ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΑΔΕΙΕΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΟΥΣ ΜΙΣΘΩΤΟΥΣΜε το παρόν άρθρο γίνεται μια ανακεφαλαίωση όλων των αδειών των μισθωτών.

α) Άδεια γάμου, η οποία χορηγείται στο μισθωτό, ανεξαρτήτως φύλου, σε περίπτωση γάμου του και άδεια γεννήσεως τέκνου.
β) Άδεια χωρίς αποδοχές, που μπορεί να συμφωνηθεί μεταξύ εργοδότη και μισθωτού.
γ) Αναρρωτική άδεια
δ) Άδεια μητρότητας (πριν και μετά τον τοκετό), την οποία δικαιούται η εργαζόμενη γυναίκα στο τελευταίο στάδιο της κυοφορίας και μετά τον τοκετό.
ε) Άδεια λουτροθεραπείας, την οποία δικαιούνται οι ανάπηροι εργαζόμενοι, πέραν της ετήσιας κανονικής αδείας του ΑΝ. 539/45.
στ) Γονική άδεια, άνευ αποδοχών, που δικαιούται να ζητήσει κάθε εργαζόμενος για την ανατροφή παιδιού του ηλικίας μέχρι δύο και μισού ετών.
ζ) Άδεια απουσίας για επίσκεψη παιδιών στο σχολείο.
η) Άδεια απουσίας για ασθένεια εξαρτωμένων προσώπων.
θ) Άδεια μαθητών και φοιτητών για συμμετοχή στις εξετάσεις.
Ι) Άδεια απουσίας συνδικαλιστών για την άσκηση των καθηκόντων τους.
κ) Άδεια για την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος.
λ) Άδεια επικίνδυνης εργασίας, η οποία χορηγείται επιπροσθέτως στους χειριστές ακτινολογικών μηχανημάτων και στους γιατρούς πυρηνικής φυσικής.
Να σημειωθεί εδώ, ότι, σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου 5 του ΑΝ. 539/45, απαγορεύεται η απόλυση μισθωτού κατά τη διάρκεια της ετήσιας άδειας, που του χορηγήθηκε βάσει του νόμου αυτού. Επίσης, απαγορεύεται η απόλυση της εγκυμονούσες εργαζόμενης όχι μόνο κατά τη διάρκεια της προ και μετά τον τοκετό άδειας, αλλά από την αρχή της εγκυμοσύνης και επί ένα έτος μετά τον τοκετό.
Σε κάθε άλλη περίπτωση άδειας εργαζομένων, από αυτές που αναφέρονται παραπάνω, επιτρέπεται η καταγγελία της συμβάσεως εργασίας.

Άδεια γάμου και άδεια γεννήσεως τέκνου
Α) Άδεια γάμου.
Μέχρι και το 1992 δεν υπήρχε γενική διάταξη που να αναφερόταν στην άδεια γάμου των μισθωτών. Από διάφορες συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή διαιτητικές αποφάσεις, όμως, προβλεπόταν η χορήγηση ολιγοήμερης άδειας με πλήρεις αποδοχές σε περίπτωση γάμου του μισθωτού – πέραν της κανονικής ετήσιας άδειας του ΑΝ. 539/45.
Από 1ης lανουαρίου 1993 και με το άρθρο 6 της από 9.6.1993 εθνικής γενικής συλλογικής συμβάσεως εργασίας, καθιερώθηκε η χορήγηση άδειας γάμου πέντε εργασίμων ημερών για όλους τους μισθωτούς αμφοτέρων των φύλων.
Η άδεια γάμου του άρθρου 6 της εθνικής γενικής συλλογικής συμβάσεως εργασίας του 1993 αυξήθηκε σε έξι (6) εργάσιμες ημέρες για όσους εργάζονται εξαήμερο και παραμένει σε πέντε (5) εργάσιμες ημέρες για όσους εργάζονται πενθήμερο(2).
Από το 2000, λοιπόν, όλοι οι μισθωτοί (υπάλληλοι, εργατοτεχνίτες κ.λ.π.) δικαιούνται άδεια γάμου έξι εργασίμων ημερών, κατά τα άνω, ανεξάρτητα, εάν η υπάρχουσα ειδικότερα σ.σ.ε. ή διαιτητική απόφαση στην οποία υπάγονται προβλέπει μικρότερη ή δεν προβλέπει καθόλου άδεια γάμου. Τούτο, γιατί η σημειούμενη ανωτέρω διάταξη του άρθρου 6 της από 9.6.93 ε.γ.σ.σ.ε. κατισχύει κάθε άλλης διατάξεως ομοιοεπαγγελματικής, κλαδικής κ.λ.π. συλλογικής συμβάσεως εργασίας .(άρθρο 8 § Ι Ν. 1876/90: «Οι εθνικές γενικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας καθορίζουν τους ελάχιστους όρους εργασίας που ισχύουν για τους εργαζόμενους όλης της χώρας»)

.
Η εθνική γενική σ.σ.ε. καλύπτει, βέβαια, και τους μισθωτούς που δεν υπάγονται σε κάποια άλλη ειδικότερη ρύθμιση.
Μετά το 1993, οι επιμέρους σ.σ.ε. και διαιτητικές αποφάσεις (ομοιοεπαγγελματικές, κλαδικές, επιχειρησιακές) άρχισαν να περιλαμβάνουν στο κείμενό τους και διάταξη περί χορηγήσεως άδειας γάμου 5 ημερών. Για τους μισθωτούς εκείνους, που οι σ.σ.ε. στις οποίες υπάγονται δεν περιλαμβάνουν καθόλου τον όρο της χορηγήσεως άδειας γάμου ή προβλέπουν μικρότερη άδεια γάμου, από1.1.1993 αυτομάτως ισχύει η άδεια γάμου των πέντε εργασίμων ημερών.
Την άδεια γάμου δικαιούνται όλοι οι μισθωτοί, αμφοτέρων των φύλων, ανεξαρτήτως του χρόνου υπηρεσίας αυτών και χωρίς καμία άλλη προϋπόθεση – εκτός από το γεγονός της συνάψεως γάμου.
Η άδεια γάμου χορηγείται για να εξυπηρετήσει τις ανάγκες που δημιουργούνται από την τέλεση αυτού. Έτσι, πρέπει να δεχθούμε ότι ο εργοδότης οφείλει να τη χορηγήσει την ημέρα του γάμου, κατόπιν σχετικής αιτήσεως (έστω προφορικής) του μισθωτού. Αν ο μισθωτός αμελήσει να γνωστοποιήσει το γάμο του στον εργοδότη του και δεν ζητήσει την άδεια γάμου κατά το χρόνο συνάψεως αυτού, δεν μπορεί να αξιώσει τη χορήγησή της σε άλλο χρόνο ή αποζημίωση σε χρήμα. Με άλλα λόγια, δεν μπορεί να γίνει ανάλογη εφαρμογή των ισχυόντων για την περίπτωση μη χορηγήσεως της κανονικής ετήσιας άδειας του ΑΝ. 539/45.
Την άδεια γάμου δικαιούται ο μισθωτός κάθε φορά που συνάπτει νόμιμο γάμο (θρησκευτικό ή πολιτικό).
Τις ημέρες που θα απουσιάσει ο μισθωτός με άδεια γάμου δικαιούται να λάβει τις συνήθεις αποδοχές του. Εδώ εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του άρθρου 5 του Α.Ν. 539/45.
Ακολουθούν οι γνωστότερες συλλογικές συμβάσεις εργασίας και διαιτητικές αποφάσεις, οι οποίες χορηγούν στους μισθωτούς που καλύπτουν, άδεια γάμου μεγαλύτερη των πέντε ημερών:

Ι) Λογιστές και Βοηθοί Λογιστές: Άδεια γάμου έξι (6) εργασίμων ημερών (απόφαση 146/84 Δ.Δ.Δ.Δ. Αθηνών).

2) Προσωπικό γραφείων ανωνύμων εταιρειών, Ε.Π.Ε. κ.λ.π. επιχειρήσεων: Άδεια γάμου έξι (6) εργασίμων ημερών (απόφαση 35/81 Δ.Δ.Δ.Δ. Αθηνών). Στο κείμενο της αποφάσεως αυτής διευκρινίζεται ότι οι διατάξεις της εφαρμόζονται στο προσωπικό γραφείων (γραφείς, εισπράκτορες, αποθηκάριοι, κλητήρες, θυρωροί, φύλακες, τηλεφωνητές, εργοδηγοί βιομηχανιών) των πάσης φύσεως ιδιωτικών επιχειρήσεων της χώρας, ανεξαρτήτως της νομικής μορφής αυτών. Τα τελευταία χρόνια άρχισαν να υπογράφονται χωριστές κλαδικές σ.σ.ε. για το προσωπικό γραφείων: α) των βιομηχανικών και βιοτεχνικών επιχειρήσεων, β) των εμπορικών καταστημάτων, γ) των τεχνικών επιχειρήσεων, δ) των επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών κ.ά.
Συμβολαιογραφικά γραφεία. Για το προσωπικό αυτών άδεια γάμου δέκα (10) ημερών (σ.σ.ε. 2.8.2000, και δ.α. 43/2000).

3) Προσωπικό εμπορικών καταστημάτων. Η από 2 Απριλίου 1982 συλλογική σύμβαση εργασίας προβλέπει άδεια γάμου έξι (6) εργασίμων ημερών.

4) Προσωπικό σούπερ μάρκετ Α.Π.Π. άδεια γάμου έξι (6) εργασίμων ημερών (σ.σ.ε. 21.12.84).

5) Προσωπικό ατμοπλοϊκών και πρακτορειακών επιχειρήσεων άδεια γάμου δέκα (Ι Ο) εργασίμων ημερών και δώρο 58,69 ευρώ (σ.σ.ε. 21.4.89).

6) Προσωπικό επιχειρήσεων πετρελαίου και υγραερίου άδεια γάμου επτά (7) εργασίμων ημερών (σ.σ.ε.24.4.85).

7) Αρχιτέκτονες επιχειρήσεων άδεια γάμου δέκα (Ι Ο) ημερολογιακών ημερών (σ.σ.ε. 21.2.89).

8) Πολιτικοί μηχανικοί και αγρονόμοι – τοπογράφοι μηχανικοί, που εργάζονται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, άδεια γάμου δέκα (Ι Ο) ημερολογιακών ημερών (σ.σ.ε. 21.12.88).

9) Μηχανικοί μεταλλείων – μεταλλουργοί και μηχανικοί χημικοί, που εργάζονται σε γραφεία μελετών, άδεια γάμου δέκα (Ι Ο) ημερολογιακών ημερών (σ.σ.ε. 2.11.89).

Ι Ο) Μηχανολόγοι – Ηλεκτρολόγοι Ε.Μ.Π. που απασχολούνται σε ιδιωτικές επιχειρήσεις άδεια γάμου δέκα (ΙΟ) ημερολογιακών ημερών (σ.σ.ε. 22.2.90).

11) Κλωστοϋφαντουργοί άδεια γάμου εννέα (9) εργασίμων ημερών (σ.σ.ε. 16.10.91).

12) Διοικητικό, τεχνικό, νοσηλευτικό, βοηθητικό και εργατικό προσωπικό ιδιωτικών κλινικών, γηροκομείων και νοσηλευτικών Κ.λ.π. ιδρυμάτων των Ν.Π.Δ.Δ., καθώς και οι παρασκευαστές ανεξαρτήτων εργαστηρίων και οι χειριστές ακτινολογικών μηχανημάτων. Άδεια γάμου έξι (6) εργασίμων μερών (απόφ. Υπ. Εθν. Οικ. και Εργασίας 18624/84).

13) Καπνεργάτες. Άδεια γάμου επτά (7) εργασίμων ημερών με πλήρεις αποδοχές (σ.σ.ε. 4.7.1998 παρ. 14 – ΔΕΝ 1998, σελ 1060).

Β) Άδεια γεννήσεως τέκνου.

Τέτοια άδεια δεν υπήρχε μέχρι και το έτος 1992(1). Για πρώτη φορά, με τη διάταξη που αναφέρεται πιο πάνω, καθιερώνεται από 1.1.1993, η άδεια μιας (Ι) εργάσιμης ημέρας σε περίπτωση γεννήσεως τέκνου. Η άδεια αυτή είναι με αποδοχές και δεν συμψηφίζεται με την ετήσια άδεια του ΑΝ. 539/45, αλλά χορηγείται μόνο στον πατέρα του παιδιού. Στη μητέρα του γεννηθέντος τέκνου δεν νοείται τέτοια άδεια, αφού αυτή βρίσκεται σε μακρά άδεια μητρότητας. Όπως είναι διατυπωμένη η διάταξη του άρθρου 6 της από 9.6.93 ε.γ.σ.σ.ε., πρέπει να δεχθούμε ότι την άδεια μιας ημέρας με αποδοχές δικαιούται ο πατέρας για κάθε τέκνο που γεννιέται- συνεπώς επί διδύμων η άδεια διπλασιάζεται (μία ημέρα για κάθε παιδί. Έχουμε τη γνώμη ότι η άδεια αυτή πρέπει να χορηγείται στον πατέρα και όταν δεν υφίσταται γάμος, εφόσον αποδεικνύεται η πατρότητα του τέκνου (έστω και με υπεύθυνη δήλωση του πατέρα).
Με το άρθρο 10 της από 23.5.2000 ε.γ.σ.σ.ε. η άδεια αυτή, αυξήθηκε σε δύο (2) εργάσιμες ημέρες με αποδοχές.
Άδεια άνευ αποδοχών
Με συμφωνία (και μόνο με συμφωνία) μεταξύ εργοδότη και εργαζόμενου, μπορεί ο πρώτος να χορηγήσει στο δεύτέρο άδεια χωρίς αποδοχές. Η συμφωνία περί χορηγήσεως άδειας άνευ αποδοχών μπορεί να είναι ρητή ή σιωπηρή. Συνεπώς, η άδεια χωρίς αποδοχές δεν είναι δυνατόν να επιβληθεί από τον εργοδότη ούτε να απαιτηθεί από τον εργαζόμενο.
Η άδεια χωρίς αποδοχές απαλλάσσει τον μεν εργαζόμενο από την υποχρέωση να παρέχει την εργασία του, τον δε εργοδότη από την υποχρέωση να καταβάλλει το μισθό. Κατά τη διάρκεια αυτής, η εργασιακή σχέση λογίζεται ως ενεργός, αλλά τελεί σε αναστολή. Είναι, δηλαδή, η άδεια χωρίς αποδοχές μια μορφή αναστολής της εργασιακής σχέσεως.

Σε ορισμένου χρόνου σύμβαση εργασίας, η άδεια χωρίς αποδοχές μεταθέτει τη λήξη της συμβάσεως για ίσο προς αυτόν της άδειας χρόνο.

Άδεια κανονική και άδεια χωρίς αποδοχές. Ζήτημα γεννήθηκε σχετικά με το δικαίωμα του μισθωτού να λάβει κανονική άδεια του ΑΝ. 539/45, εάν μέσα στο ίδιο ημερολογιακό έτος έχει κάμει χρήση και άδειας άνευ αποδοχών. Παλαιότερα, η νομολογία( Α.Π.161/47, Ν.Σ., Πρωτ. Αθ. 6298/64, Πρωτ. Τρικ. 77/67)έκλινε υπέρ της απόψεως ότι ο μισθωτός που απουσίαζε από την εργασία για άλλους λόγους εκτός από τους αναφερόμενους στην παράγραφο 6 του άρθρου 2 του ΑΝ. 539/45 (δηλαδή, βραχεία ασθένεια, στράτευση, απεργία, ανταπεργία, ανωτέρα βία) δεν δικαιούται να λάβει κανονική ετήσια άδεια. Σύμφωνα, λοιπόν, με την παραπάνω άποψη, ο μισθωτός που έλαβε άδεια χωρίς αποδοχές, δεν δικαιούται και ετήσια άδεια του Α.Ν. 539/45. Με την πάροδο του χρόνου, όμως, επικράτησε η αντίθετη άποψη, ότι, δηλαδή, και ο μισθωτός που έλαβε άδεια χωρίς αποδοχές δικαιούται και άδεια κανονική μέσα στο ίδιο ημερολογιακό έτος. (Ν.Σ.Κρ. 557/63. Το Υπουργείο Εργασίας συvτάσσεται με την άποψη αυτή. Βλ .έγγραφο ΥΠ. ΕΡΓ. 1629/19.6.97)
Η δεύτερη αυτή άποψη στηρίζεται στη γνώμη ότι οι σημειούμενοι στην παράγραφο 6 του άρθρου 2 του Α.Ν. 539/45 λόγοι αναφέρονται ενδεικτικά και όχι περιοριστικά και ότι με τη συμφωνία για χορήγηση άδειας άνευ αποδοχών τεκμηριώνεται η θέληση του εργοδότη να αναγνωρίσει το χρόνο αυτής ως χρόνο πραγματικής υπηρεσίας. Ακόμα, δεν είναι σίγουρο πώς ο επανερχόμενος από άδεια άνευ αποδοχών μισθωτός είχε την ευκαιρία να ξεκουραστεί και να ανακτήσει τις δυνάμεις του, ώστε να θεωρηθεί ότι δεν έχει ανάγκη από την κανονική άδειά του.

Υποχρεωτικές αργίες και άδεια άνευ αποδοχών. Εάν ο μισθωτός, που αμείβεται με ημερομίσθιο, απουσιάσει κάποια ημέρα υποχρεωτικής αργίας (25η Μαρτίου, 28η Οκτωβρίου, 15ηΑυγούστου, Ιη Μαΐου, ημέρα Χριστουγέννων και Δευτέρα του Πάσχα), η οποία περιλαμβάνεται στο χρονικό διάστημα που αυτός βρίσκεται σε άδεια άνευ αποδοχών, δεν δικαιούται να πάρει το ημερομίσθιο αυτής της ημέρας, επειδή η μη απασχόλησή του οφείλεται στον ίδιο.

Άδεια χωρίς αποδοχές και επίδομα τριετίας.

Η άδεια χωρίς αποδοχές είναι μία μορφή αναστολής της συμβάσεως εργασίας. Κατά τη διάρκειά
της, δηλαδή, η εργασιακή σύμβαση δεν λύεται, αλλά απλώς αναστέλλεται η εκτέλεσή της, εκτός βέβαια αν ορίζεται διαφορετικά, όπως, Π.χ., στην υπουργική απόφαση για τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα. Αφού, λοιπόν, η άδεια άνευ αποδοχών αποτελεί αναστολή της εργασιακής συμβάσεως και εφόσον στην εργατική νομοθεσία δεν υπάρχει σχετική διάταξη, αλλά και στη νομολογία των δικαστηρίων δεν γνωρίζουμε να υπάρχει σχετική απόφαση, που να ρυθμίζει το ζήτημα του υπολογισμού του χρόνου αυτής της άδειας για τη χορήγηση μισθολογικής προσαυξήσεως, λόγω τριετίας, φρονούμε ότι η άδεια άνευ αποδοχών δεν θεωρείται ως χρόνος πραγματικής εργασίας και δεν συνυπολογίζεται για τη χορήγηση τριετίας.
Μπορεί, όμως, και να κριθεί διαφορετικά, αν υπήρξε συμφωνία των δύο μερών ή αν έχει διαμορφωθεί σταθερά και ομοιόμορφα στην επιχείρηση η πρακτική να προσμετρείται ο χρόνος της άδειας χωρίς αποδοχές στο χρόνο πραγματικής υπηρεσίας για τη χορήγηση της μισθολογικής προσαυξήσεως λόγω τριετίας ή ακόμα και αν προβλέπεται από την οικεία σ.σ.ε. ή δ.α. όπου υπάγονται οι εργαζόμενοι (εγγρ. 1314/29.3.89 Υπ. Εργ.)

Αναρρωτική άδεια
Η αναρρωτική άδεια δεν δικαιολογείται ως ασθένεια ή παράταση αυτής στο μέτρο που δεν καλύπτεται από σχετική έγγραφη γνωμάτευση της ιατρικής υπηρεσίας του Ι.Κ.Α (ή του οικείου ασφαλιστικού οργανισμού γενικώς). Η απουσία, λοιπόν, του μισθωτού από την εργασία του προς αvάρρωση από προηγηθείσα ασθένεια δεν εμπίπτει στις περί ασθενείας του μισθωτού προστατευτικές διατάξεις του νόμου.
Για τη χορήγηση, λοιπόν, αναρρωτικής άδειας στον εργαζόμενο απαιτείται κοινή συμφωνία αυτού με τον εργοδότη του, η χορήγηση της οποίας ανήκει στη διακριτική ευχέρεια του τελευταίου. Εγκρίνοντας ο εργοδότης την απουσία του μισθωτού από την εργασία του με τη μορφή της αναρρωτικής άδειας, έχουμε -κατά την ορθότερη γνώμη- αναστολή της εργασιακής συμβάσεως, η οποία συνεχίζεται. Κατά τη διάρκεια της αναρρωτικής άδειας, ο μισθωτός δεν έχει υποχρέωση παροχής των υπηρεσιών του ούτε δικαίωμα στο μισθό του. Δηλαδή, η τέτοια άδεια εξομοιώνεται προς την άδεια άνευ αποδοχών.
Εάν κατά τη διάρκεια της κατά τα άνω χορηγούμενης αναρρωτικής άδειας ασθενήσει ο εργαζόμενος, έχει όλα τα δικαιώματα που απορρέουν από την ασφάλισή του στο Ι.Κ.Α (εφόσον, φυσικά, συντρέχουν οι σχετικές προϋποθέσεις – με άλλα λόγια, εφόσον έχει ισχυρό βιβλιάριο ασθενείας), καθώς και τα δικαιώματα από τα άρθρα 657-658 Α.Κ., γιατί, όπως λέχθηκε παραπάνω, η εργασιακή σχέση θεωρείται συνεχιζόμενη.
Η αναρρωτική άδεια, εφόσον είναι βραχείας διάρκειας, δεν συμψηφίζεται με την κανονική άδεια του Α.Ν. 539/45.
Παραβίαση της αναρρωτικής άδειας ή απασχόληση του μισθωτού σε άλλη εργασία κατά τη διάρκεια αυτής, δίνει το δικαίωμα στον εργοδότη να θεωρήσει τη σύμβαση εργασίας λυθείσα με υπαιτιότητα του μισθωτού και συνεπώς τον απαλλάσσει από την υποχρέωση αποζημιώσεως.
Σε περίπτωση καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας, ο χρόνος της αναρρωτικής άδειας υπολογίζεται ως χρόνος υπηρεσίας (όπως και στην άδεια άνευ αποδοχών), αφού η εργασιακή σχέση δεν έχει λυθεί, αλλ’ απλώς ανασταλεί και συνεπώς η εργασιακή σχέση συνεχίζεται χωρίς διακοπές.
Κατά τη διάρκεια της αναρρωτικής άδειας επιτρέπεται η καταγγελία της συμβάσεως εργασίας (με τήρηση, βέβαια, της νόμιμης διαδικασίας).

Αναρρωτική άδεια επί τεχνητής διακοπής της εγκυμοσύνης.

Με την απόφαση Α3β/2799/87 του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοιν. Ασφαλίσεων καθορίσθηκε ότι σε περίπτωση τεχνητής διακοπής της εγκυμοσύνης της εργαζόμενης γυναίκας, οι σχετικές δαπάνες βαρύνουν τον οικείο ασφαλιστικό οργανισμό. Επίσης, ότι για την αποκατάσταση και προστασία της υγείας της γυναίκας, που υποβάλλεται σε τεχνητή διακοπή της εγκυμοσύνης, παρέχεται υποχρεωτική αναρρωτική άδεια: α) Για επεμβάσεις που γίνονται πριν συμπληρωθούν δώδεκα (12) εβδομάδες κυήσεως άδεια τριών (3) ημερών, συμπεριλαμβανομένης και της ημέρας της επεμβάσεως. β) Για επεμβάσεις μετά τη δωδέκατη εβδομάδα κυήσεως, άδεια πέντε (5) ημερών. Τα παραπάνω όρια άδειας επεκτείνονται σε περίπτωση επιπλοκών από την επέμβαση με γνωμοδότηση του υπεύθυνου ιατρού. Όπως γίνεται αντιληπτό από τα σημειούμενα εδώ, η αναρρωτική άδεια για τεχνητή διακοπή της εγκυμοσύνης, εντάσσεται στα πλαίσια της απουσίας του μισθωτού λόγω ασθενείας.
Επιτρέπεται η καταγγελία της συμβάσεως εργασίας κατά το διάστημα που τελεί σε αναρρωτική άδεια ο μισθωτός, κατόπιν γνωματεύσεως υγειονομικής επιτροπής του Ι.Κ.Α (ΑΠ. 770189 Τμ. Β’ ΔΕΝ 1990, σελ 300-302).

Άδεια μητρότητας (πριν και μετά τον τοκετό)
Η κυοφορούσα και η επίτοκη εργαζόμενη γυναίκα δικαιούται:

α) Άδεια μητρότητας 56 ημερολογιακών ημερών προ του (βάσει ιατρικής πιστοποιήσεως) πιθανολογούμενου τοκετού και 63 ημερών μετά τον τοκετό, δηλαδή, συνολικά άδεια 17 εβδομάδων(άρθρο 7 της ε.γ.σ.σ.ε. της 23.5.2000, που κυρώθηκε με το άρθρο 11 του Ν. 2874/2000). Σε περίπτωση που ο τοκετός πραγματοποιηθεί σε χρόνο προγενέστερο από αυτόν που είχε αρχικά πιθανολογηθεί, το υπόλοιπο της άδειας θα χορηγείται υποχρεωτικά μετά τον τοκετό, ώστε να εξασφαλίζεται χρόνος συνολικής άδειας δεκαεπτά εβδομάδων (εγκ. Ι.Κ.Α Ι 5/31.1.200 Ι και εγγρ. ΟΑΕΔΒ Ι 04770/13.2.200 Ι).
β) Άδεια θηλασμού κα ι φροντίδας παιδιών. Σύμφωνα με το άρθρο 6 της από 15/4/2002 ε.γ.σ.σ. εργασίας, που κυρώθηκε με το άρθρο 7 του Ν. 3144/2003, οι εργαζόμενες μητέρες δικαιούνται, για χρονικό διάστημα τριάντα (30) μηνών από τον τοκετό, (Η εθνική γενική συλλογική σύμβαση εργασίας της 24 Μαΐου 2004 ορίζει ότι η άδεια θηλασμού και φροντίδας παιδιών θα έχει ως αφετηρία τη λήξη της άδειας λοχείας, δηλαδή, εννέα (9) εβδομάδες μετά τον τοκετό), είτε να προσέρχονται αργότερα στην εργασία τους είτε να αποχωρούν νωρίτερα κατά μία ώρα κάθε ημέρα. Εναλλακτικά, εφόσον το ζητεί η μητέρα και συμφωνεί ο εργοδότης, το ημερήσιο ωράριο μπορεί να ορίζεται μειωμένο κατά δύο ώρες ημερησίως για τους πρώτους δώδεκα (12) μήνες και κατά μία ώρα για έξι (6) επιπλέον μήνες. Την άδεια απουσίας για λόγους φροντίδας του τέκνου δικαιούται και ο πατέρας, εφόσον δεν κάνει χρήση αυτής η εργαζόμενη μητέρα, αφού προσκομίσει στον εργοδότη του σχετική βεβαίωση του εργοδότη της μητέρας του τέκνου. Το δικαίωμα καθυστερημένης προσέλευσης ή πρόωρης αποχώρησης της μητέρας ή του πατέρα για τη φροντίδα του τέκνου έχουν και οι θετοί γονείς από το χρόνο της υιοθεσίας τέκνου που δεν έχει υπερβεί το έκτο έτος της ηλικίας του με τους όρους και προϋποθέσεις. Την άδεια φροντίδας τέκνου δικαιούνται και οι άγαμοι γονείς. Η άδεια φροντίδας του τέκνου θεωρείται και αμείβεται ως χρόνος εργασίας και δεν επιτρέπεται να προκαλεί δυσμενέστερες συνθήκες στην απασχόληση και στις εργασιακές σχέσεις.

Απαγορεύεται η απόλυση της εργαζόμενης γυναίκας τόσο κατά τη διάρκεια ; εγκυμοσύνης της, όσο και επί ένα έτος μετά τον τοκετό ή κατά την απουσία της μεγαλύτερο χρόνο, λόγω ασθένειας που οφείλεται στην κύηση ή τον τοκετό, εκτός αν υπάρχει σπουδαίος λόγος για καταγγελία της συμβάσεως εργασίας. Ως σπουδαίος λόγος δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να θεωρηθεί ενδεχόμενη μείωση της αποδόσεως της εργασίας της εγκύου, που οφείλεται στην εγκυμοσύνη (άρθρο Ι 5 του Ν. 1483/84).

Κυοφορούσα γυναίκα και κανονική άδεια. Η κυοφορούσα εργαζόμενη γυναίκα δικαιούται να λάβει τόσο την κανονική ετήσια άδεια ΑΝ. 539/45, όσο και την άδεια μητρότητας.
Άδεια λουτροθεραπείας
α) Άδεια λουτροθεραπείας αναπήρων πολέμου.
Άδεια προς μετάβαση σε κέντρα λουτροθεραπείας και αεροθεραπείας (για ιαματικά λουτρά κ.λ.π.) δικαιούνται οι ανάπηροι πολέμου μισθωτοί. Η άδεια αυτή είναι διαρκείας τριάντα (30) ημερών κατ’ έτος και χορηγείται πέραν της προβλεπόμενης από τον ΑΝ. 539/45 κανονικής ετησίας άδειας. Κατά τη διάρκεια της άδειας λουτροθεραπείας ο μισθωτός δικαιούται πλήρεις αποδοχές, που υπολογίζοντα όπως και στην περίπτωση της άδειας του ΑΝ. 539/45.
Τα ανωτέρω προβλέπει ο ΑΝ. 1324/49 (άρθρα 52-55), που κυρώθηκε με το νόμο 1847/50, ο οποίος ορίζει ότι την υποχρέωση χορηγήσεως της ανωτέρω άδειας λουτροθεραπείας στους ανάπηρους μισθωτούς τους έχουν ΟΙ δημόσιες υπηρεσίες και οι πάσης φύσεως ιδιωτικές επιχειρήσεις.
Ο εργοδότης υποχρεούται να χορηγήσει την προαναφερθείσα άδεια λουτροθεραπείας στον ανάπηρο μισθωτό του, εφόσον:
α) Έχει αποφανθεί προηγουμένως για την ανάγκη χορηγήσεως της άδειας η προβλεπόμενη από άρθρο 52 παρ. 2 του ΑΝ. 1324/49 επιτροπή από γιατρούς. β) Έχει γνωστοποιηθεί στον εργοδότη η απόφαση της επιτροπής και ο μισθωτός ζήτησε να λάβει την άδεια λουτροθεραπείας, έστω και προφορικώς. Σε περίπτωση αρνήσεως ή αμέλειας του εργοδότη να χορηγήσει την άδεια αυτή μέσα στο ημερολογιακό έτος , υποχρεούται αυτός να καταβάλει στο μισθωτό αποζημίωση ίση προς; αποδοχές που αντιστοιχούν στις ημέρες της άδειας .
Οι παραπάνω διατάξεις του νόμου 1324/49 για χορήγηση άδειας λουτροθεραπείας εφαρμόζονται σε όλους τους μισθωτούς (υπαλλήλους, εργατοτεχνίτες, υπηρέτες).
Η άνω άδεια λουτροθεραπείας χορηγείται ασχέτως χρόνου υπηρεσίας του ανάπηρου μισθωτού.
β) Άδεια λουτροθεραπείας για μη αναπήρους μισθωτούς. Εκτός από την άδεια λουτροθεραπείας που προβλέπει ο νόμος 1324/49 για τους αναπήρους πολέμου μισθωτούς, άδεια για)λουτροθεραπεία κ.λ.π. μπορεί να ζητήσει από τον εργοδότη του και ο μισθωτός που δεν είναι ανάπηρος και δεν καλύπτεται από τις διατάξεις του παραπάνω νόμου. Ο μισθωτός αυτός, που έχει ανάγκη τέτοιας άδειας, πρέπει να προσκομίσει στον εργοδότη του γνωμάτευση της αρμόδιας υγειονομικής επιτροπής (π.χ., του Ι.Κ.Α.) από την οποία να προκύπτει ότι κρίθηκε ανίκανος για εργασία κατά τις ημέρες της λουτροθεραπείας. Στην περίπτωση αυτή έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των άρθρων 657-658 Α.Κ. για ανυπαίτιο κώλυμα .Δηλαδή, ο εργαζόμενος δικαιούται από τον εργοδότη του τις αποδοχές ενός 15θημέρου ή ενός μηνός (αναλόγως εάν έχει χρόνο υπηρεσίας σ΄ αυτόν λιγότερο ή περισσότερο από έτος), από τις οποίες, όμως, ο εργοδότης έχει δικαίωμα να αφαιρέσει ό,τι ο μισθωτός έλαβε από τον οικείο ασφαλιστικό φορέα.
γ) Επαύξηση χρόνου κανονικής αδείας αναπήρων εργαζομένων κατά έξι (6) εργάσιμες η μέρες. Η πρόσθετη αυτή άδεια για τα ανάπηρα εργαζόμενα άτομα προβλέπεται από το άρθρο Ι του Ν. 1648/86 και δεν πρέπει να συγχέεται με την άδεια λουτροθεραπείας.
δ) Άδεια αεροθεραπείας.
Είναι άδεια παρεμφερής με αυτήν της λουτροθεραπείας. Στην άδεια αεροθεραπείας ισχύουν όσα
παραπάνω λέχθηκαν για την άδεια λουτροθεραπείας και με τις σημειούμενες διακρίσεις. Την άδεια αεροθεραπείας δικαιούνται ορισμένες κατηγορίες μισθωτών (φυματικοί, καρκινοπαθείς) και συνδυάζεται με τη χορήγηση αεροθεραπείας εκ μέρους του Ι.Κ.Α ή άλλου ασφαλιστικού οργανισμού.
Άδεια μαθητών και σπουδαστών για συμμετοχή σε εξετάσεις
Οι εργαζόμενοι που είναι μαθητές ή σπουδαστές ή φοιτητές εκπαιδευτικών ιδρυμάτων οποιουδήποτε τύπου και οποιασδήποτε βαθμίδας του δημοσίου ή εποπτευόμενων από το δημόσιο με οποιονδήποτε τρόπο και δεν έχουν συμπληρώσει το 28ο έτος της ηλικίας ,{ Με διάταξη της εθνικής γενικής σ.σ.ε. της 18.5.98, το δικαίωμα της σπουδαστικής άδειας επεκτάθηκε και στους έχοντες υπερβεί το 28ο έτος ηλικίας, αλλά μόνο για την προβλεπόμενη διάρκεια των σπουδών, προσαυξημένη κατά δύο έτη. Δικαιούχοι της άδειας αυτής είναι και οι μαθητές των Σχολών Μαθητείας του Ο.Α.Ε.Δ. (βλ. απόφαση Υπουργών OIK. και Εργασίας 33894/98 – ΦΕΚ Ι 276/Β’Π3. 12.98).}
δικαιούνται, κατ’ έτος, πρόσθετη άδεια 30 εργασίμων ημερών χωρίς αποδοχές από τον εργοδότη για τη συμμετοχή τους στις εξετάσεις. Η άδεια αυτή χορηγείται σε συνεχείς ημέρες ή τμηματικά και οι αποδοχές της καταβάλλονται στους εργαζόμενους σπουδαστές από τον Ο.Α.Ε.Δ. και όχι από τον εργοδότη. Η εν λόγω άδεια καθιερώθηκε το πρώτον με το Ν. 1346/83 (άρθρο 2 § Ι) και ήταν 14 ημερών, αλλά με το άρθρο 5 της από 21.3.94 ε.γ.σ.σ.ε. (που κυρώθηκε με το άρθρο 50 του Ν. 2224/94) αυξήθηκε σε είκοσι (20) εργάσιμες ημέρες και περαιτέρω αυξήθηκε σε 30 ημέρες με διάταξη της από 2.4.96 ε.γ.σ.σ.ε. που κυρώθηκε με το άρθρο 22 του Ν. 2556/97.
Η ανωτέρω άδεια χορηγείται στους εργαζόμενους μαθητές, σπουδαστές και φοιτητές ανεξάρτητα από το χρόνο απασχολήσεώς τους, δηλαδή, και αν ακόμα δεν έχουν κλείσει 12μηνο στον αυτό εργοδότη.

Διευκολύνσεις προς εργαζόμενους σπουδαστές Τ.Ε.Ι.
Το Π.Δ. 483/84 προβλέπει την παροχή ορισμένων διευκολύνσεων προς εργαζόμενους σπουδαστές των Τεχνολογικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (Τ.Ε.Ι.) και προς τους Αποφοίτους Λυκείου, που παρακολουθούν σεμινάρια επιμορφώσεως, με την προϋπόθεση όλοι οι ανωτέρω, κατά τη διάρκεια των σπουδών τους ή του σεμιναρίου, να εργάζονται στον ιδιωτικό ή δημόσιο τομέα.
Για τους παραπάνω προβλέπονται -εκτός από την προαναφερθείσα άδεια εξετάσεων των 30 ημερών- και οι ακόλουθες διευκολύνσεις:
α) Απαλλαγή από τη νυχτερινή βάρδια ολόκληρη την εξεταστική περίοδο. β) Αλλαγή της βάρδιας, όταν συμπίπτει αυτή με τις ώρες εξετάσεων.
γ) Χορήγηση ειδικής αδείας βραχείας απουσίας τρίωρης διαρκείας (καθυστέρηση προελεύσεως ή ενδιάμεση απουσία ή πρόωρη αναχώρηση) μέχρι ΙΟ φορές το χρόνο. Χορηγείται κατά τις ημέρες των εξετάσεων ή για τη συμμετοχή σε φροντιστηριακές ή εργαστηριακές ασκήσεις ή κάθε άλλη περίπτωση που είναι απαραίτητη η παρουσία του σπουδαστή στη σχολή του.
δ)Χορήγηση υποχρεωτικά της κανονικής αδείας, που τυχόν δικαιούται και ζητεί ο εργαζόμενος σπουδαστής, κατά το χρονικό διάστημα της εξεταστικής περιόδου ή για την προετοιμασία και συμμετοχή του στις φροντιστηριακές ή εργαστηριακές ασκήσεις .
ε) Η υποχρεωτική τοποθέτηση του εργαζομένου σπουδαστή στο τμήμα ή τη θέση της επιχειρήσεως ή της υπηρεσίας που του παρέχει τη δυνατότητα να πραγματοποιήσει την π ρ α κ τ ι κ ή άσκησή του στο επάγγελμα και για όσο χρόνο διαρκεί η άσκηση. Ο εργαζόμενος σπουδαστής υποχρεούται να προσκομίσει βεβαίωση της σχολής του μέσα στις 5 πρώτες εργάσιμες ημέρες από λήξη της
διευκολύνσεως.
Διάφορες άλλες άδειες μισθωτών
Οι εργαζόμενοι έχουν το δικαίωμα να κάμουν χρήση και άλλων ειδικών αδειών, όπως είναι η άδεια απουσίας από την εργασία των συνδικαλιστικών στελεχών, η άδεια για την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος και η άδεια επικίνδυνης εργασίας.

Α) Συνδικαλιστικές άδειες.
Κατά το άρθρο 17 του Ν. 1264/82, ο εργοδότης έχει την υποχρέωση να διευκολύνει ορισμένα συνδικαλιστικά στελέχη στην άσκηση των καθηκόντων τους χορηγώντας τους άδεια απουσίας από την εργασία ως εξής:
α) Στα μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής της πιο αντιπροσωπευτικής τριτοβάθμιας συνδικαλιστικής οργανώσεως για όσο χρόνο διαρκεί η θητεία τους.
β) Στα μέλη των Διοικητικών Συμβουλίων των πιο αντιπροσωπευτικών δευτεροβαθμίων οργανώσεων έως 9 ημέρες το μήνα και μέχρι 15 ημέρες για τους Πρόεδρο, Αντιπρόεδρο, Γεν. Γραμματέα και Ταμία.
γ) Στους Πρόεδρο, Αντιπρόεδρο και Γεν. Γραμματέα των πρωτοβαθμίων οργανώσεων μέχρι 5 ημέρες το μήνα αν τα μέλη τους είναι 500 και άνω και μέχρι 3 ημέρες αν είναι λιγότερα.
δ) Στους αντιπροσώπους στις δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες οργανώσεις άδεια απουσίας για όλη τη διάρκεια των συνεδρίων που συμμετέχουν.
Ο χρόνος απουσίας των εργαζομένων κατά τη διάρκεια των συνδικαλιστικών αδειών, που απαριθμούνται παραπάνω, θεωρείται χρόνος πραγματικής εργασίας για όλα τα δικαιώματα που απορρέoυν από την εργασιακή και ασφαλιστική σχέση, εκτός από το δικαίωμα λήψεως των αποδοχών τους.
Οι ασφαλιστικές εισφορές των συνδικαλιστικών στελεχών για το χρόνο της συνδικαλιστικής άδειας τους καταβάλλονται από την οργάνωσή τους. Η συνδικαλιστική οργάνωση καταβάλει τόσο την εργοδοτική εισφορά, όσο και αυτήν του ασφαλισμένου και αυτό ισχύει για όλους τους ασφαλιστικούς οργανισμούς.
Οι αποδοχές των συνδικαλιστικών στελεχών, κατά το χρόνο της συνδικαλιστικής άδειας, δεν και βάλλοντα ι από τον εργοδότη. Οι συνδικαλιστές, όμως, μπορούν να αξιώσουν την καταβολή των
αποδοχών τους αυτών από την οργάνωσή τους, βάσει τυχόν υπάρχουσας σχετικής διατάξεως στο καταστατικό της ή βάσει των περί εντολής διατάξεων (άρθρα 713 επ. Α.κ.).
Επίσης, το άρθρο 6 § 3 του Ν. 2224/94 καθιέρωσε και τις ακόλουθες άδειες συνδικαλιστικών στελεχών:
«3. Χορηγούνται συνδικαλιστικές άδειες:
α) Στα μέλη της Διοίκησης της πλέον αντιπροσωπευτικής τριτοβάθμιας συνδικαλιστικής οργάνωσης για όσο χρόνο διαρκεί η θητεία τους, β) στον Πρόεδρο των Εργατικών Κέντρων και των Ομοσπονδιών, εφόσον οι υπαγόμενες σε αυτά πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις έχουν μέχρι 1.500 ψηφίσαντα μέλη, δεκαπέντε (15) ημέρες το μήνα, γ) στον Πρόεδρο των Εργατικών Κέντρων και των Ομοσπονδιών, εφόσον οι υπαγόμενες σε αυτά πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις έχουν από 1.501-10.000 ψηφίσαντα μέλη, για όσο χρόνο διαρκεί η θητεία του, δ) στον Πρόεδρο και Γενικό Γραμματέα των Εργατικών Κέντρων και Ομοσπονδιών, εφόσον οι υπαγόμενες σε αυτά οργανώσεις έχουν άνω των 10.000 ψηφίσαντα μέλη για όσο χρόνο διαρκεί η θητεία τους. Οι ημέρες αυτές είναι πληρωτέες».

Άδεια επιμορφώσεως συνδικαλιστικών στελεχών.(Άρθρο 5 ε.γ.σ.σ.ε. της 26.1.1988)
Με σκοπό τη συμμετοχή σε προγράμματα εκπαιδεύσεως και επιμορφώσεως συνδικαλιστικών στελεχών, οι επιχειρήσεις, που απασχολούν πενήντα (50) ή περισσότερους εργαζόμενους, έχουν την υποχρέωση να χορηγούν πρόσθετη κανονική άδεια με αποδοχές έως 14 ημέρες κάθε ημερολογιακό έτος σε αναλογία 1% του απασχολουμένου κατά το χρόνο χορηγήσεως της άδειας προσωπικού. Η άδεια αυτή χορηγείται και στα μέλη των επιτροπών υγιεινής και ασφάλειας (άρθρο 12 ε.γ.σ.σ.ε.9.6.93).

Β) Άδεια για την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος.
Με βάση τις διατάξεις των άρθρων 25 του νόμου 1516/85, 96 του Π.Δ. 265/89 «Κωδικοποίηση σε ενιαίο κείμενο των διατάξεων της νομοθεσίας για την εκλογή βουλευτών» και 36-37 του Π.Δ. 323/89 «Δημοτικός και Κοινοτικός Κώδικας», εκδίδεται τις παραμονές κάθε βουλευτικών ή δημοτικών εκλογών πανομοιότυπη απόφαση του Υπουργού Εργασίας για τη χορήγηση ειδικής άδειας στους μισθωτούς που ασκούν το εκλογικό τους δικαίωμα.
Ευθύς παρακάτω παρατίθεται το κείμενο της υπουργικής αποφάσεως, που εκδόθηκε κατά τις βουλευτικές εκλογές του έτους 1990 και είναι απόλυτα κατατοπιστικό.

Απόφαση 1442/90 Υπ. Εργασίας «Χορήγηση ειδικής αδείας για την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος».
Έχοντας υπόψη:
Τις διατάξεις του άρθρου 25 του Ν. 1516/85 «τροποποίηση, αντικατάσταση και συμπλήρωση διατάξεων της νομοθεσίας για την εκλογή βουλευτών»,
αποφασίζουμε
Ι. Όλες οι βιομηχανικές, βιοτεχνικές και εμπορικές επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέως, καθώς και όσοι γενικά απασχολούν προσωπικό και υπάγονται στον ίδιο τομέα, υποχρεoύνται γα χορηγούν στο προσωπικό τους ειδική άδεια με αποδοχές για την άσκηση του εκλογικού τους δικαιώματος. Η άδεια αυτή δεν συμψηφίζεται με την κανονική ή άλλες άδειες που προβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις.
2. Σχετικά με τον αριθμό των ημερών αδείας απουσίας που θα χορηγηθεί για τον ανωτέρω σκοπό, θα ισχύσουν οι κατωτέρω ρυθμίσεις:
Α. Σε καθεστώς πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας:
α) Σε όσους θα μετακινηθούν σε απόσταση από 200-400 χιλιόμετρα θα χορηγηθεί άδεια μιας εργάσιμης ημέρας. β) Σε όσους θα μετακινηθούν σε απόσταση από 40/ χιλιόμετρα και πάνω θα χορηγηθεί άδεια δύο 2) εργασίμων ημερών, εφόσον κινηθούν εξ ολοκλήρου οδικώς με βάση υπεύθυνη δήλωσή τους.
γ) Σε όσους θα μετακινηθούν σε νησιά, για τα οποία δεν υπάρχει οδική πρόσβαση, ο αριθμός των ημερών αδείας που θα χορηγηθεί θα εξετάζεται κατά περίπτωση ανάλογα με την απόσταση και τις ειδικές συνθήκες μετακινήσεως, χωρίς ωστόσο η άδεια αυτή να υπερβαίνει τις τρεις (3) εργάσιμες ημέρες.
Β. Σε καθεστώς εξαημέρου εβδομαδιαίας εργασίας.
σ) Σε όσους θα μετακινηθούν σε απόσταση από 100-200 χιλιόμετρα, θα χορηγηθεί άδεια μιας (Ι)εργάσιμης ημέρας.
β) Σε όσους θα μετακινηθούν σε απόσταση από 20-400 χιλιόμετρα, θα χορηγηθεί άδεια δύο (2)εργασίμων ημερών.
γ) Σε όσους θα μετακινηθούν σε απόσταση από 40/ χιλιόμετρα και άνω, θα χορηγηθεί άδεια τριών (3) εργασίμων ημερών, εφόσον μετακινηθούν εξ ολοκλήρου οδικώς με βάση υπεύθυνη δήλωσή τους. .
δ) Σε όσους θα μετακινηθούν σε νησιά, για τα οποία δεν υπάρχει οδική πρόσβαση, ο αριθμός των 7μερών αδείας που θα τους χορηγηθεί θα εξετάζεται κατά περίπτωση, ανάλογα με την απόσταση και τις ειδικές συνθήκες μετακινήσεως, χωρίς ωστόσο η άδεια στις περιπτώσεις αυτές να υπερβαίνει τις τρεις (3) εργάσιμες ημέρες.
Γ. Για όσους μετακινούνται σύμφωνα με τα ανωτέρω και γι’ αυτούς η Κυριακή των εκλογών συμπίπτει να είναι εργάσιμη ημέρα, αυτή θεωρείται ως ημέρα ειδικής αδείας, πέραν αυτών που ορίζovται στις προηγούμενες παραγράφους.

Πανομοιότυπη είναι και η απόφαση 1820/1.9.98 του Υπ. Εργασίας που εκδόθηκε για τις δημοτικές και κοινοτικές εκλογές της 11 Οκτωβρίου 1998,(Φ.Ε.Κ. 967/Β’/10.9.1998) καθώς και η υπ’ αριθμ. 2527/93 για τις βουλευτικές εκλογές
Ι0/Ι0/93, η υπ’ αρ. 2271/94 για τις ευρωεκλογές 12/6/94 και η απόφαση 2114/96 Υπ. Εργασίας για τις βουλευτικές εκλογές του έτους 1996, καθώς και όλες οι μετέπειτα σχετικές με εκλογές αποφάσεις.

Γ) Άδειες από τις εθνικές γενικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας.
Από την ε.γ.σ.σ.ε. της Ι 5/4/2002 προβλέπονται οι παρακάτω άδειες:

α) Άδεια για μεταγγίσεις αίματος ή αιμοκάθαρση.
Την άδεια αυτή δικαιούνται οι εργαζόμενοι που πάσχουν από σχετικό νόσημα, είναι μετ’ αποδοχών και μπορεί να φθάσει μέχρι 22 ημέρες το χρόνο (βλ άρθρο 8 ε.γ.σ.σ.ε. 15/4/2002).

β) Άδεια λόγω θανάτου συγγενούς (συζύγου, τέκνων, γονέων και αδελφών) δύο ημερών μετ’ αποδοχών δικαιούνται όλοι οι εργαζόμενοι με σχέση εξαρτημένης εργασίας (άρθρο 9 ε.γ.σ.σ.ε. της 15/4/2002).

γ) Μονογονεϊκές οικογένειες. Στους εργαζόμενους (άντρες και γυναίκες) που έχουν χηρέψει ή είναι άγαμοι χορηγείται κατ’ έτος άδεια 6 ημερών και για όσους έχουν τρία και πάνω παιδιά 8 ημερών πέραν της κανονικής (άρθρο 7 ε.γ.σ.σ.ε. 15/4/2002).

δ) Άδεια στους εργαζόμενους που συμμετέχουν ως εθελοντές στους Ολυμπιακούς Αγώνες 2004. Η άδεια αυτή είναι μετ’ αποδοχών και η διάρκειά της (μία ημέρα για κάθε 2 ημέρες απασχολήσεως του εθελοντή σε επίσημα προγράμματα των Αγώνων) μπορεί να φθάσει μέχρι Ι Ο ημέρες (άρθρο 14 ε.γ.σ.σ.ε. της 15/4/2002).

Και από την ε.γ.σ.σ.ε. της 24/5/2004 προβλέπονται:
Άρθρο ΙΟ
Άδεια εξετάσεων σε μεταπτυχιακούς φοιτητές
Όσοι συμμετέχουν σε πρόγραμμα για μεταπτυχιακό δίπλωμα ετήσιας τουλάχιστον φοίτησης ή διδακτορικό δίπλωμα ΑΕΙ και Τ.Ε.Ι. της ημεδαπής ή της αλλοδαπής, δικαιούνται άδεια ΙΟ εργασίμων ημερών. Η άδεια αυτή είναι άνευ αποδοχών από τον εργοδότη, χορηγείται σε συνεχείς ημέρες ή τμηματικά και ανεξάρτητα από την ηλικία του/της δικαιούχου και ισχύει μέχρι δύο έτη.
Άρθρο 11
Άδεια λόγω AIDS
Εργαζόμενοι-ες με εξαρτημένη σχέση εργασίας, που έχουν υπηρεσία μέχρι τεσσάρων (4) ετών στον ίδιο εργοδότη, οι οποίοι-ες είναι φορείς ή πάσχουν από AIDS, και έχουν κριθεί ικανοί προς εργασία, δικαιούνται από τη γνωστοποίηση στον εργοδότη, έως ένα (1) μήνα για κάθε ημερολογιακό έτος επιπλέον άδεια με αποδοχές.

Άρθρο 12

Άδεια γονέα για παιδί με νόσημα που απαιτεί μεταγγίσεις αίματος και παραγώγων του ή αιμοκάθαρση

Στους φυσικούς ή θετούς γονείς παιδιού ηλικίας ως δεκάξι (16) ετών συμπληρωμένων, το οποίο πάσχει από νόσημα που απαιτεί μεταγγίσεις αίματος και παραγώγων του ή αιμοκάθαρση χορηγείται πρόσθετη άδεια δέκα (10) εργάσιμων ημερών ετησίως. Η άδεια αυτή είναι με αποδοχές και Χορηγείται και στους δύο γονείς επιπλέον της άδειας που δικαιούνται από άλλες διατάξεις.