Ν.Δ. 496 ΦΕΚ Α΄204/19.7.1974
Περί Λογιστικού των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Προτάσσει του Ημετέρου Υπουργικού Συμβουλίου , απεφασίσαμεν και διατάσσομεν :

1
Άρθρον 1
Γενικαί Διατάξεις.

1. Η διοίκησις των εσόδων, εξόδων και κεφαλαίων ως και το Λογιστικόν των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, διέπονται υπό των διατάξεων του παρόντος.

2. Εις τας διατάξεις του παρόντος υπάγεται και πάσα Δημοσία Υπηρεσία μη ωργανωμένη εις ίδιον Νομικόν Πρόσωπον Δημοσίου Δικαίου, αλλά λειτουργούσα εν αποκεντρώσει από του Δημοσίου Προϋπολογισμού υπό ιδίαν διοίκησιν.

3. Ο Υπουργός των Οικονομικών ασκεί οικονομικόν έλεγχον επί της διαχειρίσεως των κεφαλαίων εν γένει και της περιουσίας των ν.π.δ.δ. δια των αρμοδίων Κεντρικών ή Περιφερειακών οργάνων.

4. Ωσαύτως έλεγχον ασκεί και ο εποπτεύων κατά περίπτωσιν Υπουργός.

Άρθρον 2
Οικονομικόν Ετος.

1. Οικονομικόν έτος είναι η χρονική περίοδος, ήτις περιλαμβάνει τας διοικητικάς πράξεις και τα γεγονότα, άτινα οπωσδήποτε σχετίζονται προς την διαχείρισιν του χρήματος και την κίνησιν της περιουσίας του Ν.Π.Δ.Δ.

2. Το Οικονομικόν έτος άρχεται την 1ην Ιανουαρίου και λήγει την 31ην Δεκεμβρίου του ιδίου ημερολογιακού έτους.

3. Δια Προεδρικών Διαταγμάτων εκδιδομένων προτάσει του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού επιτρέπεται η αλλαγή του χρόνου ενάρξεως και λήξεως του οικονομικού έτους.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 11 παρ.1 Ν.4337/2015, ΦΕΚ Α 129/17.10.2015.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α΄
Προϋπολογισμός. Εννοια και περιεχόμενον του Προϋπολογισμού

Άρθρον 3

1. Προϋπολογισμός είναι η διοικητική πράξις, δι` ης προσδιορίζονται τα έσοδα και καθορίζονται τα όρια των εξόδων-πιστώσεων του Ν.Π.Δ.Δ. δι` έκαστον οικονομικόν έτος.
Εις τον προϋπλογισμόν περιλαμβάνονται τα προβλεπόμενα έσοδα και έξοδα εν οις και τα αφορώντα εις την κίνησιν των κεφαλαίων, εμφανιζομένων υπό ιδίους Κωδικούς αριθμούς.
Υπό ίδιον τμήμα εσόδων και εξόδων του προϋπολογισμού εγγράφονται τα εκ του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων προερχόμενα ποσά.

2. Τα έσοδα και έξοδα του Προϋπολογισμού των ν.π.δ.δ. ταξινομούνται κατ` είδος, ομάδας και κατηγορίας, αναλόγως της αιτίας και της φύσεως αυτών, κατά τα ισχύοντα δια τον Κρατικόν Προϋπολογισμόν και τα δι` αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών ειδικώτερον οριζόμενα.
Η ταξινόμησις αύτη δέον: α) να τείνη εις την ευχερή κατάρτισιν των Εθνικών Λογαριασμών, β) να επιτρέπη την σύγκρισιν των μεγεθών των προϋπολογισμών διαχρονικώς και γ) να απεικονίζη την κατά τομείς δραστηριότητα του ν.π.δ.δ.

3. Ο Υπουργός των Οικονομικών χαράσσει τας κατευθύνσεις καταρτίσεως και εκτελέσεως των προϋπολογισμών.

4. Εις ειδικούς πίνακας, προσαρτωμένους εις τον προϋπολογισμόν και δυναμένους να τροποποιώνται διαρκούσης της εκτελέσεως αυτού δι` αποφάσεως των αρμοδίων δια την έγκρισιν των προϋπολογισμών τούτων οργάνων, αναγράφονται αι πιστώσεις εις βάρος των οποίων επιτρέπεται η έκδοσις ενταλμάτων προπληρωμής και επιτροπικών τοιούτων.

5. Εις ειδικόν πίνακα εμφανίζεται το προβλεπόμενον ταμειακόν υπόλοιπον του προηγούμενου οικονομ

Άρθρον 4
Εγκρισις του Προϋπολογισμού.

1. Οι Προϋπολογισμοί των ν.π.δ.δ. μετά των υπ` αυτών εισηγητικών εκθέσεων υποβάλλονται ένα τουλάχιστον μήνα προ της ενάρξεως του Οικονομικού Ετους εις ο αναφέρονται, προς έγκρισιν παρά των αρμοδίων Οργάνων.

2. Εφ`όσον, άμα τη ενάρξει του οικονομικού έτους, δεν έχει εγκριθή ο προϋπολογισμός υπό των αρμοδίων, η εκτέλεσις αυτού, κατά το πρώτον εξάμηνον του έτους τούτου, ενεργείται μέχρι ποσοστού 50% των αντιστοίχων πιστώσεων του προϋπολογισμού του λήξαντος οικονομικού έτους.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 του Ν.369/1976 (ΦΕΚ Α 164)

3. Δι` αποφάσεων των αρμοδίων προς έγκρισιν του προϋπολογισμού των νομικών προσώπων οργάνων, μετά ητιολογημένην πρότασιν του διοικούντος αυτά συλλογικού οργάνου, επιτρέπεται, όπως το κατά την προηγουμένην παράγραφον πσοσοστόν αυξάνεται μέχρι του συνόλου των πιστώσεων του προϋπολογισμού του προηγουμένου οικονομικού έτους. Δι`ομοίων αποφάσεων, επιτρέπεται η είσπραξις εσόδων και η πραγματοποίησις εξόδων, μη εγγεγραμμένων εις τον προϋπολογισμόν του προηγουμένου οικονομικού έτους, κατά τα, δια των αποφάσεων τούτων, ειδικώτερον οριζόμενα.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 του Ν.369/1976 (ΦΕΚ Α 164)

4. Εξαιρετικώς, προκειμένου περί δαπανών, των οποίων η πληρωμή είναι υποχρεωτική εκ διατάξεως νόμου, ή δικαστικής αποφάσεως ή συμβάσεως συναφθείσης κατά τα προηγούμενα οικονομικά έτη, επιτρέπεται επιφυλασσομένης και της εφαρμογής των διατάξεων του δευτέρου εδαφίου της προηγουμένης παραγράφου όπως αύται πραγματοποιούνται μέχρι του συνόλου των αντιστοίχων πιστώσεων του προϋπολογισμού του προηγουμένου οικονομικού έτους, δι` αποφάσεως του διοικούντος ταύτα συλλογικού οργάνου.

Σημ.: όπως προστέθηκε  με το άρθρο 1 του Ν.369/1976 (ΦΕΚ Α 164)

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β΄
Εκτέλεσις του Προϋπολογισμού.

Άρθρον 5
Εσοδα.

1. Εσοδα του Προϋπολογισμού είναι τα κατά την διάρκειαν του οικονομικού έτους εις ο αναφέρεται ούτος βεβαιούμενα υπό κωδικούς αριθμούς του Προϋπολογισμού ποσά, ασχέτως της χρονικής περιόδου εξ ης ταύτα προέρχονται, ως και τα μη εισπραχθέντα έσοδα των προηγουμένων οικονομικών ετών.

2. Εφ` όσον δεν ορίζεται άλλως υπό των κειμένων περί του ν.π.δ.δ. διατάξεων, η βεβαίωσις των εσόδων τούτου λογίζεται πραγματοποιηθείσα από και δια της χρεώσεως του οφειλέτου εις το οικείον βιβλίον. Αι λεπτομέρεια εφαρμογής της παρούσης παραγράφου, ρυθμίζονται εκάστοτε δι` αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών.

3. Τα βεβαιωθέντα έσοδα μέχρι της λήξεως του οικονομικού έτους και μη εισπραχθέντα μέχρι της κατά το άρθρον 8 προβλεπομένης προθεσμίας, διαγράφονται λογιστικώς εκ του οικονομικού έτους εντός του οποίου εβεβαιώθησαν και αναβεβαιούνται ως έσοδα του επομένου οικονομικού έτους.

4. Τα έσοδα εισπράττονται κατά την διαδικασία εισπράξεως των δημοσίων έσοδων. Κατ` εξαίρεσιν επιτρέπεται όπως, δια κοινών αποφάσεων του αρμοδίου κατά περίπτωσιν Υπουργού και του Υπουργού των Οικονομικών, εκδιδομένων μετά ητιολογημένην γνώμην της κατά το άρθρον 59 του παρόντος Επιτροπή και δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, ορίζεται ειδική διαδικασία εισπράξεως εσόδων των Ν.Π.Δ.Δ. Μέχρις εκδόσεως των αποφάσεων τούτων κείμεναι ειδικαί διατάξεως περί της διαδικασίας εισπράξεως εσόδων των Ν.Π.Δ.Δ. διατηρούνται εν ισχύι.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 του Ν.369/1976 (ΦΕΚ Α 164)

5. Αι προσαυξήσεις λόγω μη εμπροθέσμου καταβολής οφειλών προς το νομικόν πρόσωπον διέποντο υπό των, δια το δημόσιον ισχυουσών, διατάξεων, αναλόγως, εφαρμοζομένων. Κείμεναι ειδικαί διατάξεις Ν.Π.Δ.Δ. προβλέπουσαι μεγαλυτέραν προσαύξησιν διατηρούνται εν ισχύι.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 του Ν.369/1976 (ΦΕΚ Α 164)

6. Δια Π.Δ/των εκδιδομένων μετά πρότασιν του Υπουργού των Οικονομικών και του κατά περίπτωσιν αρμοδίου Υπουργού, ορίζονται αι προϋποθέσεις και η διαδικασία της διαγραφής ή εκτπτώσεως των εσόδων των

νομικών προσώπων,  ως  και  η  διαδικασία  της  επιστροφής  αχρεωστήτως εισπραχθέντων εσόδων.

Άρθρον 6
Αποδεικτικά εισπράξεως.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 3 του Ν.369/1976 (ΦΕΚ Α 164)

1. Τα επί της εισρπάξεως των εσόδων αρμόδια όργανα εκδίδουν, δια πάσαν είσπραξιν, αποδεικτικόν εισπράξεως, ο τύπος του οποίου ορίζεται δι` αποφάσεων του Υπουργού των Οικονομικών, δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. Η είσπραξις θεωρείται ως μη γενομένη, εάν δεν εξεδόθη το κατά τον κεκανονισμένον τύπον αποδεικτικόν εισπράξεως. Αποδεικτικά εισπράξεως άνω των δέκα χιλιάδων (10.000) δραχμών, εφ`όσον εξ ειδικών λόγων δεν ήθελεν ορισθή άλλως δι` αποφάσεων του Υπουργού των Οικονομικών, δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, υπογράφονται και υπό του καταθέτου όπως υπογράψη το αποδεικτικόν εισπράξεως τούτο επι του αποδεικτικού και αναφέρει περί τούτου εγγράφως εις την Υπηρεσίαν. Δι`αποφάσεων του Υπουργού των Οικονομικών, δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, το ανωτέρω ποσόν δύναται να αναπροσαρμόζηται.

2. Προκειμένου περί νομικών προσώπων, των οποίων η είσπραξις των εσόδων ενεργείται, κατά τας κειμένας διατάξεις, δια των Δημοσίων Ταμείων, Τραπεζών, ετέρων Πιστωτικών Οργανισμών, Δημοσίων Επιχειρήσεων ή ετέρων νομικών προσώπων δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, αποδεικτικόν πληρωμής δια τον καταβάλλοντα αποτελεί ο καθωρισμένος τίτλος δια τον ενεργήσαντα την εισπράξιν. Αι εισπράξεις αύται του ενεργήσαντα την είσπραξιν. Αι εισπράξεις αύται του Ν.Π.Δ.Δ. καταχωρίζονται ως έσοδα αυτού εν τοις βιβλίοις, βάσει των εγγράφων αναγγελιών του ενεργήσαντος την είσπραξιν.

Άρθρον 7
Εξοδα.

1. Εξοδα του προϋπολογισμού είναι αι, κατά την διάρκειαν του οικονομικού έτους εις ο αναφέρεται ο προϋπολογισμός, πραγματοποιούμεναι πληρωμαί εις βάρος των πιστώσεων αυτού, ασχέτως του χρόνου καθ` ον εδημιουργήθη η προς πληρωμήν υποχρέωσις.

Ως χρόνος πραγματοποιήσεως της πληρωμής νοείται ο της εξοφλήσεως του οικείου τίτλου.

2. Ως νόμιμος και ο της υπερημερίας τόκος πάσης του νομικού προσώπου οφειλής, εις 6% ετησίως, πλην εάν άλλως ορίζεται δια συμβάσεως ή ειδικού νόμου, άρχεται δε από της επιδόσεως της αγωγής.

Σχετικό: ν υπ` αριθμ. 1570/2012 απόφαση ΣΤΕ.

Άρθρον 8
Παράτασις εκτελέσεως προϋπολογισμού.

1. Η εκτέλεσις του προυπολογισμού παρατείνεται επί δύο μήνας διά την είσπραξιν των εσόδων του λήξαντος οικονομικού έτους, ως και διά την πληρωμήν των εξόδων δι`ά αι σχετικαι υποχρεώσεις ανελήφθησαν μέχρι της λήξεως αυτού).
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ την παρ.14 άρθρ.11 Ν.2954/2001, ΦΕΚ Α 255/2.11.2001

2. Οι συμψηφιστικές εγγραφές εμφάνισης εσόδων και εξόδων των προϋπολογισμών των Ν.Π.Δ.Δ. διενεργούνται μέχρι τέσσερις (4) μήνες από τη λήξη του οικονομικού έτους.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.15 άρθρ.11 Ν.2954/2001, ΦΕΚ Α 255/2.11.2001.

Άρθρον 9
Ειδικότης πιστώσεων.

1. Αι εν τω προϋπολογισμώ πιστώσεις χρησιμοποιούνται αποκλειστικώς προς αντιμετώπισιν των δαπανών, δι` ας προεβλέφθησαν.

2. Εν ανεπαρκεία πιστώσεως του προϋπολογισμού επιτρέπεται δι` αποφάσεως των αρμοδίων δια την έγκρισιν τούτου οργάνων, εκδιδομένης τη ητιολογημένη προτάσει του διοικούντος το νομικόν πρόσωπον συλλογικού οργάνου, η αύξησις ταύτης επί ισοπόσω μειώσει ετέρας πιστώσεως. Αι δι` αποδοχάς τακτικού προσωπικού, συντάξεις, μερίσματα, βοηθήματα και επιδόματα πιστώσεις, δεν είναι δεκτικαί μειώσεως.

Άρθρον 10
Εγγραφή πιστώσεων διαρκούσης της εκτελέσεως του προϋπολογισμού.
Διαρκούσης της εκτελέσεως του προϋπολογισμού επιτρέπεται η δι` αποφάσεως των αρμοδίων δια την έγκρισιν αυτού οργάνων εγγραφή εις τον προϋπολογισμόν των εξόδων τούτου, πιστώσεων ισοπόσων προς τα πραγματοποιούμενα έσοδα:

α) Εξ αδιαθέτων υπολοίπων χρηματικών ενταλμάτων προπληρωμής.

β)  Εξ  επιστροφής  αχρεωστήτως  καταβληθέντων,  προς   επαύξησιν   των πιστώσεων εις βάρος των οποίων ενετάλη η πληρωμή.

γ) Εξ εσόδων προωρισμένων κατά ρητήν διάταξιν νόμου, προς αντιμετώπισιν ωρισμένης δαπάνης, προς αύξησιν της δια την δαπάνην ταύτην πιστώσεως.

Άρθρον 11
Αυξομειώσις εσόδων-Αναπληρωματικαί πιστώσεις-Αποθεματικά-Ορια πληρωμών.

1.  Διαρκούσης  της  εκτελέσεως  του  προϋπολογισμού επιτρέπεται η αναμόρφωσις αυτού.

2. Εν τω προϋπολογισμών αναγράφονται πιστώσεις υπό τον τίτλον:

α) Τακτικόν αποθεματικόν προς συμπλήρωσιν των πιστώσεων, αίτινες ήθελον ευρεθή εν ανεπαρκεία και

β)   έκτακτον   αποθεματικόν   προς   εγγραφήν   πιστώσεων   δι` απροβλέπτους δαπάνας.

3.   Η  κατά  την παράγραφον 1 του παρόντος άρθρου αναμόρφωσις του προϋπολογισμού, ενεργείται δι` αποφάσεων των αρμοδίων δια την  έγκρισιν του προϋπολογσιμού οργάνων.

4.   Εν  περιπτώσει  εξαντλήσεως  των  εν παραγράφω 2 του παρόντος άρθρου αποθεματικών, είναι δυνατή η εγγραφή εν  αυταίς  νέας  πιστώσεως κατά την εν τη προηγουμένη παραγράφω διαδικασίαν.

5.   Δια πράξεων του Υπουργού των Οικονομικών, δύναται να τίθηνται όρια πληρωμών των νομικών προσώπων, εφ`  όσον  επιβάλλουν  τούτο  λόγοι αναφερόμενοι εις την οικομικήν πολιτικήν.

Άρθρον 12
Διάθεσις των πιστώσεων υπό των διατακτών.

1. Το διοικούν το ν.π.δ.δ. συλλογικόν όργανον, ως κύριος διατάκτης αυτού, διαθέτει τας αναγραφομένας εν τω προϋπολογισμώ πιστώσεις ας δύναται να μεταβιβάζη δι` επιτροπικών ενταλμάτων εις έτερα όργανα εγκρίσεως δαπανών (δευτερεύοντας διατάκτας).

2. Αι τυχόν καθ` υπέρβασιν, των βάσει της παρ. 5 του άρθρου 11 του παρόντος τιθεμένων ορίων πληρωμών, αναλαμβανόμεναι υποχρεώσεις δύνανται να πληρωθούν μόνον μετά προηγουμένην έγκρισιν του Υπουργού Οικονομικών τη ητιολογημένη προτάσει του αρμοδίου δια την έγκρισιν του προϋπολογισμού οργάνου.

3. Δια την ανάληψιν υποχρεώσεων, αίτινες προβλέπεται οτι θα βαρύνουν, είτε τμηματικώς είτε εξ ολοκλήρου τα επόμενα οικονομικά έτη, απαιτείται προηγουμένη έγκρισις των αρμοδίων δια την έγκρισιν του προϋπλογισμού οργάνων.

4. Εφ`όσον, κατά τας κειμένας περί του νομικού προσώπου διατάξεις, η υπηρεσία αυτού διεξάγεται, εν όλω ή εν μέρει, υπό μονίμων υπαλλήλων του Δημοσίου ή ετέρου Ν.Π.Δ.Δ., επιτρέπεται, όπως καθήκοντα οργάνων του νομικού προσώπου, εκ των προβλεπομένων υπό του παρόντος Νομοθετικού Διατάγματος και των κατ` εξουσιοδότησιν αυτού εκδιδομένων Προεδρικών Διαταγμάτων, Υπουργικών Αποφάσεων και λοιπών διοικητικών πράξεων, ανατίθενται, δ` αποφάσεως του διοικούντος αυτό συλλογικού οργάνου, εις τους ανωτέρω υπαλλήλους, τη εγκρίσει της προϊσταμένης αυτών Αρχής.

5. Δι`αποφάσεων του Νομάρχου εις την περιφέρειαν του οποίου εδρεύει το νομικόν πρόσωπον, επιτρέπεται όπως, εφ`όσον δεν υπηρετεί παρ`αυτώ, δι` οιονδήποτε λόγον, τακτικός υπάλληλος τούτου ή μόνιμος υπάλληλος του Δημοσίου ή ετέρου Ν.Π.Δ.Δ. κατά τα προβλεπόμενα εν τη προηγουμένη παραγράφω, τα εν αυτή καθήκοντα ανατίθενται εις μονίμους δημοσίους υπαλλήλους ή μονίμους υπαλλήλους ετέρου Ν.Π.Δ.Δ. εκ των υπηρετούντων εν τη περιφερεία του Νομού.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 του άρθρου 4 του Ν.369/1976 (ΦΕΚ Α 164)

6. Τα καθήκοντα του διατάκτου των δαπανών είναι ασυμβίβαστα προς τα καθήκοντα του εκκαθαριστού αυτών.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 του άρθρου 4 του Ν.369/1976 (ΦΕΚ Α 164)

Άρθρον 13
Αναγνώρισις, εκκαθάρισις και εντολή πληρωμής εξόδων.

1. Τα έξοδα των νομικών προσώπων αναγνωρίζονται και εκκαθαρίζονται υπό των αρμοδίων οργάνων, βάσει των υπό των κειμένων διατάξεων προβλεπομένων δι` έκαστον ν.π. ή είδος δαπάνης δικαιολογητικών, των αποδεικνυόντων την κατ` αυτών απαίτησιν, δυναμένων να συμπληρωθούν και δι` ετέρων στοιχείων καθοριζομένων δι` αποφάσεως του διοικούντος ταύτα συλλογικού οργάνου. Οπου εκ των κειμένων διατάξεων δεν ορίζονται δικαιολογητικά δαπανών, ταύτα ορίζονται δι` αποφάσεων του εποπτεύοντος το νομικόν πρόσωπον Υπουργού και του Υπουργού των Οικονομικών.
Μέχρις εκδόσεως των ως άνω αποφάσεων, τα έξοδα αναγνωρίζονται και εκκαθαρίζονται βάσει παραστατικών στοιχείων αποδεικνυόντων την κατά του ν.π. απαίτησιν.

Σχετικό: άρθρο 8 του ΠΔ 80/2016,ΦΕΚ Α 145.

2. Δια την εφαρμογήν των διατάξεων του άρθρου 12 του παρόντος η παρά τω νομικώ προσώπω οικονομική υπηρεσία παρακολουθεί την εξέλιξιν των αναλαμβανομένων υποχρεώσεων εν σχέσει προς την ύπαρξιν πιστώσεως, ουδεμία δε πράξις αναλήψεως υποχρεώσεως αναγράφεται υπό του διατάκτου (κυρίου ή δευτερεύοντος) εάν η υπηρεσία αύτη δεν βεβαιώση εγγράφως, οτι υπάρχει πίστωσις και δεν γίνεται υπέρβασίς τις.

3. Διορισμοί, εντάξεις, μετατάξεις και προαγωγαί πάσης φύσεως προσωπικού Ν.Π.Δ.Δ. ενεργούνται, κατόπιν προηγουμένης εγγράφου βεβαιώσεως του Προϊσταμένου της Οικονομικής Υπηρεσίας, περί υπάρξεως της απαιτουμένης πιστώσεως, προς αντιμετώπισιν της δαπάνης δια δωδεκάμηνον τουλάχιστον χρονικόν διάστημα, κατά τα ορισθησόμενα δια των εν παρ. 6 του παρόντος άρθρου προβλεπομένων Προεδρικών Διαταγμάτων. Ως προς τα νομικά πρόσωπα, δια τα οποία ήθελε ανατεθή εις υφισταμένην Υπηρεσίαν Εντελλομένων Εξόδων η εκκαθάρισις και εντολή πληρωμής δαπανών αυτών, βάσει του άρθρου 14 του παρόντος, η κατά το προηγούμενον εδάφιον βεβαίωσις παρέχεται υπό των Υπηρεσιών τούτων. Οι κατά παράβασιν των εις την παρούσαν παράγραφον οριζομένων ενεργούμενοι διορισμοί, εντάξεις, μετατάξεις και προαγωγαί είναι άκυροι.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 του άρθρου 4 του Ν.369/1976 (ΦΕΚ Α 164)

4. Δια την πληρωμήν οιουδήποτε εξόδου απαιτείται η έκδοσις χρηματικού εντάλματος.

5. Δια των εκδιδομένων χρηματικών ενταλμάτων, εντέλλεται το συνολικόν χρηματικόν ποσόν της οφειλής.

6. Δια Π.Διαταγμάτων εκδιδομένων προτάσει του Υπουργού των Οικονομικών ορίζονται:
α) Ο τρόπος αναλήψεως υποχρεώσεων υπό του κυρίου ή των δευτερευόντων διατακτών, ως και αι υποχρεώσεις των οργάνων τούτων.
β) Η διαδικασία της εκκαθαρίσεως και εντολής πληρωμής των εξόδων των νομικών προσώπων υπό της οικονομικής αυτών υπηρεσίας ή των δια των διατάξεων του άρθρου 14 του παρόντος προβλεπομένων Υπηρεσιών Εντελλομένων Εξόδων.
γ) Τα της επιλύσεως ανακυπτουσών αμφισβητήσεων μεταξύ διατακτών και των Υπηρεσιών εκκαθαρίσεως, και εντολής πληρωμής των δαπανών.
δ) Ο τύπος των χρηματικών ενταλμάτων και ο αριθμός των αντιτύπων τούτων, και
ε) ο τρόπος εισαγωγής και αποδόσεως των υπέρ του Δημοσίου και τρίτων κρατήσεων.

7. Εξαιρετικώς δι` αποδοχάς, συντάξεις και υποτροφίας μηνός Ιανουαρίου, ως και βοηθήματα, μερίσματα και επιδόματα αναγόμενα εις το πρώτον τρίμηνον εκάστου έτους, δύναται να εκδίδωνται εντός του μηνός Δεκεμβρίου, χρηματικά εντάλματα υπό λογαριασμούς εκτός προϋπολογισμού, τακτοποιουμένων των λογαριασμών τούτων δια της συμψηφιστικής εξοφλήσεως των μετά την έναρξιν του οικον. έτους εκδοθησομένων χρηματικών ενταλμάτων εις βάρος των οικείων πιστώσεων του προϋπολογισμού.

8. Εις όλως εξαιρετικάς περιπτώσεις, επιτρέπεται, όπως δι` ητιολογημένων αποφάσεων του Υπουργού των Οικονομικών και του αρμοδίου κατά περίπτωσιν Υπουργού, ωρισμέναι δαπάναι περιοριστικώς αναφερόμεναι, πληρώνωνται δι` ετέρων τίτλων πληρωμής. Δια των αυτών αποφάσεων ορίζονται ο εκκαθαριστής, η ευθύνη αυτού και του ανοικείως λαβόντος, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, ο τύπος του τίτλου πληρωμής, ο τρόπος της εξοφλήσεως, τα του καταλογισμού πληρωμής μη νομίμου δαπάνης και πάσα εν γένει λεπτομέρεια αναγκαία δια την εφαρμογήν των διατάξεων της παρούσης παραγράφου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 του άρθρου 4 του Ν.369/1976 (ΦΕΚ Α 164)

9. Εις παν χρηματικόν ένταλμα ή έτερον τίτλον πληρωμής επισυνάπτονται, ευθύνη του εκδίδοντος αυτό, τα υπό των κειμένων διατάξεων δικαιολογητικά.

Άρθρον 14
Σύστασις Υπηρεσιών Εντελλομένων Εξόδων παρά ν.π.δ.δ.

1. Δια την εκκαθάρισιν και εντολήν πληρωμής των εξόδων των ν.π.δ.δ., δύναται δια Π.Δ/των εκδιδομένων προτάσει του Πρωθυπουργού, του Υπουργού των Οικονομικών και του αρμοδίου κατά περίπτωσιν Υπουργού, όπως συνιστώνται δι` έκαστον νομικόν πρόσωπον ή ομάδα νομικών προσώπων, Υπηρεσίαι Εντελλομένων Εξόδων.

2. Δι` ομοίων Π.Δ/των δύναται να ανατίθηται η εκκαθάρισις και εντολή πληρωμής των δαπανών νομικών προσώπων εις ήδη υφισταμένας Υπηρεσίας Εντελλομένων Εξόδων.

3. Δια των εν ταις παραγράφοις 1 και 2 του παρόντος άρθρου Π.Δ/ των, ορίζεται η εις προσωπικόν σύνθεσις των συνιστωμένων Υπηρεσιών Εντελλομένων Εξόδων, επιτρεπομένης προς τούτο της αυξήσεως των οργανικών θέσεων του προσωπικού του Δημοσιονομικού Κλάδου του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, κατ` ανώτατον όριον ως ακολούθως:
Προκειμένου περί συνιστωμένης Υπηρεσίας Εντελλομένων Εξόδων διηρθρωμένης εις δύο τμήματα, μιας (1) θέσεως επί βαθμώ 3ω-2ω, δύο (2) επι βαθμώ 5ω-4ω και δύο (2) επί βαθμώ 8ω-6ω του Α1 Κλάδου και δύο (2) θέσεων επί βαθμώ 10ω-6ω του Κλάδου Β1, προκειμένου δε περί συνιστωμένης Υπηρεσιάς Εντελλομένων Εξόδων επιπέδου τμήματος μιάς (1) θέσεως επί βαθμώ 5ω-4ω και μίας (1) επί βαθμώ 8ω-6ω του Α1 Κλάδου και μιάς (1) θέσεως επί βαθμώ 10ω-6ω του Κλάδου Β1.
Κατ` εξαίρεσιν των κειμένων διατάξεων, προς επάνδρωσιν των ως άνω Υπηρεσιών επιτρέπεται και η απόσπασις υπαλλήλων εκ των δι` αυτών εξυπηρετουμένων νομικών προσώπων, μετ` απόφασιν του εποπτεύοντος το νομικόν πρόσωπον Υπουργού δια το προσωπικόν των νομικών προσώπων της περιφερείας Μείζονος Πρωτευούσης και του οικείου Νομάρχου δια το προσωπικόν νομικών προσώπων εκτός της περιφερείας ταύτης.

4. Αι δαπάναι προσωπικού και λειτουργίας των ως άνω υπηρεσιών καταβάλλονται εις βάρος των πιστώσεων του Υπουργείου Οικονομικών (Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους), αποδιδόμεναι υπό των νομικών προσώπων εις το Δημόσιον κατά τα δι` αποφάσεων του Υπουργού των Οικονομικών οριζόμενα.

5. Δι` αποφάσεων του Υπουργού των Οικονομικών ρυθμίζονται τα της λειτουργίας των δια του παρόντος συνιστωμένων υπηρεσιών αναλόγως προς τας ιδιορρυθμίας των νομικών προσώπων ή κατηγορίας τούτων, ως και πάσα αναγκαία δια την εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος άρθρου λεπτομέρεια.

Άρθρον 15

1. Η Ταμιακή διαχείρισις των ν.π.δ.δ. ενεργείται υπό της Τραπέζης της Ελλάδος κατά τας διατάξεις του από 20-1-1932 Π.Διατάγματος “περί διαχειρίσεως νομικών προσώπων υπό της Τραπέζης της Ελλάδος” ως αύται εκάστοτε ισχύουν.

2. Μέχρι της εκδόσεως των προβλεπομένων δια του από 20-1-1932 Π.Διατάγματος, αποφάσεων του Υπουργού Οικονομικών, εξακολουθούν ισχύουσαι ειδικαί διατάξεις, καθ` ας η ταμιακή διαχείρισις ν.π.δ.δ. ενεργείται υπό ετέρας Τραπέζης ή πιστωτικού οργάνου.

3. Δι` αποφάσεως του διοικούντος το ν.π. οργάνου, επιτρέπεται, όπως ανατίθενται εις μονίμους υπαλλήλους του νομικού προσώπου καθήκοντα εισπράκτορος εσόδων τούτου. Αι εισπράξεις κατατίθενται εις τον ασκούντα την ταμιακήν διαχείρισιν του νομικού προσώπου πιστωτικόν Οργανισμόν ή Τράπεζαν κατά το ειδικώτερον εις τας αποφάσεις ταύτας οριζόμενα. Εις όλως εξαιρετικάς περιπτώσεις, δι` ομοίων αποφάσεων επιτρέπεται η σύστασις ιδίας ταμιακής υπηρεσίας παρά τινι νομικώ προσώπω εφ` όσον, η έκτασις και ο χαρακτήρ των συναλλαγών επιβάλλει τούτο, επιφυλασσομένης της ισχύος των κειμένων διατάξεων.

4. Αι διατάξεις του άρθρου 98 του Ν.Δ. 321/1969 “περί Κώδικος Δημοσίου Λογιστικού”, ως και κείμεναι ειδικαί διατάξεις δια των οποίων προβλέπεται η είσπραξις εσόδων Ν.Π.Δ.Δ. υπο ετέρων οργάνων, διατηρούνται εν ισχύι”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 5 του Ν.369/1976 (ΦΕΚ Α 164)
Σχετικό: :Σύμφωνα με το άρθρο μόνο του ΠΔ 614/77 (ΦΕΚ Α 199) το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο εξαιρείται από την  εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 15,20 και της παρ.3 του άρθρ.34 του ΝΔ 496/74

Άρθρον 16
Ελεγχος επί των δαπανών ν.π.δ.δ.
Τα της ασκήσεως ελέγχου επί των δαπανών των ν.π.δ.δ. διέπονται υπό των διατάξεων των άρθρων 17 και 18 του Ν.Δ. 1265/72 “περί ελέγχου των δαπανών του Κράτους, των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδικοικήσεως και των άλλων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου ως και των Λογαριασμών των δημοσίων υπολόγων και παρακολουθήσεως των εσόδων των.”

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Γ΄
Προπληρωμαί.

Άρθρον 17
Προϋποθέσεις προπληρωμών-Διαδικασία εκδόσεως χρηματικών ενταλμάτων προπληρωμής.

1. Προς εκτέλεσιν δαπανών, δι` ας ως εκ της φύσεως αυτών ή λόγω επειγούσης υπηρεσιακής ανάγκης, καθίσταται αδύνατον να συντελεσθούν αι κατά τας κειμένας διατάξεις περί δικαιολογήσεως εξόδων διατυπώσεις, επιτρέπεται, όπως το απαιτούμενον ποσόν προκαταβάλλεται υπό του ν.π.δ.δ. δια χρηματικών ενταλμάτων προπληρωμής.

2. Τα χρηματικά εντάλματα πληρωμής εκδίδονται μετ` ητιολογημένην απόφασιν του κυρίου ή δευτερεύοντος διατάκτου.

Άρθρον 18
Περιορισμοί εκδόσεως ενταλμάτων προπληρωμής- Απόδοσις λογαριασμού.

1. Τα εντάλματα προπληρωμής εκδίδονται επ`ονόματι μονίμων υπαλλήλων του Ν.Π.Δ.Δ., κατ` εξαιρέσιν δε και επ`ονόματι μονίμων δημοσίων υπαλλήλων ή μονίμων υπαλλήλων ετέρων Ν.Π.Δ.Δ., μετ` έγκρισιν του προϊσταμένου της Υπηρεσίας εις ην ανήκουν ούτοι. Επίσης επιτρέπεται η έκδοσις χρηματικών ενταλμάτων προπληρωμής, επ`ονόματι των Τραπεζών Ελλάδος και Αγροτικής. Εν τη περιπτώσει ταύτη δύναται να ορίζηται δεύτερος υπόλογος, κατά τα εν τω πρώτω εδαφίω της παρούσης παραγράφου οριζόμενα. Εξαιρειτικώς επιτρέπεται η έκδοσις ενταλμάτων προπληρωμής επ`ονόματι συνταξιούχων των νομικών προσώπων ή μελών των οικογενεικών των εις την αλλοδαπήν, υπό την προϋποθέσιν ότι δικαιούνται τοιαύτης νοσηλείας δαπάναις του Ν.Π.Δ.Δ.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 του Ν.369/1976 (ΦΕΚ Α 164)

2. Εκ του ποσού των εν τη προηγουμένη παραγράφω χρηματικών ενταλμάτων προπληρωμής καταβάλλονται αι μέχρι λήξεως της προς απόδοσιν λογαριασμού προθεσμίας πραγματοποιούμεναι δαπάναι.

3. Δεν επιτρέπεται η έκδοσις ενταλμάτων προπληρωμής επ` ονόματι υπαλλήλων του ν.π. ασκούντων καθήκοντα ταμίου ή εισπράκτορος, πλην μόνον δι` έξοδα μετακινήσεως αυτών.

4. Εντάλματα προπληρωμής επιτρέπεται να εκδίδωνται μέχρι της τελευταίας ημέρας του προτελευταίου μηνός εκάστου οικονομικού έτους.
Κατ` εξαίρεσιν προς αντιμετώπισιν επειγουσών αναγκών, επιτρέπεται η έκδοσις ενταλμάτων προπληρωμής μέχρι τέλους του οικονομικού έτους.

5. Δι`αποφάσεων του κυρίου ή δευτερεύοντος διατάκτου, ορίζονται ο υπόλογος διαχειριστής του ποσού του εντάλματος και η προθεσμία αποδόσεως λογαριασμού, μη δυναμένη να ορισθή πέραν του ενός μηνός από της λήξεως του οικονομικού έτους, καθ` ο εξεδόθη το χρηματικόν ένταλμα προπληρωμής και προκειμένου περί των ενταλμάτων των οποίων επιτρέπεται η έκδοσις μέχρι λήξεως του οικονομικού έτους, ουχί πέραν του τετραμήνου. Επί ενταλμάτων προπληρωμής αναφερομένων εις το αυτό έργον, προμήθειαν ή εργασίαν, των οποίων τα δικαιολογητικά δεν είναι δυνατόν να διαχωρισθούν κατ` ένταλμα, επιτρέπεται, όπως, δι`αποφάσεως του εν τω προηγουμένω εδαφίω οργάνου, παρατείνεται η προθεσμία αποδόσεως λογαρισμού μέχρι της λήξεως της τασσομένης δια τον τελευταίον χρηματικόν ένταλμα προθεσμίας. Δια των αυτών αποφάσεων δύναται να επιτραπή η συναπόδοσις λογαριασμού δι`άπαντα τα επ`ονόματι του αυτού υπολόγου εκδιδόμενα δια το αυτόν έργον, προμήθειαν ή εργασίαν, χρηματικά εντάλματα.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 του Ν.369/1976 (ΦΕΚ Α 164)

6. Προκειμένου περί χρηματικών ενταλμάτων προπληρωμής εκδιδομένων επ` ονόματι των εν τη παραγράφω 1 του παρόντος άρθρου Τραπεζών δια δαπάνας και προμηθείας εκ του εξωτερικού, ως και δι` επιδοτήσεως δύναται να ορίζηται προθεσμία αποδόσεως λογαριασμού μέχρι τέλους Ιουνίου του επομένου οικονομικού έτους, δυναμένη να παραταθή δι` ητιολογημένης αποφάσεως του διοικούντος το ν.π. συλλογικού οργάνου.
Εξαιρετικώς, επί προμηθειών εκ του εξωτερικού, δι` ας ο εν τη προσφορά του προμηθευτού οριζόμενος χρόνος παραδόσεως κείται πέραν του μηνός Ιουνίου του επομένου οικονομικού έτους, επιτρέπεται όπως η προθεσμία αποδόσεως λογαριασμού ορίζηται εις χρόνον μεταγενέστερον της παραδόσεως, πάντως δε ουχί πέραν του τριμήνου.
Παράτασις της τελευταίας ταύτης προθεσμίας, επιτρέπεται δι` ητιολογημένης αποφάσεως του διοικούντος το ν.π. συλλογικού οργάνου.

7. Αι εν τη παραγράφω 1 του παρόντος άρθρου Τράπεζαι ευθύνονται μόνον δια την ακριβή εκτέλεσιν των διδομένων αυταίς οδηγιών.

Άρθρον 19

1. Δια Π.Δ/των εκδιδομένων προτάσει του Υπουργού των Οικονομικών ορίζονται:

α) αι υποχρεώσεις και ευθύναι των υπολόγων εξ ενταλμάτων προπληρωμής.

β) ο τρόπος τακτοποιήσεως των ενταλμάτων τούτων και

γ) αι συνέπειαι της μη εμπροθέσμου αποδόσεως λογαριασμού, αι κατά των υπολόγων κυρώσεις, τα της επισχέσεως των αποδοχών αυτών και τα του καταλογισμού τούτων.

2. Δια των αυτών Π.Δ/των επιτρέπεται όπως α) καθιερούνται περιορισμοί εις την έκδοσιν ενταλμάτων προπληρωμής, τόσον ως προς τον αριθμόν των επ` ονόματι του αυτού υπαλλήλου εκδιδομένων, όσον και ως προς τον αριθμόν τούτων δια το αυτό έργον και β) ρυθμίζωνται τα της μεταβιβάσεως υπό του υπολόγου της διαχειρίσεως μέρους του προκαταβληθέντος αυτώ ποσού εις ετέρους υπαλλήλους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Δ΄
Πληρωμή εξόδων.

Άρθρον 20
Εξόφλησις τίτλων πληρωμής

1. Χρηματικόν ένταλμα ή έτερος τίτλος πληρωμής προβλεπόμενος υπό του παρόντος εξοφλείται μόνον εφ` όσον φέρει τα κατά νόμον τυπικά στοιχεία.

2. Αι πάσης φύσεως πληρωμαί των Ν.Π.Δ.Δ. ενεργούνται δι`επιταγών εκδιδομένων υπ`αυτών, απαραιτήτως, βάσει των υπό του άρθρου 13 του παρόντος προβλεπομένων τίτλων πληρωμής και επι της κατά το άρθρον 15 του παρόντος ασκούσης την ταμιακήν διαχείρισιν του Ν.Π.Δ.Δ. Τραπέζης ή Πιστωτικού Οργανισμού. Αι επιταγαί εκδίδονται εις διατάγην του δικαιούχου του χρηματικού εντάλματος ή ετέρου τίτλου πληρωμής. Κατ` εξαίρεσιν, επιτρέπεται η έκδοσις επιταγών εις διαταγήν Τραπέζης ή Πιστωτικού Οργανισμού εις περιπτώσεις πληρωμής δικαιούχων διαμενόντων εκτός τη έδρας του Ν.Π.Δ.Δ. Ωσαύτως των Ν.Π.Δ.Δ. και δι`εντολής μεταφοράς, τη μεσολαβήσει της Τραπέζης της ασκούσης την ταμιακήν διαχείρισιν του νομικού προσώπου, εις πίστωσιν τρεχουμένων λογαριασμών των δικαιούχων, τηρουμένων είτε παρά τη Τραπέζη της Ελλάδος, είτε παρ` ετέρα Ελληνική Τραπέζη, συμμετεχούση εις το παρά τη Τραπέζη της Ελλάδος λειτουργούν Συμψηφιστικόν Γραφείον, κατά τα οριζόμενα δι`αποφάσεων του Υπουργού των Οικονομικών δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το αρθρο 7 του Ν.369/1976 (ΦΕΚ Α 164)

3. Πληρωμαί δια δαπάνας μισθοδοσίας και πάσης ετέρας σταθεράς αποδοχάς των υπαλλήλων των ν.π.δ.δ., δια δαπάνας συντάξεων και βοηθημάτων, δύναται να ενεργώνται δια μιας κατ` είδος δαπάνης επιταγής, εις διαταγήν υπαλλήλου του ν.π., οριζομένου δι` αποφάσεως του διοικούντος τούτο συλλογικού οργάνου, προς καταβολήν των σχετικών ποσών εις τους δικαιούχους.

4. Δι` αποφάσεων του Υπουργού των Οικονομικών, δημοσιευομένον δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, καθορίζονται αι αναγκαίαι λεπτομέρειαι δια την εφαρμογήν του παρόντος άρθρου.

5. Δι` ομοίων αποφάσεων, δύναται να εξαιρώνται ητιολογημένως των διατάξεων των παρ. 2-4 του παρόντος άρθρου πληρωμαί δαπανών, εν όλω ή εν μέρει, νομικών προσώπων ή κατηγοριών αυτών, εφ` όσον λειτουργεί παρ` αυτοίς Ταμιακή υπηρεσία.

6. Δια των υπό της παραγράφου 6 του άρθρου 13 εκδιδομένων Π.Δ/των ορίζονται τα του τρόπου και της διαδικασίας εξοφλήσεως των χρηματικών ενταλμάτων ή ετέρων τίτλων πληρωμής.
Σχετικό: Σύμφωνα με το άρθρο μόνο του ΠΔ 614/77 το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο εξαιρείται της εφαρμογής των διατάξεων των άρθρων 15, 20 και της παρ.3 του άρθρ.34 του ΝΔ 496/1974

Άρθρον 21
Εξόφλησις παρά μη δυναμένων να υπογράψουν. Ανεξόφλητα εντάλματα.

1. Δια την εξόφλησιν τίτλων πληρωμής, παρά μη δυναμένων να υπογράψουν, εφαρμόζονται αι κατά το άρθρον 42 του Νομοθετικού Διατάγματος 321/1969 “περί Κώδικος Δημοσίου Λογιστικού” εκδιδόμεναι αποφάσεις του Υπουργού των Οικονομικών.

2. Χρηματικά εντάλματα πληρωμής παραμένοντα ανεξόφλητα, εν όλω ή εν μέρει, μέχρι λήξεως της υπό του άρθρου 8 του παρόντος προβλεπομένης προθεσμίας, ακυρούνται καθ` ο ποσόν παραμένουν ανεξόφλητα, αι δε υποχρεώσεις εις ας αναφέρονται ταύτα μεταφέρονται ως έξοδα του επομένου οικονομικού έτους.
Δι` αποφάσεως του Υπουργού Οικονομικών, καθορίζονται αι λεπτομέρειαι εφαρμογής της παρούσης παραγράφου.

Άρθρον 22
Αντικατάστασις απολεσθέντων αποδεικτικών εισπράξεως και τίτλων πληρωμής.
Εν περιπτώσει απωλείας αποδεικτικών εισπράξεως ή τίτλων πληρωμής, εκδίδονται αντίγραφα αυτών κατόπιν διαπιστώσεως, προκειμένου μεν περί αποδεικτικών εισπράξεως, της εισαγωγής υπερ του Ν.Π.Δ.Δ. του δι`αυτών εισπραχθέντος ποσού, προκειμένου δε περί τίτλων πληρωμής, της μη εξοφλήσεως των. Τα περί ων το παρόν άρθρον αντίγραφα εκδίδονται τη προτάσει του διοικούντος το Ν.Π.Δ.Δ., συλλογικού οργάνου μετ` έγκρισιν της ασκούσης την εποπτείαν και εγκρινούσης τον προϋπολογισμόν ούτου δημοσίας αρχής.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 8 του Ν.369/1976 (ΦΕΚ Α 164)

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ε΄
Λογαριασμοί και Λογιστικόν Σύστημα.

Άρθρον 23
Ανυπόγραφα αποδεικτικά χρεώσεως ή πιστώσεως της διαχειρίσεως, μη δυνάμενα να συμπληρωθούν λόγω θανάτου του εκδόντος ή ετέρας αιτίας, υπογράφονται υπό των διαδεχθέντων αυτόν εν τη υπηρεσία, αφού προηγουμένως βεβαιωθή η εις την διαχείρισίν του εισαγωγή ή εξαγωγή των μετρητών, αξιών, ενσήμων ή υλικών, δι` α ταύτα εξεδόθησαν.

Άρθρον 24

1. Επιτρέπεται, όπως, δια κοινών αποφάσεων του εποπτεύοντος Υπουργού και του Υπουργού Οικονομικών, δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, συνιστώνται πάγιαι προκαταβολαί εις λειτουργούντα υπό ειδικάς συνθήκας Ν.Π.Δ.Δ. Δι`ομοίων αποφάσεων καθορίζονται το ύψος της παγίας προκαταβολής και αι πιστώσεις, εις βάρος των οποίων επιτρέπεται η εκ ταύτης πληρωμή δαπανών.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 10 του Ν.369/1976 (ΦΕΚ Α 164)

2. Επιτρέπεται δι` αποφάσεων του κατά περίπτωσιν αρμοδίου Υπουργού ή του παρ` αυτού εξουσιοδοτουμένου οργάνου η κατανομή του ποσού της παγίας προκαταβολής εις πλείονας της μιας διαχειρίσεις.

3. Εν περιπτώσει πολέμου ή γενικής ή μερικής επιστρατεύσεως ή άλλης εκτάκτου ανάγκης, επιτρέπεται η δι` ομοίων αποφάσεων αύξησις του ποσού της προκαταβολής, ως και των εκ ταύτης καταβαλλομένων δαπανών μέχρι και του συνόλου των εν τω προϋπολογισμώ πιστώσεων.

4. Αι κατά το παρόν άρθρον προκαταβολαί χορηγούνται δια χρηματικών ενταλμάτων, εκδιδομένων υπό τα εκτός προϋπολογισμού λογαριασμών “Πάγιαι Προκαταβολαί”. Ο τύπος των χρηματικών ενταλμάτων τούτων ορίζεται δι`αποφάσεων του Υπουργού των Οικονομικών, δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 10 του Ν.369/1976 (ΦΕΚ Α 164)

5. Πάγιαι Προκαταβολαί συσταθείσαι μέχρι της δημοσιεύσεως του παρόντος, εξακολουθούν ισχύουσαι, διεπόμεναι εφ εξής υπό των διατάξεων του παρόντος.
Σχετικό: : παρ.10 άρθρ.33 Ν.3105/2003

6. Δια Κανονισμών Ταμιακής και Λογιστικής Υπηρεσίας, καταρτιζομένων υπο του διοικούντος το Ν.Π.Δ.Δ. συλλογικού οργάνου και εγκρινομένων δια κοινών αποφάσεων του εποπτεύοντος Υπουργού και του Υπουργού των Οικονομικών και δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, δυναμένων να τροποποιούνται κατά την αυτήν διαδικασίαν, ορίζονται τα της οργανώσεως και λειτουργίας της οικονομικής υπηρεσίας εκάστου Ν.Π.Δ.Δ. ή κατηγορίας τούτων και ιδία:
α) Η διάρθωσις της οικονομικής υπηρεσίας και τα καθήκοντα του προσωπικού αυτής,

β) το τηρούμενον λογιστικόν σύστημα,

γ) τα, πέραν των εν παρ. 3 του παρόντος άρθρου οριζομένων, τηρούμενα υποχρεωτικά και βοηθητικά λογιστικά βιβλία, ως και τα της αριθμήσεως και θεωρήσεως αυτών, και

δ) τα της συστάσεως και λειτουργίας των εκτός προϋπολογισμού τηρουμένων, κατά την παράγραφον 1 του παρόντος άρθρου λογαριασμών.

Άρθρον 25
Σύστασις Παγίων Προκαταβολών.

1. Επιτρέπεται, όπως, δια κοινών αποφάσεων του εποπτεύοντος Υπουργού και του Υπουργού Οικονομικών, δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, συνιστώνται πάγιαι προκαταβολαί εις λειτουργούντα υπό ειδικάς συνθήκας Ν.Π.Δ.Δ. Δι`ομοίων αποφάσεων καθορίζονται το ύψος της παγίας προκαταβολής και αι πιστώσεις, εις βάρος των οποίων επιτρέπεται η εκ ταύτης πληρωμή δαπανών.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 10 του Ν.369/1976 (ΦΕΚ Α 164)

2. Επιτρέπεται δι` αποφάσεων του κατά περίπτωσιν αρμοδίου Υπουργού ή του παρ` αυτού εξουσιοδοτουμένου οργάνου η κατανομή του ποσού της παγίας προκαταβολής εις πλείονας της μιας διαχειρίσεις.

3. Εν περιπτώσει πολέμου ή γενικής ή μερικής επιστρατεύσεως ή άλλης εκτάκτου ανάγκης, επιτρέπεται η δι` ομοίων αποφάσεων αύξησις του ποσού της προκαταβολής, ως και των εκ ταύτης καταβαλλομένων δαπανών μέχρι και του συνόλου των εν τω προϋπολογισμώ πιστώσεων.

4. Αι κατά το παρόν άρθρον προκαταβολαί χορηγούνται δια χρηματικών ενταλμάτων, εκδιδομένων υπό τα εκτός προϋπολογισμού λογαριασμών “Πάγιαι Προκαταβολαί”. Ο τύπος των χρηματικών ενταλμάτων τούτων ορίζεται δι`αποφάσεων του Υπουργού των Οικονομικών, δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 10 του Ν.369/1976 (ΦΕΚ Α 164)

5. Πάγιαι Προκαταβολαί συσταθείσαι μέχρι της δημοσιεύσεως του παρόντος, εξακολουθούν ισχύουσαι, διεπόμεναι εφ εξής υπό των διατάξεων του παρόντος.
Σχετικό:  παρ.10 άρθρ.33 Ν.3105/2003

Άρθρον 26
Διαχείρισις των παγίων προκαταβολών.

1. Η διαχείρισις των παγίων προκαταβολών ανατίθεται δι` αποφάσεως του διοικούντος το ν.π. συλλογικού οργάνου εις μονίμους υπαλλήλους αυτού και κατ` εξαίρεσιν, ελλείψει ή κωλύματι τούτων, εις μονίμους δημοσίους υπαλλήλους, μετ`έγκρισιν του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας εις ην ανήκουν.

2. Οι διαχειρισταί των παγίων προκαταβολών υπέχοντες τας ευθύνας του δημοσίου υπολόγου, υποχρεούνται, όπως εντός του πρώτου δεκαπενθημέρου εκάστου μηνός υποβάλουν τα δικαιολογητικά των κατά τον αμέσως προηγούμενον μήνα ενεργηθεισών εκ της παγίας προκαταβολής πληρωμών, εις την αρμοδίαν προς εκκαθάρισιν των οικείων δαπανών υπηρεσίαν, ήτις εντός μηνός εκδίδει τα χρηματικά εντάλματα αποκαταστάσεως αυτής.
Κατ` εξαίρεσιν επιτρέπεται, δι` ητιολογημένης αποφάσεως του εποπτεύοντος το ν.π. Υπουργού, όπως ο διαχειριστής της παγίας προκαταβολής υποβάλλη τα ως άνω δικαιολογητικά ανά δίμηνον.

Άρθρον 27
Καταλογισμοί.

1. Πάσα πληρωμή, ενεργουμένη εκ της παγίας προκαταβολής αχρεωστήτως, καταλογίζεται εις βάρος του τε λαβόντος και των τυχόν συνυπευθύνων οργάνων, εις ολόκληρον, ανεξαρτήτως των πειθαρχικών κυρώσεων.

2. Δια πάσαν πληρωμήν ενεργουμένην εκ της παγίας προκαταβολής καθ`υπέρβασιν των εις τας σχετικάς αποφάσεις οριζομένων ως προς το είδος των δαπανών, καταλογίζονται εις τα προκαλέσαντα την πληρωμήν
όργανα.

3. Βάσει των καταλογιστικών αποφάσεων, εκδίδονται τα χρηματικά εντάλματα αποκαταστάσεως της παγίας προκαταβολής εις βάρος των οικείων πιστώσεων του προϋπολογισμού του ν.π.

4. Εν περιπτώσει απωλείας χρημάτων ή δικαιολογητικών της διαχειρίσεως της παγίας προκαταβολής, τα χρηματικά εντάλματα αποκαταστάσεως ταύτης, εκδίδονται βάσει της απαλλασσούσης τον υπόλογον πράξεως του Ελεγκτικού Συνεδρίου εις βάρος της οικείας πιστώσεως του προϋπολογισμού του ν.π.

Άρθρον 28
Βιβλία διαχειριστών παγίας προκαταβολής.
Τα υπό των διαχειριστών των παγίων προκαταβολών χρησιμοποιούμενα βιβλία αποδεικτικών εισπράξεως ως και το ημερολόγιον αυτών αριθμούνται και θεωρούνται υπό του Προέδρου του διοικούντος το ν.π. συλλογικού οργάνου, ή του ειδικώς προς τούτο εξουσιοδοτημένου υπό του οργάνου τούτου.

Άρθρον 29
Υποχρεώσεις διαχειριστών παγίας προκαταβολής
Οι διαχειρισταί των παγίων προκαταβολών υποχρεούνται όπως:

α) Καταθέτουν απαραιτήτως τα εκ της παγίας προκαταβολής διαθέσιμα κεφάλαια εις την Τράπεζαν της Ελλάδος, ή, εν ελλείψει υποκαταστήματος ή πρακτορείου αυτής, εις άλλην Τράπεζαν ή Πιστωτικόν Οργανισμόν, εν ελλείψει δε υποκαταστήματος και τούτων εις το δημόσιον Ταμείον.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 11 του Ν.369/1976 (ΦΕΚ Α 164)

β) τηρούν ημερολόγιον κινήσεως παγίας προκαταβολής, εις ο δέον να καταχωρίζουν πάσας τας υπ αυτών ενεργουμένας εισπράξεις και πληρωμάς κατά χρονολογικήν σειράν και
γ) υποβάλλουν εντός του πρώτου εικοσαημέρου εκάστου μηνός, αναλυτικά ισοζύγια εις το διοικούν το ν.π. συλλογικόν όργανον και την αρμοδίαν Επιθεώρησιν Δημοσίων Διαχειρίσεων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΣΤ΄
Κατάρτισις Απολογισμού και Ισολογισμού.

Άρθρον 30
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 12 του Ν.369/1976 (ΦΕΚ Α 164)

1. Τα Ν.Π.Δ.Δ. καταρτίζουν απολογισμόν εσόδων και εξόδων, περιλαμβανομένης εν αυτώ και της κινήσεως κεφαλαίων ως και ισολογισμόν χρηματικήν διαχειρίσεως εκάστου οικονομικού έτους τους οποίους υπαβάλλουν, μετά των σχετικών αναλυτικών εκθέσεων,μέχρι τέλους Ιουνίου του επομένου έτους εις τα αρμόδια δια την εγκρισιν του προϋπολογισμού των όργανα.
Τα όργανα ταύτα, αφού διαπιστώσουν την εντός των εγκριθεισών πιστώσεων εκτέλεσιν του προϋπολογισμού, εγκρίνουν τον απολογισμόν,μέχρι τέλους του αυτού έτους.

2. Ο απολογισμός εσόδων και εξόδων εκάστου έτους απεικονίζει τα αποτελέσματα της εκτέλεσεως του προϋπολογισμού του αντιστοίχου έτους ειδικώτερον δε εμφανίζει,κατά στήλας και κατά την εν τω προϋπολογισμώ τάξιν:

α) τα αρχικώς προϋπολογισθέντα έσοδα και έξοδα,

β) τας γενομένας μεταγενεστέρως συμπληρώσεις και τροποποιήσες τούτων,

γ) τα πραγματοποιηθέντα έσοδα και έξοδα,

δ) τα επί πλέον ή επί έλαττον πραγματοποιηθέντα έσοδα και έξοδα και ε) το πλεόνασμα ή έλλειμμα.

3. Ο ισολογισμός χρηματικής διαχειρίσεως εμφανίζει:
α) Τα τελικά υπόλοιπα των διαθεσίμων κεφαλαίων και του λογαριασμού ταμιακης διαχειρίσεως τα προκύψαντα εκ της εκτελέσεως των προϋπολογισμών των προηγουμένων ετών, μέχρι της ενάρξεως του έτους εις το οποίον αναφέρεται ο ισολογισμός,

β) την κατά παράτασιν εκτέλεσιν του προϋπολογισμού του προηγουμένου έτους, ως και την μέχρι 31ης Δεκεμβρίου εκτέλεσιν του προϋπολογισμού εις τον οποίον αναφέρεται ο ισολογισμός,

γ) την κίνησιν των εκτός προϋπολισμού λογαριασμών και

δ) το, κατά την 31ην Δεκεμβρίου του έτους εις το οποίον αναφέρεται ο ισολογισμός, νέον υπόλοιπον εκ των διαθεσίμων κεφαλαίων, του λογαριασμού ταμιακής διαχειρίσεως, ως και των εκτός προϋπολογισμού λογαριασμών. Εις τον ισολογισμόν επισυνάπτονται αναλυτικοί πίνακες των εκτός προϋπολογισμού λογαριασμών, ως και του τυχόν εις δικαιλογητικά χρηματικού υπολοίπου.

4. Δια των κατά την παράγραφον 6 του άρθρου 24 του παρόντος κανονισμού ταμιακής και λογιστικής υπηρεσίας, δύναται να καθορίζεται, όπως τα Ν.Π.Δ.Δ. καταρτίζουν ισολογισμόν της εν γένει περιουσιακής καταστάσεως τούτων. Δια των αυτών κανονισμών, ρυθμίζονται τα της διενεργείας απογραφής των εν γένει περιουσιακών στοιχείων, αποτιμήσεως τούτων, αποσβέσεως των στοιχείων του ενεργητικού καταρτίσεως του λογαριασμού αποτελεσμάτων χρήσεως, ως και πάσα λεπτομέρεια σχετιζομένη με την κατάρτισιν του ισολογισμού περιουσιακής καταστάσεως.

5. Κείμεναι διατάξεις περί των Ν.Π.Δ.Δ., ρυθμίζουσαι τα εν τη προηγουμένη παραγράφω θέματα, εξακολουθούν ισχύουσαι μέχρι της τροποποιήσεως των δια του υπό της αυτής παραγράφου προβλεπομένου Κανονισμού.

Σχετικό:  παρ.1 της περ.ΣΤ` του Ν.2647/1998 (Α 237)

Άρθρον 31
Ελεγχος Απολογισμού και Ισολογισμού.
Τα του ελέγχου του Απολογισμού και Ισολογισμού διέπονται υπό των διατάξεων του Ν.Δ. 1265/72 “περί ελέγχου των δαπανών του Κράτους, των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως και των άλλων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, ως και των λογαριασμών των δημοσίων υπολόγων και παρακολουθήσεως των εσόδων των.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ζ΄
Υπόλογοι ν.π.δ.δ.-Ευθύναι-Καταλογισμοί Εννοια και εποπτεία υπολόγων.

Άρθρον 32

1. Υπόλογοι ν.π.δ.δ. είναι πάντες οι έστω και άνευ νομίμου εξουσιοδοτήσεως διαχειριζόμενοι χρήματα, αξίας, ένσημα ή υλικόν ανήκοντα εις ν.π. ως και πας άλλος εκ του νόμου θεωρούμενος ως υπόλογος ν.π.

2. Οι υπόλογοι εν γένει των ν.π. διατελούν υπό την εποπτείαν και τον έλεγχον του διοικούντος το ν.π. συλλογικού οργάνου, του εποπτεύοντος τούτο Υπουργού και του Υπουργού των Οικονομικών ως και του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

3. Ο κατά την προηγουμένην παράγραφον υπό των οικείων Υπουργών έλεγχος των υπολόγων, ενεργείται κατά τας περί οικονομικής επιθεωρήσεως διατάξεις του Υπουργείου των Οικονομικών (Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους).

4. Διατηρούνται εν ισχύϊ ειδικαί διατάξεις αφορώσαι εις λογοδοσίαν ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου υπολόγων ν.π.

Άρθρον 33
Ασυμβίβαστα υπολόγων ν.π.δ.δ.
Τα καθήκοντα του διαχειριστού χρημάτων, αξιών, ενσήμων ή υλικού του ν.π. είναι ασυμβίβαστα προς τα καθήκοντα του διατάκτου και του προϊσταμένου της οικονομικής υπηρεσίας αυτού.

Άρθρον 34
Ελεγχος ταμειακού υπολοίπου

1. Το χρηματικόν υπόλοιπον του Ταμείου ν.π., εφ` όσον λειτουργεί παρ` αυτώ ιδία ταμιακή υπηρεσία, εξακριβούται καθ` εκάστην υπό μέλους του διοικούντος τούτο συλλογικού οργάνου ή υπαλλήλου αυτού ειδικώς προς τούτο εξουσιοδοτουμένου.
Δια την εξακρίβωσιν του ταμειακού υπολοίπου συντάσσεται πράξις υπογραφομένη υπό του ελέγχοντος και του Ταμίου ή διαχειριστού.

2. Δια του υπό της παραγράφου 6 του άρθρου 24 του παρόντος προβλεπομένου κανονισμού, δύναται να ορίζηται όπως ο έλεγχος του ταμειακού υπολοίπου ενεργήται δις ή και άπαξ της εβδομάδος, αναλόγως του όγκου των συναλλαγών του ν.π.

3. Δι αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών και του κατά περίπτωσιν αρμοδίου Υπουργού, ορίζεται εκάστοτε το ανώτατον όριον χρημάτων, όπερ δύναται να έχη εις χείρας του ο Ταμίας ή διαχειριστής της παγίας προκαταβολής.
Σχετικό: με το άρθρο μόνο του ΠΔ 614/77 το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο εξαιρείται της εφαρμογής των διατάξεων των άρθρων 15, 20 και της παρ.3 του άρθρου 34 του ΝΔ 496/1974

Άρθρον 35
Ελλείματα εν γένει.

1. Πάσα έλλειψις εν τη διαχειρίσει του ν.π. χρημάτων, αξιών, ενσήμων ή υλικού, διαπιστουμένη κατά την νόμιμον διαδικασίαν, αναπληρούται υπό του υπολόγου εντός 24 ωρών άλλως ούτος τίθεται εκτός διαχειρίσεως ή και υπηρεσίας και καταλογίζεται με το ποσόν του ελλείματος, το οποίον βεβαιούται αμελλητί ως εσόδον του ν.π. λαμβανομένων των απαραιτήτων μέτρων προς εξασφάλισιν της απαιτήσεως αυτού.
Ως έλλειμα χαρακτηρίζεται και πάσα πληρωμή μη αναγόμενη εις την αρμοδιότητα του υπολόγου.

2. Ελλείψεις χαρτοσήμου, ενσήμων εν γένει και παντός αντικειμένου βάσει του οποίου εισπράττεται τέλος ή δικαίωμα, καταλογίζονται εις την τιμήν διαθέσεως την οριζομένην υπό των οικείων διατάξεων.

3. Πάσα έλλειψις υλικού καταλογίζεται εις χρήμα, βάσει της τρεχούσης κατά τον χρόνον του καταλογισμού τιμής αυτού. Η τιμή αήτη προσδιορίζεται παρ` Επιτροπής συνιστωμένης υπό της ασκούσης την εποπτείαν και εγκρινούσης τον προϋπολογισμόν του νομικού προσώπου δημοσίας αρχής. Εις ην περίπτωσιν η αξία του ελλείποντος υλικού εκτιμάται παρά του διοικούντος το Ν.Π.Δ.Δ. συλλογικού οργάνου εις ποσόν κατώτερον των δραχμών είκοσι χιλιάδων (20.000), η τιμή προσδιορίζεται παρά τούτου. Το ποσόν τούτο δύναται να αναπροσαρμόζηται, δι`αποφάσεων του Υπουργού των Οικονομικών, δημοσειυομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 13 του Ν.369/1976 (ΦΕΚ Α 164)

4. Απαγορεύεται η εις την διαχείρισιν του υπολόγου ανάμιξις χρημάτων ξένων προς ταύτην, δια παν δε εμφανιζόμενον εν τη διαχειρίσει χρηματικόν πλεόνασμα, συνίσταται παρακαταθήκη μέχρις ου αποδειχθή η αιτία αυτού.

5. Επί ανοικείων πληρωμών, ενεργουμένων υπό των υπολόγων αύται καταλογίζονται εις ολόκληρον και εις βάρος των λαβόντων. Τα υπό των υπολόγων εις βάρος των οποίων κατελογίσθησαν αι ανοικείως γενόμεναι πληρωμαί, καταβληθέντα εις τα ν.π. ποσά, βεβαιούνται τη αιτήσει των υπέρ αυτών και εισπράττονται εις βάρος των λαβόντων κατά τας κειμένας περί εισπράξεως των εσόδων του ν.π. διατάξεις.

Άρθρον 36
Απώλεια ή φθορά τίτλων απαιτήσεων.
Αι διατάξεις του προηγουμένου άρθρου εφαρμόζονται αναλόγως και εις την περίπτωσιν απωλείας ή φθοράς τίτλων απαιτήσεων του ν.π., εφ` όσον συνεπεία ταύτης προσεγένετο ζημία εις τούτο.

Άρθρον 37
Ασφάλεια χρημάτων. Ενσήμων κλπ.
Οι υπόλογοι είναι υπεύθυνοι δια την ασφάλειαν των εν τη διαχειρίσει των χρημάτων, ενσήμων, αξιών και υλικού εν γένει του ν.π.
Ούτοι οφείλουν να τηρούν τους οικείους κανονισμούς ασφαλείας κατά την αποστολήν και παραλαβήν χρημάτων, ενσήμων, αξιών και υλικού, ευθνόμενοι δια πάσαν εκ της μη τηρήσεως των κανονισμών τούτων ζημίαν του ν.π.

Άρθρον 38
Ευθύναι οργάνων ν.π.δ.δ.
Δια των υπό του άρθρου 13 του παρόντος προβλεπομένων Π.Δ/των, ορίζονται τα των υποχρεώσεων, ευθυνών και καταλογισμών, των κυρίων και δευτερευόντων διατακτών, των διαχειριστών εν γένει, του προϊσταμένου οικονομικής υπηρεσίας ή ετέρων υπαλλήλων κεκτημένων οικονομικήν αρμοδιότητα, τα των ενδίκων μέσων κατά των καταλογιστικών αποφάσεων και πάσα εν γένει αναγκαία λεπτομέρεια.

Άρθρον 39
Αστική ευθύνη οργάνων και υπαλλήλων ν.π.δ.δ.

1. Ασχέτως προς την κατά την εν άρθρω 38 ευθύνην των υπολόγων των ν.π., πας υπάλληλος ν.π. ή δημόσιο υπάλληλος, υπηρετών υφ` οιανδήποτε ιδίοτητα, εις ν.π. ευθύνεται και υποχρεούται εις ανόρθωσιν πάσης ζημίας τούτων, προελθούσης εκ δόλου ή αμελείας αυτού περί την εκτέλεσιν των υπό του παρόντος Νομοθετικού Διατάγματος και άλλων ειδικών διατάξεων ανατιθεμένων αυτώ καθηκόντων.

2. Επί της ευθύνης ταύτης αποφαίνεται το Ελεγκτικόν Συνέδριον κατά τας οικείας αυτού διατάξεις.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Η΄
Συμβάσεις δια λογαριασμόν ν.π.δ.δ. Προϋποθέσεις συνάψεως Συμβάσεων.

Άρθρον 40
Συμβάσεις, δια των οποίων δημιουργούνται υποχρεώσεις εις βάρος του ν.π. δεν δύναται να συνομολογηθούν, εφ` οσον δεν προβλέπονται υπό των διεπουσών τούτο γενικών ή ειδικών διατάξεων

Άρθρον 41
Τύπος Συμβάσεων.
Πάσα σύμβασις δια λογαριασμόν του ν.π., έχουσα αντικείμενον άνω των 10.000 δραχμών ή δημιουργούσα υποχρεώσεις διαρκείας, εφ` όσον δεν ορίζεται άλλως, υποβάλλεται εις τον τύπον του ιδιωτικού εγγράφου. Το ποσόν τούτο δύναται να αυξομειούται δι` αποφάσεων του Υπουργού των Οικονομικών, δημοσιευομένων εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η πρότασις καταρτίσεως συμβάσεως και η αποδοχή αυτής δύναται να γίνουν και δι` ιδιαιτέρων εγγράφων.
Η εκ της μη τηρήσεως του τύπου της εγγράφου αποδοχής ακυρότης, αίρεται εν περιπτώσει εκπληρώσεως της συμβάσεως.
Σχετικό 1: Με την υπ`αριθμ. 2054839/452/0026/3-9.7.1992 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών (ΦΕΚ Β`447), αυξήθηκε το χρηματικό ποσό το οριζόμενο από τις διατάξεις του άρθρου 84 του Ν.Δ. 321/69 και του άρθρου 41 του Ν.Δ. 496/74 σε 150.000 δραχμές.
Σχετικό 2: Με την ΥΑ οικ. 2/42053/0094 (ΦΕΚ Β΄ 1033/7-8-2002), αναπροσαρμόσθηκε το χρηματικό ποσό το οριζόμενο από τις διατάξεις του άρθρου 41 του Ν.Δ. 496/74 σε δύο χιλιόδες πεντακόσια (2.500) ευρώ.

Άρθρον 42
Συνομολόγησις Συμβάσεων.
Νόμιμος εκπρόσωπος του ν.π. δια την συνομολόγησιν συμβάσεων, εφ` όσον δεν ορίζεται άλλως δια των περί αυτού κειμένων διατάξεων, είναι ο Πρόεδρος του διοικούντος τούτο συλλογικού οργάνου.

Άρθρον 43
Διαγωνισμός και εξαιρέσεις.
Σημ.: όπως το άρθρο 43 καταργήθηκε με το άρθρο 17 του Ν. 1797/1988 (ΦΕΚ Α 164), ο οποίος στην συνέχεια καταργήθηκε με την περ.θ` της παρ.2 του άρθρου 10 του Ν.2286/1995 (Α 19)

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Θ΄
Παραγραφαί-Κατασχέσεις-Εκχωρήσεις Παραγραφή αξιώσεων των ν.π.δ.δ.

Άρθρον 44
1. Παν χρέος προς το ν.π. παραγράφεται, εφ` όσον δεν ορίζεται άλλως υπό των διατάξεων του παρόντος, μετά πέντε έτη από της λήξεως του οικονομικού έτους του οποίου εβεβαιώθη.
Εάν η βεβαίωσις εγένετο πριν ή το χρέος καταστή ληξιπρόθεσμον εν μέρει ή εν όλω η παραγραφή άρχεται από της λήξεως του οικονομικού έτους, καθ` ο το χρέος κατέστη ληξιπρόθεσμον και δια το ποσόν τούτο.
2. Χρέη προς το ν.π. α) εκ τελεσιδίκων δικαστικών αποφάσεων, πλην των, δια πρόστιμον, χρηματικάς ποινάς και συναφή δικαστικά έξοδα και τέλη, υπαγομένων εις την πενταετή παράγραφον, β) εξ απίστου διαχειρίσεως, γ) εκ συμβάσεων και διατάξεων τελευταίας βουλήσεως, περιλαμβανομένων δια των περιοδικών παροχών και δ) εκ καταλογισμών επιβληθέντων παρ` οιασδήποτε αρμοδίας κατά νόμου Αρχής, υπόκεινται εις εικοσαετή παραγραφήν, αρχομένην από της λήξεως του Οικονομικού έτους, εντός του οποίου εβεβαιώθησαν.
3. Χρέη προς το ν.π. εκ παρακρατηθέντων ή δια λογαριασμών τούτου εισπραχθέντων φόρων, τελών και δικαιωμάτων, παραγράφονται μετά δέκα έτη από της λήξεως του οικονομικού έτους εντός του οποίου εβεβαιώθησαν.
4. Χρέη προς το ν.π. προερχόμενα εξ απαιτήσεων περιελθουσών εις τούτο εξ οιουδήποτε λόγου, αίτινες δεν είχον παραγραφή εν τω προσώπω του δικαιοπαρόχου μέχρι της μεταβιβάσεώς των εις το ν.π., παραγράφονται μετά πέντε έτη από της λήξεως του οικονομικού έτους εντός του οποίου εβεβαιώθησαν εις το προς ο η μεταβίβασις ν.π.

1. Παν χρέος προς το ν.π. παραγράφεται, εφ` όσον δεν ορίζεται άλλως υπό των διατάξεων του παρόντος, μετά πέντε έτη από της λήξεως του οικονομικού έτους του οποίου εβεβαιώθη.
Εάν η βεβαίωσις εγένετο πριν ή το χρέος καταστή ληξιπρόθεσμον εν μέρει ή εν όλω η παραγραφή άρχεται από της λήξεως του οικονομικού έτους, καθ` ο το χρέος κατέστη ληξιπρόθεσμον και δια το ποσόν τούτο.

2. Χρέη προς το ν.π. α) εκ τελεσιδίκων δικαστικών αποφάσεων, πλην των, δια πρόστιμον, χρηματικάς ποινάς και συναφή δικαστικά έξοδα και τέλη, υπαγομένων εις την πενταετή παράγραφον, β) εξ απίστου διαχειρίσεως, γ) εκ συμβάσεων και διατάξεων τελευταίας βουλήσεως, περιλαμβανομένων δια των περιοδικών παροχών και δ) εκ καταλογισμών επιβληθέντων παρ` οιασδήποτε αρμοδίας κατά νόμου Αρχής, υπόκεινται εις εικοσαετή παραγραφήν, αρχομένην από της λήξεως του Οικονομικού έτους, εντός του οποίου εβεβαιώθησαν.

3. Χρέη προς το ν.π. εκ παρακρατηθέντων ή δια λογαριασμών τούτου εισπραχθέντων φόρων, τελών και δικαιωμάτων, παραγράφονται μετά δέκα έτη από της λήξεως του οικονομικού έτους εντός του οποίου εβεβαιώθησαν.

4. Χρέη προς το ν.π. προερχόμενα εξ απαιτήσεων περιελθουσών εις τούτο εξ οιουδήποτε λόγου, αίτινες δεν είχον παραγραφή εν τω προσώπω του δικαιοπαρόχου μέχρι της μεταβιβάσεώς των εις το ν.π., παραγράφονται μετά πέντε έτη από της λήξεως του οικονομικού έτους εντός του οποίου εβεβαιώθησαν εις το προς ο η μεταβίβασις ν.π.

Άρθρον 45
Αναστολή παραγραφής.
Η παραγραφή των χρεών προς το ν.π. αναστέλλεται δια τους λόγους τους προβλεπομένους υπό της ισχυούσης περί των αξιώσεων του Δημοσίου νομοθεσίας.
Η παραγραφή αναστέλλεται επίσης:
α) Δια χρονικόν διάστημα ίσον προς τον χρόνον, καθ` ον κατά το τελευταίον έτος της παραγραφής το χρέος ετέλεσεν εν αναστολή ή διευκολύνσει τμηματικής καταβολής, ανεξαρτήτως καταβολής, ανεξαρτήτως συμμορφώσεως ή μη του υποχρέου εν όλω ή εν μέρει χορηγηθείσης νόμων ή δικαστική αποφάσει ή αποφάσει αρμοδίας κατά νόμον Αρχής, συνεπεία αιτήσεως του υποχρέου.
β) Δια χρονικόν διάστημα ίσον προς τον χρόνον, καθ` ον το ν.π., εκωλύθη να επιδιώξη την είσπραξιν του χρέους δι` αναγκαστικών μέσων, συνεπεία αναστολής εκτελέσεως χορηγηθείσης δια διατάξεως νόμου.
Εις αμφοτέρας τας περιπτώσεις α) και β) η παραγραφή συνεχίζεται μετά την λήξιν της αναστολής της εισπράξεως, της τμηματικής καταβολής ή της αναστολής εκτελέσεως, εν ουδεμία δε περιπτώσει συμπληρούται αύτη προ της παρελεύσεως εξ μηνών από της λήξεως της αναστολής πληρωμής, της αναστολής εκτελέσεως ή της διευκολύνσεως τμηματικής καταβολής.
γ) Εάν ημφισβητήθη δικαστικώς η νομιμότης του τίτλου εισπράξεως ή των ληφθέντων μέτρων εκτελέσεως υπό του οφειλέτου ή τρίτου μέχρι τελεσιδίκου περαιώσεως της δίκης.

Άρθρον 46
Διακοπή παραγραφής.

1. Η παραγραφή διακόπτεται δια τους λόγους τους προβλεπομένους υπό της ισχυούσης περί των αξιώσεων του Δημοσίου νομοθεσίς, πλην της καθ` οιονδήποτε τρόπον αναγνωρίσεως της αξιώσεως υπό του υποχρέου.
Η παραγραφή διακόπτεται επίσης, δια της επιβολής κατασχέσεως επί περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτου ή του εγγυητού αυτού, ευρισκομένων είτε εις χείρας τούτων είτε εις χείρας τρίτων.
Από της κατασχέσεως ενάρξεως της αναγκαστικής εκτελέσεως μέχρι της τελεσιδικίας του πίνακος κατατάξεως, πάσα πράξις της εκτελέσεως διακόπτει την παραγραφήν, η οποία άρχεται εκ νέου από της τελευταίας διαδικαστικής πράξεως της εκτελέσεως.
Εν περιπτώσει απαγγελίας ακυρότητος της κατασχέσεως ή άλλης πράξεως της διοικητικής εκτελέσεως, η παραγραφή της αξιώσεως του ν.π. δεν συμπληρούται, εάν, εντός τριών μηνών από της τελεσιδικίας της απαγγειλάσης την ακυρότητα αποφάσεως, επαναληφθή η ακυρωθείσα πράξις εκτελέσεως ή επιβληθή νέα κατάσχεσις επί του αυτού ετέρου περιουσιακού στοιχείου. Η υπό της Διοικητικής Αρχής άρσις της κατασχέσεως κατόπιν αιτήσεως του οφειλέτου δεν αναιρεί την διακοπήν της παραγραφής.

2. Επί πλειόνων οφειλετών εις ολόκληρον, η διακοπή της παραγραφής ως προς τον ένα εξ αυτών, ενεργεί και κατά των λοιπών. Επίσης η διακοπή της παραγραφής ως προς τον πρωτοφειλέτην ενεργεί και κατά του εγγυητού και αντιστοίχως.

Άρθρον 47
Συνέπειαι παραγραφής αξιώσεων του ν.π.δ.δ.
Η συμπλήρωσις της παραγραφής χρέους προς το ν.π. επιφέρει τας συνεπείας τας προβλεπομένας υπό της ισχυούσης επί των αξιώσεων του Δημοσίου νομοθεσίας.

Άρθρον 48
Παραγραφή αξιώσεων κατά του ν.π.δ.δ.

1. Ο χρόνος παραγραφής των χρηματικών αξιώσεων κατά του ν.π.δ.δ. είναι πέντε ετών, εφ` όσον δεν ορίζεται άλλως υπό του παρόντος.

2. Ο χρόνος παραγραφής των χρηματικών αξιώσεων κατά του ν.π. δι` αχρεωστήτως ή παρανόμως καταβληθέντα ποσά είναι τριών ετών.

3. Ο χρόνος παραγραφής των κατά του ν.π. αξιώσεων των υπαλλήλων τούτου των επί σχέσει δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου μετ` αυτού συνδεομένων, εκ καθυστερουμένων αποδοχών ή άλλων πάσης φύσεως απολαυών ή αποζημιώσεων εξ αδικαιολογήτου πλουτισμού είναι δύο ετών.
Σχετικό:  υπ` αριθμ. 461/2012 απόφαση ΣΤΕ.

4. Η παραγραφή του καθόλου δικαιώματος τν εν παραγράφω 3 περιπτώσεων είναι δέκα ετών.

5. Ο χρόνος παραγραφής των αξιώσεων των συνταξιούχων εν γένει και βοηθηματούχων του ν.π. ως και των κληρονόμων αυτών εκ καθυστερουμένων συντάξεων, μερισμάτων, επιδομάτων και βοηθημάτων είναι δύο ετών, έστω και αν ενετάλησαν εσφαλμένως.
Αι κατά την εκτέλεσιν το πρώτον, πράξεων ή αποφάσεων κανονισμού συντάξεως, μερίσματος, επιδόματος ή βοηθήματος, εντελλόμεναι δεδουλευμέναι συντάξεις, μερίσματα, βοηθήματα ή επιδόματα, παραγράφονται εντός διετίας, αρχομένης μετά πάροδον τριμήνου από της χρονολογίας εκδόσεως της σχετικής πράξεως ή αποφάσεως.

6. Χρηματική αξίωσις κατά του ν.π. βεβαιωθείσα δια τελεσιδίκου δικαστικής αποφάσεως ή δια την οποίαν εξεδόθη τίτλος πληρωμής, υπόκειται εις παραγραφήν πέντε ετών, αρχομένην από της τελεσιδικίας ή εκδόσεως του τίτλου πληρωμής αντιστοίχως.

Άρθρον 49
Εναρξις παραγραφής.
Η παραγραφή άρχεται από του τέλους του οικονομικού έτους καθ` ο εγεννήθη η αξίωσις και είναι δυνατή η δικαστική αυτής επιδίωξις.

Άρθρον 50
Αναστολή παραγραφής.
Αι περί αναστολής της παραγραφής διατάξεις των άρθρων 257 έως 259 του Αστικού Κώδικος, εφ` όσον δεν ορίζεται άλλως εφαρμόζονται και επί των χρηματικών αξιώσεων κατά του ν.π.
Επίσης η παραγραφή αναστέλλεται, εφ` όσον χρόνον ο δικαιούχος ένεκεν ανωτέρας βίας εκωλύθη να ασκήση την αξίωσίν του εντός του τελευταίου εξαμήνου του χρόνου παραγραφής.

Άρθρον 51
Διακοπή παραγραφής
Φυλαττομένης της ισχύος των ειδικών διατάξεων, η παραγραφή των χρηματικών αξιώσεων κατά του ν.π. διακόπτεται μόνον:
α) Δια της υποβολής της υποθέσεως εις το αρμόδιον δικαστήριον ή εις διαιτητάς, οπότε άρχεται εκ νέου η παραγραφή από της τελευταίας διαδικαστικής πράξεως των διαδίκων του δικαστηρίου ή των διαιτητών.
β) Δια της υποβολής προς το ν.π. αιτήσεως περί πληρωμής της απαιτήσεως, οπότε η παραγραφή άρχεται εκ νέου από της χρονολογίας την οποίαν φέρει η έγγραφος απάντησις της αρμοδίας δια την αναγνώρισιν ή την πληρωμήν της απαιτήσεως, Αρχής.
Εν περιπτώσει μη απαντήσεως η παραγραφή άρχεται μετά πάροδον εξαμήνου από της χρονολογίας υποβολής της αιτήσεως.
Υποβολή δευτέρας αιτήσεως δεν διακόπτει εκ νέου την παραγραφήν.
γ) Δια της εκδόσεως τίτλου πληρωμής.

Άρθρον 52
Συνέπειαι παραγραφής αξιώσεων κατά του ν.π.δ.δ.
Η παραγραφείσα κατά του ν.π. αξίωσις δεν είναι δεκτική συμψηφισμού, τα δε καταβληθέντα μετά την συμπλήρωσιν της παραγραφής έστω και εν γνώσει της παραγραφής αναζητούνται. Παραίτησις από της συμπληρωθείσης παραγραφής είναι άκυρος. Η παραγραφή λαμβάνεται υπ` όψιν αυτεπαγγέλτως υπό των δικαστηρίων.

Άρθρον 53
Κατάσχεσις εις χείρας του ν.π. και εκχώρησις.

1. Δια πάσαν κατάσχεσιν χρηματικής απαιτήσεως εις χείρας του ν.π. ως τρίτου, το κατασχετήριον ως και η αναγγελία επί εκχωρήσεως χρηματικής απαιτήσεως κατά του ν.π. κοινοποιούνται εις την αρμοδίαν δια την πληρωμήν υπηρεσίαν του ν.π. και εις το αρμόδιον δια την αναγνώρισιν της δαπάνης όργανον αυτού.
Το κατασχετήριον κοινοποιείται εις το Δημόσιον Ταμείον εις ο υπάγεται φορολογικώς ο καθ` ου η κατάσχεσις και εις την αρμοδίαν δια την εκκαθάρισιν και εντολήν πληρωμής της δαπάνης, Υπηρεσίαν εντός δέκα πέντε ημερών από της επιδόσεώς του εις την αρμοδίαν δια την πληρωμήν Υπηρεσίαν.

2. Πάσα κατάσχεσις ή εκχώρησις, δια την οποίαν δεν ετηρήθησαν αι ως άνω διατυπώσεις, είναι άκυρος.

Σχετικό:  το άρθρο 6 Ν.3581/2007 “Πώληση και ταυτόχρονη μίσθωση ακινήτων του Δημοσίου, μακροχρόνιες και χρηματοδοτικές μισθώσεις του Δημοσίου και άλλες διατάξεις”, ΦΕΚ Α 140,ορίζεται ότι:
“Τα εκ των συμβάσεων της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου δικαιώματα και απαιτήσεις δύνανται να ενεχυράζονται ή να εκχωρούνται κατά τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα, μη εφαρμοζομένων των διατάξεων του άρθρου 95 του ν. 2362/1995 (ΦΕΚ 247 Α) και του άρθρου 53 του ν.δ. 496/1974 (ΦΕΚ 204 Α`). Είναι δυνατόν να συμφωνείται ότι ο μισθωτής δεν δικαιούται να προβάλλει σε συμψηφισμό έναντι του ενεχυρούχου δανειστή ή εκδοχέα απαιτήσεις που τυχόν έχει κατά του εκμισθωτή”.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ι’
Τελικαί και μεταβατικαί διατάξεις.

Άρθρον 54

1. Αι διατάξεις του παρόντος περί του χρόνου παραγραφής εφαρμόζονται επί των από της θέσεώς του εν ισχύϊ γεννωμένων αξιώσεων.

2. Αι περί αναστολής, διακοπής και συνεπειών της παραγραφής διατάξεις του παρόντος, ως προς τον από της θέσεώς του εν ισχύϊ χρόνον, εφαρμόζονται και επί των γεγεννημένων ήδη αξιώσεων.

Άρθρον 55
Ειδικαί διατάξεις του ν.π. ρυθμίζουσαι τα του χρόνου της παραγραφής εν γένει χρεών προς το ν.π. ή χρεών τούτου, εξακολουθούν ισχύουσαι.

Άρθρον 56
Εξαιρέσεις

1. Εξαιρούνται της εφαρμογής του παρόντος α) οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοικήσεως και τα εξ αυτών εξαρτώμενα νομικά πρόσωπα και ιδρύματα και β) τα κοινοφελή ιδρύματα και αι κοινωφελείς περιουσίαι, τα διεπόμενα υπό του Α.Ν. 2039/1939 “περί τροποποιήσεως, συμπληρώσεως και κωδικοποιήσεως των νόμων “περί εκκαθαρίσεως και διοικήσεως των εις το Κράτος και υπερ κοινωφελών σκοπών καταλειπομένων κληρονομιών, κληροδοσιών και δωρεών”.

2. Δια Προεδρικών Διαταγμάτων εκδιδομένων μέχρι 30ης Νοεμβρίου 1977, προτάσει του αρμοδίου κατα περίπτωσιν Υπουργού και του Υπουργού των Οικονομικών, δύναται να εξαιρώνται εκ των διατάξεων του παρόντος, ενόλω ή εν μέρει και ετέρα Ν.Π.Δ.Δ., εφ` όσον ειδικοί λόγοι επιβάλλουν τούτο και υπό την προϋπόθεσιν ότι αι οικείαι προτάσεις αυτών περί εξαιρέσως θα υποβληθούν εις το Γενικόν Λογιστήριον του Κράτους μέχρι της 30ης Απριλίου 1977. Μέχρι δημοσιεύσεως των ως άνω Προεδρικών Διαταγμάτων, επί των περί ών αι ανωτέρω προτάσεις Ν.Π.Δ.Δ. δεν εφαρμόζονται αι διατάξεις του παρόντος, εξαιρέσει των ήδη τεθεισών εν ισχύι διατάξεων δια του άρθρου μόνου του Ν.250/1976 και του άρθρου 19 του Ν.369/1976. Τα ως άνω Διατάγματα επιτρέπεται όπως καταργώνται κατά την αυτήν διαδικασίαν, εάν εκλείψουν οι λόγοι δι` ούς ταύτα
εξεδόθησαν.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το αρ.2 του ν.578/77 (Α 106)

Άρθρον 57
Επέκτασις εφαρμογής του παρόντος.

1. Δια Π.Διαταγμάτων προκαλουμένων υπό του Υπουργού των Οικονομικών και του αρμοδίου κατά περίπτωσιν Υπουργού, δύναται να επεκτείνωνται αι διατάξεις του παρόντος Νομοθετικού Διατάγματος εν όλω ή εν μέρει, και επί των δημοσίου χαρακτήρος ειδικών λογαριασμών, επιτρεπομένης της τροποποιήσεως και συμπληρώσεώς των, επί τω τέλει της προσαρμογής τούτων προς τας ιδιομορφίας εκάστου ειδικού λογαριασμού ή κατηγορίας ειδικών λογαριασμών.

2. Μέχρι της εκδόσεως των κατά την προηγουμένην παράγραφον Π.Διαταγμάτων, αι διατάξεις των άρθρων 40 και 43 του παρόντος, εφαρμόζονται και επί των ειδικών λογαριασμών.

Άρθρον 58
Μέχρις της θέσεως εν ισχύϊ των υπό του παρόντος προβλεπομένων Π.Διαταγμάτων, αποφάσεων και κανονισμών, τα περί αυτών θέματα ρυθμίζονται υπό των μέχρι της ενάρξεως της ισχύος αυτού κειμένων διατάξεων, φυλαττομένης της ισχύος της παραγρ. 2 του αρθρου 57 του παρόντος.

Άρθρον 59
Γνωμοδοτική Επιτροπή Λογιστικού των Ν.Π.Δ.Δ.
Σημ.: όπως το άρθρο 59 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 16 του Ν.369/1976 (ΦΕΚ Α 164)

1. Συνιστάται παρά τω Γενικώ Λογιστηρίω του κράτους Γνωμοδοτική Επιτροπή Λογιστικού των Ν.Π.Δ.Δ. συντιθεμένη εκ των κάτωθι:
α) Ενος Συμβούλου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ως Προέδρου.
β) Του Γενικού Διευθυντού ή ενος Αναπληρωτού Γενικού Διευθυντού του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.
γ) Του παρά τω Γενικώ Λογιστηρίω του Κράτους Παρέδρου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, αναπληρουμένου υπό ετέρου Παρέδρου, οριζομένου υπο του Προέδρου του Νομικού Συμβουλίου.
δ) Του Διευθυντού της Διευθύνσεως Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.
ε) Ενός ανωτέρου οικονομικού υπαλλήλου Ν.Π.Δ.Δ.
Εισηγητής ορίζεται εις εκ των, παρά τη Διευθύνσει Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, υπηρετούντων Τμηματαρχών.
Χρέη Γραμματέως εκτελεί υπαλλήλος Α`Κατηγορίας του Γενικού Λογιστηρίου του κράτους, μέχρι τουυ 6ου βαθμού.

2. Ο Προέδρος της Επιτροπής δύναται να καλή όπως παρίστανται εις τας συνεδριάσεις αυτής ως Εισηγηταί άνευ ψήφου, επί ειδικών θεμάτων, οι Προϊστάμενοι των Διευθύνσεων Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων και Κεντρικού Λογιστηρίου του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, ως και ανώτερος υπάλληλος Ν.Π.Δ.Δ.

3. Η συγκρότησις της ανωτέρω Επιτροπής ενεργείται δι`αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών, δια της οποίας ορίζονται, μετά των αναπληρωτών των, ο Πρόεδρος, τα υπό στοιχεία (β) και (ε) μέλη, ο Εισηγητής και ο Γραμματεύς αυτής. Ο Προέδρος, μετά του αναπληρωτού του, ορίζεται μετά πρότασιν του Προέδρου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

4. Η, κατά το παρόν άρθρον, Επιτροπή γνωμοδοτεί επί : α) των, κατά τας διατάξεις του παρόντος εκδιδομένων Προεδρικών Διαταγμάτων, Υπουργικών Αποφάσεων κανονιστικού περιεχομένου και Κανονισμών αι β) των αναφυομένων εκ της εφαρμογής των διατάξεων περί λογιστικού των Ν.Π.Δ.Δ. ζητημάτων ή και άλλων συναφών θεμάτων, των παραπεμπομένων εις αυτήν παρά της Διευθύνσεως Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.

5. Δι`αποφάσεων του Υπουργού των Οικονομικών δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, ορίζονται τα του τρόπου της εν γένει λειτουργίας της Επιτροπής, ως και πάσα αναγκαία δια την εφαρμογήν του παρόντος άρθρου λεπτομέρεια. Εις τον Προέδρον, τα μέλη, τους εισηγητάς και τον γραμματέα της Επιτροπή καταβάλλεται αμοιβή, καθοριζομένη δι`αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών, κατά τας διατάξεις του Ν.Δ. 176/1969 “περί καταβολής αμοιβ εις τους μετέχοντας Συμβουλίων και Επιτροπών.

Άρθρον 60
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 17 του Ν.369/1976 (ΦΕΚ Α 164)

1. Πάσα προγενεστέρα γενική ή ειδική διάταξις αντικειμένη εις τας διατάξεις του παρόντος καταργείται. Εξαιρούνται της καταργήσεως, έστω και αν αντίκεινται εις τας διατάξεις του παρόντος, κείμεναι διατάξεις αφορώσαι εις την ισχύν, επι των Ν.Π.Δ.Δ. της νομοθεσίας περί εκτελέσεως δημοσίων έργων, έργων δημοσίων επενδύσεων και της Υπηρεσίας Κρατικών Προμηθειών.

2. Καταργούνται αι διατάξεις: α) των άρθρων 99 και 101 του Ν.Δ. 321/1969 “περί Κώδικος Δημοσίου Λογιστικού”, β) του Β.Δ. 776/1972 “περί επεκτάσεως ενίων διατάξεων του Ν.Δ. 321/1969 “περί Κώδικος Δημοσίου Λογιστικού επι των Ν.Π.Δ.Δ.”, γ) του Ν.Δ. 196/1973 “περί εγκρίσεως των προϋπολογισμών των Ν.Π.Δ.Δ.” και δ) του Ν.Δ. 754/1970 “περί πληρωμής δι`επιταγών των δαπανών των Ν.Π.Δ.Δ., Ειδικών Ταμείων, Ειδικών Κεφαλαίων και Ειδικών Υπηρεσιών, ων η διαχείρισις ασκεί η Τράπεζα της Ελλάδος”. Ομοίως καταργείται πάσα γενική ή ειδική διάταξις, προβλέπουσαι την έγκρισιν του Υπουργού των Οικονομικών δια τον διορισμόν προσωπικού των Ν.Π.Δ.Δ.”.

Άρθρον 61
Δαπάναι των ν.π.δ.δ. και αποκεντρωμένων Δημοσίων Υπηρεσιών πραγματοποιηθείσαι κατά τας διατάξεις του Νομοθετικού Διατάγματος 321/1969, θεωρούνται νομίμως γενόμεναι.

Άρθρον 62
Η ισχύς του παρόντος Νομοθετικού Διατάγματος άρχεται από 1ης Ιανουαρίου 1977, εξαιρέσει των διατάξεων των άρθρων 4, 14, 40 έως και 43,59,60 παρ. 2 περ. γ` και 61, αίτινες ισχύουν από της δημοσιεύσεως αυτού.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρ. 2 του ΝΔ 220/1974 (Α 367), αντικαταστάθηκε πάλι του άρθρ. μόνου του Ν. 250/1976, ΦΕΚ Α 15.

Εν Αθήναις τη 17 Ιουλίου 1974

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΑΤΙΑΣ

ΦΑΙΔΩΝ ΓΚΙΖΙΚΗΣ

ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ