616/105321/05-04-2023
Καθορισμός των αναγκαίων συμπληρωματικών μέτρων του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Μαρτίου 2017 (L 95 και διορθ. L 137/2017 και L 310/2020), σχετικά με την ειδική μεταχείριση φορτίων τροφίμων φυτικής προέλευσης που έχουν απορριφθεί κατά στο στάδιο της εισαγωγής

Αριθμ. 616/105321/2023

(ΦΕΚ Β’ 06-04-2023)

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:
α) Της παρ. 7 του άρθρου 23 του ν. 4691/2020 «Ρυθμίσεις αρμοδιότητας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων για την αναβάθμιση και τον εκσυγχρονισμό του αγροτικού τομέα και άλλες διατάξεις» (Α’ 108).
β) Την από 16/03/2023 εισήγηση της Διεύθυνσης Ποιότητας και Ασφάλειας Τροφίμων.
γ) Του άρθρου 90 του Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα (π.δ. 63/2005, Α’ 98), όπως διατηρήθηκε σε ισχύ με την παρ. 22 του άρθρου 119 του ν. 4622/2019 (Α’ 133).

2. Τον Κανονισμό (ΕΕ) 2017/625 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Μαρτίου 2017 για τους επίσημους ελέγχους και τις άλλες επίσημες δραστηριότητες που διενεργούνται με σκοπό την εξασφάλιση της εφαρμογής της νομοθεσίας για τα τρόφιμα και τις ζωοτροφές και των κανόνων για την υγεία και την καλή μεταχείριση των ζώων, την υγεία των φυτών και τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα, για την τροποποίηση των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΚ) υπ’ αρ. 999/2001, (ΕΚ) υπ’ αρ. 396/2005, (ΕΚ) υπ’ αρ. 1069/2009, (ΕΚ) υπ’ αρ. 1107/2009, (ΕΕ) υπ’ αρ. 1151/2012, (EE) υπ’ αρ. 652/2014, (ΕΕ) 2016/429 και (ΕΕ) 2016/2031, των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΚ) υπ’ αρ. 1/2005 και (ΕΚ) υπ’ αρ. 1099/2009 και των οδηγιών του Συμβουλίου 98/58/ΕΚ, 1999/74/ΕΚ, 2007/43/ΕΚ, 2008/119/ΕΚ και 2008/120/ΕΚ και για την κατάργηση των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΚ) υπ’ αρ. 854/2004 και (ΕΚ) υπ’ αρ. 882/2004, των οδηγιών του Συμβουλίου 89/608/ΕΟΚ, 89/662/ΕΟΚ, 90/425/ΕΟΚ, 91/496/ΕΟΚ, 96/23/ΕΚ, 96/93/ΕΚ και 97/78/ΕΚ και της απόφασης 92/438/ΕΟΚ του Συμβουλίου (κανονισμός για τους επίσημους ελέγχους) (L 95 και διορθ. L 137/2017 και L 310/2020).

3. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

Άρθρο 1
Σκοπός πεδίο εφαρμογής

1. Με την παρούσα απόφαση καθορίζονται τα αναγκαία συμπληρωματικά μέτρα για την εφαρμογή του άρθρου 71 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Μαρτίου 2017 (L 95 και διορθ. L 137/2017 και L 310/2020), για την ειδική μεταχείριση φορτίων τροφίμων φυτικής προέλευσης που έχουν απορριφθεί κατά το στάδιο της εισαγωγής, σύμφωνα με την περ. γ’ της παρ. 3 του άρθρου 66 και την περ. β’ του άρθρου 67 του ίδιου Κανονισμού.

2. Η παρούσα εφαρμόζεται στα φορτία της παρ. 6 του άρθρου 66 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, όταν επιλέγεται η υποβολή του φορτίου σε ειδική μεταχείριση.

3. Η παρούσα δεν εφαρμόζεται σε θέματα ειδικής μεταχείρισης για τον κίνδυνο των υπολειμμάτων φυτοπροστατευτικών προϊόντων.

Άρθρο 2
Αρμόδιες αρχές

1. Η Διεύθυνση Ποιότητας και Ασφάλειας Τροφίμων (ΔΠΑΤ) του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (ΥΠΑΑΤ) ορίζεται ως κεντρική αρμόδια αρχή:
α) για την οργάνωση, την εποπτεία και το συντονισμό των επίσημων ελέγχων και των άλλων επίσημων δραστηριοτήτων που διενεργούνται στα πλαίσια της παρούσας, σύμφωνα με την περ. β’ της παρ. 2 του άρθρου 23 του ν. 4691/2020 (Α’ 108),
β) για τον συντονισμό, τη διαχείριση και την επίβλεψη της εφαρμογής του συστήματος διαχείρισης πληροφοριών για τους επίσημους ελέγχους (IMSOC) του άρθρου 131 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, στα τρόφιμα φυτικής προέλευσης που εισέρχονται στην Ένωση, σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 66 του ίδιου Κανονισμού.

2. Αρμόδιες αρχές για τη διενέργεια των επίσημων ελέγχων της παρούσας ορίζονται:
α) Τα Περιφερειακά Κέντρα Προστασίας Φυτών, Ποιοτικού και Φυτοϋγειονομικού Ελέγχου (ΠΚΠΦΠΦΕ) της Διεύθυνσης Ποιότητας και Ασφάλειας Τροφίμων στα σημεία εισόδου/εισαγωγής του νομού όπου αυτά εδρεύουν, και στα λοιπά σημεία οι Διευθύνσεις Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής (ΔΑΟΚ)/Διευθύνσεις Αγροτικής Οικονομίας (ΔΑΟ) των Περιφερειακών Ενοτήτων,
β) τα Περιφερειακά Κέντρα Προστασίας Φυτών, Ποιοτικού και Φυτοϋγειονομικού Ελέγχου συνδράμουν στους ελέγχους της περ. β’ της παρ. 7 του άρθρου 4, όταν οι ΔΑΟΚ/ΔΑΟ του τομέα ευθύνης τους αδυνατούν διενεργήσουν σε εύλογο χρονικό διάστημα τους εν λόγω ελέγχους,
γ) ο Ενιαίος Φορέας Ελέγχου Τροφίμων (ΕΦΕΤ) για τη βεβαίωση της συνδρομής των προϋποθέσεων της παρ. 1 του άρθρου 3.

Άρθρο 3
Καταχώριση στο Μητρώο επιχειρήσεων ειδικής μεταχείρισης τροφίμων φυτικής προέλευσης (ΜΕΕΜΕΤΦΠ)

1. Η ειδική μεταχείριση των φορτίων τροφίμων φυτικής προέλευσης, τα οποία έχουν απορριφθεί κατά το στάδιο της εισαγωγής, διενεργείται σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 71 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 από επιχειρήσεις οι οποίες:
α) έχουν επάρκεια εγκαταστάσεων σε επίπεδο υποδομών, εξοπλισμού και τήρησης προαπαιτούμενων διαδικασιών,
β) εφαρμόζουν τεκμηριωμένο σύστημα αυτοελέγχου για την παραγωγή ασφαλών προϊόντων,
γ) τηρούν διαδικασίες κατάλληλες για την ειδική μεταχείριση φορτίων τροφίμων φυτικής προέλευσης για τους κινδύνους που έχουν τη δυνατότητα να εξυγιάνουν,
δ) έχουν λάβει από τις αρμόδιες τελωνειακές αρχές σχετική άδεια για την υπαγωγή των εμπορευμάτων στο εκάστοτε ενδεδειγμένο τελωνειακό καθεστώς, για να υποβληθούν στις απαραίτητες διεργασίες, προκειμένου να τεθούν σε ελεύθερη κυκλοφορία μετά από έγκριση της αρμόδιας αρχής.

2. Οι επιχειρήσεις της παρ. 1 καταχωρίζονται στο Μητρώο επιχειρήσεων ειδικής μεταχείρισης τροφίμων φυτικής προέλευσης (ΜΕΕΜΕΤΦΠ), το οποίο καταρτίζεται και τηρείται από τη ΔΠΑΤ. Το ΜΕΕΜΕΤΦΠ αναρτάται στην ιστοσελίδα του ΥΠΑΑΤ από την ΔΠΑΤ και στην ιστοσελίδα του ΕΦΕΤ από τον ΕΦΕΤ.

3. Η ενδιαφερόμενη επιχείρηση υποβάλλει στη ΔΠΑΤ αίτηση για την καταχώρισή της στο ΜΕΕΜΕΤΦΠ, στην οποία αναφέρει την/τις κατηγορία/ες τροφίμων και τον/ τους κίνδυνο/κινδύνους που έχει τη δυνατότητα να εξυγιάνει. Η αίτηση συνοδεύεται από βεβαίωση του ΕΦΕΤ για την πλήρωση των προϋποθέσεων της παρ. 1.

4. Η ΔΠΑΤ, μετά από εξέταση της αίτησης, καταχωρίζει την επιχείρηση στο ΜΕΕΜΕΤΦΠ, μεριμνά για την επικαιροποίηση της αντίστοιχης ιστοσελίδας του ΥΠΑΑΤ και ενημερώνει τον ΕΦΕΤ σχετικά με την επικαιροποίηση του ΜΕΕΜΕΤΦΠ.

5. Για την έκδοση βεβαίωσης του ΕΦΕΤ της παρ. 3, η ενδιαφερόμενη επιχείρηση υποβάλλει σχετική αίτηση στον ΕΦΕΤ, η οποία συνοδεύεται από τη σχετική άδεια της περ. δ’ της παρ. 1.

6. Ο ΕΦΕΤ διενεργεί ελέγχους στις καταχωρισμένες στο ΜΕΕΜΕΤΦΠ επιχειρήσεις με βάση την κατάταξή τους σε κατηγορία επικινδυνότητας και ενημερώνει σχετικά την ΔΠΑΤ. Όταν διαπιστώνει μη συμμόρφωση της επιχείρησης προς τις απαιτήσεις των περ. α’, β’ και γ’, της παρ. 1, ο ΕΦΕΤ εισηγείται στην ΔΠΑΤ τη διαγραφή της επιχείρησης από το ΜΕΕΜΕΤΦΠ.

7. Από την έναρξη ισχύος της παρούσας, η ΔΠΑΤ καταχωρίζει άμεσα στο ΜΕΕΜΕΤΦΠ τις επιχειρήσεις που έχουν εγκριθεί για να διενεργούν ειδική μεταχείριση σύμφωνα με την υπ’ αρ. 1882/27.7.2017 εγκύκλιο του Γενικού Γραμματέα Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, χωρίς προηγούμενη αίτησή τους.

Άρθρο 4
Διαδικασία υποβολής φορτίων σε ειδική μεταχείριση

1. Ο υπεύθυνος της επιχείρησης τροφίμων που έχει την ευθύνη για το φορτίο ή ο εκπρόσωπός του (ΥΕΤ) αποστέλλει έγγραφο στην αρμόδια αρχή του συνοριακού σταθμού ελέγχου ή του άλλου σημείου ελέγχου που απέρριψε το φορτίο, με το οποίο γνωστοποιεί την υποβολή του απορριφθέντος φορτίου σε ειδική μεταχείριση. Το έγγραφο περιλαμβάνει ιδίως τον τόπο προορισμού του φορτίου και την επωνυμία της επιχείρησης στην οποία θα πραγματοποιηθεί η ειδική μεταχείριση.

2. Η αρμόδια αρχή που απέρριψε το φορτίο εξετάζει το έγγραφο γνωστοποίησης του ΥΕΤ και, αν οι πληροφορίες που περιλαμβάνει είναι επαρκείς, με έγγραφό της προς τον ΥΕΤ και κοινοποίηση στο οικείο τελωνείο, τις αρμόδιες αρχές του τόπου προορισμού (ΠΚΠΦΠκΦΕ ή ΔΑΟΚ/ΔΑΟ) και στο τελωνείο του τόπου προορισμού, επιτρέπει τη μεταφορά του φορτίου, υπό την επίβλεψη των αρμοδίων αρχών, στην επιχείρηση που έχει υποδείξει ο ΥΕΤ. Στο έγγραφο αυτό αναφέρονται τα στοιχεία του φορτίου, η επωνυμία της επιχείρησης που θα πραγματοποιήσει την ειδική μεταχείριση, ο τόπος προορισμού και η, αρμόδια αρχή στον τόπο προορισμού.

3. Για τη μεταφορά του φορτίου προς ειδική μεταχείριση απαιτείται η αλλαγή της σήμανσης του προϊόντος από τον ΥΕΤ, ο οποίος επιθέτει την ένδειξη «το προϊόν είναι ακατάλληλο για ανθρώπινη κατανάλωση ως έχει και προορίζεται για ειδική μεταχείριση, πριν την κατανάλωση από τον άνθρωπο ή τη χρήση ως συστατικό σε τρόφιμα». Η σήμανση επιτίθεται σε κάθε μεμονωμένο σάκο ή άλλο είδους συσκευασίας ή/και στο εμπορευματοκιβώτιο ή/και αναγράφεται στα συνοδευτικά έγγραφα. Η ένδειξη αναγράφεται στα συνοδευτικά έγγραφα μόνο όταν σε αυτά υπάρχει η κατάλληλη πληροφόρηση ώστε να υπάρχει σαφής συσχέτιση με το φορτίο. Η αρμόδια αρχή της παρ. 1 επιβλέπει όλη τη διαδικασία φόρτωσης του φορτίου κατά την αλλαγή σήμανσης των μεμονωμένων σάκων ή άλλου είδους συσκευασίας, και διασφαλίζει την σφράγισή του.

4. Όταν το φορτίο εμπίπτει στις περ. δ’, ε’, και στ’ της παρ. 1 του άρθρου 47 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, συμπληρώνεται ανάλογα το κοινό υγειονομικό έγγραφο εισόδου (ΚΥΕΕ), σύμφωνα με το άρθρο 56 του ίδιου Κανονισμού. Το ΚΥΕΕ συμπληρώνεται ανάλογα και από την αρμόδια αρχή του τόπου προορισμού, όταν το φορτίο μεταφέρεται εκτός νομού έδρας της αρμόδιας αρχής που απέρριψε το φορτίο.

6. Ο ΥΕΤ ενημερώνει την αρμόδια αρχή του τόπου προορισμού, τουλάχιστον είκοσι τέσσερις (24) ώρες πριν την έναρξη της ειδικής μεταχείρισης.

7. α) Μετά το πέρας της ειδικής μεταχείρισης, το φορτίο/προϊόν τίθεται σε ελεύθερη κυκλοφορία αφού ο ΥΕΤ προσκομίσει στις αρμόδιες τελωνειακές αρχές, με κοινοποίηση στην αρμόδια αρχή που απέρριψε το φορτίο: αα) για τα φορτία των περ. δ’, ε’, και στ’ της παρ. 1 του άρθρου 47 του Κανονισμού 2017/625 το ΚΥΕΕ συνοδευόμενο από έγγραφο της αρμόδιας αρχής, με το οποίο βεβαιώνεται ότι το φορτίο που αναφέρεται στο συγκεκριμένο ΚΥΕΕ υποβλήθηκε σε ειδική μεταχείριση και είναι πλέον αποδεκτό για θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία για κατανάλωση από τον άνθρωπο, ββ) για τα φορτία του άρθρου 44 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, έγγραφο της αρμόδιας αρχής με το οποίο βεβαιώνεται ότι το συγκεκριμένο φορτίο υποβλήθηκε σε ειδική μεταχείριση και είναι πλέον αποδεκτό για θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία για κατανάλωση από τον άνθρωπο.
β) Η έκδοση του εγγράφου των υποπερ. αα’και ββ’ της περ. α’ γίνεται έπειτα από έλεγχο που διενεργείται για:
αα) την εξακρίβωση της τήρησης της διαδικασίας για την ειδική μεταχείριση και
ββ) την αξιοποίηση των εργαστηριακών αποτελεσμάτων, αυτοελέγχου ή επίσημης δειγματοληψίας, επί τελικού προϊόντος μετά την ειδική μεταχείριση, τα οποία αποδεικνύουν την απουσία του κινδύνου για τον οποίο απερρίφθη το φορτίο.
Η αξιοποίηση εργαστηριακών αποτελεσμάτων από τον αυτοέλεγχο της επιχείρησης γίνεται όταν αυτά προέρχονται από διαπιστευμένο για το πεδίο εργαστήριο, σύμφωνα με την περ. ε’ της παρ. 4 του άρθρου 37 του Κανονισμού (EE) 2017/625.
Από κάθε φορτίο το οποίο υποβάλλεται σε ειδική μεταχείριση, λαμβάνεται (ανά εφαρμογή διαδικασίας εξυγίανσης) προς ανάλυση τουλάχιστον ένα δείγμα από κάθε είδος τελικού προϊόντος, το οποίο προέρχεται από το φορτίο που έχει υποστεί τη διαδικασία εξυγίανσης, λαμβάνοντας υπόψη την αρχική ποσότητα πρώτης ύλης που εξυγιάνθηκε.

Άρθρο 5
Τέλη και επιβαρύνσεις

1. Ο ΥΕΤ βαρύνεται με τις δαπάνες στις οποίες υποβάλλονται οι αρμόδιες αρχές κατά την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας, σύμφωνα με την παρ. 7 του άρθρου 66 και το τελευταίο εδάφιο του άρθρου 67 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625.

2. Για τους ελέγχους της περ. β’ της παρ. 7 του άρθρου 4 της παρούσας εισπράττονται τέλη σύμφωνα με την υπ’ αρ. 310617/1.9.2009 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (Β’ 1883).

Άρθρο 6
Έναρξη ισχύος

Η απόφαση αυτή αρχίζει να ισχύει από την δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 5 Απριλίου 2023

Ο Υπουργός
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΑΝΤΑΣ