Δ.Α.: 1/2018 – Διαιτητική Απόφαση των τεχνικών των ιδιωτικών τηλεοπτικών σταθμών

Τρίτη, Ιαν 16 2018

Διαιτητική Απόφαση για τους όρους αμοιβής και εργασίας των Τεχνικών που εργάζονται στους Ιδιωτικούς Τηλεοπτικούς Σταθμούς με Εθνική Εμβέλεια (μελών ΕΤΙΤΑ, ΕΤΙΤΒΕ, ΕΙΤΗΣΕΕ)

Δ.Α.: 1/2018 (Π.Κ.: 1/11.1.2018 – Διαιτητική Απόφαση Πενταμελούς Επιτροπής Διαιτησίας 8/2017)

ΔΙΑΙΤΗΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
ΠΕΝΤ. 8/2017

Η ΠΕΝΤΑΜΕΛΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΔΙΑΙΤΗΣΙΑΣ ΤΟΥ Ο.ΜΕ.Δ.
(του άρθρου 16 Α του ν.1876/1990)

Συνεδρίασε στην Αθήνα, στην έδρα του ΟΜΕΔ την Τετάρτη 14 Νοεμβρίου 2017, ώρα 15:00, με την εξής σύνθεση: α) Αικατερίνη Χριστοφορίδου, Σύμβουλος της Επικράτειας (Πρόεδρος), β) Ευγενία Προγάκη, Αεροπαγίτης (τακτικό μέλος), γ) Βασιλική Τύρου, Νομική Σύμβουλος του Κράτους (τακτικό μέλος), δ) Κωνσταντίνος Παπαδημητρίου, Διαιτητής ΟΜΕΔ (τακτικό μέλος) και ε) Μίρκα (Μαρίκα) Καζιτώρη, Διαιτητής ΟΜΕΔ (τακτικό μέλος).
Θέμα της συζήτησης ήταν η εξέταση της υπ’ αριθ. πρωτ. α) Μ-Δ: 226/005Εφ/25.4.2017 και β) Μ-Δ: 233/006Εφ/27.4.2017 εφέσεων κατά της υπ’ αριθ. 6/2017 Διαιτητικής Απόφασης της Τριμελούς Επιτροπής Διαιτησίας «Για τους όρους αμοιβής και εργασίας των τεχνικών που εργάζονται στους Ιδιωτικούς Τηλεοπτικούς Σταθμούς με Εθνική Εμβέλεια», (οι οποίες λόγω της συνάφειάς τους, αφού αφορούν την ίδια απόφαση πρέπει να συνεκδικασθούν), με ακρόαση της εκκαλούσας – εφεσίβλητης «Ένωσης Ιδιωτικών Τηλεοπτικών Σταθμών Εθνικής Εμβέλειας (ΕΓΤΗΣΕΕ)» και των εκκαλουσών – εφεσιβλήτων «Ένωσης Τεχνικών Ιδιωτικής Τηλεόρασης Αττικής (ΕΠΤΑ)» και «Ένωσης Τεχνικών Ιδιωτικής Τηλεόρασης Βορείου Ελλάδος (ΕΠΤΒΕ)».
Κατά τη συνεδρίαση παραστάθηκε η εκκαλούσα – εφεσίβλητη «Ένωση Ιδιωτικών
Τηλεοπτικών Σταθμών Εθνικής Εμβέλειας (ΕΙΤΗΣΕΕ)» εκπροσωπούμενη από τους Ευστάθιο Γεωργόπουλο, Βασιλική Μπουζούκη, Μαν. Δραϊνάκη, Ισίδωρο Παπαμιχάλη, και τον νομικό τους σύμβουλο Αναστάσιο Τριαντάφυλλο, καθώς και οι εκκαλούσες – εφεσίβλητες «Ένωση Τεχνικών Ιδιωτικής Τηλεόρασης Αττικής (ΕΤΙΤΑ)» και «Ένωση Τεχνικών Ιδιωτικής Τηλεόρασης Βορείου Ελλάδος (ETΙTBE)», εκπροσωπούμενες από τους Γεώργιο Σκεπετζάκη, Γεώργιο Αλιφέρη, Γεώργιο Παπαδόπουλο και τον νομικό τους σύμβουλο Δημήτριο ΓΊερπατάρη.
Οι εκπρόσωποι των μερών εξέθεσαν τις απόψεις τους επί των εφέσεων, απάντησαν σε ερωτήσεις των μελών της Επιτροπής και χορήγησαν αρχικώς στην Επιτροπή προθεσμία μέχρι και τις 14 Δεκεμβρίου 2017 για την έκδοση της αποφάσεώς της, την οποία παρέτειναν στη συνέχεια μέχρι τις 31.12.2017.
Μετά την προαναφερόμενη συνεδρίαση, η Επιτροπή διασκέφθηκε στην έδρα του ΟΜΕΔ και, ύστερα από εξέταση των εφέσεων των εγγράφων της προηγηθείσας διαδικασίας και όλων των στοιχείων του φακέλου της υποθέσεως

έκρινε σύμφωνα με τον νόμο τα εξής:

Με τις κρινόμενες εφέσεις προσβάλλεται η υπ’ αριθ. 6/2017 Διαιτητική Απόφαση της Τριμελούς Επιτροπής Διαιτησίας «Για τους όρους αμοιβής και εργασίας των τεχνικών που εργάζονται στους Ιδιωτικούς Τηλεοπτικούς Σταθμούς με Εθνική Εμβέλεια – μελών ΕΤΙΤΑ, ETΙTBE και ΕΙΤΗΣΕΕ».
1. Με τον πρώτο λόγο της πρώτης εφέσεως αποδίδεται στην εκκαλουμένη απόφαση η πλημμέλεια ότι η Πρωτοβάθμια Τριμελής Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη τα προσκομισθέντα από αυτήν (εκκαλούσα) στοιχεία περί προσδιορισμού των ειδικοτήτων των τεχνικών της ιδιωτικής τηλεόρασης, άλλως ότι προέβη σε εσφαλμένη εκτίμηση αυτών, καθόσον η διάκριση των τεχνικών σε μισθολογικές κατηγορίες βάσει των ειδικοτήτων τους δεν είναι δικαιολογημένη, γιατί με το άρθρο 1 παρ. 4 του Ν.4254/2014 καταργήθηκε το άρθρο 1 του Ν.358/1976 περί αδείας ασκήσεως του επαγγέλματος των τεχνικών της τηλεόρασης και καθορισμού με υπουργική απόφαση των ειδικοτήτων τους, ο δε επαναπροσδιορισμός των ειδικοτήτων με περιορισμό αυτών σε πέντε (τεχνικός λήψεως και επεξεργασίας ήχου και εικόνας, ηλεκτρολόγος, κομμωτής/μακιγιέρ, παραγωγός, σκηνοθέτης) είναι σύμφωνος με τις νέες τεχνολογικές εξελίξεις που έχουν επέλθει στο χώρο, οι οποίες παρέχουν τη δυνατότητα στον τεχνικό, που απαραιτήτως είναι κάτοχος και γνώστης της νέας τεχνολογίας μέσα από την κατάλληλη τεχνολογική εξειδίκευση και εμπειρία που αποκτά στο χώρο εργασίας και μέσω των ψηφιακών προγραμμάτων, να διευρύνει το αντικείμενο της δράσης του και να προσφέρει το έργο του σε πολύ ευρύτερο πεδίο, ενώ ο κάθε τηλεοπτικός σταθμός θα πρέπει να καθορίζει για ορισμένες θέσεις εργασίας ειδικές δεξιότητες απαιτούμενες με συνδυασμό βασικών ακαδημαϊκών γνώσεων, εμπειρίας και συνεχιζόμενης υποχρεωτικής κατάρτισης, και να καλύπτει θέσεις εργασίας και με εκπαιδευόμενους, για να μπορούν οι τελευταίοι να αποκτούν την απαιτούμενη εργασιακή εμπειρία και προσέτι θα πρέπει να έχει μηχανισμό πιστοποίησης και δεξιοτήτων είτε από τον ίδιο, είτε από ανεξάρτητους τρίτους, οι δε προϋποθέσεις για την απόκτηση δεξιότητας, μπορούν να αλλάζουν, όπως οι πιστοποιήσεις μπορούν να αφαιρούνται εάν ο εργαζόμενος δεν τηρεί τις προϋποθέσεις. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος γιατί όπως αναφέρεται στη Δ.Α. ΠΕΝΤ. 4/2016 στην οποία παραπέμπει η εκκαλουμένη οι τεχνικοί της τηλεόρασης απαιτείται να είναι ειδικώς εκπαιδευμένοι για την εκτέλεση των καθηκόντων τους, ενώ οι γνώσεις των ειδικοτήτων τους εξακολουθούν να παρέχονται από τα οικεία τμήματα των Πανεπιστημίων, από ΙΕΚ και από σχολές μελών της εκκαλούσας εφόσον δε ο χειρισμός κάθε τηλεοπτικού μηχανήματος απαιτεί ειδικές σπουδές, ο βάσει σπουδών διαχωρισμός ειδικοτήτων δεν μπορεί να υποκατασταθεί από πιστοποίηση δεξιοτήτων αποκτώμενων εμπειρικά με τον χρόνο απασχόλησης. Εξάλλου ο καθορισμός ειδικοτήτων, όπως βάσιμα αναφέρεται στην προσβαλλόμενη απόφαση, δεν γίνεται μόνον όπου προβλέπεται άδεια ασκήσεως επαγγέλματος, αλλά αντίθετα σε πολλές συλλογικές ρυθμίσεις ορίζονται επαγγέλματα και ειδικότητες, για τις οποίες δεν έχει προβλεφθεί άδεια ασκήσεως επαγγέλματος, ενώ σε όλες τις προϊσχύσασες συλλογικές συμβάσεις εργασίας και διαιτητικές αποφάσεις της κρινόμενης συλλογικής διαφοράς, ο προβλεπόμενος σ’ αυτές καθορισμός ειδικοτήτων δεν συνδέθηκε με τυχόν προβλεπόμενη άδεια ασκήσεως επαγγέλματος. Ενόψει τούτων δεν προέκυψε ότι είναι αναγκαίος ο επαναπροσδιορισμός των ειδικοτήτων ως προς τον αριθμό και είδος αυτών, η δε εκκαλουμένη ορθά εξετίμησε τα προσκομισθέντα αποδεικτικό στοιχεία και επαρκώς αιτιολόγησε την απόρριψη του εν λόγω αιτήματος. Συνεπώς ο ερευνώμενος λόγος πρέπει να απορριφθεί δεδομένου και του ότι κατά την ειδικότερη αιτιολογία της προσβαλλομένης αποφάσεως της Τριμελούς Επιτροπής το θέμα αυτό αντιμετωπίζεται (θα μπορούσε να αντιμετωπισθεί χωρίς να προκύπτει ότι τούτο επιχειρήθηκε), με την αξιοποίηση των οριζομένων στο άρθρο 9 παρ. 2 της προσβαλλομένης διαιτητικής αποφάσεως που επαναλαμβάνει ρύθμιση της Δ.Α. ΠΕΝΤ. 4/2016 και της Δ.Α. ΠΕΝΤ. 6/2015 αντίστοιχης διαιτητικής αποφάσεως. Σύμφωνα με την επαναλαμβανόμενη αυτή ρύθμιση «εάν η τεχνολογία διαφοροποιήσει ή τροποποιήσει τον μέχρι σήμερα τρόπο εργασία, την στελέχωση ή τις ειδικότητες τότε οι Τηλεοπτικοί Σταθμοί αναλαμβάνουν την υποχρέωση να συζητήσουν τις αλλαγές αυτές με τους εκπροσώπους των εργαζομένων. Συγχρόνως αναλαμβάνουν την υποχρέωση να εκπαιδεύσουν το ύπαρχον τεχνικό προσωπικό στις νέες ειδικότητες που τυχόν θα προκύψουν, εφόσον δεν απαιτούνται ειδικά αυξημένα τυπικά προσόντα, σύμφωνα με το νόμο, με στόχο τη διασφάλιση των θέσεων εργασίας».
2. Με τον δεύτερο λόγο της ίδιας πρώτης εφέσεως, αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια ότι η Πρωτοβάθμια Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη της, άλλως εξετίμησε εσφαλμένα τις προσκομισθεϊσες από αυτήν (εκκαλούσα) γνωμοδοτήσεις του Γεωργίου Παπαγεωργϊου, καθηγητή ηλεκτρολόγου μηχανικού, και του Βασιλείου Α. Βασσάλου, καθηγητή της πληροφορικής ΟΠΑ, επί των θεμάτων των διμελών συνεργείων κατά τα εξωτερικά γυρίσματα και τις εξωτερικές ζωντανές ή μαγνητοσκοπημένες μεταδόσεις, λόγω της προόδου της τεχνολογίας, από τις οποίες προέκυπτε το βάσιμο του αιτήματος της περί καταργήσεως των συνεργείων αυτών, που προβλεπόντουσαν στη Σ.Σ.Ε. του 2005 και επαναφέρθηκαν με το άρθρο 9 της Δ.Α. ΠΕΝΤ. 6/2015 διατηρήθηκαν δε με άρθρο της Δ.Α. ΠΕΝΤ. 4/2016 και της εκκαλουμένης. Ειδικότερα η εκκαλούσα ισχυρίζεται ότι οι ρυθμίσεις του ως άνω άρθρου έχουν ξεπεραστεί λόγω της προόδου της τεχνολογίας, που έχει διαφοροποιήσει τον τρόπο εργασίας, τη στελέχωση και τις ειδικότητες καθώς και ότι με τη χρήση ηλεκτρονικών υπολογιστών και άλλων τεχνικώς εξελιγμένων μέσων (όπως οι κάμερες νέας τεχνολογίας, τα κινητό νέας γενιάς με ελάχιστο βάρος και όγκο) είναι πλέον εφικτή η λήψη, επεξεργασία και αναμετάδοση οπτικοακουστικών προϊόντων με σύγχρονους και απλούστερους τρόπους, ακόμη και από ένα άτομο ανεξάρτητα από την ειδικότητα που κατέχει (του ηχολήπτη ή εικονολήπτη ή άλλη ειδικότητα σχετική με τον τηλεοπτικό χώρο), καθόσον οι σύγχρονες τηλεοπτικές μηχανές λήψεως, που είναι κατά πολύ μικρότερες σε όγκο και βάρος από τις αντίστοιχες παλαιότερες, έχουν τη δυνατότητα να λαμβάνουν τόσο την εικόνα όσο και τον ήχο, με επακόλουθο να καθίσταται περιττή η ταυτόχρονη παρουσία εικονολήπτη και ηχολήπτη, αφού ο ίδιος τεχνικός έχει τη δυνατότητα να μεριμνά τόσο για τον ήχο, όσο και για την εικόνα, ενώ για τον ίδιο λόγο είναι περιττή η φυσική παρουσία δύο τεχνικών ράδιο ζεύξεων σε κάθε εξωτερική μετάδοση. Με την εκκαλουμένη γίνεται παραπομπή στις παραδοχές της Δ.Α. ΠΕΝΤ. 4/2016 και στο ότι δεν τηρήθηκαν τα οριζόμενα στο άρθρο 9 παρ. 2 της ίδιας Δ.Α. Ειδικότερα στην εν λόγω Δ.Α. (4/2016) ως προς τον επίμαχο ισχυρισμό γίνεται δεκτό ότι κατά τις προαναφερθείσες γνωμοδοτήσεις οι σύγχρονες μηχανές εικονοληψίας, μικρότερου βάρους (2,7 kg με όλα τα βασικά εξαρτήματα και ενσωματωμένο φακό, έναντι 5,7 kg χωρίς φακό της παλαιότερης τεχνολογίας) παρέχουν τη δυνατότητα χρήσης τους από ένα μόνο άτομο, πλην όμως δεν αποδείχθηκε ότι η χρήση κάμερας νέας τεχνολογίας, που σημειωτέον χρησιμοποιείται από το 2011, αναιρεί τη χρησιμότητα των διμελών συνεργείων στα εξωτερικά γυρίσματα και τις εξωτερικές μεταδόσεις, αφενός μεν για λόγους ασφαλείας των τεχνικών και αφετέρου για τεχνική πληρότητα εικόνας και ήχου, από τα μέλη της εκκαλούσας, όπως συμβαίνει και στα τηλεοπτικά μέσα του εξωτερικού, για τα οποία η χρήση πολυμελών συνεργείων στα εξωτερικά γυρίσματα και τις εξωτερικές μεταδόσεις αποτελεί κανόνα, λαμβανομένου, επιπροσθέτως, υπόψη ότι μέλη της εκκαλούσας εξακολουθούν να χρησιμοποιούν παράλληλα και μηχανές εικονοληψϊας παλαιός τεχνολογίας, ενώ δεν υφίσταται ισχυρισμός ότι κατά την διάρκεια ισχύος των κρίσιμων κανονιστικών όρων της Δ.Α. ΠΕΝΤ. 4/2016, όπως και της προηγούμενης Δ.Α. ΠΕΝΤ. 6/2015, η εκκαλούσα κατέβαλε προσπάθειες για την τήρηση των οριζομένων 9 παρ. 2 της προσβαλλομένης, που εκτίθεται στον προηγούμενο λόγο, ενώ αντίθετα γίνεται επίκληση του διευθυντικού δικαιώματος, στην αποκλειστική ενάσκηση του οποίου υπάγεται κατά την εκκαλούσα ο προσδιορισμός των μετεχόντων στα εξωτερικά συνεργεία και οι ειδικότητάς τους, καθώς και ο τρόπος λήψης και μετάδοσης του τηλεοπτικού προγράμματος. Ενόψει τούτων και ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί, αφού οι επικαλούμενες γνωμοδοτήσεις λήφθηκαν υπόψη και συνεκτιμήθηκαν με τις λοιπές αποδείξεις και το πόρισμά τους ήταν ελεύθερα εκτιμητέο και δεν λαμβανόταν, αντί αλήθειας, υπόψη.
3. Με τον τρίτο λόγο της ίδιας πρώτης εφέσεως, αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια ότι η Πρωτοβάθμια Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη, άλλως εξετίμησε εσφαλμένα τα επικαλούμενα και προσκομισθέντα αποδεικτικό στοιχεία και γι’ αυτό δεν προέβη σε μείωση του μισθολογικού κόστους, ήτοι των βασικών μισθών, τους οποίους καθόρισε στο ίδιο ύψος στο ίδιο ύψος με εκείνους της υπ’ αριθ. Δ.Α. ΠΕΝΤ. 6/2015 και Δ.Α. ΠΕΝΤ. 4/2016 της Πενταμελούς Επιτροπής Διαιτησίας. Ειδικότερα ισχυρίζεται η εκκαλούσα ότι από την εκτίμηση των προσκομισθέντων εγγράφων και ειδικότερα: α) τους δημοσιευμένους ισολογισμούς των τηλεοπτικών εταιρειών των τελευταίων ετών, β) το συνοδευτικό σχετικό αναλυτικό πίνακα οικονομικών αποτελεσμάτων 2010-2015 των τηλεοπτικών σταθμών, γ) την ειδική από Μάιο 2015 Μελέτη επί της εξέλιξης και των Τάσεων του Διαφημιστικού Εσόδου στην Ελλάδα, που συνέταξε η εταιρεία Pricewaterhouse Coopers SA, δ) τα δημοσιευμένα στοιχεία και πληροφορίες περιόδου 1.1.2015 έως 31.6.2015 της εταιρείας Τηλέτυπος (mega channel) και ε) την από 30.6.2015 και με αριθ. πρωτ. εισερχ. ΟΜΕΔ 360/8.6.2015 έγγραφο – επιστολή της εταιρείας MEDIA SERVICES SA προς τον ΟΜΕΔ, προκύπτει ότι η οικονομική κατάσταση των τηλεοπτικών σταθμών έχει επιδεινωθεί σε σχέση με τα προηγούμενα έτη και ότι από την έναρξη της οικονομικής κρίσης έχουν μειωθεί τα διαφημιστικό τους έσοδα, πράγμα το οποίο επιτείνεται από την ανάπτυξη του διαδικτύου και των συνδρομητικών τηλεοπτικών πλατφορμών και από την επιβολή του ειδικού φόρου 20% στις τηλεοπτικές διαφημίσεις από 1.1.2015, ενώ η μείωση των εσόδων των τηλεοπτικών σταθμών κατά τα τελευταία πέντε χρόνια είναι πολύ μεγαλύτερη από τη μείωση κατά το ίδιο διάστημα των μισθών των τεχνικών που μεσοσταθμικά είναι 48% για τους τηλεοπτικούς σταθμούς και 10% για τους τεχνικούς, ότι οι πίνακες κατανομής της διαφημιστικής δαπάνης στα ΜΜΕ της Media Services αφορά σε τεκμαρτή και όχι σε πραγματική διαφημιστική δαπάνη, ότι οι εργοδοτικές εισφορές αυξήθηκαν, ενώ η κατάργηση του αγγελιοσήμου δεν είχε θετικές οικονομικές συνέπειες. Από το περιεχόμενο της προσβαλλομένης απόφασης προκύπτει ότι η Πρωτοβάθμια Επιτροπή έλαβε υπόψη τα παραπάνω αποδεικτικό στοιχεία και τους ισχυρισμούς και έκρινε ότι οι όροι της Δ.Α. ΠΕΝΤ. 4/2016 μπορούν να διατηρηθούν, καθόσον η οικονομική κατάσταση δεν έχει αλλάξει σημαντικά από το 2016, ενώ οι επικαλούμενες επιπτώσεις, από ενδεχόμενες νέες ρυθμίσεις δεν είναι αντικειμενικά δεδομένες, ως εξαρτώμενες από γεγονότα μελλοντικό και αβέβαια. Ενόψει τούτων ο λόγος αυτός πρέπει να, απορριφθεί ως αβάσιμος, δεδομένου ότι από όλα τα συνεκτιμηθέντα στοιχεία δεν κρίνεται δικαιολογημένη (κατά την κρίση της παρούσας Επιτροπής) η μείωση των μισθών σε σχέση με τους διαμορφωθέντες με τις Δ.Α. ΠΕΝΤ. 6/2015 και Δ.Α. ΠΕΝΤ. 4/2016.
4. Με τον τέταρτο λόγο της ίδιας πρώτης εφέσεως αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια ότι η Πρωτοβάθμια Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη, άλλως εξετίμησε εσφαλμένα, τα επικαλούμενα και προσκομισθέντα αποδεικτικό στοιχεία και συγκεκριμένα τις υπ’ αριθ. 1898/2015 και 475/2011 αποφάσεις του Εφετείου Θεσσαλονίκης και Αθηνών αντίστοιχα και γι’ αυτό δεν χαρακτήρισε τις τηλεοπτικές επιχειρήσεις, ως επιχειρήσεις κοινής ωφελείας κατά το άρθρο 19 παρ. 2 του Ν.1264/1982, καθόσον εξυπηρετούν την ανάγκη του κοινού για ενημέρωση και δεν συμπεριέλαβε στη Δ.Α. όρο κατά τον οποίο σε περίπτωση απεργίας θα απαιτείται τετραήμερη προειδοποίηση, βάσει του άρθρου 20 παρ. 2 του προαναφερθέντος Ν.1264/1982. Ο λόγος αυτός είναι αβάσιμος, καθόσον, όπως έχει ήδη κριθεί με την Δ.Α. ΠΕΝΤ. 4/2016 το ζήτημα εάν οι τηλεοπτικές επιχειρήσεις είναι κοινής ωφελείας, δεν είναι μεταξύ εκείνων που μπορούν, σύμφωνα με το άρθρο 2 του Ν.1876/1990 να αποτελέσουν περιεχόμενο Σ.Σ.Ε. και συνακόλουθα δεν ρυθμίζεται με Δ.Α., ενώ με το άρθρο 11 παρ. 1 της προσβαλλομένης ορίζεται άτι «Σε περίπτωση κήρυξης απεργίας, τα μέρη συμφωνούν να τηρούνται όλες οι σχετικές προϋποθέσεις του νόμου, όσον αφορά στην έγκαιρη προειδοποίηση των τηλεοπτικών σταθμών από τις συνδικαλιστικές οργανώσεις, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση των παρεχομένων από τους εν λόγω σταθμούς υπηρεσιών (υπηρεσίες ενημέρωσης του κοινού)». Η αναφορά του άρθρου αυτού στην τήρηση των σχετικών προϋποθέσεων του νόμου, είναι επαρκής και το νόμιμο της κήρυξης ή όχι της απεργίας από την τήρηση ή μη της επικαλουμένης προειδοποίησης του άρθρου 20 παρ. 2 του Ν.1264 κρίνεται κατά περίπτωση, από τα αρμόδια δικαστήρια. Ενόψει τούτων και ο λόγος αυτός καθώς και η πρώτη έφεση στο σύνολό της πρέπει να απορριφθούν.
5. Με τον μοναδικό λόγο της δεύτερης εφέσεως πλήττεται η διάταξη του άρθρου 4 παρ. 3 της εκκαλουμένης, κατά την οποία προβλέπεται μεν επίδομα συνεχούς παραμονής στον ίδιο εργοδότη, σε ποσοστό πέντε τοις εκατό επί του βασικού μισθού, για κάθε πενταετία εργασίας στον ίδιο εργοδότη και μέχρι τη συμπλήρωση τριών πενταετιών, πλην όμως η καταβολή του επιδόματος αυτού αναστέλλεται κατά τη διάρκεια ισχύος της Δ.Α. Οι εκκαλούσες ισχυρίζονται ότι εσφαλμένα περιλήφθηκε ο όρος αυτός στην προσβαλλόμενη απόφαση της Πρωτοβάθμιας Επιτροπής καθόσον η προβλεπόμενη στο άρθρο 4 της ΠΥΣ 6/2012 αναστολή ισχύος καταβολής για προβλεπόμενα σε διαιτητικές αποφάσεις επιδόματα, όπως το ένδικο, από 14.2.2012 και μέχρι το ποσοστό της ανεργίας να διαμορφωθεί σε ποσοστό κάτω του 10%, αφορά μόνο στην αύξηση των επιδομάτων αυτών και όχι στην συνέχιση καταβολής τους στο προηγούμενο ύψος τους, όπως τούτο είχε διαμορφωθεί την προαναφερθείσα ημεροχρονολογία (14.2.2012). Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, καθόσον ο ως άνω όρος της εκκαλουμένης αποδίδει επακριβώς το πνεύμα της ΠΥΣ 6/2012 και όπως έγινε δεκτό με την εκκαλουμένη δεν συντρέχει λόγος να τροποποιηθεί η διατύπωση που προκρίθηκε με τη Δ.Α. ΠΕΝΤ. 4/2016, διά της οποίας επανεφέρθη η ρύθμιση της Δ.Α. ΠΕΝΤ. 6/2015 που είναι συμβατή με τις ρυθμίσεις των άρθρων 2 παρ. 4 και 4 της ΠΥΣ 6/2012, δεδομένου ότι η απαιτουμένη από την ΠΥΣ προϋπόθεση για την επαναχορήγηση του επιδόματος, ήτοι η διαμόρφωση του ποσοστού ανεργίας σε ποσοστό κατώτερο του 10% επί του παρόντος δεν συντρέχει. Ενόψει τούτων και η έφεση αυτή πρέπει να απορριφθεί.

Για τους λόγους αυτούς
Συνεκδικάζει και
Απορρίπτει τις κρινόμενες εφέσεις
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην έδρα του ΟΜΕΔ στις 14.11.2017.
Η απόφαση εκδόθηκε στην Αθήνα, στην έδρα του ΟΜΕΔ, στις 28.12.2017.