ΝΟΜΟΣ ΥΠ` ΑΡΙΘ. 2483 ΦΕΚ Α΄74/12.5.1997
Κύρωση Συμφωνίας μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης της Δημοκρατίας της Λιθουανίας για την προώθηση και και αμοιβαία προστασία των επενδύσεων.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ.
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
Κυρώνεται και έχει την ισχύ, που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, η Συμφωνία μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης της Δημοκρατίας της Λιθουανίας για την προώθηση και αμοιβαία προστασία των επενδύσεων. που υπογράφηκε στο Βίλνιους στις 19 ιουλίου 1996, της οποίας το κείμενο σε πρωτότυπο στην ελληνική και αγγλική γλώσσα έχει ως εξής:
ΣΥΜΦΩΝΙΑ
ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΛΙΘΟΥΑΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΚΑΙ ΑΜΟΙΒΑΙΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ
Η Κυβέρνηση της Ελληνικής Δημοκρατίας και η Κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Λιθουανίας, Αποκαλούμενες εφεξής “τα Συμβαλλόμενα Μέρη”,
ΕΠΙΘΥΜΩΝΤΑΣ να ενισχύσουν την οικονομική τους συνεργασία προς το αμοιβαίο όφελος των δύο Κρατών σε μακροχρόνια βάση,
ΕΧΟΝΤΑΣ ως στόχο τη δημιουργία ευνοικών συνθηκών για τις επενδύσεις επενδυτών τους ενός Συμβαλλόμενου Μέρους, στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους,
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ ότι η προώθηση και αμοιβαία προστασία των επενδύσεων, βάσει της παρούσας Συμφωνίας, θα τονώσει την ατομική επιχειρηματική πρωτοβουλία στον τομέα αυτόν και θα συμβάλλει στην ευμερία των δύο Συμβαλλόμενων Μερών,
ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:
ΑΡΘΡΟ 1
Ορισμοί
Για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας:
1.”Επένδυση” σημαίνει κάθε είδους περιουσιακό στοιχείο το οποίο επενδύεται από επενδυτή του ενός Συμβαλλόμενου Μέρους στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, υπό την προϋπόθεση ότι η εν λόγω επένδυση έγινε σύμφωνα με τη νομοθεσία του δεύτερου Συμβαλλόμενου Μέρους, και περιλαμβάνει ειδικότερα, αλλά όχι αποκλειστικά:
α) κινητή και ακίνητη ιδιοκτησία και κάθε εμπράγματο δικαίωμα, όπως υποθήκες, εμπράγματες ασφάλειες και ενέχυρα, καθώς και άλλα παρόμοια δικαιώματα,
β) μετοχές, εταιρικά μερίδια, ομολογίες και κάθε άλλη μορφή συμμετοχής σε εταιρία,
γ) απαιτήσεις εις χρήμα το οποίο έχει χρησιμεύσει για τη δημιουργία οικονομικής αξίας και κάθε άλλη συμβατική απαίτηση που έχει οικονομική αξία, καθώς και δάνεια συνδεόμενα με επένδυση,
δ) δικαιώματα πνευματικής κοι βιομηχανικής ιδιοκτησίας, ευρεσιτεχνίες, σήματα, τεχνικές μέθοδοι, τεχνογνωσία, επιχειρηματική φήμη και άλλα παρόμοια δικαιώματα,
ε) δημοσίου δικαίου εκχωρήσεις επιχειρηματικών δικαιωμάτων, περιλαμβανομένων και εκχωρήσεων για έρευνα, ανάπτυξη, εξόρυζη ή εκμετάλλευση φυσικών πόρων, καθώς και κάθε άλλο δικαίωμα παραχωρούμενο βάσει νόμου, συμβάσεως ή αποφάσεως της δημόσιας αρχής, σύμφωνα με το νόμο.
Ενδεχόμενη μεταβολή του τύπου της επένδυσης που έχει πραγματοποιηθεί δεν μεταβάλλει το χαρακτήρα της ως επένδυσης, υπό τον όρο ότι η μεταβολή αυτή έγινε σύμφωνα με τη νομοθεσία του Συμβαλλόμενου Μέρους υποδοχής της επένδυσης.
2. “Απόδοση” σημαίνει τα έσοδα που αποφέρει μία επένδυση και περιλαμβάνει ειδικότερα αλλά όχι αποκλειστικά, κέρδη, τόκους, υπεραξία, μερίσματα, δικαιώματα πνευματικής και βιομηχανικής ιδιοκτησίας και αμοιβές.
3. “Επενδυτής” σημαίνει:
Σε σχέση με την Ελληνική Δημοκρατία:
i) φυσικά πρόσωπα που έχουν την ελληνική ιθαγένεια, σύμφωνα με τη νομοθεσία της Ελληνικής Δημοκρατίας,
ii) νομικά πρόσωπα που έχουν συσταθεί σύμφωνα με τη νομοθεσία της Ελληνικής Δημοκρατίας.
β) Σε σχέση με τη Δημοκρατία της Λιουανίας:
i) φυσικά πρόσωπα το οποία είναι υπήκοοι της Δημοκρατίας της Λιθουανίας σύμφωνα με τη λιθουανική νομοθεσία και πρόσωπα χωρίς ιθαγένεια, τα οποία είναι μόνιμοι κάτοικοι στο έδαφος της Δημοκρατίας της Λιθουανίας,
ii) οποιαδήποτε οντότητα συνεστημένη βάσει των λιθουανικών νόμων και κσταχωρημένη στο έδαφος της δημοκρατίας της Λιθουανίας, σύμφωνα με τη νομοθεσία της,
iii) οποιαδήποτε οντότητα ή οργανισμός, που έχει συσταθεί σύμφωνα με τη νομοθεσία οποιασδήποτε τρίτης χώρας και ελέγχεται, άμεσα ή έμμεσα, από Λιθουανούς υπηκόους ή από οντότητες που έχουν την έδρα τους (κεντρικά γραφεία) στο έδαφος της Δημοκρατίας της Λιθαυανίας, του ελέγχου νοουμένου ως σημαντικού ποσοστού ιδιοκτησίας.
4. “Εδαφος” σημαίνει, σε σχέση με κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος, το έδαφος υπό την κυριαρχία του, περιλαμβανομένων και των χωρικών υδάτων, καθώς και τις υποθαλάσσιες περιοχές, επί των οποίων το εν λόγω Συμβαλλόμενο Μέρος ασκεί, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, κυριαρχικά δικαιώματα ή δικαιοδοσία.
ΑΡΘΡΟ 2
Προώθηση και προστασία των επενδύσεων
1. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος προωθεί, στο έδαφός του, επενδύσεις επενδυτών του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους και κάνει δεκτές τις επενδύσεις αυτές σύμφωνα με τη νομοθεσία του.
2. Επενδύσεις επενδυτών Συμβαλλόμενου Μέρους απολαμβάνουν πάντοτε,στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, δικαίας μεταχειρίσεως και πλήρους προστασίας και ασφαλείας. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος εξασφαλίζει ότι η διαχείριση, συντήρηση, χρήση, εκμετάλλευση ή διάθεση, στο έδαφός του, επενδύσεων επενδυτών του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους δεν παρακωλύεται καθ` οιονδήποτε τρόπο με μέτρα αδικαιολόγητα ή διακριτικής φύσεως.
3. Η απόδοση των επενδύσεων και, σε περίπτωση επανεπενδύσεως, το σχετικό εισόδημα, απολαμβάνουν της ιδίας προστασίας με την αρχική επένδυση.
4. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος τηρεί οποιαδήποτε άλλη υποχρέωση έχει αναλάβει σε σχέση με επενδύσεις επενδυτών του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους.
ΑΡΘΡΟ 3
Μεταχείριση των επενδύσεων
1. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος παραχωρεί στις επενδύσεις, που πραγματοποιούνται στο έδαφός του από επενδυτές τού άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, μεταχείριση όχι λιγότερο ευνοϊκή από εκείνη που παραχωρεί σε επενδύσεις των ιδίων επενδυτών του ή σε επενδύσεις επενδυτών τρίτου κράτους, εφαρμοζομένης της ευνοϊκοτέρας μεταχειρίσεως.
2. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος παραχωρεί στους επενδυτές του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, όσον αφορά τη δραστηριότητα που αναπτύσσουν στο έδαφός του σε σχέση με επενδύσεις, μεταχείριση όχι λιγότερο ευνοϊκή από εκείνη που παραχωρεί στους ιδίους επενδυτές του ή σε επενδυτές τρίτου κράτους, εφαρμοζομένης της ευνοϊκοτέρας μεταχειρίσεως.
3. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου δεν συνεπάγονται υποχρέωση του ενός Συμβαλλόμενου Μέρους να επεκτείνει στους επενδυτές του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους τα πλεονεκτήματα οποιασδήποτε μεταχειρίσεως, προτιμήσεως ή προνομίου που απορρέουν από:
α) τη συμμετοχή του σε υφιστάμενη ή μελλοντική τελωνειακή ένωση, οικονομική ένωση, συμφωνία περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης ή παρόμοια διεθνή συμφωνία, ή
β) διεθνή συμφωνία ή ρύθμιση σχετική εν όλω ή εν μέρει με φορολογία.
ΑΡΘΡΟ 4
Απαλλοτρίωση
1. Επενδύσεις επενδυτών του ενός Συμβαλλόμενου Μέρους στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους δεν υπόκεινται σε απαλλοτρίωση, εθνικοποίηση ή οποιοδήποτε άλλο μέτρο τα αποτελέσματα του οποίου ισοδυναμούν με απαλλοτρίωση ή εθνικοποίηση (αποκαλούμενες εφεξής “απαλλοτρίωση”), παρά μόνο για λόγους δημοσίου συμφέροντος, με νόμιμες διαδικασίες, σε μη διακριτική βάση και κατόπιν καταβολής αμέσου, επαρκούς και αποτελεσματικής αποζημιώσεως. Η αποζημίωση αυτή είναι ίση με την αγοραία αξία της θιγείσης επενδύσεως αμέσως πριν από το χρονικό σημείο κατά το οποίο ελήφθη το συγκεκριμένο μέτρο ή έγινε δημοσίως γνωστό, επιλεγομένου του προγενέστερου χρονικού σημείου, περιλαμβάνει τόκο από την ημέρα της απαλλοτριώσεως έως την ημέρα καταβολής, με το σύνηθες εμπορικό επιτόκιο και μεταφέρεται ελεύθερα σε ελεύθερα μετατρέψιμο νόμισμα.
2. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται επίσης και στην περίπτωση κατά την οποία Συμβαλλόμενο Μέρος προβαίνει σε απαλλοτρίωση περιουσιακών στοιχείων εταιρίας, η οποία έχει συσταθεί σύμφωνα με τη νομοθεσία του σε οποιοδήποτε σημείο του εδάφους του και της οποίας επενδυτής του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους κατέχει μεταχές.
3. Επενδυτές, των οποίων το περιουσιακά στοιχεία απαλλοτριώνονται, έχουν δικαίωμα, σύμφωνα με τη νομοθεσία του Συμβαλλόμενου Μέρους, το οποίο προβαίνει στην απαλλοτρίωση, σε άμεση επανεξέταση, από την αρμόδια δικαστική ή διοικητική αρχή του Συμβαλλόμενου Μέρους αυτού, της περιπτώσεώς τους, της αποτίμησης της επενδύσεώς τους και της καταβολής της αποζημιώσεως, σύμφωνα με τις αρχές που καθορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.
4. Οι επενδυτές που αναφέρονται στο άρθρο 1, παράγραφος 3, σημείο β) iii) της παρούσας Συμφωνίας, δεν μπορούν να εγείρουν απαιτήσεις βάσει του παρόντος άρθρου, εάν έχουν λάβει αποζημίωση βάσει παρόμοιας διατάξεως άλλης συμφωνίας προστασίας επενδύσεως που έχει συνάψει η Δημοκρατία της Λιθουανίας.
ΑΡΘΡΟ 5
Αποζημιώσεις
1. Οι επενδυτές του ενός Συμβαλλόμενου Μέρους, των οποίων οι επενδύσεις στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους υφίστανται ζημίες λόγω πολέμου η άλλης ένοπλης σύγκρουσης, κσταστάσεως εκτάκτου ανάγκης, πολιτικών αναταραχών ή άλλων παρόμοιων γεγονότων στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, απολαμβάνουν από το δεύτερο Συμβαλλόμενο Μέρος μεταχείριση, όσον αφορά την αποκατάσταση, αποζημίωση ή άλλου είδους διευθέτηση, όχι λιγότερο ευνοϊκή από εκείνη που το Συμβαλλόμενο Μέρος αυτό επιφυλάσσει στους ιδίους επενδυτές του ή στους επενδυτές τρίτου κράτους, εφαρμοζομένης της ευνοϊκοτέρας μεταχειρίσεως. Προκύπτουσες πληρωμές καταβάλλονται αμέσως και μεταφέρονται ελεύθερα σε ελεύθερα μετατρέψιμο νόμισμα.
2. Μη θιγομένων των διατάξεων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, επενδυτές του ενός Συμβαλλόμενου Μέρους οι οποίοι, σε οποιαδήποτε από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο αυτή, υφίστανται ζημίες στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους λόγω:
α) επιτάξεως της επενδύσεώς τους ή μέρους αυτής από τις δυνάμεις ή αρχές του δεύτερου Συμβαλλόμενου Μέρους, ή
β) καταστροφής της επενδύσεώς τους ή μέρους αυτής από τις δυνάμεις ή αρχές του δεύτερου Συμβαλλόμενου Μέρους, η οποία δεν επεβάλετο από τις περιστάσεις,
τυγχάνουν αμέσου, επαρκούς και αποτελεσματικής επανορθώσεως ή αποζημιώσεως.
ΑΡΘΡΟ 6
Επαναπατρισμός της επενδύσεως και της αποδόσεώς της
1. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη εγγυώνται, όσον αφορά τις επενδύσεις επενδυτών του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, την ανεμπόδιστη μεταφορά της επενδύσεως και της αποδόσεώς της.
Η μεταφορά πραγματοποιείται χωρίς καθυστέρηση, σε ελεύθερα μετατρέψιμο νόμισμα, με την ισοτιμία που επικρατεί στην αγορά κατά την ημέρα της μεταφοράς κοι σύμφωνα με τις διαδικασίες που ισχύουν στο Συμβαλλόμενο Μέρος στο έδαφος του οποίου έχει πραγματοποιηθεί η επένδυση.
2. Οι μεταφορές αυτές περιλαμβάνουν ειδικότερα, αλλά όχι αποκλειστικά:
α) κεφάλαιο και πρόσθετο ποσά για τη συντήρηση ή επέκταση της επένδυσης,
β) κέρδη, τόκους, μερίσματα και άλλο τρέχοντα εισοδήματα,
γ) ποσά για την εξόφληση δανείων,
δ) δικαιώματα πνευματικής και βιομηχανικής ιδιοκτησίας και αμοιβές,
ε) προϊόν πωλήσεως ή ρευστοποιήσεως της επένδυσης ή μέρους αυτής,
στ) αποζημιώσεις σύμφωνα με το άρθρα 4 και 5,
ζ) τα μη δαπανηθέν μέρος των αποδοχών και άλλων αμοιβών προσωπικού, το οποίο έχει προσληφθεί από το εξωτερικό, σε σχέση με συγκεκριμένη επένδυση.
ΑΡΘΡΟ 7
Υποκατάσταση
1. Εάν οι επενδύσεις επενδυτή ενός Συμβαλλόμενου Μέρους στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους είναι ασφαλισμένες για μη εμπορικούς κινδύνους, βάσει νομίμου συστήματος εγγυήσεως, κάθε υποκατάσταση του ασφαλιστή στα δικαιώματα του εν λόγω επενδυτή, σύμφωνα με τους όρους της ασφάλειας αυτής, αναγνωρίζεται από το δεύτερο Συμβαλλόμενο Μέρος, μη θιγομένων των δικαιωμάτων του επενδυτή σύμφωνα με το άρθρο 9 της παρούσας Συμφωνίας.
2. Ο ασφαλιστής δεν δικαιούται να ασκήσει δικαιώματα άλλα, πέραν των δικαιωμάτων που θα εδικαιούτο να ασκήσει ο επενδυτής.
3. Διαφορές μεταξύ Συμβαλλόμενου Μέρους και ασφαλιστή θα καταβάλλεται προσπάθεια να επιλύονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9 της παρούσας Συμφωνίας.
Αρθρο 8
Επίλυση διαφορών μεταξύ των Συμβαλλόμενων Μερών
1. Κάθε διαφορά μεταξύ των Συμβαλλόμενων Μερών σχετική με την ερμηνεία ή την εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας, επιλύεται, εφόσον τούτο είναι δυνατόν, δια διαπραγματεύσεων, δια της διπλωματικής οδού.
2. Εάν η διαφορά δεν μπορέσει να διευθετηθεί κατ` αυτόν τον τρόπο εντός έξι μηνών από την έναρξη των διαπραγματεύσεων, υποβάλλεται σε διαιτητικό δικαστήριο κατόπιν αιτήσεως Συμβαλλόμενου Μέρους.
3. Το διαιτητικό δικαστήριο συγκροτείται σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση ως ακολούθως: Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος ορίζει ένα διαιτητή και οι δύο αυτοί διαιτητές ορίζουν, κατόπιν μεταξύ τους συμφωνίας, υπήκοο τρίτης χώρας ως πρόεδρο. Οι διαιτητές ορίζονται εντός τριών μηνών κοι ο πρόεδρος εντός πέντε μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία ένα Συμβαλλόμενο Μέρος γνωστοποίησε στο άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος την πρόθεσή του να παραπέμψει τη διαφορά σε διαιτητικό δικαστήριο.
4. Εάν εντός των προθεσμιών που καθορίζονται στην παρ. 3 του παρόντος άρθρου δεν έχουν γίνει οι αναγκαίοι διορισμοί, οποιοδήποτε από το Συμβαλλόμενα Μέρη μπορεί, ελλείψει άλλης συμφωνίας, να καλέσει τον Πρόεδρο του Διεθνούς Δικαστηρίου να προβεί στους αναγκαίους διορισμούς. Εάν ο Πρόεδρος του Διεθνούς Δικαστηρίου είναι υπήκοος ενός των Συμβαλλόμενων Μερών ή κωλύεται κατ` άλλον τρόπο να ασκήσει το εν λόγω καθήκον, καλείται να προβεί στους αναγκαίους διορισμούς ο Αντιπρόεδρος και, σε περίπτωση που ο τελευταίος είναι υπήκοος Συμβαλλόμενου Μέρους ή κωλύεται κατ` άλλον τρόπο να ασκήσει το εν λόγω καθήκον, το αρχαιότερο κατά σειρά Μέλος του Δικαστηρίου που δεν είναι υπήκοος Συμβαλλόμενου Μέρους καλείται να προβεί στους αναγκαίους διορισμούς.
5. Το διαιτητικό δικαστήριο αποφασίζει σύμφωνα με το νόμο και, ιδίως, βάσει της παρούσας Συμφωνίας και άλλων σχετικών συμφωνιών μεταξύ των Συμβαλλόμενων Μερών, καθώς και των γενικώς παραδεδεγμένων κανόνων και αρχών του διεθνούς δικαίου.
6. Το δικαστήριο καθορίζει την εσωτερική του διαδικασία, εκτός εάν τα Συμβαλλόμενα Μέρη αποφασίσουν άλλως.
Το δικαστήριο εκδίδει την απόφασή του κατά πλειοψηφία. Η απόφαση αυτή είναι τελική και δεσμευτική για τα Συμβαλλόμενα Μέρη.
7. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος φέρει το κόστος του διαιτητή που όρισε το ίδιο, καθώς και της εκπροσώπησής του. Το κόστος του προέδρου, καθώς και κάθε άλλο κόστος φέρουν τα Συμβαλλόμενα Μέρη εξίσου. Το δικαστήριο δύνατοι πάντως να ορίσει στην απόφασή του ότι ένα από τα δύο Συμβαλλόμενα Μέρη θα φέρει μεγαλύτερο ποσοστά του κόστους και η απόφαση αυτή είναι δεσμευτική για το Συμβαλλόμενα Μέρη.
Αρθρο 9
Επίλυση διαφορών μεταξύ επενδυτή και Συμβαλλόμενου Μέρους
1. Διαφορά μεταξύ επενδυτή του ενός Συμβαλλόμενου Μέρους και του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, που αφορά υποχρέωση του τελευταίου, βάσει της παρούσας Συμφωνίας, σχετική με επένδυση του πρώτου, επιλύεται, εφόσον τούτο είναι δυνατόν, από τα ενδιαφερόμενα Μέρη φιλικά.
2. Εάν η εν λόγω διαφορά δεν μπορέσει να επιλυθεί εντός έξι μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία ένα από τα Μέρη ζήτησε εγγράφως τη φιλική διευθέτησή της, η διαφορά μπορεί να υποβληθεί, κατόπιν αιτήματος οποιουδήποτε Μέρους της διαφοράς και κατόπιν επιλογής του ενδιαφερόμενου επενδυτή, είτε στο αρμόδιο δικαστήριο του Συμβαλλόμενου Μέρους στο έδαφος του οποίου έχει πραγματοποιηθεί η επένδυση είτε στη διεθνή διαιτησία ή συνδιαλλαγή.
Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος συγκατατίθεται δια της παρούσας Συμφωνίας στην υποβολή των εν λόγω διαφορών στη διεθνή διαιτησία.
3. Εφόσον η διαφορά παραπεμφθεί στη διεθνή διαιτησία, ο ενδιαφερόμενος επενδυτής μπορεί να υποβάλει τη διαφορά είτε:
α) στο Διεθνές Κέντρο για το Διακανονισμό των Διαφορών εξ Επενδύσεων, που ιδρύθηκε με τη Σύμβαση “δια την ρύθμισιν των σχετιζομένων προς τας επενδύσεις διαφορών μεταξύ Κρατών και υπηκόων άλλων Κρατών”, η οποία ανοίχθηκε για υπογραφή στην Ουάσινγκτον D.C. στις 18 Μαρτίου 1965, προς διευθέτηση δια της οδού της διαιτησίας ή της συνδιαλλαγής κατ. εφαρμογή των “Κανόνων Πρόσθετης Διευκόλυνσης”, είτε
β) σε ad hoc διαιτητικό δικαστήριο, το οποίο συνιστάται σύμφωνα με τους κανόνες περί διαιτησίας της Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για το Διεθνές Εμπορικό Δίκαιο (U.N.C.I.T.R.A.L.).
Κάθε διαιτησία κατ` εφαρμογή της παρούσας παραγράφου διεξάγεται, κατόπιν αιτήματος οποιουδήποτε Μέρους της διαφοράς, σε κράτος το οποίο είναι Μέρος της Σύμβασης της Νέας Υόρκης για την Αναγνώριση και Εκτέλεση των Αλλοδαπών Διαιτητικών Αποφάσεων, η οποία έγινε στη Νέα Υόρκη στις 10 Ιανουαρίου 1958 (“Σύμβαση της Νέας Υόρκης”).
4. Το διαιτητικό δικαστήριο επιλύει τη διαφορά σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας Συμφωνίας και τους εφαρμοστέους κανόνες και αρχές του διεθνούς δικαίου. Οι διαιτητικές αποφάσεις είναι τελεσίδικες και δεσμευτικές για τα Μέρη της διαφοράς. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος εφαρμόζει χωρίς καθυστέρηση τις εν λόγω αποφόσεις και τις εκτελεί σύμφωνα με την εθνική του νομοθεσία.
5. Κατά τη διάρκεια της διαιτητικής διαδικασίας ή της εκτελέσεως της διαιτητικής αποφάσεως το Συμβαλλόμενο Μέρος που έχει εμπλακεί στη διαφορά δεν δύναται να επικαλεσθεί ότι ο επενδυτής του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους έχει τύχει αποζημιώσεως, εν όλω ή εν μέρει, βάσει ασφαλιστικής συμβάσεως.
Αρθρο 10
Εφαρμογή άλλων διατάξεων
Εφόσον η νομοθεσία Συμβαλλόμενου Μέρους ή υφιστάμενες ή αναλαμβανόμενες στο μέλλον, βάσει του διεθνούς δικαίου, μεταξύ των Συμβαλλόμενων Μερών υποχρεώσεις επιπλέον της παρούσας Συμφωνίας περιλαμβάνουν ρυθμίσεις, γενικές ή ειδικές, με τις οποίες παρέχεται το δικαίωμα σε επενδύσεις επενδυτών του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους για ευνοϊκότερη μεταχείριση από την προβλεπόμενη με την παρούσα Συμφωνία, οι ρυθμίσεις αυτές, στο μέτρο που είναι ευνοϊκότερες, υπερισχύουν της παρούσας Συμφωνίας.
Αρθρο 11
Εφαρμογή
Η παρούσα Συμφωνία εφαρμόζεται επίσης σε επενδύσεις που πραγματοποιήθηκαν πριν από τη θέση της σε ισχύ, από επενδυτές του ενός Συμβαλλόμενου Μέρους στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, σύμφωνα με τη νομοθεσία του τελευταίου. Ωστόσο, η παρούσα Συμφωνία δεν εφαρμόζεται σε διαφορές που είναι δυνατό να ηγέρθησαν πριν από τη θέση της σε ισχύ.
Αρθρο 12
Διαβουλεύσεις και ανταλλαγή πληροφοριών
Κάθε φορά που κρίνεται απαραίτητο, διεξάγονται διαβουλεύσεις μεταξύ εκπροσώπων των Συμβαλλόμενων Μερών, επί θεμάτων που αφορούν την εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας. Οι διαβουλεύσεις διεξάγονται κατόπιν προτάσεως Συμβαλλόμενου Μέρους, σε χρόνο και τόπο που συμφωνούνται δια της διπλωματικής οδού.
Κατόπιν αιτήματος Συμβαλλόμενου Μέρους, ανταλλάσσονται πληροφορίες όσον αφορά τις επιπτώσεις που μπορεί να έχουν στις επενδύσεις που καλύπτονται από την παρούσα Συμφωνία η νομοθεσία, αποφάσεις, διοικητικές πρακτικές, διαδικασίες ή πολιτικές κάθε Συμβαλλόμενου Μέρους.
Αρθρο 13
Τροποποιήσεις
Οι διατάξεις της παρούσας Συμφωνίας μπορούν να τροποποιηθούν οποτεδήποτε μετά τη θέση της σε ισχύ, κατόπιν συμφωνίας των Συμβαλλόμενων Μερών. Οι εν λόγω τροποποιήσεις τίθενται σε ισχύ από την ανταλλαγή ανακοινώσεων μεταξύ των Συμβαλλόμενων Μερών ότι ολοκληρώθηκαν οι διαδικασίες που απαιτούνται από τις αντίστοιχες νομοθεσίες τους για το σκοπό αυτόν.
Αρθρο 14
Θέση σε ισχύ – Διάρκεια – Λήξη
1. Η παρούσα Συμφωνία τίθεται σε ισχύ τριάντα ημέρες από την ημερομηνία κατά την οποία τα Συμβαλλόμενα Μέρη αντήλλαξαν έγγραφες ανακοινώσεις με τις οποίες πληροφορούν ότι ολοκληρώθηκαν οι διαδικασίες που απαιτούνται από τις αντίστοιχες νομοθεσίες τους για το σκοπό αυτόν.
2. Η παρούσα Συμφωνία παραμένει σε ισχύ για μία περίοδο δεκαπέντε (15) ετών. Εκτός εάν καταγγελθεί από Συμβαλλόμενο Μέρος τουλάχιστον ένα έτος πριν από την ημερομηνία λήξεως της ισχύος της, η παρούσα Συμφωνία παρατείνεται εν συνεχεία σιωπηρώς για δεκαπενταετείς περιόδους. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος διατηρεί το δικαίωμα να καταγγείλει τη Συμφωνία, κατόπιν ανακοινώσεως, τουλάχιστον ένα έτος πριν από την ημερομηνία λήξεως της τρέχουσας περιόδου ισχύος της.
3. Οσον αφορά επενδύσεις που πραγματοποιήθηκαν πριν από την ημερομηνία κσταγγελίας της παρούσας Συμφωνίας, τα προηγούμενα άρθρα εξακολουθούν να ισχύουν για μια περαιτέρω δεκαπενταετία από την ημερομηνία αυτή.
Εγινε εις διπλούν, στο Βίλνιους, την 19η Ιουλίου 1996 στην ελληνική, λιθουανική και αγγλική γλώσσα και όλα τα κείμενα είναι εξίσου αυθεντικά.
Σε περίπτωση ερμηνευτικών διαφορών, υπερισχύει το αγγλικό κείμενο.
ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΛΙΘΟΥΑΝΙΑΣ
(υπογραφή) (υπογραφή)
Τα Πρωτόκολλα – Πρακτικά, που καταρτίζονται σε εκτέλεση του άρθρου 12 της παρούσας Συμφωνίας, εγκρίνονται με κοινή απόφαση των αρμόδιων κατά περίπτωση υπουργών.
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και της Συμφωνίας που κυρώνεται από την πλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρου 14 αυτής.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεση του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 6 Μαϊου 1997
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Θ. ΠΑΓΚΑΛΟΣ Γ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.
Αθήνα, 6 Μαϊου 1997
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ