Σ.Τ.Ε. 10310/2005
Ταμειακή βεβαίωση χρεών. Μη αποστολή ή καθυστερημένη περιέλευση στον οφειλέτη της σχετικής ατομικής ειδοποίησης
Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών (Μονομ.)
Αριθ. απόφασης: 10310/2005
Δικαστής: Παναγιώτης Καραλής, Πρωτοδίκης Δ.Δ.
Δικηγόρος: Αποστ. Φέστας
Κώδικας είσπραξης δημόσιων εσόδων (Π.Δ. 356/1974, άρθρα 2, 4) και Κώδικας διοικητικής δικονομίας (Ν. 2717/1999, άρθρα 217, 228).
Ταμειακή βεβαίωση χρεών. Μη αποστολή ή καθυστερημένη περιέλευση στον οφειλέτη της σχετικής ατομικής ειδοποίησης: Η ατομική ειδοποίηση ακολουθεί τη νομότυπη ταμειακή βεβαίωση του ποσού του χρέους του οφειλέτη του δημοσίου και αποσκοπεί στο να γνωστοποιηθεί στον οφειλέτη το χρέος του και η αιτία του, ούτως ώστε να δυνηθεί να στραφεί με τα ένδικα μέσα που προβλέπει ο ΚΕΔΕ (ανακοπή ή αναστολή) κατά της πράξης ταμειακής βεβαίωσης ή να προβεί σε ρύθμιση του χρέους του. Τυχόν καθυστερημένη περιέλευση της ατομικής ειδοποίησης στον οφειλέτη, η οποία θα είχε ως αποτέλεσμα να απολέσει ο τελευταίος το στάδιο δικονομικής προστασίας προ της λήψης συγκεκριμένου μέτρου εκτέλεσης, όπως η κατάσχεση κινητών ή ακινήτων του, οδηγεί σε ακύρωση της πράξης αυτής εκτέλεσης, εφόσον ο οφειλέτης επικαλεσθεί το γεγονός αυτό, της μη εγκαίρου περιέλευσης της ατομικής ειδοποίησης.
Δεκτή ανακοπή φορολογουμένου
[…] 1. Επειδή, με την κρινόμενη ανακοπή, για την οποία καταβλήθηκαν τα νόμιμα τέλη παραβόλου ζητείται παραδεκτώς η ακύρωση της… έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης της δικαστικής επιμελήτριας Αθηνών…, με την οποία κατασχέθηκε, ύστερα από έγγραφη παραγγελία του Προϊσταμένου ΔΟΥ…, ένα ακίνητο του ανακόπτοντος που βρίσκεται στην περιφέρεια του Δήμου Χαλανδρίου, λόγω μη εξόφλησης βεβαιωμένων χρεών αυτού προς το Δημόσιο.
2. Επειδή, με τις διατάξεις του άρθρου 2 του Ν.Δ/τος 356/1974 (Α΄ 90) ορίζεται ότι: “1. Η είσπραξις των δημοσίων εσόδων ανατίθεται εις τα Δημόσια Ταμεία, …. ενεργείται δε δυνάμει νομίμου τίτλου. 2. Νόμιμος τίτλος είναι: Η κατά τους κείμενους νόμους βεβαίωσις και ο υπό των αρμοδίων Διοικητικών ή ετέρων αρμοδίων κατά νόμον Αρχών προσδιορισμός του εισπρακτέου ποσού, του είδους του εσόδου και της αιτίας δι΄ ην οφείλεται, β) Η εξ εγγράφων δημοσίων ή ιδιωτικών αποδεικνυομένη οφειλή, γ)….” και με τις διατάξεις του άρθρου 4 του ίδιου Κώδικα ότι: “Αμα τη βεβαιώσει ποσού τίνος εις το Δημόσιον Ταμείον ως δημοσίου εσόδου ο Διευθυντής Ταμείου υποχρεούται επί πειθαρχική αυτού ευθύνη να αποστείλη προς τον οφειλέτην ατομικήν ειδοποίησιν, δυνάμενος και να κοινοποίηση τούτην, περιέχουσαν τα στοιχεία του οφειλέτου, το είδος και το ποσόν του χρέους… Η ειδοποίησις αυτή αποστέλλεται προς τον οφειλέτην δια της Ταχυδρομικής Υπηρεσίας ή δια υπαλλήλων του Δημοσίου Ταμείου… 2. Η κατά την προηγουμένην παράγραφον κοινοποιούμενη ατομική ειδοποίησις δεν εξομοιούται προς την επιταγήν προς πληρωμήν. 3. Η παράλειψις αποστολής της κατά την παράγραφον 1 του παρόντος άρθρου ειδοποιήσεως ουδεμίαν ασκεί επίδρασιν επί του κύρους των κατά του οφειλέτου λαμβανομένων αναγκαστικών μέτρων”. Εξάλλου το άρθρο 217, παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Ν. 2717/1999, φ. Α΄ 97) ορίζεται ότι “1. Ανακοπή χωρεί κατά κάθε πράξης που εκδίδεται στα πλαίσια της διαδικασίας της διοικητικής εκτέλεσης και, ιδίως, κατά: α) της πράξης της ταμειακής βεβαίωσης του εσόδου, β) της κατασχετήριας έκθεσης…” και στο άρθρο 228 του ίδιου Κώδικα ορίζεται ότι: “1. Η προθεσμία άσκησης, καθώς και η άσκηση της ανακοπής δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης. Στις περιπτώσεις α΄, β΄, δ΄ και ε΄ της παρ. 1 του άρθρου 217, ενόσω εκκρεμεί η ανακοπή, μπορεί να υποβληθεί από τον ανακόπτοντα, αίτηση αναστολής της εκτέλεσης των προσβαλλόμενων πράξεων. 2. Καθ΄ ύλην και κατά τόπο αρμόδιο, για την εκδίκαση της αίτησης της προηγουμένης παραγράφου, είναι το κατά το άρθρο 218 δικαστήριο, εφόσον σε αυτό εκκρεμεί η ανακοπή, το οποίο και εκδικάζει την αίτηση κατά τη διαδικασία των άρθρων 200 έως και 209, οι οποίες εφαρμόζονται αναλόγως.”. Τέλος, το άρθρο 20 παρ. 1 του Συν/τος ορίζει ότι καθένας έχει δικαίωμα παροχής έννομης προστασίας από τα δικαστήρια και μπορεί να αναπτύξει σ΄ αυτά τις απόψεις του για τα δικαιώματα ή συμφέροντά του, όπως ο νόμος ορίζει. Κατά την έννοια των διατάξεων που προαναφέρθηκαν, η ατομική ειδοποίηση ακολουθεί τη νομότυπη ταμειακή βεβαίωση του ποσού του χρέους του οφειλέτη του δημοσίου και αποσκοπεί στο να γνωστοποιηθεί στον οφειλέτη το χρέος του και η αιτία του, ούτως ώστε να δυνηθεί να στραφεί με τα ένδικα μέσα που προβλέπει ο Κ.Ε.Δ.Ε. (ανακοπή ή αναστολή εκτελέσεως) κατά της πράξεως ταμειακής βεβαιώσεως ή να προβεί σε ρύθμιση του χρέους του. Εν όψει αυτού και του ότι η διάταξη του άρθρου 4 παρ. 3 του Κ.Ε.Δ.Ε. πρέπει να ερμηνεύεται σύμφωνα προς τη διάταξη του άρθρου 20, παρ. 1 του Συντάγματος, τυχόν καθυστερημένη περιέλευση της ατομικής ειδοποιήσεως στον οφειλέτη, η οποία θα είχε ως αποτέλεσμα να απωλέσει ο τελευταίος (οφειλέτης) στάδιο δικονομικής προστασίας προ της λήψεως συγκεκριμένου μέτρου εκτελέσεως, όπως η κατάσχεση κινητών ή ακινήτων του, οδηγεί σε ακύρωση της πράξεως αυτής εκτελέσεως, εφόσον ο οφειλέτης επικαλεσθεί το γεγονός αυτό, της μη εγκαίρου περιελεύσεως της ατομικής ειδοποιήσεως (ΣτΕ 1639/2003).
3. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Με την προσβαλλόμενη έκθεση κατασχέθηκε αναγκαστικά ένα διαμέρισμα του ανακόπτοντος που βρίσκεται στον Δ΄ υπέρ το ισόγειο όροφο της επί της οδού… πολυκατοικίας στο Χαλάνδρι. Η κατάσχεση αυτή επιβλήθηκε για την αναγκαστική είσπραξη βεβαιωμένων οφειλών που αναφέρονται στο συνημμένο στην έκθεση αυτή πίνακα χρεών.
… 4. Ήδη ο ανακόπτων προβάλλει ότι η προσβαλλόμενη έκθεση κατασχέσεως είναι άκυρη, διότι ουδέποτε του γνωστοποιήθηκαν οι πράξεις ταμειακής βεβαίωσης της φορολογικής αρχής για την ύπαρξη των βεβαιωθέντων οφειλών του, ώστε να ασκήσει τα νόμιμα δικαιώματα του κατ΄ αυτών. Ο λόγος αυτός είναι βάσιμος, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στην 2η σκέψη της παρούσας, καθόσον ναι μεν από τη διάταξη του άρθρου 4 του Ν.Δ. 356/1974 δεν απαιτείται κοινοποίηση της ατομικής ειδοποιήσεως προς τον οφειλέτη και αρκεί η ταχυδρομική της αποστολή, πλην όμως πρέπει αυτός να λαμβάνει γνώση της ταμειακής βεβαίωσης, καθώς και της ύπαρξης και της αιτίας του χρέους, ώστε να δυνηθεί να στραφεί με τα ένδικα μέσα που προβλέπονται κατά της πράξεως ταμειακής βεβαιώσεως ή να προβεί σε ρύθμιση του χρέους του, στη συγκεκριμένη δε περίπτωση δεν προκύπτει από κανένα στοιχείο του φακέλου ότι ο ανακόπτων είχε λάβει με οποιονδήποτε τρόπο γνώση των πιο πάνω ταμειακών βεβαιώσεων και των βάσει αυτών βεβαιωθεισών οφειλών του, προτού του επιβληθεί η ένδικη κατάσχεση, με αποτέλεσμα να στερηθεί αυτός στάδιο δικονομικής προστασίας προ τη λήψεως αυτού του επαχθούς μέτρου (πρβλ. και ΣτΕ 499/2004).
Ειδικότερα, είναι αναπόδεικτοι οι ισχυρισμοί του Ελληνικού Δημοσίου περί του ότι είχε αποστείλει στον ανακόπτοντα ατομικές ειδοποιήσεις για τις βεβαιωθείσες οφειλές του, καθώς και ότι αυτός γνώριζε για το ανωτέρω χρέος από ΦΠΑ, ύστερα από ρύθμιση στην οποία είχε υπαχθεί, αφού κανένα σχετικό στοιχείο δεν προσκομίστηκε. Ενόψει αυτών πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη ανακοπή – ενώ παρέλκει ως αλυσιτελής η εξέταση των υπόλοιπων λόγων αυτής – και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη έκθεση κατάσχεσης. Τέλος, το Δικαστήριο εκτιμώντας τις περιστάσεις κρίνει ότι πρέπει να απαλλαγεί το καθού από τα δικαστικά έξοδα (άρθ. 275, παρ. 1 του ΚΔΔ).