Νόμος 1203 ΦΕΚ Α΄249 249/10.9.1981
Περί αυξήσεως των συντάξεων του Δημοσίου των μη καθοριζομένων επί τη βάσει μισθού ενεργείας και άλλων τινών συνταξιοδοτικών διατάξεων.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής απεφασίσαμεν

Άρθρο 1
Αύξησις σνντάξεων μη καθοριζομένων βάσει μισθού ενεργείας – επιδομάτων ανικανότητος.

1. Αι καταβαλλόμεναι πάσης φύσεως πολεμικαί συντάξεις, αι μη καθοριζόμεναι επί τη βάσει μισθού ενεργείας, ως και αι συντάξεις και τα βοηθήματα τα οποία υπολογίζονται επί τη βάσει τούτων, αυξάνονται, από 1ης Ιανουαρίου 1980, κατά ποσοστόν δέκα τέσσαρα τοις εκατόν (14 %) επί του ποσού αυτών, τον διαμορφωθέντος δια των μέχρι της 31ης Δεκεμβρίου 1979 χορηγηθεισών αυξήσεων.

2. Αι λοιπαί εκ του Δημοσίου Ταμείου καταβαλλόμεναι πάσης φύσεως συντάξεις, αι μη καθοριζόμεναι επί τη βάσει μισθού ενεργείας ως και τα λοιπά βοηθήματα, αυξάνονται κατά ποσοστόν ένδεκα τοις εκατόν (11 %) από 1ης Ιανουαρίου 1980 επί του ποσού αυτών, του διαμορφωθέντος δια των μέχρι της 31ης Δεκεμβρίου 1979 χορηγηθεισών αυξήσεων.

3. Ομοίως, κατά 11 %, αυξάνονται κατά τα εν τη προηγουμένη παραγράφω οριζόμενα:
α) τα πάσης φύσεως προσωπικά χαι αμεταβίβαστα επιδόματα ανικανότητος και αι προσαυξήσεις αυτών, περιλαμβανομένων και των εν άρθρω 54 του α.ν. 1854/1951 “περί απονομής των πολιτικών και στρατιωτικών συντάξεων” επιδομάτων,
β) τα εν παρ. 2 τον Άρθρού 4 του α.ν..377/1968 “περί ρυθμίσεως των συντάξεων κατόπιν τον α.ν. 274/1968 κλπ.” ποσά συνταξίμου μισθού των οπλιτών.
γ) αι συντάξεις των υπαλλήλων της Βουλής, περί ων η παρ. 1 τον άρθρον 3 του α.ν. 377/1968,
δ) αι εκ του Δημοσιού, κατά τας διατάξεις του ν.δ. 1342/1973 “περι συνταξιοδοτήσεως τον μεταφερομένου. εις τον ΟΣΕ προσωπικού των ΣΕΚ”, καταβαλλόμεναι συντάξεις και επιδόματα ανικανότητος, και
ε) αι συντάξεις των μέχρι της ενάρξεως της ισχύος του ν. 828/1979 “περί μονιμοποιήσεως προσωπικού αγροτικών ιατρείων κλπ.” εξελθόντων της υπηρεσίας ιατρών των αγροτικών ιατρείων, υγειονομικών σταθμών και κινητών υγειονομικών μονάδων, αναστελλομένης της εφαρμογής του δευτέρου εδάφιον της παρ. 3 του άρθρον 34 του Ν. 955/1979 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως της κειμένης συνταξιοδοτικής νομοθεσίας”, οσάκις συντρέχει περίπτωσις.

Άρθρο 2
Αύξησις κατωτάτου ορίου συντάξεως.
Το δια του ν.δ. 1371/1973 “περί καθορισμού κατωτάτου μηνιαίου ποσού των υπό του Δημοσιού καταβαλλομένων συντάξεων ή βοηθημάτων” καθορισθέν κατώτατον μηνιαίον ποσόν σνντάξεως ή βοηθήματος, ως τούτο ηυξήθη μεταγενεστέρως, συνυπολογιζομένου και του τυχόν καταβαλλομένου επιδόματος ανικανότητος, ορίζεται από 1ης Ιανουαρίου 1980 εις δραχμάς δύο χιλιάδας πεντακόσιας (2.500). Το αυτό ισχύει και δια τους εκ του Δημοσίου σννταξιοδοτουμένους σιδηροδρομικούς.

Άρθρο 3
Υπολογισμός του εκάστοτε επιδόματος χρόνου υπηρεσίας εις τον συντάξιμον μισθόν.

1. Αι υπό της εκάστοτε ισχύουσης νομοθεσίας προβλεπόμεναι προσαυξήσεις του βασικού μισθού, δια του επιδόματος χρόνου υπηρεσίας, των εν ενεργεία πολιτικών υπαλλήλων και στρατιωτικών, λαμβάνονται υπ` όψιν δια τον καθορισμόν του κατά τα άρθρα 9 και 34 του α.ν. 1854/1951, ως ταύτα ετροποποιήθησαν μεταγενεστέρως, σννταξίμου μισθού ανεξαρτήτως χρόνου τερματισμού της συνταξίμου υπηρεσίας, εφ` όσον συντρέχουν αι υπό της νομοθεσίας ταύτης οριζόμεναι προϋποθέσεις χορηγήσεως των προσαυξήσεων τούτων.

2. Η αναπροσαρμογή της σνντάξεως, κατ` εφαρμογήν της προηγουμένης παραγράφου, γίνεται κατά τα ειδικώτερον δι` αποφάσεως τον Υπουργού Οικονομικών οριζόμενα, είτε οίκοθεν υπό της Υπηρεσίας Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, είτε κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερομένου, οποτεδήποτε υποβαλλομένης. Τα οικονομικά αποτελέσματα εκ της τοιαύτης αναπροσαρμογής άρχονται από της μεταβολής του νομοθετικού καθεστώτος δια τους εν ενεργεία υπαλλήλους, εν ουδεμιά όμως περιπτώσει δύναται να αναδράμουν εις χρόνον πέραν της διετίας από της χρονολογίας εκδόσεως της σχετικής πράξεως ή αποφάσεως ή φύλλου μεταβολής.

Άρθρο 4
Επίδομα οικογενειακών βαρών.

1. Επίδομα οικογενειακών βαρών, παρεχόμενον κατά νόμον εις τους δημοσίους πολιτικούς υπαλήλλους και στρατιωτικούς εν γένει, παρέχεται και εις τους εξ αυτών καταστάντας ή καθισταμένους συνταξιούχους υπό τας αυτάς προϋποθέσεις και περιορισμούς.
Το επίδομα τούτου παρέχεται επίσης :
α) εις τονς συνταξιοδοτουμένους κατά τας διατάξεις του ν.δ. 874/ 1971 “περί συμπληρώσεως διατάξεων της κειμένης νομοθεσίας περί απονομής των πολιτικών και στρατιωτικών συντάξεων”, εφαρμοζομένων των δια τους τακτικούς πολιτικούς δημοσίους υπαλλήλους οριζομένων,
β) εις τους συνταξιούχους ιατρούς των αγροτικών ιατρείων, υγειονομικών σταθμών και κινητών υγειονομικών μονάδων, τους εξελθόντας της υπηρεσίας μέχρι της ενάρξεως της ισχύς του ν. 828/1978 “περί μονιμοποιήσεως προσωπικού αγροτικών ιατρείων κλπ.”,
γ) εις τους εκ του Δημοσίου συνταξιοδοτουμένους σιδηροδρομικούς,
δ) εις τους πολεμικούς συνταξιούχους, συμπεριλαμβανομένων και των συνταξιούχων ή βοηθηματούχων του αμάχου πληθυσμού,
ε) εις τους συνταξιοδοτουμένους κατά τας περί παθόντων εξ αιτίας της 1854/1951 και 1 του ν. δ/τος 3618/1956 περί συνταξιοδοτήσεως των εν υπηρεσία παθόντων και των οικογενειών αυτών”,
στ) εις τους συνταξιοδοτουμένους κατά τας διατάξεις του α.ν. της 19 Νοεμβρίου 1935 “περί απονομής συντάξεως εις αγωνιστάς των εθνικών αγώνων κλπ.”.
ζ) εις τους τυχόντας συντάξεως κατά τας διατάξεις των αρθρων 36 του β.δ. τις 31 Οκτωβρίου 1935 “περί απονομής κλπ. και 29 του α.ν. 1854/ 1951”.
η) Εις τα όργανα της Αγροφυλακής, τα συνταξιοδοτούμενα εκ του Δημοσίου κατά τας διατάξεις του Ν.Δ. 4523/1966 “περί συνταξιοδοτήσεως των οργάνων της Αγροφυλακής”.

2. Εις περίπτωσιν θανάτου ενός των συζύγων ή διαζεύξεως τούτων :
α) το επίδομα συζύγου διακόπτεται, αφ` ης επέλθη το γεγονός,
β) το επίδομα τέκνων παρέχεται εις το δικαιούχου της συντάξεως πρόσωπον, το βαρυνόμενον με τήν συντήρησιν των τέκνων, εφ` όσον εισπράττει τήν σύνταξίν του.

3. Οσάκις ζητείται ή χορήγησις επιδόματος δι` ανίκανον προς εργασίαν τέκνον, ή ανικανότης διαπιστούται δια γνωματεύσεως του υπό της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας προβλεπομένου αρμοδίου υγειονομικού οργάνου. Εαν η ανικανότης αύτη έχη διαπιστωθή κατά την διάρκειαν της ενεργού υπηρεσίας του υπαλλήλου, χορηγηθέντος εις αυτόν του εν λόγω επιδόματος, δεν απαιτείται νέα γνωμάτευσις.

4. Το επίδομα οικογενειακών βαρών χορηγείται κατά τα εκάστοτε δι` αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών οριζόμενα και καταβάλλεται τη εντολή της Υπηρεσίας Συντάξεων.
Δια τούς ήδη λαμβάνοντας επίδομα τέκνων, βάσει του άρθρου 3 του ν. 787/Ι978 “περί αυξήσεως των συντάξεων του Δημοσίου των μη καθοριζομένων επί τη βαση μισθούς ενεργείας και ρυθμίσεως συνταξιοδοτικών θεμάτων, κατόπιν του νέου μισθολογίου” και μη δικαιουμένους επιδόματος συζύγου δεν απαιτείται η υποβολή αιτήσεως.

5. Κατά της αρνήσεως της υπηρεσίας προς χορήγησιν του εν λόγω επιδόματος ασκούνται τα κατά του άρθρου 5 του ν. 4448/1964 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως της κειμένης συνταξιοδοτικής νομοθεσίας” προβλεπόμενα ένδικα μέσα.

6. Πάσα μεταβολή των προϋποθέσεων καταβολής του επιδόματος δέον να ανακοινούται εις την Υπηρεσίαν Συντάξεων εντός έξ μηνών από της μεταβολής. Ο αχρεωστήτως εισπράττων το επίδομα συνταξιούχος υποχρεούται εις απόδοσιν αυτού. Παραλλήλως, υπόκειται εις πρόστιμον μέχρι του ποσού της συντάξεως τριών μηνών, εφ` όσον η ανακοίνωσις παρελείφθη ή εγένετο μετά την πάροδον εξαμήνου από της μεταβολής. Δια την είσπραξιν τούτων έχουν εφαρμογήν αι διατάξεις του Κώδικος Εισπράξεων Δημοσίων Εσόδων.

Άρθρο 5
Γενικαί διατάξεις.

1. Τα εκ της εφαρμογής του άρθρου 1 του παρόντος νόμου προκύπτοντα ποσά στογγυλοποιούνται εις την επομένην δεκάδα.

2. Δι` αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών καθορίζεται ο τρόπος αναγνωρίσεως και πληρωμής του κατά τα άρθρα 1 και 2 του παρόντος νέου ποσού συντάξεως ή βοηθήματος.

3. Εν τη εφαρμογή του παρόντος νόμου δεν έχουν εφαρμογήν αι διατάξεις του άρθρου 60 του α.ν. 1854/1951, επιφυλασσομένης της διατάξεως της παρ. 2 του άρθρου 3 του παρόντος.

Άρθρο 6
Επέκτασις του νόμου και εις μη καταβαλλομένας εκ του Δημοσίου συντάξεις.

1. Αι διατάξεις του παρόντος νόμου εφαρμόζονται προκειμένου και περί συντάξεων μη καταβαλλομένων εκ του Δημοσίου Ταμείου, αλλά διεπομένων υπό των αυτών διατάξεων, είτε κατά παραπομπήν προς τα ισχύοντα επί των συντάξεων του Δημοσίου, είτε δι` ιδίων νομοθετημάτων επαναλαμβανόντων τας σχετικας διατάξεις.

2. Η εφαρμογή της προηγουμένης παραγράφον, προκειμένου περί συντάξεων των υπαλλήλων των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως, συμπεριλαμβανομένων και των αδιαβαθμίστων, θα γίνη από της ημερομηνίας της οριζομένης δια της αποφάσεως των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών, περί επεκτάσεως των διατάξεων του κεφαλαίου “περί αυξήσεως των αποδοχών των δημοσίων υπαλλήλων πολιτικών και στρατιωτικών” του ν. 1041/1980 και επί του προσωπικού των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως και θα ενεργηθή υπό του βαρυνομένου δια την καταβολήν της συντάξεως φορέως. Η αναπροσαρμογή της συντάξεως βάσει του άρθρου 3 του παρόντος νόμου θα γίνη υπό του αυτού φορέως, βάσει φύλλου μεταβολής υποκειμένου εις τα υπό του άρθρου 2 του α.ν. 599/1968 “περί της διαδικασίας κανονισμού των συντάξεων του Δημοσίου” προβλεπόμενα ένδικα μέσα.

3. Το κατά το άρθρον 4 επίδομα οικογενειακών βαρών παρέχεται και εις τους υπαχθέντας εις τας διατάξεις του ν. 1154/1981 “περί κανονισμού της συντάξεως των προ του ν. 292/1976 εξελθόντων της υπηρεσίας αδιαβαθμίστων κοινοτικών γραμματέων” αδιαβαθμίστους κοινοτικούς γραμματείς.

Άρθρο 7
Παράβολα

1. Η παρ. 5 του άρθρου 6 του α.ν. 599/1968 “περί της διαδικασίας κανονισμού των συντάξεων του Δημοσίου” (άρθρα 24 και 52 του π.δ. 104Ι/1979 “περί κωδικοποιήσεως εις ενιαίον κείμενον, υπό τον τίτλον “Κώδιξ Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων” των ισχυουσών διατάξεων περί απονομής των πολιτικών και στρατιωτικών συντάξεων” ), αντικαθίσταται από της δημοσιεύσεως του παρόντος νόμου ως εξής :
“5. Είναι απαράδεκτος ή άσκησις εφέσεως, εάν δεν συνοδεύεται υπό αποδεικτικού καταθέσεως υπέρ του Δημοσίου Ταμείου ποσού, οριζομένου εκάστοτε δι` αποφάσεως του Υπουργού Οικονομικών, δημοσιευομένης εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αι διατάξεις του προηγουμένου εδαφίου δεν έχουν εφαρμογήν προκειμένου περί πολεμικής συντάξεως ή βοηθήματος”.

2. Η περίπτ. στ` της παρ. 1 των άρθρων 22 και 50 του π.δ. 1041/1979 καταργείται.

Άρθρο 8
Κύρωσις αποφάσεων.
Κυρούνται και έχουν ισχύν νόμου, αφ` ης εξεδόθησαν:
α) η υπ` αριθ. Γ. 97/7/4.1.1980 απόφασις του Υπουργού Οικονομικών “περί αμέσου εκκαθαρίσεως και πληρωμής των νέων ποσών συντάξεων, επιδομάτων και βοηθημάτων από 1.1.80”, δημοσιευθείσα εις το υπ` αριθ. 26/12.1.80 ΦΕΚ (Τεύχος Β`), β) η υπ` αριθ. 7514/28.1.80 απόφασις των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομικών και Κοιν. Υπηρεσιών “περί εκκαθαρίσεως και πληρωμής από 1.1.1980 αυξημένων συντάξεων στους συνταξιούχευς των ΟΤΑ”, δημοσιευθείσα εις το υπ` αριθ. 251/13.3.80 ΦΕΚ (τ. Β`), γ) η υπ` αριθ. Γ.9556/1391 Μ13/3-9 της 10.11.1980 απόφασις του Υπουργού Οικονομικών “περί αυξήσεως του κατωτάτου ορίου συντάξεως εις δραχμάς 2.500 μηνιαίως και χορηγήσεως της πέραν του 11 % αυξήσεως έτους 1980 στις πολεμικές συντάξεις” (ΦΕΚ 1170/18.11.1980 τ. Β`) και δ) η υπ` αριθ. Γ. 1356/283/20.1.1981 απόφασις των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομικών και Κοιν. Υπηρεσιών “περί του τρόπου αναπροσαρμογής των συντάξεων τέως υπαλλήλων Κλάδων ΜΕ και ΣΕ κλπ.” (ΦΕΚ 132/10.3.1981 τ. Β`).

Άρθρο 9
Η ισχύς του παρόντος νόμου άρχεται από 1ης Ιανουαρίου 1980, εκτός αν άλλως ορίζεται εις αυτόν.

Ο παρών νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ΄Ημών σήμερον κυρωθείς , δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.

Εν Αθήναις τη 10 Σεπτεμβρίου 1981

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ