Νόμος 1202 ΦΕΚ Α΄247/10.9.1981
Περί τρόπου υπολογισμού των δημοσιουπαλληλικών και των προς αυτάς εξομοιουμένων συντάξεων, αυξήσεως των συντάξεων των μη καθοριζομένων βάσει μισθού ενεργείας και ρυθμίσεως ετέρων συνταξιοδοτικών θεμάτων.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής απεφασίσαμεν

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α΄
ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ

Άρθρον 1
Υπολογισμός της συντάξεως των πολιτικών δημοσίων υπαλλήλων.
Το άρθρον 15 του α.ν. 1854/1951 “περί απονομής των πολιτικών και στρατιωτικών συντάξεων”, ως ήδη ισχύει (παρ. 1-5 αρθρ. 15 π.δ. 1041/ 1979), αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“Άρθρον 15.
1. Η μηνιαία σύνταξις συνίσταται:
α) Προκειμένου περί των εξελθόντων της υπηρεσίας μέχρι της 31.12.1980, συμπεριλαμβανομένης, και επί πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας μέχρις 25 ετών, εις τόσα πεντηκοστά του κατά το άρθρον 9 μηνιαίου συνταξίμου μισθού όσα είναι τα έτη αυτής. Μετά την συμπλήρωσιν εικοσιπενταετούς πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας, η σύνταξις αύτη προσαυξάνεται κατά δύο μεν πεντηκοστά του ως ανωτέρω μηνιαίου συνταξίμου μισθού δι` έκαστον έτος πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας από του εικοστού έκτου μέχρι του τριακοστού, συμπεριλαμβανομένου και κατά τρία πεντηκοστά του αυτού ως ανωτέρω μισθού δι` έκαστον έτος πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας από του τριακοστού πρώτου μέχρι του τριακοστού πέμπτου, συμπεριλαμβανομένου.
β) Προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας εντός του 1981 και επί πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας μέχρις 25 ετών, εις τόσα τεσσαρακοστά πέμπτα του κατά το άρθρον 9 μηνιαίου συνταξίμου μισθού, όσα είνα τα έτη αυτής.
Μετά την συμπλήρωσιν εικοσιπενταετούς πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας, η σύνταξις αύτη προσαυξάνεται κατά 1,6 τεσσαρακοστά πέμπτα του ως ανωτέρω μηνιαίου συνταξίμου μισθού δι` έκαστον έτος πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας από του εικοστού έκτου μέχρι του τριακοστού συμπεριλαμβανομένου και κατά 2,4 τεσσαρακοστά πέμπτα του αυτού ως ανωτέρω μισθού δι` έκαστον έτος πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας από του τριακοστού πρώτου μέχρι του τριακοστού πέμπτου, συμπεριλαμβανομένου.
γ) Προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας εντός του 1982 και επί πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας μέχρις 25 ετών, εις τόσα τεσσαρακοστά του κατά το άρθρον 9 μηνιαίου συνταξίμου μισθού, όσα είναι τα έτη αυτής. Μετά την συμπλήρωσιν εικοσιπενταετούς πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας, η σύνταξις αύτη προσαυξάνεται κατά 1,2 τεσσαρακοστά του ως ανωτέρω μηνιαίου συνταξίμου μισθού δι` έκαστον έτος πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας από του εικοστού έκτου μέχρι του τριακοστού συμπεριλαμβανομένου και κατά 1,8 τεσσαρακοστά του αυτού ως ανωτέρω μισθού από του τριακοστού πρώτου μέχρι του τριακοστού πέμπτου, συμπεριλαμβανομένου.
δ) Προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας από 1.1.1983 και εφ` εξής, εις τόσα τριακοστά πέμπτα του κατά το άρθρον 9, μηνιαίου συνταξίμυν μισθού, όσα είναι τα έτη της πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας.
2. Η κατά την προηγουμένην παράγραφον κανονιζομένη σύνταξις προσαυξάνεται ως ακολούθως, δι` έκαστον έτος πλασματικής συνταξίμου υπηρεσίας: α) κατά 1/50 του ποσού αυτής, προκειμένου περί των εξελθόντων της υπηρεσίας μέχρι της 31.12.1980, συμπεριλαμβανομένης,
β) κατά 0,8/45 τον ποσού αυτής, προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας εντός του 1981,
γ) κατά 0,6/40 του ποσού αυτής, προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας εντός του 1982 και
δ) κατά 0,3/35 του ποσού αυτης, προκειμένου περίτων εξερχομένων της υπηρεσίας από 1.1.1983 και εφ` εξής.
3. Η κατά τας κειμένας διατάξεις παρεχομένη σύνταξις εις το τεχνικόν προσωπικόν του Εθνικού Τυπογραφείου και του παρά τούτω Τμήματος Στατιστικής του Υπουργείου Συντονισμού, το προσωπικόν φυλάξεως φυλακών, τους άνδρας της Τελωνοφυλακής, τους μη διαβαθμισμένους προς ωρισμένονς βαθμούς της διοικητικής Ιεραρχίας πολιτικούς νοσοκόμους, ους παιδονόμους αναμορφωτικών καταστημάτων, το προσωπικόν των νοσηλευτικών ιδρυμάτων και της Ελληνικής Επιτροπής Ατομικής Ενεργείας, το ασχολούμενον εν τη ασκήσει των καθηκόντων της επαγγελματικής του ειδικότητος με ραδιενεργούς πηγάς ή ιοντιζούσας ακτινοβολίας, το τεχνικόν πολιτικόν προσωπικόν των στρατιωτικών τυπογραφείων των Ενόπλων Δυνάμεων και της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού, το ασχολούμενον με τυπεγραφικάς εν γένει εργασίας και το προσωπικόν του κλάδου ραδιοτηλεγραφητών της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών προσαυξάνεται, εφ` όσον ούτοι έχουν συμπληρώσει 20 ετών πραγματικήν υπηρεσίαν εις τινα των υπηρεσιών αυτών, ως ακολούθως:
α) κατά 10/50 του μηνιαίου συνταξίμου μισθού των, προκειμένον περί των εξελθόντων της υπηρεσίας μέχρι 31.12.1980, συμπεριλαμβανομένης,
β) κατά 8/45 του μηνίαιου συνταξίμου μισθού των, προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας εντός του 1981,
γ) κατά 6/40 του μηνιαίου συνταξίμου μισθού των, προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας εντός του 1982 καί
δ) κατά 3/35 του μηνίαιου συνταξίμου μισθού των, πρεκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας από 1.1.1983 και εφ` εξής.
4. Η σύνταξις των τακτικών ή εκτάκτων ή επικουρικών καθηγητών των Πανεπιστημίων και των άλλων ισοτίμων Ανωτάτων Σχολών των απομακρυσθέντων της υπηρεσίας από της 1ης Σεπτεμβρίου 1968 μέχρι της ενάρξεως της ισχύος του ν.δ. 64/1973 “περί αντικαταστάσεως και συμπληρώσεως διατάξεών τινων του α.ν. 1854/1951”, ως και των απομακρυνθέντων από της ημερομηνίας ταύτης μέχρι και της 31.12.1980, λόγω ορίου ηλικίας ή λόγω λήξεως της θητείας των, προσαυξάνεται κατά 5/50 του μηνιαίου συνταξίμου μισθού των.
Η σύνταξις των ανωτέρω, απομακρυνομένων οπωσδήποτε της υπηρεσίας λόγω ορίου ηλικίας ή λόγω λήξεως της θητείας των από 1.1.1981, προσαυξάνεται ως ακολούθως:
α) κατά 4/45 του μηνιαίου συνταξίμου μισθού των, προκειμένου περί των απομακρυνομένων της υπηρεσίας εντός του 1981,
β) κατά 3/40 του μηνιαίου συνταξίμου μισθού των, προκειμένου περί των απομακρυνομένων της υπηρεσίας εντός του 1982 και
γ) κατά 1,5/35 του μηνιαίου συνταξίμου μισθού των, προκειμένου περί των απομακρυνομένων της υπηρεσίας από 1.1.1983 και εφ` εξής.
5. Η κατά τας κειμένας διατάξεις παρεχομένη σύνταξις εις τους πολιτικούς υπαλλήλους, τους ανήκοντας οργανικώς εις δημοσίας πολιτικάς υπηρεσίας, πραγματοποιούσας τακτικώς, εν τη ασκήσει των αρμοδιοτήτων των, αεροπορικάς πτήσεις, συμπληρώσαντας δε εις τας υπηρεσίας ταύτας δεκαπενταετή τουλάχιστον πραγματικήν συντάξιμον υπηρεσίαν και εφ` όσον κατά την διάρκειαν της τοιαύτης υπηρεσίας των επραγματοποίησαν τετρακοσίας πεντήκοντα τουλάχιστον ώρας πτήσεως επί αεροσκαφών προς εκτέλεσιν των καθηκόντων της επαγγελματικής των ειδικότητος, προσαυξάνεται ως ακολούθως:
α) κατά 5/50 του μηνιαίου συνταξίμου μισθού των, προκειμένου περί των εξελθόντων της υπηρεσίας μέχρι 31.12.1980, συμπεριλαμβανομένης,
β) κατά 4/45 του μηνιαίου συνταξίμου μισθού των, προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας εντός του 1981.
γ) κατά 3/40 του μηνιαίου συνταξίμου μισθού των, προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας εντός του 1982 και
δ) κατά 1,5/35 του μηνιαίου συνταξίμου μισθού των, προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας από 1.1.1983 και εφ` εξής.
Εφ όσον οι ανωτέρω επραγματοποίησαν υπό τας αυτάς προϋποθέσεις πτήσεις πέραν των τετρακοσίων πεντήκοντα ωρών, η παρεχομένη εις αυτούς σύνταξις προσαυξάνεται εισέτι ως ακολούθως, ανά εξήκοντα ώρας πτήσεως:
α) κατά 1/50 του μηνιαίου συνταξίμου μισθού των, προκειμένου περί των εξελθόντων της υπηρεσίας μέχρι 31.12.1980 συμπεριλαμβανομένης και μέχρι συμπληρώσεως, συνολικώς, 10/50,
β) κατά 0,8/45 του μηνιαίου συνταξίμου μισθού των, προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας εντός του 1981 και μέχρι συμπληρώσεως, συνολικώς, 8/45,
γ) κατά 0,6/40 του μηνιαίου σννταξίμου μισθού των, προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας εντός του 1982 και μέχρι συμπληρώσεως, συνολικώς, 6/40 και
δ) κατά 0,3/35 του μηνιαίου συνταξίμου μισθού των, προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας από 1.1.1983 και εφ` εξής και μέχρι συμπληρώσεως, συνολικώς, 3/35.
Διά τους δικαιουμένους της κατά το πρώτον εδάφιον της παρούσης παραγράφου προσαυξήσεως και μόνον προς βελτίωσιν ταύτης, λαμβάνονται υπ` όψιν, υπολογιζόμεναι κατά τα εν δεύτερω εδαφίω της αυτής παραγράφου ορζόμενα, και αι ώραι πτήσεως, ας ούτοι επραγματοποίησαν ως ιπτάμενοι των ενόπλων δυνάμεων.
Αι κατά την παρούσαν παράγραφου υπηρεσίαι, ως και τα του τρόπου βεβαιώσεως των πραγματοποιουμένων ωρών πτήσεως ορίζονται διά κοινών αποφάσεων των Υπουργών Οικονομικών και Συγκοινωνιών και του κατά περίπτωσιν αρμοδίου Υπουργού, δημοσιευομένων διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.

Άρθρον 2
Υπολογισμός της συντάξεως των στρατιωτικών.
Το άρθρον 42 τον α.ν. 1854/1951, ως ήδη ισχύει (παρ. 1-4 αρθρ. 42 π.δ. 1041/1979) αντικαθίσταται ως ακολούθως.
“Άρθρον 42.
1. Η μηνιαία σύνταξις συνίσταται
α) Προκειμένου περί των εξελθόντων της υπηρεσίας μέχρι 31.12.1980, συμπεριλαμβανομένης, και επί πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας μέχρις 25 ετών, εις τόσα πεντηκοστά του κατά το άρθρον 34 μηνιαίου συνταξίμου μισθού όσα είναι τα έτη αυτής. Μετά την συμπλήρωσιν εικοσιπενταετούς πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας, η σύνταξις αύτη προσαυξάνεται κατά δύο μεν πεντηκοστά του ως ανωτέρω μηνιαίου συνταξίμου μισθού δι` έκαστον έτος πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας από του εικοστού έκτου μέχρι τον τριακοστού συμπεριλαμβανομένου και κατά τρία πεντηκοστά του αυτού ως ανωτέρω μισθού δι` έκαστον έτος πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας οπό του τριακοστού πρώτου μέχρι του τριακοστού πέμπτου συμπεριλαμβανομένου.
β) Προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας εντός του 1981 και επί πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας μέχρις 25 ετών, εις τόσα τεσσαρακοστά πέμπτα του κατά το άρθρον 34 μηνιαίου συνταξίμου μισθού, όσα είναι τα έτη αυτής. Μετά την συμπλήρωσιν εικοσιπενταετούς πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας, η σύνταξις αύτη προσαυξάνεται κατά 1,6 τεσσαρακοστά πέμπτα του ως ανωτέρω μηνιαίου συνταξίμου μισθού δι` έκαστον έτος πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας από του εικοστού έκτου μέχρι του τριακοστού συμπεριλαμβανομένου και κατά 2,4 τεσσαρακοστά πέμπτα του αυτού ως ανωτέρω μισθού δι` έκαστον έτος πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας από του τριακοστού πρώτου μέχρι του τριακοστού πέμπτου συμπεριλαμβανομένου.
γ) Προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας εντός του 1982 και επί πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας μέχρις 25 ετών, εις τόσα τεσσαρακοστά του κατά το άρθρον 34 μηνιαίου συνταξίμου μισθού, όσα είναι τα έτη αυτής. Μετά την συμπλήρωσιν εικοσιπενταετούς πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας, η σύνταξις αύτη προσαυξάνεται κατά 1,2 τεσσαρακοστά του ως ανωτέρω μηνιαίου συνταξίμου μισθού, δι` έκαστον έτος πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας, από του εικοστού έκτου μέχρι του τριακοστού συμπεριλαμβανομένου και κατά 1,8 τεσσαρακοστά του αυτού ως ανωτέρω μισθού δι` έκαστον έτος πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας από του τριακοστού πρώτου μέχρι του τριακοστού πέμπτου, συμπεριλαμβανομένου.
δ) Προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας από 1.1.1983 και εφ` εξής εις τόσα τριακοστά πέμπτα του κατά το άρθρον 34 μηνιαίου συνταξίμου μισθού, όσα είνα τα έτη της πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας.
2. Η κατά την προηγουμένην παράγραφον κανονιζομένη σύνταξις προσαυξάνεται ως ακολούθως, δι` έκαστον έτος πλασματικής συνταξίμου υπηρεσίας:
α) κατά 1/50 του ποσού αυτής, προκειμένου περί των εξελθόντων της υπηρεσίας μέχρι 31.12.1980, συμπεριλαμβανομένης.
β) κατά 0,8/45 του ποσού αυτής, προκειμένου περί των, εξερχομένων της υπηρεσίας εντός του 1981.
γ) κατά 0,6/40 του ποσού αυτής, προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας εντός του 1982 και
δ) κατά 0,3/35 τον ποσού αυτής, προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας από 1.1.1983 και εφ` εξής.
3. Διά τους συμπληρώσαντας 20ετή συντάξιμον υπηρεσίαν μονίμους ανθυπασπιστάς και οπλίτας των Ενόπλων Δυνάμεων, της Χωροφυλακής και του Λιμενικού Σώματος και τους αντιστοιχούντας ή εξομοιουμένους προς τούτους του Σώματος Αστυνομίας Πόλεων ως και τους μη εξομοιουμένους προς ωρισμένους βαθμοφόρους του στρατεύματος στρατιωτικούς νοσοκόμους, η κατά τ` ανωτέρω σύνταξις προσαυξάνεται ως ακολούθως:
α) κατά 10/50 του μηνιαίου συνταξίμου μισθού, προκειμένου περί των εξελθόντων της υπηρεσίας μέχρι 31.12.1980, συμπερίλαμβανομένης,
β) κατά 8/45 του μηνιαίου συνταξίμου μισθού των, προκειμένου περί των εξελθόντων της υπηρεσίας εντός του 1981,
γ) κατά 6/40 του μηνιαίου συνταξίμου μισθού των, προκειμένου περί των εξελθόντων της υπηρεσίας εντός του 1982 και
δ) κατά 3/35 του μηνιαίου συνταξίμου μισθού των, προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας από 1.1.1983 και εφ` εξής.
Η κατά το προηγούμενον εδάφιον προσαύξησις παρέχεται, υπό τας εν αυτώ προϋποθέσεις, και εις τους υπαλλήλους του Πυροσβεστικού Σώματος από του βαθμού του πυρονόμου και κάτω
4. Η εν τη προηγουμένη παραγράφω αναφερομένη προσαύξησις ισχύει και διά τας εγγάμους αξιωματικούς αδελφάς νοσοκόμους”.

Άρθρον 3
Προσαύξησις συντάξεως Νομαρχών

1. Εις το άρθρον 3 τον ν 99/1975 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως της νομοθεσίας “περί συνταξιοδοτήσεως Γενικών Επιθεωρητών Διοικήσεως και Νομαρχών” προστίθεται δεύτερον εδάφιον (τρίτον εδάφιον εις την παρ 6 του άρθρου 15 του π.δ. 1041/1979), έχον ως ακολούθως:
Η προσαύξησις της συντάξεως των εκ των ανωτέρω αποχωρούντων της υπηρεσίας μετά την 31.12.1980 ορίζεται ως ακολούθως:
α) εις 0,9/45 του μηνιαίου συνταξίμου μισθού των δι` έκαστον των πρώτων 10 ετών και εις 0,6/45 δι` έκαστον των επομένων 5, προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας εντός του 1981
β) εις 0,8/40 του μηνιαίου συνταξίμου μισθού των δι` έκαστον των πρώτων 10 ετών και εις 0,2/40 δι` έκαστον των επομένων 5, προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας εντός του 1982 και
γ) εις 0,6/35 δι` έκαστον των πρώτων 10 ετών και εις 0,2/35 δι` έκαστον των επομένων 5, προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας από 1.1.1983 και εφ` εξής”.

2. Η διάταξις του πρώτου εδαφίου του άρθρου 55 τον α.ν. 1854/1951 (πρώτον εδάφιον παρ. 1 άρθρον 55 π.δ. 1041/1979) εφαρμόζεται και εν προκειμένω.

Άρθρον 4
Υπολογισμός της συντάξεως των σιδηροδρομικών υπαλλήλων
Το άρθρον 8 του ν.δ. 3395/1955 “περί σννταξιοδοτήσεως του προσωπικού των εν Ελλάδι Ατμηλάτων Σιδηροδρόμων”, ως ετροποποιήθη υπό του άρθρου 1 του ν. 147/1975 “περί τροποποιήσεως της παρ 2 του άρθρου 8 τον ν.δ. 3395/1955 κλπ” (άρθρον 8 π.δ. 850/1980 παρ. 1 και 2 εδάφιον πρώτον), αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“Άρθρον 8
1. Η μηνιαία σύνταξις συνίσταται:
α) Προκειμένου περί των εξελθόντων της υπηρεσίας μέχρι 31.12.1980 συμπεριλαμβανομένης, και επί πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας μέχρις 25 ετών, εις τόσα πεντηκοστά του κατά το άρθρον 4 μηνιαίου συνταξίμου μισθού, όσα είναι τα έτη αυτής. Μετά την συμπλήρωσιν εικοσαετούς πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας η σύνταξις αύτη προσαυξάνεται κατά δύο μεν πεντηκοστά του ως ανωτέρω μηνιαίου συνταξίμου μισθού δι` έκαστον έτος πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας από του εικοστού έκτου μέχρι του τριακοστού συμπεριλαμβανομένου και κατά τρία πεντηκοστά του αυτού ως ανωτέρω μισθού δι` έκαστον έτος πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας από του τριακοστού πρώτου μέχρι του τριακοστού πέμπτου συμπεριλαμβανομένου.
β) Προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας εντός του 1981 και επί πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας μέχρις 25 ετών, εις τόσα τεσσαρακοστά πέμπτα του κατά το άρθρον 4 μηνιαίου συνταξίμου μισθού, όσα είναι τα έτη αυτής. Μετά την συμπλήρωσιν εικοσιπενταετούς πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας, η σύνταξις αύτη προσαυξάνεται κατά 1,6 τεσσαρακοστά πέμπτα του ως ανωτέρω μηνιαίου συνταξίμου μισθού δι` έκαστον έτος πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας από του εικοστού έκτου μέχρι του τριακοστού συμπεριλαμβανομένου και κατά 2,4 τεσσαρακοστά πέμπτα του αυτού ως ανωτέρω μισθού δι` έκαστον έτος πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας από του τριακοστού πρώτου μέχρι του τριακοστού πέμπτου συμπεριλαμβανομένου.
γ) Προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας εντός του 1982 και επί πραγματικής σννταξίμου υπηρεσίας μέχρις 25 ετών εις τόσα τεσσαρακοστά του κατά το άρθρον 4 μηνιαίου συνταξίμου μίσθου, όσα είναι τα έτη αυτής. Μετά την συμπλήρωσιν εικοσιπενταετούς πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας, η σύνταξις αύτη προσαυξάνεται κατά 1,2 τεσσαρακοστά του ως ανωτέρω μηναίου συνταξίμου μισθού δι` έκαστον έτος πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας από του εικοστού έκτου μέχρι του τριακοστού συμπεριλαμβανομένου και κατά 1,8 τεσσαρακοστά του αυτού ως ανωτέρω μισθού από του τριακοστού πρώτου μέχρι του τριακοστού πέμπτου συμπεριλαμβανομένου.
δ) Προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας από 1.1.1983 και εφ` εξής εις τόσα τριακοστά πέμπτα του κατά το άρθρον 4 μηνιαίου συνταξίμου μισθού όσα είναι τα έτη της πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας.
2. Η κατά την προηγουμένην παράγραφον κανονιζομένη σύνταξις εις το προσωπικόν των εξωτερικών υπηρεσιών προσαυξάνεται, εφ` όσον το προσωπικόν τούτο έχει συμπληρώσει 20 ετών πραγματικήν υπηρεσίαν εις τας υπηρεσίας ταύτας, ως ακολούθως:
α) κατά 15/50 του μηνιαίου συνταξίμου μισθού των, προκειμένου περί των εξελθόντων της υπηρεσίας μέχρι 31.12.1980 συμπερίλαμβανομένης, εξαιρέσει των εκ του προσωπικού εκμεταλλεύσεως, έλξεως και υλικού συντηρήσεως γραμμής και αυτοκινήτων εξελθόντων της υπηρεσίας μέχρι της ενάρξεως της ισχύος του ν. 147/1975 “περί τροποποιήσεως της παρ. 2 του άρθρου 8 του ν.δ. 3395/1955 κλπ.”, ών η σύνταξις προσαυξάνεται κατά 6/50,
β) κατά 12/45 του μηνιαίου συνταξίμου μισθού των, προκειμένου περί των εξελθόντων της υπηρεσίας εντός του 1981,
γ) κατά 8,5/40 του μηνιαίου συνταξίμου μισθού των, προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας εντός του 1982, και
δ) κατά 5/35 του μηνιαίου συνταξίμου μισθού των, προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας από 1.1.1983 και εφ` εξής”.

Άρθρον 5
Υπολογισμός συντάξεως παθόντων σιδηροδρομικών υπαλλήλων. Η παρ. 1 του άρθρου 9 τον ν.δ. 3395/1955 (παρ. 1 άρθρου 9 π.δ. 850/ 1980) αντικαθίσταται, ως ακολούθως:
“1. Επί απολύσεως λόγω σωματικής ή διανοητικής ανικανότητος, η σύνταξις συνίσταται:
α) Προκειμένου περί των εξελθόντων της υπηρεσίας μέχρι 31.12.1980 και επί πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας 10-20 ετών εις τα 15/50 του μηνιαίου συνταξίμου μισθού, προσαυξανομένη κατά 1/50 δι` έκαστον έτος από του 11ου μέχρι του 20ου, συμπεριλαμβανομένου, επί πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας 21 – 25 ετών εις τα 25/50 του μηνιαίου συνταξίμου μισθού και επί πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας 26 ετών και άνω εις τα υπό της περιπτ. α της παρ. 1 του προηγουμένου άρθρου οριζόμενα πεντηκοστά του μηνιαίου συνταξίμου μισθού.
β) προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας εντός του 1981 και επί πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας 10 – 18 ετών εις τα 14,5/45 του μηναίου συνταξίμου μισθού προσαυξανομένη κατά 1/45 δι` έκαστον έτος από του 11ου μέχρι του 18ου, συμπεριλαμβανομένου, επί πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας 19-22 ετών εις τα 22,5/45 του μηνιαίου συνταξίμου μισθού και επί πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας 23 ετών και άνω εις τα υπό της περιπτ. β` της παρ. 1 του προηγουμένου άρθρου οριζόμενα τεσσαρακοστά πέμπτα του μηνιαίου συνταξίμου μισθού.
γ) Προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας εντός του 1982 και επί πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας 10 – 16 ετών εις τα 14/40 του μηνιαίου συνταξίμου μισθού, προσαυξανομένη κατά 1/40 δι` έκαστον έτος υπηρεσίας από του 11ου μέχρι του 16ου, συμπεριλαμβανομένου, επί πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας 17 – 20 ετών εις τα 20/40 του μηνιαίου συνταξίμου μισθού και επί πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας 21 ετών και άνω εις τα υπό της περιπτ. γ της παρ. 1 του προηγουμένου άρθρου οριζόμενα τεσσαρακοστά του μηνιαίου συνταξίμου μισθού.
δ) Προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας από 1.1.1983 και εφ` εξής και επί πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας 10 – 14 ετών εις τα 13,5/35 του μηνιαίου συνταξίμου μισθού, προσαυξανομένη κατά 1/35 δι` έκαστον έτος υπηρεσίας από του 11ου μέχρι του 14ου, συμπεριλαμβανομένου, επί πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας 15 – 17 ετών εις τα 17,5/35 του μηνιαίου συνταξίμου μισθού και επί πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας 18 ετών και άνω εις τόσα τριακοστά πέμπτα του μηνιαίου συνταξίμου μισθού, όσα είναι τα έτη αυτής”.

Άρθρον 6
Υπολογισμός της συντάξεως των υπαλλήλων των Ο.Τ.Α. Το άρθρον 9 του ν.δ. 1827/1942 “περί συντάξεως των Δημοτικών και Κοινοτικών υπαλλήλων”, ως ήδη ισχύει, αντικαθίσταται, ως ακολούθως:
“Άρθρον 9.
1. Η μηνιαία σύνταξις συνίσταται:
α) Προκειμένου περί των μέχρι της 31.12.1980, συμπεριλαμβανομένης, εξελθόντων της υπηρεσίας και επί πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας μέχρις 25 ετών εις τόσα πεντηκοστά του κατά το άρθρον 4 μηνιαίου συνταξίμου μισθού, όσα είναι τα έτη αυτής. Μετά την συμπλήρωσιν εικοσιπενταετούς πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας, η σύνταξις αύτη προσαυξάνεται κατά δύο μεν πεντηκοστά του ως ανωτέρω μηνιαίου συνταξίμου μισθού δι` έκαστον έτος πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας από τον εικοστού έτους μέχρι του τριακοστού, συμπεριλαμβανομένον και κατά τρία πεντηκοστά του αυτού ως ανωτέρω μισθού δι έκαστον έτος πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας από του τριακοστού πρώτου μέχρι του τριακοστού πέμπτου, συμπεριλαμβανομένου.
β) Προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας εντός τον 1981 και επί πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας μέχρις 25 ετών, εις τόσα τεσσαρακοστά πέμπτα του κατά το άρθρον 4 μηνιαίου συνταξίμου μισθού, όσα είναι τα έτη αυτής. Μετά την συμπλήρωσιν εικοσιπενταετούς πραγματικής σννταξίμου υπηρεσίας, η σύνταξις αύτη προσαυξάνεται κατά 1,6 τεσσαρακοστά πέμπτα τον ως ανωτέρω μηνιαίου συνταξίμου μισθού δι` έκαστον έτος πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας από του τριακοστού πρώτου μεχρί του τριακοστού πέμπτου, συμπεριλαμβανομένου.
γ) Προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας εντός του 1982 και επί πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας μέχρις 25 ετών, εις τόσα τεσσαρακοστά του κατά το άρθρον 4 μηνιαίου συνταξίμου μισθού, όσα είνα τα έτη αυτής. Μετά την συμπλήρωσιν εικοσιπενταετούς πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίς, η σύνταξις αύτη προσαυξάνεται κατά 1,2 τεσσαρακοστά του ως ανωτέρω μηνιαίου συνταξίμου μισθού δι` έκαστον έτος πραγματικής σννταξίμου υπηρεσίας από του εικοστού έκτου μέχρι τον τριακοστού συμπεριλαμβανομένου και κατά 1,8 τεσσαρακοστά του αυτού ως ανωτέρω μισθού από του τριακοστού πρώτου μέχρι του τριακοστού πέμπτου συμπεριλαμβανομένου.
δ) προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας από 1.1.1983 και εφ` εξής, εις τόσα τριακοστά πέμπτα του κατά το άρθρον 4 μηνιαίου συνταξίμου μισθού, όσα είναι τα έτη της πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας.
2. Η κατά την προηγουμένην παράγραφον κανονιζομένη σύνταξις προσαυξάνεται ως ακολούθως δι` έκαστον έτος πλασματικής συνταξίμου υπηρεσίας:
α) κατά 1/50 του ποσού αυτής, προκειμένου περί των εξελθόντων της υπηρεσίας μέχρι της 31.12.1980, συμπεριλαμβανομένης,
β) κατά 0,8/45 του ποσού αυτής, προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας εντός του 1981.
γ) κατά 0,6/40 του ποσού αυτής, προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας εντός του 1982 και
δ) κατά 0,3/35 του ποσού αυτής, προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας από 1.1.1983 και εφ` εξής.
3. Η κατά τας κειμένας διατάξεις παρεχομένη σύνταξις εις το τακτικόν εργατοτεχνικόν προσωπικόν της υπηρεσίας του νέου δικτίου υπονόμων του Δήμου θεσσαλονίκης, προσαυξάνεται, εφ` όσον το προσωπικόν τούτο έχει συμπληρώσει εις την υπηρεσίαν λειτουργίας του νέου δικτύου υπονόμων του Δήμου Θεσσαλονικης 15 ετών πραγματιχήν υπηρεσίαν, ως ακολούθως:
α) κατά 15/50 του μηνιαίου συνταξίμου μισθού των, προκειμένου περί των αποχωρησάντων της υπηρεσίας από της ενάρξεως της ισχύος του ν. 1974/1952 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των ισχυουσών διατάξεων περί απονομής συντάξεως εις τους υπαλλήλους των Δήμων, Κοινοτήτων κλπ.” μέχρι της 31.12. 1980, συμπεριλαμβανομένης.,
β) κατά 12/45 τον μηνιαίου συνταξίμου μισθού των, προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας εντός του 1981,
γ) κατά 9/40 του μηνιαίου συνταξίμου μισθού των, προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας εντός του 1982 και
δ) κατά 5/35 τον μηνιαίου συνταξίμου μισθού των, προκειμένου περί των εξερχομένων της υπηρεσίας από 1.1.1983 και εφ` εξής.
4. Αι διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου έχουν ανάλογον εφαρμογήν και επί των τακτικών φυλάκων-εργατών ή φυλάκων ή εργατών των νεκροταφείων των Δήμων και Κοινοτήτων των διεπομένων υπό του άρθρου 124 του ν.δ. 1140/1972 “περί τροποποιήσεως, συμπληρώσεως και κωδικοποιήσεως εις ενιαίον κείμενον των περί καταστάσεως Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων διατάξεων”.>

Άρθρον 7
Συμπληρωματική διάταξις.
Η κατ` εφαρμογήν των διατάξεων των άρθρων 1 – 6 του παρόντος νόμου υπολογιζομένη σύνταξις, μετά των προσαυξήσεων αυτής, εις ουδεμίαν περίπτωσιν δύναται να είναι μικροτέρα της συντάξεως, ης έτυχε κατά το αμέσως προηγούμενον έτος ομοιόβαθμος υπάλληλος, έχων τα αυτά έτη συνταξίμου υπηρεσίας και δικαιούμενος των αυτών προσαυξήσεων. Η ούτω καταβαλλομένη, πέραν της πράγματι ανηκούσης συντάξεως, επί πλέον διαφορά διατηρείται ως προσωρινόν επίδομα μέχρι της καθ` οιονδήποτε τρόπον καλύψεώς της.

Άρθρον 8
Αναπροσαρμογή συντάξεων.

1. Η κατ` εφαρμογήν των άρθρων 1 – 6 του παρόντος νόμου αναπροσαρμογή της συντάξεως των εξελθόντων της υπηρεσίας από 1.1.1981 μέχρι της δημοσιεύσεως του παρόντος ενεργείται οίκοθεν υπό της υπηρεσίας.

2. Τα οικονομικά αποτελέσματα εκ της τοιαύτης αναπροσαρμογής άρχονται από 1.1.198Ι, μη εχούσης εν προκειμένω εφαρμογής της παρ. 1 του άρθρου 60 α.ν. 1854/1951. (παρ. 1 άρθρου 60 π.δ. 1041/1979).

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β΄
ΑΥΞΗΣΙΣ ΣΥΝΤΑΞΕΩΣ ΜΗ ΚΑΘΟΡΙΖΟΜΕΝΩΝ ΒΑΣΕΙ ΜΙΣΘΟΥ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ

Άρθρον 9
Αύξησις συντάξεων και επιδομότων.

1. Αι πάσης φύσεως πολεμικαί συντάξεις, αι μη καθοριζόμεναι βάσει μισθού ενεργείας, ως και αι συντάξεις και τα βοηθήματα τα οποία υπολογίζονται επί τη βάσει τούτων, αυξάνονται από μεν της 1ης Ιανουαρίου 1981 κατά ποσοστόν 13,5 %, από δε της 1ης Ιουλίου 1981 κατά έτερον 13,5 % .

2. Αι λοιπαί εκ του Δημοσίου καταβαλλόμεναι πάσης φύσεως συντάξεις και βοηθήματα, αι μη καθοριζόμεναι βάσει μισθού ενεργείας, αυξάνονται, κατά ποσοστόν 12,5 % από 1ης Ιανουαρίου 1981 και κατά έτερον 7,5 % από 1ης Ιουλίου 1981.

3. Κατά τα εις την προηγουμένην παράγραφον οριζόμενα αυξάνονται:
α) τα πάσης φύσεως προσωπικά και αμεταβίβαστα επιδόματα ανικανότητος και αι προσαυξήσεις αυτών, περιλαμβανομένων και των εν άρθρω 54 του α.ν. 1854/1951 “περί απονομής των πολιτικών και στρατιωτικών συντάξεων” επιδομάτων (άρθρον 54 π.δ. 1041/1979),
β) τα εν παρ. 2 του άρθρου 4 του α.ν. 377/1968 “περί ρυθμίσεων των συντάξεων κατόπιν του 274/1968 κλπ.” ποσά συνταξίμου μισθού των οπλιτών, γ) αι συντάξεις των υπαλλήλων της Βουλής, περί ων ή παρ. 1 του άρθρου 3 του α.ν. 377/1968,
δ) αι εκ του Δημοσίου, κατά τας διατάξεις του ν.δ. 1342/1973 “περί συνταξιοδοτήσεως του μεταφερομένου εις τον ΟΣΕ προσωπικού των ΣΕΚ” καταβαλλόμεναι συντάξεις και επιδόματα ανικανότητος και
ε) αι συντάξεις των μέχρι της ενάρξεως της ισχύος τον ν. 828/1979 “περί μονιμοποιήσεως προσωπικού αγροτικών ιατρείων κλπ.” εξελθόντων της υπηρεσίας ιατρών των αγροτικών ιατρείων, υγειονομικών σταθμών και κινητών υγειονομικών μονάδων, αναστελλομένης της εφαρμογής του δευτέρου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 34 τον ν. 955/1979 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως της κειμένης συνταξιοδοτικής νομοθεσίας”, οσάκις συντρέχει περίπτωσις.

4. Τα ως άνω ποσοστά αυξήσεως υπολογίζονται, δι` απάσας τας περιπτώσεις επί των ποσών των διαμορφωθέντων διά των μέχρι της 31ης Δεκεμβρίου 1980 χορηγηθεισών αυξήσεων.

Άρθρον 10
Κατώτατον όριον συντάξεως.
Το διά του ν.δ. 1371/.1973 “περί καθορισμού κατωτάτου μηνιαίου ποσού των υπό του Δημοσίου καταβαλλομένων συντάξεων ή βοηθημάτων” καθορισθέν κατώτατον μηνιαίον ποσόν σύνταξεως ή βοηθήματος, ως τούτο ηυξήθη μεταγενεστέρως, συνυπολογιζομένου και του τυχόν καταβαλλομένου επιδόματος ανικανότητος, ορίζεται από 1ης Ιανουαρίου 1981 εις δραχμάς τρεις χιλιάδας (3.000) και από 1ης Ιουλίου 1981 εις δραχμάς τέσσαρας χιλιάδας (4.000). Το αυτό ισχύει και δια τους εκ του Δημοσίου συνταξιοδοτουμένους σιδηροδρομικούς.

Άρθρον 11
Εκδοσις υπουργικής αποφάσεως.
Δι` αποφάσεως του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται ο τρόπος αναγνωρίσεως και πληρωμής του κατά τα άρθρα 9 – 10 του παρόντος νόμου νέου ποσού συντάξεως ή βοηθήματος.

Άρθρον 12
Επέκτασις διατάξεων.
Αι διατάξεις των άρθρων 9-10 του παρόντος νόμου εφαρμόζονται και προκειμένου περί συντάξεων μη καταβαλλομένων εκ του Δημοσίου, αλλά διεπομένων υπό των αυτών διατάξεων, είτε κατά παραπομπήν προς τα ισχύοντα επί των συντάξεων του Δημοσίου, είτε δι` ιδίων νομοθετημάτων επαναλαμβανόντων τας σχετικάς διατάξεις, συμπεριλαμβανομένων και των συντάξεων των αδιαβαθμίστων υπαλλήλων των Οργαινισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως.

Άρθρον 13
Στρογγυλοποίησις ποσών.
Τα εκ της εφαρμογής του άρθρου 9 του παρόντος νόμου προκύπτοντα ποσά συντάξεως στρογγυλοποιούνται εις την επομένην δεκάδα.

Άρθρον 14
Κύρωσις αποφάσεων.
Κυρούνται και έχουν ισχύν νόμου, αφ` ης εξεδόθησαν:
α) η υπ` αριθ. Γ. 10389/1591/28.11.1980 απόφασις του Υπουργού Οικονομικών “περί πληρωμής από 1.1.1981 των αυξημένων ποσών συντάξεων, βοηθημάτων και επιδομάτων των καταβαλλομένων εις βάρος του Δημοσίου”, δημοσιευθείσα εις το υπ` αριθ. 1255/80 ΦΕΚ (τ. Β`),
β) η υπ` αριθ. 90318/16.12.1980 απόφασις των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομικών και Κοινων. Υπηρεσιών “περί εκκαθαρίσεως και πληρωμής από 1ης Ιανουαριου 1981 αυξημένων σνντάξεων” δημοσιευθείσα εις το υπ` αριθ. 3/1981 ΦΕΚ (τεύχος Β`) και
γ) η υπ` αριθ. Γ-1787/364/11 Μαρτίου 1981 απόφασις του Υπουργού Οικονομικών “περί πληρωμής των αυξημένων ποσών του κατωτάτου ορίου συντάξεως και των πολεμικών συντάξεων” (ΦΕΚ 159/81 τενχος Β`).

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Γ΄
ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΗΣΙΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΩΝ ΤΩΝ ΕΞ ΑΙΤΙΑΣ ΤΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΔΟΛΟΦΟΝΟΥΜΕΝΩΝ Η ΘΝΗΣΚΟΝΤΩΝ

Άρθρον 15
Δικαίωμα συντάξεως συζυγικής οικογενείας δημοσίων υπαλλήλων.

1. Το πρώτον εδάφιον της περιπτ. α της παρ. 1 του άρθρου 5 του α. ν. 1854/1951, ως ήδη ισχύει (άρθρον 5 παρ. 1 περίπτ. α` π.δ. 1041/1979), αντικαθίσταται, ως ακολούθως:
“α) Η χήρα του αποκτήσαντος δικαίωμα εις σύνταξιν ή του μετά την συμπλήρωσιν δεκαετούς τουλάχιστον πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας θανόντος εν υπηρεσία υπαλλήλου εκ των αναφερομένων εις τα άρθρα 1 και 2, ή του υπό τους όρους της περιπτ. στ` της παρ. 1 του άρθρου 1 θανόντος εν υπηρεσία υπαλλήλου εκ των αναφερομένων εις τα άρθρα 1, 2 και 4, ή του εν υπηρεσία παρά τρομοκρατών ή άλλων ατομών δολοφονηθέντος υπαλλήλου εκ των αναφερομένων εις τα άρθρα 1 και 2, λόγω της υπαλληλικής του ιδιότητος ή της ενασκήσεως των καθηκόντων του”.

2. Το πρώτον εδάφιον της περιπτ. α` της παρ. 1 του άρθρου 31 του α.ν. 1854/1951, ως ήδη ισχύει (άρθρον 31 παρ. 1 περίπτ. α` π.δ. 1041/ 1979) αντικαθίσταται, ως ακολούθως:
“α) Η χήρα τινός των εν άρθροις 26 και 29 αναφερομένων, θανόντος μετά την απόκτησιν του δικαιώματος εις σύνταξιν, ή ή χήρα τινός των εν άρθροις 26 παρ. 1 και 27 αναφερομένων, θανόντος μετά την συμπλήρωσιν δεκαετούς τουλάχιστον πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας, ή η χήρα τινός των εν άρθροις 26 έως 28 αναφερομένων εν υπηρεσία θανόντος υπό τους όρους της περιπτ. ε` της παρ. 1 του άρθρου 26, ή η χήρα του θανόντος κατά τους όρους του άρθρου 29, ως και ή χήρα του δολοφονηθέντος εν υπηρεσία στρατιωτικού παρά τρομοκρατών ή άλλων ατόμων, λόγω της στρατιωτικής του ιδιότητος ή της ενασκήσεως των καθηκόντων του”.

Άρθρον 16
Δικαίωμα συντάξεως συζυγικής οικογενείας υπαλλήλων Ο.Τ.Α.
Το πρώτον εδάφιον της περιπτ. α` της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν.δ. 1827/1942, ως ήδη ισχύει, αντικαθίσταται, ως ακολούθως:
“α) Η χήρα του αποκτήσαντος δικαίωμα εις σύνταξιν ή του μετά την συμπλήρωσιν δεκαετούς τουλάχιστον πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας θανόντος εν υπηρεσία υπαλλήλου ή υπό τους όρους της περιπτ. στ` της παρ. 1 του άρθρου 1 θανόντος εν υπηρεσία υπαλλήλου, ή του εν υπηρεσία παρά τρομοκρατών ή άλλων ατόμων δολοφονηθέντος υπαλλήλου, λόγω της υπαλληλικής του ιδιότητος η της ενασκήσεως των καθηκόντων του”.

Άρθρον 17
Δικαίωμα συντάξεως συζυγικής οικογενείας σιδηροδρομικών υπαλλήλων.
Το πρώτον εδάφιον της περιπτ. α` της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν.δ. 3395/1955, ως ήδη ισχύει (άρθρον 2 παραγρ. 1 περιπτ. α` π.δ. 850/1980) αντικαθίσταται, ως ακολούθως:
“α) Η χήρα του αποκτήσαντος δικαίωμα εις σύνταξιν ή του μετά την συμπλήρωσιν 10ετούς τουλάχιστον πλήρους συνταξίμου υπηρεσίας εις τα δίκτυα θανόντος εν υπηρεσία ή του θανόντος συνεπεία εργατικού ατυχήματος ανεξαρτήτως χρόνου υπηρεσίας, ή του θανόντος εκ φυματιώσεως εκδηλωθείσης μετά την συμπλήρωσιν τριετίας από της προσλήψεως του εις τα δίκτυα, ή του δολοφονηθέντος εν υπηρεσία παρά τρομοκρατών ή άλλων ατόμων, λόγω της υπαλληλικής του ιδιότητος ή της ενασκήσεως των καθηκόντων του”.

Άρθρον 18
Δικαίωμα συντάξεως πατρικής οικογενείας δημοσίων υπαλλήλων.

1. Εις το άρθρον 6 τον α.ν. 1854/1951 (άρθρον 6 π.δ. 1041/1979) προστίθεται παρ. 4 (παρ. 5 άρθρ. 6 π.δ. 1041/1979), έχουσα ως ακολούθως:
“4. Τα κατά το παρόν και το προηγούμενον άρθρον πρόσωπα της πατρικής οικογενείας των εν υπηρεσία δολοφονηθέντων παρά τρομοκρατών ή άλλων ατόμων, λόγω της υπαλληλικής των ιδιότητος ή της ενασκήσεως των καθηκόντων των, δικαιούνται συντάξεως ή συμμετοχής εις ταύτην και αν έτι δεν συντρέχουν αι υπό των άρθρων τούτων οριζόμεναι χρονικαί προϋποθέσεις, ως και αι προϋποθέσεις απορίας, ηλικίας, συντηρήσεως ή ανικανότητος”.

2. Εις το άρθρον 32 του α.ν. 1854/1951 (άρθρον 32 π.δ. 1041/1979) προστίθεται παρ. 4 (παρ. 6 άρθρ. 32 π.δ. 1041/1979), έχουσα ως ακολούθως:
“4. Τα κατά το παρόν και το προηγούμενον άρθρον πρόσωπα της πατρικής οικογενείας των εν υπηρεσία δολοφονηθέντων στρατιωτικών παρά τρομοκρατών ή άλλων ατόμων, λόγω της στρατιωτικής των ιδιότητος ή της ενασκήσεως των καθηκόντων των, δικαιούνται συντάξεως ή συμμετοχής εις ταύτην και αν έτι δεν συντρέχονν αι υπό των άρθρων τούτων οριζόμεναι χρονικαί προυποθέσεις, ως και αι προϋποθέσεις απορίας, ηλικίας, συντηρήσεως ή ανικανότητος”.

Άρθρον 19
Δικαίωμα συντάξεως πατρικής οικογενείας υπαλλήλων ΟΤΑ. Εις το άρθρον 3 του ν.δ. 1827/1942, ως ήδη ισχύει, προστίθεται παρ. 5, έχουσα ως ακολούθως:
“5. Τα κατά το παρόν και το προηγούμενον άρθρον πρόσωπα της πατρικής οικογενείας των εν υπηρεσία δολοφονηθέντων παρά τρομοκρατών ή άλλων ατόμων, λόγω της υπαλληλικής των ιδιότητος ή της ενασκήσεως των καθηκόντων των, δικαιούνται συντάξεως ή συμμετοχής εις ταύτην και αν έτι δεν συντρέχουν αι υπό των άρθρων τούτων οριζόμεναι χρονικαί προϋποθέσεις απορίας, ηλικίας, συντηρήσεως ή ανικανότητος”.

Άρθρον 20
Δικαίωμα συντάξεως πατρικής οικογενείας σιδηροδρομικών υπαλλήλων.
Εις το άρθρον 3 του ν.δ. 3395/1955.(άρθρον 3 π.δ. 850/1980) προστίθεται παρ. 5, έχουσα ως ακολούθως:
“5. Τα κατά το παρόν και το προηγούμενον άρθρον πρόσωπα της πατρικής οικογενείας των εν υπηρεσία δολοφονηθέντων παρά τρομοκρατών ή άλλων ατόμων, λόγω της υπαλληλικής των ιδιότητος ή της ενασκήσεως των καθηκόντων των, δικαιούνται συντάξεως ή συμμετοχής εις ταύτην και αν έτι δεν συντρέχουν αι υπό των άρθρων τούτων οριζόμεναι χρονικαί προυποθέσεις, ως και αι προυποθέσεις απορίας, ηλικίας, συντηρήσεως ή ανικανότητος”.

Άρθρον 21
Απονεμητέα σύνταξις εις τους εν υπηρεσία θανόντας δημοσίους υπαλλήλους.

1. Το άρθρον 20 του α.ν. 1854/1951 (άρθρον 20 π.δ. 1041/1979) αντικαθίσταται, ως ακολούθως:
“Άρθρον 20.
1. Ως απονεμητέα σύνταξις εις τον εν υπηρεσία θανόντα υπάλληλον, μετά την συμπλήρωσιν δεκαετούς τουλάχιστον πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας, λογίζεται η οριζομένη εις τα άρθρα 15 και 16.
2. Ως απονεμητέαν σύνταξις εις τον εν υπηρεσία θανόντα υπάλληλον υπό τους όρους της περιπτ. στ` της παρ. 1 του άρθρου 1, λογίζεται η οριζομένη εις την επομένην παράγραφον, μειουμένη, όσον αφορά την κατά το τρίτον εδάφιον αυτής εξέλιξιν, κατά ένα βαθμόν.
3. Ως απονεμητέα σύνταξις εις τον εν υπηρεσία παρά τρομοκρατών ή άλλων ατόμων, λόγω της υπαλληλικής του ιδιότητος ή της ενασκήσεως των καθηκόντων του, δολοφονηθέντα υπάλληλον, λογίζεται η ανήκουσα εις τον κατά το επόμενον εδάφιον βαθμόν και αντιστοιχούσα εις τριακονταπενταετή πραγματικήν υπηρεσίαν, συνυπολογιζομένης, εάν συντρέχη περίπτωσις, και της κατά το άρθρον 43 προσαυξήσεως.
Ως βαθμός, επί τη βάσει τον οποίου καθορίζεται η κατά το προηγούμενον εδάφιον απονεμητέα σύνταξις, λαμβάνεται υπ` όψιν ο βαθμός τον οποίον έφερεν ή υφ` ον εμισθοδοτείτο ο δολοφονηθείς κατά τον χρόνον του θανάτου του, από δε της συμπληρώσεως του προς προαγωγήν εις έκαστον των επομένων βαθμών απαιτουμένου χρόνου, ο βαθμός εις ον θα εξελίσσετο ούτος βαθμολογικώς ή μισθολογικώς, βάσει των ισχυουσών κατά τον χρόνον του θανάτου του διατάξεων, εάν ετέλει εν ενεργώ υπηρεσία.
Η εξέλιξις αύτη δεν δύναται εν πάση περιπτώσει, να είναι ανωτέρα,
α) του 2ου βαθμού, προκειμένου περί υπαλλήλων του κλάδου ΑΤ,
β) του 3ου βαθμού, προκειμένου περί υπαλλήλων του κλάδου ΑΡ,
γ) του 4ου βαθμού, προκειμένου περί υπαλλήλων του κλάδου ΜΕ,
δ) του 6ου βαθμού, προκειμένου περί υπαλλήλων του κλάδου ΣΕ,
ε) του προκαταληκτικού, κατά περίπτωσιν, βαθμού, προκειμένου περί των φερόντων βαθμόν διάφορον των βαθμών της διοικητικής Ιεραρχίας και εφ` όσον μεταξύ των βαθμών τούτων δεν έχει καθορισθή αντιστοιχία.
Ως αφετηρία, διά τον υπολογισμόν του προς προαγωγήν απαιτουμένου χρόνου, λαμβάνεται η χρονολογία καθ` ην ο δολοφονηθείς εκτήσατο τον βαθμόν, ον έφερεν, η δε συνέπεια της κατά τα ανωτέρω εξελίξεως αύξησις της συντάξεως ορίζεται πληρωτέα από της πρώτης του μηνός του επομένου της συμπληρώσεως του προς προαγωγήν απαιτουμένου εις έκαστον βαθμόν χρόνου, της ημερομηνίας ταύτης καθοριζομένης διά της κανονιζούσης την σύνταξιν πράξεως ή αποφάσεως του δικαιοδοτούντος ή αποφασίζοντος επί των συντάξεων οργάνου.
Οι περι ων η παρούσα και η προηγουμένη παράγραφος υπάλληλοι, εφ` όσον υπάγονται εις τας διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 1, λογίζονται, διά την κατά τα ανωτέρω εξέλιξιν, ως τακτικοί, λαμβανομένης ως αφετηρίας, διά τον υπολογισμόν του προς προαγωγήν εις έκαστον των επομένων βαθμών απαιτουμένου χρόνου, της χρονολογίας του θανάτου, αυτών”.

2. Το άρθρον 48 τον α.ν. 1854/1951 (άρθρον 48 1041/1979) αντικαθίσταται, ως ακολούθως:
“Άρθρον 48.
1. Ως απονεμητέα σύνταξις εις τον εν υπηρεσία θανόντα, μετά την συμπλήρωσιν δεκαετούς τουλάχιστον πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας, λογίζεται η οριζομένη εις τα άρθρα 42, 43 και 44.
2. Ως απονεμητέα σύνταξις εις τον εν υπηρεσία αποβιώσαντα, υπό τους όρους της περιπτ. ε` της παρ. 1 τον άρθρου 26, λογίζεται η οριζομένη εις την επομένην παράγραφον, μειουμένη, όσον αφορά την κατά το τρίτον εδάφιον αυτής εξέλιξιν, κατά ένα βαθμόν.
3. Ως απονεμητέα συντάξις εις τον εν υπηρεσία δολοφονηθέντα παρά τρομοκρατών ή άλλων ατόμων, λόγω της στρατιωτικής του ιδιότητος ή της ενασκήσεως των καθηκόντων του, λογίζεται η ανήκουσα εις τον κατά το επόμενον εδάφιον βαθμόν και αντιστοιχούσα εις τριακονταπενταετή πραγματικήν υπηρεσίαν, συνυπολογιζομένης, εάν συντρέχη περίπτωσις, και της κατά το άρθρον 43 προσαυξήσεως.
Ως βαθμός, επί τη βάσει του οποίου καθορίζεται η κατά το προηγούμενον εδάφιον απονεμητέα σύνταξις, λαμβάνεται υπ` όψιν ο βαθμός τον οποίον έφερεν ή υφ` ον εμισθοδοτείτο ο δολοφονηθείς, κατά τον χρόνον του θανάτου του, από δε της συμπληρώσεως του προς προαγωγήν εις έκαστον των επομένων βαθμών απαιτουμένου χρόνου, ο βαθμός εις ον θα εξελίσσετο ούτος βαθμολογικώς ή μισθολογικώς, βάσει των ισχυουσών κατά του χρόνου του θανάτου του διατάξεων, εάν ετέλει εν ενεργώ υπηρεσία.
Η εξέλιξις αύτη δεν δύναται, εν πάση περιπτώσει, να είναι ανωτέρα,
α) ενός (1) επί πλέον βαθμού, προκειμένου περί ανωτάτων αξιωματικών,
β) δύο (2) επί πλέον βαθμών, προκειμένου περί αντισυνταγματαρχών, συνταγματαρχών και των προς αυτούς αντιστοιχούντων,
γ) τριών (3) επί πλέον βαθμών, προκειμένου περί υπολοχαγών, λοχαγών, ταγματαρχών και των προς αυτούς αντιστοιχούντων,
δ) τεσσάρων (4) επί πλέον βαθμών, προκειμένου περί ανθυπασπιστών, ανθυπολοχαγών και των προς αυτούς αντιστοιχούντων,
ε) του βαθμού λοχαγού, προκειμένου περί αρχιλοχιών και των προς αυτούς αντιστοιχούντων,
στ) του βαθμού υπολοχαγού, προκειμένου περί επιλοχιών και των προς αυτούς αντιστοιχούντων, ζ) του βαθμού ανθυπολοχαγού, προκειμένου περί λοχιών και των προς αυτούς αντιστοιχούντων,
η) του βαθμού ανθυπασπιστού, προκειμένου περί δεκανέων και των προς αυτούς αντιστοιχούντων.
Ως αφετηρία, διά τον υπολογισμόν του προς προαγωγήν απαιτουμένου χρόνου, λαμβάνεται υπ` όψιν χρονολογία, καθ` ην ο δολοφονηθείς εκτήσατο τον βαθμόν, ον έφερεν, η δε συνεπεία της κατά τα ανωτέρω εξελίξεως αύξησις της συντάξεως ορίζεται πληρωτέα από της πρώτης του μηνός του επομένου της συμπληρώσεως του προς προαγωγήν απαιτουμένου εις έκαστον βαθμόν χρόνου, της ημερομηνίας ταύτης καθοριζομένης διά της κανονιζούσης την σύνταξιν πράξεως ή αποφάσεως του αποφασίζοντος ή δικαιοδοτούντος επί των συντάξεων οργάνου.
Επί δολοφονηθέντων υπό τους όρους της παρούσης παραγράφου οπλιτών εν γένει του στρατεύματος και των προς αυτούς αντιστοιχούντων, ως απονεμητέα σύνταξις λογίζεται η κατά τα προηγούμενα εδάφια οριζομένη. Εν πάση περιπτώσει, όμως, το ποσόν της συντάξεως των οικογενειών δεν δύναται να είναι κατώτερον της εκάστοτε συντάξεως της ανηκούσης εις την οικογένειαν ομοιοβάθμου φονευθέντος εν πολέμω”.

Άρθρον 22
Απονεμητέα σύνταξις εις τους εν υπηρεσία θανόντας υπαλλήλους ΟΤΑ.
Το άρθρον 14 τον ν.δ. 1827/1942, ως ήδη ισχύει, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“Άρθρον 14.
1. Ως απονεμητέα σύνταξις εις τον εν υπηρεσία θανόντα υπάλληλον, μετά την συμπλήρωσιν δεκαετούς τουλάχιστον πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας, λογίζεται η οριζομένη εις τα άρθρα 9 και 10.
2. Ως απονεμητέα σύνταξις εις τον εν υπηρεσία θανόντα υπάλληλον υπό τους όρους της περιπτ. στ` της παρ. 1 του άρθρου 1, λογίζεται η οριζομένη εις την επομένην παράγραφον, μειουμένη, όσον αφορά την κατά το τρίτον εδάφιον αυτής εξέλιξιν, κατά ένα βαθμόν.
3. Ως απονεμητέα σύνταξις εις τον εν υπηρεσία παρά τρομοκρατών ή άλλων ατόμων, λόγω της υπαλληλικής του ιδιότητος ή της ενασκήσεως των καθηκόντων του, δολοφονηθέντα υπάλληλου, λογίζεται η ανήκουσα εις τον κατά το επόμενον εδάφιον βαθμόν και αντιστοιχούσα εις τριακονταπενταετή πραγματικήν υπηρεσίαν.
Ως βαθμός, επί τη βάσει του οποίου καθορίζεται η κατά το προηγούμενον εδάφιον απονεμητέα σύνταξις, λαμβάνεται υπ` όψιν ο βαθμός τον οποίον έφερεν ή υφ` ον εμισθοδοτείτο ο δολοφονηθείς κατά τον χρόνον του θανάτου του, από δε της συμπληρώσεως του προς προαγωγήν εις έκαστον των επομένων βαθμών απαιτουμένον χρόνου, ο βαθμός εις ον θα εξελίσσετο ούτος βαθμολογικώς ή μισθολογικώς, βάσει των ισχυουσών κατά τον χρόνον τον θανάτου του διατάξεων, εάν ετέλει εν ενεργώ υπηρεσία. Η εξέλιξις αύτη δεν δύναται, εν πάση περιπτώσει, να είναι ανωτέρα,
α) του 2ου βαθμού, προκειμένου περί υπαλλήλων του κλάδου ΑΤ,
β) του 3ου βαθμού, προκειμένου περί υπαλλήλων του κλάδου ΑΡ,
γ) του 4ου βαθμού, προκειμένου περί υπαλλήλων του κλάδου ΜΕ,
δ) του 6ον βαθμού, προκειμένου περί υπαλλήλων του κλάδου ΣΕ,
ε) τον προκαταληκτικού, κατά περίπτωσιν, βαθμού, προκειμένου περί των φερόντων βαθμόν διάφορον της διοικητικής ιεραρχίας και εφ` όσον μεταξύ των βαθμών τούτων δεν έχει καθορισθή αντιστοιχία.
Ως αφετηρία, διά του υπολογισμού του προς προαγωγήν απαιτουμένου χρόνου, λαμβάνεται η χρονολογία καθ` ην ο δολοφονηθείς εκτήσατο τον βαθμόν, ον έφερεν, η δε συνεπεία της κατά τα ανωτέρω εξελίξεως αύξησις της συντάξεως ορίζεται πληρωτέα από της πρώτης του μηνός του επομένου της συμπληρώσεως του προς προαγωγήν απαιτουμένου εις έκαστον βαθμόν χρόνου, της ημερομηνίας ταύτης καθοριζομένης διά της κανονιζούσης την σύνταξιν πράξεως ή αποφάσεως του δικαιοδοτούντος ή αποφασίζοντος επί των συντάξεων οργάνου”.

Άρθρον 23
Απονεμητέα σύνταξις εις τους εν υπηρεσία θανόντας σιδηροδρομικούς υπαλλήλους.
Το άρθρον 14 του ν.δ. 3395/1955 (άρθρον 14 π.δ, 850/1980), αντικαθίσταται ως ακολούθως: “Άρθρον 14.
1. Ως απονεμητέα σύνταξις εις τον εν υπηρεσία θανόντα, μετά την συμπλήρωσιν δεκαετούς πραγματικής συνταξίμου υπηρεσίας, λογίζεται η οριζομένη εις την παρ. 1 του άρθρου 9, αν δε απεβίωσεν εκ φυματιώσεως εκδηλωθείσης μετά 3ετή υπηρεσίαν από της προσλήψεώς του, η οριζομένη εις την παρ. 1 του άρθρου 11.
2. Ως απονεμητέα συνταξίς εις τον εν υπηρεσία αποβιώσαντα εξ εργατικού ατυχήματος, λογίζεται η οριζομένη εις την επομένην παράγραφον, μειουμένη, όσον αφορά την κατά το τρίτον εδάφιον αυτής εξέλιξιν, κατά ένα βαθμόν.
3. Ως απονεμητέα σύνταξις εις τον εν υπηρεσία παρά τρομοκρατών ή άλλων ατόμων, λόγω της υπαλληλικής του ιδιότητος ή της ενασκήσεως των καθηκόντων του, δολοφονηθέντά υπάλληλον, λογίζεται η ανήκουσα εις τον κατά το επόμενον εδαφιόν βαθμόν και αντιστοιχούσα εις τριακονταπενταετή πραγματικήν υπηρεσίαν.
Ως βαθμός, επί τη βάσει του οποίου καθορίζεται η κατά το προηγούμενον εδάφιον απονεμητέα σύνταξις, λαμβάνεται υπ` όψιν ο βαθμός τον οποίον έφερεν ή υφ` ον εμισθοδοτείτο ο δολοφονηθείς, κατά τον χρόνον του θανάτου του, από δε της συμπληρώσεως του προς προαγωγήν εις έκαστον των επομένων βαθμών απαιτουμένου χρόνου ο βαθμός εις ον θα εξελίσσετο ούτος βαθμολογικώς ή μισθολογικώς, βάσει των ισχυουσών κατά τον χρόνον του θανάτου του διατάξεων, εάν ετέλει εν ενεργώ υπηρεσία.
Η εξέλιξις αυτή δεν δύναται, εν πάση περιπτώσει, να είναι ανωτέρα του προκαταληκτικού, κατά περίπτωσιν, βαθμού, ουδέ των τεσσάρων εν συνόλω βαθμών, πέραν του κατεχομένου υπό του υπαλλήλου κατά τον χρόνον της δολοφονίας του.
Ως αφετηρία, διά τον υπολογισμόν του πρός προαγωγήν απαιτουμένου χρόνου, λαμβάνεται υπ` όψιν η χρονολογία, καθ` ην ο δολοφονηθείς εκτήσατο τον βαθμόν, ον έφερεν, η δε συνεπεία της κατά τα ανωτέρω, εξελίξεως αύξησις της συντάξεως ορίζεται πληρωτέα από της πρώτης του μηνός του επομένου της συμπληρώσεως του προς προαγωγήν απαιτουμένου εις έκαστον βαθμόν χρόνου, της ημερομηνίας ταύτης καθοριζομένης διά της κανονιζούσης την σύνταξιν πράξεως ή αποφάσεως του αποφασίζοντος ή δικαιοδοτούντος επί των συντάξεων οργάνου”.

Άρθρον 24
Μη καταβολή συντάξεως και χρηματικού βοηθήματος συγχρόνως εις οικογενείας των εν υπηρεσία θανόντων δημοσίων υπαλλήλων.

1. Εις το άρθρον 21 του α.ν. 1854/1951, ως ήδη ισχύει (άρθρον 21 π.δ. 1041/1979), προστίθεται δεύτερον εδάφιον, έχον ως ακολούθως:
“Εάν ο υπάλληλος δολοφονηθή εν υπηρεσία παρά τρομοκρατών ή άλλων ατόμων, λόγω της υπαλληλικής του ιδιότητος ή της ενασκήσεως των καθηκόντων του, τα πρόσωπα της οικογενείας του, ως έχοντα δικαίωμα συντάξεως κατά τα άρθρα 5 και 6, δεν δικαιούνται και του κατά το προηγούμενον εδάφιον χρηματικού βοηθήματος”.

2. Εις το άρθρον 49 του α.ν. 1854/1951, ως ήδη ισχύει (άρθρον 49 π.δ. 1041/1969), προστίθεται δεύτερον εδάφιον, έχον ως ακολούθως:
“Εαν ο στρατιωτικός δολοφονηθή εν υπηρεσία παρά τρομοκρατών ή άλλων ατόμων, λόγω της στρατιωτικής του ιδιότητος ή της ενασκήσεως των καθηκόντων του, τα πρόσωπα της οικογενείας του, ως έχοντα δικαίωμα συντάξεως κατά τα άρθρα 31 και 32, δεν δικαιούνται και του κατά το προηγούμενον εδάφιον χρηματικού βοηθήματος”.

Άρθρον 25
Μη καταβολή συντάξεως και χρηματικού βοηθήματος συγχρόνως εις τας οικογενείας των εν υπηρεσία θανόντων υπαλλήλων Ο.Τ.Α.
Εις το άρθρον 15 του ν.δ. 1827/1942, ως ήδη ισχύει, προστίθεται δεύτερον εδάφιον, έχον ως ακολούθως:
“Εάν ο υπάλληλος δολοφονηθή εν υπηρεσία παρά τρομοκρατών ή άλλων ατόμων, λόγω της υπαλληλικής του ιδιότητος ή της ενασκήσεως των καθηκόντων του, τα πρόσωπα της οικογενείας του, ως έχοντα δικαίωμα συντάξεως κατά τα άρθρα 2 και 3, δεν δικαιούνται και του κατά το προηγούμενον εδάφιον χρηματικού βοηθήματος”.

Άρθρον 26
Εξομοίωσις συντάξεων προς πολεμικάς.
Εις το άρθρον 58 του Κώδικος Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων (π.δ. 1041/1979) προστίθεται παράγραφος 13, έχουσα ως ακολούθως:
“13. Αι συντάξεις των οικογενειών των εν υπηρεσία παρά τρομοκρατών ή άλλων ατόμων δολοφονηθέντων υπαλλήλων ή στρατιωτικών, λόγω της ιδιότητός των ή της ενασκήσεως των καθηκόντων των, εξομοιούνται, διά την εφαρμογήν του παρόντος άρθρου, προς πολεμικάς”.

Άρθρον 27
Διαδικασία αποδείξεως προκειμένου περί υπαλλήλων του Δημοσίου.

1. Εις το άρθρον 23 του α.ν. 1854/1951, ως ήδη ισχύει (άρθρον 23 π.δ. 1041/1979), προστίθεται παρ. 14 έχουσα ως ακολούθως:
“14. Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται αναλόγως και διά την αναγνώρισιν δικαιώματος συντάξεως της οικογενείας του εν υπηρεσία δολοφονηθέντος παρά τρομοκρατών ή άλλων ατόμων, λόγω της υπαλληλικής του ιδιότητος ή της ενασκήσεως των καθηκόντων του”.

2. Εις το άρθρον 51 του αν.ν. 1854/1951, ως ήδη ισχύει (άρθρον 51 π.δ. 1041/1979), προστίθεται παρ. 14 (παρ. 15 άρθρ. 51 π.δ. 1041/ 1979), έχουσα ως ακολούθως:
“14. Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται αναλόγως και διά την αναγνώρισιν δικαιώματος συντάξεως της οικογενείας του εν υπηρεσία δολοφονηθέντος παρά τρομοκρατών ή άλλων ατόμων, λόγω της στρατιωτικής του ιδιότητος ή της ενασκήσεως των καθηκόντων του”.

Άρθρον 28
Διαδικασία αποδείξεως προκειμένου περί υπαλλήλων Ο.Τ.Α.
Εις το άρθρον 18 τον ν.δ. 1827/1942 ,ως ήδη ισχύει, προστίθεται παρ. 14, έχουσα ως ακολούθως:
“14, Αι διατάξεις τον παρόντος άρθρου εφαρμόζονται αναλόγως και διά την αναγνώρισιν δικαιώματος συντάξεως της οικογενείας του εν υπηρεσία δολοφονηθέντος παρά τρομοκρατών ή άλλων ατόμων, λόγω της υπαλληλικής του ιδιότητος ή της ενασκήσεως των καθηκόντων του”.

Άρθρον 29
Διαδικασία αποδείξεως προκειμένου περί σιδηροδρομικών υπαλλήλων.
Εις το άρθρον 16 του ν.δ. 3395/1955,ως ήδη ισχύει, (άρθρον 16 π.δ. 850/1980), προστίθεται παρ. 8, έχουσα ως ακολούθως:
“8. Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται αναλόγως και διά την αναγνώρισιν δικαιώματος συντάξεως της οικογενείας του εν υπηρεσία δολοφονηθέντος παρά τρομακρατών ή άλλων ατόμων, λόγω της υπαλληλικής του ιδιότητος ή της ενασκήσεως των καθηκόντων του”.

Άρθρον 30
Αναδρομική εφαρμογή
Αι διατάξεις των άρθρων 15-29 τον παρόντος νόμου έχουν εφαρμογήν και επί των οικογενειών των προ της ενάρξεως της ισχύος αυτού δολοφονηθέντων υπαλλήλων ή στρατιωτικών ή των θανόντων υπό τους όρους των περιπτ. στ` της παρ. 1 του άρθρου 1 και ε` της παρ. 1 του άρθρου 26 τον α.ν. 1854/1951, ως ήδη ισχύει (περίπτ. στ` παρ. 1 άρθρ. 1 και ε` παρ. 1 άρθρ. 26 π.δ. 1041/1979), παρ` ων η σχετική αίτησις δέον να υποβληθή εντός προθεσμίας δύο ετών από της δημοσιεύσεως του παρόντος, η δε σύνταξις ή αύξησις της συνταξεώς των ορίζεται πληρωτέα από της πρώτης του μηνός της χρονολογίας εκδόσεως της σχετικής πράξεως ή αποφάσεως. Το αυτό ισχύει και διά τας οικογενείας των υπό τας αυτάς συνθήκας δολοφονηθέντων ή αποβιωσάντων υπαλλήλων των ΟΤΑ και των σιδηροδρομικών δικτύων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Δ΄
ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΣΥΝΤΑΞΕΩΣ ΤΩΝ ΑΝΘ/ΠΙΣΤΩΝ ΩΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΚΑΤΩΤΕΡΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ ΤΩΝ ΣΩΜΑΤΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ

Άρθρον 31
Υπολογισμός συντάξεως ανθυπασπιστών.

1. Η παρ. 8 του άρθρου 34 του Κώδικος Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων (π.δ. 1041/1979) αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“8. Η σύνταξις των ανθυπασπιστών των Ενόπλων Δυνάμεων, της Χωροφυλακής, του Λίμενικου Σώματος και των προς αυτούς αντιστοιχούντων της Αστυνομίας Πόλεων και του Πυροσβεστικού Σώματος, κανονίζεται βάσει του συνταξίμου μισθού του βαθμού:
α) ανθυπολοχαγού, εάν έχουν συμπληρώσει τέσσαρα (4) έως επτά (7) έτη πραγματικής υπηρεσίας εις τον βαθμόν του ανθυπασπιστού ή δέκα εξ (16) έως δέκα εννέα (19) έτη συνολικής πραγματικής υπηρεσίας ως υπαξιωματικοί και ανθυπασπισταί.,
β) υπολοχαγού, εάν έχουν συμπληρώσει επτά (7) έως ένδεκα (11) έτη πραγματικής υπηρεσίας εις τον βαθμόν του ανθυπασπιστού ή δέκα εννέα (19) έως είκοσι τρία (23) έτη συνολικής πραγματικής υπηρεσίας ως υπαξιωματικοί και ανθυπασπισταί,
γ) λοχαγού, εάν έχουν συμπληρώσει ένδεκα (11) έτη πραγματικής υπηρεσίας εις την βαθμόν τον ανθυπασπιστού ή εικοσι τρία (23) έτη συνολικής πραγματικής υπηρεσίας ως υπαξιωματικοί και ανθυπασπισταί.
Διά τον υπολογισμόν του κατά τα ανωτέρω χρόνου:
α) προσμετρείται και ο πέραν των δύο (2) ετών χρόνος φοιτήσεως εις παραγωγικήν Σχολήν, εφ` όσον η διάρκεια της φοιτήσεως εις την Σχολήν ταύτην είναι μεγαλυτέρα των δύο ετών,
β) δεν λαμβάνεται υπ` όψιν ο χρόνος καθ` ον ο ανθυπασπιστής ή υπαξιωματικός διετέλεσεν εις,
αα) προσωρινήν απόλυσιν ή αργίαν διά προσκαίρου παύσεως,
ββ) καταδικίαν εκτίων ποινήν καταγνωσθείσαν παρ` οιουδήποτε δικαστηρίου,
γγ) προφυλάκισιν δυνάμει δικαστικού εντάλματος ή βουλεύματος, εφ` όσον δεν επηκολούθησαν απαλλακτικά βουλεύματα ή αθωωτικαί αποφάσεις,
δδ) λιποταξίαν, εφ` όσον δεν επηκολούθησαν απαλλακτικά βουλεύματα ή αθωωτικαί αποφάσεις και
εε) άδειαν υπέρ την κανονικήν.
Αι διατάξεις της παρούσης παραγράφου έχουν εφαρμογήν και επί των αξιωματικών των προερχομένων εξ υπαξιωματικών, του εις τον βαθμόν του αξιωματικού διανυθέντος χρόνου λογιζομένου ως διανυθέντος εις τον βαθμόν του ανθυπασπιστού”.

2.”Για τους ανθυπασπιστές, ανθυπαστυνόμους και πυρονόμους που προέρχονται από υπαξιωματικούς, απόφοιτους της οικείας παραγωγικής σχολής, εφ` όσον συμπληρώθηκε τρίμηνη ππραγματική υπηρεσία στο βαθμό, λογίζεται για την εφαρμογή του άρθρου αυτού ως χρόνος μεν υπηρεσίας υπαξιωματικών και ο χρόνος στους βαθμούς του χωροφύλακα, αστυφύλακα ή πυροσβέστη, μετά την αποφοίτηση από τη σχολή, ως χρόνος δε υπηρεσίας ανθυπασπιστή, ανθυπαστυνόμου ή πυρονόμου και ο χρόνος που διανύθηκε στους βαθμούς του χωροφύλακα, αστυφύλακα, πυροσβέστη ή υπαξιωματικού πέραν από εννέα έτη”. Αι διατάξεις του προηγουμένον εδαφίου εφαρμόζονται υπό τας ιδίας προϋποθέσεις και διά τους πυρονόμους τους καταταγέντας προ της ενάρξεως της ισχύος του ν.δ. 974/1971 “περί ιεραρχίας, προαγωγών, απολύσεων και μεταθέσεων των κατωτέρων οργάνων των Σωμάτων Χωρ/κής, Αστυνομίας Πόλεων κ.λπ.”, ως και διά τους ανθυπασπιστάς, ανθυπαστυνόμους και πυρονόμους, οι οποίοι:
α) ανήκουν εις τας ειδικάς υπηρεσίας του οικείου Σώματος, εξαιρέσει των προερχομένων εξ υπαξιωματικών προαχθέντων ή προαγομένων εις τους βαθμούς του υπαξιωματικού κατά τα οριζόμενα εις το άρθρον 3 τον ν. 772/1978, “περί τροποποιήσεως ενίων διατάξεων της διεπούσης υπηρεσίας τινάς του Υπουργείου Δημ. Τάξεως”,
β) προάγονται ή προήχθησαν εις τον βαθμόν των επ` ανδραγαθία.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 9 παρ.2 του Ν. 1813/1988 (Α` 243).

3. Ο ν. 597/1977 “περί ρυθμίσεως συνταξιοδοτικών τινων θεμάτων των ανθυπασπιστών, ανθυπαστυνόμων και πυρονόμων και των εκ τούτων προερχομένων αξιωματικών των Ενόπλων Δυνάμεων, των Σωμάτων Ασφαλείας και του Λιμενικού Σώματος, από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος νόμου, καταργείται.

Άρθρον 32
Υπολογισμός συντάξεως κατωτέρων οργάνων των Σωμάτων Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων, Πυροσβεστικού και Λιμενικού.
Εις το άρθρον 34 του Κώδικος Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων (π.δ. 1041/1979) προστίθενται παράγραφοι 11-15, έχουσαι ως ακολούθως:
“11. Η σύνταξις των κατωτέρων οργάνων των Σωμάτων Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικού κανονίζεται ως ακολούθως:
α) Προκειμένου περί Χωροφυλάκων, Αστυφυλάκων και Πυροσβεστών, ως και των Υπαξιωματικών της Χωροφυλακής, της Αστυνομίας Πόλεων και του Πυροσβεστικού Σώματος, των μη διαλαμβανομένων εις τας περιπτ. β` και γ` της παρούσης παραγράφου και της παρ. 12 του παρόντος άρθρου, επί τη βάσει του μισθού:
αα) των βαθμών υπενωμοτάρχου, ενωμοτάρχου, ανθυπασπιστού, ανθυπομοιράρχου και υπομοιράρχου και των προς αυτούς αντιστοιχούντων της Αστυνομίας Πόλεων και του Πυροσβεστικού Σώματος, διά τους έχοντας συμπληρώσει, αντιστοίχως, τρία (3), δέκα (10), δέκα εξ (16), είκοσι τέσσαρα (24) ή εικόσιν οκτώ (28) έτη πραγματικής υπηρεσίας,
ββ) του βαθμού ανθυπασπιστού, μετά προσαυξήσεως ίσης προς το ήμισυ της διαφοράς μεταξύ του βασικού μισθού του βαθμού τούτου του αντιστοιχούντος εις τα αυτά έτη υπηρεσίας και του βασικού μισθού του ανθυπομοιράρχου, συνυπολογιζομένου και του ημίσεος της διαφοράς του επιδόματος χρόνου υπηρεσίας διά τους έχοντας συμπληρώσει εικοσιδιετή (22 έτη) πραγματικήν υπηρεσίαν, ουχί όμως και εικοσιτετραετή (24 έτη) τοιαύτην,
γγ) του βαθμού ανθυπομοιράρχου, μετά προσαυξήσεως ίσης προς το ήμισυ της διαφοράς μεταξύ του βασικού μισθού του βαθμού τούτου και του βασικού μισθού του υπομοιράρχου, συνυπολογιζομένου και του ημίσεος της διαφοράς του επιδόματος χρόνου υπηρεσίας, διά τους έχοντας συμπληρώσει εικοσιεξαετή (26 έτη) πραγματικήν υπηρεσίαν, ουχί, όμως, και εικοσιοκταετή (28 έτη) τοιαύτην.
β) Προκειμένου περί υπενωμοταρχών, υπαρχιφυλάκων και υπαρχιπυροσβεστών ειδικών υπηρεσιών, εξαιρέσει των εκ τούτων προαχθέντων εις τον βαθμόν των κατά τα οριζόμενα εις τα άρθρα 22 παρ. 2 και 3 του ν.δ. 974/1971, 2 του ν.δ. 146/1974 και 3 του ν. 772/1978, επί τη βάσει του μισθού:
αα) των βαθμών ενωμοτάρχου, ανθυπασπιστού, ανθυπομοιράρχου και υπομοιράρχου και των προς αυτούς αντιστοιχούντων της Αστυνομίας Πόλεων και του Πυροσβεστικού Σώματος, διά τους έχοντας συμπληρώσει, αντιστοίχως, εξ (6) δέκα (10), είκοσι (20) ή είκοσιν οκτώ (28) έτη πραγμαιικής υπηρεσίας,
ββ) του βαθμού ανθυπασπιστού μετά προσαυξήσεως ίσης προς το ήμισυ της διαφοράς μεταξύ του βασικού μισθού του βαθμού τούτου του αντιστοιχούντος εις τα αυτά έτη υπηρεσίας και του βασικού μισθού του ανθυπομοιράρχου, συνυπολογιζομένου και του ημίσεος της διαφοράς του επιδόματος χρόνου υπηρεσίας διά τους έχοντας συμπληρώσει δεκαεξαετή (16 έτη) πραγματικήν υπηρεσίαν ουχί όμως και εικοσαετή (20 έτη) τοιαύτην,
γγ) του βαθμού ανθυπομοιράρχου, μετά προσαυξήσεως ίσης προς το ήμισυ της διαφοράς μεταξύ του βασικού μισθού του βαθμού τούτου και του βασικού μισθού του υπομοιράρχου, συνυπολογιζομένου και του ημίσεος της διαφοράς του επιδόματος χρόνου υπηρεσίας, διά τους έχοντας συμπληρώσει εικοσιεξαετή (26 έτη) πραγματικήν υπηρεσίαν, ούχι, όμως, και εικοσιοκταετή (28 έτη) τοιαύτην.
γ) Προκειμένου περί των ενωματαρχών, αρχιφυλάκων και αρχιπυροσβεστών, των προερχομένων εκ παραγωγικής Σχολής Υπαξιωματικών, επί τη βάσει του μισθού:
αα) του βαθμού ανθυπασπιστού, ανθυπαστυνόμου και πυρονόμου, διά τους έχοντας συμπληρώσει τον κατά τας οικείας διατάξεις καθοριζόμενον εκάστοτε ελάχιστον χρόνον υπηρεσίας εις τον βαθμόν διά προαγωγήν, ή τον κατά την δημοσίευσιν του ν. 1135/1981 απαιτουμένον τοιούτον, προκειμένου περί των εξελθόντων της υπηρεσίας μέχρι της χρονολογίας ταύτης,
ββ) των βαθμών ανθυπομοιράρχου και υπομοιράρχου και των προς αυτούς αντιστοιχούντων της Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικού διά τους συμπληρώσαντας δεκαεξατή (16 έτη) ή εικοσαετή (20 έτη) πραγματικήν υπηρεσίαν, αντιστοίχως,
γγ) του βαθμού ανθυπασπιστού μετά προσαυξήσεως ίσης προς το ήμισυ της διαφοράς μεταξύ του βασικού μισθού του βαθμού τούτου του αντιστοιχούντος εις τα αυτά έτη υπηρεσίας και του βασικού μισθού του ανθυπομοιράρχου, συνυπολογιζομένου και του ημίσεος της διαφοράς του επιδόματος χρόνου υπηρεσίας διά τους έχοντας συμπληρώσει δωδεκαετή (12 έτη) πραγματικήν υπηρεσίαν, ουχί, όμως, και δεκαεξαετή (16 έτη) τοιαύτην.
12. Κατά τα εις την περίπτ. β` της προηγουμένης παραγράφου οριζόμενα κανονίζεται και η σύνταξις των υπαρχιπυροσβεστών, των καταταγέντων προ της ενάρξεως της ισχύος του ν.δ. 974/1971, ως και των υπενωμοταρχών, υπαρχιφυλάκων και υπαρχιπυροσβεστών, των προαχθέντων εις τον βαθμόν των επ` ανδραγαθία. Ομοίως, κατά τα εις την περίπτ. γ` της αυτής παραγράφου οριζόμενα, κανονίζονται και αι συντάξεις των αρχιπυροσβεστών, των καταταγέντων προ της ενάρξεως της ισχύος του ν.δ. 974/1971, ως και των ενωμοταρχών, αρχιφυλάκων και αρχιπυροσβεστών, αι οποίοι:
α) ανήκουν εις τας ειδικάς υπηρεσίας του οικείου Σώματος, εξαιρέσει των προαγομένων εις τους βαθμούς των κατά τα οριζομενα εις τα άρθρα 22 παρ. 2 και 3 του ν.δ. 974/1971, 2 τον ν.δ. 146/1974 και 3 του ν. 772/ 1978 και
β) προήχθησαν εις τους βαθμούς τούτους επ` ανδραγαθία.
13. Κατ` εξαίρεσιν, εάν οι εκ των εις τας περιπτώσεις α` και β` της παρ. 11 του παρόντος άρθρου αναφερόμενοι εξέλθουν της υπηρεσίας λόγω καταλήψεώς των υπό του ορίου ηλικίας ή διά λόγους υγείας, ως παθόντες εν υπηρεσία και ένεκα ταύτης, έχοντες δε συμπληρώσει εικοσιπενταετή (25) έτη πραγματικήν υπηρεσίαν, ουχί όμως, και εικοσιοκταετή (28 έτη) τοιαύτην, η σύνταξίς των κανονίζεται αναλόγως της επί τη βάσει του μισθού των βαθμών υπομοιράρχου, υπαστυνόμου α` τάξεως και υποπυραγού.
14. Διά την εφαρμογήν των προηγουμένων παραγράφων, ως πραγματική υπηρεσία νοείται:
α) η υπηρεσία, η διανυομένη εις τα Σώματα Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικόν, εξαιρέσει του χρόνου της αργίας, της προφυλακίσεως, λιποταξίας ή παρανόμου απουσίας, εφ` όσον επηκολούθησε καταδίκη, της εκτίσεως στερητικής της ελευθερίας ποινής, της αγνοίας, της αδείας άνευ αποδοχών και του χρόνου φοιτήσεως εις την αντίστοιχον του βαθμού Παραγωγικήν Σχολήν.
β) η προϋπηρεσία εις τας Ενόπλους Δυνάμεις ή εις τα Σώματα Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων, Πυρεσβεστικόν και Λιμενικόν υπό τας εις την προηγουμένην περίπτωσιν προϋποθέσεις.
15. Αι διατάξεις των παρ. 11-14 εφαρμόζονται αναλόγως και διά τους υπαξιωματικούς και λιμενοφύλακας του Λιμενικού Σώματος”.

Άρθρον 33
Αναδρομική εφαρμογή.

1. Αι διατάξεις των άρθρων 31 και 32 του παρόντος νόμου έχουν εφαρμογήν, από 1.5.1981, και επί των προ της ενάρξεως ισχύος αυτού εξελθόντων της υπηρεσίας, ως και των οικογενειών των εκ τούτων αποβιωσάντων, παρ` ων η σχετική αίτησις δέον να υποβληθή εντός προθεσμίας δύο ετών από της δημοσιεύσεως του παρόντος.
Εις την περίπτωσιν ταύτην ή εκ της εφαρμογής των διατάξεων τούτων προκύπτουσα αύξησις της συντάξεως καταβάλλεται μειωμένη μεν κατά το ήμισυ από 1.5.1981, εις ολόκληρον δε από 1.5.1982, επιφυλλασομένων των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου 60 του α.ν. 1854/1951 (παρ. 1 άρθρον 60 π.δ. 1041/1979)

2. Οι υπαχθέντες εις τας διατάξεις των άρθρων 1, 3, 4 και 5 του Ν. 1135/1981 “περί ρυθμίσεως μισθολογικών τινών Θεμάτων των κατωτέρων οργάνων των Σωμάτων Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων και Πυροσβεστικόν και άλλων τινών διατάξεων εξακολουθούν να διέπωνται διά το μέχρι της 30ης Απριλίου 1982 χρονικόν διάστημα υπό των διατάξεων υπό τούτων. Ούτοι από 1ης Μαίου 1982 και εφ` εξής διέπονται υπό των διατάξεων του παρόντος νόμου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ε΄
ΡΥΘΜΙΣΙΣ ΕΤΕΡΩΝ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ

Άρθρον 34
Συντάξιμος μισθός σιδηροδρομικών.

1. Το πρώτον εδάφιον της παρ. 2 του άρθρου 4 του ν.δ. 3395/1955 (άρθρ. 4 παρ. 2 π.δ. 850/1980), αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“2. Διά την εφαρμογήν της προηγουμένης παραγράφου, ως μισθός νοείται ο εκάστοτε βασικός μισθός ενεργείας μετά της τυχόν προσαυξήσεως διά του επιδόματος χρόνου υπηρεσίας.
Εάν μέχρι της ενάρξεως της ισχύος της υπ` άριθ. Φ.2/8745/237/ 26.2.1981 κοινής αποφάσεως των Υπουργών Συντονισμού, Οικονομικών και Συγκοινωνιών “περί εγκρίσεως μελέτης τροποποιήσεων και βελτιώσεων μισθολογίου – βαθμολογίου διά το προσωπικόν του ΟΣΕ”, διά τον κανονισμόν της συντάξεως ελαμβάνετο υπ` όψιν ο βασικός μισθός ενεργείας και η προσαύξησις πολυετούς συνολικής υπηρεσίας ή ο βασικός μισθός ενεργείας και η προσαύξησις ευδοκίμου παραμονής εν τω αυτώ βαθμώ, το κατά το προηγούμενον εδάφιον αναλογούν επίδομα χρόνου υπηρεσίας υπολογίζεται μειωμένον κατά 2/3 ή 1/3 αντιστοίχως.
Περαιτέρω ο μισθός ούτος προσαυξάνεται κατά τα ακόλουθα ποσοστά λόγω δευτερευουσών απολαυών”.

2. Το τελευταίον εδάφιον της παρ. 2 του άρθρου 4 του ν.δ. 3395/1955 (άρθρον 4 παρ. 2 εδάφιον τελευταίον π.δ. 850/1980) αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“Διά το ημερομίσθιον προσωπικόν, ως μηνιαίος μισθός επί τη βάσει του οποίον κανονίζεται η σύνταξις νοείται το εκάστοτε ημερομίσθιον πολλαπλασιαζόμενον επί 28. Επί του ούτως εξευρισκομένου ποσού υπολογίζεται η προσαύξησις λόγω επιδόματος χρόνου υπηρεσίας και δευτερευουσών απολαυών”.

3. Η παρ. 1 του άρθρου 31 του Κώδικος Συντάξεων Προσωπικού Σιδηροδρόμων (π.δ. 850/1980) αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“Η σύνταξις του προσωπικού των σιδηροδρόμων του συνταξιοδοτουμένου εκ του Δημοσίου, υπολογίζεται συμφώνως προς τας εν άρθρω 4 οριζόμενα, βάσει του καθοριζομένου υπό των ισχυουσών την 1 Ιανουαρίου 1981 συνταξιοδοτικών, μισθολογικών και βαθμολογικών διατάξεων συνταξίμου μισθού και ανήκοντος εις τον βαθμόν, ον τούτο έφερε κατά την εξοδόν του εκ της υπηρεσίας, αυξανομένου κατά τα ποσοστά αυξήσεως του μισθού των δημοσίων υπαλλήλων από της ως άνω χρονολογίας και εφεξής.
Διά τους κεκτημένους βαθμόν μη περιλαμβανόμενον εις τας ανωτέρω διατάξεις, ως μισθός διά τον κανονισμόν της συντάξεώς των λαμβάνεται ο υπ` αυτών καθοριζόμενος ο μάλλον προσεγγίζων προς τον καταβαλλόμενον αυτοίς κατά τον χρόνον της εξόδον των και προκειμένον περί των προ της ως άνω ημερονηνίας εξελθόντων της υπηρεσίας, ο καθοριζόμενος υπό των αυτών διατάξεων όστις μάλλον προσεγγίζει προς τον μισθόν του βαθμού ούτινος την σύνταξιν εδικαιώθησαν. Εις πάσαν περίπτωσιν ο μάλλον προσεγγίζων μισθός δεν δύναται να υπερβή τον υπό των ανωτέρω διατάξεων προβλεπόμενον διά τον βαθμόν του αμέσως προισταμένου των ή διά την ανωτάτην βαθμίδα του Κλάδου των”.

4. Το πρώτον εδάφιον της παρ. 1 του άρθρου 32 του Κώδικος Συντάξεων Προσωπικού Σιδηροδρόμων (Π.Δ. 850/1980), αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“1. Ο κανονισμός της συντάξεως του συνταξιοδοτουμένου από το Δημόσιον προσωπικού της Διεθνούς Εταιρείας Κλιναμαξών (ΔΕΚ) ενεργείται επί τη βάσει της κάτωθι αντιστοιχίας προς τους βαθμούς των υπαλλήλων των σιδηροδρομικών δικτύων, εφαρμοζομένης κατά τα λοιπά της διατάξεως του πρώτου εδαφίου της παρ. 3 του παρόντος άρθρου, ως προς τας ισχυούσας την 1 Ιανουαρίου 1981 συνταξιοδοτικάς, μισθολογικάς και βαθμολογικάς διατάξεις διά το προσωπικόν των σιδηροδρόμων”.

5. Η παρ. 3 του άρθρου 4 τον ν. 1002/1979 “περί αυξήσεως, των συντάξεων των εκ του Δημοσίου συνταξιοδοτουμένων σιδηροδρομικών και ρυθμίσεως ετέρων θεμάτων” (άρθρον 32 παρ. 2 π.δ. 850/1980) αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“3. Επί του βασικού μισθού ενεργείας των βαθμών των υπαλλήλων των σιδηροδρομικών δικτνων, προς ους υπαλλήλους αντιστοιχούν, κατά τ` ανωτέρω, οι υπάλληλοι της ΔΕΚ, υπολογίζεται και η προσαύξησις λόγω επιδόματος χρόνου υπηρεσίας”.

6. Από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος καταργούνται:
α) Η παρ. 1 του άρθρου 2 του ν.δ. 1342/1973 “περί συνταξιοδοτήσεως του μεταφερομένου εις τον ΟΣΕ προσωπικού των ΣΕΚ” ως αντικατεστάθη διά του άρθρου 2 παρ. 2 του Ν. 479/1976 “περί αντικαταστάσεως και συμπληρώσεως συνταξιοδοτικών τινων διατάξεων αφορωσών εις το εις σύνταξιν δικαίωμα των υπαλλήλων του Οργανισμού Σιδηροδρόμων Ελλάδος (ΟΣΕ)”,
β) η παρ. 3 του άρθρου 2 τον ν.δ. 1342/1973 ως αντικατεστάθη, δι` άρθρου 3 Ν. 1002/1979 “περί αυξήσεως των συντάξεων των εκ του Δημοσίου συνταξιοδοτουμένων σιδηροδρομικών και ρυθμίσεως ετέρων τινών θεμάτων” (άρθρον 31 παρ. 2 Π.Δ. 850/1980) και
γ) η παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 1002/1979.

Άρθρον 35
Αναπροσαρμογή συντάξεων σιδηροδρομικών.

1. Το επίδομα χρόνου υπηρεσίας λαμβάνεται υπ` όψιν και διά την αναπροσαρμογήν των ήδη αναγνωρισθεισών μέχρι της δημοσιεύσεως του παρόντος νόμου πάσης φύσεως συντάξεων του προσωπικού των σιδηροδρόμων των κανονισθεισών βάσει μισθού ενεργείας.
Αι διατάξεις του δευτέρου εδαφίου της παρ. 1 του “άρθρου 34 εφαρμόζονται και εν προκειμένω.

2. Αι διατάξεις της παρ. 3 του προηγουμένου άρθρου έχουν εφαρμογήν και επί των μέχρι της δημοσιεύσεως του παρόντος νόμου αποκτησάντων δικαίωμα συντάξεως εις βάρος του Δημοσίου σιδηροδρομικών.

3. Δι` αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών καθορίζεται ο τρόπος αναπροσαρμογής κατ` εφαρμογήν του παρόντος, των ήδη αναγνωρισθεισών συντάξεων.
Η εκ της τοιαύτης αναπροσαρμογής προκύπτουσα αύξησις της συντάξεως, καταβάλλεται εις δύο δόσεις ήτοι κατά το ήμισυ μεν από 1ης Ιανουαρίου 1982, εις ολόκληρον δε από 1ης Ιανουαρίου 1983.
Εν προκειμένω δεν έχει εφαρμογήν ο χρονικός περιορισμός της διατάξεως της παρ. 1 του άρθρου 23 του ν.δ. 3395/1955 (άρθρ. 23 παρ. 1 π.δ. 850/1980), όσον αφορά την αναδρομικήν καταβολήν συντάξεων.

4. Τα εκ της εφαρμογής του προηγουμένου και του παρόντος άρθρου προκύπτοντα ποσά στρογγυλοποιούνται εις την δεδομένην δεκάδα.

5. Εν ουδεμιά περιπτώσει η κατά τας διατάξεις του παρόντος κανονιζομένη σύνταξις δύναται να είναι κατωτέρα της συντάξεως ήν ελάμβανεν ο συνταξιούχος κατά τας προ της ισχύος του παρόντος νόμου διατάξεις μετά των επιδομάτων, η επί πλέον όμως της ανηκούσης αυτώ, κατά τον παρόντα νόμον, συντάξεως διαφορά, αριθμητικώς καθοριζομένη εν τη πράξει ή αποφάσει, διατηρείται ως προσωρινόν επίδομα μέχρι της καθ` οιονδήποτε τρόπον καλύψεώς της.

Άρθρον 36
Συντάξιμος μισθός δημοσίων πολιτικών υπαλλήλων και στρατιωτικών.

1. Εις την παρ. 1 του άρθρου 9 του α.ν. 1854/1951, ως ήδη ισχύει (παρ. 1 άρθρου 9 π.δ. 1041/1979), προστίθεται δεύτερον εδάφιον, έχον ως ακολούθως:
“Προκειμένου περί λαμβανόντων, κατά νόμον, από 1.1.1981 μισθόν ανήκοντα εις βαθμόν ανώτερον του υπ` αυτών κατεχομένου κατά την εξοδόν των εκ της υπηρεσίας, η σύναξις κανονίζεται επί τη βάσει του μισθού του βαθμού τούτου”.

2. Η παρ. 2 του Άρθρού 9 του α.ν. 1854/1951, ως ήδη ισχύει (εδάφιον πρώτον παρ. 2 άρθρον 9) π.δ. 1041/1979), αντικαθίσταται, ως ακολούθως:
“2. Διά την εφαρμογήν της προηγουμένης παραγράφου ως μισθός νοείται ο εκάστοτε βασικός μισθός ενεργείας μετά της τυχόν προσαυξήσεως διά του επιδόματος χρόνου υπηρεσίας, ως και της τυχόν από 1.1.1981 παρεχομένης τοιαύτης λόγω ευδοκίμου παραμονής”.

3. Η παρ. 2 του άρθρου 34 του α. ν. 1854/1951, ως ήδη ισχύει (εδάφιον πρώτον παρ. 2 άρθρ. 34 π.δ. 1041/1979), αντικαθίσταται, ως ακολούθως:
“2. Διά την εφαρμογήν της προηγουμένης παραγράφου, ως μισθός νοείται ο εκάστοτε βασικός μισθός ενεργείας μετά της τυχόν προσαυξήσεως διά του επιδόματος χρόνου υπηρεσίας, ως και της τυχόν από 1.1.1981 παρεχομένης τοιαύτης λόγω ευδοκίμου παραμονής”.

Άρθρον 37
Συντάξιμος μισθός υπαλλήλων ΟΤΑ.

1. Εις την παρ. 1 του άρθρου 4 του ν.δ. 1827/1942, ως ήδη ισχύει, προστίθεται, δεύτερον εδάφιον, έχον ως ακολούθως:
“Προκειμένου περί λαμβανόντων, κατά νόμον, από 1.1.1981 μισθόν ανήκοντα εις βαθμόν ανώτερον του υπ` αυτών κατεχομένου κατά την έξοδόν των εκ της υπηρεσίας, η σύνταξις κανονίζεται επί τη βάσει του μισθού τούτου”.

2. Η παρ. 2 του άρθρου 4 του ν.δ. 1827/1942, ως ήδη ισχύει, αντικαθίσταται, ως ακολούθως:
“2. Διά την εφαρμογήν της προηγουμένης παραγράφου, ως μισθός νοείται ο εκάστοτε βασικός μισθός ενεργείας μετά της τυχόν προσαυξήσεως διά του επιδόματος χρόνου υπηρεσίας, ως και της τυχόν από 1.1.1981 παρεχομένης τοιαύτης λόγω ευδοκίμου παραμονής”.

Άρθρον 38
Μισθολογικαί προαγωγαί.

1. Μεταβολαί υπηρεσιακής καταστάσεως υπαλλήλων εξελθόντων της υπηρεσίας κατά το από 1.1.1981 μέχρι δημοσιεύσεως του νόμου περί ρυθμίσεως θεμάτων καταστάσεως υπαλλήλων του Δημοσίου και ν.π. δ.δ. και άλλων τινών διατάξεων του 1981 χρονικόν διάστημα, γενόμεναι κατ` εφαρμογήν των άρθρων 1-8 αυτού και συνεπαγόμεναι συνταξιοδοτικάς συνεπείας λαμβάνονται υπ` όψιν και διά τον κανονισμόν της συντάξεως.

2. Οι υπαγόμενοι εις την διάταξιν της προηγουμένης παραγράφου, και εν περιπτώσει θανάτου αυτών, τα τυχόν δικαιούμενα συντάξεως πρόσωπα της οικογενείας των, δέον όπως υποβάλουν σχετικήν αίτησιν εις την αρμοδίαν υπηρεσίαν κανονισμσύ συντάξεων εντός δύο ετών από της δημοσιεύσεως του παρόντος νόμου. Τα οικονομικά αποτελέσματα εν προκειμένω άρχονται από της πρώτης του μηνός της χρονολογίας εκδόσεως της σχετικής πράξεως ή αποφάσεως.

Άρθρον 39
Διαβάθμισις προσωπικού του ΚΕΠΕ.
Εις το άρθρον 3 του ν. 223/1975 “περί συνταξιοδοτήσεως του προσωπικού του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών κλπ.”, προστίθεται παρ. 4 (δεύτερον και τρίτον εδάφιον εις την παρ. 11 του άρθρου 9 του π.δ. 1041/1979), έχουσα ως ακολούθως:
“4. Αμα τη συμπληρώσει 25ετούς πραγματικής και συνταξίμου υπηρεσίας, το προσωπικόν του ΚΕΠΕ, διά το οποίον προβλέπεται διαβάθμισις εις τον 2ον βαθμόν της δημοσιοϋπαλληλικής ιεραρχίας, δικαιούται, διά τον υπολογισμόν της συντάξεως, και του επιδόματος ευδοκίμου παραμονής, το οποίον χορηγείται εις υπαλλήλους του Δημοσίου επί βαθμώ 2ω.
Το προσωπικόν τον ΚΕΠΕ, διά το οποίον προβλέπεται διαβάθμισις μέχρι και του 3ου βαθμού της δημοσιοϋπαλληλικής ιεραρχίας, από της συμπληρώσεως της αυτής ως άνω υπηρεσίας διαβαθμίζεται εις τον αμέσως επόμενον, κατά περίπτωσιν, βαθμόν”.

Άρθρον 40
Προγενεστέρα υπηρεσία στρατιωτικών ιερέων.

1. Εις την παρ. 1 του άρθρου 37 του αν.ν. 1854/1951, ως ήδη ισχύει (παρ. 1 άρθρ. 37 π.δ. 1041/1979), προστίθεται περίπτ. ιε`, έχουσα ως ακολούθως:
“ιε`. Απασα η προγενεστέρα υπηρεσία των στρατιωτικών ιερέων ως διακόνων ή εφημερίων εις Μητροπόλεις ή ενοριακούς ναούς”.

2. Η διάταξις της προηγουμένης παραγράφου έχει εφαρμογήν και επί των εξελθόντων ήδη του στρατεύματος, ως και επί των οικογενειών των εκ τούτων αποβιωσάντων, παρ` ων η σχετική αίτησις δέον να υποβληθή εντός προθεσμίας δύο ετών από της δημοσιεύσεως του παρόντος, τα δε οικονομικά αποτελέσματα άρχονται από της πρώτης του μηνός της χρονολογίας εκδόσεως της σχετικής πράξεως ή αποφάσεως.

Άρθρον 41
Αναγνώρισις προγενεστέρας υπηρεσίας αδελφών νοσοκόμων και μαιών.

1. Εις την παρ. 1 του άρθρου 12 τον α.ν. 1854/1951, ως ετροποποιήθη και συνεπληρώθη μεταγενεστέρως (παρ. 1 άρθρ. 12 π.δ. 1041/1979) προστίθεται περίπτωσις μθ` έχουσα ως ακολούθως:
“μθ`) Ο χρόνος πρακτικής ασκήσεως, κατά την διάρκειαν της φοιτήσεως των διπλωματούχων αδελφών νοσοκόμων, επισκεπτριών αδελφών και μαιών εις τας οικείας Σχολάς, από της συμπληρώσεως του 17ου έτους της ηλικίας των, εάν το πτυχίον εχρησίμευσεν ως προσόν διορισμού εις την υπηρεσίαν, εξ ης απεμακρύνθησαν και έχουν θεμελιώσει δικαίωμα συντάξεως εις βάρος του Δημοσίου.
Διά την εφαρμογήν του προηγουμένου εδαφίου ο προσμετρούμενος χρόνος ορίζεται:
αα) εις τρία και ήμισυ (3 1/2) έτη διά τας αποφοίτους των Σχολών επισκεπτριών Αδελφών τετραετούς φοιτήσεως και Μαιών μέχρι και του έτους 1977.
ββ) Εις τρία (3) έτη διά τας αδελφάς νοσοκόμους τριετούς φοιτήσεως και επισκεπτρίας αδελφάς αποφοίτους αντιστοίχων Σχολών μέχρι και του έτους 1955.
γγ) Εις δύο και ήμισυ (2 1/2) έτη διά τας αποφοίτους των Σχολών Αδελφών Νοσοκόμων ετών 1956 – 1973, Επισκεπτριών Αδελφών ετών 1956 – 1974 και Μαιών έτους 1978 και εντεύθεν,
δδ) Εις δύο (2) έτη διά τας αποφοίτους των Σχολών Αδελφών Νοσοκόμων τριετούς φοιτήσεως έτους 1974 και εντεύθεν.
εε) Εις εν (1) έτος διά τας αποφοίτους των Σχολών Αδελφών Νοσοκόμων ΚΑΤΕΕ Υπουργείου Παιδείας και Βοηθών Νοσοκόμων μονοετούς ή διετούς φοιτήσεως”.

2. Αι διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου έχουν εφαρμογήν και επί των αδελφών νοσοκόμων, επισκεπτριών αδελφών, μαιών και βοηθών νοσοκόμων των οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως και των άλλων Ν.Π.Δ.Δ., το προσωπικόν των οποίων διέπεται υπό των διατάξεων περί συνταξιοδοτήσεως των δημοσίων υπαλλήλων, είτε κατά παραπομπήν προς τα ισχύοντα επ` αυτών, είτε δι` ιδίων νομοθετημάτων επαναλαμβανόντων τας σχετικάς διατάξεις.

3. Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και επί των προ της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος νόμου εξελθουσών ήδη της υπηρεσίας και των οικογενειών των εκ τούτων θανόντων παρ` ων η σχετική αίτησις δέον να υποβληθή εντός προθεσμίας δύο ετών από της δημοσιεύσεως του παρόντος νόμου, τα δε οικονομικά αποτελέσματα άρχονται από της πρώτης του μηνός της χρονολογίας εκδόσεως της σχετικής πράξεως ή αποφάσεως.

Άρθρον 42
Κανονισμός συντάξεως επί ειδικών τινων περιπτώσεων ειδικών συμβούλων.

1. Η σύνταξις Ειδικών Συμβούλων του άρθρου 3 του ν.δ. 4352/1964 απολυθέντων διά του α.ν. 4/1967 ή δι` υπουργικής αποφάσεως εκδοθείσης μετά την επιβολήν του καθεστώτος της 21ης Απριλίου 1967, καθορίζεται επί τη βάσει του μισθού του Γενικού Διευθυντού, εφ` όσον ούτοι εξήλθον της Υπηρεσίας ως μόνιμοι δημόσιοι υπάλληλοι έχοντες τον βαθμόν Δ/ντού Α` τάξεως και συμπεπληρωμένον χρόνον υπηρεσίας προς προαγωγήν εις τον ανώτερον βαθμόν, διήνυσαν δε εις την θέσιν του Ειδικού Συμβούλου διετή τουλάχιστον πραγματικήν υπηρεσίαν.

2. Η σχετική αίτησις δέον να υποβληθή εντός προθεσμίας δύο μηνών από της δημοσιεύσεως του παρόντος νόμου, τα δε οικονομικά αποτελέσματα άρχονται από της πρώτης του επομένου της υποβολής της αιτήσεως μηνός.

Άρθρον 43
Μισθολογική προαγωγή αξιωματικών.
Αι διατάξεις του άρθρου 6 του ν. 1135/1981 “περί ρυθμίσεως μισθολογικών τινων θεμάτων των κατωτέρων οργάνων των Σωμάτων Χωροφυλακής, Αστυνομίας Πόλεων χαι Πυροσβεστικού και άλλων τινών διατάξεων” έχουν εφαρμογήν και επί των εξελθόντων της υπηρεσίας από 1ης Οκτωβρίου 1979 και των οικογενειών αυτών, παρ` ων η σχετική αίτησις δέον να υποβληθή εντός προθεσμίας δύο ετών από της δημοσιεύσεως του παρόντος, η δε αύξησις της συντάξεως τούτων ορίζεται πληρωτέα από της πρώτης του μηνός της χρονολογίας εκδόσεως της σχετικής πράξεως ή αποφάσεως.

Άρθρον 44
Συνταξιοδότησις αποκατασταθέντων υπαλλήλων.

1. Εις το άρθρον 75 του Κώδικος Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων (π.δ. 1041/1979) προστίθενται παράγραφοι 14 και 15, έχονσαι ως ακολούθως:
“14. Τακτικοί πολιτικοί δημόσιοι υπάλληλοι, αποκατασταθέντες εις την αρχαιότητα αυτών, συμφώνως προς τας διατάξεις του άρθρου 19 του ν. 887/1979 “περί ρυθμίσεως θεμάτων καταστάσεως υπαλλήλων του Δημοσίου και Ν.Π.Δ.Δ.”, μετά την εξοδόν των εκ της υπηρεσίας, και, συγχρόνως, προαχθέντες εις ανώτερον, βαθμόν, κατ` εφαρμογήν των διατάξεων του άρθρου 4 τον ν.δ. 76/1974 “περί επαναφοράς απολυθέντων ή εξαναγκασθέντων εις παραίτησιν υπαλλήλων, αποκαταστάσεως υποβιβασθέντων και ρυθμίσεως συναφών θεμάτων”, ως ετροποποιήθη διά του άρθρου 16 του ανωτέρω νόμου, δικαιούνται συντάξεως, βάσει του μισθού του βαθμού εις ον προήχθησαν.
15. Τακτικοί πολιτικοί δημόσιοι υπάλληλοι, απομακρυνθέντες της υπηρεσίας κατ` εφαρμογήν των διατάξεων της παρ. 4 του άρθρου 125 του Συντάγματος του 1968, λόγω συμπληρώσεως τριακονταπενταετούς πραγματικής δημοσίας υπηρεσίας, υπολογισθείσης διά την συμπλήρωσιν ταύτης και υπηρεσίας, ήτις δεν ελογίζετο ως συντάξιμος κατά τας διατάξεις της κατά τον χρόνον της αποχωρήσεώς των κειμένης συνταξιοδοτικής νομοθεσίας, κρίνονται προς προαγωγήν εις τον επόμενον του υπ` αυτών κατεχομένου βαθμόν, ανεξαρτήτως υφισταμένων ή μη κενών οργανικών θέσεων κατόπιν σχετικού ερωτήματος της αρμοδίας Υπηρεσίας προς το οικείον Υπηρεσιακόν Συμβούλιον και, εφ` όσον κριθούν ως προσακτέοι κατ` εκλογήν προάγονται εις τον βαθμόν τούτον, και δικαιούνται συντάξεως βάσει του μισθού αυτού, άνευ δικαιώματος λήψεως οιασδήποτε αναδρομικής διαφοράς αποδοχών ή συντάξεως.
Η κρίσις των υπαγομένων εις τας διατάξεις του προηγουμένου εδαφίου υπαλλήλων, χωρεί, εφ` όσον, από της αποχωρήσεώς των από της υπηρεσίας μέχρι του χρόνου, καθ` ον, κατά τας διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 9 του ν. 193/1975 “περί επαναφοράς εις την υπηρεσίαν απολυθέντων εκτάκτων, επί θητεία, ή επί σχέσει έργασιας δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου υπαλλήλων κ.λπ.”, ελογίσθησαν ως συμπληρώσαντες τριακονταπενταετή πραγματιχήν και συντάξιμον δημοσίαν υπηρεσίαν και, πάντως, ουχί πέραν του 65ου έτους της ηλικίας των, είχον συμπληρώσει τον απαιτούμενον προς προαγωγήν εις τον επόμενον ενιαίον τον κατεχομένου βαθμού χρόνον υπηρεσίας ή προήχθη εις τον επόμενον μη ενιαίον του κατεχομένου βαθμού νεώτερός των υπάλληλος.
Η κατά την παρούσαν παράγραφον προαγωγή δεν δύναται να γίνη εις βαθμόν ανώτερον του 2ου”.

2. Ο κανονισμός της κατά το παρόν άρθρον συντάξεως, ενεργείται κατόπιν αιτήσεως των δικαιούχων και, εν περιπτώσει θανάτου, των οικογενειών αυτών, υποβαλλομένης εντός προθεσμίας δύο ετών από της δημοσιεύσεως του παρόντος, τα δε οικονομικά αποτελέσματα άρχονται από της πρώτης του μηνός της χρονολογίας εκδόσεως της σχετικής διατάξεως ή αποφάσεως.

3. Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου έχουν εφαρμογήν και επί των υπαλλήλων των ΟΤΑ και λοιπών ΝΠΔΔ.

Άρθρον 45
Καθορισμός αντιστοιχίας των εκ του Δημοσίου συνταξιοδοτουμένων υπαλλήλων των ΕΛ-ΤΑ.

1. Αι περιπτώσεις ΣΤ` Κλάδος οδηγών Αυτοκινήτων, Ζ` Κλάδος Τεχνιτών, Η` Κλάδος Κλητήρων, Θ` Κλάδος Διαμετακομιστών και Ι` Κλάδος Καθαριστριών του άρθρου 1 του ν.δ. 1162/1972 “περί καθορισμού αντιστοιχίας των εκ του Δημοσίου Ταμείου συνταξιοδοτουμένων υπαλλήλων των Ελληνικών Ταχυδρομείων (ΕΛ-ΤΑ)” ως ήδη ισχύει, κατόπιν του ν. 952/1979 “περί αντικαταστάσεως διατάξεων του ν.δ. 1162/1972, κ.λπ. (περίπτ. ΣΤ, Ζ, Η, Θ και Ι παρ. 6 άρθρου 82 π.δ. 1041/1979)”, αντικαθίστανται, ως ακολούθως:
“ΣΤ` Κλάδος Οδηγών Αυτοκινήτων
1. ΟΔΟ…………….. Τμηματάρχης β` (5ος) 2. ΟΔ1…………….. Εισηγητής (6ος) 3. ΟΔ2…………….. Γραμματεύς α` (7ος) 4.θΟΔ3…………….. Γραμματεύς β` (8ος) 5. ΟΔ4…………….. Ακόλουθος (9ος)
Ζ` Κλάδος Τεχνιτών
1. ΤΧ0…………….. Τμηματάρχης β` (5ος) 2. ΤΧ1…………….. Εισηγητής (6ος) 3. ΤΧ2…………….. Γραμματεύς α` (7ος) 4. ΤΧ3…………….. Γραμματεύς β` (8ος) 5. ΤΧ4…………….. Ακόλουθος (9ος)
Η` Κλάδος Κλητήρων
1. ΚΛΑ…………….. Εισηγητής (6ος) 2. ΚΛ0…………….. Γραμματεύς α` (7ος) 3. ΚΛ1…………….. Γραμματεύς β` (8ος) 4. ΚΛ2…………….. Ακόλουθος (9ος) 5. ΚΛ3…………….. Γραφεύς α` (10ος) 6. ΚΛ4…………….. Γραφεύς β` (11ος) 7. ΚΛ5…………….. Κλητήρ α` (12ος)
Θ` Κλάδος Διαμετακομιστών
1. ΔΜΑ…………….. Εισηγητής (6ος) 2. ΔΜ0…………….. Γραμματεύς α` (7ος) 3. ΔΜ1…………….. Γραμματεύς β` (8ος) 4. ΔΜ2…………….. Ακόλουθος (9ος) 5. ΔΜ3…………….. Γραφεύς α` (10ος) 6. ΔΜ4…………….. Γραφεύς β` (11ος) 7. ΔΜ5…………….. Κλητήρ (12ος) Ι` Κλάδος Καθαριστριών
1. ΚαΑ.`…………… Εισηγητής (6ος) 2. ΚΘΒ…………….. Γραμματεύς α` (7ος) 3. ΚΘΟ…………….. Γραμματεύς β` (βος) 4, Κθ1…………….. Ακόλουθος (9ος) 5, Κθ2…,…………. Γραφεύς α` (10ος) 6. ΚΘ3…………….. Γραφεύς β` (11ος) 7. Κθ4…………….. Κλητήρ (12ος)

2. Η ισχύς του παρόντος άρθρου άρχεται από 1ης Ιουλίου 1979, η δε προθεσμία εντός της οποίας δέον να υποβληθή, εφ` όσον συντρέχει περίπτωσις, η αίτησις εκ μέρους των εξελθόντων ήδη της υπηρεσίας μετά την ημερομηνίαν ταύτην και των οικογενειών των εκ τούτων αποβίωσάντων, περί αναπροσαρμογής της συντάξεώς των, ορίζεται διετής από της δημοσιεύσεως του παρόντος νόμου, τα δε εκ της τοιαύτης αναπροσαρμογής οικονομικά αποτελέσματα, άρχονται από της πρώτης του μηνός της χρονολογίας εκδόσεως της σχετικής πράξεως ή αποφάσεως.

Άρθρον 46
Συνταξιοδότησις των Ελλήνων Αντιπροσώπων εις την Συνέλευσιν των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

1. Αι εκάστοτε ισχύουσαι διατάξεις περί συνταξιοδοτήσεως των βουλευτών εφαρμόζονται αναλόγως και δια την συνταξιοδότησιν των Ελλήνων αντιπροσώπων εις την Συνέλευσιν των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
Ομοίως, αι εκάστοτε ισχύουσαι διατάξεις περί συνταξιοδοτήσεως των οικογενειών των βουλευτών εφαρμόζονται και διά την συνταξιοδότησιν των οικογενειών των Ελλήνων αντιπροσώπων εις την Σννέλευσιν των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

2. Προϋπηρεσία Ελλήνων αντιπροσώπων εις την Συνέλευσιν των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ως βουλευτών εις το Ελληνικόν Κοινοβούλιον και αντιστρόφως, λαμβάνεται υπ` όψιν, τόσον διά την θεμελίωσιν δικαιώματος συντάξεως, όσον και διά την επαύξησιν του ποσού ταύτης.

3. Οι Ελληνες αντιπρόσωποι εις την Συνέλευσιν των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων δεν δικαιούνται συντάξεως εκ του Δημοσίου, εφ` όσον διά την υπηρεσίαν των ταύτην έτυχον συντάξεως εξ οιασδήποτε άλλης πηγής το αυτό ισχύει και διά τας οικογενείας των εκ τούτων αποβιούντων.

Άρθρον 47
Παράτασις προθεσμιών της κειμένης συνταξιοδοτικής νομοθεσίας

1. Αι μέχρι της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος νόμου λήξασαι προθεσμίαι της κειμένης συνταξιοδοτικής νομοθεσίας προς άσκησιν εις βάρος του Δημοσίου δικαιώματος συντάξεως ή βοηθήματος ή αυξήσεως τούτων, ως και αι προθεσμίαι ασκήσεως ενδίκων μέσων επί συνταξιοδοτικών εν γένει υποθέσεων του Δημοσίου, παρατείνονται επί δύο έτη από της δημοσιεύσεως του νόμου τούτου διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.

2. Εις την διάταξιν της προηγουμένης παραγράφου περιλαμβάνονται και αι προθεσμίαι:
α) του άρθρου 2 του ν. 2125/1952 “περί παρατάσεως προθεσμιών τινων της κειμένης συνταξιοδοτικής νομοθεσίας”,
β) των άρθρων 2 παρ. 4 και 4 του α.ν. 599/1969 “περί της διαδικασίας κανονισμού των συντάξεων του Δημοσίου”,
γ) του άρθρου 10 του υπ` αριθ. Ζ`/1975 Ψηφίσματος “περί καταργήσεως των εις τους βουλευτάς αναγνωριζομένων ατελειών και ρυθμίσεως θεμάτων αναφερομένων εις τα μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου”.
δ) των παραγράφων 4 και 5 του άρθρου 3 του ν. 787/1978 “περί αυξήσεως των συντάξεων του Δημοσίου των μη καθοριζομένων επί τη βάσει μισθού ενεργείας και ρυθμίσεως συνταξιοδοτικών θεμάτων κατόπιν του νέου μισθολογίου” και
ε) των άρθρων 37, 38, 40, 41 και 42 του ν. 955/1979 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως της κειμένης συνταξιοδοτικής νομοθεσίας”.

3. Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και διά τας ληγούσας εντός της ανωτέρω διετούς προθεσμίας, περί ων αι προηγούμεναι παράγραφοι.

4. Τα οικονομικά αποτελέσματα εκ της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος άρχονται από της πρώτης του μηνός της χρονολογίας εκδόσεως της σχετικής πράξεως ή αποφάσεως.

Άρθρον 48
Εναρξις ισχύος.
Η ισχύς του παρόντος νόμου άρχεται από 1ης Ιανουαρίου 1981, εκτός αν άλλως ορίζεται εν αυτώ.

Ο παρών νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ΄Ημών σήμερον κυρωθείς , δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.

Εν Αθήναις τη 10 Σεπτεμβρίου 1981

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ