη αυτά ορίζονται από τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 5 του Ν. 997/1979″.

2. Όπου στο άρθρο 5 του Ν. 997/1979 αναφέρεται ο όρος “έναρξη λειτουργίας του Ταμείου” νοείται η έναρξη της ασφάλισης κάθε ομάδας ασφαλισμένων.

Άρθρο 5

1. Τα θετά παιδιά καθώς και τα ανίκανα για εργασία ενήλικα παιδιά των ασφαλισμένων και βοηθηματούχων του Ταμείου Ασφαλίσεως Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων, όταν δικαιούνται κύρια σύνταξη δικαιούνται και βοήθημα από το Ταμείο αυτό, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του, για τη μεταβίβαση των βοηθημάτων.

2. Η αληθινή έννοια της διάταξης της παρ. 5 του άρθρου 6 του Ν. 1726/1944, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει με την παρ. 1 του άρθρου 14 του Ν.Δ 3894/1958, είναι, ότι χρόνος ασφάλισης πέρα από τα 35 έτη δεν λαμβάνεται ποτέ υπόψη για τον υπολογισμό του μηνιαίου βοηθήματος.

Άρθρο 6
Οι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 31 του Ν.1027/1980 έχουν ανάλογη εφαρμογή και στα δικαιώματα για εφάπαξ παροχές, που έχουν παραγραφεί.

Άρθρο 7

1. Ο Ειδικός Λογαριασμός Οινοπνευματεργατών, που ιδρύθηκε με την 31/1940 απόφαση της Ανώτερης Μόνιμης Επιτροπής Διαιτησίας Αθηνών, η οποία κηρύχθηκε εκτελεστή με την 41285/25.6.1940 απόφαση του Υπουργού Εργασίας, καταργείται.

2. Επίσης, καταργείται η εισφορά επί του παραγόμενου οινοπνεύματος για τον παραπάνω λογαριασμό που έχει θεσπιστεί με την ίδια απόφαση του Υπουργού Εργασίας.

3. Τα διαθέσιμα κεφάλαια του Ειδικού Λογαριασμού Οινοπνευματεργατών που καταργείται περιέχονται στο Ταμείο Επικουρικής Ασφαλίσεως Προσωπικού Οινοποιίας-Ζυθοποιίας και Οινοπνευματοποιίας.

Άρθρο 8
Το άρθρο 3 του Ν. 861/1979 “περί απλουστεύσεως της διαδικασίας αναγνωρίσεως χρόνου προϋπηρεσίας και απονομής των πάσης φύσεως παροχών εις τους ασφαλισμένους των Ασφαλιστικών Οργανισμών αρμοδιότητας του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών και άλλων τινών διατάξεων” αντικαθίσταται ως εξής:
Άρθρο 3.
Με Προεδρικά Διατάγματα που εκδίδονται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Οικονομικών και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, καθορίζονται τα ζητήματα τα σχετικά με τη λογιστική και οικονομική οργάνωση και λειτουργία, καθώς και τον τρόπο διενεργείας προμηθειών, μισθώσεων και εκμισθώσεων των οργανισμών κοινωνικής ασφαλίσεως αρμοδιότητας Υπουργείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων”.

Άρθρο 9
Η παράγραφος 2 του άρθρου 2 του Ν.Δ. 3893/1958 αντικαταστάθηκε ως εξής:
“2. Χρέη Γραμματέα της Διοικούσας Επιτροπής εκτελεί μόνιμος υπάλληλος του Παραρτήματος ΚΑΔΚΥ ο οποίος ορίζεται από τον Πρόεδρο. Αν δεν υπάρχει τέτοιος υπάλληλος ορίζεται ένας δημοτικός ή κοινοτικός υπάλληλος”.

Άρθρο 10

1. Στους σκοπούς των Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης περιλαμβάνεται και η δημιουργία ή διοργάνωση κατά την καλοκαιρινή περίοδο κάθε χρόνου παιδικών κατασκηνώσεων για την αποστολή των παιδιών των ασφαλισμένων, συνταξιούχων ή των υπαλλήλων κάθε φορέα που έχουν δικαίωμα παραθερισμού.

2. Στην περίπτωση που οι ασφαλιστικοί οργανισμοί αδυνατούν να οργανώνουν δικές τους ή να μισθώνουν παιδικές κατασκηνώσεις, μπορούν με έγκριση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων: α) να καλύπτουν δαπάνες για την αποστολή των παραπάνω παιδιών σε κατασκηνώσεις του Δημοσίου ή Ν.Γ.Δ.Δ. ή οργανισμών με κοινωφελή χαρακτήρα και β) να διαθέτουν ποσά για ιδιωτικές κατασκηνώσεις καταβάλλοντες ημερήσια τροφεία, το ύψος του οποίου καθορίζεται και αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Με την ίδια απόφαση καθορίζεται ο τρόπος, ο χρόνος και η διαδικασία καταβολής αυτού. Καταστατικές διατάξεις που προβλέπουν την καταβολή ποσών χωρίς τη διαμονή στις κατασκηνώσεις καταργούνται, ενώ διατάξεις που καθορίζουν εφάπαξ ποσά κατώτερα αυτών που ορίζει η παραπάνω απόφαση εξακολουθούν να ισχύουν.

Σημ.: όπως η παρ.2 αντικαταστάθηκε και οι παρ.3 και 4 προστέθηκαν με το άρθρο 17 Ν.2556/1997 Α 270/24.12.1997.

3. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από πρόταση του Υπουργείου Εξωτερικών και σύμφωνη γνώμη των Δ.Σ. των ασφαλιστικών οργανισμών, δύνανται, για λόγους εθνικούς και κοινωνικούς, να διατίθενται ποσά για τη φιλοξενία παιδιών μη δικαιούχων σε κατασκηνώσεις του Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ. ή οργανισμών με κοινωφελή χαρακτήρα ή ιδιωτών.

4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης, Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Υγείας και Πρόνοιας καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις λειτουργίας των ιδιωτικών κατασκηνώσεων, οι κυρώσεις σε περίπτωση μη τήρησής τους, η διαβάθμισή τους σε κατηγορίες, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια σχετική με τη λειτουργία τους.

Άρθρο 11
Έλληνες υπήκοοι ή ομογενείς που συνταξιοδοτούνται από οποιαδήποτε αλλοδαπή πηγή, εφόσον διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα και δεν είναι ασφαλισμένοι κατά του κινδύνου της ασθένειας σε άλλο ημεδαπό Οργανισμό η Κλάδο Ασθενείας μπορούν, με αίτησή τους, να υπαχθούν στην ασφάλιση ασθένειας του ΙΚΑ καταβάλλοντας εισφορά, ίση προς 8 % του ποσού της σύνταξής τους. Το κατά το προηγούμενο εδάφιο ποσοστό εισφοράς, καθώς και η βάση υπολογισμού αυτής, μπορούν να μεταβληθούν με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από αναλογιστική μελέτη.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.5 του άρθρου 10 του Ν.2217/1994 (Α 83)
Για τον καθορισμό των προϋποθέσεων και των παροχών ασθένειας που χορηγούνται στους συνταξιούχους αυτούς εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του ΙΚΑ που προβλέπουν την προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης.

Άρθρο 12
Στο τέλος του άρθρου 14 του Ν. 1066/1980 προστίθεται η εξής διάταξη:
“Με τις ίδιες προϋποθέσεις χορηγείται το επίδομα αεροθεραπείας και στους νεφροπαθείς ασφαλισμένους και συνταξιούχους του ΙΚΑ και των άλλων ασφαλιστικών οργανισμών”.

Άρθρο 13
Στο τέλος της περ. α` του εδαφίου β` της παρ. 5 του άρθρου 28 του Α.Ν. 1846/1951, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 5 παρ. 2 του Ν.Δ. 4104/ 1960, Προστίθεται διάταξη, που έχει ως εξής:
“Κατεξαίρεση θεωρείται ως χρόνος απασχόλησης στα παραπάνω επαγγέλματα, τόσο για τον υπολογισμό των εισφορών, όσο και για την εφαρμογή της διάταξης του εδαφίου αυτού η αποχή από την εργασία μέχρι 30 ημέρες κατ` ανώτατο όριο το χρόνο για αποχή από την εργασία που οφείλεται σε άδεια ή ασθένεια, απασχολουμένων στα επαγγέλματα αυτά για την οποία συνεχίζεται η εργασιακή σχέση και η υπαγωγή στην ασφάλιση σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις”.

Άρθρο 14

1. Οι διατάξεις του άρθρου 1 του Ν.Δ.172/1974 “περί αναγνωρίσεως ως συνταξίμου του χρόνου εκτοπίσεως και φυλακίσεως ενίων ασφαλισμένων και ρυθμίσεως συναφών θεμάτων” όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 του Ν. 38/ 1975 έχουν εφαρμογή και στους ασφαλισμένους των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης αρμοδιότητας του Υπουργείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων, που απόχτησαν την ιδιότητα του ασφαλισμένου μετά την επάνοδό τους από την εκτόπιση ή την αποφυλάκισή τους και μέχρι την έναρξη της ισχύος του παρόντος.

2. Οι ασφαλιστικές εισφορές για την εξαγορά του αναγνωριζόμενου σαν συντάξιμου χρόνου υπολογίζονται στις αποδοχές του τελευταίου πριν από την υποβολή της αίτησης μήνα ενεργού απασχόλησης και ασφάλισης τους επί το ασφάλιστρο που ισχύει κάθε φορά κλάδου σύνταξης εργοδότη και ασφαλισμένου και καταβάλλονται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 13 του άρθρου 1 του Ν.38/1975. Η προθεσμία που προβλέπεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 1 του Ν.Δ. 172/1974 παρατείνεται για ένα έτος από την έναρξη της ισχύος του παρόντος.

Άρθρο 15
Τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παρ. 3 του άρθρου 2 του Ν. 1210/1981 “περί συγχωνεύσεως εις το ΙΚΑ του Ταμείου Συντάξεων Ηθοποιών, Συγγραφέων και Τεχνικών Θεάτρου και άλλων τινών συναφών διατάξεων”, για να αποκτήσουν δικαίωμα σύνταξης με μειωμένο όριο ηλικίας, απαιτείται από το χρόνο ασφάλισης των 4.050 ημερομισθίων, τα 4/5 τουλάχιστο να έχουν πραγματοποιηθεί με οποιαδήποτε από τις ιδιότητες που περιλαμβάνονται στην παράγραφο αυτή. Από αυτά δε τα ημερομίσθια, τουλάχιστο 1.000 πρέπει να έχουν πραγματοποιηθεί την τελευταία δεκαετία πριν από την συμπλήρωση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης.

Άρθρο 16
Η εισφορά 4 % που προβλέπεται από το άρθρο 2 του Ν. 4469/1965 για την χορήγηση των αποδοχών άδειας και επιδόματος αδείας στους εργατοτεχνίτες οικοδόμους αυξάνεται σε 10 %.

Άρθρο 17
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 9 του Ν. 1384/1983, ΦΕΚ Α 106, αφ` ότου ίσχυσε.

Άρθρο 18
Δικαστικοί λειτουργοί, που απολύθηκαν από την υπηρεσία τους στη δικτατορία και αποκαταστάθηκαν σ` αυτή με την 4/5.9.74 Συντακτική Πράξη “περί αποκαταστάσεως της τάξεως και ευρυθμίας εν τη Δικαιοσύνη” και βρίσκονται ακόμα στην ενεργό υπηρεσία, εφόσον με την απόλυσή τους επιστράφηκαν σ` αυτούς εισφορές προγενέστερου χρόνου από το Ταμείο Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων (ΤΠΔΥ) δικαιούνται να επιστρέψουν αυτές άτοκα μέσα σ` ένα χρόνο από την ισχύ της διάταξης αυτής.
Διαφορετικά μετά την πάροδο του ενός χρόνου τα ποσά που έλαβαν επιστρέφονται απ` αυτούς ή παρακρατούνται από το Τ.Π.Δ.Υ. που τα κατέβαλε κατά την έξοδο από την υπηρεσία των δικαστικών αυτών λειτουργών, από το εφάπαξ ή την παροχή που οφείλεται σ` αυτούς, με τόκο 4 % το χρόνο.

Άρθρο 19

1. Η προθεσμία που αναφέρεται στην πρώτη περίπτωση του εδαφίου α` της παραγράφου 8 του άρθρου 7 του Ν. 982/1979 “περί τροποποιήσεως κα συμπληρώσεως της περί Ταμείου Συντάξεως και Αυτοασφαλίσεως Υγειονομικών νομοθεσίας και ετέρων τινών διατάξεων” παρατείνεται για ένα χρόνο από τη δημοσίευση του νόμου αυτού στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης.

2. Το κείμενο των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου 14 του Ν.Δ. 3348/1955 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως της περί Τ.Σ.Α.Υ νομοθεσίας” αριθμείται με τα στοιχεία 1.α και προστίθεται εδάφιο β ` που έχει ως εξής:
“β) οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζονται και για τους υγειονομικούς που απασχολούνται στον ιδιωτικό τομέα. Σε περίπτωση άλλης απασχόλησης αυτής της κατηγορίας προσώπων, διακόπτεται η συνέχιση της προαιρετικής ασφάλισης και εφαρμόζονται οι διατάξεις του Ν.Δ. 4202/1961 “περί διατηρήσεως των εκ της κοινωνικής ασφαλίσεως δικαιωμάτων εν περιπτώσει μεταβολής ασφαλιστικού φορέως” όπως αυτές ισχύουν κάθε φορά”.

3. Στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 11 του Ν.328/1976 “περί τροποποιήσεως διατάξεών τινών της φαρμακευτικής νομοθεσίας” προστίθεται η παρακάτω περίπτωση: “Οι παραπάνω διατάξεις εφαρμόζονται και για τους ιατρούς, οδοντιάτρους και κτηνιάτρους”.

Άρθρο 20
Η προθεσμία για την καταβολή της πρώτης δόσης για την εξόφληση των εισφορών που ρυθμίζονται με τις διατάξεις του άρθρου 5 του Ν. 1239/1982 “Διακανονισμός εξοφλήσεως οφειλών από καθυστερούμενες ασφαλιστικές εισφορές προς Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφαλίσεως αρμοδιότητας του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών” παρατείνεται μέχρι τέλους του επόμενου μήνα από τη δημοσίευση του νόμου αυτού. Μέσα στην ίδια προθεσμία καταβάλλονται και οι άλλες δόσεις που αντιστοιχούν στο μέχρι της ημερομηνίας αυτής χρονικό διάστημα. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις του Ν.1239/1982.

Άρθρο 21
Το άρθρο 4 του Ν.Δ.75/1946 “περί συστάσεως Ταμείου Προνοίας Εργοληπτών Δημοσίων Έργων” όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
Άρθρο 4.
1. Πόροι του Ταμείου είναι:
α) Ετήσιες εισφορές των εργοληπτών δημοσίων έργων, οι οποίες καθορίζονται ως εξής:
αα) Για τους εργολήπτες που έχουν πτυχίο α` και β` τάξης δρχ. 2.400 το χρόνο.
ββ) Για τους εργολήπτες που έχουν πτυχίο γ` και δ` τάξης δρχ 3.600 το χρόνο.
β) Κράτηση 2 % επί του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών του προσωπικού του Ταμείου και του ημίσεως του συνόλου των αποδοχών κατά τον πρώτο μήνα του διορισμού τους στο Ταμείο καθώς και κράτηση 2 % επί του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών των υπαλλήλων των Εργοληπτικών Συνδέσμων που ασφαλίζονται σύμφωνα με το παραπάνω άρθρο 3 στο Ταμείο.
γ) Οι δωρεές και τα κληροδοτήματα προς το Ταμείο καθώς και κάθε έσοδο που προέρχεται από τη διαχείριση της περιουσίας του Ταμείου.
δ) Οι οφειλές των ασφαλισμένων η άλλων προσώπων προς το Ταμείο καθώς κα τα έσοδα από τη διαχείριση της περιουσίας αυτού εισπράττονται σύμφωνα με τις δικονομικές διατάξεις του κώδικα εισπράξεως δημοσίων εσόδων.
2. Καμία πιστοποίηση πληρωμής εκτέλεσης έργου δεν εγκρίνεται ούτε θεωρείται από τις δημόσιες, δημοτικές, κοινοτικές αρχές και από Ν.Π.Δ Δ. αν δεν κατατεθεί απόδειξη πληρωμής από το δικαιούχο εργολήπτη δημοσίων Έργων υπέρ του Ταμείου Προνοίας Εργοληπτών Δημοσίων Έργων, ποσοστού ένα στα εκατό (1%) από κάθε, χωρίς καμιά εξαίρεση, λογαριασμό πληρωμής εργολήπτη δημοσίων έργων που δεν έχει την ιδιότητα του εργολήπτη δημοσίων έργων.
3. Με Προεδρικά Διατάγματα, που εκδίδονται από τον Υπουργό Κοινωνικών Ασφαλίσεων μετά από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου, δύνανται ν` αυξάνονται οι πόροι των εδαφίων α και β` της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού.
Επίσης με όμοια Προεδρικά Διατάγματα δύναται να καθορίζεται κάθε λεπτομέρεια για την είσπραξη των παραπάνω πόρων”.

Άρθρο 22
Στο τέλος της παρ. 2 του άρθρου 3 του Ν. 997/1979 “περί συστάσεως Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Μισθωτών και ετέρων τινών διατάξεων” όπως συμπληρώθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 56 του Ν. 1140/ 1981, προστίθεται η παρακάτω διάταξη:
“Η κατά τα ανωτέρω υπαγωγή μπορεί να γίνει και για όλες τις κατηγορίες μισθωτών δι` ενός και μόνο Π. Δ/τος”.

Άρθρο 23
Στο άρθρο 14 του Ν. Δ/τος 4114/1960 “περί του Κώδικος περί Ταμείου Νομικών” προστίθεται παράγραφος 5, που έχει ως εξής:
“5. Κατεξαίρεση επιτρέπεται η χορήγηση απλών δανείων με τόκο 4 % σε άμισθους ασφαλισμένους του Ταμείου Νομικών των περιοχών που επλήγησαν από θεομηνίες κατά το έτος 1981 “.

Άρθρο 24
Οι διατάξεις του άρθρου 19 του Ν. 997/1979, όπως αυτές τροποποιήθηκαν με το άρθρο 51 του Ν. 1140/1981, δεν εφαρμόζονται σε ασφαλιστικούς οργανισμούς που διέπονται από δικές τους καταστατικές διατάξεις, οι οποίες ίσχυαν πριν από τις πιο πάνω μεταβολές, επαναφέρονται δε σε ισχύ οι καταστατικές αυτές διατάξεις.

Άρθρο 25
Η ισχύς του νόμου αρχίζει από την πρώτη του επόμενου μήνα από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν σε διάταξη του ίδιου νόμου ορίζεται διαφορετικά.

Παραγγέλλομεν να δημοσιευθή στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως το κείμενο του παρόντος και να εκτελεσθή ως νόμος του Κράτους.

Αθήνα, 24 Αυγούστου 1982

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ