ΔΩΡΟ ΠΑΣΧΑ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝΤο επίδομα εορτών Πάσχα
Κωνσταντίνος Ι. Τζιμάνης Σύμβουλος σε εργατικά θέματα, τ. Δ/ντής Υπ. Εργασίας
1. Γενικά
Σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.1082/1980 (ΦΕΚ 250 τεύχ. Α – 29.10.80) “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεων τινών ενίων εργατικών νόμων και ρυθμίσεων συναφών θεμάτων”, ρυθμίστηκαν, μεταξύ των άλλων, και τα Δώρα Χριστουγέννων και Πάσχα, κατά τρόπο πάγιο, μόνιμο και σταθερό. Από το άρθρο 1 του Ν.1082/1981 προβλέπεται η μετονομασία αυτών από Δώρα Εορτών σε Επιδόματα Εορτών.
Σε εκτέλεση του πιο πάνω άρθρου έχει εκδοθεί η αριθ. 19040/1981 κοινή απόφαση των υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, με την οποία καθορίζεται πάγια το σύστημα υπολογισμού του επιδόματος εορτών Πάσχα (ΦΕΚ 742, τ.Β της 9.12.84). Έτσι, το επίδομα εορτών Πάσχα είναι ίσο με το 1/2 του μηνιαίoυ μισθού για εκείνους που αμείβονται με μισθό και με 15 ημερομίσθια για τους αμειβόμενους με ημερομίσθιο. Το επίδομα αυτό καταβάλλεται στους μισθωτούς στο ακέραιο, εφόσον η εργασιακή τους σχέση έχει διαρκέσει όλη τη χρονική περίοδο, δηλαδή από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 30 Απριλίου κάθε χρόνου.
Στην περίπτωση που η σχέση εργασίας των μισθωτών δεν διάρκησε όλο το πιο πάνω χρονικό διάστημα, τότε οι εργαζόμενοι δικαιούνται:
Επίδομα εορτών Πάσχα, ποσό ίσο με 1/15 του μισού μηνιαίου μισθού ή ένα (1) ημερομίσθιο ανάλογα με τον συμφωνηθέντα τρόπο αμοιβής για κάθε 8ήμερο χρονικό διάστημα διαρκείας της εργασιακής σχέσεως.
Ο υπολογισμός γίνεται πάντοτε με βάση τα χρονικά όρια που τάσσει η σχετική απόφαση, δηλαδή από 1 Ιανουαρίου μέχρι 30 Απριλίου.
Για χρονικά διαστήματα μικρότερα του 8ημέρου δικαιούνται οι μισθωτοί ανάλογο κλάσμα.
Μισθωτοί που απασχολούνται στα Δημόσια, Δημοτικά και Κοινοτικά έργα, στις εποχιακές εργασίες με σχέση εργασίας ορισμένου χρόνου ή για εκτέλεση εργασίας ορισμένου χρόνου, δικαιούνται:
Επίδομα εορτών Πάσχα δύο (2) ημερομίσθια για κάθε 13 πραγματοποιηθέντα, μέσα στις χρονικές περιόδους, που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 1 της σχετικής απόφασης 19040/7.12.1981 ή ανάλογο κλάσμα που πραγματοποίησαν για τα κάτω των δέκα τριών (13) πραγματοποιηθέντων ημερομισθίων.
Το επίδομα εορτών Πάσχα για κάθε χρόνο καταβάλλεται στους δικαιούχους την Μεγάλη Τετάρτη, ανεξάρτητα από την ημερομηνία.
Εξάλλου το άρθρο 3 της 19040/1981 κοινής αποφάσεως ορίζει ότι το επίδομα εορτών Πάσχα, υπολογίζεται βάσει των τακτικών αποδοχών που καταβάλλονται στους μισθωτούς την 15η ημέρα προ του Πάσχα.
Για την περίπτωση, κατά την οποία, η εργασιακή σχέση λυθεί, πριν από την ημερομηνία που αναφέρεται πιο πάνω, το επίδομα εορτών Πάσχα υπολογίζεται βάσει των τακτικών αποδοχών που καταβάλλονται κατά το χρόνο λύσεως της εργασιακής σχέσεως. Εάν οι αποδοχές που καταβάλλονται στην ανωτέρω ημερομηνία είναι κατώτερες από εκείνες που προβλέπουν οι συλλογικές συμβάσεις, αποφάσεις διαιτησίας και υπουργικές αποφάσεις ή άλλες ρυθμίσεις, οι οποίες ισχύουν την ημερομηνία αυτή ή δημοσιευθούν μεταγενέστερα με αναδρομική ισχύ, το επίδομα εορτών Πάσχα υπολογίζεται βάσει των αποδοχών που προβλέπονται από τις συμβάσεις ή διαιτητικές αποφάσεις.
Οι εργοδότες έχουν το δικαίωμα να μη δώσουν ολόκληρο το δώρο Πάσχα, αλλά να παρακρατήσουν το ποσό που αντιστοιχεί στο χρονικό διάστημα από Μεγάλη Τετάρτη μέχρι 30 Απριλίου, για προστασία τους από τυχόν αποχωρήσεις των μισθωτών, από την εργασία, πριν τη λήξη του ανωτέρω χρονικού ορίου.
Το συνολικό ποσό του επιδόματος εορτών Πάσχα σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να υπερβαίνει το μισό μισθό γι΄ αυτούς που αμείβονται με μηνιαίο μισθό και τα 15 ημερομίσθια, για εκείνους που απασχολούνται με ημερομίσθιο.
Επιχειρήσεις, εκτός αυτών που λειτουργούν εποχιακά, μπορούν, λόγω οικονομικών δυσχερειών, να καταβάλλoυν το επίδομα εορτών Πάσχα, μειωμένο στο προσωπικό τους, στις εξής περιπτώσεις:
α) Εάν έχουν αργήσει συνέχεια και ολοκληρωτικά, για χρόνο μεγαλύτερο από ένα μήνα, όχι όμως και από δύο, στο ήμισυ προβλεπόμενο χρηματικό ποσό, και
β) Στα 2/3 αυτού, εάν είχαν αργήσει συνέχεια και ολοκληρωτικά για χρόνο μεγαλύτερο από 2 μήνες. Το επίδομα εορτών Πάσχα, περιορίζεται για τους υπαλλήλους και εργάτες σε ποσό ίσο με το 50πλάσιο, του γενικού κατώτατου ορίου ημερομισθίου. Το ποσό αυτό μειώνεται ανάλογα για απασχόληση μικρότερη της χρονικής περιόδου, που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 1 της 19040/7.12.1981 αποφάσεως. Ο περιορισμός αυτός δεν μπορεί να τύχει, εφαρμογής, στην περίπτωση κατά την οποία το επίδομα Πάσχα καταβάλλεται μέχρι τώρα, είτε από συμβατική υποχρέωση ή συνήθεια, είτε από υποχρεωτικό κανόνα δικαίου, με βάση υψηλότερο ποσό αποδοχών ή αν από την οικεία συλλογική σύμβαση εργασίας ή απόφαση διαιτησίας ή άλλη διάταξη, προκύπτει κατά την έννοια του άρθρου 10 παραγρ. 3 της πιο πάνω αποφάσεως μισθός ή ημερομίσθιο υψηλότερο.
Οι διατάξεις της 19040/1981 αποφάσεως δεν έχουν εφαρμογή στις εξής περιπτώσεις:
α) Στους εργάτες των λοιπών, εκτός από τις γεωργικές ή κτηνοτροφικές εργασίες, που αναφέρονται στο άρθρο 2 αυτής.
β) Στους εργαζόμενους κατ΄ οίκο σε κωμοπόλεις (δήμους ή κοινότητες) πληθυσμού κάτω από έξι χιλιάδες (6.000) κατοίκους.
γ) Στους μισθωτούς που αμείβονται με ποσοστά, εκτός από τις εξαιρέσεις που αναφέρονται στην πιο πάνω απόφαση.
δ) Στους φορτοεκφορτωτές Λιμένων και Ξηράς, που διέπονται από τη Νομοθεσία που τους αφορά.
Το Επίδομα εορτών Πάσχα δικαιούνται σύμφωνα με το άρθρο 1 της ίδιας απόφασης οι εξής μισθωτοί:
α) Οι νομικοί σύμβουλοι και δικηγόροι των νομικών προσώπων, επιχειρήσεων και εκμεταλλεύσεων, που αμείβονται με μισθό.
β) Οι μισθωτοί των γεωργοκτηνοτροφικών επιχειρήσεων (βουστασίων, λαχανοκήπων, ανθοκήπων, πτηνοτροφείων κλπ.) εφόσον οι σχέσεις τους ακολουθούνται από συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή υπάγονται στην ασφάλιση του ΙΚΑ.
γ) Το προσωπικό των γεωργοκτηνοτροφικών εργασιών, που απασχολείται στο Δημόσιο, τις Ανώνυμες Εταιρίες, στις Συνεταιριστικές Οργανώσεις και λοιπά Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου ή Ιδιωτικού Δικαίου, ανεξάρτητα από την υπαγωγή τους στην ασφάλιση του ΙΚΑ ή από τον καθορισμό των αποδοχών τους με συλλογικές συμβάσεις και λοιπές διατάξεις.
δ) Οι μισθωτοί που ευρίσκονται σε κατάσταση στρατεύσεως και με τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 4 της σχετικής αποφάσεως.
Με την ίδια πάντοτε υπουργική απόφαση, στο χρόνο διάρκειας της εργασιακής σχέσης, δεν υπολογίζονται οι ημέρες κατά τις οποίες οι μισθωτοί, αν και δεν λύθηκε η εργασιακή σχέση, απείχαν από την εργασία τους αδικαιολόγητα ή λόγω αδείας άνευ αποδοχών.
Συνυπολογίζεται, όμως, ο χρόνος της υποχρεωτικής από την εργασία αποχής των γυναικών, προ και μετά τον τοκετό, οι δικαιολογημένες απουσίες, οι άδειες των γυναικών, προ και μετά τον τοκετό, οι άδειες σπουδαστών για συμμετοχή τους στις εξετάσεις, ο χρόνος άδειας λουτροθεραπείας – αεροθεραπείας, εφόσον για την περίπτωση αυτή υποβάλλεται γνωμάτευση υγειονομικής επιτροπής του ΙΚΑ (βλέπε και σχετικές αποφάσεις Πρωτ. Αθηνών 26521/1967 και Ειρ. Αθηνών 1010/1972). Δεν συνυπολογίζονται, οι ημέρες ασθενείας, για τις οποίες οι μισθωτοί έχουν τύχει επιδόματος ασθενείας. Δεν αφαιρούνται, συνεπώς, τα τριήμερα και οι ασθένειες δύο ή μιας ημέρας κατά τις οποίες δεν παρέχεται επίδομα ασθένειας από το ΙΚΑ. Την αναλογία του δώρου για τις ημέρες που έλαβε επίδομα ασθενείας, την οποία δεν δικαιούται από τον εργοδότη, θα λάβει ο εργαζόμενος από το ΙΚΑ.
Από τη σχετική απόφαση (άρθρο 1 παραγ. 3β), για τoυς μισθωτούς που αμείβονται με μηνιαίο μισθό, ως ημερομίσθιο θεωρείται το 1/ 30 του μισθού.
2. Υπολογισμός των επιδομάτων εορτών με βάση τις τακτικές αποδοχές
Το επίδομα εορτών Πάσχα, σύμφωνα με την κοινή υπουργική απόφαση 19040/7.12.1981 και τη σχετική διάταξη του Ν.1082/80, υπολογίζεται με βάση τις τακτικές αποδοχές των μισθωτών. Καταβαλλόμενες ή τακτικές αποδοχές (μισθός ή ημερομίσθιο) νοούνται οι αποδοχές που χορηγούνται με οποιονδήποτε τρόπο, τακτικά και μόνιμα, όχι σαν αντάλλαγμα, για την εργασία που παρέχεται, αλλά και σαν οικονομική ενίσχυση των μισθωτών, εξαιρουμένου μόνο του επιδόματος δυσχερούς διαβιώσεως, το οποίο αποκλείεται από το Ν.Δ.907/1971 (ΦΕΚ 118 Α της 11.6.1971).
Από τη Νομολογία των δικαστηρίων, τακτικές αποδοχές θεωρούνται ο μισθός, καθώς και κάθε άλλη παροχή η οποία καταβάλλεται σε χρήμα, όπως τροφή, κατοικία, κάθε μήνα ή κατά ορισμένα χρονικά διαστήματα ( ΑΠ. 586/1978 , 584/1978 , 494/1976 , 53/1994 ). Έτσι, στο επίδομα εορτών Πάσχα συνυπολογίζονται οι εξής παροχές: α) Το επίδομα αδείας ( Α.Π. 690/78 ). Για το επίδομα αδείας το συνολικό ποσό του δώρου που δικαιούται ο εργαζόμενος, θα πολλαπλασιαστεί επί τον συντελεστή 0,04166.
β) Η προσαύξηση της νομίμου και τακτικής εργασίας κατά τις Κυριακές και νυκτερινές ώρες ( ΑΠ. 261/77 ), ( Α.Π. 106/90 ).
γ) Η αξία του παρεχομένου γάλακτος, υποδημάτων, στολών – φορμών κ.λπ. ( ΑΠ. 866/76 ).
δ) Η αμοιβή για νόμιμη, υπερωριακή εργασία, η οποία παρέχεται τακτικά αποκλειομένης της παρανόμου υπερωριακής εργασίας ( ΑΠ. 323/76 , 322/76 Πρωτ. Αθηνών 7476/78 , 14476/78 , 14484/78 , ΑΠ. 53/1994 ).
ε) Η καταβολή πρόσθετης αμοιβής, η οποία δίδεται από τον εργοδότη για μεγαλύτερη παραγωγική απόδοση και επαναλαμβάνεται κατά τακτά χρονικά διαστήματα επί μακρό χρόνο.
στ) Τα τακτικά φιλοδωρήματα τα οποία δίνονται από τρίτους στους εργαζόμενους από συνήθεια για εξυπηρέτησή τους, κατά την εκτέλεση της συμβάσεως εργασίας μετά του εργοδότη, αν έχει συμφωνηθεί ρητά ή σιωπηρά ότι αυτοί θα αμείβονται και με τα φιλοδωρήματα γι΄ αυτή την εξυπηρέτηση ( ΑΠ. 664/74 , 504/64 , 216/64 , Α.Π. 130/1989 ). Για όσους αμείβονται με ποσοστά ή κατά μονάδα εργασίας ή με κυμαινόμενες αποδοχές ή με ωρομίσθιο (ο υπολογισμός προβλέπεται από το άρθρο 4 της σχετικής απόφασης). Για τις αργίες, τη διαθεσιμότητα, την εκ περιτροπής εργασία, προβλέπουν τα άρθρα 8, 4 παραγ. 2 και 4 της παραγ. 3 της απόφασης 190040/81 .
Επί μερικής απασχόλησης ο απασχολούμενος θα λάβει δώρο όσα ημερομίσθια θα λάβει και ο πλήρως απασχολούμενος με μειωμένες όμως αποδοχές. Το άρθρο 4 της σχετικής απόφασης αναφέρει σχετικά όλες τις περιπτώσεις που οι μισθωτοί δικαιούνται δώρο (π.χ. κατά μονάδα εργασίας ή με μισθό και ποσοστά ή όταν αυτοί απασχολούνται σε περισσότερους από έναν εργοδότη κ.λπ.).
Σύμφωνα με την αριθ. 1469/84 απόφαση της ολομέλειας του Α.Π. για τους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς ισχύουν οι διατάξεις που αφορούν τα επιδόματα εορτών των δημοσίων εκπαιδευτικών και όχι οι αποφάσεις περί δώρου των εργαζομένων του ιδιωτ. τομέα.
Και οι εργαζόμενοι με σύμβαση ορισμένου χρόνου δικαιούνται δώρο (Α.Π./97).
Συμψηφισμός των δώρων εορτών επιτρέπεται εφόσον οι καταβαλλόμενες αποδοχές είναι υψηλότερες των νομίμων και υπάρχει σύμφωνη γνώμη των δύο μερών. Τα οδοιπορικά έξοδα, όταν δεν εξαρτώνται από την πραγματοποίηση υπηρεσιακών μετακινήσεων, δεν υπόκεινται σε απόδοση λογαριασμού και δεν διακόπτονται κατά την ασθένεια ή άδεια ( ΑΠ 67/69 Πρωτ. Πειραιώς 2085/76 ). Η αποζημίωση εκτός έδρας καταβάλλεται μόνο εφόσον πραγματοποιείται τακτικά και όχι για μεμονωμένες διανυκτερεύσεις ( Α.Π. 1165/99 ). Αν, όμως, δεν πληρούν τις πιο πάνω προϋποθέσεις δεν αποτελούν τακτικές αποδοχές και δεν υπολογίζονται στο επίδομα εορτών ( Εφ. Αθηνών 2647/73 ). Επίσης, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 3, η συμπληρωματική αμοιβή, η οποία χορηγείται για υπερωρία, ή ιδιόρρυθμη υπερωρία περιλαμβάνεται στην έννοια των τακτικών αποδοχών και συνεπώς υπολογίζεται στο επίδομα εορτών, εάν κατά τα χρονικά διαστήματα, η πιο πάνω υπερωρία πραγματοποιείται τακτικά.
Τακτική υπερωρία θεωρείται όχι μόνο η συνεχής, αλλά και εκείνη, η οποία εμφανίζει ορισμένη συχνότητα επαναλήψεως ως εκ της φύσεώς της. Aπό 1.4.2001 στις επιχειρήσεις που εφαρμόζεται το συμβατικό ωράριο των 40 ωρών, θα υπολογίζονται στο επίδομα εορτών οι τρεις (3) ώρες πέραν του συμβατικού ωραρίoυ (ιδιόρρυθμη υπερωρία). Στους υπαλλήλους που εργάζονται στο Δημόσιο ή τα ΝΠΔΔ, με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου και έχουν αντιμισθία τακτικού διοικητικού υπαλλήλου, καταβάλλεται σαν επίδομα εορτών Πάσχα ότι, στους τακτικούς υπαλλήλους του αντιστοίχου μισθού, δηλαδή το επίδομα Πάσχα υπολογίζεται μόνο επί του βασικού μισθού και του χρονοεπιδόματος και όχι επί του συνόλου των αποδοχών τους. (‘Αρθρο3 παραγ. 4 Υπ. Αποφ. 19040/81 ).
Για το Δώρο βάση υπολογισμού θεωρούνται οι καταβαλλόμενες τακτικές αποδοχές της 15ης ημέρας πριν από το Πάσχα. Αν η σχέση εργασίας λυθεί προ της ημερομηνίας αυτής, λαμβάνονται υπόψη οι αποδοχές της ημέρας που λύθηκε η σχέση εργασίας. Αν τυχόν αυξηθούν μεταγενέστερα οι αποδοχές λόγω ΣΣΕ ή ΔΑ με αναδρομική ισχύ, θα πρέπει να καταβληθεί η διαφορά. (‘Αρθρο3, παραγρ. 3, της σχετικής απόφασης).
Στο επίδομα εορτών Πάσχα υπολογίζονται οι αποζημιώσεις εκτός έδρας μόνο όταν καταβάλλονται τακτικά κάθε μήνα και όχι για μεμονωμένες διανυκτερεύσεις εκτός έδρας ( ΑΠ 1165/99 ). Όπως ήδη έχουμε αναφέρει το επίδομα εορτών Πάσχα περιορίζεται στο 50πλάσιο του ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτου. Ο περιορισμός αυτός είναι δυνητικός και όχι υποχρεωτικός ( Α.Π. 353/86 ). Ο περιορισμός δεν ισχύει όταν βάσει του μισθού ή ημερομισθίου της οικείας ΣΣΕ ή ΔΑ προκύπτει μεγαλύτερο ποσό καταβολής Δώρου ή όταν το Δώρο από έθιμο καταβάλλεται βάσει υψηλοτέρων αποδοχών. (‘Αρθρο10 παραγ. 3 της σχετικής απόφασης). Τα επιδόματα εορτών καταβάλλονται μόνο σε χρήμα όχι σε είδος (‘Αρθρο10 σχετικής απόφασης).
3. ‘Αλλες περιπτώσεις υπολογισμού Δώρου Πάσχα
Ειδικότερα, το επίδομα εορτών Πάσχα για τους μισθωτούς που απασχολούνται σε περισσότερους από έναν εργοδότες με μισθό ή ημερομίσθιο ή ωρομίσθιο ή κατά μονάδα εργασίας, υπολογίζεται με βάση το μέσο όρο των μηνιαίων αποδοχών ή το μέσο ημερομίσθιο των αμοιβών.
Τα ίδια ισχύουν και για τους μισθωτούς, που αμείβονται με ωρομίσθιο κατά μονάδα εργασίας, με μισθό και ποσοστό ή με άλλο σύστημα κυμαινομένων αποδοχών, όπως μικτό σύστημα (βασικό ημερομίσθιο και πρόσθετες αμοιβές παραγωγής κλπ.).
Ο μέσος όρος των μηνιαίων αποδοχών εξευρίσκεται με τη διαίρεση του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών, τις οποίες λαμβάνει κάθε μισθωτός κατά τα χρονικά διαστήματα της παραγράφου 2 του άρθρου 1 της σχετικής απόφασης, ή μέχρι της σχετικής απόφασης, ή μέχρι λύσεως της σχέσεως εργασίας.
Επίσης, οι θυρωροί πολυκατοικιών και μεγάρων, δικαιούνται επιδόματος εορτών Πάσχα, ποσού ίσου με το 15πλάσιο του γενικού κατωτάτου ορίου ημερομισθίου, εκτός αν οι μηνιαίες αποδοχές που καταβάλλονται σ΄ αυτούς ή το ήμισυ των μηνιαίων αποδοχών αυτών συνυπολογιζομένου και του ποσοστού 15% που παρακρατείται για παροχή κατοικίας κ.λπ. είναι ανώτερες των ποσών που προσδιορίζονται με αυτόν τον τρόπο.
Για τους μισθωτούς που απασχολούνται για εξυπηρέτηση του οίκου του εργοδότη, βοηθοί, θαλαμηπόλοι, παιδαγωγοί, κηπουροί, μάγειροι κλπ., το επίδομα εορτών Πάσχα υπολογίζεται βάσει των μηνιαίων αποδοχών.
Για τους οικιακούς βοηθούς, ανεξάρτητα από την ηλικία, το επίδομα αυτό δεν μπορεί να είναι κατώτερο του 8πλασίου του γενικού κατωτάτου ορίου ημερομισθίου.
Οι σερβιτόροι και βοηθοί των εστιατορίων, ζυθεστιατορίων, οινομαγειρείων, ταβερνών, καφεζαχαροπλαστείων, γαλακτοπωλείων και λοιπών συναφών καταστημάτων όλης της χώρας, οι οποίοι αμείβονται με ποσοστά, δικαιούνται από τον εργοδότη τους, επίδομα εορτών Πάσχα, ποσό ίσο με το 15πλάσιο του τεκμαρτού ημερομισθίου της ασφαλιστικής κλάσεως του Ι.Κ.Α.
Το ποσοστό αυτό αυξάνεται από τη Μεγάλη Τρίτη μέχρι την 9η μέρα του Πάσχα σε 28%. Ειδικά για τις κοσμικές ταβέρνες, κέντρα διασκεδάσεως, εξοχικά κέντρα και ψητοπωλεία, το ποσοστό αυτό αυξάνεται από το Μεγάλο Σάββατο μέχρι την 13η μέρα μετά το Πάσχα.
Το προσωπικό κουρείων και κομμωτηρίων που αμείβονται με ποσοστά, οι τιμές των κουρευτικών και λοιπών υπηρεσιών, αυξάνονται κατά 30%, για 15 ημέρες πριν από το Πάσχα. Το ποσό που προκύπτει από την αύξηση αυτή, μετά την παροχή από αυτά ποσού ίσου με το 8πλάσιο για το επίδομα Πάσχα, του γενικού κατωτάτου ορίου ημερομισθίου, σε κάθε βοηθό κουρείου και κομμωτηρίου, μοιράζεται σε ίσα μέρη, σε όλους τους τεχνίτες και τεχνίτριες, κάθε κουρείου ή κομμωτηρίου και αποκλείονται οι προσωπικά εργαζόμενοι εργοδότες, εφόσον αυτοί απασχολούν περισσότερους από έναν τεχνίτες.
Εάν υπάρχει προσωπικό, το οποίο δεν αμείβεται με ποσοστά, αλλά με μισθό ή ημερομίσθιο, καταβάλλεται σ΄ αυτό το επίδομα εορτών Πάσχα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1 και 3 της σχετικής απόφασης.
Επίσης, για το προσωπικό, που εργάζεται με ποσοστά στις επιχειρήσεις λουτρών, καθαριότητας, ιαματικών και θαλασσίων λουτρών, οι τιμές των εισιτηρίων αυξάνονται κατά ποσοστό 25% από Μεγάλη Τρίτη, μέχρι την 9η μέρα μετά το Πάσχα.
Στο προσωπικό των Ν.Π.Ι.Δ. και Ν.Π.Δ.Δ. και των επαγγελματικών οργανώσεων, που αμείβεται με ποσοστά, καθώς και στους αμειβόμενους με ποσοστά εισπράκτορες, πλασιέ, που απασχολούνται σε έναν εργοδότη και τους ζυγιστές των Δημοσίων Στατήρων, το επίδομα εορτών Πάσχα χορηγείται με βάση το μέσο όρο των απολαβών τους, που προκύπτει από τα ποσοστά, στις χρονικές περιόδους που προσδιορίζονται από την παράγραφο 2 του άρθρου 1 της σχετικής απόφασης.
Οι μισθωτοί ιδιωτικού Δικαίου του Δημοσίου – Ν.Π.Δ.Δ. υπάγονται στις διατάξεις της Υπ. Αποφ. 19040/81 . Οι μισθωτοί που παίρνουν μισθό τακτικού Διοικητικού υπαλλήλου, λαμβάνουν ως Δώρο ότι οι μόνιμοι Δημόσιοι υπάλληλοι (‘Αρθρο3, παραγ. 4, Υπ. Απόφασης 19040/81).
Ακόμα για τους εργαζόμενους που αμείβονται με τιμολόγια ή κατά μονάδα εργασίας, όπως οι οψοκομιστές, οι συντηρητές ζώων, οι ελαιομετρητές, οι καραγωγείς, οι ραπτεργάτες και οι φορτοεκφορτωτές, για να λάβουν επίδομα εορτών Πάσχα, θα πρέπει τα νόμιμα τιμολόγια αμοιβής τους, να αυξηθούν κατά 30% επτά (7) μέρες πριν και μέχρι την 7η μέρα μετά το Πάσχα.
Επισημαίνεται ότι το Δώρο εορτών του Πάσχα στην περίπτωση που καταβάλλεται μέρος αυτού (ήτοι ένα (1) ημερομίσθιο ή 1/ 30 του μηνιαίου μισθού για κάθε οκτώ (8) ημέρες εργασιακής σχέσεως), υπολογίζεται ημερολογιακά, χωρίς δηλαδή να αφαιρούνται οι Κυριακές και εορτές που αναφέρονται – εμπίπτουν στο χρονικό διάστημα από 1.1 έως 30.4 κάθε έτους.
4. Επεξηγήσεις
Όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, με το Ν.1082/1980, άρθρο 1 καθορίστηκαν κατά τρόπο σταθερό τα χρονικά διαστήματα, μέσα στα οποία πρέπει να έχει απασχοληθεί ο μισθωτός για να έχει το δικαίωμα να λάβει ολόκληρο ή μέρος από το επίδομα Πάσχα. Η αριθμ. 19040/1981 απόφαση των Υπ. Οικονομικών και Εργασίας, ορίζει, μεταξύ των άλλων, ότι στα επιδόματα εορτών, υπολογίζεται η αμοιβή για νόμιμη τακτική υπερωριακή εργασία. Ειδικότερα, από τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης παρέχεται το δικαίωμα καταβολής Δώρου Πάσχα στους συνταξιούχους και βοηθηματούχους (τύπου σύνταξης) ποσού ίσου με μισή μηνιαία σύνταξη και στους επιδοτούμενους λόγω ασθενείας ασφαλισμένους ποσού ίσου με 13 ημερήσια επιδόματα ασθενείας. Χρόνος πληρωμής ορίζεται η δέκατη ημέρα πριν από το Πάσχα. Περισσότερα για το θέμα αυτό αναφέρονται στο άρθρο 65 του Ν.2084/7.10.92 περί αναμόρφωσης της Κοινωνικής Ασφάλισης και άλλες διατάξεις (Φ.ΕΚ.165/Α/ 7.10.92).
Οι μισθωτοί που απασχολούνται υπερωριακά κατά Κυριακές, νύκτες κ.λ.π., δικαιούνται στο Δώρο τους, προσαύξηση γι΄ αυτή την εργασία, ο υπολογισμός της οποίας γίνεται ως εξής: Τα συνολικά ποσά, που καταβλήθηκαν στους μισθωτούς στη χρονική περίοδο από 1.1. – 30.4, η επιπλέον αμοιβή λόγω ιδιόρρυθμης υπερωρίας αυξημένης παραγωγής, προσαυξήσεως Κυριακών, νυκτερινής εργασίας κλπ., διαιρείται με το συνολικό αριθμό των ημερών, κατά τον οποίο οι μισθωτοί εργάστηκαν ή διατήρησαν την αξίωσή τους για καταβολή του μισθού στο πιο πάνω χρονικό διάστημα, το πηλίκον δε της διαιρέσεως αυτής το παραθέτουμε στο ημερομίσθιο ή μισθό, βάσει του οποίου υπολογίζεται το δώρο.
Επίσης, στο επίδομα εορτών Πάσχα, υπολογίζεται και το επίδoμα αδείας, οι παροχές σε είδος, τα οδοιπορικά, εφόσον τα τελευταία αποτελούν μισθό, δηλαδή η αμοιβή γι΄ αυτά δεν εξαρτάται από την πραγματοποίηση μετακινήσεων και δεν υπόκειται σε απόδοση λογαριασμού. Το επίδομα αδείας, ήτοι η αναλογία αυτού θα πολλαπλασιασθεί στο συνολικό ποσό του Δώρου που δικαιούται ο εργαζόμενος επί τον συντελεστή 0.04166. Για το επίδομα ισολογισμού ο ‘Αρειος Πάγος με την αριθ. 1129/84 απόφασή του, έκρινε ότι η αξία των παροχών, οι οποίες οφείλονται από ΣΣΕ ή ΔΑ, δηλαδή από διατάξεις ουσιαστικού δικαίου, αποτελούν προσαύξηση μισθού και υπολογίζονται στις τακτικές αποδοχές των εργαζομένων. Το Υπ. Εργασίας με τα αριθ. 19158/ 81 και 23153/86 και 13815/96 έγγραφά του, θεωρεί ότι εφόσον το επίδομα ισολογισμού καταβάλλεται τακτικά κάθε χρόνο, εμπίπτει στην έννοια των τακτικών αποδοχών και λαμβάνεται υπόψη στον υπολογισμό των επιδομάτων εορτών.
Εργαζόμενοι αλλοδαποί στην Ελλάδα που ακολουθούν το αλλοδαπό δίκαιο, μπορούν έστω κι αν ρυθμίζεται κατά διάφορο τρόπο ο υπολογισμός του δώρου από το δίκαιο της χώρας τους, να υπαχθούν στο ελληνικό δίκαιο ως προς την καταβολή του επιδόματος Δώρου και να λάβουν τις παροχές αυτές, σύμφωνα με αυτό ( ΑΠ. 985/82 ).
Από το άρθρο 4 της Υπ. Απόφ. 19040/81 προβλέπεται ότι αν η απασχόληση δεν παρέχεται σε σταθερό αριθμό ωρών, δηλαδή οι ημερήσιες αποδοχές κυμαίνονται το ποσό του Δώρου εξευρίσκεται με βάση τον μέσο όρο των αποδοχών που συμπεριλαμβάνεται από 1.1 – 30.4 κάθε χρόνου.
Από τις 120 ημέρες που αντιστοιχούν για την καταβολή του Δώρου Πάσχα αφαιρούνται οι ημέρες απουσίας των μισθωτών, δηλαδή η άδεια άνευ αποδοχών, οι αδικαιολόγητες απουσίες, η απουσία λόγω απεργίας ή στάσεων εργασίας, η ασθένεια αν οι εργαζόμενοι επιδοτήθηκαν από τον ασφαλιστικό οργανισμό (εκτός εάν δεν επιδοτήθηκαν, όπως τα τριήμερα οπότε θεωρούνται χρόνος απασχολήσεως και υπολογίζονται στο Δώρο). Επίσης, αφαιρούνται ο χρόνος στρατεύσεως κατά τον οποίο ο μισθωτός δεν απασχολήθηκε στον εργοδότη, οι συνδικαλιστικές άνευ αποδοχών άδειες, οι ημέρες των σπουδαστών όταν λαμβάνουν άδεια άνευ αποδοχών και η άνευ αποδοχών Γονική άδεια.
Ο υπολογισμός του Δώρου Πάσχα γίνεται με βάση τον τρόπο αμοιβής των εργαζoμένων (μηνιαίο μισθό, ημερoμίσθιο, ωρομίσθιο, ποσοστά κ.λπ.) και όχι με την ιδιότητα, δηλαδή αν είναι υπάλληλοι ή εργατ/χνιτες.
Για τους εργαζόμενους που αμείβονται:
α) Με μισθό ή ημερoμίσθιo ο υπολoγισμός του Δώρου προβλέπεται από το άρθρο 1 της Υπουργικής Απόφασης 19040/81 .
β) Με ποσοστά ή κατά μονάδα εργασίας ή κυμαινόμενες απoδoχές ή με μικτό σύστημα π.χ. βασικό μισθό ή ημερoμίσθιo, πρόσθετες κυμαινόμενες αποδοχές, επιδόματα παραγωγής ή αυξημένης απόδοσης, με ωρομίσθιο κλπ. Ο υπoλoγισμός του Δώρου προβλέπεται από το άρθρο 4 της σχετικής απόφασης, δηλαδή βάσει του μέσoυ όρoυ των απoδoχών του χρονικού διαστήματος από 1.1 έως 30.4 κάθε χρόνου.
Για τις περιπτώσεις αργιών, διαθεσιμότητας, εκ περιτροπής εργασίας, για τον υπολογισμό του Δώρου προβλέπουν τα άρθρα 8, 4 παραγ. 2 και 3 και 4 αντίστοιχα της σχετικής απόφασης.
Δώρο Πάσχα δικαιούνται και οι απασχολούμενοι με σχέση εξαρτημένης εργασίας, με συμβάσεις ορισμένου χρόνου, άκυρων συμβάσεων ( Α.Π. 1158/95 ), καθώς και τα πρόσωπα εμπιστοσύνης ( Α.Π. 353/86 ) και οι αποκλειστικές Νοσοκόμες.
Για τους Ιδιωτικούς Εκπαιδευτικούς ισχύουν για τα Δώρα εορτών οι διατάξεις που αφορούν τους Δημοσίους Υπαλλήλους και όχι η σχετική απόφαση 19040/81 που αφορά τους μισθωτούς του ιδιωτικού Τομέα (Ολομελ. Α.Π. 1469/84 , Ειρην. Πειραιά 103/91).
Το Δώρο Πάσχα, σύμφωνα με το άρθρο 9 της σχετικής απόφασης, υπόκειται σε κρατήσεις και εισφορές που προβλέπονται από τους ασφαλιστικούς οργανισμούς. Με το Ν.2217/1994, άρθρο 10, παραγ. 4 (ΦΕΚ 83/Α/31.5.94) ως προθεσμία καταβολής των εισφορών ΙΚΑ επί των επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων, Πάσχα, από τους υπόχρεους (ιδιωτικού και Δημόσιου Τομέα, Δημόσιο, Ν.Π.Δ.Δ. και ΟΤΑ) ορίζεται το τέλος Φεβρουαρίου και Ιουνίου αντίστοιχα.
Το θέμα αυτό για τα όσα πιο πάνω αναφέρθηκαν ρυθμίζεται και από το άρθρο 4 του Ν.2874/2000 .
Η παραγραφή αξιώσεως του επιδόματος Πάσχα υπάγεται στα πέντε έτη, γιατί το Δώρο αποτελεί τακτικό μισθό (Α.Κ. άρθρα 250, 251, 253). Οι εργοδότες που δεν καταβάλλουν το Δώρο Πάσχα υπέχουν εκτός από αστικές κυρώσεις και ποινικές κυρώσεις.
Για πρακτική αντιμετώπιση υπολογισμού του επιδόματος – Δώρου Πάσχα, ακολουθούν πίνακες για την εξεύρεση αυτού.
ΠΡΑΚΤΙΚΟΙ ΠΙΝΑΚΕΣ ΤΟΥ ΕΠΙΔΟΜΑΤΟΣ ΠΑΣΧΑ
Ολόκληρο το επίδομα Πάσχα θα το λάβουν όσοι από τους μισθωτούς εργάσθηκαν συνέχεια από 1.1.2004 μέχρι 30.4.2004, ήτoι μισό μηνιαίο μισθό οι αμειβόμενοι με μισθό και 15 ημερομίσθια οι αμειβόμενοι με ημερομίσθιο.
Για την εξεύρεση του δικαιουμένου επιδόματος από τους μισθωτούς που δεν απασχολήθηκαν καθ΄ όλο το πιο πάνω κρίσιμο χρονικό διάστημα, ο αναγνώστης μπορεί να ανατρέξει στον παρακάτω πίνακα και βάσει των ημερών με τις οποίες, εντός του από 1.1.2004 – 30.4.2004 χρονικού διαστήματος, ο μισθωτός συνδεόταν με σχέση εξαρτημένης εργασίας προς τον εργοδότη, να βρει την αναλoγία του επιδόματος. Η αναλογία αυτή, για μεν τους ημερομισθίους αφορά ημερομίσθια και δέκατα ημερομισθίων, ενώ για τους αμειβόμενους με μισθό δέκατα πέμπτα του μισού μηνιαίου μισθού.
Η = Ημέρες σχέσεως εργασίας των μισθωτών. Ημερολογιακές ή πραγματοποιηθείσες.
Δ = Ημερομίσθια επιδόματος που αναλογούν στις ημέρες αυτές.
Η Δ Η Δ Η Δ Η Δ Η Δ
1 0,125 26 3,250 51 6,375 76 9,5 101 12,625
2 0,250 27 3,375 52 6,5 77 9,625 102 12,750
3 0,375 28 3,5 53 6,625 78 9,750 103 12,875
4 0,5 29 3,625 54 6,750 79 9,875 104 13
5 0,625 30 3,750 55 6,875 80 10 105 13,125
6 0,750 31 3,875 56 7 81 10,125 106 13,250
7 0,875 32 4 57 7,125 82 10,250 107 13,375
8 1 33 4,125 58 7,250 83 10,375 108 13,5
9 1,125 34 4,250 59 7,375 84 10,5 109 13,625
10 1,250 35 4,375 60 7,5 85 10,625 110 13,750
11 1,375 36 4,5 61 7,625 86 10,750 111 13,875
12 1,5 37 4,625 62 7,750 87 10,875 112 14
13 1,625 38 4,750 63 7,875 88 11 113 14,125
14 1,750 39 4,875 64 8 89 11,125 114 14,250
15 1,875 40 5 65 8,125 90 11,250 115 14,375
16 2 41 5,125 66 8,250 91 11,375 116 14,5
17 2,125 42 5,250 67 8,375 92 11,5 117 14,625
18 2,250 43 5,375 68 8,5 93 11,625 118 14,750
19 2,375 44 5,5 69 8,625 94 11,750 119 14,875
20 2,5 45 5,625 70 8,750 95 11,875 120 15
21 2,625 46 5,750 71 8,875 96 12
22 2,750 47 5,875 72 9 97 12,125
23 2,875 48 6 73 9,125 98 12,250
24 3 49 6,125 74 9,250 99 12,375
25 3,125 50 6,250 75 9,375 100 12,5
Π.χ. Ημερομίσθιος εργάτης με 29,35 Ευρώ εάν εργάσθηκε 16 ημέρες στο χρονικό διάστημα από 1.1.04 έως 30.4.04 σύμφωνα με τον πίνακα θα πάρει 2 ημερομίσθια, ήτοι 58,70 Ευρώ. Αν είναι υπάλληλος με μισθό 586,94 ευρώ το μήνα και έχει εργασθεί 16 ημέρες μέσα στο χρονικό διάστημα από 1.1.04 έως 30.4.04 θα πάρει Δώρο το μισό μηνιαίο μισθό, δηλαδή 293,47 Ευρώ : 15 – 19,56 Ευρώ την ημέρα, ήτοι 2 ημερομίσθια επί 19,56 – 39,12 Ευρώ.
Οι ημέρες εργασιακής σχέσεως του πίνακα υπολογίζονται σύμφωνα με την αριθ. 19040/81 Απόφ. “περί επιδόματος εορτών” ανάλογα με την περίπτωση είτε για ημερολογιακά ημερομίσθια είτε για πραγματοποιηθέντα ημερομίσθια.
ΠΙΝΑΚΑΣ
που παρουσιάζει την προσαύξηση επιδόματος Πάσχα που αναλογεί σε εργασία κατά τις Κυριακές και νύκτες, στο χρονικό διάστημα από 1.1.2004 έως 30.4.2004.
Κ = Αριθμός Κυριακών
Ν = Αριθμός Νυκτών
Δ = Αναλογία Επιδόματος
Κ Δ Ν Δ Ν Δ Ν Δ
1 0,096 1 0,032 20 0.626 39 1,220
2 0,192 2 0,064 21 0.656 40 1,251
3 0,288 3 0,095 22 0,688 41 1,282
4 0,384 4 0,126 23 0.719 42 1,313
5 0,480 5 0,157 24 0,750 43 1,344
6 0,576 6 0,188 25 0.780 44 1,375
7 0,672 7 0,220 26 0,811 45 1,406
8 0,768 8 0,251 27 0.842 46 1,438
9 0,864 9 0,282 28 0.874 47 1,469
10 0,960 10 0,313 29 0.906 48 1,500
11 1,056 11 0,345 30 0.938 49 1,532
12 1,152 12 0,376 31 0.969 50 1,563
13 1,248 13 0,407 32 1,00 51 1,594
14 1,344 14 0,438 33 1.032 52 1,625
15 1,440 15 0,469 34 1.063 53 1,656
16 1,536 16 0,500 35 1,095 54 1,688
17 1,632 17 0,532 36 1,126 55 1,719
18 1,728 18 0,564 37 1,157 56 1,750
19 0,595 38 1,188 57
Π.χ.: Αν ένας μισθωτός εργάσθηκε επί 17 Κυριακές μέσα στο χρονικό διάστημα από 1.1.2004 μέχρι 30.4.2004 θα λάβει, σύμφωνα με τον πιο πάνω πίνακα, επί πλέον του βασικού επιδόματος, την προσαύξηση 1,632 του ενός ημερομισθίου. Αν εργάσθηκε 25 νύκτες θα λάβει ακόμη 0,780 του ημερομισθίου, βέβαια σε Ευρώ.
Στη συνέχεια, δημοσιεύεται το κείμενο της αριθ. 19040/7-12-81 απόφασης “Περί επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα”.
Απόφ. 19040/7.12.1981 Υπ. Εργασίας
Φ.Ε.Κ. 742/B/19.12.1981
Χορήγηση επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους μισθωτούς όλης της χώρας, που απασχολούνται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου
Έχοντες υπόψη τις διατάξεις:
1. Του Νόμου 1901/1951 “περί κυρώσεως του Α.Ν.1777/1951 περί συμπληρώσεως των διατάξεων του Α.Ν.28/1944 και του άρθρου μόνου του Α.Ν.866/1946 (Φ.Ε.Κ. 213/Α/1951 ).
2. Του Ν.Δ.4547/1966 (άρθρο 2 παράγραφος 2) “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας κλπ.” (Φ.Ε.Κ. 192/Α/1966).
3. Του Νόμου 1082/1980 (άρθρο 1) “περί τροποποιήσεως, αντικαταστάσεως και συμπληρώσεως διατάξεων εργατικών νόμων και ρυθμίσεως συναφών θεμάτων” (Φ.Ε.Κ.250/Α/1980).
Αποφασίζουμε
:: ‘Αρθρο1ο ::
1. Όλοι οι μισθωτοί, που αμείβονται με μισθό ή με ημερομίσθιο, δικαιούνται από τους πάσης φύσεως εργοδότες τους.
α) Επίδομα εορτών Χριστουγέννων ίσο με ένα μηνιαίο μισθό για τους αμειβόμενους με μισθό και με 25 ημερομίσθια για τους αμειβόμενους με ημερομίσθιο, και
β) Επίδομα εορτών Πάσχα, ίσο με μισό μηνιαίο μισθό, για τους αμειβόμενους με μισθό και με 15 ημερομίσθια για τους αμειβόμενους με ημερομίσθιο.
2. Τα ανωτέρω επιδόματα καταβάλλονται στο ακέραιο, εφόσον η σχέση εργασίας των μισθωτών με τον υπόχρεο εργοδότη διάρκεσε ολόκληρη τη χρονική περίοδο, στην περίπτωση του επιδόματος εορτών Πάσχα από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 30 Απριλίου και στην περίπτωση του επιδόματος εορτών Χριστουγέννων από 1 Μαΐου μέχρι 31 Δεκεμβρίου κάθε χρόνο.
3. Από τους ανωτέρω μισθωτούς, εκείνοι που η σχέση εργασίας τους με τον υπόχρεο, στην καταβολή του επιδόματος εορτών, Πάσχα και Χριστουγέννων εργοδότη, δεν διάρκεσε ολόκληρο το ανωτέρω χρονικό διάστημα, δικαιούνται:
α) Το επίδομα εορτών Χριστουγέννων ποσό ίσο με 2/25 του μηνιαίου μισθού ή δύο (2) ημερομίσθια, ανάλογα με το συμφωνημένο τρόπο αμοιβής, για κάθε δεκαεννεαήμερo χρονικό διάστημα διάρκειας της εργασιακής σχέσεώς τους, και
β) Σαν επίδομα εορτών Πάσχα ποσό ίσο με το 1/15 του μισού μηνιαίου μισθού ή ένα ημερομίσθιο, ανάλογα με το συμφωνημένο τρόπο αμοιβής, για κάθε 8ήμερο χρονικό διάστημα διάρκειας της εργασιακής σχέσεώς τους μέσα στις χρονικές περιόδους που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.
Για χρονικό διάστημα μικρότερο του 19ημέρου ή του 8ημέρου, αντίστοιχα, δικαιούνται ανάλογο κλάσμα.
4. Στο χρόνο διάρκειας της εργασιακής σχέσεως δεν υπολογίζονται οι ημέρες, κατά τις οποίες ο μισθωτός αν και δεν λύθηκε η εργασιακή του σχέση, απέσχε από την εργασία του αδικαιολόγητα, ή λόγω άδειας χωρίς αποδοχές.
Συνυπολογίζεται, πάντως, ο χρόνος της υποχρεωτικής αποχής από την εργασία των γυναικών πριν και μετά τον τοκετό.
5. Οι απασχολούμενοι στο Δημόσιο, Δημοτικά και Κοινοτικά Έργα, τις εποχιακά εκτελούμενες εργασίες, καθώς και οι μισθωτοί που απασχολούνται με σχέση εργασίας ορισμένου χρόνου ή για εκτέλεση ορισμένου έργου, δικαιούνται:
α) Σαν επίδομα Χριστουγέννων ένα (1) ημερομίσθιο για κάθε οκτώ (8) ημερομίσθια που πραγματοποίησαν και
β) Σαν επίδομα εορτών Πάσχα δύο (2) ημερομίσθια για κάθε δέκα τρία (13) που πραγματοποίησαν, μέσα στις χρονικές περιόδους που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου ή ανάλογο κλάσμα για τα κάτω από οκτώ (8) ή από δέκα τρία (13) ημερομίσθια που πραγματοποίησαν αντίστοιχα.
:: ‘Αρθρο2ο ::
Επιδόματα εορτών Xριστoυγέννων και Πάσχα δικαιούνται από τον υπόχρεο και με τις προϋποθέσεις του άρθρου 1 της παρούσης οι εξής:
1. Οι Νομικοί Σύμβουλοι και Δικηγόροι των πάσης φύσεως Νομικών Προσώπων και επιχειρήσεων και εκμεταλλεύσεων που αμείβονται με μισθό.
2. Οι μισθωτοί των γεωργοκτηνοτροφικών επιχειρήσεων (βουστασίων, λαχανοκήπων, ανθοκήπων, πτηνοτροφείων και λοιπών) εφόσον οι σχέσεις τους διέπονται από συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή άλλες πράξεις, από αυτές που αναφέρονται στο άρθρο 7 της παρούσης ή υπάγονται στην ασφάλιση του Ι.Κ.Α.
3. Το προσωπικό των γεωργοκτηνοτροφικών εργασιών που ασκούνται από το Δημόσιο, τις Ανώνυμες Εταιρίες, τις Συνεταιριστικές Οργανώσεις και λοιπά Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου ή Ιδιωτικού Δικαίου, ανεξάρτητα από την υπαγωγή τους στην ασφάλιση του Ι.Κ.Α ή από τον καθορισμό των αποδοχών τους με συλλογικές συμβάσεις και λοιπές πράξεις.
4. Οι μισθωτοί που τελούν σε κατάσταση στρατεύσεως:
Από αυτούς:
α) Αυτοί που έλαβαν κατά τις χρονικές περιόδους, που αναφέρονται στο άρθρο 1, επίδομα στρατεύσεως, δικαιούνται σαν επίδομα Χριστουγέννων και Πάσχα ανάλογο ποσό με το ύψος του επιδόματος στρατεύσεως και με το χρόνο που έλαβαν επίδομα στρατεύσεως μέσα στις περιόδους αυτές, και
β) Αυτοί που απολύθηκαν από τις τάξεις του Στρατού μέσα στις χρονικές περιόδους αυτές, εφόσον, όταν υπηρετούσαν στο στρατό κατά τις χρονικές αυτές περιόδους έλαβαν επίδομα στρατεύσεως, δικαιούνται επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, κατά τμήμα ανάλογο με το χρόνο της υπηρεσίας τους στο στρατό από τον υπόχρεο γι΄ αυτό οργανισμό ή εργοδότη και κατά τμήμα ανάλογο με τον χρόνο της πραγματικής υπηρεσίας τους από της απολύσεώς τους από το στρατό μέχρι 31 Δεκεμβρίου ή μέχρι 30 Απριλίου, από τον εργοδότη.
Η στρατιωτική υπηρεσία των εφέδρων, που καλούνται για την εκτέλεση στρατιωτικών ασκήσεων, εφόσον δεν υπερβαίνει τον μήνα, λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό των επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στο χρόνο υπηρεσίας στον οικείο εργοδότη.
Προκειμένου για μισθωτούς που καλούνται στα όπλα κατόπιν γενικής επιστρατεύσεως, ολόκληρος ο χρόνος της υπηρεσίας τους στα όπλα σαν έφεδροι, που εμπίπτει στις χρονικές περιόδους που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 1 της παρούσης, προσμετρείται για τον υπολογισμό των οφειλομένων από τον εργοδότη επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, χωρίς να εφαρμόζονται σ΄ αυτούς οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου.
5. Οι μισθωτοί που διατελούσαν ή διατελούν σε κατάσταση ασθένειας, δικαιούνται από τον εργοδότη τους, σαν επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, ποσά ανάλογα με τη διάρκεια της εργασιακής τους σχέσεως μέσα στις χρονικές περιόδους που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 1 της παρούσας, αφού αφαιρεθούν οι ημέρες ασθενείας, για τις οποίες έλαβαν επίδομα ασθένειας.
Αυτοί συμπληρωματικά δικαιούνται από τον οικείο ασφαλιστικό οργανισμό τα δώρα που προβλέπονται από τις οικείες αποφάσεις “περί χορηγήσεως δώρων για τις εορτές των Χριστουγέννων και Πάσχα στους συνταξιούχους και επιδοτούμενους λόγω ασθένειας ασφαλισμένους”, εφόσον με τις προϋποθέσεις που αναφέρονται σ΄ αυτές δικαιούνται επίδομα ασθένειας.
Τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα των υπαλλήλων της Αγροτικής Τράπεζας, που εξήλθαν θεληματικά κατά το έτος 1958 και μετά, θα υπολογίζονται με βάση το σύνολο της παροχής (σύνταξη και επικούρηση), που καταβάλλεται σ΄ αυτούς κάθε μήνα.
:: ‘Αρθρο3ο ::
1. Τα επιδόματα εορτών Xριστουγέννων και Πάσχα υπολογίζονται βάσει των πράγματι καταβαλλομένων μισθών ή ημερομισθίων την 10 Δεκεμβρίου κάθε χρόνου για το επίδομα Χριστουγέννων και την 15η ημέρα πριν από το Πάσχα για το επίδομα Πάσχα, ή την ημερομηνία λύσεως της εργασιακής σχέσεως.
Σαν καταβαλλόμενος μισθός ή ημερομίσθιο νοείται το σύνολο των τακτικών αποδοχών του μισθωτού, από τις οποίες εξαιρείται μόνο το επίδομα “δυσχερούς διαβιώσεως”, το οποίο αποκλείεται από το Ν.Δ.907/1971.
2. Τακτικές αποδοχές για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας θεωρούνται ο μισθός ή το ημερομίσθιο, καθώς και κάθε άλλη παροχή (είτε σε χρήμα είτε σε είδος, όπως τροφή, κατοικία κλπ.), εφόσον καταβάλλεται από τον εργοδότη σαν συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχόμενης από τον μισθωτό εργασίας τακτικά κάθε μήνα, ή κατ΄ επανάληψη περιοδικά, κατά ορισμένα χρονικά διαστήματα του χρόνου.
Σαν τακτικές αποδοχές προσδιορίζονται ενδεικτικά εκείνες που έχουν κριθεί από τη Νομολογία, όπως:
(α) Η προσαύξηση της νομίμου και τακτικής εργασίας κατά τις Κυριακές ή αργίες και τις νυκτερινές ώρες, εφόσον δίνεται στον μισθωτό σταθερά και μόνιμα σαν τακτικό αντάλλαγμα για την παροχή εργασίας, κατά τις ανωτέρω ημέρες και ώρες τακτικά κάθε μήνα ή κατ΄ επανάληψη περιοδικά, κατά ορισμένα διαστήματα του χρόνου.
(β) Η αμοιβή που καταβάλλεται από τον εργοδότη στο μισθωτό για τη νόμιμη υπερωριακή εργασία, εφόσον η εργασία αυτή, χωρίς να απαγορεύεται από τον νόμο, παρέχεται τακτικά.
(γ) Το επίδομα αδείας και λοιπές τακτικές αποδοχές.
Επίσης, η συμπληρωματική αμοιβή, η οποία χορηγείται για υπερεργασία, δηλαδή για εργασία μέχρι συμπληρώσεως των 18 ωρών την εβδομάδα και η οποία πραγματοποιείται βάσει των διατάξεων των άρθρων 3, 4 και 6 της από 26.2.1975 Ε.Γ.Σ.Σ.Ε. και της υπ΄ αριθ. 6/79 αποφάσεως του Δ.Δ.Δ.Δ. Αθηνών, που κυρώθηκε με το Ν.1082/1980, υπολογίζεται στα επιδόματα Χριστουγέννων και Πάσχα, αν κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα η ανωτέρω υπερεργασία πραγματοποιείται τακτικά. Σαν τακτική υπερεργασία θεωρείται όχι μόνο η συνεχής, αλλά και εκείνη η οποία εμφανίζει ορισμένη συχνότητα επαναλήψεως από τη φύση της και σύμφωνα με το πρόγραμμα του εργοδότη για το θέμα αυτό βλ. άρθρο 4 του Ν.2874/2000 (Τόμος 2001 σελίδα 124).
Η ανωτέρω αμοιβή (υπερωρίας και υπερεργασίας) υπολογίζεται βάσει του ποσού ίσου με τον μέσο όρο των αμοιβών τούτων, τις οποίες έλαβε κάθε μισθωτός κατά τις χρονικές περιόδους του άρθρου 1 της παρούσης ή μέχρι λύσεως της σχέσεως εργασίας χρονικό διάστημα.
3. Οι μισθωτοί που οι καταβαλλόμενες αποδοχές τους την 15η ημέρα πριν από το Πάσχα ή την 10η Δεκεμβρίου κάθε χρόνο ή κατά χρόνο λύσεως της εργασιακής σχέσεως, δεν υπερβαίνουν τις αποδοχές που καθορίζονται από τις οικείες συλλογικές συμβάσεις, διαιτητικές αποφάσεις ή άλλες διατάξεις, που ισχύουν τις ημερομηνίες αυτές ή που δημοσιεύονται μεταγενέστερα, αλλά έχουν ισχύ που ανατρέχει σε χρόνο προηγούμενο, των ημερομηνιών αυτών, δικαιούνται τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα με βάση τις αποδοχές που προβλέπονται από αυτές (Σ.Σ.Ε. ή ΔΑ ή άλλες διατάξεις).
4. Στους υπαλλήλους που συνδέονται με το Δημόσιο ή τα Ν.Π.Δ.Δ. με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου και έχουν αντιμισθία τακτικού διοικητικού υπαλλήλου, καταβάλλονται σαν επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, ό,τι και στους τακτικούς υπαλλήλους του αντίστοιχου μισθού.
:: ‘Αρθρο4ο ::
1. Τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα των κατωτέρω κατηγοριών μισθωτών, υπολογίζονται με τις προϋποθέσεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 1 της παρούσας, βάσει του μέσου όρου των μηνιαίων αποδοχών ή του μέσου ημερομισθίου των αμοιβών, τις οποίες λαμβάνει κάθε μισθωτός στα χρονικά διαστήματα που προσδιορίζονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 1 της παρούσης ή μέχρι της λύσεως της σχέσεως εργασίας. Ειδικότερα, το μέσο ημερομίσθιο βρίσκεται με τη διαίρεση του συνόλου των αμοιβών αυτών, με τον συνολικό αριθμό των ημερών, που περιλαμβάνονται στα προαναφερόμενα χρονικά διαστήματα και κατά τις οποίες ο μισθωτός εργάστηκε ή πάντως διατήρησε αξίωση για τις αποδοχές του.
α. Εργατοτεχνίτες, εκτός των κατηγοριών που αναφέρονται στα επόμενα άρθρα, που απασχολούνται σε ένα εργοδότη και αμείβονται κατά μονάδα εργασίας ή με ποσοστό ή με άλλο σύστημα κυμαινομένων αποδοχών, όπως με μικτό σύστημα (βασικό ημερομίσθιο με πρόσθετες αμοιβές βάσει παραγωγής ή αυξημένης αποδόσεως) κλπ.
β. Υπάλληλοι που αμείβονται κατά μονάδα εργασίας ή με μισθό και ποσοστά.
γ. Μισθωτοί που απασχολούντα σε περισσότερους από ένα εργοδότες γενικά και αμείβονται με μισθό ή ημερομίσθιο ή ωρομίσθιο ή κατά μονάδα εργασίας.
δ. Μισθωτοί που απασχολούνται σε έναν μόνο εργοδότη και αμείβονται με ωρομίσθιο.
Με τον ίδιο τρόπο υπολογίζονται τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα των δημοσιογράφων, οι οποίοι αμείβονται με το σύστημα αμοιβής κατά μονάδα εργασίας, καθώς και των ξεναγών.
2. Αυτοί που βρίσκονται σε κατάσταση διαθεσιμότητας, δικαιούνται για το χρόνο της καταστάσεώς της αυτής το μισό των επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, που αναλογούν στο χρόνο αυτό.
3. Οι μισθωτοί που έχουν εργαστεί με το σύστημα της εργασίας “εκ περιτροπής”, δικαιούνται τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, που αναλογούν στις ημέρες κατά τις οποίες λόγω του συστήματος αυτού δεν πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους, στο μισό.
4. Οι μισθωτοί που απασχολoύνται στην επεξεργασία και συσκευασία σταφίδας, στη συσκευασία και κοπή σταφυλιών, καθώς και στη συσκευασία εσπεριδοειδών και φρούτων γενικά, δικαιούνται σαν επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα ένα ημερομίσθιο για κάθε πέντε (5) ημερομίσθιων, που πραγματοποίησαν μέσα στις χρονικές περιόδους της παραγράφου 2 του άρθρου 1 της παρούσας και κλάσμα αυτού ανάλογο για τα κάτω των 5 ημερομίσθια που πραγματοποίησαν.
Αυτά υπολογίζονται, για μεν τους μισθωτούς που αμείβονται με ημερομίσθιο, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 3 της παρούσας, για δε τους αμειβόμενους κατά μονάδα εργασίας (κατασκευαστές, καρφωτές σταφιδοκιβωτίων και λοιπούς), βάσει του πηλίκου της διαιρέσεως των αμοιβών που έλαβαν κατά τα ανωτέρω χρονικά διαστήματα, με τον αριθμό των ημερομισθίων που πραγματοποίησαν.
5. Οι υφαλοχρωματιστές, ναυπηγοξυλουργοί, ματσακονιστές και λεβητοκαθαριστές ατμοπλοίων δικαιούνται επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, σύμφωνα με τα οριζόμενα από το άρθρο 1 (παρ. 4) και 3 (παρ. 1) της παρούσας.
Τα εργατικά τιμολόγια των υφαλοχρωματιστών και ματσακονιστών, που έχουν εγκριθεί, προσαυξάνονται κατά 30% από 21 Δεκεμβρίου μέχρι 19 Ιανουαρίου του επόμενου χρόνου, για το επίδομα Χριστουγέννων και επί 15 ημέρες πριν από τη Μεγάλη Πέμπτη για το επίδομα Πάσχα.
6. Ειδικά οι θυρωροί πολυκατοικιών και μεγάρων, δικαιούνται σαν επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα ποσά ίσα με το 25πλάσιο ή το 15πλάσιο αντίστοιχα του γενικού κατωτάτου ορίου ημερομισθίου ανειδικεύτου εργάτη, επιφυλασσομένων κατά τα λοιπά των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 1 της απόφασης αυτής. Σε περίπτωση που οι μηνιαίες καταβαλλόμενες αποδοχές, συνυπολογιζομένου και του ποσοστού 15% που παρακρατείται για παροχή κατοικίας κ.λπ. είναι ανώτερες από τα ποσά που προσδιορίζονται κατά τον παραπάνω τρόπο, τότε ως επιδόματα εορτών δικαιούνται τις ανώτερες καταβαλλόμενες αποδοχές”.
(Τροποποιητική Αποφ. 2006743/538/0022/91 Υπ. Οικονομικών και Εργασίας (ΦΕΚ 170/Β/21.3.91).
7. Κάθε ταξιθέτης και κάθε ταξιθέτρια των θεατρικών και κινηματογραφικών επιχειρήσεων, δικαιούνται, με τις προϋποθέσεις του άρθρου 1 της παρούσας, επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, ίσα με το 25πλάσιο ή το 15πλάσιο αντίστοιχα του γενικού κατωτάτου ορίου ημερομισθίου.
8. Κάθε ένας από τους οδηγούς επιβατικών αυτοκινήτων (ταξί και αγοραία), δικαιούται για να λάβει επίδομα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, να εισπράττει ολόκληρη την αύξηση της πτώσης της σημαίας του μετρητή που χορηγείται λόγω των εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα. Επιπλέον, αυτοί δικαιούνται από τον εκμεταλλευόμενο το αυτοκίνητο, με τις προϋποθέσεις του άρθρου 1 παρ. 2 της παρούσας, ποσά ίσα με το 6πλάσιο για το επίδομα Πάσχα και το 11πλάσιο για το επίδομα Χριστουγέννων του γενικού κατωτάτου ορίου ημερομισθίου.
Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν θα δοθεί δικαίωμα είσπραξης της αύξησης του μετρητή ή, προκειμένου για οδηγούς αυτοκινήτων που δεν έχουν μετρητή, δικαιούνται αυτοί σαν επιδόματα Χριστουγέννων και Πάσχα από τον εκμεταλλευόμενο το αυτοκίνητο και με τις προϋποθέσεις του άρθρου 1 παρ. 2 της παρούσας, ποσό ίσο με το 25πλάσιο, για το επίδομα Χριστουγέννων και 15πλάσιο για το επίδομα Πάσχα, του γενικού κατωτάτου ορίου ημερομισθίου. Στα ποσά αυτά συμψηφίζεται το δικαίωμα εκκινήσεως που τυχόν εισπράττεται από αυτούς για τις εορτές Χριστουγέννων και Πάσχα.
Τα τελευταία αυτά ποσά δικαιούται και κάθε ένας από τους οδηγούς αυτοκινήτων εκκενώσεως βόθρων, εφόσον αμείβεται με ποσοστά ή κατ΄ αποκοπή.
9. Τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα του προσωπικού που απασχολείται για την εξυπηρέτηση του οίκου του εργοδότη (βοηθοί, θαλαμηπόλοι, παιδαγωγοί, κηπουροί, μάγειροι κλπ.), υπολογίζονται βάσει των σε χρήμα μόνο καταβαλλομένων σε κάθε ένα μηνιαίων αποδοχών.
Ειδικά για τις οικιακές βοηθούς, ανεξάρτητα από την ηλικία τους, τα επιδόματα αυτά δεν μπορούν να είναι κατώτερα του 10πλάσιου για το επίδομα Χριστουγέννων και του 8πλασίου για το επίδομα Πάσχα, του γενικού κατωτάτου ορίου ημερομισθίου, μειούμενα ανάλογα γι΄ απασχόληση μικρότερη των χρονικών περιόδων που ορίζονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 1 της παρούσας.
:: ‘Αρθρο5ο ::
1. Με το σκοπό να λάβουν επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα και οι σερβιτόροι και βοηθοί που αμείβονται με ποσοστά και εργάζονται στα εστιατόρια, ζυθεστιατόρια, οινομαγειρεία, αναψυκτήρια, ζαχαροπλαστεία, γαλακτοπωλεία, εξοχικά κέντρα και συναφή καταστήματα, αυξάνονται τα ποσοστά που έχουν κανονιστεί για την αμοιβή τους από 16% σε 28%, από 13% σε 21 % και από 11% σε 18% για τις χρονικές περιόδους από τη Μεγάλη Τρίτη μέχρι και την 9η ημέρα μετά το Πάσχα και από 16 Δεκεμβρίου μέχρι 15 Ιανουαρίου του επομένου χρόνου, ειδικά δε για τις κοσμικές ταβέρνες, κέντρα διασκεδάσεως, εξοχικά κέντρα και ψητοπωλεία από το Μεγάλο Σάββατο μέχρι και την 13η ημέρα μετά το Πάσχα και από 23 Δεκεμβρίου μέχρι 22 Ιανουαρίου επομένου χρόνου. (Υ.Α. Αγορον. Διάταξη ΑΙ/ 2875/77, Ν.2224/94, άρθρο 54 ).
Το προϊόν της ανωτέρω αυξήσεως των ποσοστών, περιέρχεται στον οικείο εργοδότη, ο οποίος υποχρεούται, σύμφωνα με τους ορισμούς του άρθρου 1 της παρούσας, να καταβάλλει σαν επίδομα εορτών Χριστουγέννων ποσό ίσο με το 25πλάσιο και σαν επίδομα εορτών Πάσχα ποσό ίσο με το 15πλάσιο του τεκμαρτού ημερομισθίου της ασφαλιστικής κλάσεως (του ΙΚΑ), στην οποία κάθε ένας σερβιτόρος ή βοηθός ανήκει, ή ανάλογο κλάσμα.
Κατ΄ εξαίρεση, προκειμένου για τους σερβιτόρους και βοηθούς των κοσμικών ταβερνών, κοσμικών κέντρων διασκεδάσεως, εξοχικών κέντρων μετά ορχήστρας και ψητοπωλείων, της περιοχής Νομού Αττικής, εκτός των Νήσων, το προϊόν της ανωτέρω αυξήσεως των ποσοστών μοιράζεται μεταξύ των εργαζομένων κατά τις περιόδους που αναφέρονται παραπάνω και κατά την αυτήν αναλογία κατά την οποία μοιράζεται και η τακτική από τα ποσοστά αμοιβή τους.
2. Με τα ίδια ποσοστά και για το ίδιο χρονικό διάστημα, δηλαδή από το Μεγάλο Σάββατο μέχρι και την 13η ημέρα μετά το Πάσχα και από 23 Δεκεμβρίου μέχρι 22 Ιανουαρίου του επομένου χρόνου, αυξάνονται τα δικαιώματα υπηρεσίας του προσωπικού της Διεθνούς Εταιρίας Κλιναμαξών, που απασχολείται με την περιποίηση.
Σε περίπτωση, όμως, κατά την οποία το ποσό αυτό με το μισθό που καταβάλλεται στο ανωτέρω προσωπικό, σε χρήμα και το προϊόν της ανωτέρω αυξήσεως δεν καλύπτει τους μισθούς ασφαλείας που καθορίζονται από την εκάστοτε ισχύουσα γι΄ αυτούς Συλλογική Σύμβαση Εργασίας ή απόφαση Διαιτησίας, υποχρεούται ο εργοδότης να καταβάλλει σε κάθε ένα την προκύπτουσα διαφορά. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του άρθρου 1 της παρούσας.
3. Για να λάβει επιδόματα Χριστουγέννων και Πάσχα και το προσωπικό των Κουρείων και Κομμωτηρίων, που αμείβονται με ποσοστά μόνο, αυξάνονται κατά 30% για15 ημέρες πριν από το Πάσχα και από 5 Δεκεμβρίου μέχρι 5 Ιανουαρίου του επόμενου χρόνου οι τιμές των κουρευτικών και λοιπών υπηρεσιών που παρέχονται στα ανωτέρω καταστήματα.
Το ποσό που προκύπτει από την αύξηση αυτή, μετά την παροχή από αυτά ποσού ίσου με το 8πλάσιο για το επίδομα Πάσχα, του γενικού κατωτάτου ορίου ημερομισθίου, σε κάθε βοηθό κουρείου και κομμωτηρίου, μοιράζεται σε ίσα μέρη, σε όλους τους τεχνίτες και τεχνίτριες, κάθε κουρείου ή κομμωτηρίου και αποκλείονται οι προσωπικά εργαζόμενοι εργοδότες, εφόσον αυτοί απασχολούν περισσότερους από έναν τεχνίτες.
Σε περίπτωση συμμετοχής των εργοδοτών στον προϊόν της ανωτέρω αυξήσεως, τα επιδόματα για τους βοηθούς αφαιρούνται από το μερίδιό τους. Κουρεία ή Κομμωτήρια, τα οποία δεν αυξάνουν κατά τα ανωτέρω τις τιμές, υποχρεούνται να καταβάλλουν σε καθένα που εργάζεται σ΄ αυτά με ποσοστά, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του άρθρου 1 παρ. 2 της παρούσας, σαν επίδομα εορτών Πάσχα ποσό ίσο με το15πλάσιο και σαν επίδομα εορτών Χριστουγέννων, ποσό ίσο με το 25πλάσιο του γενικού κατωτάτου ορίου ημερομισθίου για τους τεχνίτες – τεχνίτριες και ποσό ίσο με το 10πλάσιο για το επίδομα Χριστουγέννων και το 6πλάσιο για το επίδομα Πάσχα του γενικού κατωτάτου ορίου ημερομισθίου για τους βοηθούς κουρείων και κομμωτηρίων.
4. Για να λάβει επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα και το προσωπικό που αμείβεται με ποσοστά και εργάζεται στις επιχειρήσεις λουτρών καθαριότητας, ιαματικών και θαλασσίων, που λειτουργούν σ΄ ολόκληρη τη χώρα, αυξάνονται κατά ποσοστό 25% οι τιμές των εισιτηρίων από 8 Δεκεμβρίου μέχρι 25 Ιανουαρίου του επομένου χρόνου, και από τη Μεγάλη Τρίτη και μέχρι την 9η ημέρα μετά το Πάσχα.
Το προϊόν της ανωτέρω αυξήσεως περιέρχεται στον οικείο εργοδότη, ο οποίος υποχρεούται να καταβάλλει σαν επίδομα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα ποσά ίσα με το 25πλάσιο ή 15πλάσιο αντίστοιχα του γενικού κατωτάτου ορίου ημερομισθίου, τηρουμένων βέβαια των προϋποθέσεων του άρθρου 1 της παρούσας.
5. Επίσης, για την παροχή των επιδομάτων των εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων, που προβλέπονται από την παρούσα στο προσωπικό των στιλβωτηρίων, αυξάνονται από τη Μεγάλη Τρίτη και μέχρι την 9η ημέρα μετά το Πάσχα και από 15 Δεκεμβρίου μέχρι 14 Ιανουαρίου επομένου χρόνου, σε ποσοστό 30%, οι τιμές του στιλβώματoς.
Το ποσό που συγκεντρώνεται από την αύξηση αυτή, μοιράζεται με ίσα μέρη μεταξύ όλων των στιλβωτών που εργάζονται σε κάθε κατάστημα.
6. Το αμειβόμενο με ποσοστά προσωπικό των Νομικών Προσώπων Δημοσίου και Ιδιωτικού Δικαίου και των Επαγγελματικών Οργανώσεων, οι αμειβόμενοι με ποσοστά (εισπράκτορες και πλασιέ) των κάθε μορφής επιχειρήσεων, που απασχολούνται σε ένα μόνο εργοδότη, καθώς και οι ζυγιστές των Δημοτικών Στατήρων, δικαιούνται σαν επιδόματα εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων, ποσό ίσο με τον μέσο όρο των απολαβών που προκύπτουν από τα ποσοστά, στις χρονικές περιόδους που προσδιορίζονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 1 της παρούσας.
7. Για να λάβουν επιδόματα εορτών Πάσχα και Xριστουγέννων, οι απασχολούμενοι σε μη μόνιμο εργοδότη και με τιμολόγιο ή κατά μονάδα εργασίας αμειβόμενοι, όπως οι οψοκομιστές, συντηρητές ζώων, ελαιομετρητές, καραγωγείς, ραπτεργάτες, φορτοεκφορτωτές, που δεν διέπονται από την κείμενη νομοθεσία περί φορτοεκφορτωτικών λιμένων ή ξηράς κλπ., αυξάνονται τα νόμιμα τιμολόγια αμοιβής τους, που έχουν εγκριθεί ή συμφωνηθεί κατά 30% από 7 ημέρες πριν μέχρι και την 7η ημέρα μετά το Πάσχα και από 18 Δεκεμβρίου μέχρι και την 17η Ιανουαρίου του επομένου χρόνου.
:: ‘Αρθρο6ο ::
Το συνολικό ποσό του επιδόματος εορτών Πάσχα, καθώς και του επιδόματος Χριστουγέννων, δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να υπερβαίνει το ένα ή μισό μισθό αντίστοιχα για τους αμειβόμενους με μηνιαίο μισθό ή τα 25 ή τα 15 ημερομίσθια αντίστοιχα για τους αμειβόμενους με ημερομίσθιο, όπως προσδιορίζεται στα άρθρα 3 και 4 της παρούσας.
:: ‘Αρθρο7ο ::
Διατάξεις Νόμων, Διαταγμάτων, Υπουργικών Αποφάσεων, Συλλογικών Συμβάσεων, Διαιτητικών Αποφάσεων, Εσωτερικών Κανονισμών και λοιπών σχετικών πράξεων, οι οποίες προβλέπουν ευνοϊκότερους από την παρούσα όρους παροχής επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, υπερισχύουν.
:: ‘Αρθρο8ο ::
1. Επιχειρήσεις, οι οποίες εξαιτίας οικονομικών δυσχερειών είχαν αργήσει από 1 Ιανουαρίου μέχρι 30 Απριλίου ή από 1 Μαΐου μέχρι 31 Δεκεμβρίου κάθε χρόνου, μπορούν να καταβάλλουν τα επιδόματα εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων, που προβλέπονται από την παρούσα μειωμένα: α) στο μισό, αν είχαν αργήσει συνέχεια και ολοκληρωτικά για χρόνο μεγαλύτερο από ένα μήνα, όχι όμως και από δύο, και β) στα 2/3 αυτού αν είχαν αργήσει συνέχεια και ολοκληρωτικά για χρόνο μεγαλύτερο από δύο μήνες.
2. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρoυ δεν εφαρμόζονται στο προσωπικό των ανωτέρω επιχειρήσεων, το οποίο εξακολούθησε να παρέχει τις υπηρεσίες, παρά την αργία της επιχειρήσεως, ούτε στο προσωπικό των επιχειρήσεων που λειτουργούν εποχιακά.
:: ‘Αρθρο9ο ::
Τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, υπόκεινται, όπως και οι τακτικές αποδοχές σε όλες τις κρατήσεις και εισφορές που προβλέπονται για τους οικείους ασφαλιστικούς Οργανισμούς και λοιπούς Οργανισμούς ή Λογαριασμούς Κοινωνικής Πολιτικής. Οι κρατήσεις αυτές καταβάλλονται σε τέσσερις (4) ισόποσες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη μέχρι την 15η Ιανουαρίου κάθε χρόνου για το επίδομα Χριστουγέννων και μέχρι την 30η Μαΐου κάθε χρόνου για το επίδομα Πάσχα.
Με το Ν.2217/1994, όμως, άρθρο 10 παραγ. 4 (ΦΕΚ 83/Α/31.5.94) ως προθεσμία καταβολής των εισφορών ΙΚΑ επί των επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, από τους υπόχρεους (ιδιωτικού και Δημόσιου Τομέα, Δημόσιο, Ν.Π.Δ.Δ. και ΟΤΑ) ορίζεται το τέλος Φεβρουαρίου και Ιουνίου αντίστοιχα”. Σχετική νέα ρύθμιση για το θέμα αυτό περιλαμβάνεται στο Ν.2972/2001 άρθρο 13 .
:: ‘Αρθρο10ο ::
1. Τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, που σε καμιά περίπτωση δεν επιτρέπεται να καταβληθούν σε είδος, αλλά σε χρήμα μόνο, καταβάλλονται την 21η Δεκεμβρίου και τη Μεγάλη Τετάρτη αντίστοιχα. Ο εργοδότης όμως μπορεί να παρακρατήσει μέχρι την 31η Δεκεμβρίου ή την 30η Απριλίου το ποσό που αναλογεί στο επίδομα, χωρίς να μπορεί να το καταβάλλει αργότερα από τις ημερομηνίες αυτές.
2. Τα ανωτέρω επιδόματα Πάσχα και Χριστουγέννων, μπορούν να περιορισθούν, για τους υπαλλήλους και για τους εργάτες και των δύο φύλλων, σε ποσά ίσα με το 50πλάσιο για το επίδομα Πάσχα και 100πλάσιο για το επίδομα Χριστουγέννων, του γενικού κατώτατου ορίου ημερομισθίου. Τα ποσά αυτά μειώνονται ανάλογα για απασχόληση μικρότερη των χρονικών περιόδων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 1 της παρούσας.
3. Ο ανωτέρω περιορισμός δεν μπορεί να έχει εφαρμογή στις περιπτώσεις, στις οποίες τα επιδόματα Πάσχα και Χριστουγέννων (δώρα), κατεβάλλοντο μέχρι τώρα, είτε από συμβατική υποχρέωση, είτε από συνήθεια, είτε από υποχρεωτικό κανόνα δικαίου, με βάση ψηλότερα ποσά αποδοχών ή αν, από την οικεία συλλογική σύμβαση εργασίας ή απόφαση διαιτησίας ή άλλα διάταξη, προκύπτει κατά την έννοια των άρθρων 3 και 4 της παρούσας μισθός ή ημερομίσθιο ψηλότερο.
:: ‘Αρθρο11ο ::
Οι διατάξεις της παρούσας δεν έχουν εφαρμογή στις κατωτέρω περιπτώσεις:
α) Στους εργάτες των λοιπών εκτός από τις γεωργικές ή κτηνοτροφικές εργασίες που αναφέρονται στο άρθρο 2.
β) Στους εργαζόμενους κατ΄ οίκον σε κωμοπόλεις (δήμους ή κοινότητες) πληθυσμού κάτω από έξι χιλιάδες (6.000) κατοίκους.
γ) Στους μισθωτούς που αμείβονται με ποσοστά, εκτός από τις εξαιρέσεις που αναφέρονται ανωτέρω.
δ) Στους φορτοεκφορτωτές λιμένων και ξηράς, που διέπονται από την νομοθεσία που τους αφορά:
Από την ισχύ της παρούσας παύουν να ισχύουν οι διατάξεις των υπ΄ αριθμ. 19430/2.12.1980 και 12921/3.4.1981 αποφάσεών μας.