Δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, Ασφαλιστικά μέτρα. Τα αρχιτεκτονικά έργα ως πνευματικά δημιουργήματα προστατεύονται με τις διατάξεις της νομοθεσίας για την πνευματική ιδιοκτησία, εφόσον πληρούνται οι γενικές προϋποθέσεις που τάσσει ο νόμος και κυρίως εφόσον υπάρχει το στοιχείο της πρωτοτυπίας. Εξουσίες που παρέχει, το ηθικό δικαίωμα στον πνευματικό δημιουργό. Αστική προστασία για τη διαφύλαξη της ακεραιότητας του έργου. Στα συστήματα των χωρών της Ηπειρωτικής Ευρώπης πνευματικοί δημιουργοί μπορούν να είναι μόνο φυσικά πρόσωπα και κατ’ εξαίρεση τα νομικά. Επιτρέπεται η προσεπίκληση τρίτων προσώπων καθώς κα’ η κάθε μορφής παρέμβαση στη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων.
Αριθ. 276/2001 Μον. (Ασφ. μ.)Δικαστής ο κ. Θ. ΤΖΑΝΑΚΗΣ,
πρόεδρος πρωτοδικών
Δικηγόροι οι κ.κ. Ι. Σταμούλης,
Ι. Χαρακτινιώτης,
Σ. Σταματόπουλος, Κ. Γερογιάννης,
Η. Π. Θεοδωράτος,
η κ. Ο. Μενδρινού, δικαστική αντιπρόσωπος
Κατά το άρθρο 1 §1 του ν. 2121/1993 «Οι πνευματικοί δημιουργοί, με τη δημιουργία του έργου αποκτούν πάνω σ’ αυτό πνευματική ιδιοκτησία, που περιλαμβάνει, ως αποκλειστικά και απόλυτα δικαιώματα, το δικαίωμα της εκμετάλλευσης του έργου (περιουσιακό δικαίωμα) και το δικαίωμα της προστασίας του προσωπικού τους δεσμού προς αυτό (ηθικό δικαίωμα). Εξάλλου, κατά το άρθρο 2 §1 «ως έργο νοείται κάθε πρωτότυπο πνευματικό δημιούργημα λόγου, τέχνης ή επιστήμης, που εκφράζεται με οποιαδήποτε μορφή, Ιδίως τα γραπτά ή προφορικά κείμενα, οι μουσικές συνθέσεις, με κείμενο ή χωρίς, τα θεατρικά έργα, τα έργα των εικαστικών τεχνών, στα οποία περιλαμβάνονται τα σχέδια, τα έργα ζωγραφικής και γλυπτικής, τα χαρακτικά έργα και οι λιθογραφίες, τα αρχιτεκτονικά έργα, οι φωτογραφίες, τα έργα των εφαρμοσμένων τεχνών, οι εικονογραφήσεις, οι χάρτες, τα τρισδιάστατα έργα που αναφέρονται στη γεωγραφία, την τοπογραφία, την αρχιτεκτονική ή την επιστήμη». Τα αρχιτεκτονικά έργα, λοιπόν, προβλέπονται ρητά μεταξύ των έργων που απαριθμούνται στο άρθρο 2 §1 ν. 2121/1993. Ρητή αναφορά στα αρχιτεκτονικά έργα (“έργα σχετικά με την αρχιτεκτονική”) γίνεται και στο άρθρο 2 § 1 της Διεθνούς Σύμβασης Βέρνης (Παρισιού).
Τα αρχιτεκτονικά έργα προστατεύονται βέβαια με την πνευματική ιδιοκτησία, εφόσον πληρούνται οι γενικές προϋποθέσεις και κυρίως εφόσον υπάρχει το στοιχείο της πρωτοτυπίας. Στην έννοια των αρχιτεκτονικών έργων περιλαμβάνονται τα οικοδομήματα τόσο ως προς την εξωτερική τους μορφή (π.χ. κτίρια, εκκλησίες, γέφυρες), όσο και ως προς τη διαμόρφωση των χώρων (διακόσμηση, διαρρύθμιση κήπων), καθώς και τα σχετικά σχέδια που έχουν προηγηθεί στα οποία περιλαμβάνονται τα προσχέδια, τα σκίτσα και οι μακέτες (βλ. Δ. Καλλινίκου, Πνευματική Ιδιοκτησία και Συγγενικά Δικαιώματα, Αθήνα 200, σ. 31). Η προστασία των αρχιτεκτονικών έργων με τη νομοθεσία της πνευματικής ιδιοκτησίας έχει ως συνέπεια την αναγνώριση του περιουσιακού και ηθικού δικαιώματος στον αρχιτέκτονα (άρθρα 3 και 4 ν. 2121/1993).
Κατά το άρθρο 4 §1 του ν. 2121/1993 «Το ηθικό δικαίωμα δίνει στο δημιουργό ιδίως τις εξουσίες: α) της απόφασης για το χρόνο, τον τόπο και τον τρόπο κατά τους οποίους το έργο θα γίνει προσιτό στο κοινό (δημοσίευση), β) της αναγνώρισης της πατρότητάς του πάνω στο έργο και ειδικότερα την εξουσία να απαιτεί, στο μέτρο του δυνατού, τη μνεία του ονόματός του στα αντίτυπα του έργου του και σε κάθε δημόσια χρήση του έργου του ή αντίθετα, να κρατάει την ανωνυμία του ή να χρησιμοποιεί ψευδώνυμο, γ) της απαγόρευσης κάθε παραμόρφωσης περικοπής ή άλλης τροποποίησης του έργου του, καθώς και κάθε προσβολής του δημιουργού οφειλομένης στις συνθήκες παρουσίασης του έργου στο κοινό, δ) της προσπέλασης στο έργο του, έστω και αν το περιουσιακό δικαίωμα στο έργο ή η κυριότητα στον υλικό φορέα του έργου ανήκει σε άλλον, οπότε η προσπέλαση πρέπει να πραγματοποιείται κατά τρόπο που προκαλεί τη μικρότερη δυνατή ενόχληση στο δικαιούχο, ε) προκειμένου περί έργων λόγου ή επιστήμης, της υπαναχώρησης από συμβάσεις μεταβίβασης του περιουσιακού δικαιώματος ή εκμετάλλευσής του ή άδειας εκμετάλλευσής του εφόσον αυτό είναι αναγκαίο για την προστασία της προσωπικότητάς του εξαιτίας μεταβολής στις πεποιθήσεις του ή στις περιστάσεις και με καταβολή αποζημίωσης στον αντισυμβαλλόμενο για τη θετική του ζημία».
Ειδικότερα, όσον αφορά το δικαίωμα της ακεραιότητας του έργου, ο δημιουργός έχει την εξουσία «απαγόρευσης κάθε παραμόρφωσης, περικοπής ή άλλης τροποποίησης του έργου», ανεξάρτητα από το γεγονός της επίδρασης της τροποποίησης κ.λπ. στην τιμή ή τη φήμη του δημιουργού. Επί-σης, κατά το άρθρο 6 δις §1 της Σύμβασης της Βέρνης, που κυρώθηκε με το ν. 100/1975, «ανεξαρτήτως των περιουσιακών δικαιωμάτων του δημιουργού, ακόμη δε και μετά την εκχώρηση αυτών, ο δημιουργός διατηρεί το δικαίωμα να διεκδικήσει την πατρότητα του έργου και να αντιταχθεί σε κάθε παραμόρφωση, ακρωτηριασμό ή άλλη τροποποίηση του έργου αυτού ή σε κάθε άλλη προσβολή του έργου που θίγουν την τιμή ή την φήμη του».
Η παρεχόμενη από το ν. 2121/1993 αστική προστασία για διαφύλαξη της ακεραιότητας του έργου ορίζεται βασικά στο άρθρο 65 και συνίσταται στην αξίωση για άρση της προσβολής, την παράλειψή της στο μέλλον και τέλος την αποκατάσταση της υλικής ζημίας, ή την απόδοση του πλουτισμού του προσβολέα και τη χρηματική ικανοποίηση της ηθικής βλάβης που υπέστη ο πνευματικός δημιουργός. Στις υποθέσεις πνευματικής ιδιοκτησίας, όταν συντρέχουν οι προϋποθέσεις των άρθρων 682 και επ. ΚΠολΔ (κατεπείγουσα περίπτωση, επικείμενος κίνδυνος), δικαιολογείται η λήψη ασφαλιστικών μέτρων με την προσωρινή ρύθμιση καταστάσεως, που προβλέπεται στο άρθρο 731 ΚΠολΔ (βλ. άρθρο 63 § 3 ν. 2121/1993, ΜΠρΑθ 2653/1979 ΝοΒ 27 448, βλ. αναλυτικά Β. Βαθρακοκοίλη, ΕρμΚΠολΔ, τ. Δ΄ στο άρθρο 731, § 46, σ. 314, όπου παραπομπές στη Νομολογία). Μπορεί να ζητηθεί η προσωρινή απαγόρευση της αναπαραγωγής και χρήσεως των τροποποιημένων σχεδίων και η απόσυρση αυτών μέχρι την έκδοση της επί της κύριας αποφάσεως με απειλή προσωπικής κρατήσεως και χρηματικής ποινής (άρθρα 700 και 947 ΚΠολΔ, βλ. και Π. Τζίσφρα, Ασφαλιστικά Μέτρα, Γ’ έκδοση, 1980, σ. 271 επ.).
Στα συστήματα των χωρών της Ηπει-ρωτικής Ευρώπης (“droit d’ auteur or Continental European or Civil Iaw systems”), δημιουργοί μπορεί να είναι μόνο τα φυσικά πρόσωπα. Τα νομικά πρόσωπα, που αποτελούν μία απλή νομική «κατηγορία» κι έχουν μόνον την ικανότητα δικαίου και δικαιοπραξίας που τους αναγνωρίζει ο νόμος, είναι, από τη φύση των πραγμάτων, ανίκανα να δημιουργήσουν πνευματικό έργο (αντίθετη είναι η άποψη στις αγγλοσαξωνικές χώρες, όπου δημιουργοί μπορούν να είναι και νομικά πρόσωπα, βλ. Γ. Κουμάντο, Πνευματική Ιδιοκτησία, 6η έκδοση, σ. 154, 155 και σημ. 376 και 377 όπου και παραπομπές, βλ. επίσης Μ. Θ. Μαρίνο, ό.π. §224, σ. 110, Δ. Καλλινίκου, ό.π., σ. 73). Επομένως, τα νομικά πρόσωπα δεν μπορούν να θεωρηθούν δημιουργοί, πλην όμως σε εξαιρετικές περιπτώσεις όπως στα άρθρα L 113-2(3), 113-5 του Γαλλικού ΚώδΙκα Πνευματικής 1διοκτησίας (Code de Ia Propriete intellectuelle), σύμφωνα με τα οποία ένα νομικό πρόσωπο μπορεί να είναι δημιουργός στις καλούμενες συλλογικές εργασίες (βλ. D re i e r, Authorship and New Techno-logies, IIC νοΙ. 26 ρ. 990, G. Davies, The Convergence of copyright and Author’s Rights, IIC νοι. 26, ρ. 970, 971).
Στην προκειμένη περίπτωση, οι αιτούσες εκθέτουν στην αίτησή τους, κατ’ εκτίμηση του δικογράφου αυτής, τα εξής: Ότι η Ανώνυμη Εταιρεία με την επωνυμία «Οργανωτική Επιτροπή Ολυμπιακών Αγώνων – Αθήνα 2004 ΑΕ” (η οποία συστήθηκε με μόνο μέτοχο το Ελληνικό Δημόσιο με το άρθρο 2 του ν. 2598/1998) με διακήρυξή της προκήρυξε ανοικτό διαγωνισμό Μελέτης Ιδεών, αντικείμενο του οποίου ήταν η διατύπωση προτάσεων Σχεδίου Γενικής Διατάξεως (Master Plan) του Ολυμπιακού Χωριού σε συνάρτηση με την επίλυση των κτιριολογικών απαιτήσεων ενός προτύπου οικισμού, τόσο στην Ολυμπιακή Χρήση για τη διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 στην Αθήνα, όσο και στη μετά την Ολυμπιακή Χρήση ως προαστιακού οικιστικού συγκροτήματος. Ότι στον παραπάνω ανοικτό διαγωνισμό έλαβαν μέρος σε κοινοπρακτική συνεργασία οι αιτούσες, ασχολούμενες με την κατ’ επάγγελμα εκπόνηση χωροταξικών – πολεοδομικών και αρχιτεκτονικών μελετών, και υπέβαλαν μέσα στην προθεσμία που ορίσθηκε στη γραμματεία του αγωνοθέτη τη σχετική μελέτη. Ότι η μελέτη αυτή κατατάχθηκε στην πρώτη θέση αξιολόγησης από την κριτική Επιτροπή του Αγωνοθέτη και τους απονεμήθηκε το πρώτο σε κατάταξη από τα τρία ισότιμα βραβεία που όριζε η διακήρυξη. Ότι ο πρώτος καθ’ ου «Οργανισμός Εργατικής Κατοικίας», έχοντας αναλάβει την εκπόνηση των μελετών του Ολυμπιακού Χωριού με δικές του δαπάνες, προκειμένου να καταρτίσει και υποβάλει για έγκριση την απαιτούμενη πολεοδομική μελέτη, πρότεινε στις αιτούσες το Μάϊο του 2000 και εκείνες αποδέχθηκαν να προσληφθούν ως τεχνικοί σύμβουλοι, για να παράσχουν τις συμβουλές και την τεχνική υποστήριξη στην εκ μέρους του ΟΕΚ κατάρτιση της πολεοδομικής μελέτης. Ότι περαιτέρω ο πρώτος καθ’ ου υπέβαλε τον Ιούνιο του 2000 την Πολεοδομική μελέτη του οικισμού Ολυμπιακού Χωριού στις αρμόδιες υπηρεσίες του ΥΠΕΧΩ ΔΕ για έγκριση και ότι η μελέτη αυτή αποτελεί παραμόρφωση αυτής που βραβεύθηκε κατά τα άνω από την κριτική επιτροπή. Ότι, ενόψει της υπαίτιας και παράνομης συμπεριφοράς του πρώτου των καθ’ ων, του οποίου ο δεύτερος καθ’ ου είναι νόμιμος εκπρόσωπος, προσβλήθηκε το ηθικό δικαίωμα των αιτουσών και ειδικότερα η εξουσία για τη διατήρηση της ακεραιότητας του έργου αυτών, που αποτελεί προϊόν συλλογικής εργασίας.
Ενόψει αυτών, οι αιτούσες εταιρίες, επικαλούμενες επείγουσα περίπτωση, συνιστάμενη στην άμεση ηθική και οικονομική βλάβη αυτών, ζητούν: α) ν’ απαγορευθεί προσωρινά η αναπαραγωγή και χρήση των παραμορφωμένων σχεδίων της μελέτης τους, β) να υποχρεωθούν οι καθ’ ων να αποσύρουν την παραποιημένη μελέτη, γ) ν’ απαγορευθεί κάθε μελλοντική επέμβαση στο περιεχόμενο της παραπάνω μελέτης και δ) για την περίπτωση παραβιάσεως της αποφάσεως που θα εκδοθεί ν’ απαγγελθεί κατά του πρώτου καθ’ ου χρηματική ποινή 1.000.000 δραχμών και προσωπική κράτηση διάρκειας έξι (6) μηνών για κάθε μελλοντική παράβαση.
Η αίτηση αυτή, που αρμοδίως εισάγεται κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 682 επ. ΚΠολΔ) είναι, σύμφωνα και με όσα εκτέθηκαν παραπάνω, νόμιμη (άρθρα 2, 3, 6 δις του ν. 100/1975 «Περί κυρώσεως α) της Συμβάσεως περί συστάσεως Παγκοσμίου Οργανώσεως προστασίας της ιδιοκτησίας επί των έργων της διανοίας, υπογραφείσης εν Στοκχόλμη τη 14 Ιουλίου 1967 και β) της κατά την Διπλωματικήν Διάσκεψιν των Παρισίων του Ιουλίου 1971 γενομένης αναθεωρήσεως της Συμβάσεως της Βέρνης 1886», άρθρα 2, 3, 9, 41 επ., 50 ν. 2290/1995 «Κύρωση της Τελικής Πράξης που περιλαμβάνει τα αποτελέσματα των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων στο πλαίσιο του Γύρου Ουρουγουάης» (TRIPS Agreement), 71 , 914 ΑΚ, 1 , 2, 3, 4 §1γ, 63 § 3, 65 §1, 66 ν. 2121/1993, 731 ΚΠολΔ, Code de Ia propriete inteIIecutelle, Article Ι.113-2, §3, 113-5, βλ. και Β. Βαθρακοκοίλη, ό.π. σ. 314]. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, στην προκειμένη περίπτωση, υφίσταται νομιμοποίηση των αιτουσών ως δικαιούχων ηθικού δικαιώματος, εφόσον επικαλούνται έργο ως προϊόν συλλογικής εργασίας, για την οποία προβλέπει ρητά ο Γαλλικός Κώδικας Πνευματικής Ιδιοκτησίας, κατά τα εκτεθέντα παραπάνω.
Επιτρεπτή είναι, υπό τους όρους των άρθρων 86, 87 και 88 ΚΠολΔ, η προσεπίκληση τρίτων προσώπων στη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (βλ. ΜΠρω 419/1984 ΕλλΔνη 26. 328, ΜΠρΘ 1950/1978 Δ 9. 801) ως προς τον τρόπο άσκησης της οποίας και τις συνέπειές της εφαρμόζονται οι άνω διατάξεις αναλόγως. Η προσεπίκληση ασκείται με την υποβολή δικογράφου ή αντίστοιχα, με προφορική δήλωση κατά τις διακρίσεις του άρθρου 686 §1 και η γνωστοποίηση στον τρίτο γίνεται με έναν από τους τρόπους που θα ορίσει ο δικαστής, με βάση την ευχέρεια που παρέχεται σ’ αυτόν από το νόμο (684 § 4). Στην προκειμένη περίπτωση, ο πρώτος καθ’ ου, δηλαδή ο «Οργανισμός Εργατικής Κατοικίας» προσεπικαλεί στη δίκη αυτή που ανοίχτηκε με την κατά τα άνω αναφερόμενη αίτηση στην Ανώνυμη Εταιρία με την επωνυμία «Οργανωτική Επιτροπή Ολυμπιακών Αγώνων – Αθήνα 2004 ΑΕ», φερομένη ως αναγκαστική ομόδικο, ενόψει του ότι η ένδικη διαφορά, για την οποία ζητείται η, κατά τα άνω, λήψη ασφαλιστικών μέτρων, επιδέχεται ενιαία μόνο ρύθμιση.
Η προσεπίκληση αυτή, που αρμοδίως εισάγεται κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 686 επ.) είναι, σύμφωνα και με όσα εκτέθηκαν παραπάνω, νόμιμη (άρθρα 76, 86 ΚΠολΔ).
Στη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων επιτρεπτή είναι η κάθε μορφής παρέμβαση για τις προϋποθέσεις, τον τρόπο και τις συνέπειες της οποίας εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις των άρθρων 79 επ. ΚΠολΔ (βλ. Β. Βαθρακοκοίλη, ΚΠολΔ, τόμος Α΄, άρθρο 79 αρ. 18 και επίσης τόμος Δ΄ άρθρο 686 αρ. 34, Καμενόπουλο Ε., Δ 15. 49). Επομένως, κάθε τρίτος, που έχει έννομο συμφέρον, μπορεί να παρέμβει στη δίκη των ασφαλιστικών μέτρων και καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής, είτε προσθέτως υπέρ κάποιου των κυρίων διαδίκων, είτε κυρίως προς προστασία ιδίου δικαιώματος (79, 81 και 591 §1 ΚΠολΔ). Η παρέμβαση στη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων μπορεί, κατά το άρθρο 686 §6 ΚΠολΔ, να ασκηθεί και προφορικά ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου ή του Ειρηνοδικείου. Στην προκειμένη περίπτωση, στη δίκη αυτή, που ανοίχτηκε με την παραπάνω αίτηση των Γαλλικών εταιρειών, παρενέβησαν προσθέτως υπέρ του «Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας» και του Γ.Ι.**, νομίμου εκπροσώπου του ΟΕΚ, επικαλούμενοι έννομο συμφέρον: α) Το Ελληνικό Δημόσιο, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, και β) Η Ανώνυμη Εταιρεία με την επωνυμία «Οργανωτική Επιτροπή Ολυμπιακών Aγώνων – Αθήνα 2004 ΑΕ» και ζητούν την απόρριψη της αιτήσεως.
Οι παρεμβάσεις αυτές, που αρμοδίως εισάγονται κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 686 επ. ΚΠολΔ) και για τις οποίες υφίσταται το απαιτούμενο για τη θεμελίωσή τους έννομο συμφέρον, είναι σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν παραπάνω, νόμιμες (άρθρα 80, 686 §6 ΚΠολΔ).
Κατόπιν αυτού, πρέπει οι ένδικες αίτηση, προσεπίκληση και πρόσθετες παρεμβάσεις να συνεκδικασθούν (άρθρα 31 και 246 ΚΠολΔ) και στη συνέχεια να ερευνηθούν από ουσιαστική άποψη.
Το ηθικό δικαίωμα ορίζεται από το ν. 2121/1993 ως το δικαίωμα προστασίας του προσωπικού δεσμού του δημιουργού και είναι ανεξάρτητο από το περιουσιακό δικαίωμα (βλ. άρθρο 1 § 1 και άρθρο 4 § 3 του νόμου αυτού). Η αυτοτέλεια του ηθικού δικαιώματος είναι νομική και όχι οικονομική, εφόσον στην πράξη παρατηρείται διαπλοκή μεταξύ περιουσιακών και ηθικών εξουσιών (βλ. Μ ι χαήλ – Θεόδωρο Μαρίνο, Πνευματική Ιδιοκτησία, έκδ. 2000, § 371, σ. 167, βλ. επίσης W. R. C οrnsh, Intellectual Property, 11-64, 3rd edn, 1996, ο οποίος δεχόμενος τη μονιστική θεώρηση του δικαιώματος της πνευματικής ιδιοκτησίας υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει καθαρά διαχωριστική γραμμή μεταξύ καθαρά «ηθικού» και του καθαρά οικονομικού δικαιώματος). Η διαπίστωση αυτή οδηγεί σε μία ευρεία στάθμιση συμφέροντος δημιουργού, αντισυμβαλλομένου, ο οποίος εκμεταλλεύεται το έργο ή κυρίου επί του υλικού υποστρώματος (έργο μοναδικής ενσωμάτωσης αντίτυπο) και στηρίζει την ratio του άρθρου 16 (συναίνεση του δημιουργού ως άσκηση του ηθικού δικαιώματος).
Καθώς η πνευματική ιδιοκτησία υπάρχει ως ένα σημαντικό περιουσιακό και οικονομικό δικαίωμα, το οποίο συχνά θα πωληθεί από το δημιουργό στον επιχειρηματία για εκμετάλλευση, υφίσταται μία εμφανής ένταση μεταξύ: α) του δικαιώματος της πνευματικής ιδιοκτησίας, που αντιπροσωπεύει τα οικονομικά συμφέροντα και β) του ηθικού δικαιώματος που μπορεί να χρησιμοποιηθεί να εμποδίσει την πλήρη εκμετάλλευση του περιουσιακού δικαιώματος [βλ. Τ. Prime, The Law of Copyright (1992), σ. 199-223, βλ. επίσης D. Bainbridge, Intellectual property, 4th edn, σ. 98, 99 και επ.]. ‘Ετσι, η αυξανόμενη πίεση των ηθικών εξουσιών από την πολιτιστική βιομηχανία αλλά και η σύγκλιση με το σύστημα της πνευματικής ιδιοκτησίας του Common Iaw (copyright) σε συνδυασμό με την παραμέληση των ηθικών εξουσιών στις Οδηγίες της ΕΕ και τη Συμφωνία TRIPS (βλ. άρθρο 9 §1 εδ. 2 Συμφωνίας TRIPS και άρθρο 9 Οδηγίας 981931ΕΟΚ) θέτει de Iege ferenda το ζήτημα του ενδεχόμενου περιορισμού τους ή και της εκτεταμένης δυνατότητας παραίτησης από την ενάσκησή τους. Στον Ελληνικό νόμο ειδικά ως προς το ηθικό δικαίωμα, στο άρθρο 16 του ν. 2121/1993 ορίζεται ότι: «η συναίνεση του δημιουργού για πράξεις ή παραλείψεις που αλλιώς θα αποτελούσαν προσβολή του ηθικού δικαιώματος, αποτελεί τρόπο άσκησης δικαιώματος και δεσμεύει τον δημιουργό» [βλ. και το άρθρο 87 (1) του Copyright, Designs and Patents Act 1988, κατά το οποίο δεν αποτελούν παραβίαση των δικαιωμάτων του δημιουργού οι πράξεις για τις οποίες αυτός έχει συναινέσει]. Η πρακτική σημασία της αναπτύσσεται σε συμβάσεις εκμετάλλευσης του περιουσιακού δικαιώματος και σε συμβάσεις εργασίας στο πλαίσιο των οποίων συνομολογούνται σχετικές ρήτρες που αφορούν ηθικά δικαιώματα. Η εισαγωγή του άρθρου 16 δικαιολογείται από την ανάγκη διευκόλυνσης της οικονομικής εκμετάλλευσης του έργου και της εξασφάλισης του αντισυμβαλλομένου, ότι ο δημιουργός δεν θα ασκήσει εκείνες τις ηθικές εξουσίες, οι οποίες θα παρεμποδίσουν τη μέγιστη δυνατή εκμετάλλευση του έργου. ΄Ετσι, προσαρμόζεται το δόγμα της αδυναμίας μεταβίβασης του ηθικού δικαιώματος μεταξύ ζώντων στην οικονομική πραγματικότητα, υιοθετώντας μία μέση λύση μεταξύ της αρχής της πλήρους αδυναμίας μεταβίβασης και της περιορισμένης παραίτησης από την ενάσκησή του. Η συναίνεση αποτελεί κλασικό μέσο «διάθεσης» αμεταβίβαστων δικαιωμάτων και μέσο προσαρμογής των ηθικών εξουσιών και του δικαιώματος της προσωπικότητας στην προϊούσα τάση της εμπορευματοποίησής τους (βλ. Μ. Θ. Μαρίνο, ό.π., § 403 σ. 181-182, Γ. Κουμάντο, ό.π., σ. 235). Η συναίνεση δεν μπορεί να έχει την έννοια ότι ο δημιουργός παραιτείται από το ηθικό δικαίωμα, αλλά παραιτείται από την ενάσκησή του έναντι ενός τρίτου. Ο προς ον η παραίτηση δεν αποκτά μια οιονεί εμπράγματη θέση, αλλά έχει ενοχική inter partes αξίωση έναντι του δημιουργού, έτσι ώστε να πρόκειται για συναίνεση με την έννοια του άρθρου 236 ΑΚ. Η συναίνεση αίρει τον καταρχήν παράνομο χαρακτήρα της προσβολής και δεσμεύει το δημιουργό, ο οποίος δεν μπορεί να την ανακαλέσει (άρθρο 237 ΑΚ). Γίνεται δεκτό ότι ο χαρακτήρας του ηθικού δικαιώματος ως απεριόριστου και αμεταβίβαστου δεν σημαίνει ότι αποκλείονται οι συμβατικοί περιορισμοί ενάσκησης των ηθικών εξουσιών (βλ. ΕφΑθ 631/1990 ΕλλΔνη 1991. 206, βλ. επίσης Μ. Θ. Μαρίνο, ό.π. § 403, σ. 181-182, Ασπρογέρακα – Γρίβα, Θέματα 97, Γ. Κουμάντο, ό.π., σ. 234, Α. Παπαδοπούλου. Τα Δικαιώματα του Δημιουργού, 5 χρόνια εφαρμογής του ν. 2121/1993, στα Επίκαιρα ζητήματα Πνευματικής Ιδιοκτησίας, έκδοση Εταιρείας Νομικών Βορείου Ελλάδος, σ. 80).
Όπως εκτέθηκε παραπάνω, ένα από τα ηθικά δικαιώματα του δημιουργού, το δικαίωμα της διατήρησης της ακεραιότητας του έργου του, του παρέχει την εξουσία να απαγορεύει κάθε παραμόρφωση, περικοπή, ή άλλη τροποποίηση του έργου του, καθώς κα κάθε άλλη προσβολή του προσώπου του, r οποία οφείλεται στις συνθήκες παρουσίαση( του έργου στο κοινό (άρθρο 4 § 1 περ. γ΄ του ν. 2121/1993). Η μερική κατεδάφιση του κτιρίου, καθώς και οι μεταβολές στην εσωτερική διαρρύθμιση του χώρου, συνιστούν ουσιώδη παραμόρφωση του έργου και οδηγούν, καταρχήν, στην προσβολή του ηθικού δικαιώματος της ακεραιότητας, σύμφωνα με το άρθρο 4 § 1 γ του ν. 2121/1993 εφόσον, βέβαιο δεν συντρέχει η περίπτωση της συναίνεση του δημιουργού ή των κληρονόμων του (άρθρο 16 ν. 2121/1993). Παράλληλα, όμως, υπάρχει και ο κύριος του κτίσματος, ο οποίο στα πλαίσια της άσκησης του δικαιώματος της κυριότητας (άρθρα 973 και 1000 ΑΚ) δικαιούται να επεμβαίνει στο κτίσμα με κάθε τρόπο. Συνεπώς, ανακύπτει το πρόβλημα της σύγκρουσης μεταξύ των δύο δικαιωμάτων, της ακεραιότητας και της κυριότητας, αιτία της οποίας αποτελεί η μη διάκριση, των διαφορετικών και διακριτών σε άλλες περιπτώσεις, αντικειμένων των δύο δικαιωμάτων σ’ αυτή την κατηγορία των έργων (βλ. Α. Παπαδοπούλου, Η προστασία των αρχιτεκτονικών έργων από την σκοπιά του Δικαίου της Πνευματικής Ιδιοκτησίας, ΕλλΔνη 38 1980). Συγκεκριμένα, στα αρχιτεκτονικά έργα, όπως σε άλλα έργα μοναδικής ενσωμάτωσης (π.χ. έργα εικαστικών τεχνών), το αντικείμενο της πνευματικής ιδιοκτησίας – το έργο – ταυτίζεται πρακτικά με τον υλικό φορέα του έργου – το πράγμα – που είναι το αντικείμενο του δικαιώματος κυριότητας, δικαιούχος του οποίου είναι συνήθως άλλο πρόσωπο. Η επίλυση της σύγκρουσης αποτελεί πάντα αντικείμενο της in concreto στάθμισης των συγκρουόμενων συμφερόντων στα πλαίσια της γενικής αρχής της καλής πίστεως (βλ. Κουμάντο, ό.π., σ. 248). Παρατηρείται λοιπόν ότι τα ηθικά δικαιώματα μέσα από την οδό της στάθμισης των συμφερόντων προσαρμόζονται ανάλογα με τη φύση του έργου, το χρηστικό του χαρακτήρα και τα συναλλακτικά ήθη των χρηστών [βλ. Α. D ί e t Ζ, LegaI Principles of Moral Rights (general report) ALAI Congress of Antwerp 19-24 Sept. 1993, ρ. 77-79, Α. Παπαδοπούλου, Τα Δικαιώματα του Δημιουργού, 5 χρόνια εφαρμογής του ν. 2121/1993, στα Επίκαιρα ζητήματα Πνευματικής Ιδιοκτησίας, έκδοση Εταιρείας Νομικών Βορείου Ελλάδος, σ. 81, 82, Μ. Θ. Μαρίνο, ό.π., §374 σ.168 σημ. 93. 94]. Ειδικά σε ό,τι αφορά τα αρχιτεκτονικά έργα, στην έννοια των οποίων περιλαμβάνεται τόσο το αρχιτεκτονικό σχέδιο, όσο και το κτίσμα, υπάρχει η ιδιομορφία ότι αυτά προορίζονται για την κάλυψη αναγκών διαβίωσης ή άλλων πρακτικών χρήσεων. Γίνεται, λοιπόν, δεκτό λόγω αυτής της ιδιομορφίας, ότι ο ιδιοκτήτης δικαιούται να επεμβαίνει και να διαμορφώνει ή να τροποποιεί το έργο σύμφωνα με τις ανάγκες που είτε προκύπτουν αντικειμενικά είτε οφείλονται σε αλλαγή της χρήσης [βλ. Α. Παπαδοπούλου. Η προστασία των αρχιτεκτονικών έργων από την σκοπιά του Δικαίου της Πνευματικής Ιδιοκτησίας, ΕλλΔνη 38. 1980, Κ. Κ ο τ σ ί ρ η , Δίκαιο Πνευματικής Ιδιοκτησίας 1995, σ. 121, Δ. Καλλινίκου, ό.π. σ. 93, βλ. επίσης Β. Μελά. Η προστασία των αρχιτεκτονικών έργων κατά το δίκαιο της πνευματικής ιδιοκτησίας ΕΕΝ 31. 497, DietΖ, The Ar-tist’s Right of Integrity under Copyright Law – Α Comparative approach (1994) 25 IIC 177 at 188, Swiss Federal Sup-reme Court Decision of 24.9.1991 (1992) GRUP 473, βλ. επίσης Holyoak and Τοrreman 5, Intellectual Property Law, 2nd edn 1998, σ. 217 όπου παραπομπές σε αποφάσεις του Ανωτάτου Γερμανικού Ακυρωτικού Δικαστηρίου].
Η άσκηση του ηθικού δικαιώματος επιφέρει κατά κανόνα οικονομικά αποτελέσματα, ενώ η αποτελεσματική εκμετάλλευση των εκφάνσεων του περιουσιακού δικαιώματος απαιτεί τον περιορισμό ή την παραίτηση ορισμένων ηθικών εξουσιών. Επειδή η ενάσκησή του λειτουργεί ως ένα είδος veto στην οικονομική εκμετάλλευση του έργου, η αδιάκριτη εφαρμογή του ηθικού δικαιώματος σε κάθε έργο, χωρίς την ad hoc επέμβαση του άρθρου 281 ΑΚ μπορεί να προκαλέσει σοβαρές συγκρούσεις και ανασφάλεια στις συναλλαγές (βλ. Μ. Θ. Μαρίνο, ό.π., § 371 σ. 166, βλ. και ΜΠρΑθ. 14751/1996 858, ως προς την ενάσκηση της αξίωσης ακεραιότητας του έργου). Η ενάσκηση μίας έκφανσης του ηθικού δικαιώματος μπορεί να αποδειχθεί με βάση τις συνθήκες της συγκεκριμένης περίπτωσης ως καταχρηστική (ΑΚ 281). Η σκέψη αυτή μπορεί να επιλύσει συγκρούσεις μεταξύ περιουσιακών και ηθικών δικαιωμάτων. Το άρθρο 281 ΑΚ μαζί με το άρθρο 16 σχετικοποιεί την ακαμψία της σύλληψης του ηθικού δικαιώματος και επιτρέπει να ληφθούν υπόψη τα διαπλεκόμενα συμφέροντα (βλ. Μ. Θ. Μαρίνο, ό.π., §408 σ. 184). Στην προκειμένη περίπτωση, από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων καθώς και τα έγγραφα, που προσκομίζουν και επικαλούνται τα διάδικα μέρη, πιθανολογήθηκαν τα εξής: Με Σύμβαση που υπογράφηκε στη Λωζάνη την 5 Σεπτεμβρίου 1997 μεταξύ της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής [Δ.Ο.Ε], της Επιτροπής Ολυμπιακών Αγώνων [Ε.Ο.Α] και του Δήμου Αθηναίων, ανατέθηκε στην Ελλάδα η διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004. Με την ανωτέρω σύμβαση το Ελληνικό Δημόσιο ανέλαβε δέσμευση έναντι της ΔΟΕ να ολοκληρώσει εγκαίρως τα Ολυμπιακά έργα. Για το σκοπό αυτό συστήθηκε με το άρθρο 2 του ν. 2598/ 98 (Α΄ 66) ν.π.ι.δ. με την επωνυμία “Οργανωτική Επιτροπή Ολυμπιακών Αγώνων – Αθήνα 2004 Α.Ε.” και το διακριτικό τίτλο “Αθήνα 2004” του οποίου σκοπός είναι η οργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004. Ακολούθως, με το άρθρο μεν 1 §2 περίπτ. Α του ν. 2730/1999 προβλέφθηκε η «δημιουργία Ολυμπιακού Χωριού στη θέση Λεκάνες του Δήμου Αχαρνών… το οποίο μετά την τέλεση των Ολυμπιακών Αγώνων θα λειτουργήσει ως πρότυπος οικιστικός πυρήνας», με το άρθρο δε 5 § 1 περίπτ. Α ορίσθηκε ότι «οι μελέτες και τα σχέδια των Ολυμπιακών ΄Εργων, των έργων υποδομής και ανέγερσης των συναφών και κτιριακών και γενικά οικοδομικών εγκαταστάσεων που καλύπτουν τις ανάγκες υποδομής στις περιοχές υποδοχής των 0λυμπιακών ΄Εργων, συντάσσονται και εκτελούνται από την “Οργανωτική Επιτροπή των Ολυμπιακών Αγώνων – Αθήνα 2004 ΑΕ”… είτε από τρίτους στους οποίους έχει παραχωρηθεί κατά τις κείμενες διατάξεις η εκμετάλλευση των έργων». Σε εκτέλεση της τελευταίας αυτής διατάξεως καταρτίσθηκε μεταξύ της εταιρίας «Αθήνα 2004» και του Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «Οργανισμός Εργατικής Κατοικίας» [Ο.Ε.Κ], του οποίου Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου είναι ο δεύτερος των καθ’ ων, η από 10.11.1999 σύμβαση για τη χρηματοδότηση και την κατασκευή του Ολυμπιακού Χωριού. Σύμφωνα με τη σύμβαση αυτή, η εταιρία «Αθήνα 2004» ανέλαβε «την οργάνωση, τη διεξαγωγή και τη δαπάνη του Πολεοδομικού και Αρχιτεκτονικού Διαγωνισμού και τη σύνταξη των κάθε είδους μελετών που απαιτούνται για την πλήρη εκπόνηση της μελέτης του έργου, μέχρι την παράδοση αυτής (οριστικής μελέτης) στον ΟΕΚ» (άρθρο 3 §1), ενώ ο ΟΕΚ ανέλαβε «να χρηματοδοτήσει και να εκτελέσει το όλο έργο» (άρθρο 4 §2). Ακολούθως, κατά το Δεκέμβριο του 1999 προκηρύχθηκε από την «Οργανωτική Επιτροπή των Ολυμπιακών Αγώνων – Αθήνα 2004» ανοικτός δημόσιος διαγωνισμός μελέτης ιδεών, με αντικείμενο τη διατύπωση ιδεών για το Σχέδιο Γενικής Διατάξεως (Master Plan) του Ολυμπιακού Χωριού. Ο διαγωνισμός αυτός ακολούθησε την ανοικτή διαδικασία, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον «κανονισμό για την ανάθεση, παρακολούθηση και παραλαβή μελετών και υπηρεσιών και για τη σύναψη και εκτέλεση σχετικών συμβάσεων» της εταιρίας «AΘHΝΑ 2004 Α.Ε» (πράξη 72/25.11.1999 του Υπουργικού Συμβουλίου ΦΕΚ 276 Α/13.1 1999) και την Οδηγία 92/50/ΕΟΚ, άρθρα § ζ, και 13, όπως τροποποιήθηκε με την (οδηγία 97/52/ΕΟΚ, και το π.δ. 346/1998 (άρθρα 32 και 33). Σκοπός του διαγωνισμού αυτού ήταν η ανάδειξη των καλύτερων ιδεών σχετικά με την πολεοδομική, αισθητική, λειτουργική και οικονομική λύση κατασκευής και διάρθρωσης του οικισμού «Ολυμπιακό Χωριό», έτσι ώστε να καλύπτονται οι ανάγκες της ολυμπιακής και μετολυμπιακής χρήσης αυτού. Η παραπάνω προκήρυξη προέβλεπε – μεταξύ των άλλων – και τους εξής όρους: α) θα απονέμονταν τρία ισότιμα βραβεία ύψους 40.000.000 δραχμών το καθένα για την εξαγορά των αντιστοίχων μελετών (άρθρο 6,1) και έως δώδεκα βραβεία, ύψους 20.000.000 δραχμές το καθένα για εξαγορά επίσης αντιστοίχων μελετών β) κάθε στοιχείο της μελέτης περιέρχεται στην ιδιοκτησία του αγωνοθέτη, μετά την καταβολή των βραβείων και εξαγορών, ο οποίος διατηρεί το δικαίωμα να το χρησιμοποιήσει, συνδυάζοντας δύο ή περισσότερες, εν όλω ή εν μέρει, τις μελέτες των διαγωνιζομένων που είτε έλαβαν βραβείο είτε το ποσό της εξαγοράς (άρθρο 6,4) γ) Ο αγωνοθέτης διατηρεί τι δικαίωμα να χρησιμοποιήσει εν όλω ή εν μέρει τις μελέτες των διαγωνιζομένων στις περαιτέρω διαδικασίες κατασκευής του έργου ή σύνταξης αναλυτικών μελετών, είτε από τον ίδιο είτε από τον ΟΕΚ, χωρίς την καταβολή επιπλέον αμοιβής ή αποζημίωσης (άρθρ, 6,8) δ) η βράβευση των μελετών δεν δημιουργεί στους μελετητές δικαιώματα στην ανάθεση συμβάσεων που έχουν σχέση με το αντικείμενο του διαγωνισμού (άρθρο 5,1) ε) η συμμετοχή των διαγωνιζομένων στο διαγωνισμό έχει ως αυτοδίκαιη συνέπεια την πλήρη και χωρίς επιφυλάξεις αποδοχή του συνόλου των όρων του διαγωνισμού (άρθρο 27). Στο διαγωνισμό αυτό έλαβαν μέρος και οι αιτούσες Γαλλικές Εταιρίες, οι οποίες έλαβαν ένα από τα τρία ισότιμα βραβεία και ακολούθως εισέπραξαν για την εξαγορά της υποβληθείσας ιδέας – μελέτης το χρηματικό ποσό των 40.000.000 δραχμών. Ο Οργανισμός Εργατικής Κατοικίας έχοντας αναλάβει την εκπόνηση των μελετών του Ολυμπιακού Χωριού με δικές του δαπάνες, προκειμένου να καταρτίσει και υποβάλει για έγκριση την απαιτούμενη πολεοδομική μελέτη, πρότεινε στις αιτούσες το Μάϊο του 2000 και εκείνες αποδέχθηκαν να προσληφθούν ως τεχνικοί σύμβουλοι, για να παράσχουν τις συμβουλές και την τεχνική υποστήριξη στην εκ μέρους του ΟΕΚ κατάρτιση της πολεοδομικής μελέτης. Ενόψει αυτού καταρτίσθηκε σύμβαση με τις αιτούσες με το ακόλουθο αντικείμενο εργασιών: α) την παροχή των αναγκαίων διευκρινίσεων και μελετητικών στοιχείων για την τεκμηρίωση από τον ΟΕΚ των αναγκαίων τροποποιητικών παρεμβάσεων στη μελέτη που υπέβαλαν τα εν λόγω γραφεία στον παραπάνω διαγωνισμό, β) την παροχή της απαραίτητης τεχνικής υποστήριξης για την τεκμηρίωση των στοιχείων και την αναπροσαρμογή των σχεδίων, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του εργοδότη (ΟΕΚ), γ) τη συνεργασία του αρχιτέκτονα (τεχνικού συμβούλου) με ομάδα εργασίας που είχε συγκροτήσει με απόλυτη επιλογή του ο εργοδότης και κύριος του έργου. Τέλος, με το άρθρο 6 της συμβάσεως αυτής ορίσθηκε: «Αυτονόητο είναι ότι το έργο που θα εκπονήσει ο αρχιτέκτονας ανήκει στον εργοδότη και κύριο του έργου, ο οποίος δικαιούται να το αξιοποιήσει εν όλω ή εν μέρει κατά την απόλυτη κρίση του» και «μετά την ολοκλήρωση και παράδοση του αντικειμένου της σύμβασης, αυτή λύεται αυτοδικαίως χωρίς να δημιουργείται κανένα δικαίωμα ή υποχρέωση σε κανένα από τα συμβαλλόμενα μέρη για ανανέωσή της με παρεμφερές ή άλλο αντικείμενο». Η αμοιβή των αιτουσών ανήλθε σε 28.000.000 δραχμές, που έχουν ήδη καταβληθεί σ’ αυτές. Η σύμβαση αυτή εγκρίθηκε με την 191271/ 27.6.2000 απόφαση του Υφυπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Ο Οργανισμός Εργατικής Κατοικίας, έχοντας στην υπηρεσία του ικανά στελέχη (αρχιτέκτονες, πολιτικούς μηχανικούς, τοπογράφους, μηχανολόγους και γεωλόγους) εξειδικευμένα στη μελέτη και κατασκευή οικισμών στην Ελλάδα, σε συνεργασία με αρχιτέκτονες της εταιρίας «ΑΘΗΝΑ 2004 ΑΕ», και τις αιτούσες, που προσλήφθηκαν κατά τα άνω ως τεχνικοί σύμβουλοι, αξιοποίησε τις Ιδέες που είχαν διατυπωθεί από όσους συμμετείχαν στο διεθνή διαγωνισμό και στη συνέχεια, αφού προσάρμοσε αυτές στις απαιτήσεις και προδιαγραφές της ΔΟΕ, εκπόνησε το Πολεοδομικό Σχέδιο (Master Plan) του Ολυμπιακού Χωριού, το οποίο διαφέρει ουσιωδώς από εκείνο που υποβλήθηκε από τις αιτούσες στο διεθνή διαγωνισμό. Ειδικότερα, διαφέρει από το σχέδιο των αιτουσών κατά το ότι: α) έχουν χωροθετηθεί διαφορετικά η διεθνής ζώνη, τα κτίρια διοίκησης, εκπαίδευσης, η πολυκλινική, η εκκλησία, το πνευματικό κέντρο, ο πυροσβεστικός σταθμός και οι αθλητικές εγκαταστάσεις και β) έχουν σχεδιασθεί τελείως διαφορετικά το δίκτυο πεζοδρόμων, οι οδοί ήπιας κυκλοφορίας, το αστικό πράσινο και οι ελεύθεροι χώροι καθώς και το βασικό οδικό δίκτυο του οικισμού, στο οποίο έχουν προβλεφθεί οκτώ (8) κυκλικές πλατείες κυκλοφορίας, που εξασφαλίζουν την άνετη, απρόσκοπτη και χωρίς φανάρια κυκλοφορία μέσα στον οικισμό. Το μόνο εμφανές κοινό στοιχείο των δύο σχεδίων είναι η κάθετη πράσινη ζώνη, η οποία διασχίζει τον οικισμό από βόρεια προς νότια. Με τα δεδομένα αυτά, η μελέτη που καταρτίσθηκε από τον Οργανισμό Εργατικής Κατοικίας, μολονότι στηρίζεται εν μέρει στην ιδέα των αιτουσών, πρόκειται για νέο δημιούργημα, το οποίο έχει προκύψει από τη συμβολή των προσώπων που ήταν στην υπηρεσία του Οργανισμού, όσο και των αιτουσών, που συνεργάσθηκαν μετά την πρόσληψή τους ως τεχνικοί σύμβουλοι. Δεν αποτελεί, επομένως, το έργο αυτό παραμόρφωση της μελέτης που βραβεύθηκε.
Ανεξάρτητα όμως από τα παραπάνω, πρέπει να αναφερθούν τα εξής: Αλλά και αν ακόμη γίνει δεκτό ότι η πολεοδομική μελέτη του ΟΕΚ στηρίζεται αποκλειστικά στη βραβευθείσα μελέτη, τότε, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν παραπάνω στη μείζονα σκέψη, οι αιτούσες εταιρίες παραιτήθηκαν από το ηθικό τους δικαίωμα στο σχέδιο της μελέτης που βραβεύθηκε έναντι του «Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας» και της εταιρίας «Αθήνα 2004» ως προς την ενάσκησή του. Η ανεπιφύλακτη συμμετοχή στο διαγωνισμό και η αποδοχή εκ μέρους των αιτουσών όλων ανεξαίρετα των όρων της διακήρυξης, αλλά και η μεταγενέστερη κατάρτιση της παραπάνω συμβάσεως με τον ΟΕΚ για την παροχή υπηρεσιών ως τεχνικών συμβούλων υποδηλώνουν την παραίτησή τους από την ενάσκηση ηθικού δικαιώματος στο αρχικό έργο (βραβευθείσα μελέτη).
Εξάλλου, όπως εκτέθηκε παραπάνω ο ιδιοκτήτης δικαιούται να επεμβαίνει και να διαμορφώνει ή να τροποποιεί το έργο σύμφωνα με τις ανάγκες του είτε προκύπτουν αντικειμενικά είτε οφείλονται σε αλλαγή της χρήσης. Στην προκειμένη περίπτωση, και εάν ακόμη γίνει δεκτό ότι η πολεοδομική μελέτη αποτελεί τροποποίηση της μελέτης των αιτουσών εταιριών, τότε, στα πλαίσια της γενικής αρχής της καλής πίστεως, οι αλλαγές επιβάλλονταν να γίνουν προκειμένου να εξυπηρετηθούν οι πρακτικές ανάγκες του κυρίου του έργου. Σταθμίζοντας αφενός μεν τα συμφέροντα των αιτουσών και αφετέρου εκείνα του ΟΕΚ και της εταιρίας «Αθήνα 2004 ΑΕ», ενόψει της φύσης του έργου και του χρηστικού του χαρακτήρα και των συναλλακτικών πρακτικών, το Δικαστήριο κρίνει ότι προέχει το συμφέρον των δευτέρων.
Περαιτέρω, όμως, και ανεξάρτητα από τα παραπάνω, και αν ακόμη γίνει δεκτό ότι η παραπάνω πολεοδομική μελέτη στηρίζεται αποκλειστικά σε εκείνη των αιτουσών, πρέπει να σημειωθούν τα ακόλουθα: Η Πολεοδομική Μελέτη που έχει συνταχθεί από τον ΟΕΚ βρίσκεται για έγκριση στο ΥΠΕΧΩΔΕ. Η εφαρμογή για το Ολυμπιακό Χωριό οποιουδήποτε άλλου σχεδίου εκτός από εκείνη του ΟΕΚ συνεπάγεται μεγάλη καθυστέρηση στην κατασκευή του έργου. ΄Ηδη, έχουν ολοκληρωθεί και εγκριθεί μελέτες για το συγκεκριμένο Πολεοδομικό Σχέδιο από τη ΔΕΗ (για υπόγεια δίκτυα ηλεκτροδότησης), από τη ΔΕΠΑ για τα δίκτυα φυσικού αερίου, από τον ΟΤΕ, από την ΕΥΔΑΠ για δίκτυα ύδρευσης, αποχέτευσης ακαθάρτων και αντιπλημμυρικής προστασίας, που έχουν ελεγχθεί και εγκριθεί και από τις Διευθύνσεις Υδραυλικών ΄Εργων Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων και Οικιστικής Καταλληλότητας και Κανονισμώ του ΥΠΕΧΩΔΕ. Για την περίπτωση εφαρμογής άλλου Πολεοδομικού Σχεδίου από εκείνη που έχει υποβληθεί στο ΥΠΕΧΩΔΕ, θα χρειαστεί η ανασύνταξη – διόρθωση της μελέτη κατασκευής της Λεωφόρου Κύμης από το ΥΠΕΧΩΔΕ, που συνδέει το Ολυμπιακό Xωριό με το Ολυμπιακό Στάδιο. Επίσης εάν εφαρμοσθεί διαφορετικό σχέδιο από εκείνο του ΟΕΚ καθίσταται αναγκαία η επανασύνταξη όλων των διαγραμματικών σχεδίω λειτουργίας όλων των δικτύων υποδομής, τι οποία έχουν καταρτισθεί σε συνεργασία μ τους αρμόδιους φορείς κοινής ωφέλειας και έχουν εγκριθεί από τις αρμόδιες υπηρεσίες. Τούτο σημαίνει ότι η ενδεχόμενη εφαρμογή νέου σχεδίου θα επηρεάσει την ομαλή πρόοδο της δημοπράτησης του έργου και συνακόλουθα την εκτέλεσή του. Οι αιτούσες ενώ γνώριζαν ήδη από 22.6.2000 την κατάρτιση της τελικής πολεοδομικής μελέτης (Maste Plan) και ενώ είναι σε γνώση της εξέλιξη των παραπάνω χρονοβόρων διαδικασιών, ε τούτοις μετά πάροδο τεσσάρων (4) και πλέον μηνών κατέθεσαν την ένδικη αίτηση. Iσχυριζόμενες την προσβολή των ηθικών τους δικαιωμάτων. Λαμβανομένης υπόψη της προόδου του έργου και της ανάγκης τη ταχύτερης εκτελέσεώς του, ενόψει των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 και ενόψει: α της ανεπιφύλακτης συμμετοχής στο διαγωνισμό και αποδοχής εκ μέρους των αιτουσών όλων ανεξαίρετα των όρων της διακήρυξης, αλλά και της μεταγενέστερης κατάρτισης της παραπάνω συμβάσεως με τον ΟΕΚ για την παροχή υπηρεσιών ως τεχνικών συμβούλων, β) της παροχής της συναίνεσης από τις αιτούσες στην «Αθήνα 2004» και τον «Οργανισμό Εργατικής Κατοικίας» για χρησιμοποίηση της μελέτης τους εν όλω ή εν μέρει συνδυάζοντας αυτήν με άλλες μελέτες και ιδέες, γ) της είσπραξης ως αμοιβής κατά τ, άνω του συνολικού ποσού των (40.000.00Ι + 28.000.000 =) 68.000. 000 δραχμών, το Δικαστήριο κρίνει ότι η ενάσκηση του ενδίκου δικαιώματος των αιτουσών προσκρούει προφανώς στο άρθρο 281 του ΑΚ.
Τέλος, ανεξάρτητα βέβαια από το γεγονός, ότι, κατά τα εκτεθέντα παραπάνω, η πολεοδομική μελέτη που εκπονήθηκε δεν ήταν προϊόν παραμόρφωσης, το Δικαστήριο ερμηνεύοντας τους συμβατικούς όρους της διακήρυξης του διαγωνισμού Μελέτης για το Σχεδιασμό του Ολυμπιακού Χωριού, σύμφωνα με τα άρθρα 173, 200, 288 ΑΚ σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 13 επ., 15 § 4, 16 του ν. 2121/ 1993, κρίνει ότι στον εργοδότη – αγωνοθέτη δεν του παραχωρήθηκε μόνο η δυνατότητα αναπαραγωγής των σχεδίων εν όλω ή εν μέρει στη μορφή που παραδόθηκαν, αλλά με τη συναίνεση των αιτουσών μεταβιβάσθηκε σ’ αυτόν και η εξουσία μετατροπής και προσαρμογής τους. Επομένως, και αν ακόμη γίνει δεκτό ότι η εκπονηθείσα μελέτη του ΟΕΚ ήταν προϊόν μετατροπής, εν τούτοις σύμφωνα με τη δέουσα ερμηνεία των συμβατικών όρων, δεν υπάρχει προσβολή ηθικού δικαιώματος των αιτουσών.
Με τα δεδομένα αυτά, η ένδικη αίτηση πρέπει ν’ απορριφθεί από ουσιαστική άποψη. Τα δικαστικά έξοδα πρέπει να συμψηφισθούν λόγω της εύλογης αμφιβολίας των αιτουσών για την έκβαση της δίκης (άρθρο 179 ΚΠολΔ).