Εφετείου Θεσσαλονίκης 3010/2002Εισηγητής: Σ. ΚΑΡΥΣΤΗΝΑΙΟΥ

Δικηγόροι: Μ. Μόσχου – Νικολαΐου,

Β. Παπασταύρου

Η καταγγελία, με την οποία λύεται η σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου κατ άρθρο 669 ΑΚ, είναι μονομερής αναιτιώδης δικαιοπραξία και αποτελεί δικαίωμα του εργοδότη και του εργαζομένου. Η άσκηση όμως του δικαιώματος αυτού δεν είναι απεριόριστη και ανέλεγκτη, αλλά υπόκειται στους περιορισμούς του άρθρου 281 ΑΚ. Πρέπει δηλαδή να μην υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη, τα χρηστά ήθη, ο οικονομικός ή ο κοινωνικός σκοπός του δικαιώματος. Η υπέρβαση των ορίων αυτών καθιστά την καταγγελία άκυρη κατ άρθρο 174 ΑΚ (ΑΠ 688/99, ΑΠ 868/84, ΑΠ 532/ 85). Η προστασία του εργαζομένου μέσω του άρθρου 281 ΑΚ δεν περιορίζεται μόνον όταν η καταγγελία είναι “κακόβουλη”, δηλαδή ερείδεται σε επίμεμπτα κίνητρα του εργοδότη, αλλά και όταν αυτή “αντικειμενικά αδικαιολόγητη”, δηλαδή δεν στοχεύει στην προστασία των δικαιολογημένων συμφερόντων του εργοδότη (ΑΠ 1143/94, ΑΠ 1888/87).

Τέτοια υπέρβαση των ορίων του άρθρου 281 ΑΚ υπάρχει και όταν ο εργοδότης απολύει το μισθωτό ύστερα από μακρόχρονη και επιτυχή υπηρεσία προκειμένου να προσλάβει (ή τοποθετήσει) στη θέση του άλλον, χωρίς με βάση τις συγκεκριμένες συνθήκες, αποχρώντα λόγο, για τη συνδρομή του οποίου πάντως πρέπει να εκτιμώνται συγκριτικά τα προσόντα και οι οικογενειακές συνθήκες αυτού που πρόκειται να απολυθεί και εκείνου που πρόκειται να προσληφθεί (ΑΠ 1155/99). Δεν είναι καταχρηστική η απόλυση που γίνεται για ουσιώδη παράβαση των συμβατικών υποχρεώσεων του μισθωτού. Αντίθετα, τούτο αποτελεί σπουδαίο λόγο καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας, χωρίς να προϋποτίθεται αναγκαίως και υπαιτιότητα του μισθωτού (ΑΠ 451/99). Εξ άλλου, εάν ο μισθωτός που απολύθηκε επικαλείται καταχρηστική απόλυσή του, φέρει το βάρος της απόδειξης των περιστατικών που την συνιστούν καταχρηστική. Αν δεν αποδειχθούν αυτά, η αγωγή του απορρίπτεται κατ ουσία, χωρίς να χρειάζεται ο καθορισμός της πραγματικής αιτίας ή των κινήτρων της εργοδοτικής καταγγελίας για το κύρος της (ΑΠ 1763/99).

Η εναγομένη ανώνυμη εταιρεία διατηρεί και εκμεταλλεύεται, στη βιομηχανική περιοχή Σίνδου Θεσσαλονίκης, πλεκτοβιομηχανία παραγωγής υφασμάτων. Ο ενάγων είναι έγγαμος, με τρία τέκνα, εκ των οποίων τα δύο ανήλικα, και είναι ειδικευμένος τεχνίτης – πλέκτης, με προϋπηρεσία 19 ετών σε πλεκτοβιομηχανίες. (….). Ο ενάγων, προσληφθείς την 7.10.97, εθεωρείτο πεπειραμένος πλέκτης, γι αυτό, από τον Ιούνιο του 1999 η εναγομένη του ανέθεσε πλην των καθηκόντων του πλέκτη και καθήκοντα προϊσταμένου βάρδιας οκτώ ατόμων, χωρίς επί πλέον αμοιβή. Εδώ πρέπει να λεχθεί ότι και η σύζυγός του εργαζόταν στην ίδια επιχείρηση, με την ίδια ειδικότητα και τον αντίστοιχο μισθό, δηλαδή και αυτή εθεωρείτο υψηλόμισθη τεχνίτρια. Τελικώς, την 3.10.2000, η εναγομένη κατήγγειλε εγγράφως τη σύμβαση του ενάγοντος και της συζύγου του, απολύοντάς τον, αφού του κατέβαλε και τη νόμιμη αποζημίωση λόγω απολύσεως. Η καταγγελία όμως αυτή είναι άκυρη, αφού έγινε καθ υπέρβαση των ορίων του άρθρου 281 ΑΚ. Και τούτο διότι, όπως ρητά κατετέθη (….) η εναγομένη θεωρούσε ότι ο ενάγων και η σύζυγός του ήταν υψηλόμισθοι, είχαν υψηλά οικογενειακά επιδόματα και στοίχιζαν ακριβά στην επιχείρησή της. Επίσης, εδηλώθη στον εξετασθέντα μάρτυρα ότι στις θέσεις τους θα προσλάβουν Αλβανούς με ημερομίσθιο 7.000 δρχ. (….). Η εναγομένη συνομολογεί ότι στη θέση του ενάγοντος προσέλαβαν άλλους, χωρίς την αντίστοιχη προϋπηρεσία και με μικρότερο ημερομίσθιο. Στην ενέργεια αυτήν η εναγομένη προέβη χωρίς να λάβει υπ όψη της την οικογενειακή κατάσταση του ενάγοντος, ότι δηλαδή αυτός είχε τρία τέκνα, ότι εργαζόταν πολλά χρόνια και θα ήταν δύσκολο να βρει άλλη θέση εργασίας, καθώς και ότι την ίδια ημέρα απέλυση και τη σύζυγό του. Με τον τρόπο αυτό στέρησε πλήρως την οικογένειά του από το εισόδημά του και αυτός αντιμετώπιζε οξύ πρόβλημα επιβίωσης. Εξ άλλου (….) ο ενάγων ήταν από τους αρχαιότερους υπαλλήλους, ενώ οι υπόλοιποι παρέμειναν στην επιχείρηση, παρ ότι ήταν μικρότερης ηλικίας από τον ενάγοντα και δεν είχαν μεγάλη προϋπηρεσία, γι αυτό και λάμβαναν λιγότερο ημερομίσθιο από αυτόν. Ο ισχυρισμός της εναγομένης, που πρότεινε ανταποδεικτικά, ότι ο ενάγων απολύθηκε γιατί αποδείχθηκε αμελής κατά την εκτέλεση της εργασίας του, επειδή δεν τηρούσε τις εντολές της εναγομένης, καθώς και τις συμβατικές του υποχρεώσεις, δεν αποδείχθηκε. Αντίθετα, όπως ήδη αναφέρθηκε, ο ενάγων ήταν πεπειραμένος και πολύ επιμελητής τεχνίτης, φρόντιζε δε πάντοτε, κατά τη διάρκεια της βάρδιας του, όταν ασκούσε καθήκοντα προϊσταμένου, να εργάζονται όλοι σωστά και να αποφεύγονται τα λάθη. Μάλιστα (….) βοηθούσε και ο ίδιος, κατά τη διάρκεια της βάρδιας του, ως προϊστάμενος, τους υπόλοιπους πλέκτες, στις αλλαγές νημάτων και υφασμάτων, ενώ ζητούσε από αυτούς και επιτύγχανε παραγωγή πέραν του 85% της δυναμικότητας της μηχανής. Επομένως το περιστατικό το οποίο αποτελούσε, κατά τους ισχυρισμούς της εναγομένης, τον λόγο της απόλυσής του, κατά τον οποίο, κατά τη διάρκεια της βάρδιας του, τον Ιούλιο του 2000, σε αιφνίδια επίσκεψη του μάρτυρα της εναγομένης Ε.Π., διαπιστώθηκε να κάθεται, μαζί με άλλα 6 άτομα, μακριά από τις πλεκτικές μηχανές, σε απόσταση 60 μέτρων και να συζητούν, δεν αναιρεί το χαρακτηρισμό του ως άριστου τεχνίτη και επιμελούς προϊσταμένου. Το περιστατικό τούτο, όπως όλοι καταθέτουν, ήταν μεμονωμένο και δεν επηρέασε ούτε την αποδοτικότητα της βάρδιας ούτε την ποιότητα του παραχθέντος έργου, δεδομένου ότι οι πλεκτικές μηχανές είναι ηλεκτρονικές και υπάρχει δυνατότητα παρακολούθησής του και από μακριά. (….).

Πρέπει να λεχθεί ότι καθ όλη τη διάρκεια της τριετούς εργασιακής σχέσεως του ενάγοντος, όπως όλοι οι εξετασθέντος μάρτυρες των διαδίκων καταθέτουν, κανένα παράπονο που να αφορά τον τρόπο και την ποιότητα της εργασίας του ενάγοντος δεν εκδήλωσε η εναγομένη κατ αυτού. Επομένως η τελευταία, για το περιστατικό αυτό, που συνομολογεί ο ενάγων, μπορούσε να επιβάλει οποιοδήποτε άλλο πειθαρχικό μέσο, ηπιότερο και όχι την απόλυση τούτου. Εξ άλλου, το σημαντικότερο είναι ότι η καταγγελία της σύμβασης του ενάγοντος δεν έγινε αμέσως μετά το παραπάνω περιστατικό, αλλά τρεις μήνες μετά, κατά τους οποίους αυτός εργάστηκε κανονικά, χωρίς να δημιουργηθεί κανένα πρόβλημα. Συνεπώς, η απόλυση του ενάγοντος δεν συνδέεται ούτε οφείλεται στο περιστατικό τούτο, όπως τελείως αβάσιμα διατείνεται η εναγομένη. Αντίθετα, όπως προαναφέρθηκε, η εργασιακή συμπεριφορά και αποδοτικότητα του ενάγοντος ήταν άριστη και η απόλυσή του, όπως με σαφήνεια οι μάρτυρες αποδείξεως κατέθεσαν, έγινε με σκοπό να προσληφθούν άλλοι τεχνίτες με λιγότερες μισθολογικές επιβαρύνσεις. Συνακόλουθα, η καταγγελία της σύμβασης εργασίας του ενάγοντος είναι άκυρη ως καταχρηστική και θεωρείται σαν να μην έγινε. (….).