ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΕΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ

Οι διατάξεις του άρθρου 3 §§ 4, 6 και 11 του ν. 2753/99, που εισάγουν τη φορολόγηση των μεταβιβαζομένων μετοχών μη εισηγμένων σε χρηματιστήριο ΑΕ με συντελεστή 5% επί της πραγματικής αξίας πωλήσεως, προσκρούουν στο άρθρο 78 § 4 Σ.

(Αριθ. 802/2004 Τριμ. Πρωτ. Πειραιώς)Πρόεδρος: η κ. Χ. ΜΟΥΖΑΚΗ,
πρόεδρος πρωτοδικών ΔΔ
Μέλη: οι κ.κ. Γ. ΚΑΦΦΕΣ,
Α. ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΣ, πρωτοδίκες ΔΔ
Εισηγητής: ο κ. Α. ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΣ, πρωτοδίκης ΔΔ
Δικηγόρος ο κ. Φαρμακίδης Μάρκου

Επειδή, με την κρινόμενη προσφυγή, για την οποία καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (βλ. υπ’ αριθμούς 052447 και 298146, σειράς Α’, ειδικά έντυπα παραβόλου), επιδιώκεται η ακύρωση της τεκμαιρόμενης άρνησης του Προϊσταμένου της ΔΟΥ ΦΑΕ Πειραιώς, να αποδεχθεί την από 5.6.2002 δήλωση ανάκλησης της από16.10.2001 αρχικής δήλωσης φόρου μεταβίβασης μετοχών μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, που υπέβαλαν οι προσφεύγουσες εταιρείες στην ανωτέρω ΔΟΥ, σε σχέση με τη μεταβίβαση μετοχών από την πρώτη στη δεύτερη και η επιστροφή στην πρώτη του αχρεωστήτως, κατά τους ισχυρισμούς τους, καταβληθέντος από αυτήν φόρου μεταβίβασης, με βάση την ανωτέρω αρχική δήλωση.

(…). Όπως συνάγεται από τις ανωτέρω διατάξεις του άρθρου 3 του ν. 2753/19991 με τις οποίες, μεταξύ άλλων, εισήχθη η φορολόγηση της “πραγματικής αξίας” των μεταβιβαζόμενων μετοχών, που δεν είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, ο εννοιολογικός προσδιορισμός της εν λόγω φορολογητέας αξίας δεν γίνεται κατ’ ουσία στον ίδιο τον τυπικό νόμο, αλλά ανατίθεται στις κατά την §11 του ως άνω άρθρου 3 υπουργικές αποφάσεις σε ό,τι αφορά το κατώτατο ύψος της, για το περιεχόμενο των οποίων ο νόμος αρκείται στην ενδεικτική, κατά τη ρητή αναφορά του, λήψη υπόψη ορισμένων κριτηρίων (αποτελέσματα τελευταίων πριν τη μεταβίβαση ισολογισμών και απόδοση ιδίων κεφαλαίων). Ως εκ τούτου όμως, οι εν λόγω διατάξεις, ενόψει του ότι καθιστούντο αντικείμενο της προβλεπόμενης σ’ αυτές φορολογίας περιεχόμενο νομοθετικής εξουσιοδότησης, αντίκεινται στις προαναφερόμενες διατάξεις του άρθρου 78 §§ 1 και 4 του Σ και είναι, γι’ αυτό, ανίσχυρες (βλ. Τρ ΔΠρΑθ9709/2003, κατ’ αναλ. ΣτΕ 65/ 2001).

Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας, προκύπτουν τα εξής Η πρώτη από τις προσφεύγουσες εταιρείες με την επωνυμία “S.B.E.G.** ΑΕ” και έδρα στο 14ο χιλιόμετρο της εθνικής οδού Θ.Π.** υπέβαλε στις 16.10.2001 στη ΔΟΥ ΦΑΕ Πειραιώς, μαζί με τη δεύτερη προσφεύγουσα εταιρεία με την επωνυμία”G.L.**” που εδρεύει στην οδό Γ.Γ.** στη Λ.** της Κύπρου, φορολογική δήλωση για τη μεταβίβαση από την πρώτη στη δεύτερη 6.682.700 μετοχών της εταιρείας με την επωνυμία “Β.Ε.Α.Τ.Ε.**” που εδρεύει στην οδό Π.** στο Μ.**, μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, η πραγματική αξία της καθεμιάς από τις οποίες, με βάση τις διατάξεις της υπ’ αριθ. 1112719/11072/Β’ 0012/Πολ. 1233/2. 12.1999 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών, υπολογίστηκε σε 198, 6669 δραχμές και η συνολική αξία τους στο ποσό των 1.327.631.293 δραχμών, αφού λήφθηκε υπόψη η απόδοση των ιδίων κεφαλαίων της ως άνω εταιρείας, της οποίας μεταβιβάστηκαν οι μετοχές, και ο μέσος όρος των αποτελεσμάτων των πέντε τελευταίων πριν τη μεταβίβαση ισολογισμών της και διαιρέθηκε η πραγματική αξία του συνόλου των μετοχών της εταιρείας αυτής με τον αριθμό των μετοχών, που υπήρχαν την προηγούμενη της μεταβίβασης αυτής ημέρα. Στη συνέχεια, και ενόψει του ότι η συμφωνηθείσα αξία των μεταβιβαζόμενων αυτών μετοχών, όπως αναγραφόταν στο σχετικό ιδιωτικό συμφωνητικό μεταβίβασης, υπολειπόταν της κατά τα ανωτέρω υπολογισθείσας αξίας των μεταβιβαζόμενων μετοχών, ανερχόμενη σε 104,75 δραχμές, επιβλήθηκε σε βάρος της πρώτης από τις προσφεύγουσες πωλήτριας εταιρείας, με βάση την υπολογισθείσα κατά τα ανωτέρω αξία (198,6669 δραχμές) φόρος για την ως άνω μεταβίβαση των μετοχών αυτών, ύψους 66.381.565 δραχμών (1.327. 631.293 Χ 5%), τον οποίο η εταιρεία αυτή κατέβαλε στην προαναφερόμενη ΔΟΥ, δυνάμει του σχετικού με ημερομηνία 16.10. 2001 διπλοτύπου είσπραξης. Ακολούθως, οι προσφεύγουσες εταιρείες, με τη με ημερομηνία 5.6.2002 κοινή δήλωσή τους, που κοινοποίησαν στη ΔΟΥ ΦΑΕ Πειραιώς στις 21.6.2002, ανακάλεσαν με το άρθρο 61 § 4 ν. 2238/1994, λόγω νομικής τους πλάνης, την προαναφερόμενη δήλωση φόρου μεταβίβασης μετοχών μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, ζητώντας παράλληλα και την επιστροφή στην πρώτη από αυτές του ανωτέρω καταβληθέντος φόρου μεταβίβασης, ισχυριζόμενες ότι τον κατέβαλαν αχρεωστήτως, καθότι, μεταξύ άλλων, οι διατάξεις του άρθρου 11 § 3 του ν. 2753/ 1999, που προβλέπουν την επιβολή του, είναι αντισυνταγματικές, για το λόγο ότι παρέχουν στον Υπουργό Οικονομικών εξουσιοδότηση να καθορίσει τον τρόπο προσδιορισμού της κατώτατης πραγματικής αξίας των μεταβιβαζόμενων μετοχών μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, χωρίς να αναφέρονται σε αυτές τα κριτήρια του προσδιορισμού αυτού και, κατά συνέπεια, εξουσιοδοτούν αυτόν να ρυθμίσει το αντικείμενο της φορολογίας μεταβίβασης των μετοχών αυτών. Ο Προϊστάμενος της εν λόγω ΔΟΥ δεν απάντησε εντός τριμήνου, όπως όφειλε σύμφωνα με τη διάταξη της § 4 του άρθρου 61 του ν. 2238/ 1994, στην ανακλητική αυτή δήλωση, κατά δε της τεκμαιρόμενης λόγω της άπρακτης παρέλευσης του τριμήνου αυτού, άρνησής του να δεχθεί αυτήν, ασκεί η πρώτη προσφεύγουσα την κρινόμενη προσφυγή, ζητώντας την ακύρωσή της, την αποδοχή της ως άνω ανακλητικής της δήλωσης, και την επιστροφή σε αυτήν του αχρεωστήτως κατά τους ισχυρισμούς της καταβληθέντος επίδικου φόρου μεταβίβασης, επαναλαμβάνει διότι προέβαλε με την ανωτέρω ανακλητική της δήλωση, σε ό,τι αφορά την αντισυνταγματικότητα των διατάξεων του ν. 2753/1999, δυνάμει του οποίου επιβλήθηκε ο επίδικος φόρος.

Επειδή, με τα δεδομένα αυτά και ειδικότερα ότι, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, η διάταξη της § 3 του άρθρου 11 του ν. 2753/1999, βάσει της οποίας επιβλήθηκε ο επίδικος φόρος μεταβίβασης, στο μέτρο που εξουσιοδοτεί τον Υπουργό Οικονομικών να καθορίσει τον τρόπο προσδιορισμού κατώτατης πραγματικής αξίας των μεταβιβαζόμενων μετοχών μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, χωρίς να αναφέρει όλα τα κριτήρια, που λαμβάνονται υπόψη κατά τον προσδιορισμό αυτό, αλλά ορισμένα μόνον κατά τρόπο ενδεικτικό, και συνεπώς, χωρίς να ρυθμίζει κατ’ ουσία η ίδια το αντικείμενο της φορολογίας, που σχετίζεται με τη μεταβίβαση των μετοχών αυτών, έρχεται σε αντίθεση με το άρθρο 78 §§ 1 και 4 του Σ, τοΔικαστήριο κρίνει ότι η επίδικη μεταβίβαση μετοχών μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο, δεν υπόκειται σε φόρο και, συνεπώς, δεν υπήρχε κατά νόμο υποχρέωση της πρώτης προσφεύγουσας να καταβάλει το φόρο αυτό. Ως εκ τούτου, μη νόμιμα ο Προϊστάμενος της ΔΟΥ ΦΑΕ Πειραιώς, με την προσβαλλόμενη σιωπηρή άρνησή του, απέρριψε τη με ημερομηνία 5.6. 2002 ανακλητική δήλωσή της, κατά το βάσιμο σχετικό ισχυρισμό της. (…).