Νόμος 1184 ΦΕΚ Α΄198 198/29.7.1981
Περί κυρώσεως της εις Αθήνας την 24ην Οκτωβρίου 1979 υπογραφείσης Συμβάσεως δικαστικής αρωγής επί αστικών και ποινικών υποθέσεων μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Λαϊκής Δημοκρατίας της Πολωνίας.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής απεφασίσαμεν

Άρθρον πρώτον
Κυρούται και έχει ισχύν νόμου ή εις Αθήνας την 44ην Οκτωβρίου 1979 υπογραφείσα Σύμβασις δικαστικής αρωγής επί αστικών και ποινικών υποθέσεων μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Λαϊκής Δημοκρατίας της Πολωνίας, της οποίας το κείμενον εις πρωτότυπον εις την ελληνικήν και εις την Γαλλικήν γλώσσαν έχει ως ακολούθως:
ΣΥΜΒΑΣΙΣ Δικαστικής αρωγής επί αστικών και ποινικών υποθέσεων μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Λαϊκής Δημοκρατίας της Πολωνίας.
Ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας και το Συμβούλιον του Κράτους της Λαϊκής Δημοκρατίας της Πολωνίας, επιθυμούντες να ενδυναμώσουν την στενήν και διαρκή φιλίαν μεταξύ των δύο χωρών και να εκδηλώσουν το ενδιαφέρον το οποίον τρέφουν δια την συνεργασίαν εις το νομικόν πεδίον, απεφάσισαν να συνάψουν μίαν Σύμβασιν σχετικήν προς την δικαστικήν αρωγήν επί αστικών και ποινικών υποθέσεων. Και προς τον σκοπόν αυτόν διώρισαν ως πληρεξουσίους των: Ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας Τον Κύριον Γεώργιον Σταμάτην, Υπουργόν Δικαιοσύνης της Ελληνικής Δημοκρατίας, Το Συμβούλιον του Κράτους της Λαϊκής Δημοκρατίας της Πολωνίας. Τον Καθηγητήν Δόκτορα Κύριον JERZY BAFIA, Υπουργόν Δικαιοσύνης της Λαϊκής Δημοκρατίας της Πολωνίας, οι οποίοι, ανταλλάξαντες τα πληρεξούσια έγγραφα των ευρεθέντα εν πλήρει τάξει, συνεφώνησαν επί των ακολούθων: ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 1. Γενικαί Διατάξεις.
Άρθρον 1
Εκτασις της νομικής προστασίας
1. Οι υπήκοοι εκάστου των Συμβαλλομένων Μερών απολαύουν επί του εδάφους του ετέρου Συμβαλλομένου Μέρους, όσον αφορά εις τα προσωπικά και περιουσιακά δικαιώματα των, της αυτής προστασίας ην τούτο το τελευταίον παρέχει εις τους ιδίους αυτού υπηκόους.
2. Οι υπήκοοι εκάστου των Συμβαλλομένων Μερών δικαιούνται όπως απευθύνωνται ελευθέρως εις τα δικαστήρια και άλλα όργανα του ετέρου Συμβαλλομένου Μέρους τα αρμόδια επί αστικών και ποινικών υποθέσεων. Δύναται να εμφανίζωνται ενώπιον των οργάνων αυτών, ίνα υπερασπίζουν τα δικαιώματά των, υποβάλλουν αιτήσεις και εγείρουν αγωγάς υπό τους αυτούς ως οι υπήκοοι του Μέλους τούτου όρους.
3. Αι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 εφαρμόζονται αντιστοίχως ως προς τα νομικά πρόσωπα αμφοτέρων των Συμβαλλομένων Μερών.
Άρθρον 2
Τρόπος επικοινωνίας. 1. Εις τα υπό της παρούσης Συμβάσεως ρυθμιζόμενα θέματα το Υπουργείον Δικαιοσύνης της Ελληνικής Δημοκρατίας καθώς και το Υπουργείον Δικαιοσύνης ή ή Γενική Εισαγγελία της Λαϊκής Δημοκρατίας της Πολωνίας θα επικοινωνούν απ` ευθείας μεταξύ των, εκτός εναντίας τινός διατάξεως της παρούσης Συμβάσεως. 2. Τα δικαστήρια και έτερα όργανα των Συμβαλλομένων Μερών αρμόδια επί αστικών και ποινικών θεμάτων θα επικοινωνούν μεταξύ των δια του Υπουργείου Δικαιοσύνης της Ελληνικής Δημοκρατίας και του Υπουργείου Δικαιοσύνης ή της Γενικής Εισαγγελίας της Λαϊκής Δημοκρατίας της Πολωνίας.
Άρθρον 3
Επίσημοι γλώσσαι
Τα αποστελλόμενα έγγραφα, προκειμένου περί θεμάτων ρυθμιζομένων υπό της παρούσης Συμβάσεως θα συντάσωνται εις την γλώσσαν του αιτούντος Μέρους, συνοδευόμενα υπό μεταφράσεως εις την γλώσσαν του, προς ο η αίτησις. Μέρους ή εις την γαλλικήν γλώσσαν.
Άρθρον 4.
Πληροφόρησις επί του Δικαίου
Το Υπουργείον Δικαιοσύνης της Ελληνικής Δημοκρατίας και το Υπουργείον Δικαιοσύνης της Λαϊκής Δημοκρατίας της Πολωνίας, καθώς και αι Γενικαί Εισαγγελίαι αμφοτέρων των Συμβαλλομένων Μερών θα πληροφορούν αμοιβαίως αλλήλους, κατόπιν αιτήσεως, περί του εν ισχύι δικαίου εις τας οικείας των χώρας, περί της ερμηνείας των νομοθετικών διατάξεων υπό των αρμοδίων οργάνων των Συμβαλλομένων Μερών, περί των σπουδαιοτέρων νομοθετικών πράξεων, ως επίσης και, εάν παρίσταται ανάγκη, περί καθωρισμένων νομικών θεμάτων.
Άρθρον 5.
Κατά την έννοιαν της παρούσης Συμβάσεως ο όρος “αστικαί υποθέσεις” περιλαμβάνει ωσαύτως τας υποθέσεις τα σχετικάς με το εμπορικόν και οικογενειακόν δίκαιον.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 2
Δικαστική αρωγή
Άρθρον 6
Ασκησις τη δικαστικής αρωγής

1. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη αναλαμβάνουν την υποχρέωσιν όπως παρέχουν αμοιβαίως δικαστικήν αρωγήν επί αστικών και ποινικών υποθέσεων.
2. Η δικαστική αρωγή ασκείται δια της ενεργείας ωρισμένων δικονομικών πράξεων, ιδία δε μεταβιβάσεως εγγράφων, διενεργείας ερευνών, κατασχέσεως και παραδόσεως τεκμηρίων, διενεργείας πραγματογνωμοσύνης, εξετάσεως κατηγορουμένων, διαδίκων, μαρτύρων και εμπειρογνωμόνων, ως επίσης και δικαστικής αυτοψίας.
Άρθρον 7
Αντικείμενον και τύπος των δικαστικών παραγγελιών.
1. Η δικαστική παραγγελία, δέον να περιλαμβάνη:
α) την ονομασίαν των αιτούντων και των προς α η αίτησις οργάνων,
β) την υπόθεσιν την οποίαν αφορά η αίτησις παραγγελίας,
γ) το όνομα και επώνυμον των διαδίκων, των κατηγορουμένων ή καταδικασθέντων, την κατοικίαν ή διαμονήν αυτών, την ιθαγένειαν και επάγγελμα και προκειμένου περί ποινικών υποθέσεων, εάν είναι δυνατόν, τον τόπον και την ημερομηνίαν γεννήσεως των κατηγορουμένων ή καταδικασθέντων και τα ονόματα των γονέων των,
δ) τα ονόματα, επώνυμα και διευθύνσεις των εντολοδόχων,
ε) το αντικείμενον της παραγγελίας και τας απαραιτήτους πληροφορίας δια την εκτέλεσιν της και, εις τας ποινικάς υποθέσεις, τον χαρακτηρισμόν της συνιστώσης το έγκλημα πράξεως.
2. Αι δικαστικαί παραγγελίαι και τα συνημμένα έγγραφα δέον όπως φέρουν την υπογραφήν και σφραγίδα της αρχής εκ της οποίας προέρχονται.
Άρθρον 8.
Εκτέλεσις επί δικαστικών παραγγελιών.
1. Προς εκτέλεσιν μιας δικαστικής παραγγελίας, το προς ο η αίτησις όργανον, εφαρμόζει τας εν ισχύι εις το Κράτος του νομοθετικάς διατάξεις.
Εν ταύτοις, το προς ο η αίτησις όργανον δύναται τη αιτήσει του αιτούντος Συμβαλλομένου Μέρους, να εφαρμόση τας δικονομικάς διατάξεις του ετέρου Συμβαλλομένου Μέρους καθ` ο μέτρον αύται δεν είναι αντίθεται προς την νομοθεσίαν του προς ο η αίτησις Μέρους.
2. Οταν το προς ο η αίτησις όργανον δεν είναι αρμόδιον δια την εκτέλεσιν της δικαστικής παραγγελίας, μεταβιβάζει ταύτην εις το αρμόδιον όργανον του προς ο η αίτησις Μέρους και πληροφορεί επί τούτου το αιτούν όργανον.
3. Τη αιτήσει του αιτούντος οργάνου, το προς ο η αίτησις όργανον πληροφορεί απ`ευθείας τούτο περί της ημερομηνίας και του τόπου της εκτελέσεως της αιτουμένης πράξεως.
4. Το προς ο η αίτησις επιστρέφει τον φάκελλον της υποθέσεως μετά την εκτέλεσιν της δικαστικής παραγγελίας εις το αιτούν όργανον ή πληροφορεί τούτο περί των τυχόν εμποδίων εις την εκτέλεσιν της δικαστικής παραγγελίας.
Άρθρον 9
Μάρτυρες και εμπειρογνώμονες
1. Οταν, κατά την διάρκειαν της διαδικασίας ενώπιον ενός δικαστηρίου ή ενός ετέρου οργάνου ενός των Συμβαλλομένων Μερών, η εμφάνισις ενός μάρτυρος ή ενός εμπειρογνώμονος διαμένοντος εις το έδαφος του ετέρου Συμραλλομένου Μέρους κρίνεται αναγκαία, δύναται να αιτηθή παρά του δικαστηρίου ή ετέρου αρμοδίου οργάνου του τελευταίου τούτου όπως κοινοποιήσουν την κλήσιν.
2. Εις την περίπτωσιν την προβλεπομένην εις την παράγραφον 1 η κλήσις δεν δύναται να συνοδεύεται υπό προστίμου ή ετέρων καταναγκαστικών μέτρων εν περιπτώσει μη εμφανίσεως.
3. Τα έξοδα ταξειδίου και διαμονής ως επίσης και η καταβολή αποζημιώσεως των μαρτύρων ή εμπειρογνωμόνων βαρύνουν το αιτούν Μέρος.
4. Μάρτυς ή εμπειρογνώμων, όστις ήθελεν εμφανισθή κατόπιν κλήσεως, επιδοθείσης εις αυτόν υπό οργάνου του προς ο` ή αίτησις Μέρους, ενώπιον του οργάνου του αιτούντος Μέρους, δεν υπόκεινται εις σύλληψιν, ποινικήν δίωξιν ή εις εκτέλεσιν επιβληθείσης ποινής δι` έγκλημα διαπραχθέν προ της διελεύσεως των συνόρων του αιτούντος Μέρους.
5. Ο εν λόγω μάρτυς ή εμπειρογνώμων παύει να απολαύη του προβλεπομένου εν τη παραγράφω 4 προνομίου εάν ούτος δεν εγκαταλείψη το έδαφος του αιτούντος Μέρους προς της λήξεως προθεσμίας 15 ημερών υπολογιζομένης από την ημέραν κατά την οποίαν το εξετάσαν αυτόν όργανον εγνωστοποίησεν εις αυτόν ότι η παρουσία του δεν είναι πλέον αναγκαία. Κατά τον υπολογισμόν της προθεσμίας ταύτης δεν περιλαμβάνεται ο χρόνος καθ` ον ο μάρτυς ή εμπειρογνώμων δεν ηδυνήθη, δια ανεξαρτήτους της θελήσεώς του λόγους, να εγκαταλείψη το έδαφος του αιτούντος Μέρους.
Άρθρον 10
Επίδοσις εγγράφων
1. Αι κοινοποιήσεις των εγγράφων διενεργούνται υπό του προς ο η αίτησις οργάνου συμφώνως προς την συναφή προς το θέμα τούτο ισχύουσαν νομοθεσίαν εις το Κράτος τούτο, εφ` όσον τα προς επίδοσιν έγγραφα είναι συντεταγμένα εις την γλώσσαν τον προς ο ή αίτησις Μέρους ή εφ` όσον συνοδεύονται υπό κεκυρωμένης μεταφράσεως εις την γλώσσαν του Μέρους τούτου. Εν αντιθέτω περιπτώσει το προς ο ή αίτησις όργανον δεν κοινοποιεί το έγγραφον εις τον παραλήπτην του ει μη μόνον εφ` όσον ούτος ήθελεν αποδεχθή την παραλαβήν του.
2. Εις την δικαστικήν παραγγελίαν δέον να αναφέρεται η ακριβής διεύθυνσις του παραλήπτου και να καθορίζεται το προς επίδοσιν έγγραφον.
3. Οταν η επίδοσις των εγγράφων δεν καθιστάται δυνατόν να γίνη εις την αναφερομένην εις την δικαστικήν παραγγελίαν διεύθυνσιν, το προς ο ή αίτησις όργανον λαμβάνει πρόσφορα μέτρα προς εξακρίβωσιν της διευθύνσεως καθίσταται αδύνατος, το προς ο ή αίτησις όργανον πληροφορεί περί τούτου το αιτούν όργανον και του επιστρέφει τα προς επίδοσιν έγγραφα.
Άρθρον 11
Βεβαίωσις περί της επιδόσεως εγγράφων
Η βεβαίωσις περί της επιδόσεως των εγγράφων διενεργείται συμφώνως προς τους κανόνας επιδόσεως εγγράφων τους ισχύοντας εις το έδαφος του προς ο η αίτησις Μέρους. Εις την βεβαίωσιν δέον να αναφέρωνται η ημερομηνία και ο τόπος της επιδόσεως.
Άρθρον 12
Εξοδα σχετικά προς την δικαστικήν αρωγήν
1. Το προς ο η αίτησις Συμβαλλόμενον Μέρος αναλαμβάνει πάντα τα έξοδα τα προκύπτοντα κατά την παροχήν της δικαστικής αρωγής εις το έδαφός του και δεν αξιοί την καταβολήν των εξόδων τούτων.
2. Το προς ο η αίτησις όργανον πληροφορεί το αιτούν όργανον περί του ύψους των πραγματοποιηθέντων εξόδων. Εάν το αιτούν όργανον εισπράξη τας δαπάνας αυτάς, παρά του προς τούτε υποχρέου προσώπου, τα ως άνω ποσά παραμένουν εις το αιτούν Μέρος.
Άρθρον 13
1. Πράξις δικαστικής αρωγής δύναται να μη γίνη αποδεκτή όταν ή εκτέλεσις αυτής δύναται να θίξη την κυριαρχίαν, την ασφάλειαν ή την δημοσίαν τάξιν του προς ο ή αίτησις Συμβαλλομένου Μέρους.
2. Προκειμένου περί ποινικών υποθέσεων, ή δικαστική αρωγή δύναται επί πλέον να μη γίνη αποδεκτή όταν, κατά το προς ο ή αίτησις Μέρος, η εν τη δικαστική παραγγελία προβλεπομένη πράξις αποτελεί πολιτικόν ή στρατιωτικόν αδίκημα.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 3
Εγγραφα
Άρθρον 14
Κοινοποίησις ληξιαρχικών πράξεων
Τη αιτήσει των δικαστηρίων ή ετέρων αρμοδίων οργάνων των ενός Συμβαλλομένων Μερών, το έτερον Μέρος απευθύνει προς ταύτα, ατελώς και ανεξόδως, αποσπάσμοτα ληξιαρχικών πράξεων κα ετέρων συναφών εγγράφων αφορώντων εις τους υπηκόους του Μέρους εκ του οποίου προέρχεται η αίτησις.
Άρθρον 15
Επικύρωσις και αποδεικτική ισχύς των εγγράφων
1. Τα έγγραφα, ως επίσης και τα επίσημα αντίγραφα ή αποσπάσματα αυτών, συνταχθέντα, παραδοθέντα ή κυρωθέντα υπό τινος αρμοδίου οργάνου επί του εδάφους ενός των Συμβαλλομένων Μερών και φέροντα επίσημον σφραγίδα δεν χρήζουν επικυρώσεως δια να ισχύσουν επί του εδάφους του ετέρου μέρους.
2. Αι επίσημοι πράξεις αι συντασσόμεναι εις το έδαφος ενός των Συμβαλλομένων Μερών έχουν την αποδεικτικήν ισχύν των επισήμων πράξεων επί του εδάφους του ετέρου μέρους.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 4.
Άρθρον 16
Απαλλαγή από της εγγυοδοσίας αλλοδαπού και δωρεάν δικαστική αρωγή επί αστικών υποθέσεων Οι υπήκοοι ενός των Συμβαλλομένων Μερών, κατοικούντες ή διαμένοντες επί του εδάφους του ενός ή του ετέρου Μέρους και προσφεύγοντες εν`ωπιον των δικαστηρίων του ετέρου των Συμβαλλομένων Μερών, δεν υποβάλλονται εις εγγυοδοσίαν εκ του λόγου και μόνον ότι τυγχάνουν αλλοδαππί ή ότι δεν έχουν κατοικίαν ή τόπον διαμονής εις το έδαφος του Μέρους, εις το δικαστήριον του οποίου ούτοι προσφεύγουν.
Άρθρον 17
1. Οι υπήκοοι ενός των Συμβαλλομένων Μερών απολαύουν επί του εδάφους του ετέρου του ευεργετήματος της δωρεάν δικαστικής αρωγής υπό τους αυτούς όρους και καθ` ο μέτρον, ως και οι υπήκοοι του Συμβαλλομένου τούτου Μέρους.
2. Η δωρεάν δικαστική αρωγή η επεκτείνεται εις τας πράξεις της διαδικασίας, συμπεριλαμβανομένων και των πράξεων εκτελέσεως.
3. Οι υπήκοοι οι οποίοι συμφώνως προς την νομοθεσίαν ενός των Συμβαλλομένων Μερών ήθελον απολαύει εις μίαν υπόθεσιν της δωρεάν δικαστικής αρωγής, θα απολαύουν ουοίως ταύτης και δια τας τελεσθείσας επί του εδάφφυς του ετέρου Μέρους πράξεις της διαδικασίας τας αφορώσας εις την ιδίαν υπόθεσιν.
Άρθρον 18
1. Τα περί προσωπικής, οικογενειακής και περιουσιακής καταστάσεως πιστοποιητικά εκδίδονται παρά των αρμοδίων οργάνων του Συμβαλλομένου Κράτους εις το έδαφος του οποίου κατοικεί ή διαμένει το πρόσωπον το οποίον αιτείται το ευεργέτημα της δωρεάν δικαστικής αρωγής.
2. Οταν το ενδιαφερόμενον πρόσωπον δεν κατοικοί ή δεν διαμένη εις το έδαφος ουδενός των δύο Συμβαλλομένων Μερών, ή διπλωματική αντιπροσωπεία ή η προξενική αρχή του Κράτους του οποίου το πρόσωπον τούτο είναι υπήκοος δύναται να εκδώση το εν λόγω πιστοποιητικόν.
3. Το καλούμενον να αποφασίση επί της δωρεάν δικαστικτής αρωγής δικαστήριον δύναται να ζητήση συμφώνως προς την διαδικασίαν την προβλεπομένην εν τω άρθρω 2 της παρούσης Συμβάσεως συμπληρωματικάς πληροφορίας” παρά του οργάνου το οποίον εξέδωσε το πιστοποιητικόν.
Άρθρον 19.
Ο υπήκοος ενός των Συμβαλλομένων Μερών δύναται να ζητήση την εγγραφήν εις το πρακτικόν του αρμοδίου λόγω κατοικίας ή διαμονής του δικαστηρίου της αιτήσεώς του περί δωρεάν δικαστικής αρωγής ή της αιτήσεως περί διορισμού δικαστικού πληρεξουσίου ενώπιον του δικαστηρίου του ετέρου Μέρους. Το επιλαμβανόμενον της υποθέσεως δικαστήριον αποστέλλει εις το δικαστήριον του ετέρου Μέρους το πρακτικόν μετά του πιστοποιητικού του προβλεπομένου εις το άρθρον 18 της παρούσης Συμβάσεως ως επίσης και τα έτερα συνημμένα υπό του αιτούντος την αρωγήν έγγραφα, συμφώνως προς την διαδικασίαν την προβλεπομένην εις το άρθρον 2 της παρούσης Συμβάσεως.
Άρθρον 20
1. Οταν το επιλαμβανόμενον μιας υποθέσεως δικαστήριον ενός των Συμβαλλομένων Μερών απαιτή παρά τινος προσώπου κατοικούντος εις το έδαφος του ετέρου των Συμβαλλομένων Μερών την καταβολήν τελών ή δικαστικών εξόδων,η προθεσμία η καθοριζομένη δια την τοιαύτην καταβολήν δεν δύναται να είναι κατωτέρα των δύο μηνών.
2. Οταν το δικαστήριον ενός των Συμβαλλομένων Μερών τάσση προθεσμίαν δια την εκτέλεσιν μιας καθωρισμένης διαδικαστικής πράξεως παρά τινος προσώπου κατοικούντος εις το έδαφος του ετέρου Συμβαλλομένου Μέρους, η προθεσμία αύτη άρχεται από της ημερομηνίας της σφραγίδος του ταχυδρεμείου του Συμβαλλομένου Μέρους εκ του οποίου προέρχεται το έγγραφον το πιστοποιούν της πράξεως.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 5
Αναγνώρισις και εκτέλεσις αποφάσεων επί αστικών υποθέσεων
Άρθρον 21
1. Αι έχουσαι ισχύν δεδικασμένου δικαστικαί αποφάσεις ενός των Συμβαλλομένων Μερών, αι αφορώσαι εις αστικάς μη περιουσιακής φύσεως υποθέσεις, αναγνωρίζονται εις το έδαφος του ετέρου Συμβαλλομένου Μέρους υπό τον όρον ότι αύται δεν είναι αντίθετοι εις την παρούσαν Σύμβ0ασιν. Η ως άνω διάταξις εφαρμόζεται ομοίως επί αποφάσεων εκδοθεισών προ της θέσεως εν ισχύι της παρούσης Συμβάσεως.
2. Αι έχουσαι ισχύν δεδικασμένον δικαστικαί αποφάσεις αι αφορώσαι εις αστικάς υποθέσεις περιουσιακής φύσεως, εκδοθείσαι εις το έδαφος ενός των Συμβαλλομένων Μερών, υπόκεινται εις εκτέλεσιν εις το έδαφος του ετέρου Συμβαλλομένου Μέρους,εφ` όσον αύται εξεδόθησαν μετά την θέσιν εν ισχύι της παρούσης Συμβάσεως. Το αυτό εφαρμόζεται προκειμένου περί αποφάσεων αναγνωριζουσών την αστικήν ευθύνην εις ποινικάς υποθέσεις.
Άρθρον 22
Η αίτησις προς αναγνώρισιν ή κήρυξιν ως εκτελεστής της δικαστικής αποφάσεως δέον όπως εισαχθή. Εις το δικαστήριον το οποίον απεφάνθη πρωτοδίκως επί της υποθέσεως ή εις το αρμόδιον δικαστήριον του ετέρου Μέρους. Εις την πρώτην περίπτωσιν, το δικαστήριον αποστέλλει την αίτησιν εις το αρμόδιον δικαστήριον του ετέρου Μέρους συμφώνως προς την υπό του άρθρου 2 της παρούσης Συμβάσεως καθοριζομένην διαδικασίαν.
Άρθρον 23
1. Εις την αίτησιν προς αναγνώρισιν ή κήρυξιν ως εκτελεστής μιας αποφάσεως δέον να προσαρτάται:
α) κεκυρωμένον αντίγραφον της δικαστικής αποφάσεως περιλαμβανομένου και του σκεπτικού αυτής ως επίσης και εν επίσημον έγγραφον πιστοποιούν ότι η απόφασις απέκτησε την ισχύν δεδικασμένου, εκτός εάν τούτο προκύπτη εκ του περιεχομένου της αποφάσεως. β) Εν έγγραφον αποδεικνύον ότι ο εναγόμενος ο οποίος δεν συμμετέσχε εις την διαδικασίαν ή ο πληρεξούσιος του είχον κληθή εν ευθέτω χρόνω και συμφώνως προς την νόμιμον διαδικασίαν τουλάχιστον άπαξ εις το ακροατήριον. γ) Κεκυρωμένη μετάφρασις των εγγράφων των απαριθμουμένων εις τας παραγράφους α και β εις τας γλώσσας τας προβλεπομένος εις το άρθρον 3 της παρούσης Συμβάσεως. 2. Εις την αίτησιν πρας κήρυξιν αποφάσεως ως εκτελεστής δύναται να προσαρτάται η αίτησις προς αναγκαστικήν εκτέλεσιν.
Άρθρον 24.
Κρίνον επί της αναγνωρίσεως ή της κηρύξεως της αποφάσεως ως εκτελεστής, το δικαστήριον δύναται να ζητήση, εφ`όσον υφίσταται ανάγκη, διασαφηνίσεις από τον αιτούντα ή να τον υποχρεώση όπως συμπληρώση την αίτησιν. Το δικαστήριον δύναται ομοίως να ακούση τον εναγόμενον επί του περιεχομένου της αιτήτεως και να ζητήση διασαφηνίσεις από το εκδόν την απόφασιν δικαστήριον.
Άρθρον 25
Ο εναγόμενος δεν δύναται να προβάλη ένστασιν εις το δικαστήριον το δικάζον επί της κηρύξεως αποφάσεως ως εκτελεστής αφορώσαν τόσον εις το παραδεκτόν της ως άνω κηρύξεως όσον και εις τα υπό του δικαστηρίου επιδικασθέντα αιτήματα, ειμή μόνον εάν το δίκαιον του Συμβαλλομένου Μέρους εις το έδαφος του οποίου εξεδόθη η απόφασις προβλέπη μίαν τοιαύτην ένστασιν.
Άρθρον 26.
Αρνησις της αναγνωρίσεως ή της κηρύξεως αποφάσεως ως εκτελεστής.
Η αναγνώρισις ή η κήρυξις αποφάσεως ως εκτελεστής δύναται να μη γίνουν αποδεκταί εις τας ακολούθους περιπτώσεις:
α) Οταν ο εναγόμενος ή το πρόσωπον το οποίον η απόφασις υποχρεοί όπως ικανοποιήση το αίτημα δεν συμμετέσχον εις την διαδικασίαν εκ του γεγονότος ότι η κλήσις εις το ακροατήριον δεν εκοινοποιήθη εις αυτούς ή εις τους πληρεξουσίους των εν ευθέτω χρόνω και συμφώνως προς την νόμιμον διαδικασίαν.
β) Οταν η απόφασις είναι αντίθετος προς προηγουμένην απόφασιν έχουσαν ισχύν δεδικασμένου μεταξύ των ιδίων διαδίκων επί του αυτού αντικειμένου και επί της αυτής ουσίας, η οποία εξεδόθη υπότινος δικαστηρίου του Συμβαλλομένου Μέρους εις το έδαφος του οποίου η απόφασις αύτη δέον όπως αναγνωρισθή ή εκτελεσθή.
γ) Οταν η απόφασις είναι αντίθετος προς την δημοσίαν τάξιν του Συμβαλλομένου Μέρους εις το έδαφος του οποίου η απόφασις αύτη δέον όπως αναγνωρισθή ή εκτελεσθή. δ) Οταν κατά το δίκαιον του Συμβαλλομένόυ Μέρους, εις το έδαφος του οποίου η απόφασις αύτη δέον όπως αναγνωρισθή ή εκτελεσθή το δικαστήριον του τελευταίου τούτου είναι αποκλειστικώς αρμόδιον όπως επιληφθή της υποθέσεως.
Άρθρον 27
Αι διατάξεις του άρθρου 21 παράγραφος 2 και των άρθρων 22-26 της παρούσης Συμβάσεως εφαρμόζονται ομοίως επί των δικαστικών συμβιβασμών.
Άρθρον 28
Ιδιαίτεραι περιπτώσεις εκτελέσεως αποφάσεων αφορωσών εις τα έξοδα
1. Οταν τα πρόσωπα τα εξαιρούμενα της εγγυοδοσίας αλλοδαπού δυνάμει του άρθρου 16 της παρούσης συμβάσεως κατεδικάσθησαν δια οριστικής αποφάσεως εις τα δικαστικά έξοδα, το αρμόδιον δικαστήριον τα έξοδα δέον όπως καταβληθούν θα αποφασίση συμφώνως προς το δίκαιον του και ανεξόδως επί της κηρύξεως της αποφάσεως ως εκτελεστής.
2. Θεωρούνται ομοίως ως δικαστικά έξοδα, τα έξοδα τα προκληθέντα εκ της εκδόσεως των πιστοποιητικών των αποδεικνυόντων ότι η απόφασις έχει ισχύν δεδικασμένου και ότι αύτη υπόκεινται εις εκτέλεσιν ως επίσης και τα έξοδα δια την μετάφρασιν των απαιτουμένων εγγράφων. Τα έξοδα ταύτα καθορίζονται, κατόπιν αιτήσεως, υπό του δικαστηρίου του καλουμένου να αποφασίση επί της κηρύξεως της αποφάσεως ως εκτελεστής.
Άρθρον 29
1. Η αίτησις προς κήρυξιν ως εκτελεστής της αποφάσεως επί των δικαστικών εξόδων υποβάλλεται, συμφώνως προς τους όρους τους προβλεπομένους εις το άρθρον 22 της παρούσης Συμβάσεως, υπό του προσώπου εις το οποίον επεδικάσθησαν τα έξοδα.
2. Εις την αίτησιν δέον να προσαρτάται ή καταδικαστική επί των εξόδων απόφασις μετά πιστοποιητικού ότι αύτη έχει ισχύν δεδικασμένου και ότι είναι επιδεκτική εκτελέσεως ως επίσης και κεκυρωμένη μετάφρασις εις τας εν τω άρθρω 3 της παρούσης Συμβάσεως προβλεπομένας γλώσσας.
3. Η αίτησις προς κήρυξιν της αποφάσεως δια τα έξοδα ως εκτελεστής δύναται να υποβληθή ομού μετά της αιτήσεως προς αναγκαστικήν εκτέλεσιν.
Άρθρον 30
1. Το δικαστήριον του προς ο ή αίτησις Συμβαλλομένου Μέρους εξετάζει την περί κηρύξεως ως εκτελεστής της αποφάσεως επί των εξόδων αίτησιν άνευ ακροάσεως των διαδίκων και περιορίζεται εις την εξακρίβωσιν του εάν αύτη έχη ισχύν δεδικασμένου και είναι εκτελεστή.
2. Α αίτησις προς αναγκαστικήν εκτέλεσιν δια τα έξοδα δεν δύναται να κηρυχθή απαράδεκτος εκ μόνου του λόγου ότι ο αιτών δεν προκατέβαλε μέρος τω εξόδων των σχετικών προς την εν λόγω εκτέλεσιν.
Άρθρον 31
1. Εις περίπτωσιν καθ` ην υπήκοος ενός των Συμβαλλομένων Μερών κατεδικάσθη εις τα έξοδα τα όφειλομένα εις το δικαστήριον του ετέρου Μέρους, το δικαστήριον τούτο διαβιβάζει αίτησιν περί εισπράξεως των εξόδων τούτων προς το αρμόδιον δικαστήριον του ετέρου Μέρους, το δικαστήριον τούτο διαβιβάζει αίτησιν περί εισπράξεως των εξόδων τούτων προς το αρμόδιον δικαστήριον του Συμβαλλομένου Μέρους, εις το έδαφος του οποίου διαμένει ο οφειλέτης. Το δικαστήριον προς ο διεβιβάσθη η αίτησις διατάσσει την αναγκαστικήν εκτέλεσιν, συμφώνως προς το ίδιον αυτού δίκαιον, ατελώς.
2. Εις την αίτησιν επισυνάπτονται τα εις το άρθρον 29 παράγραφος 2 της παρούσης Συμβάσεως αναφερόμενα έγγραφα, της διατάξεως του άρθρου 30 εχούσης ωσαύτως εφαρμογήν.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 6
Εκδοσις και διέλευσις.
Άρθρον 32
Υποχρέωσις προς έκδοσιν
1. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη αναλαμβάνουν αμοιβαίως την υποχρέωσιν, συμφώνως προς τας διατάξεις της παρούσης Συμβάσεως όπως εκδίδουν κατόπιν αιτήσεως τα ευρισκόμενα επί του εδάφους των πρόσωπα εν όψει ποινικής διώξεως ή εκτελέσεως ποινής.
2. Η έκδοσις προς άσκησιν ποινικής διώξεως επιτρέπεται μόνον εφ` οσον το έγκλημα τιμωρείται, κατά τον νόμον αμφοτέρων των Συμβαλλομένων Μερών, δια ποινής στερητικής της ελευθερίας μεγίστου ορίου τουλάχιστον ενός έτους ή ετέρας βαρυτέρας ποινής.
3. Η έκδοσις προς έκτελεσιν ποινής επιτρέπεται μόνον δι` εγκλήματα τιμωρούμενα κατά τον νόμον αμφοτέρων των Συμβαλλομένων Μερών και εφ` όσον το περί ον πρόκειται πρόσωπον κατεδικάσθη εις ποινήν στερητικήν της ελευθερίας μεγαλυτέραν του έτους ή βαρυτέραν ποινήν.
4. Εάν το έγκλημα δι` ο ζητείται η έκδοσις τιμωρείται δια θανατικής ποινής υπό του νόμου του αιτούντος Μέρους ενώ τοιαύτη ποινή δεν προβλέπεται υπό του νόμου του προς ό η αίτησις Μέρους, η έκδοσις δύναται να λάβη χώραν υπό τον όρον ότι η θανατική ποινή δεν θα απαγγελθή ή εκτελεσθή εις το έδαφος του αιτούντος Μέρους.
5. Εάν η αίτησις εκδόσεωες αφορά εις πλείονα διαφορετικά εγκλήματα, έκαστον των οποίων τιμωρείται υπό του νόμού αμφοτέρων των Συμβαλλομένων Μερών δια ποινών στερητικών της ελευθερίας, εκ των οποίων όμως τινά δεν πληρούν τον προβλεπόμενον εις τας παραγράφους 2 και 3 όρον, το προς ο η αίτησις Μέρος δύναται να προβή εις την έκδοσιν και δια τα τελευταία αυτά.
Αρθρα 33.
Αρνησις εκξόσεως.
1. Δεν δύναται να γίνη δεκτή αίτησις εκδόσεως εις τας ακολούθους περιπτώσεις:
α) όταν το πρόσωπον του οποίου ζητείται η έκδοσις είναι υπήκοος του προς ο αίτησιν Μέρους ή έχη χορηγηθή άσυλον εις τούτο.
β) όταν, συμφώνως προς τον νόμον, του προς ο η αίτησις Κράτους, η κατηγορία αφορά πολιτικόν ή στρατιωτικόν αδίκημα, ή όταν η ποινική δίωξις είναι απαράδεκτος ή η απόφασις δεν δύναται να εκτελεσθή λόγω παραγραφής ή άλλου νομίμού λόγου,
γ) όταν δια το πρόσωπον του οποίου ζητείται η έκδοσις εξεδόθη επί του εδάφους της προς ο της αίτησις Μέρους απόφασις μετά ισχύος δεδικασμένου αφορώσα εις το αυτό έγκλημα ή όταν έχη παύσει η ποινική δίωξις,
δ) Οταν το έγκλημα δι`ο ζητείται η έκδοσις διώκεται, συμφώνως προς τον νόμον αμφοτέρων των Συμβαλλομένων Μερών, αποκλειστικώς κατ` έγκλησιν,
ε) Οταν το έγκλημα διεπράχθη επί του εδάφους του προς ο η αίτησις Μέρους.
2. Το προς ο η αίτησις Μέρος δύναται ωσαύτως να αρνηθή την έκδοσιν όταν αύτη ζητείται δι`έγκλημαδ διαπραχθέν επί του εδάφους τρίτου Κράτους και έχη ήδη εκδοθή απόφασις εις το Κράτος τούτο.
Άρθρον 34
Αίτησις εκδόσεως
1. Εις την αίτησιν εκδόσεως επισυνάπτεται κεκυρωμένον αντίγραφον της εχούσης ισχύν δεδικασμένου δικαστικής αποφάσεως ως και το πλήρες κείμενον της διδούσης τον νομικόν χαρακτηρισμόν του εγκλήματος διατάξεως του νόμου. Εις περίπτωσιν κατά την οποίαν ο καταδικασθείς έχει ήδη εκτίσει μέρος της ποινής του τούτο πρέπει να αναφέρεται.
2. Εις την αίτησιν εκδόσεως προς άσκησιν ποινικής διώξεως επισυνάπτεται κεκυρωμένον αντίγραφον της διατασσούσης προσωρινήν κράτησιν αποφάσεως, περιγραφή των πραγματικών γεγονότων, ως και το κείμενον της προβλεπούσης το έγκλημα διατάξεως του νόμου. Εάν το έγκλημα προξένησεν υλικήν ζημίαν, δέον να αναφερθή το ύψος ταύτης.
3. Εις την αίτησιν επισυνάπτεται, ει δυνατόν, η εξωτερική περιγραφή του οποίου ζητείται η έκδοσις πληροφορίαι αφορώσαι την ταυτότητα του την προσωπικήν του κατάστασιν, την υπηκόοτητα του και την διαμονή του, η φωτογραφία του και τα δακτυλικά του αποτυπώματα.
4. Το Συμβαλλόμενον Μέρος το οποίον αιτείται την έκδοσιν δεν υποχρεούται να συνοδεύση την αίτησιν του δια των τεκμηρίων του εγκλήματος των αφορώντων εις την υπό του προσώπου του οποίου ζητείται η έκδοσις τελεσθείσαν πράξιν.
Άρθρον 35.
Συμπληρωματικαί πληροφορίαι.
Εάν η αίτησις εκδόσεως δεν περιλαμβάνη άπαντα τα απαραίτητα στοιχεία, το προς ο η αίτησις Μέρος δύναται να ζητήση την συμπλήρωσιν ταύτης. Προς τον σκοπόν αυτόν δύναται να ορίση προθεσμίαν μη υπερβαίνουσαν τους δύο μήνας η οποία δύναται όμως να παραταθή δι`ητιολογημένους λόγους.
Άρθρον 36.
Σύλληψις εκζητουμένου.
Αμα τη λήψει της περί εκδόσεως αιτήσεως, το προς ο η αίτησις Μέρος λαμβάνει αμελλητί πρόσφορα μέτρα δια την σύλληψιν του περί ου η αίτησις προσώπου, πλην των περιπτώσεων καθ` ας δεν επιτρέπεται έκδοσις κατά τους όρους της παρούσης Συμβάσεως.
Άρθρον 37
Προσωρινή κράτησις προ της λήξεως της αιτήσεως εκδόσεως
1. Το πρόσωπον του οποίου ζητείται ή έκδοσις δύναται να συλληφθή προσωρινώς προ της λήψεως της αιτήσεως εκδόσεως, εάν τούτο ζητηθή υφ` ενός των Συμβαλλομένων Μερών, βεβαιούντος την έκδοσιν εντάλματος συλλήψεως ή καταδικαστικής αποφάσεως ή άλλης δικαστικής αποφάσεως. Η τοιαύτη αίτησις δύναται να διαβιβασθή ταχυδρομικώς, τηλεγραφικώς, ή δια παντός άλλου μέσου διαβιβάζοντος εγγράφως το περιεχόμενον της αιτήσεως.
2. Κατ` εξαίρεσιν, εις επειγούσας περιπτώσεις, τα αρμόδια όργανα των Συμβαλλομένων Μερών δύνανται να συλλάβουν προσωρινώς εν πρόσωπον εθρισκόμενον επί τον ιδίου των εδάφους ακόμη και άνευ της προβλεπομένης εις την παράγραφον 1 αιτήσεως εφ` όσον λάβουν γνώσιν ότι το πρόσωπον τούτο διέπραξε επί του εδάφους του ετέρου Μέρους έγκλημα δι` ο χωρεί έκδοσις.
3. Το έτερον Συμβαλλόμενον Μέρπς δέον όπως ειδοποιηθή αμελλητί περί της ημερομηνίας της συμφώνως προς τας παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου συλλήψεως.
Άρθρον 38
Απόλυσις
Πρόσωπον προσωρινώς συλληφθέν συμφώνως προς τα άρθρα 36 ή 37 της παρούσης Συμβάσεως δύναται να απολυθή εάν η αίτησις εκδόσεως ή η αίτησις περί συμπληρώσεως ταύτης δεν ληφθή εντός μηνός από της ειδοποιήσεως του ετέρου Μέρους περί της συλλήψεως του προσώπου τούτου.
Άρθρον 39
Αναβολή της εκδόσεως
Εαν δια το πρόσωπον του οποίου ζητείται ή έκδοσις εγένετο έναρξις ποινικής διαδικασίας ή τούτο εκτίη ποινήν δι` έτερον έγκλημα εις το έδαφος του προς ο ή αίτησις Μέλους, η έκδοσις δύναται να αναβληθή μέχρι του τερματισμού της ποινικής διαδικασίας ή της εκτίσεως ή του χαρισμού της ποινής.
Άρθρον 40
Προσωρινή έκδοσις
1. Εάν λόγω της προβλεπομένης υπό του Άρθρου 39 της παρούσης Συμβάσεως αναβολής υπάρχη κίνδυνος να επέλθη παραγραφή της ποινικής διώξεως ή να δυσχερανθή σοβαρώς ή διαδικασία, το πρόσωπον του οποίου ζητείται ή έκδοσις δύναται, κατόπιν ητιολογημένης αιτήσεως, να εκδοθή προσωρινώς.
2. Το προσωρινόν εκδοθέν πρόσωπον δέον να επιστραφή ευθύς μετά το πέρας της διαδικαστικής πράξεως δι` ην έλαβε χώραν η εκδοσίς του.
Άρθρον 41
Συρροή αιτήσεων εκδόσεως. Εαν πλείονα Κράτη ζητούν την έκδοσιν προσώπου τινός, το προς ο η αίτησις Μέρος αποφασίζει ποία εκ των αιτήσεων τούτων θα προτιμηθή.
Άρθρον 42
Ορια ποινικής διώξεως
1. Ανευ συναινέσεως του προς ο η αίτησις Συμβαλλομένου Μέρους το εκδοθέν πρόσωπον δεν δύναται να διωχθή ποινικώς ή να εκτίση ποινήν δι` έγκλημα διαπραχθέν προ της εκδόσεως και διάφορον του δι` ο εγένετο η έκδοσις εγκλήματος ούτε να παραδοθή εις τρίτον Κράτος.
2. Η συναίνεσις αύτη δεν απαιτείται εις τας ακολούθους περιπτώσεις: α) Οταν το εκδοθέν πρόσωπον δεν εγκαταλείψη το έδαφος του Συμβαλλομένου Μέρους εις το οποίον εξεδόθη εντός μηνός από τον τερματισμού της ποινικής διαδικασίας ή, εις περίπτωσιν καταδίκης, από της εκδιαδικασίας ή του χαρισμού της ποινής. Εις την προθεσμίαν ταύτην δεν περιλαμβάνεται ο χρόνος καθ` ον το εκδοθέν πρόσωπον δεν ηδυνήθη, ουχί εξ ιδίας αυτού υπαιτιότητος, να εγκαταλείψη το έδαφος του αιτούντος Μέρους. β) Οταν το εκδοθέν πρόσωπον, αφ` ης εγκατέλειψε το έδαφος του αιτούντος Μέρους, επανήλθε εν συνεχεία τη βουλήσει του εις τούτο.
Άρθρον 43
Γνωστοποίησις της αποφάσεως περί εκδόσεως
1. Το προς ο η αίτησις Μέρος γνωστοποιεί εις το αιτούν Μέρος την επί της εκδόσεως απόφασίν του.
2. Εις περίπτωσιν πλήρους ή μερικής απορρίψεως της αιτησίως εκδόσεως, οι λόγοι της αποφάσεως αυτής ανακοινούνται εις το αιτούν Μέρος. 3. Εις περίπτωσιν αποδοχής της εκδόσεως, το προ ο η αίτησις Συμβαλλόμενον Μέρος πληροφορεί το αιτούν Μέρος περί του τόπου και του χρόνου της παραδόσεως. Εαν το αιτούν Μέρος δεν παραλάβη το εκζητούμενον πρόσωπον εντός μηνός από της καθορισθείσης δια την παράδοσιν ημερομηνίας, τούτο δύναται να αφεθή ελεύθερον.
Άρθρον 44
Επανέκδοσις
Εάν το εκδοθέν πρόσωπον εκφύγη της δικαιοσύνης επιστρέψη εις το έδαφος του προς ο η αίτησις μέρους γίνεταια αντικείμενον νέας αιτήσεως εκδόσεως εις ην δεν είναι αναγκαίον να επισυναφθούν τα εις το άρθρο 34 της παρούσης Συμβάσεως απαριθμούμενα στοιχεία.
Άρθρον 45.
Επικοινωνία εις θέματα εκδόσεως.
Η αίτησις εκδόσεως ως και η απάντησις εις αυτήν λαμβάνουν χώραν δια της διπλωματικής οδού. Αι άλλαι αναφερόμεναι εις την έκδοσιν πράξεις πραγματοποιούνται συμφώνως προς το άρθρον 2 της παρούσης Συμβάσεως.
Άρθρον 46.
Διέλευσις.
1. Εκαστον Συμβαλλόμενον Μέρος, αιτήσει του ετέρου Μέρους, επιτρέπει την δια του εδάφους του διεύλεσιν προσώπων εκδιδομένων εις το Μέρος τούτο υπό τρίτου Κράτους. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη δεν υποχρεούνται να επιστρέψουν τοιαύτην διέλευσιν εφ` όσονδ εν υφίσταται υποχρέωσις συμφώνως προς τας διατάξεις της παρούσης Συμβάσεως.
2. Η περί αδείας διελεύσεως αίτησις υποβάλλεται δια της αυτής οδού ως και η αίτησις εκδόσεως.
3. Τα αρμόδια όργανα των Συμβαλλομένων Μερών συνεννούνται εις εκάστην περίπτωσιν ως προς τας διατυπώσεις, το δρομολόγιον και τας άλλας συνθήκας της διελεύσεως.
Άρθρον 47.
Γνωστοποίησις των αποτελεσμάτων της ποινικής διαδικασίας.
Τα Συμβαλλόμενα Μέρη γνωστοποιούν εις άλληλα τα αποτελέσματα της ποινικής διαδικασίας κατά των εκδοθέντων προσώπων. Γνωστοποιούν ωσαύτως κατόπιν αιτήσεως, αντίγραφον της εχούσης ισχύν δεδικασμένόυ αποφάσεως.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 7
Διάφοροι ποινικαί διατάξεις
Άρθρον 48
Μεταφοραί της ποινικής διώξεως Εκαστον των Συμβαλλομένων Μερών υποχρεούται, τη αιτήσει του ετέρου Μέρους, όπως ασκήση συμφώνως προς το δίκαιον του ποινικήν δίωξιν κατά των ιδίων αυτού υπηκόων οι οποίοι διέπραξαν έγκλημα επί του εδάφους του ετέρου Μέρους.
Άρθρον 49.
1. Δια την έναρξιν της ποινικής διώξεως συμφώνως προς το άρθρον 48, τα Συμβαλλόμενα Μέρη υποβάλλουν προς άλληλα αιτήσεις εις ας επισυνάπτονται τα αφορώντα εις το διαπραχθέν έγκλημα στοιχεία, πληροφορίας περί του δράστου κατΆλλας αποδείξεις, ως και το κείμενον των εφαρμοστέων εις την πράξιν ποινικών διατάξεων, συμφώνως προς τον νόμον τον ισχύοντα εις τον τόπον εκτελέσεως της.
2. Το επιληφθέν της αιτήσεως Συμβαλλόμενον Μέρος πληροφορεί το έτερον Μέρος περί των αποτελεσμάτων της διαδικασίας και κοινοποιεί, κατόπιν αιτήσεως, αντίγραφον της εχούσης ισχύν δεδικασμένου αποφάσεως.
Άρθρον 50.
Προσωρινή παράδοσις κρατουμένων υπό την ιδιότητα μαρτύρων.
1. Εάν παρίσταται ανάγκη να εξετασθούν ως μάρτυρες πρόσωπα κρατούμενα εις το έδαφος του ετέρου Μέρους, τα εις το άρθρον 2 της παρούσης Συμβάσεωφς αναφερόμενα όργανα δύναται να επιτρέψουν να αποσταλούν τα πρόσωπα αυτά εις το έδαφος του αιτούντος Μέρους, υπό τον όρον ότι θα εξακολουθήσουν να κρατούνται και ότι θα επιστραφούν το συντομώτερον δυνατόν μετά την εξέτασιν των.
2. Εάν παρίσταται ανάγκη να εξετασθούν ως μάρτυρες πρόσωπα κρατούμενα εις το έδαφος ενός τρίτου Κράτους, τα εις το άρθρον 2 της παρούσης Συμβάσεως αναφερόμενα όργανα επιτρέπουν την διέλευσιν των προσώπων αυτών δια του εδάφους των.
3. Αι διατάξεις του άρθρου 9 της παρούσης Συμβάσεως εφαρμόζονται εις τας περιπτώσεις των ως άνω παραγράφων 1 και 2.
Άρθρον 51.
Παράδοσις αντικειμένων.
1. Τα υπό του διαπράξαντος το έγκλημα και σχετικά προς αυτό κατεχόντα υπ`αυτού αντικείμενα ως και παν άλλο αντικείμενον δυνάμενον να χρησιμοποιηθή κατά την ποινικήν διαδικασίαν ως τεκμήριον, παραδίδονται εις το αιτούν Μέρος, ακόμη και εις τας περιπτώσεις, καθ` ας η έκδοσις του διαπράξαντος το έγκλημα δεν δύναται, συνεπεία θανάτου ή άλλης αιτίας, να πραγματοποιηθή.
2. Το προς ο η αίτησις Μέρος δύναται να αναβάλη προσωρινώς την παράδοσιν των αντικειμένων τα οποία τυγχάνουν απαραίτητα εν σχέσει προς ετέραν ποινικήν υπόθεσιν.
3. Τα δικαιώματα τρίτων επί των προς παράδοσιν αντικειμένων διατηρούνται εν ισχύι. Μετά το πέρας της ποινικής διαδικασίας τα αντικείμενα αυτά επιστρέφονται εις το Μέρος παρ`ου απεστάλησαν δια να παραδοθούν εις τους δικαιούχους των.
4. Η παράδοσις των αντικειμένων συμφώνως προς τας διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν υπόκεινται εις τας διατάξεις τας περιοριζούσας την εισαγωγήν και εξαγωγήν αντικειμένων και συναλλάγματος.
Άρθρον 52
Εξοδα εκδόσεως και διελεύσεως.
Τα πραγματοποιηθέντα έξοδα σχετικώς με την προετοιμασίαν της παραδόσεως των διαπραξάντων εγκλήματα και παραδόσεως αντικειμένων συμφώνως προς τας διατάξεις της παρούσης Συμβάσεως, βαρύνουν το Συμβαλλόμενον Μέρος εις το έδαφος του οποίου ταύτα ανέκυψαν. Τα έξοδα διελεύσεως βαρύνουν το αιτούν Μέρος.
Άρθρον 53
Ανακοίνωσις πληροφοριών περί αποφάσεων.
1. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη ανακοινώνουν εις άλληλα άπαξ του έτους πληροφορίας περί καταδικαστικών αποφάσεων κατά υπηκόων του ετέρου Μέρους εχουσών ισχύν δεδικασμένου.
2. Κατόπιν αιτήσεως, τα Συμβαλλόμενα Μέρη, ανακοινώνουν εις άλληλα προς τον σκοπόν της ποινικής διαδικασίας πληροφορίας περί του ποινικού μητρώου των προσώπων των εχόντων κατοικήσει εις το έδαφος του προς ο η αίτησις Μέρους.
3. Εις τας προβλεπομένας υπό των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου περιπτώσεις, τα Συμβαλλόμενα Μέρη, γνωστοποιούν προς άλληλα, εν τω μέτρω του δυνατού, τα δακτυλικά αποτυπώματα καταδικασθέντων.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 8
Τελικαί Διατάξεις.
Άρθρον 54.
Η παρούσα Σύμβασις αντικαθιστά την ειδικήν συμφωνίαν περί του ευεργετήματος πενίας και της εγγυοδοσίας αλλοδαπών συναφθείσαν δι`ανταλλαγής επιστολών μεταξύ της Ελλάδος και της Πολωνίας την 10ην Απριλίου 1930.
Άρθρον 55.
1. Η παρούσα Σύμβασις υπόκειται εις επικύρωσιν και θα τεθή εν ισχύι την τριακοστήν ημέραν από της ημερομηνίας ανταλλαγής των οργάνων επικυρώσεως ήτις θα λάβη χώραν εις Βαρσοβίαν.
2. Η παρούσα Σύμβασις θα παραμείνη εν ισχύι επ`αόριστον. Δύναται να καταγγελθή δια γνωστοποιήσεως υφ` εκάστου των Συμβαλλομένων Μερών. Εις την περίπτωσιν αυτήν θα παύση ισχύουσα μετά εξ μήνας από της ημέρας της καταγγελίας.
Εις πίστωσιν των ανωτέρω, οι πληρεξούσιοι των Συμβαλλομένων μερών υπέγραψαν την παρούσαν Σύμβασιν και επέθεσαν τας σφραγίδας των. Εγένετο εις Αθήνας, την 24ην Οκτωμβρίου 1979, εις δύό αντίτυπα συντεταγμένα εις την Ελληνικήν, πολωνικήν και γαλλικήν γλώσσαν, των τριών κειμένων όντων εξ ίσου αυθεντικών. Εις περίπτωσιν διαφοράς, το γαλλικόν κείμενον υπερισχύει.

Άρθρον δεύτερον
Η ισχύς του παρόντος νόμου άρχεται από της δημοσιεύσεώς του δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.

Ο παρών νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ΄Ημών σήμερον κυρωθείς , δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.

Εν Αθήναις τη 21 Ιουλίου 1981

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ