Νόμος 127 ΦΕΚ Α’ 175/22.8.1975
Περί τροποποιήσεως, συμπληρώσεως και αντικαταστάσεως ενίων διατάξεων της περί των προσόδων των δήμων και κοινοτήτων νομοθεσίας και περί άλλων τινών συναφών διατάξεων.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής, απεφασίσαμε

Άρθρον 1
Το άρθρον 38 του από 24.9-20.10.1958 Β.Δ/τος “περί κωδικοποιήσεως εις ενιαίονκείμενον νόμου των ισχυουσών διατάξεων περί των προσόδων των δήμων και κοινοτήτων”, ως ισχύει νυν, αντικαθίσταται ως εξής:
“1. Επιβάλλεται υπερ των Δήμων πληθυσμού άνω των 20.000 ως και των δήμων και κοινοτήτων περιφερειών της τέως Διοικήσεως Πρωτευούσης και του πρώην Δήμου Θεσσαλονίκης, ετήσιος φόρος, επί των εντός του εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως ακαλύπτων χώρων, εφ`όσον έκαστος τούτων αποτελεί άρτιον και οικοδομήσιμονοικόπεδονκατα τας ισχυούσας διατάξεις. Ο φόρος ουτος, βαρύνων τον κατά την 1ην Ιανουαρίου εκάστου έτους κύριον του ακινήτου, εν περιπτώσει δε επικαρπίας ή νομής, τον επικαρπωτήν ή νομέα, ορίζεται εις ποσοστόν 0,30% επί της κατά την χρονολογίαν ταύτην αγοραίας αξίας του ακαλύπτου χώρου, εφ` όσον αύτη υπερβαίνει τας 400.000 δρχ. Οικόπεδα αξίας μέχρι 400.000 δραχμών δεν υπόκεινται εις φόρον.
2. Ακάλυπτοι χώροι, εφ` ων υπάρχουν οικοδομαί αξίας μείζονος του ενός πέμπτου (1/5) της αξίας αυτών, δεν υπόκεινται εις φόρον. Εις τον υπολογισμόν της αξίας των επί των ακαλύπτων χώρων οικοδομών προβαίνει η Επιτροπή της παραγράφου 5. Προς υπολογισμόν του κατά την παράγραφον 1 φόρου, λαμβάνεται το σύνολον των εις το αυτόν φορολογούμενον ανηκόντων και εντός του αυτού δήμου ή κοινότητος κειμένων ακαλύπτων χώρων, συνεχομένων ή μη απαλλάσσεται δε του φόρου ποσόν 400.000 δραχμών. Εν περιπτώσει συνιδιοκτησίας, το ποσόν του φόρου υπολογίζεται κατά τον λόγον της μερίδος εκάστου.
4. Ο ιδιοκτήτης ή επικαρπωτής ή νομεύς των κατά την έννοιαν της παραγράφου 1 χώρων, οφείλει να υποβάλλη κατά Ιανουάριον εκάστου έτους, εις την δημοτικήν ή κοινοτικήν αρχήν, δήλωσιν των υποκειμένων εις την φορολογίαν χώρων, αναγράφων εναυτή την θέσιν εις ην ευρίσκεται το οικόπεδον, την έκτασιν, την αγοραίαν αξίαν αυτού και την ακριβή διεύθυνσιν της κατοικίας του. Εις περίπτωσιν παραλείψεως υποβολής δηλώσεως η αξία του μη δηλωθέντος χώρου προσδιορίζεται υπό της Επιτροπής της επομένης παραγράφου κατά τα εν παρ. 6 του παρόντος άρθρου οριζόμενα.
5. Η δημοτική ή κοινοτική αρχή, επί τη βάσει τω κατά την προηγουμένηνπαράγραφον δηλώσεων, καταρτίζει πίνακα, εις ον αναγράφει επί τη βάσει των παρ`αυτή στοιχείων και τα οικόπεδα δι` α δεν υπεβλήθη υπό του υποχρέουδήλωσις τον πίνακα τούτον διαβιβάζει μέχρι τέλους Μαρτίου εις τον Πρόεδρον Επιτροπής απαρτιζομένης
α) εξ ενός υπαλλήλου αρμοδιότητος της Γενικής Διευθύνσεως Διοικήσεως του Υπουργείου, Εσωτερικών, έχοντος βαθμόν τουλάχιστον εισηγητού,
β) εξ ενός εφοριακού υπαλλήλου, έχοντος βαθμόν τουλάχιστον εισηγητού,και
γ) εξ ενός μηχανικού ή υπομηχανικού δημοσίου υπαλλήλου ή εργαζομένου παρά τη Τεχνική Υπηρεσία Δήμων και Κοινοτήτων. Εις έκαστον δήμον ή κοινότητα δύναται να συνιστώνται πλείονες της μιάςεπιτροπαί. Χρέη γραμματέως εκτελεί δημοτικός ή κοινοτικός υπάλληλος. Η Επιτροπή συγκροτείται δι` αποφάσεως του Υπουργού των Εσωτερικών προκειμένου περί δήμων και κοινοτήτων της τέως Διοικήσεως Πρωτευούσης και του Νομάρχου προκειμένου περί των λοιπών δήμων και κοινοτήτων. Διά της αυτής αποφάσεως ορίζεται ο Πρόεδρος και ο Γραμματεύς, οι αναπληρωταί αυτών και των μελών και η τοπική δικαιοδοσία αυτής. Η Επιτροπή ευρίσκεται εν απαρτία παρόντων απάντων των μελών αυτής και του γραμματέως ή των νομίμων αναπληρωτών των. Εις τα μέλη της Επιτροπής παρέχεται αποζημίωσις καθοριζομένη δι`αποφάσεως των Υπουργών των Εσωτερικών και Οικονομιών και βαρύνουσα τον οικείον δήμον ή κοινότητα.
6. Η Επιτροπή υποχρεούται όπως εντός διμήνου από της περιελεύσεως αυτή του κατά την προηγουμένηνπαράγραφονπίνακοςπροβήδι`ητιολογημένης εκθέσεως της, διαβιβαζομένης εις τον δήμαρχο ή πρόεδρον της κοινότητος εντός της αυτής προθεσμίας εις τον προσδιορισμόν της κατά την παράγραφον 1 αξίας εκάστου χώρου κατά μ2 βάσει της δηλώσεως του υποχρέου, των ιδίων της πληροφοριών ή και ετέρων τοιούτων εκ δημοσίων αρχών και μετ` επιτόκιον εξέτασιν. Εντός δέκα ημερών από της λήψεως της ως άνω εκθέσεως, ο δήμαρχος ή πρόεδρος της κοινότητος προβαίνει εις την σύνταξιν του βεβαιωτικού καταλόγου, ούτινος απόσπασμα κοινοποιείται επί αποδείξει εις ένα έκαστον των εν αυτώ περιληφθέντων, εφαρμοζομένων των διατάξεων του άρθρου 22 του Ν.Δ. 318/1969 “περί βεβαιώσεως και εισπράξεως των εσόδων των δήμων και κοινοτήτων”.
7. Πας φορολογουμένος εγγραφείς εις τον βεβαιωτικόνκατάλογον, δικαιούται να ασκήσει τα υπό του Β.Δ. 166./1967 “περί τρόπου επιλύσεως διαφορών και αμφισβητήσεων επί εν γένει φορολογιών των δήμων και κοινοτήτων” προβλεπόμενα ένδικα μέσα ενώπιον των επιτροπών επιλύσεως φορολογικών διαφορών. Αι Επιτροπαί επιλύσεως φορολογικών διαφορών εισίναρμόδιαι και διά την επίλυσιν διαφοράς μεταξύ δήμου ή κοινότητος και φορολογουμένου ή ενοικιαστού και φορολογουμένου, αφορώσης τον προσδιορισμόν της αγοραίας αξίας του ακαλύπτου χώρου.
8. Δεν υπόκεινται εις τον παρόντα φόρον οι κατά την παράγραφον 1 του παρόντος ακάλυπτοι χώροι:
α) Οι χρησιμοποιούμενοι ως εργοστάσια σιδηροδρομικαί ή τροχιοδρομικαί εγκαταστάσεις, σταθμοί αυτοκινήτων, κινηματοθέατρα και γήπεδα ανεγνωρισμένων αθλητικών σωματείων και εκπαιδευτηρίων. Ακάλυπτοι χώροι χρησιμοποιούμενοι δια στάθμευσιν αυτοκινήτων (Parking) άνευ μηχανικών εγκαταστάσεων δεν απαλλάσσσονται του παρόντος φόρου.
β) Οι αποτελούντες συστηματικάςγεωργικάς, κτηνοτροφικάς, ή μελισσοκομικάς εκμεταλλεύσεις, ως και αι δενδροσκεπείς εκτάσεις και εφ`όσονχρόνον παραμένουν ως τοιαύται. Το συστηματικόν τοιούτων εκμεταλλεύσεων, βεβαιούταιυπο της αρμοδίας Γεωργικής Υπηρεσίας.
γ) Οι καταλαμβανόμενοι υπο διατηρητέων ιστορικών ή αρχαιολογικών μνημείων.
δ) Οι υποκείμενοι εις νομίμουςπεριορισμούς,πλην των τοιούτων εκ των διατάξεων περί εμπορικών μισθώσεων, συνεπεία των οποίων δεν επιτρέπεται ή παρακωλύεται η ανοικοδόμησίς των.
ε) Οι ανήκοντες εις τον Οργανισμόν Εργατικής Κατοικίας.
9. Πλην των εν τη προηγουμένη παραγράφω 8 έως και των εν άρθρω 82 του από 24.9/20.10.1958 β.δ. περιοριστικώς αναφερομένων, ουδείς απαλλάσσεται του φόρου του παρόντος άρθρου, μη εφαρμοζομένης οιασδήποτε γενικής ή ειδικής διατάξεως θεσπιζούσηςφορολογικάςαπαλλαγάς, συμπεριλαμβανομένης και της τοιαύτης του άρθρου 17 του Ν.Δ. 3432/1955 και των συναφών μεταγενεστέρων διατάξεων περί ΟΔΕΠ νομοθεσίας.
10. Το προϊόν του φόρου του παρόντος άρθρου διατίθενται αποκλειστικώς δι` έργα και απαλλοτριώσεις προς εφαρμογήν εγκεκριμένων σχεδίων πόλεων.
11. Προ της υπογραφής του συμβουλαίου εκποιήσεως οικοπέδων κειμένων εντός εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως οι πωληταί υποχρεούνται να προσκομίζουν εις τον συμβολαιογράφονβεβαίωσιν φορολογικής ενημερότητος του δήμου ή κοινότητος, εις ου την περιφέρειαν κείται το οικόπεδον, εξ ης να προκύπτη η πλήρης εξόφλησις των τυχόν οφειλών του πωλητού προς τον δήμον ή την κοινότητα, δια φόρον ακαλύπτων χώρων ή η νόμιμος απαλλαγή του.

Άρθρον 2
Το άρθρον 53 του απο 24.9/20.10.1958 Β.Δ/τος ως ισχύει νυν, αντικαθίστανται ως εξής:
1. Εν περιπτώσει επεκτάσεως του σχεδίου πόλεως δήμου ή κοινότητος ή αυτοτελούς οικισμού αυτών επι εκτάσεως συνεχομένης ή μη προς το υφιστάμενονσχέδιον, οι ιδιοκτήται ή νομείς οικοπέδων, άτινα περιλαμβάνονται εις το νέον σχέδιον, υποχρεούται εις καταβολήν εισφοράς επι της αξίας αυτών κατά τον χρόνον της δημοσιεύσεως του περί υπαγωγής των εις το σχέδιον πόλεως Π.Δ. ως κάτωθι:
α) Επι οικοπέδων αξίας μέχρις 100.000 δραχμών δεν υποχρεούται εις εισφοράν.
β) Επι οικοπέδων αξίας πλέον των 100.000 δραχμών και μέχρι 200.000 υποχρεούται εις εισφοράν πέντε τοις εκατόν (5%) δια το πλέον των 100.000 δραχμών ποσόν.
γ) Επι οικοπέδων αξίας πλεον των 200.000 δραχμών δέκα τοις εκατόν (10%) προστιθεμένου του επι μέρους ποσού εισφοράς του προηγουμένου εδαφίου. Δι` ιδιοκτήτας ή νομείς πλειόνων οικοπέδων κειμένων εντός του αυτού δήμου ή κοινότητος, συνεχομένων ή μη και υποκειμένων εις εισφοράν συνολικής αξίας ποσού μείζονος των 100.000 δραχμών η απαλλαγή ισχύει εφ` απαξ και η εισφορά υπολογίζεται επι της συνολικής αξίας όλων των οικοπέδων κατά τα ανωτέρω οριζόμενα. Εν περιπτώσει συνιδιοκτησίας, το ποσόν της εισφοράς επιμερίζεται μεταξύ των συνιδιοκτητών βάσει του αναλογούντος εις έκαστον εξ αδιαιρέτου μεριδίου εδί του οικοπέδου.
2. Προκειμένου περί χώρων ανηκόντων εις βιομηχανίας ή βιοτεχνικάς επιχειρήσεις και χρησιμοποιουμένων δια την λειτουργίαν των επ` αυτών εργοστασίων, η κατά την παράγραφον 1 του παρόντος άρθρου εισφορά ορίζεται ως κάτωθι:
α) Επι αξίας οικοπέδων από 100.001 μέχρι 1.000.000 δραχμών, ποσοστόν δέκα τοις εκατόν (10%).
β) Επι αξίας οικοπέδων απο 1.000.001 μέχρι 10.000.000 δραχμών ποσοστόν οκτώ τοις εκατόν (8%) προστιθεμένου του επι μέρους ποσού εισφοράς του προηγουμένου εδαφίου.
γ) Επι αξίας οικοπέδων πλέον των 10.000.000 δραχμών πέντε τοις εκατόν (5%) προστιθεμένου των επι μέρους ποσών εισφοράς των προηγουμένων εδαφίων.
3. Η αξία του οικοπέδου καθορίζεται κατά τας διατάξεις των παρ. 4-7 του άρθρου 38 του από 24-9/20.10.1958 Β.Δ/τος ως αύται αντικαθίστανται δια του άρθρου 1 του παρόντος. Εις την αξίαν του οικοπέδου δε συνυπολογίζεται η αξία των επ`αυτού κτισμάτων. Οι κατά την παρ.1 του παρόντος άρθρου υπόχρεοι εις εισφοράν οφείλουν να υποβάλλουν δήλωσιν εντός εξ (6) μηνών από της εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως δημοσιεύσεως του περί επεκτάσεως του σχεδίου πόλεως π.δ/τος εφαρμοζομένωνκατα τα λοιπά των εν παρ.4 του ανωτέρω άρθρου 38 οριζομένων. Ομοίως η προθεσμία δια την υπο της δημοτικής ή κοινοτικής αρχής σύνταξιν του πίνακος των εις εισφοράνυποχρέων και την διαβίβασιν αυτού εις την Επιτροπήν καθορίζεται δίμηνος από της λήξεως της κατά τα άνω προθεσμίας υποβολής δηλώσεως εκ μέρους των υποχρέων, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των εν παρ. 5 του αυτού ως άνω άρθρου 38 οριζομένων.
4. Η εισφορά καταβάλλεται εις δέκα (10) ίσας ετησίας δόσεις, της πρώτης καταβαλλομένης, την 1ην του μεθεπομένου από της βεβαιώσεως μηνός.
5. Εφεξής, δια τας κατα τον χρόνον δημοσιεύσεως του περί επεκτάσεως του σχεδίου πόλεως π.δ/τος δενδροσκεπείς εκτάσεις ή εκτάσεις αποτελούσας συστηματικάςγεωργικάς, κτηνοτροφικάς, πτηνοτροφικάς ή μελισσοκομικάς εκμεταλλεύσεις εμβαδού άνω των 1.000 τμ. και εφ` οσον παραμένουν ως τοιαύται ανεξαρτήτως της υπάρξεως ή μη εν αυταίς κτισμάτων, η κατά τα ανωτέρω εισφορά καταβάλλεται εις δέκα πέντε (15) ίσας ετησίας δόσεις. Το συστηματικόν των τοιούτων εκμεταλλεύσεων ή το δενδροσκεπές των εκτάσεων βεβαιούταιυπο της αρμοδίας Γεωργικής Υπηρεσίας.
6. Από της ισχύος του παρόντος δενδροσκεπείς κλπ. ως άνω εκτάσεις και εφ`οσονχρόνον παραμένουν ως τοιαύται υπάγονται εις την αυτήν ως εν τη προηγουμένη παραγράφω 5 ρύθμισιν. Εις τας περιπτώσεις ταύτας το μέχρι της ισχύος του παρόντος μη καταβληθέν υπόλοιπόν εισφοράς καταβάλλεται ισοπόσως εις ετησίας δόσεις μέχρι συμπληρώσεως 15ετίας.
7. Εν περιπτώσει μεταβιβάσεως της κυριότητος ή νομής ακινήτου εξ οιασδήποτε αιτίας, πλη λόγω προικός ή αιτία θανάτου, ολόκληρος η αναλογούσα εις την μεταβιβαζομένηνέκτασιν εισφορά καθίσταται απαιτητή και καταβάλλεται προ της συντάξεως του οικείου συμβουλαίου. Ανευ καταβολής αυτής το πει μεταβιβάσεως συμβόλαιον είναι άκυρον ελέγχεται δι` αμαπειθαρχικώς ο συντάξας τούτο συμβολαιογράφος.
8. Εις περίπτωσιν υπαγωγής εις το σχέδιον πόλεως εκτάσεως, ανηκούσης εις οικοδομικονσυνεταιρισμόν, η εισφορά δεν βαρύνει τον συνεταιρισμόν, αλλ`έκαστονμεος αυτού, βεβαιουμένη επι τη βάσει της κατά τον χρόνον επεκτάσεως του σχεδίου πόλεως αξίας του οικοπέδου, άμα τη περιελεύσει εις αυτό της κυριότητος ή νομής τούτου.
9. Δι` ακίνητα μη οικοδομίσιμα, δυνάμενα όπως να καταστούν τοιαύτα δια τακτοποιήσεως ή προσκυρώσεως, η υποχρέωσις καταβολής της εισφοράς άρχεται μετά την συντέλεσιν της τοιαύτης τακτοποιήσεως ή προσκυρώσεως, δια καταβολής της νομίμου αποζημιώσεως της σχετικής πράξεως. Η εισφορά υπολογίζεται βάσει της προ της τακτοποιήσεως ή προσκυρώσεως του ακινήτου αξίας αυτού, κατά τον χρόνον επεκτάσεως του σχεδίου πόλεως.
10. Τα εκ του παρόντος άρθρου έσοδα διατίθενται αποκλειστικώς δι` έργα και απαλλοτριώσεις υπερ της υπαγομένης εις το σχέδιον εκτάσεως.
11. Της εισφοράς εξαιρούνται οι μέχρι της ενάρξεως της ισχύος του Ν.Δ. 3033/1954 συγκεκροτημένοι συνοικισμοί εις πόλεις ή κωμοπόλεις, ων το σχέδιον δεν ολοκληρώθη εισέτι, εφ` όσον τούτο ήθελε διαπιστωθήυπο επιτροπής αποτελουμένης εκ του δήμαρχου ή προέδρου κοινότητος, του οικείου διευθυντού τεχνικών υπηρεσιών και του οικονομικού εφόρου. Η διάταξις της παρούσης παραγράφου δεν ισχύει δια τους δήμους και κοινότητας της τέως διοικήσεως πρωτευούσης και του τέως δήμου Θεσσαλονίκης.
12. Της εισφοράς του παρόντος άρθρου απαλλάσσεται το Ελληνικόν Δημόσιον. Η εισφορά δεν οφείλεται επι οικοπέδων παραχωρουμένων δωρεάν εις το Ελληνικόν Δημόσιον, ως και εις δήμους, κοινότητας και φιλανθρωπικά ιδρύματα, τυχόν όμως καταβληθείσαι δόσεις δεν αναζητούνται.
13. Αι διατάξεις του άρθρου 73 του απο 24.9 20.10.1958 Β.Δ/τος έχουν εφαρμογήν και επι της υπο του παρόντος άρθρου προβλεπομένης εισφοράς.

Άρθρον 3
Αι διατάξεις του προηγουμένου άρθρου εφαρμόζονται και επί επεκτάσεων σχεδίου πόλεως, ων το οικείον διάταγμα εδημοσιεύθη προ της ενάρξεως ισχύος του παρόντος νόμου, ανεξαρτήτως χρόνου, εφ` οσον τα βεβαιωθέντα ή μη ποσά της εισφοράς δεν κατεβλήθησαν εισέτι υπο των υποχρέων. Εις τας περιπτώσεις ταύτας το οφειλόμενον ποσόν εισφοράς ανακαθορίζεται επι τη βάσει των διατάξεων του προηγουμένου άρθρου, τα τυχόν δε επι πλέον καταβληθέντα δεν αναζητούνται.

Άρθρον 4

1. Ο προσδιορισμός της κατά την παρ. 1 του άρθρου 54 του από 24.9/20.10.1958 β.δ/τος υπεραξίας, ην κτάται το ακίνητον, γίνεται κατά τας διατάξεις των παρ. 4 εώς 7 του άρθρου 38 και 3 του άρθρου 53 του αυτού ως άνω Β.Δ/τος ως ταύτα αντικαθίστανται δια των άρθρων 1 και 2 του παρόντος αντιστοίχως.

2. Η παράγραφος 4 του άρθρου 54 του ανωτέρω β.Δ/τος ως αντικατεστάθη δια της παραγράφου 2 του άρθρου 12 του Ν.Δ/τος 703/1970 “περί τροποποιήσεως διατάξεων αφορωσών εις τα έσοδα των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως” και το β`εδάφιον της παρ. 6 του αυτού, άρθρου, καταργούνται.

3. Η παράγραφος 6 του άρθρου 54 του Β.Δ/τος της 24.9/20.10.1958, ως ισχύει νυν αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“Η εισφορά καταβάλλεται εις εξ ετησίας δόσεις, της πρώτης καταβαλλομένης την 1ην του μεθεπομένου από της βεβαιώσεως μηνός. Δύναται, όμως ο υπόχρεος εις την καταβολήν της εισφοράς δι` αιτήσεως του, υποβαλλομένης εις τον δήμον ή κοινότητα εντός της δια την άσκησιν προσφυγής προθεσμίας να ζητήσηαναστολήν εισπράξεως της εισφοράς μέχρι λήψεως της αδείας οικοδομής, ήτις δεν χορηγείται υπο του οικείου πολεοδομικού γραφείου, άνευ προηγουμένου σημειώματος του δήμου ή της κοινότητος, περί οφειλής της εισφοράς. Εν τη περιπτώσει ταύτη ενεργείται νέα εκτίμησις, κατά τας διατάξεις του παρόντος νόμου και νέα βέβαιωσις, δια τον προσδιορισμόν δε της υπεραξίας λαμβάνεται υπ`οψιν η αγοραία αξία του ακινήτου κατά τον χρόνον λήψεως της αδείας οικοδομής. Το προϊόν της εισφοράς διατίθενται αποκλειστικώς δι`έργα και απαλλοτριώσεις προς εφαρμογήν εγκεκριμένων σχεδίων πόλεων”.

4. Αι διατάξεις της παρ. 7 του άρθρου 53 του από 24.9/20.10.1958 Β.Δ/τος, ως αύται αντικαθίστανται δια του άρθρου 2 του παρόντος, εφαρμόζονται και προκειμένου περί εισφοράς, λόγω τροποποιήσεως του σχεδίου πόλεως.

Άρθρον 5

1. Απασαι αι από του έτους 1967 μέχρι της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος εμπροσθέσμωςβεβαιωθείσαιυπερ του Δήμου Πατρέων και μη καταβληθείσαιεισφοραί λόγω υπεραξίας των ακινήτων, οικοδομησθέντων ή μη, ην ταύτα εκτήσαντο εκ της τροποποιήσεως του εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως, συνεπεία διανείξεως οδών, μειώσεως των συντελεστών αρτιότητος των οικοπέδων ή αυξήσεως τςηεπιτρεπομένης εκμεταλλεύσεως αυτών κατ` έκτασιν της επιτρεπομένης εκμεταλλεύσεως αυτών κατ` έκτασιν και ύψος ή του ενός εκ τούτων αναβεβαιούται κατά τας διατάξεις των άρθρων 4 του παρόντος και 54 του από 24.9/20.10.1958 Β.Δ/τος εντός τριετίας από της δημοσιεύσεως του παρόντος. Εις την αυτήν ως ώνρύθμισιν υπάγονται και αι περιπτώσεις εσφαλμένης ως προς το πρόσωπον του υποχρέου εγγραφής. Αι μη βεβαιωθείσαι μέχρι τούδε εισφοραίβεβαιούται κατά τας αυτάς ως άνω διατάξεις. Προσφυγαίασκηθείσαι και μη εκδικασθείσαι ενώπιον της πρωτοβαθμίου φορολογικής επιτροπής του Β.Δ/τος 166/1967 “περί τρόπου επιλύσεως διαφορών και αμφισβητήσεων επι εν γένει φορολογιών δήμων και κοινοτήτων”, καθίστανται άνευ αντικειμένου, εάν το ποσόν της εγγραφής δεν εξωφλήθη εισέτι, επιστρεφομένων των σχετικών παραβόλων.

2. Δια τον προσδιορισμόν της υπεραξίας, συνεπεία διανοίξεως οδών, μειώσεως των συντελεστών αρτιότητος των οικοπέδων ή αυξήσεως της επιτρεπομένης εκμεταλλεύσεως αυτών κατ` έκτασιν και ύψος ή ενός εκ τούτων λαμβάνεται υπ` όψιν α) οι ισχύοντες συντελεσταίαρτιότητος των οικοπέδων ή της επιτρεπομένης εκμεταλλεύσεως των ακινήτων κατ` έκτασιν και ύψος ή του ενος εκ τούτων ή ήδιάνοιξις οδών κατά την δημοσιεύσιν του παρόντος, εκ συγκρίσει προς τους ισχύοντας κατά τον χρόνον ενάρξεως της ισχύος του άρθρου 16 του Ν.Δ. 3777/1957 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως της νομοθεσίας περί των προσόδων των δήμων και κοινοτήτων και του δημοτικού και κοινοτικού κώδικοςκλπ” και β) η αγοραία αξία του ακινήτου κατά την ημέραν δημοσιεύσεως του Δ/τος “περι τροποποιήσεως του σχεδίου πόλεως”, εξ ου επήλθεν η υπεραξία.

Άρθρον 6
Εις το άρθρον 21 του Ν.Δ/τος 703/1970 προστίθεται παράγραφος 4 έχουσα ούτω:
“4. Αι Πρωτοβάθμιοι και Δευτεροβάθμιοι Επιτροπαί του Β.Δ/τος 166/1967 προκειμένου περί δήμων και κοινοτήτων της περιφερείας τέως Διοικήσεως Πρωτευούσης, συγκροτούνται δι`αποφάσεως του Υπουργού Εσωτερικών”.

Άρθρον 7
Η διάταξις του εδαφίου 1 της παρ. 1 του άρθρου 24 του Β.Δ.της 24.9./20.10.1958, ως τροποποιηθείσα ισχύει νυν, αντικαθίστανται ως κάτωθι:
“1. Οίτινες έχουν ή ήθελονχαρακτηρισθή κατά τας κειμένας διατάξεις ως λουτροπόλεις ή οργανωμένοι αρχαιλογικοί τόποι ή τουριστικοί τόποι ή τόποι θερινής διαμονής”.

Άρθρον 8
Η παράγραφος 1 του άρθρου 4 του Ν.Δ. 318/1969 “περί βεβαιώσεως και εισπράξεως των εσόδων των δήμων και κοινοτήτων” αντικαθίστανται ως εξής:
“1. Το Συμβούλιον υποχρεούται εντός του πρώτου δεκαπενθημέρου από της εισαγωγής των ζώων εις τας βοσκάς όπως ορίση τριμελή επιτροπήν εκ δύο συμβούλων και ενός δημοτικού ή κοινοτικού υπαλλήλου ήτις, μεταβαίνουσα εις τας βοσκάς, ελέγχει την ακριβή τήρησιν των εν των προηγουμένωάρθρωοριζομένων και συντάσσει έκθεσιν επί του αποτελέσματος του ελέγχου. Η ούτω συντασσομένηςέκθεσις υποβάλλεται εντός μηνός από της εισαγωγής των ζώων εις τας βοσκάς, εις τον δήμον ή κοινότητα”.

Άρθρον 9

1. Απαγορεύονται αι πάσης φύσεως διαφημίσεις επι ιστών ηλεκτροφωτισμού κειμένων επι οδών, πλατειών και κοινοχρήστων χώρων εν γένει.

2. Συμβάσεις μισθώσεως του τέλους ή χορηγηθείσαιάδειαι διενεργείας διαφημίσεων επί ιστών, περί ων η προηγουμένη παράγραφος εξακολουθούν ισχύουσαι μέχρι λήξεως του εν αυταίς οριζομένου χρόνου.

Άρθρον 10
Οι δήμοι, και αι κοινότητες του Κράτους, οι σύνδεσμοι τούτων, ως και η `Ενωσις Δήμων και Κοινοτήτων της Ελλάδος, απαλλάσσονται της επιβληθείσης δια του Α.Ν. 245/1967 “περί επιβολής εισφοράς υπερ της Ραδιοφωνίας της Ελλάδος και καθορισμού τρόπου εισπράξεως αυτής”, εισφοράς υπέρ της Εθνικής Ραδιοφωνίας της Ελλάδος.

Άρθρον 11

1. Εις τους κατά τας διατάξεις του άρθρου 11 του Ν.Δ. 3777/1957 αναγνωρισθέντας δικαιούχους δημοτικών και κοινοτικών οικοπέδων και μη εκπληρώσαντας μερικώς ή ολικώς, τας υπό των διατάξεων τούτων προβλεπομένας υποχρεώσεις των εντός των οριζομένων προθεσμιών, συνεπεία αποδεδειγμένης οικονομικής αδυναμίας ή μεσολαβήσαντος θανάτου των δικαιούχων, δύναται κατόπιν αποφάσεως του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου, λαμβανομένης δι`απολύτου πλειοψηφίας των παρόντων κατά την συνεδρίασιν μελών του και εγκρινομένης υπό του οικείου νομάρχου, να επιτραπή όπως, εντός τριετίας από της ισχύος του παρόντος και εις πέντε (5) ισοπόσουςεξαμηνίαιας δόσεις, ούτοι ή οι κληρονόμοι αυτών, καταβάλουν τίμημα ίσον προς το ήμισυ της αγοραίας αξίας του οικοπέδου κατά τον χρόνον ενάρξεως ισχύος του παρόντος, ταύτης καθοριζομένης υπό επιτροπής συγκροτουμένης δι` αποφάσεως του νομάρχου και αποτελουμένης εκ των:
α) διευθυντού τεχνικών υπηρεσιών του νομού.,
β) οικείου οικονομικού εφόρου και
γ) ενός δημοτικού ή κοινοτικού συμβούλου οριζομένου δι` αποφάσεως του οικείου συμβουλίου.
Τυχόν καταβληθείσαι δόσεις αφαιρούνται, εκάστη δε τούτων λογίζεται ίση προς την νέαν τοιαύτην ανεξαρτήτως διαφοράς ποσού μεταξύ των.

2. Οι περί ων ανωτέρω υποχρεούνται, όπως εντός εξαετίας από της λήξεως της κατά την παράγραφον 1 του παρόντος προθεσμίας, ανεγείρουν επί των εν λόγω οικοπέδων οικοδομήν, τηρουμένων των περί σχεδίων πόλεως διατάξεων, επί ποινή αυτοδικαίας εκπτώσεως.

3. Αι μετά την εκπνοήν της πενταετούς προθεσμίας της παραγράφου 2 του άρθρου 11 Ν.Δ.3777/1957 γινόμεναι πληρωμαί θεωρούνται ως γενόμεναι εμπροθέσμως.

4. Μετά την τήρησιν των ανωτέρω προϋποθέσεων, συντάσσεται το υπό της παραγράφου 2 του άρθρου 174 του Ν.Δ. 222/1973, περί Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικοςσυμβόλαιον, περί μεταβιβάσεως της κυριότητος.

Άρθρον 12

1. Δημοτικοί ή κοινοτικοί οικοπεδικοί χώροι, καταληφθέντες μέχρι και του έτους 1962 και κατεχόμενοι κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος άνευ δικαιώματος, δύναται να εκποιηθούν απ`ευθείας και άνευ δημοπρασίας εις τους κατόχους των, επί τη αιτήσει αυτών υποβαλλομένη εις τον ιδιοκτήτην δήμον η κοινότητα εντός ανατρεπτικής προθεσμίας δύο ετών απο της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος εφ“όσον συντρέχουν αι κάτωθι προϋποθέσεις:
α) Χρησιμοποιούνται υπό των κατόχων των δι` οικογενειακήν ή επαγγελματικήνστέγασιν.
β) Οι κάτοχοι ούτοι στερούνται ετέρου ακινήτου της αυτής προς το κατεχόμενον χρήσεως (οικογενειακής ή επαγγελματικής στεγάσεως) οπουδήποτε κειμένου.
γ) Οι αυτοί κάτοχοι τυγχάνουν δημόται ή μόνιμοι επιδεκαετίαν τουλάχιστον κάτοικοι του δήμου ή της κοινότητος, ένθα το κατεχόμενονακίνητον.

2. Περί της απ`ευθείας και άνευ δημοπρασίας εκποιήσεως, αποφασίζει το δημοτικόν ή κοινοτικόνσυμβούλιον, το δε καταβλητέον τίμημα καθορίζεται υπό της επιτροπής της παραγρ. 1 του άρθρου 11 του παρόντος, επί της βάσει της τρεχούσης, κατά τον χρόνον της λήψεως της, περί εκποιήσεως αποφάσεως τυ δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου αξίας. Η απόφασις του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου, διαλαμβάνουσα και το κατά τα άνω καθορισθέν τίμημα της εκποιήσεως υπόκεινται εις την “έγκρισιν του Νομάρχου” και κοινοποείται εις τον κάτοχονυποχρεούμενον όπως εντός δέκα (10) ημερών από της κοινοποιήσεως, γνωστοποιήση εγγράφως την περί αποδοχής, της αποφάσεως βούλησίν του εις τον δήμον ή κοινότητα. Εν τοιαύτη περιπτώσει το τίμημα καταβάλλεται εις εξ (6) ετησίας ατόκους και ισοπόσους δόσεις από της βεβαιώσεώς του, μετά την εξόφλησιν των οποίων γίνεται η μεταβίβασις της κυριότητος.

3. Παρερχομένης απράκτου της εν παραγράφω 1 προθεσμίας, η εκποίησις των χωρών τούτων ενεργείται κατά τας οικείας διατάξεις του δημοτικού και κοινοτικού κώδικος.

4. Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν έχουν εφαρμογήν δια τους Δήμους Αθηναίων, Πειραιώς και Θεσσαλονίκης.

Άρθρον 13
Εκτάσεις του Δημοσίου μεταβιβασθείσαι εις δήμους ή κοινότητας, δύναται να εκποιώνται άνευ δημοπρασίας εις τους αυθαιρέτως κατέχοντας, επι τη αιτήσει αυτών υποβαλλομένη εις τον ιδιοκτήτην δήμον ή κοινότητα εντός ανατρεπτικής προθεσμίας ενός έτους από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος, υπό τας προϋποθέσεις και κατά την διαδικασίαν των διατάξεων του άρθρου 32 του Ν.Δ. 3958/1959 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των, περί οριστικών παραχωρητηρίων των κλήρων διατάξεων της Εποικιστικής Νομοθεσίας, κυρώσεων πράξεων τινων του Υπουργικού Συμβουλίου και άλλων τινών διατάξεων”.

Άρθρον 14
Εκμίσθωσις Ιχθυοτροφείων

1. Η εκμίσθωσις των εις δήμους και κοινότητος ανηκόντων ιχθυοτροφείων ενεργείται δια πλειοδοτικής δημοπρασίας, κατά τας διατάξεις του δημοτικού και κοινοτικού κώδικος.

2. Προκειμένου όμως περί αλιευτικών συνεταιρισμών, ως άπαντα τα μέλη είναι κάτοικοι του ιδιοκτήτου του ιχθυοτροφείου δήμου ή κοινότητος, η προς αυτούς εκμίσθωσις του δικαιώματος εκμεταλλεύσεως του ιχθυοτροφείου επιτρέπεται επ`ευθείας και άνευ δημοπρασίας, επι εν έτος, κατόπιν αποφάσεως του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου, εκδιδομένης μετά γνώμην επιτροπής, αποτελουμένης εκ του Διευθυντού της Διευθύνσεως Εσωτερικών της Νομαρχίας, του Διευθυντού της Διευθύνσεως Γεωργίας της Νομαρχίας, ως και του Διευθυντού της Οικονομικής Εφορίας της έδρας του Νομού, οριζομένου του τελευταίου τούτου υπό του Νομάρχου εν περιπτώσει υπάρξεως πλειόνων εφοριών εν τη έδρα. Η απόφασις του δημοτικού ή κοινοτικού Συμβουλίου χρήζει της εγκρίσεως του Νομάρχου.

3. Απαγορεύεται η υφ` οιανδήποτε μορφήνπαραχώρησιςυπο του μισθώσαντος συνεταιρισμού του κατά την προηγουμένηνπαράγραφον δικαιώματος εκμεταλλεύσεως, θεωρουμένης αυτοδικαίως ακύρου της τοιαύτης παραχωρήσεως. Εν περιπτώσει παραβάσεως της διατάξεως ταύτης, ο αλιευτικός συνεταιρισμός υποχρεούται εις την καταβολήν ποσού ίσου προς το διπλάσιον του υπ` αυτού προσφερθέντος μισθώματος.

Άρθρον 15
Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεως του δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, πλην των περιπτώσεων, δι` ας άλλως ορίζεται εν αυτώ.

Ο παρών νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ΄ Ημών σήμερον κυρωθείς, δημοσιευθήτω διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.

Εν Αθήναις τη 20 Αυγούστου 1975

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Δ. ΤΣΑΤΣΟΣ