ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 3232 (ΦΕΚ Α΄ 48/12.02.2004)
Θέματα κοινωνικής ασφάλισης και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝIΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
α. Ο απονέμων οργανισμός υπολογίζει με τα αρμόδια όργανά του το ποσό της σύνταξης που κατά τη νομοθεσία που τον διέπει αντιστοιχεί στο σύνολο του χρόνου που πραγματοποιήθηκε διαδοχικά και προσδιορίζει το τμήμα που αναλογεί στο χρόνο που διανύθηκε στην ασφάλισή του.
β. Ο ίδιος οργανισμός υπολογίζει και το ποσό της σύνταξης του συμμετέχοντα που σύμφωνα με τη νομοθεσία του αντιστοιχεί στο χρόνο ασφάλισής του σε ποσοστό επί τοις εκατό των συντάξιμων αποδοχών, όπως αυτές ορίζονται από τις διατάξεις της επόμενης παραγράφου, για κάθε έτος ασφάλισης και μέχρι 35 έτη ασφάλισης.
Σχετικό: παρ.4 άρθρου 5 Ν.3863/2010,ΦΕΚ Α 115/15.7.2010
γ. Τα ποσοστά καθορίζονται σε 2% για Ι.Κ.Α., Ν.Α.Τ., Ο.Γ.Α. και Ο.Α.Ε.Ε. (Τ.Σ.Α.) , σε 2,85% για το Ο.Α.Ε.Ε. (Τ.Α.Ε.), σε 3% για το Ο.Α.Ε.Ε. (Τ.Ε.Β.Ε.) και σε 2,286% για το Δημόσιο και τους λοιπούς φορείς ασφάλισης μισθωτών και αυτοτελώς απασχολουμένων.
δ. Τα προσδιοριζόμενα τμήματα σύνταξης σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι κατώτερα του τμήματος του κατώτατου ορίου σύνταξης που αναλογεί στο χρόνο ασφάλισης ή του ποσού που προκύπτει από τον υπολογισμό με βάση το χρόνο και μόνο που διανύθηκε στην ασφάλισή τους, εφόσον με το χρόνο αυτόν θεμελιώνεται αυτοτελές συνταξιοδοτικό δικαίωμα με τις διατάξεις των οργανισμών αυτών χωρίς αναγωγή στα κατώτατα όρια σύνταξης.
ε. Το άθροισμα των τμημάτων της σύνταξης αποτελεί το συνολικό ποσό σύνταξης που καταβάλλεται στον δικαιούχο από τον απονέμοντα τη σύνταξη οργανισμό και θα αυξάνεται με το ίδιο ποσοστό που θα αυξάνονται οι συντάξεις του οργανισμού αυτού. Αν το ποσό αυτό είναι μικρότερο του κατώτατου ορίου σύνταξης του απονέμοντα οργανισμού, τότε καταβάλλεται στο συνταξιούχο το κατώτερο όριο σύνταξης αυτού.
2. α. Όταν οι συνυπολογιζόμενοι χρόνοι διαδοχικής ασφάλισης έχουν διανυθεί σε φορείς ασφάλισης μισθωτών, οι συντάξιμες αποδοχές του χρόνου διακοπής της ασφάλισης, οι οποίες προβλέπονται από τη νομοθεσία κάθε συμμετέχοντα οργανισμού, όπως ισχύουν, αναπροσαρμόζονται από τον απονέμοντα οργανισμό με βάση το μέσο ετήσιο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή όλων των ετών που έχουν μεσολαβήσει από τη διακοπή της ασφάλισης μέχρι το προηγούμενο έτος του χρόνου υποβολής της αίτησης για συνταξιοδότηση.
β. Οι συμμετέχοντες οργανισμοί μισθωτών υποχρεούνται να διαβιβάζουν στον απονέμοντα οργανισμό βεβαίωση για το χρόνο που διανύθηκε στην ασφάλισή τους, τις συντάξιμες αποδοχές των χρονικών περιόδων που προβλέπονται από τις νομοθεσίες τους, το εκάστοτε ισχύον ανώτατο όριο αποδοχών, καθώς επίσης και τα ποσά σύνταξης που σύμφωνα με τη νομοθεσία τους αντιστοιχούν στο αυτοτελές δικαίωμα και στο κατώτατο όριο, όπου αυτό προβλέπεται Η βεβαίωση αυτή αποτελεί εκτελεστή πράξη της διοίκησης και υπόκειται σε όλα τα ένδικα μέσα.
γ. `Όταν συμμετέχοντες οργανισμοί είναι οργανισμοί αυτοτελώς απασχολουμένων, γνωστοποιούν στον απονέμοντα τις κατηγορίες στις οποίες ασφαλίστηκε ο ασφαλισμένος και τις αντίστοιχες χρονικές περιόδους που κατέβαλε εισφορές, όπως αυτές ισχύουν κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης και υπολογίζεται η μέση τιμή των εισφορών αυτών ανάλογα με το χρόνο που διανύθηκε σε κάθε κατηγορία.
Όταν συμμετέχων φορέας είναι ο Ο.Γ.Α., για τον υπολογισμό της μέσης τιμής των εισφορών, λαμβάνεται υπόψη το τριπλάσιο της ατομικής εισφοράς κλάδου σύνταξης του ασφαλισμένου στους κλάδους πρόσθετης και κύριας ασφάλισης του Ο.Γ.Α..”
Το ποσό αυτό μετατρέπεται σε αποδοχές βάσει των εισφορών εργοδότη και ασφαλισμένου για τον κλάδο κύριας σύνταξης του Ι.Κ.Α. που ισχύουν κατά το χρόνο διακοπής της ασφάλισής του στο φορέα αυτόν. `Όταν ο χρόνος ασφάλισης διακόπτεται μέχρι και την προηγουμένη της 1.3.1976, το ποσοστό ασφαλίστρου καθορίζεται ενιαία σε 12,75%. Σε περίπτωση που η σύνταξη υπολογίζεται με βάση μισθό δημοσίου λειτουργού ή βασικό ποσό, η αναπροσαρμογή γίνεται βάσει των ποσών που ισχύουν κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης. Επίσης γνωστοποιούν και τα ποσά σύνταξης που σύμφωνα με τη νομοθεσία τους αντιστοιχούν στο αυτοτελές δικαίωμα και στο κατώτατο όριο σύνταξης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 αρθρ.52 Ν.3518/2006, Α΄272/21.12.2006. Ισχύς από 12.2.2004.
Το ανωτέρω τμηματικό ποσό δύναται κατ` επιλογή του ασφαλισμένου να καταβληθεί ταυτόχρονα με αυτό του απονέμοντα, μειωμένο κατά 1/200 για κάθε μήνα που υπολείπεται έως τη συμπλήρωση των προβλεπόμενων από τις διατάξεις του άρθρου 69 του ν. 2084/1992 (ΦΕΚ 165 Α`) ορίων ηλικίας.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 5 παρ.2 Ν.3863/2010,ΦΕΚ Α 115/15.7.2010.
Σχετικό: το άρθρο 145 παρ.3 Ν.3655/2008,ΦΕΚ Α 58/3.4.2008
Σημ.: η παρ.10 και 11 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 75 παρ.7 Ν.3863/2010, ΦΕΚ Α 115/15.7.2010.
Σημ.: η παρ.10 και 11 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 75 παρ.7 Ν.3863/2010, ΦΕΚ Α 115/15.7.2010.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 147 παρ.2 Ν.3655/2008,ΦΕΚ Α 58/3.4.2008.
Οι διατάξεις του άρθρου 5 του Ν.Δ. 4202/1961, όπως αντικαταστάθηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 10 του Ν. 1405/1983, εξακολουθούν να εφαρμόζονται:
α. Σε ασφαλισμένους οι οποίοι μέχρι και την 31.12.1978 είχαν υπαχθεί διαδοχικά στην ασφάλιση δύο ή περισσότερων οργανισμών που ασφαλίζουν μισθωτούς ή αυτοτελώς απασχολουμένους και
β. Σε ασφαλισμένους που ασφαλίστηκαν μεν διαδοχικά για πρώτη φορά από 1.1.1979 και μετά, από φορέα ασφάλισης μισθωτών σε άλλο φορέα ασφάλισης μισθωτών, παρέμειναν όμως απασχολούμενοι στον ίδιο εργοδότη, με την επιφύλαξη της παρ. 2 του άρθρου 15 του Ν. 2556/1997.
Αν ο απονέμων οργανισμός είναι προηγούμενος του τελευταίου, ο υπολογισμός του ποσού της σύνταξης πραγματοποιείται βάσει των αποδοχών του ασφαλισμένου που λαμβάνονται υπόψη για την απονομή της σύνταξης, σύμφωνα με τη νομοθεσία του,αναπροσαρμοσμένες με το μέσο ετήσιο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, με εξαίρεση το Δημόσιο για το οποίο, ως προς την αναπροσαρμογή των συντάξιμων αποδοχών, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των άρθρων 9 και 34 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων, κατά περίπτωση.
Οι αποδοχές επί των οποίων υπολογίζεται η σύνταξη είναι αυτές που λαμβάνει ο ασφαλισμένος κατά το χρόνο διακοπής της ασφάλισής του, αναπροσαρμοσμένες σύμφωνα με το μέσο ετήσιο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή.
Σχετικό: παρ.3 άρθρου 5 Ν.3863/2010,ΦΕΚ Α 115/15.7.2010
ΕΤΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗΣ ΕΩΣ ΤΗ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΗΣΗ
1 1,020 2 1,040 3 1,061 4 1,082 5 1,104
6 1,126 7 1,149 8 1,172 9 1,195 10 1,219
11 1,243 12 1,268 13 1,294 14 1,319 15 1,346
16 1,373 17 1,400 18 1,428 19 1,457 20 1,486
21 1,516 22 1,546 23 1,577 24 1,608 25 1,641
26 1,673 27 1,707 28 1,741 29 1,776 30 1,811
31 1,848 32 1,885 33 1,922 34 1,961 35 2,000
36 2,040 37 2,081 38 2,122 39 2,165 40 2,208
41 2,252 42 2,297 43 2,343 44 2,390 45 2,438
Οι συντελεστές μεταβάλλονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, μετά την εκπόνηση αναλογιστικής μελέτης, από τη Διεύθυνση Αναλογιστικών Μελετών της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων με βάσει την εξέλιξη των συντελεστών ωρίμανσης των μισθών και ημερομισθίων. Η ισχύς των ανωτέρω παραγράφων 1, 2 και 3 αρχίζει από 1.1.2011 για αιτήσεις που υποβάλλονται από την ημερομηνία αυτή και εφεξής”.
β. Ο παραπάνω τρόπος διακανονισμού δεν εφαρμόζεται στις περιπτώσεις των μη οριστικών συντάξεων αναπηρίας. Στην περίπτωση αυτή το ποσό της συμμετοχής καθορίζεται από το γινόμενο της σύνταξης αναπηρίας που αντιστοιχεί στο συμμετέχοντα φορέα και των μηνών καταβολής αυτής στους οποίους προστίθενται και οι μήνες που αντιστοιχούν στα δώρα Χριστουγέννων, Πάσχα και επιδόματος αδείας. Στην περίπτωση προσωρινών συντάξεων αναπηρίας δεν μεταφέρεται ο χρόνος στον απονέμοντα φορέα, μη εφαρμοζομένων των διατάξεων της παρ. 4 του άρθρου αυτού.
Σημ.: όπως το εδάφιο β΄της παρ.2 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 75 παρ.7 Ν.3863/2010, ΦΕΚ Α 115/15.7.2010.
Η διαφορά των απαιτήσεων και των υποχρεώσεων είναι το ποσό που οφείλει να καταβάλει ο κάθε οργανισμός.
Ο ασφαλισμένος των παραπάνω οργανισμών θεωρείται οριστικά συνταξιούχος του οργανισμού που απονέμει τη σύνταξη από την ημέρα που αρχίζει η καταβολή της σύνταξής του.
Από την ίδια ημέρα παύει κάθε υποχρέωση των οργανισμών που συμμετέχουν στη δαπάνη της συνταξιοδότησης προς τον ασφαλισμένο τους και δεν είναι πλέον δυνατή η αποδέσμευση του χρόνου που διανύθηκε στην ασφάλιση των οργανισμών αυτών.
Επιφυλασσομένων των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 10 του Ν. 825/1978 και της παρ. 2 του άρθρου 2του Ν. 3029/2002, ο χρόνος ασφάλισης όλων των οργανισμών, ο οποίος λήφθηκε υπόψη για τον υπολογισμό του ποσού της σύνταξης, λογίζεται για τον εφεξής χρόνο ότι πραγματοποιήθηκε στην ασφάλιση του οργανισμού που απένειμε τη σύνταξη.
Στις περιπτώσεις υπολογισμού της σύνταξης σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 10 του Ν. 1405/1983, ο απονέμων οργανισμός κατανέμει το ποσό της σύνταξης, η οποία έχει υπολογισθεί σύμφωνα με τη νομοθεσία του και το συνολικό χρόνο ασφάλισης, μεταξύ των οργανισμών στους οποίους ασφαλίστηκε διαδοχικά ο ασφαλισμένος, ανάλογα με το χρόνο ασφάλισης που έχει διανυθεί στον καθένα. Στη συνέχεια, γνωστοποιεί στο συμμετέχοντα φορέα το τμήμα σύνταξης που του αναλογεί και ο διακανονισμός των οφειλόμενων ποσών γίνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου αυτού.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.3α άρθρου 37 Ν.3996/2011,ΦΕΚ Α 170/5.8.2011,αντικαταστάθηκε ως άνω με την παράγραφο 1 άρθρου 3 Ν.4002/2011,ΦΕΚ Α 180/22.8.2011 και εφαρμόζεται στις περιπτώσεις που ο θάνατος επέρχεται μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του νόμου αυτού.
α. Να έχει συμπληρώσει το 65ο έτος της ηλικίας ή να είναι ανίκανος/η για την άσκηση βιοποριστικού επαγγέλματος κατά ποσοστό 67% και άνω. Η ανικανότητα στην περίπτωση αυτή κρίνεται κατά το χρόνο του θανάτου του/της πρώην συζύγου και βεβαιώνεται με γνωμάτευση της Α.Σ.Υ. Επιτροπής.
β. Ο/η πρώην σύζυγος, κατά τη στιγμή του θανάτου του, να κατέβαλε διατροφή που είχε καθοριστεί είτε με δικαστική απόφαση είτε με σύμβαση μεταξύ των πρώην συζύγων.
γ. Δέκα (10) έτη έγγαμου βίου μέχρι τη λύση του γάμου με αμετάκλητη δικαστική απόφαση.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.3β άρθρου 37 Ν.3996/2011,ΦΕΚ Α 170/5.8.2011,αντικαταστάθηκε και πάλι με το άρθρο 3 παρ.2 του Ν.4002/2011,ΦΕΚ Α 180 22.8.2011 και εφαρμόζεται στις περιπτώσεις που ο θάνατος επέρχεται μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του νόμου αυτού.
δ. Τ ο διαζύγιο να μην οφείλεται σε ισχυρό κλονισμό της εγγάμου συμβιώσεως υπαιτιότητα του αιτούντος τη σύνταξη.
ε. Συνολικό ετήσιο ατομικό φορολογητέο εισόδημα το οποίο να μην υπερβαίνει το διπλάσιο του ποσού των εκάστοτε καταβαλλόμενων από τον Ο.Γ.Α. ετήσιων συντάξεων στους ανασφάλιστους υπερήλικες.»
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.3γ άρθρου 37 Ν.3996/2011,ΦΕΚ Α 170/5.8.2011,αντικαταστάθηκε με το άρθρο 3 παρ.3 του Ν.4002/2011,ΦΕΚ Α 180 22.8.2011 και εφαρμόζεται στις περιπτώσεις που ο θάνατος επέρχεται μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του νόμου αυτού.στ. Να μην έχει τελεστεί άλλος γάμος.
α. Σε περίπτωση θανάτου του/της πρώην συζύγου, εφόσον ο γάμος είχε διαρκέσει δέκα (10) έτη έως τη λύση του με αμετάκλητη δικαστική απόφαση, το ποσό σύνταξης που δικαιούται ο χήρος ή η χήρα επιμερίζεται κατά 75% στο χήρο ή χήρα και 25% στο/στη διαζευγμένο/η. Για κάθε έτος εγγάμου βίου πέραν του δεκάτου (10ου) και μέχρι το τριακοστό πέμπτο (35ο) έτος διάρκειας του γάμου, το ποσοστό σύνταξης που δικαιούται ο χήρος ή η χήρα μειώνεται κατά 1% στο χήρο ή χήρα και αυξάνεται αντίστοιχα κατά 1% στο/στη διαζευγμένο/η. Προκειμένου περί εγγάμου βίου που διήρκησε πλέον των τριάντα πέντε (35) ετών έως τη λύση του κατά τα ανωτέρω, το ποσό σύνταξης που δικαιούται ο χήρος ή η χήρα επιμερίζεται κατά 50% στο χήρο ή χήρα και 50% στο/στη διαζευγμένο/η.
Στις ανωτέρω περιπτώσεις εάν ο θανών ή η θανούσα δεν καταλείπει χήρα ή χήρο σύζυγο, ο διαζευγμένος ή η διαζευγμένη δικαιούται το αυτό σύμφωνα με τα ανωτέρω, κατά περίπτωση, ποσοστό της σύνταξης που θα εδικαιούτο ο χήρος ή η χήρα σύζυγος.
β. Σε περίπτωση περισσοτέρων του ενός δικαιούχων διαζευγμένων το αναλογούν για τον/την διαζευγμένο/η κατά τα ως άνω ποσοστά ποσό σύνταξης κύριας και επικουρικής επιμερίζεται εξίσου μεταξύ αυτών.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.3δ άρθρου 37 Ν.3996/2011,ΦΕΚ Α 170/5.8.2011,αντικαταστάθηκε με την παρ.4 άρθρου 3 Ν.4002/2011,ΦΕΚ Α 180/22.8.2011, και εφαρμόζεται στις περιπτώσεις που ο θάνατος επέρχεται μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του νόμου αυτού.
Από το καταβαλλόμενο ποσό σύνταξης παρακρατείται η προβλεπόμενη από τις διατάξεις του οικείου ασφαλιστικού φορέα εισφορά συνταξιούχου.
α. πάσχουν από μυασθένειαμυοπάθεια με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω,
β. Έχουν ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω προερχόμενο από ακρωτηριασμό των δύο άνω ή κάτω άκρων ή κατά το ένα άνω και ένα κάτω άκρο.
γ. έχουν φωκομέλεια που επιφέρει τον ίδιο βαθμό κινητικής αναπηρίας με την παραπάνω περίπτωση β` της παραγράφου αυτής,
δ. πάσχουν από σκλήρυνση κατά πλάκας που επιφέρει παραπληγία τετραπληγία με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω,
ε. Έχουν ακρωτηριασμό του ενός άνω ή κάτω άκρου με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω, που δεν επιδέχεται εφαρμογής τεχνητού μέλους. Το ύψος του επιδόματος στην περίπτωση αυτή καθορίζεται στο δεκαπλάσιο του κατωτάτου ημερομισθίου ανειδίκευτου εργάτη, όπως ισχύει κάθε φορά.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.3 άρθρ.61 Ν.3518/2006,ΦΕΚ Α 272/21.12.2006.
“2. Οι διατάξεις του άρθρου 1 του Ν. 612/1977 εφαρμόζονται και στους ασφαλισμένους των ασφαλιστικών οργανισμών αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, οι οποίοι πάσχουν από χρόνια νεφρική ανεπάρκεια τελικού σταδίου και υποβάλλονται σε αιμοκάθαρση ή περιτοναϊκή κάθαρση ή έχουν υποστεί μεταμόσχευση νεφρού, εφόσον για τις περιπτώσεις αυτές συντρέχει ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον 67%. Η σύνταξη που καταβάλλεται σύμφωνα με τις διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου καθίσταται οριστική με την προϋπόθεση ότι ο συνολικός χρόνος ασφάλισης που απαιτείται για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος έχει διανυθεί κατά το χρόνο που ο ασφαλισμένος βρίσκεται στο τελικό στάδιο χρόνιας νεφρικής ανεπάρκειας. Για τους ασφαλισμένους που ο απαιτούμενος χρόνος ασφάλισης για θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος έχει διανυθεί κατά το χρόνο που ο ασφαλισμένος βρισκόταν πριν το τελικό στάδιο χρόνιας νεφρικής ανεπάρκειας, η σύνταξη του προηγούμενου εδαφίου καθίσταται οριστική έξι έτη μετά τη συνταξιοδότηση του δικαιούχου και εφόσον στο διάστημα της εξαετίας αυτής έχει εξετασθεί τουλάχιστον δύο φορές από τις αρμόδιες υγειονομικές επιτροπές.”
Σχετικό: το άρθρο 3 παρ. Β της ΥΑ Φ11321/οικ.47523/1570/2015 (ΦΕΚ Β΄ 2311/26.10.2015)
Σχετικό:με την παρ. 1 της ΥΑ Φ80000/14254/1097/6.7.2010 (ΦΕΚ Β΄ 1033/7.7.2010)
β. Για την άσκηση του δικαιώματος από το γονέα του ανάπηρου τέκνου, πρέπει, κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για συνταξιοδότηση, ο έτερος γονέας να μην λαμβάνει ή να μη δικαιούται σύνταξη από οποιονδήποτε ασφαλιστικό οργανισμό ή το Δημόσιο, να έχει συμπληρώσει τουλάχιστον 2.400 ημέρες ή 8 έτη πραγματικής ασφάλισης εκ των οποίων 600 ημέρες ή 2 έτη τα τελευταία 4 χρόνια, σε φορείς κύριας ασφάλισης ή/και το Δημόσιο και να εργάζεται. Αν ο γάμος λυθεί, το δικαίωμα ασκείται από τον γονέα που έχει την επιμέλεια του ανάπηρου παιδιού με αμετάκλητη δικαστική απόφαση. Αν το παιδί είναι ενήλικο, το δικαίωμα ασκείται από τον γονέα που είχε την επιμέλεια όσο ήταν ανήλικο. Αν η ενηλικίωση επήλθε πριν τη λύση του γάμου, το δικαίωμα ασκείται από έναν από τους δύο γονείς με τις προϋποθέσεις του πρώτου εδαφίου της περίπτωσης αυτής. Σε περίπτωση που το ανάπηρο παιδί έχει τεθεί σε δικαστική συμπαράσταση λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής ή λόγω σωματικής αναπηρίας, με αμετάκλητη δικαστική απόφαση, το δικαίωμα ασκείται από τον γονέα που έχει ορισθεί δικαστικός συμπαραστάτης.
γ. Για την άσκηση του δικαιώματος από τον αδελφό/ή πρέπει για τουλάχιστον μία πενταετία πριν την ημερομηνία υποβολής της αιτήσεως για συνταξιοδότηση: αα) να έχει οριστεί δικαστικός συμπαραστάτης του/της αδελφού/ής με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω με αμετάκλητη δικαστική απόφαση, λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής ή λόγω σωματικής αναπηρίας ή ββ) ο/η με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω αδελφός/ή να συνοικεί αποδεδειγμένα και να τον βαρύνει. Κατά την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης οι δύο αδελφοί απαιτείται να είναι ορφανοί και από τους δύο γονείς ή ο εν ζωή γονέας να έχει συμπληρώσει το 75ο έτος της ηλικίας του ή ο εν ζωή γονέας να είναι ανάπηρος με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 26 παρ.8 του Ν.4075/2012 (ΦΕΚ Α 89/11.4.2012)
Σε περίπτωση παύσης της δικαστικής συμπαράστασης ή διακοπής της συνοίκησης, η σύνταξη διακόπτεται από την ημερομηνία της παύσης ή της διακοπής αντίστοιχα και επαναχορηγείται εφόσον συντρέξουν εκ νέου οι προϋποθέσεις του παρόντος.
δ. Για την άσκηση του δικαιώματος απαιτείται η υποβολή εκ μέρους του έτερου ασφαλισμένου γονέα υπεύθυνης δήλωσης προς τον οικείο ασφαλιστικό του φορέα ή τους φορείς, αν συντρέχει ασφάλιση σε περισσότερους του ενός ή το Δημόσιο, ότι δεν έχει και δεν πρόκειται να ασκήσει το δικαίωμα συνταξιοδότησης που του παρέχει η παρούσα διάταξη.
ε. Αν το ανάπηρο παιδί ή σύζυγος ή αδελφός ή αδελφή αναλάβει εργασία ή αυτοαπασχοληθεί, αναστέλλεται η καταβολή της σύνταξης για όσο χρόνο διαρκεί η εργασία ή η αυτοαπασχόληση. Το καταβαλλόμενο ποσό σύνταξης δεν μπορεί να είναι κατώτερο από το πλήρες κατώτατο όριο σύνταξης λόγω γήρατος, που καταβάλλεται κάθε φορά από τον οικείο ασφαλιστικό φορέα.
«στ. Το άρθρο αυτό δεν εφαρμόζεται στις αιτήσεις συνταξιοδότησης, οι οποίες έχουν υποβληθεί μέχρι και τις 4.8.2011. Απορριπτικές αποφάσεις συνταξιοδότησης που εκδόθηκαν βάσει της παρ. 1 του άρθρου 37 του ν. 3996/2011 επί αιτήσεων που υποβλήθηκαν μέχρι και 4.8.2011 ανακαλούνται αυτοδίκαια και τα σχετικά αιτήματα επανακρίνονται με βάση το προγενέστερο νομοθετικό καθεστώς.»
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 138 παρ. ΣΤ του Ν. 4052 (ΦΕΚ Α΄41/01.03.2012)
ζ. Για τους ασφαλισμένους του ΟΓΑ γονείς και αδελφούς ατόμων αγάμων, καθώς και συζύγους αναπήρων, απαιτούνται, υπό τις ανωτέρω προϋποθέσεις, 20 έτη ασφάλισης και καταβολής ασφαλιστικών εισφορών στον Κλάδο Κύριας Ασφάλισης Αγροτών για όσους θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα μέχρι 31.12.2012 και 25 έτη ασφάλισης και καταβολής ασφαλιστικών εισφορών στον Κλάδο για όσους θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα από 1.1.2013 και εξής. Για τη συμπλήρωση των προαναφερόμενων χρονικών προϋποθέσεων λαμβάνεται υπόψη ο χρόνος της στρατιωτικής θητείας που αναγνωρίζεται κατόπιν εξαγοράς, κατ` εφαρμογή των διατάξεων του ν. 3232/2004, ο χρόνος διαδοχικής ασφάλισης σε φορείς κύριας ασφάλισης και ο χρόνος ασφάλισης που διανύθηκε υπό τη νομοθεσία κοινωνικής ασφάλειας κρατών-μελών της Ε.Ε., χωρών του Ε.Ο.Χ. ή της Ελβετίας ή χωρών με τις οποίες έχει συναφθεί διμερής σύμβαση κοινωνικής ασφάλειας. Στη χορηγούμενη σύνταξη προστίθεται κατά τα οριζόμενα στην παρ. 2 του άρθρου 12 του ν. 2458/1997, η συνταξιοδοτική παροχή που προβλέπεται από το άρθρο 4 του ν. 4169/1961, όπως ισχύει, επιφυλασσομένων των διατάξεων του εδαφίου δ` της παρ. 1 του άρθρου 4 του ίδιου νόμου, καθώς και αυτών της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 1287/1982, εφόσον έχουν συμπληρωθεί οι ως άνω χρονικές προϋποθέσεις ασφάλισης στον Κλάδο, χωρίς να συνυπολογίζεται στην περίπτωση αυτή ο χρόνος διαδοχικής ασφάλισης σε φορείς κύριας ασφάλισης, καθώς και ο χρόνος στρατιωτικής υπηρεσίας.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με τις παρ.6 άρθρου 61 ν.3518/2006,παρ.6 άρθρου 53 ν.3518/2006 και το άρθρο 140 ν 3655/2008, αντικαταστάθηκε με την παρ.1 άρθρου 37 Ν.3996/2011,ΦΕΚ Α 170/5.8.2011.
Τα ανωτέρω έχουν εφαρμογή στην περίπτωση που οι ως άνω αναπηρίες έχουν επέλθει πριν από τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας ή του 24ου σε περίπτωση σπουδών σε ανώτερες ή ανώτατες σχολές.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 26 παρ.3 του Ν.4075/2012 (ΦΕΚ Α 89/11.4.2012)
β. Αν εκτός των αναπήρων παιδιών που αναφέρονται στην περίπτωση α` υπάρχουν και υγιή προστατευόμενα παιδιά σύμφωνα με τή νομοθεσία του οικείου φορέα, το πλήρες ποσό της κύριας σύνταξης του θανόντος ασφαλισμένου ή συνταξιούχου κατανέμεται στα μεν υγιή παιδιά κατά τα ποσοστά που προβλέπονται από τη νομοθεσία του οικείου φορέα, στα δε ανάπηρα παιδιά της παραγράφου αυτής προσαυξημένο κατά 20%. Σε καμία περίπτωση το χορηγούμενο σε όλα τα παιδιά ποσό σύνταξης δεν μπορεί να υπερβαίνει το πλήρες ποσό σύνταξης που εδικαιούτο ο θανών, ούτε να υπολείπεται του ποσού που ορίζεται στο δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης α`. Αν τα ποσά που προκύπτουν με βάση τον ανωτέρω υπολογισμό υπερβαίνουν το πλήρες ποσό σύνταξης του θανόντος ή το κατώτατο όριο που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης α`, τα αντίστοιχα ποσοστά των δικαιοδόχων παιδιών μειώνονται ισομερώς.
Μετά τη διακοπή της σύνταξης των υγιών παιδιών, το ποσό που αναλογεί στα τελευταία καταβάλλεται στο ανάπηρο παιδί ή επιμερίζεται ισομερώς αν τα ανάπηρα είναι περισσότερα του ενός.
γ. Αν εκτός από τα πρόσωπα που αναφέρονται στις περιπτώσεις α` και β` υπάρχει επιζών σύζυγος ή διαζευγμένος που είναι δικαιούχος, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού, ο επιμερισμός του ποσού της κύριας σύνταξης γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του οικείου φορέα.
δ. Οι ρυθμίσεις των ανωτέρω περιπτώσεων ισχύουν για παιδιά ασφαλισμένων και συνταξιούχων ανεξάρτητα από το χρόνο υπαγωγής τους στην ασφάλιση. Διατάξεις που ρυθμίζουν διαφορετικά τον τρόπο συνταξιοδότησης των αναφερόμενων στο άρθρο αυτό προσώπων δεν ισχύουν.
“3. Οι διατάξεις της περίπτωσης δ` της παραγράφου 6 του άρθρου 5 του Ν. 825/1978, όπως ισχύουν κάθε φορά, δεν εφαρμόζονται για τους συνταξιούχους του Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ., οι οποίοι λαμβάνουν και άλλη σύνταξη ως ανάπηροι και θύματα πολεμικής ή ειρηνικής περιόδου κατά την εκτέλεση της στρατιωτικής τους υπηρεσίας.”
Σχετικό:: Οι συνταξιούχοι του παρόντος άρθρου εξαιρούνται της μείωσης αυτού του άρθρου 2 Ν.4024/2011,ΦΕΚ Α 226/27.11.2011.
Όσοι εκ των υπαγομένων στην ασφάλιση του ανωτέρω οργανισμού ασφαλίζονται και σε άλλον Ασφαλιστικό Οργανισμό Κύριας Ασφάλισης λόγω της ασκήσεως άλλου επαγγέλματος εξαιρούνται αυτοδίκαια της ανωτέρω ασφάλισης. Οι συνταξιούχοι μπορούν να συνεχίζουν τη συγγραφική τους δραστηριότητα και μετά τη συνταξιοδότηση χωρίς υποχρέωση ασφάλισης.
Για τον κλάδο ασθένειας καταβάλλεται ολόκληρη η εισφορά.
Μέσα στο πρώτο εξάμηνο κάθε έτους ο ειδικός λογαριασμός αποδίδει στον κλάδο σύνταξης του Ο.Α.Ε.Ε. τις εισφορές αυτές, που αντιστοιχούν στο προηγούμενο έτος.
Σε κάθε περίπτωση η μετάταξη από κατηγορία σε κατηγορία θα γίνεται από την 1η του επόμενου έτους.
Ο χρόνος που διανύθηκε στην ασφάλιση του Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ. και για τον οποίο έχουν καταβληθεί ασφαλιστικές εισφορές συνυπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης του Ν. 4202/1961, όπως ισχύει Χρόνος άσκησης του επαγγέλματος για τον οποίο δεν έχουν καταβληθεί ασφαλιστικές εισφορές στο Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ. από τη δημοσίευση του άρθρου 4 του Ν. 1296/ 1982 (12.10.1982) αναγνωρίζεται, ύστερα από αίτηση που υποβάλλεται μέσα σε δύο έτη από την ισχύ του νόμου αυτού, ως συντάξιμος στον Ο.Α.Ε.Ε. με τη συμπλήρωση του 65ου έτους. Το χρονικό αυτό διάστημα δεν δύναται να είναι μεγαλύτερο του ελλείποντος για τη συμπλήρωση των 15 συντάξιμων ετών. Για την εξαγορά του ως άνω αναγνωριζόμενου χρόνου καταβάλλεται εισφορά, η οποία προσδιορίζεται μετά από αναλογιστική μελέτη. ΤΟ ποσό αυτό επιμερίζεται και επιβαρύνει κατά το 1/3 τον ίδιο, το 1/3 το Υπουργείο Πολιτισμού και κατά 1/3 τον ειδικό λογαριασμό κλάδου σύνταξης συγγραφέων του Ο.Α.Ε.Ε.
β. Η έναρξη ασφάλισης των ανωτέρω προσώπων ορίζεται δύο μήνες μετά την ημερομηνία δημοσίευσης της απόφασης της παραγράφου 8 του παρόντος άρθρου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Για τους απασχολούμενους με ημερομίσθιο ο χρόνος ασφάλισης υπολογίζεται σε μήνες ανά ημερολογιακό εξάμηνο και οι μήνες ασφάλισης κάθε εξαμήνου προκύπτουν από το πηλίκο της διαίρεσης του συνόλου των ημερών απασχόλησης εντός του εξαμήνου δια του αριθμού 25. Υπόλοιπο ημερών απασχόλησης μικρότερο του αριθμού 25 θεωρείται πλήρης μήνας ασφάλισης. Στο χρόνο ασφάλισης υπολογίζεται και ο χρόνος κανονικής αδείας.Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1α αρθρ.52 Ν.3518/2006 Α΄272/21.12.2006.
α) Πρωτογενής αγροτική δραστηριότητα: είναι κάθε δραστηριότητα που αποσκοπεί στην παραγωγή αγροτικών προϊόντων, κατάλληλων για διάθεση ή κατανάλωση ή στην παραγωγή πρώτων υλών οι οποίες χρησιμοποιούνται για την παραγωγή έτοιμων προϊόντων για πώληση, μετά τη μετατροπή ή το μετασχηματισμό τους με τη βοήθεια μηχανικών ή χημικών μέσων.
β) Δευτερογενής δραστηριότητα: είναι η επεξεργασία ή η μετατροπή ή ο μετασχηματισμός των πρώτων υλών σε έτοιμα για πώληση προϊόντα.
γ) Αγροτικά προϊόντα: είναι τα αγαθά που παράγονται στα πλαίσια των αγροτικών εκμεταλλεύσεων και είναι, κατά βάση, τα προϊόντα εδάφους, της κτηνοτροφίας, της αλιείας, της δασοπονίας, καθώς και τα προερχόμενα από το πρώτο στάδιο επεξεργασίας των προϊόντων αυτών.
δ) Αγροτική εκμετάλλευση: είναι η μονάδα παραγωγής αγροτικών προϊόντων η οποία δραστηριοποιείται ιδίως:
αα) Στην καλλιέργεια, παραγωγή και συλλογή παντός είδους προϊόντων εδάφους, αρωματικών και διακοσμητικών φυτών, στην ανθοκομία, στην παραγωγή μανιταριών, μπαχαρικών, σπόρων και φυτών.
ββ) Στην κτηνοτροφία, αλιεία, ιπποπαραγωγή.
γγ) Στην αλιεία σε γλυκά νερά, στην παράκτια και στη μέση αλιεία, στη σπογγαλιεία, στην ιχθυοτροφία, στην παραγωγή γόνου, στη βατραχοτροφία, στην καλλιέργεια μυδιών, στρειδιών και στην εκτροφή μαλακίων και μαλακοστράκων.
ε) Αγροτικές εργασίες: είναι οι εργασίες της πρωτογενούς αγροτικής δραστηριότητας που εκτελούνται χειρονακτικά ή με μηχανικά μέσα, οι οποίες συμβάλλουν στην παραγωγή αγροτικών προϊόντων και στην αρχική και με συνήθη μέσα επεξεργασία τους, που τα καθιστά εμπορεύσιμα και κατάλληλα προς διάθεση ή κατανάλωση. Στις αγροτικές εργασίες περιλαμβάνονται ιδίως:
αα) Οι εργασίες σποράς, φύτευσης και περιποίησης προϊόντων γης και οι εργασίες αλωνίσματος, δεματοποίησης, περισυλλογής και συγκομιδής.
ββ) Η σε πρώτο στάδιο επεξεργασία, που πραγματοποιείται με συνήθη μέσα, και οι εργασίες προπαρασκευής για την πώληση προϊόντων, όπως η διαλογή, η συλλογή, η ξήρανση, ο καθαρισμός και η απολύμανση.
γγ) Οι εργασίες εκκόλαψης, φύλαξης, πάχυνσης και περιποίησης ζώων.
δδ) Η καταπολέμηση επιβλαβών φυτών και ζώων, καθώς και ο ψεκασμός φυτών και εδάφους.
Δεν συμπεριλαμβάνονται στις αγροτικές εργασίες οι μεταποιητικές εργασίες, η τυποποίηση και η μετατροπή ή ο μετασχηματισμός των πρώτων υλών σε έτοιμα προϊόντα προς πώληση.Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1α αρθρ.52 Ν.3518/2006 Α΄272/21.12.2006.
α) Οι απασχολούμενοι σε γεωργικές εργασίες για λογαριασμό του Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ. κατά τις διατάξεις της περίπτωσης β` της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 825/1978 (ΦΕΚ 190 Α`).
β) Οι απασχολούμενοι σε εκμεταλλεύσεις που έχουν ως αντικείμενο την ανθοκηπουρική.
γ) Οι απασχολούμενοι στη δακοκτονία, στη θηραματο-πονία, στην υλοτομία, στην κοπή ξύλων, οι δασεργάτες, οι ρητινοσυλλέκτες, οι σταφιδεργάτες, καθώς και οι απασχολούμενοι σε άλλες δασονομικές υπηρεσίες.
δ) Οι απασχολούμενοι σε γεωργικές εργασίες, σε χώρους αναψυχής, σε οικολογικά πάρκα και σε εκμεταλλεύσεις, που έχουν ως αντικείμενο την έρευνα και την προστασία του περιβάλλοντος.
Οι απασχολούμενοι σε εργασίες της δευτερογενούς δραστηριότητας δεν παρέχουν αγροτική εργασία και εξακολουθούν να υπάγονται στην ασφάλιση του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ..Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1α αρθρ.52 Ν.3518/2006 Α΄272/21.12.2006.
Σχετικό: το άρθρο 30 του Ν.4331/2015 ΦΕΚ Α 69/2.7.2015Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1α αρθρ.52 Ν.3518/2006 Α΄272/21.12.2006.
5. Η ασφάλιση των ασφαλιζομένων στον Ο.Γ.Α. κατά τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 10 του παρόντος άρθρου διαρκεί για όλο το χρόνο απασχόλησης και για όσο χρόνο οι απασχολούμενοι είναι στη διάθεση του εργοδότη τους.Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1α αρθρ.52 Ν.3518/2006 Α΄272/21.12.2006.
Καταβολή ασφαλιστικών εισφορών στο Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ., αντί στον Ο.Γ.Α., που ανάγεται στο χρονικό διάστημα από 1.1.2004 μέχρι 31.12.2004 δεν επιστρέφονται και ο αντίστοιχος χρόνος θεωρείται ότι διανύθηκε νόμιμα στην ασφάλιση του Ι.Κ.Α..
Όσοι υπαχθούν στην ασφάλιση του Ο.Γ.Α. και έχουν 1.500 ημέρες ασφάλισης στην επικουρική ασφάλιση του Ε.Τ.Ε.Α.Μ., μπορεί να συνεχίσουν προαιρετικά την επικουρική τους ασφάλιση, με αίτηση τους που υποβάλλεται στο Ε.Τ.Ε.Α.Μ. εντός ενός έτους από την υπαγωγή τους, εφόσον καταβάλλουν οι ίδιοι τις ασφαλιστικές εισφορές εργοδότη και εργαζομένου, οι οποίες και υπολογίζονται με βάση την ασφαλιστική κλάση στην οποία εντάσσονται οι αποδοχές την ημερομηνία υποβολής της αίτησης.Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1α αρθρ.52 Ν.3518/2006 Α΄272/21.12.2006.
Για κάθε νέα απασχόληση υποβάλλεται στον Ο.Γ.Α. Βεβαίωση Απασχόλησης εντός δέκα (10) ημερών από την έναρξη της.
Αν δεν υποβληθούν οι βεβαιώσεις αυτές εντός των ανωτέρω οριζόμενων προθεσμιών ή υποβληθούν ανακριβείς βεβαιώσεις, επιβάλλεται, για κάθε απασχολούμενο πρόστιμο τριακοσίων (300) ευρώ.Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1α αρθρ.52 Ν.3518/2006 Α΄272/21.12.2006.
Οι ασφαλιστικές εισφορές, στο σύνολο τους, επιβαρύνουν τις εκμεταλλεύσεις της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού.
Οι αγρεργάτες που υπάγονται στην ασφάλιση του Ο.Γ.Α. εξακολουθούν να διέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 27 του ν. 2639/1998 (ΦΕΚ 205 Α`).
Οι διατάξεις του άρθρου 14 του π.δ. 78/1998 (ΦΕΚ 72 Α) εφαρμόζονται και στην περίπτωση μη καταβολής των εισφορών από τους ανωτέρω υπόχρεους.
Με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, ύστερα από γνώμη του διοικητικού συμβουλίου του Ο.Γ.Α., ορίζονται τα υπόχρεα πρόσωπα, ο τύπος, η μορφή, το περιεχόμενο της Βεβαίωσης Απασχόλησης, τα συνοδευτικά έγγραφα αυτής, καθώς και κάθε άλλο ειδικότερο θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του άρθρου αυτού.
Σχετικό:ν παρ.1 άρθρου 38 Ν.3522/2006, ΦΕΚ Α 276/22.12.2006
Σχετικό: την παρ.3 του άρθρου 19 Ν.3863/2010,ΦΕΚ Α 115/15.7.2010Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1α αρθρ.52 Ν.3518/2006 Α΄272/21.12.2006.
Το ποσό της σύνταξης, στην περίπτωση αυτή, αποτελείται από το άθροισμα των επί μέρους ποσών σύνταξης που προκύπτουν ανάλογα με τις ασφαλιστικές κατηγορίες που έχουν υπαχθεί οι ασφαλισμένοι και για τις δύο εργασίες τους κατά το ίδιο χρονικό διάστημα.Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1α αρθρ.52 Ν.3518/2006 Α΄272/21.12.2006.
Με την είσοδο τους στη χώρα ο προσκαλών υποχρεούται σε υποβολή Βεβαίωσης Απασχόλησης στον Ο.Γ.Α. εντός δέκα (10) ημερών από την είσοδο και στην καταβολή του συνόλου των ασφαλιστικών εισφορών για όλο το χρόνο πρόσκλησης. Για όσους εισήλθαν στη χώρα από 1.9.2005 και εφεξής καταβάλλεται το σύνολο των ασφαλιστικών εισφορών ενός τριμήνου εντός 10 ημερών από την ημερομηνία εισόδου.
Ως κατώτερη υποχρεωτική ασφαλιστική κατηγορία όσων απασχολούνται, σύμφωνα με την παράγραφο αυτή, ορίζεται η 5η η οποία επιλέγεται από τον εργοδότη. Αν δεν υποβληθεί εμπρόθεσμα η Βεβαίωση Απασχόλησης, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 53 του ν. 2910/2001 (ΦΕΚ91 Α`).
Ασφαλιστικές εισφορές που έχουν προκαταβληθεί κατά τις διατάξεις της παραγράφου αυτής, δεν επιστρέφονται σε περίπτωση που ο προσκληθείς αλλοδαπός, για οποιονδήποτε λόγο, αποχωρήσει από την εκμετάλλευση πριν από τη λήξη του χρονικού διαστήματος για το οποίο έχουν καταβληθεί εισφορές.
Η αποχώρηση του προσκληθέντος αλλοδαπού αποδεικνύεται από την αναγγελία στον Ο.Α.Ε.Δ. της οικειοθελούς αποχώρησης του ή της καταγγελίας της συμβάσεως του, καθώς και από κάθε επίσημο έγγραφο στοιχείο του εργοδότη ή δημόσιας αρχής.Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1α αρθρ.52 Ν.3518/2006 Α΄272/21.12.2006.
11. Στους ασφαλισμένους του Ο.Γ.Α., σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 10 του παρόντος άρθρου, χορηγούνται παροχές υγείας μετά την παρέλευση τριμήνου ασφάλισης.Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1α αρθρ.52 Ν.3518/2006 Α΄272/21.12.2006.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1α αρθρ.52 Ν.3518/2006 Α΄272/21.12.2006.
Τα πρόσωπα της παρ. 7 του άρθρου αυτού δικαιούνται και τη συνταξιοδοτική παροχή του Ν.Δ. 4575/1966 (ΦΕΚ 227 Α), καθώς και του Ν. 1745/1987 (ΦΕΚ 234 Α), εφόσον πληρούν τις προβλεπόμενες προϋποθέσεις.
Το δικαίωμα της επιλογής καταργείται και η υπαγωγή στην ασφάλιση του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών καθίσταται υποχρεωτική και για τους δύο συζύγους.Σημ.: όπως η παρ.7 αναριθμήθηκε σε 13 με την παρ.1β αρθρ.52 Ν.3518/2006 Α΄272/21.12.2006.
β) Οι διατάξεις του άρθρου 9 παρ. 6 και του άρθρου 12 παρ. 6 του Ν. 2458/1997 καταργούνται από της δημοσιεύσεως του παρόντος.
γ) Η προβλεπόμενη από τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 12 του Ν. 2458/1997 (ΦΕΚ 15Α) αύξηση των ποσών των μηνιαίων βασικών συντάξεων που καταβάλλονται από τον Ο.Γ.Α. (Ν. 4169/1961) ορίζεται από της 1ης Ιανουαρίου 2003 σε 14,67 ευρώ.Σημ.: όπως η παρ.8 αναριθμήθηκε σε 14 με την παρ.1β αρθρ.52 Ν.3518/2006 Α΄272/21.12.2006.
α) Οι ασφαλισμένοι του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών καταβάλλουν για κάθε μήνα αναγνώρισης εισφορά ίση με το άθροισμα της μηνιαίας εισφοράς ασφαλισμένου και εργοδότη, όπως ισχύει κάθε φορά υπολόγιζόμενο επί του ποσού της 5ης ασφαλιστικής κατηγορίας του Κλάδου που ισχύει κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης.
β) Οι συνταξιούχοι του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών καταβάλλουν για κάθε μήνα αναγνώρισης εισφορά ίση με το άθροισμα της εισφοράς ασφαλισμένου και εργοδότη επί του ποσού της 5ης Ασφαλιστικής Κατηγορίας που ισχύει κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για συνταξιοδότηση.Σημ.: όπως η παρ.9 αναριθμήθηκε σε 15 με την παρ.1β αρθρ.52 Ν.3518/2006 Α΄272/21.12.2006.
16 . Η παράγραφος 1 του άρθρου 9 του Ν. 2458/1997 τροποποιείται και συμπληρώνεται ως εξής: “Η μηνιαία σύνταξη λόγω γήρατος ή αναπηρίας συνίσταται σε ποσοστό 2% επί των κατά το άρθρο 4 του νόμου αυτού ασφαλιστικών κατηγοριών στις οποίες έχουν υπαχθεί για κάθε έτος ασφάλισης, όπως αυτές έχουν διαμορφωθεί κατά το χρόνο έναρξης της συνταξιοδότησης. Για τον υπολογισμό της σύνταξης χρόνος ασφάλισης μεγαλύτερος των έξι μηνών θεωρείται πλήρες έτος.Σημ.: όπως η παρ.10 αναριθμήθηκε σε 16 με την παρ.1β αρθρ.52 Ν.3518/2006 Α΄272/21.12.2006.
Το ίδιο ισχύει από την 1.1.2007 και για τους επαγγελματίες, βιοτέχνες και εμπόρους που κατοικούν μόνιμα σε νησιά με πληθυσμό κάτω των 3.100 κατοίκων.
β) Επαγγελματίες, βιοτέχνες και έμποροι με έδρα στις ανωτέρω περιοχές που ασκούν παράλληλα και αγροτική δραστηριότητα υπάγονται στην υποχρεωτική ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε., εφόσον το 50% και πλέον του μέσου όρου των συνολικών εισοδημάτων τους, όπως προκύπτουν από τα εκκαθαριστικά σημειώματα φόρου εισοδήματος της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., των τριών πρώτων ετών από την έναρξη της παράλληλης άσκησης των δύο επαγγελμάτων, προέρχεται από επαγγελματική ή βιοτεχνική ή εμπορική δραστηριότητα και υπερβαίνει το 400πλάσιο του εκάστοτε ισχύοντος ημερομισθίου ανειδίκευτου εργάτη.
Πρόσωπα που υπήχθησαν για πρώτη φορά στην ασφάλιση οποιουδήποτε ασφαλιστικού οργανισμού πριν την 1.1.1993 και τα οποία ασκούν μισθωτή ή άλλη εργασία εκτός υποχρεωτικά ασφαλιστέας στον Ο.Γ.Α. και παράλληλα ασκούν επαγγελματική, βιοτεχνική ή εμπορική δραστηριότητα στις περιοχές της περίπτωσης 1.α), υπάγονται στην υποχρεωτική ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε..
γ) Οι επαγγελματίες, βιοτέχνες και έμποροι που έχουν την έδρα τους σε περιοχές της παραπάνω 1.α) περίπτωσης, εφόσον αποδεδειγμένα ασκούν δραστηριότητα πέραν των περιοχών αυτών, υπάγονται στην υποχρεωτική ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. ανεξαρτήτως εισοδηματικού κριτηρίου. Διαπιστωμένη, με οποιονδήποτε τρόπο, άσκηση επαγγέλματος σε περιοχές πέραν των παραπάνω, μετά την εξαίρεση του επαγγελματία από τον Ο.Α.Ε.Ε. και την υπαγωγή του στον Ο.Γ.Α., έχει ως συνέπεια την αναδρομική υπαγωγή του στην ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. από την πρώτη του μήνα της αποδεδειγμένης άσκησης της δραστηριότητας στις περιοχές αυτές, εφαρμοζόμενης της ισχύουσας νομοθεσίας του Οργανισμού.
Μικροπωλητές λαϊκών αγορών που με βάση την άδεια ασκήσεως επαγγέλματος ασκούν τη δραστηριότητα τους μία φορά την εβδομάδα σε περιοχές πέραν αυτών της περίπτωσης 1.α), εξαιρούνται από τις διατάξεις του παραπάνω εδαφίου και υπάγονται στις διατάξεις της περίπτωσης Ια).
Εξαιρούνται επίσης από τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της περίπτωσης γ` και υπάγονται στις διατάξεις της περίπτωσης 1.α) τα μέλη δασικών συνεταιρισμών που κατοικούν μόνιμα στις περιοχές της περίπτωσης 1.α) και ασκούν δραστηριότητα που έχει ως αντικείμενο την επεξεργασία ξύλου για την παραγωγή και εμπορία ειδών λαϊκής τέχνης και πέραν των περιοχών αυτών.
Τα πρόσωπα της περίπτωσης (γ) που υπήχθησαν στην ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. από 1.11.2009 και μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος, θεωρείται ότι καλώς υπήχθησαν και ο χρόνος ασφάλισης τους στον Ο.Α.Ε.Ε. θεωρείται ισχυρός. Τα πρόσωπα που δεν κατέβαλαν εισφορές για το εν λόγω χρονικό διάστημα, δύνανται προαιρετικά να το αναγνωρίσουν καταβάλλοντος τις αναλογούσες εισφορές με το τρέχον ασφάλιστρο και χωρίς πρόσθετα τέλη, εφόσον υποβάλλουν σχετική αίτηση εντός έτους από τη δημοσίευση του παρόντος.
2. Οι ιδιοκτήτες ελαιοτριβείου με τη μορφή ατομικής επιχείρησης, καθώς και τα μέλη ομορρύθμων εταιρειών (Ο.Ε.) ή ετερορρύθμων εταιρειών (Ε.Ε.) με την ίδια δραστηριότητα υπάγονται στις διατάξεις της περίπτωσης 1.α) ή 1.β) ανάλογα, σε όλη την επικράτεια.
3. Κατά την πρώτη τριετία από την έναρξη του επαγγέλματος, επαγγελματίες, βιοτέχνες και έμποροι των παραπάνω παραγράφων 1 και 2 ασφαλίζονται υποχρεωτικά στον Ο.Γ.Α., υποχρεούμενοι να προσκομίσουν στον Ο.Α.Ε.Ε. βεβαίωση του Ο.Γ.Α. περί της ασφάλισης τους. Για τα τρία (3) πρώτα χρόνια η ασφάλιση στον Ο.Α.Ε.Ε. είναι προαιρετική.
Επίσης, τα πρόσωπα των παραπάνω περιπτώσεων που μετά την πρώτη τριετία, εξαιρούνται προσωρινά από την ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. λόγω εισοδηματικού κριτηρίου, ασφαλίζονται υποχρεωτικά στον Ο.Γ.Α., υποχρεούμενα να προσκομίσουν στον Ο.Α.Ε.Ε. βεβαίωση του Ο.Γ.Α. περί της ασφάλισης τους, προκειμένου να τους χορηγηθεί οριστικά η εξαίρεση τους από τον Ο.Α.Ε.Ε..
Ο Ο.Α.Ε.Ε., μετά την παρέλευση τριών (3) ετών από τη χορήγηση στον επαγγελματία, βιοτέχνη ή έμπορο των παραπάνω περιπτώσεων, εξαίρεσης από την ασφάλιση του, έχει το δικαίωμα, οποτεδήποτε, του επανελέγχου της άσκησης της δραστηριότητας του και των εισοδημάτων του. Κατά τον επανέλεγχο εξετάζεται πάντα ο μέσος όρος των εισοδημάτων της προηγούμενης τριετίας. Το δικαίωμα αυτό έχει και ο ασφαλισμένος στις περιπτώσεις υπαγωγής στην ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. λόγω εισοδηματικών κριτηρίων, μετά την παρέλευση τουλάχιστον τριών (3) ετών από την υπαγωγή του στην ασφάλιση στον Ο.Α.Ε.Ε..
Τα πρόσωπα που εξαιρούνται από την ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. είτε κατά τη διάρκεια της πρώτης τριετίας είτε μετά από αυτή, μπορούν να ασφαλίζονται στον Οργανισμό αυτόν προαιρετικά, σύμφωνα με τις καταστατικές διατάξεις του Ο.Α.Ε.Ε..
Χρόνος προαιρετικής υπαγωγής στην ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. μέχρι την 21.12.2006 (ημερομηνία δημοσίευσης του ν. 3518/2006, ΦΕΚ 272 Α`), για τον οποίο δεν έχουν καταβληθεί οι προβλεπόμενες εισφορές εντός του απαιτούμενου εξαμήνου και έχει απωλεσθείο χρόνος αυτός, μπορεί να αναγνωρισθεί προαιρετικά με υποβολή σχετικής αίτησης από τους ενδιαφερόμενους.
4. Πρόσωπα που είχαν υπαχθεί στην ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. – Τ.Α.Ε. στις περιοχές της περίπτωσης 1.α), πριν την ισχύ των διατάξεων του ν. 3050/2002, παραμένουν στην υποχρεωτική ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε..
Επίσης στην υποχρεωτική ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. υπάγονται τα μέλη των εταιρειών περιορισμένης ευθύνης (Ε.Π.Ε.) των οποίων ο σκοπός συνιστά επαγγελματική, βιοτεχνική ή εμπορική δραστηριότητα, καθώς και τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου ανωνύμων εταιρειών (Α.Ε.), που είναι μέτοχοι κατά ποσοστό 3% τουλάχιστον, σε όλη την επικράτεια.
Στην υποχρεωτική ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. υπάγονται τα μέλη των ομορρύθμων εταιρειών (Ο.Ε.) και ετερορρύθμων εταιρειών (Ε.Ε.) που έχουν την έδρα τους και ασκούν τη δραστηριότητα τους σε περιοχές της περίπτωσης 1.α), των οποίων ο σκοπός συνιστά επαγγελματική, βιοτεχνική ή εμπορική δραστηριότητα, εφόσον ο μέσος όρος των εισοδημάτων των τριών (3) πρώτων ετών από την έναρξη δραστηριότητας, όπως τα εισοδήματα αυτά προκύπτουν από τα εκκαθαριστικά σημειώματα φόρου εισοδήματος της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., υπερβαίνουν το 250πλάσιο του εκάστοτε ισχύοντος ημερομισθίου ανειδίκευτου εργάτη. Σε κάθε άλλη περίπτωση, υπάγονται στην υποχρεωτική ασφάλιση του Ο.Γ.Α. και κατατάσσονται από 1.1.2005 στην 5η ασφαλιστική κατηγορία του άρθρου 4 του ν. 2458/1997, όπως κάθε φορά ισχύει.
Μέλη ομορρύθμων εταιρειών (Ο.Ε.) και ετερορρύθμων εταιρειών (Ε.Ε.) που έχουν την έδρα τους και ασκούν τη δραστηριότητα τους σε περιοχές της περίπτωσης 1.α) και παράλληλα ασκούν αγροτική δραστηριότητα, υπάγονται στην υποχρεωτική ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε., εφόσον το 50% και πλέον του μέσου όρου των συνολικών εισοδημάτων τους, όπως προκύπτουν από τα εκκαθαριστικά σημειώματα φόρου εισοδήματος της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., των τριών (3) πρώτων ετών από την έναρξη της παράλληλης άσκησης των δύο επαγγελμάτων, προέρχεται από επαγγελματική ή βιοτεχνική ή εμπορική δραστηριότητα και υπερβαίνει το 250πλάσιο του εκάστοτε ισχύοντος ημερομισθίου ανειδίκευτου εργάτη.
Επαγγελματίες, βιοτέχνες και έμποροι, που ασκούν επαγγελματική ή βιοτεχνική δραστηριότητα σε πόλεις, χωριά ή οικισμούς άνω των 1.000 κατοίκων στους Νομούς Αττικής, Βοιωτίας, Εύβοιας, Κορινθίας, Αχαΐας και θεσσαλονίκης, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή πριν την έναρξη επαγγέλματος, εξακολουθούν να υπάγονται στην υποχρεωτική ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε..
Πρόσωπα που έχουν υπαχθεί στην ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. με τις διατάξεις του άρθρου 137 του ν. 2071/1992 (ΦΕΚ 123 Α`), συνεχίζουν την ασφάλιση τους στον Ο.Α.Ε.Ε..
5. Οι ιδιοκτήτες έως και δέκα (10) ενοικιαζόμενων δωματίων, καθώς και οι ιδιοκτήτες επιπλωμένων διαμερισμάτων έως και δέκα (10) δωμάτια, σε όλη την επικράτεια, εξαιρούνται από την υποχρεωτική ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. και ασφαλίζονται υποχρεωτικά στον Ο.ΓΑ. Εφόσον αυτοί ασφαλίζονται από άλλη εργασία ή απασχόληση σε οποιονδήποτε ασφαλιστικό οργανισμό ή το Δημόσιο ή λαμβάνουν σύνταξη από οποιονδήποτε ασφαλιστικό οργανισμό ή το Δημόσιο, δεν υπάγονται σε κανέναν από τους δύο πιο πάνω Οργανισμούς.
Οι ιδιοκτήτες έντεκα (11) και άνω ενοικιαζόμενων δωματίων, καθώς και οι ιδιοκτήτες επιπλωμένων διαμερισμάτων έντεκα (11) και άνω δωματίων, σε περιοχές της περίπτωσης Ια), υπάγονται από 1.1.2007 στην υποχρεωτική ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. εφόσον ο μέσος όρος των εισοδημάτων των τριών (3) πρώτων ετών από τη δραστηριότητα αυτή, όπως προκύπτουν από τα εκκαθαριστικά σημειώματα φόρου εισοδήματος της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., υπερβαίνει το 400πλάσιο του εκάστοτε ισχύοντος ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη.
Σχετικό: το άρθρο 58 παρ. 1 και παρ.2 του Ν. 4144/2013 (ΦΕΚ Α΄88/ 18.4.2013
6. Οι απασχολούμενοι με σύμβαση έργου σε φορείς του δημόσιου τομέα του άρθρου 51 του ν. 1892/1990 (ΦΕΚ 101 Α`), όπως ισχύει, σε επιχειρήσεις των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.), καθώς και σε ερευνητικούς και τεχνολογικούς φορείς του ν. 1514/1985 (ΦΕΚ 13 Α`) όπως ισχύει, για δράσεις που χρηματοδοτούνται ή συγχρηματοδοτούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή άλλους διεθνείς, δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς, υπάγονται υποχρεωτικά στην ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε..
7. α) Συνταξιούχοι ασφαλιστικών οργανισμών κύριας ασφάλισης αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, πλην Ο.ΓΑ, καθώς και συνταξιούχοι του Δημοσίου ή του NAT. οι οποίοι είτε συνεχίζουν την ίδια επαγγελματική, βιοτεχνική ή εμπορική δραστηριότητα είτε κάνουν έναρξη επαγγέλματος στην αρμόδια Δ.Ο.Υ., μετά τη συνταξιοδότηση τους, ως ελεύθεροι επαγγελματίες, βιοτέχνες και έμποροι στις περιοχές της περίπτωσης 1.α), υπάγονται στην υποχρεωτική ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε., εφαρμοζομένων των διατάξεων της περίπτωσης β` της παραγράφου 6 του άρθρου 63 του ν. 2676/1999.
β) Συνταξιούχοι του Ο.Γ.Α. που κάνουν έναρξη επαγγελματικής, βιοτεχνικής ή εμπορικής δραστηριότητας στις περιοχές της περίπτωσης 1.α), μετά τη συνταξιοδότηση τους, υπάγονται στην υποχρεωτική ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε., μη εφαρμοζομένων των διατάξεων της περίπτωσης β` της παραγράφου 6 του άρθρου 63 του ν. 2676/1999.
Συνταξιούχοι του Ο.Γ.Α. που συνεχίζουν την ίδια επαγγελματικη, βιοτεχνική ή εμπορική δραστηριότητα μετά τη συνταξιοδότηση τους, στις περιοχές της περίπτωσης 1.α), δεν υπάγονται στην υποχρεωτική ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. ούτε στην υποχρεωτική ασφάλιση του Ο.ΓΑ.
γ) Συνταξιούχοι της παραπάνω περίπτωσης α`, καθώς και του πρώτου εδαφίου της παραπάνω περίπτωσης β`, που υπήχθησαν από 1.12.2008 μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος στην ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. λόγω άσκησης επαγγέλματος υπακτέου στην ασφάλιση του Οργανισμού και κατέβαλαν εισφορές για το διάστημα αυτό, θεωρείται ότι καλώς ασφαλίστηκαν και ο χρόνος ασφάλισης τους στον Ο.Α.Ε.Ε. είναι ισχυρός. Στις περιπτώσεις των συνταξιούχων που ενώ υπήχθησαν στην ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. από 1.12.2008 και μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος δεν κατέβαλαν εισφορές για το εν λόγω χρονικό διάστημα, δύνανται προαιρετικά να το αναγνωρίσουν καταβάλλοντος τις αναλογούσες εισφορές με το τρέχον ασφάλιστρο και χωρίς πρόσθετα τέλη, εφόσον υποβάλλουν σχετική αίτηση εντός έτους από τη δημοσίευση του παρόντος.
8. Οι απασχολούμενοι στην αγροτική οικονομία ασφαλισμένοι στον Ο.Γ.Α., που έχουν ενταχθεί στα επενδυτικά προγράμματα για την αγροτική ανάπτυξη (όπως αγροτουρισμός, αγροβιοτεχνία) στο πλαίσιο των Κανονισμών της Ε.Ε. και χρηματοδοτούνται για το σκοπό αυτόν, εξαιρούνται από την ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. για όσο χρόνο διαρκεί η υποχρεωτική παραμονή τους στο πρόγραμμα και συνεχίζουν να ασφαλίζονται υποχρεωτικά στον Ο.ΓΑ, κατατασσόμενοι τουλάχιστον στην 5η ασφαλιστική κατηγορία του άρθρου 4 του ν. 2458/1997 (ΦΕΚ 15 Α`), όπως ισχύει.
Μετά τη λήξη της ως άνω υποχρεωτικής παραμονής, η ασφαλιστική τους περίπτωση επανεξετάζεται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
9. Στην υποχρεωτική ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. υπάγονται τα φυσικά πρόσωπα ή τα μέλη εταιρειών οποιασδήποτε μορφής, καθώς και τα μέλη του Δ.Σ. της Α.Ε. με ποσοστό τουλάχιστον 3%, που εγκαθιστούν φωτοβολτάίκό σύστημα ισχύος πάνω από 20kw είτε σε κτιριακή εγκατάσταση που χρησιμοποιείται για κατοικία ή στέγη επιχείρησης είτε σε αγροτεμάχια ή οικόπεδα, σε όλη την επικράτεια.
Εξαιρούνται από την υποχρεωτική ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. και ασφαλίζονται στην 7η ασφαλιστική κατηγορία του Ο.Γ.Α. οι κατά κύριο επάγγελμα, τουλάχιστον για μία πενταετία, αγρότες, όπως ορίζονται από το Μητρώο Αγροτών, που εγκαθιστούν φωτοβολτάικό σύστημα ισχύος μέχρι 100 kw.
10. Οι διατάξεις που ρυθμίζουν διαφορετικά τα παραπάνω θέματα καταργούνται.
11. Οι συνταξιούχοι του Ο.Α.Ε.Ε. Νομού Πιερίας, καθώς και τα προστατευόμενα μέλη αυτών υπάγονται από την πρώτη του επόμενου μήνα της δημοσίευσης του νόμου αυτού στην ασφάλιση του Κλάδου Παροχών Ασθένειας του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ. Η προβλεπόμενη εισφορά για την ασφάλιση των συνταξιούχων αποδίδεται στο ΙΚΑ- ΕΤΑΜ. Από την ίδια ως άνω ημερομηνία καταργούνται οι διατάξεις της παραγράφου 4 του δέκατου τέταρτου άρθρου του ν. 3607/2007 (ΦΕΚ 245 Α`).
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 25 Ν.3846/2010 (ΦΕΚ Α 66 11.5.2010).Σημ.: όπως η παρ.11 αναριθμήθηκε σε 17 με την παρ.1β αρθρ.52 Ν.3518/2006 Α΄272/21.12.2006.
18 . Το άρθρο 3 του Ν. 2458/1997 (ΦΕΚ 15 Α) αντικαθίσταται ως εξής: “Πόροι του Κλάδου είναι: 1.α) Η μηνιαία ατομική εισφορά των αυτοτελώς απασχολούμενων αγροτών που ορίζεται σε ποσοστό 7% επί των ποσών των ασφαλιστικών κατηγοριών της παρ. 1 του άρθρου 4 του Ν. 2458/1997. β) Η μηνιαία ατομική εισφορά των ανειδίκευτων εργατών που απασχολούνται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 και 6 του άρθρου αυτού και υπάγονται στην ασφάλιση του Ο.Γ.Α. ορίζεται σε ποσοστό 7% επί του ποσού των ασφαλιστικών κατηγοριών στις οποίες έχουν υπαχθεί οι ασφαλισμένοι, με κατώτατη την 5η ασφαλιστική κατηγορία της παρ. 1 του άρθρου 4 του Ν. 2458/1997. 2. Για όσους ασφαλίζονται στον Ο.Γ.Α. σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 και 6 του άρθρου αυτού, καταβάλλεται μηνιαία εργοδοτική εισφορά, η οποία υπολογίζεται σε ποσοστό 7% επί του ποσού των ασφαλιστικών κατηγοριών στις οποίες έχουν υπαχθεί οι ασφαλισμένοι, με κατώτατη την 5η ασφαλιστική κατηγορία της παρ. 1 του άρθρου 4 του Ν. 2458/1997. 3. Οι ανωτέρω κατηγορίες καταβάλλουν εισφορές ασθένειας και Λ.Α. Ε. 4.α) Η κρατική μηνιαία εισφορά για τους αυτοτελώς απασχολούμενους ορίζεται σε ποσοστό 14% και υπολογίζεται επί του ποσού των ασφαλιστικών κατηγοριών στις οποίες έχουν καταταγεί οι ασφαλισμένοι β) Η κρατική μηνιαία εισφορά για τους απασχολούμενους ανειδίκευτους εργάτες που υπάγονται στην ασφάλιση του Ο.Γ.Α., σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 και 6 του άρθρου αυτού, ορίζεται σε ποσοστό 7% και υπολογίζεται επί του ποσού των ασφαλιστικών κατηγοριών στις οποίες έχουν υπαχθεί οι ασφαλισμένοι, με κατώτατη την 5η ασφαλιστική κατηγορία της παρ. 1 του άρθρου 4 του Ν. 2458/1997. Τα ποσά της ανωτέρω α` και β` κρατικής εισφοράς αποδίδονται στον Κλάδο απολογιστικά εντός του τριμήνου από τη λήξη κάθε ημερολογιακού έτους. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ορίζεται ο τρόπος απόδοσης της εισφοράς του κράτους. 5. Η απόδοση των κεφαλαίων και αποθεματικών του Κλάδου, καθώς και κάθε πρόσοδος από οποιαδήποτε αιτία.Σημ.: όπως η παρ.12 αναριθμήθηκε σε 18 με την παρ.1β αρθρ.52 Ν.3518/2006 Α΄272/21.12.2006.
Σημ.: όπως η παρ.9 αναριθμήθηκε σε 15 με την παρ.1β αρθρ.52 Ν.3518/2006 Α΄272/21.12.2006.
19 . Η ισχύς του άρθρου αυτού αρχίζει από 1.1. 2004.Σημ.: όπως η παρ.13 αναριθμήθηκε σε 19 με την παρ.1β αρθρ.52 Ν.3518/2006 Α΄272/21.12.2006.
20 . Η εφαρμογή της παρ. 12 αρχίζει από 1.7.2004.Σημ.: όπως η παρ.14 αναριθμήθηκε σε 20 με την παρ.1β αρθρ.52 Ν.3518/2006 Α΄272/21.12.2006.
α) εφάπαξ με έκπτωση σε ποσοστό 80% επί των πρόσθετων τελών και λοιπών επιβαρύνσεων, ή
β) σε ογδόντα ισόποσες μηνιαίες δόσεις με έκπτωση σε ποσοστό 50% επί των πρόσθετων τελών και λοιπών επιβαρύνσεων και με την προϋπόθεση προκαταβολής ίσης με το 10% της οφειλής.
Τα ποσά έκπτωσης που προκύπτουν αφαιρούνται από τις τελευταίες δόσεις.
Το ποσό της κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των εκατόν πενήντα ευρώ.
Η αίτηση υποβάλλεται μέχρι το τέλος του τρίτου μήνα από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού.
Αν το οφειλόμενο ποσό, εξοφληθεί εφάπαξ, η καταβολή γίνεται μέχρι το τέλος του δεύτερου μήνα από την κοινοποίηση της σχετικής απόφασης.
Αν το οφειλόμενο ποσό ρυθμιστεί σε δόσεις, η πρώτη δόση και η προκαταβολή καταβάλλονται μέχρι το τέλος του δεύτερου μήνα από την κοινοποίηση της σχετικής απόφασης.
Αν καταβληθεί εκπρόθεσμα μία από τις οφειλόμενες δόσεις, το ποσό αυτής προσαυξάνεται με τα προβλεπόμενα κάθε φορά πρόσθετα τέλη.
Αν δεν καταβληθεί εφάπαξ η οφειλή μέσα στην ανωτέρω οριζόμενη προθεσμία ή δεν καταβληθούν εμπρόθεσμα έξι δόσεις συνολικά, καθώς και αν δεν καταβάλλονται εμπρόθεσμα οι τρέχουσες εισφορές, απόλλυται το δικαίωμα της ρύθμισης σύμφωνα με την παράγραφο αυτή και η εξόφληση διενεργείται σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 61 του Ν. 2676/1999 (ΦΕΚ 1 Α), εφόσον το προβλεπόμενο από αυτές δικαίωμα εξακολουθεί να υφίσταται
Στη ρύθμιση αυτή μπορούν να υπαχθούν και όσοι έχουν ρυθμίσει τις οφειλές τους στα προαναφερόμενα ταμεία, με τις διατάξεις του άρθρου 61 του Ν. 2676/1999.
Οι διατάξεις των παραγράφων 7 έως και 12 του άρθρου 61 του Ν. 2676/1999 έχουν εφαρμογή και στην παρούσα ρύθμιση.
Για την υπαγωγή στη ρύθμιση αυτή πρέπει να καταβάλλονται οι τρέχουσες εισφορές μέσα στις προβλεπόμενες προθεσμίες και να υποβληθεί σχετική αίτηση, καθώς και να προσκομιστούν όλα τα απαραίτητα δικαιολογητικά για έλεγχο στο αρμόδιο Υποκατάστημα Ι.Κ.Α.Ε.Τ.Α.Μ. μέσα σε έξι μήνες από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού.
Στην παρούσα ρύθμιση υπάγονται και όσες επιχειρήσεις της Ναυπηγοεπισκευαστικής Ζώνης έχουν ρυθμίσει τις οφειλές τους με άλλες διατάξεις, για το μέρος της οφειλής που δεν έχει ακόμη καταβληθεί
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζεται κάθε θέμα σχετικό με την εφαρμογή της διάταξης αυτής.
Στη ρύθμιση αυτή υπάγονται και όσες επιχειρήσεις, εργοδότες ή ασφαλισμένοι έχουν επαγγελματική εγκατάσταση ή δραστηριότητα στις ανωτέρω περιοχές και έχουν ρυθμίσει τις οφειλές τους με άλλες διατάξεις για το μέρος της οφειλής που δεν έχει ακόμη καταβληθεί
Οι ρυθμίσεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή και για τις οφειλές της αυτής ως άνω χρονικής περιόδου των επιχειρήσεων, εργοδοτών ή ασφαλισμένων που επλήγησαν από τις πλημμύρες της 24ης 26ης Ιανουαρίου 2003 και έχουν επαγγελματική εγκατάσταση ή δραστηριότητα στους Δήμους Μαραθώνος, Ν. Μάκρης και στις Κοινότητες Αγ. Κωνσταντίνου, Καλάμου, Κουβαρά, Μαλακάσης, Μαρκοπούλου, Ωρωπού, Ν. Παλατίων, Σκάλας Ωρωπού και Ωρωπού της Νομαρχίας Ανατολικής Αττικής.
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζεται κάθε θέμα σχετικό με την εφαρμογή της διάταξης αυτής.
Οι εισφορές που αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο, καθώς και οι καθυστερούμενες ασφαλιστικές εισφορές προς τους ανωτέρω οργανισμούς, μέχρι την τελευταία ημέρα του προηγούμενου μήνα της έναρξης ισχύος του παρόντος, που οφείλονται από τις ανωτέρω επιχειρήσεις, εργοδότες ή ασφαλισμένους προς τους προαναφερόμενους ασφαλιστικούς φορείς, εξοφλούνται σε σαράντα οκτώ ισόποσες μηνιαίες δόσεις, με αφετηρία την πρώτη του επόμενου μήνα εκείνου κατά τον οποίο έληξε η εξάμηνη αναστολή. Τα ποσά των πρόσθετων τελών, προσαυξήσεων, λοιπών επιβαρύνσεων, δικαστικών εξόδων και δικαιωμάτων εκτέλεσης που αναλογούν στις παραπάνω εισφορές διαγράφονται
Στη ρύθμιση αυτή υπάγονται και όσες επιχειρήσεις, εργοδότες ή ασφαλισμένοι έχουν επαγγελματική εγκατάσταση ή δραστηριότητα στις ανωτέρω περιοχές και έχουν ρυθμίσει τις οφειλές τους με άλλες διατάξεις, για το μέρος της οφειλής που δεν έχει ακόμη καταβληθεί
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζεται κάθε θέμα σχετικό με την εφαρμογή της διάταξης αυτής.
Σχετικό: το άρθρο 10 παρ.2 Ν.3385/2005,ΦΕΚ Α 210/19.8.2005
Οι εισφορές που αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο, καθώς και όσες οφείλονται από την ίδια ως άνω Εταιρεία προς τους οργανισμούς κύριας ασφάλισης και τους φορείς του προηγούμενου εδαφίου και αφορούν χρονική περίοδο απασχόλησης μέχρι και το τέλος του προηγούμενου μήνα από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού εξοφλούνται σε εκατόν είκοσι ισόποσες μηνιαίες δόσεις, χωρίς υποχρέωση προκαταβολής. Τα ποσά των πρόσθετων τελών, προσαυξήσεων και λοιπών επιβαρύνσεων που αναλογούν στις παραπάνω εισφορές, καθώς και τα ποσά των αυτοτελών προστίμων λόγω παράβασης των υποχρεώσεων των σχετικών με την υποβολή της Αναλυτικής Περιοδικής Δήλωσης και με την τήρηση του Ειδικού Βιβλίου Νεοπροσλαμβανόμενου Προσωπικού, όπως και τα ποσά των πάσης φύσεως προσαυξήσεων, δικαστικών εξόδων, εξόδων και δικαιωμάτων εκτέλεσης κ.λπ. διαγράφονται
Η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μεθεπόμενου μήνα από τη λήξη της τετράμηνης αναστολής του πρώτου εδαφίου.
Προϋπόθεση για την υπαγωγή στη ρύθμιση είναι η ορθή υποβολή όλων των Α. Π .Δ. των χρονικών περιόδων απασχόλησης, οι εισφορές των οποίων ρυθμίζονται με την παράγραφο αυτή, μέχρι και την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μήνα λήξης της τετράμηνης αναστολής που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο.
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζεται κάθε θέμα σχετικό με την εφαρμογή της διάταξης αυτής.
Σχετικό: παρ.4 άρθρ.9 Ν.3302/2004
“4. ΟΙ διατάξεις του άρθρου αυτού ισχύουν μέχρι 31.12.2003.”
“α. Να απογράφονται στο Μητρώο εργοδοτών του Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ. με την έναρξη της απασχόλησης των ατόμων αυτών και να γνωστοποιούν με υπεύθυνη δήλωσή τους στις αρμόδιες υπηρεσίες τις μεταβολές των στοιχείων τους που έχουν καταχωριστεί σε αυτό.
Υποχρέωση γνωστοποίησης υπάρχει για την αλλαγή της επωνυμίας, της νομικής μορφής, των κατά νόμου υπευθύνων, των στοιχείων τους, του τόπου κατοικίας ή διαμονής τους, καθώς και για λοιπές περιπτώσεις που καθορίζονται με τον Κανονισμό Διαδικασιών Ασφάλισης για την εφαρμογή της Α.Π.Δ. Με τον ίδιο Κανονισμό ορίζονται ο χρόνος υποβολής, ο τύπος και η διαδικασία τροποποίησης και γνωστοποίησης των μεταβολών, καθώς και ο τύπος, η μορφή και το περιεχόμενο του εντύπου της απογραφής.
Στους εργοδότες που παραβαίνουν την υποχρέωση γνωστοποίησης μεταβολών επιβάλλεται πρόστιμο που ανέρχεται σε ποσό τριακοσίων ευρώ, αν δεν γνωστοποιήσουν εμπρόθεσμα την αλλαγή στην επωνυμία της επιχείρησης και την αλλαγή των κατά νόμο υπευθύνων και σε ποσό εκατόν πενήντα ευρώ, αν δεν γνωστοποιήσουν τις λοιπές μεταβολές που αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο, καθώς και όσες καθορίζονται με τον Κανονισμό.
Αν διαπιστωθεί ότι έχουν συντελεστεί περισσότερες της μιας παραβάσεις, για τις οποίες υφίσταται υποχρέωση γνωστοποίησης μέσα στην ίδια προθεσμία, επιβάλλεται ένα πρόστιμο και αν αυτά είναι διαφορετικά επιβάλλεται το μεγαλύτερο.”
Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής αρχίζουν να εφαρμόζονται από την ημερομηνία δημοσίευσης της τροποποίησης του Κανονισμού Διαδικασιών Ασφάλισης για την εφαρμογή της Αναλυτικής Περιοδικής Δήλωσης.
“1. Στους εργοδότες που:
α. Δεν απογράφονται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση α` της παραγράφου 1 του άρθρου 6 ή δεν υποβάλλουν Α.Π.Δ., επιβάλλεται πρόσθετη επιβάρυνση εισφορών που ανέρχεται σε ποσοστό 45% επί του ποσού των εισφορών που αντιστοιχούν στην Α.Π.Δ. ή στις Α.Π.Δ. που είχαν υποχρέωση να υποβάλουν.
β. Υποβάλλουν εκπρόθεσμα την Α.Π.Δ., επιβάλλεται πρόσθετη επιβάρυνση εισφορών που ανέρχεται σε ποσοστό 30% επί του ποσού των εισφορών που δηλώνεται σε αυτή, εκτός αν η εκπρόθεσμη υποβολή γίνεται πριν από τη λήξη της προθεσμίας που προβλέπεται από τις οικείες διατάξεις για την υποβολή της επόμενης κατά περίπτωση Α.Π.Δ., που το ποσοστό της πρόσθετης επιβάρυνσης ανέρχεται σε 10%.
γ. Υποβάλλουν την Α.Π.Δ. με ανακριβή στοιχεία απασχόλησηςασφάλισης, επιβάλλεται πρόσθετη επιβάρυνση εισφορών που ανέρχεται σε ποσοστό 30% επί του ποσού της διαφοράς που προκύπτει μεταξύ των εισφορών που δηλώθηκαν και των εισφορών που υπολογίζονται από την υπηρεσία.
Αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις επιβολής πρόσθετης επιβάρυνσης εισφορών για περισσότερες της μιας παραβάσεις που αφορούν Α. Π .Δ. ίδιας χρονικής περιόδου, επιβάλλεται ένα ποσοστό επιβάρυνσης και αν αυτά είναι διαφορετικά επιβάλλεται το μεγαλύτερο.
2. Εκπρόθεσμη θεωρείται η Α. Π.Δ. που υποβάλλεται μετά τη λήξη της προθεσμίας που κατά περίπτωση ορίζεται με τον Κανονισμό Διαδικασιών Ασφάλισης για την εφαρμογή της Α.Π.Δ.
3. Ανακριβής θεωρείται η Α.Π.Δ., στην οποία προκύπτει διαφορά μεταξύ των εισφορών που δηλώνονται από τον εργοδότη και των εισφορών που προκύπτουν κατά τον έλεγχο, από διαφορά ημερών εργασίας, αποδοχών ή κλάδου ασφάλισης και λοιπών στοιχείων που προσδιορίζουν την ορθή υπαγωγή στην ασφάλιση. Ως ανακριβής θεωρείται η Α.Π.Δ. που δεν περιλαμβάνει εργαζόμενο ή εργαζομένους, καθώς και η Α.Π.Δ. των εργοδοτών που εκτελούν ιδιωτικά οικοδομικά και τεχνικά έργα, σε βάρος των οποίων καταλογίζονται εισφορές με βάση τους συντελεστές που προβλέπονται στο άρθρο 38 του Κανονισμού Ασφάλισης Ι.Κ.Α., εκτός από τις περιπτώσεις που δηλώθηκε εμπρόθεσμα η αποπεράτωση του έργου.
Τα ποσοστά των πρόσθετων επιβαρύνσεων που προβλέπονται από το άρθρο αυτό επιβάλλονται και για παραβάσεις Α.Π.Δ. που καταλογίζονται μετά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού και αφορούν προγενέστερες μισθολογικές περιόδους.
4. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων έχουν εφαρμογή για κάθε τύπο Α.Π.Δ.”
“Ασφαλιστικές εισφορές υπέρ του Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ., οι οποίες δεν καταβάλλονται εμπροθέσμως, επιβαρύνονται με πρόσθετο τέλος από την επόμενη ημέρα εκείνης κατά την οποία έληξε η κατά νόμο προθεσμία καταβολής τους.
Ως ασφαλιστικές εισφορές νοούνται και οι εισφορές υπέρ του Ειδικού Λογαριασμού Δώρων Εργατοτεχνιτών Οικοδόμων (Ε.Λ.Δ.Ε.Ο.), καθώς και οι εισφορές που συνεισπράττονται από το Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ.
Κάθε φορά που εισπράττονται απαιτήσεις από τις παραπάνω αιτίες, συνεισπράτεται υποχρεωτικά και η προσαύξηση λόγω εκπρόθεσμης καταβολής που αναλογεί στο καταβαλλόμενο ποσό.
Το ποσοστό του πρόσθετου τέλους ορίζεται σε 3% για τον πρώτο μήνα καθυστέρησης και 1 % για κάθε επόμενο μήνα και μέχρι 120% συνολικά.
Για την εφαρμογή της διάταξης αυτής, ως μήνας θεωρείται ο ημερολογιακός μήνας.
Με απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μπορεί να καθορίζονται τα ποσοστά πρόσθετων τελών, καθώς και το ανώτατο όριο αυτών.”
Στις διατάξεις της παραγράφου αυτής υπάγονται όλες οι οφειλόμενες ασφαλιστικές εισφορές, ανεξάρτητα από τις μισθολογικές περιόδους στις οποίες ανάγονται
“στ. αα. Να καταχωρίζουν στο Ειδικό Βιβλίο Καταχώρισης Νεοπροσλαμβανόμενου Προσωπικού τους μισθωτούς που απασχολούνται σε αυτούς και υπάγονται στην ασφάλιση του Ι. Κ.Α. Ε. Τ .Α. Μ., αμέσως μετά την πρόσληψη και πριν αυτοί αναλάβουν εργασία.
Δεν απαιτείται καταχώριση στο παραπάνω βιβλίο των απασχολούμενων που είχαν καταχωρισθεί στα μισθολόγια μέχρι 31.3.1998 και εξακολούθησαν να απασχολούνται μετά την παραπάνω ημερομηνία.
ββ. Οι καταχωρίσεις στο Ειδικό Βιβλίο γίνονται χειρογράφως χωρίς κενά διαστήματα, παραπομπές ή ξέσματα.
Λανθασμένη εγγραφή διαγράφεται χωρίς να χρησιμοποιείται χημικό διορθωτικό ή άλλο υλικό διαγραφής. Η εκ νέου εγγραφή με τα πλήρη και ορθά στοιχεία γίνεται στην αμέσως επόμενη οριζόντια γραμμή.
γγ. Αν δεν επιδεικνύεται στα αρμόδια ελεγκτικά όργανα του Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ. και του Σ.Ε.Π.Ε. το Ειδικό Βιβλίο, ως μη καταχωρισμένα θεωρούνται όλα τα πρόσωπα που βρίσκονται απασχολούμενα κατά τον έλεγχο.
δδ. Αν κατά τον έλεγχο διαπιστωθεί ή δηλωθεί απώλεια του Ειδικού Βιβλίου, η οποία δεν οφείλεται σε λόγους ανωτέρας βίας, ως μη καταχωρισμένοι θεωρούνται όλοι οι απασχολούμενοι που περιλαμβάνονται στην τελευταία Αναλυτική Περιοδική Δήλωση που υποβλήθηκε. Σε περίπτωση απώλειας φύλλου του ειδικού βιβλίου ως μη καταχωρισμένοι θεωρούνται όλοι οι απασχολούμενοι κατά τη στιγμή της διαπίστωσης, εκτός εκείνων οι οποίοι είναι καταχωρισμένοι σε επόμενο ή προηγούμενο φύλλο.
εε. Επιβάλλεται πρόστιμο σε βάρος του εργοδότη:
Σε όσους δεν τηρούν το Ειδικό Βιβλίο, όπως ορίζεται στην υποπερίπτωση ββ`.
Για κάθε απασχολούμενο που βρίσκεται από τα ανωτέρω αρμόδια όργανα να απασχολείται και δεν είναι καταχωρισμένος, όπως ορίζεται στην υποπερίπτωση αα`.
Αν δεν επιδειχθεί το Ειδικό Βιβλίο στα ελεγκτικά όργανα, όπως ορίζεται από την υποπερίπτωση γγ`.
Αν απωλεσθεί το Ειδικό Βιβλίο ή φύλλο αυτού, όπως ορίζεται από την υποπερίπτωση δδ`.
στστ. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από πρόταση του Ι.Κ.Α.Ε.Τ.Α.Μ., προσδιορίζεται το ύψος του προστίμου για κάθε ακαταχώριστο εργαζόμενο, καθώς και για κάθε εργαζόμενο που δεν έχει καταχωριστεί σύμφωνα με τα οριζόμενα στην υποπερίπτωση ββ`, το είδος του εντύπου καταχώρισης, η υπηρεσία, το όργανο και η διαδικασία εκτύπωσης, θεώρησης, χορήγησης, ελέγχου, τήρησης, ανάληψης της δαπάνης και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια που αφορά την εφαρμογή της διάταξης αυτής.
Τ ο πρόστιμο δεν μπορεί να ξεπερνά κατ` άτομο το εικοσιπενταπλάσιο του τεκμαρτού ημερομισθίου της ανώτατης ασφαλιστικής κλάσης, όπως ισχύει κατά την ημερομηνία της επιβολής του.
Τα κατά τα ανωτέρω επιβαλλόμενα πρόστιμα αποτελούν έσοδα του Ι.Κ.Α.Ε.Τ.Α.Μ. Με Κανονισμό ορίζονται τα όργανα και οι διαδικασίες επιβολής, βεβαίωσης, είσπραξης, αμφισβήτησης, διοικητικής επίλυσης ασφαλιστικής διαφοράς, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
ζζ. Με όμοια απόφαση, ύστερα από πρόταση του Ο.Α.Ε.Δ. καθορίζεται και ο τύπος του εντύπου αναγγελίας οικειοθελούς αποχώρησης του μισθωτού που προβλέπεται στην περίπτωση δ` της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του Ν. 2972/2001 (ΦΕΚ291 Α), καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
ηη. Οι διατάξεις της περίπτωσης αυτής δεν ισχύουν για τους εργοδότες οικοδομικών και τεχνικών έργων, για τους εργοδότες που απασχολούν οικιακού ς βοηθούς και λοιπά πρόσωπα στην οικία τους, καθώς και για τα πρόσωπα που ασφαλίζονται με τις διατάξεις του Κανονισμού Ασφάλισης στο Ι.Κ.Α.Ε.Τ.Α.Μ. των προσώπων που απασχολούνται σε επιχειρήσεις μελών της οικογένειάς τους.”
“1. Αρμόδια όργανα για τη χορήγηση διευκολύνσεων τμηματικής καταβολής ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Ι.Κ.Α.Ε.Τ.Α.Μ. είναι:
α. Ο Διευθυντής του οικείου περιφερειακού ή τοπικού υποκαταστήματος Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ. ή ο Διευθυντής του οικείου ταμείου, προκειμένου για περιφερειακά και τοπικά υποκαταστήματα στην περιοχή των οποίων λειτουργούν Ταμεία Είσπραξης Εσόδων Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ., όταν το ποσό της οφειλόμενης κύριας εισφοράς δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες χιλιάδες ευρώ.
β. Η Επιτροπή Αναστολών του άρθρου 113 του Κανονισμού Ασφάλισης Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ., όταν το ποσό της οφειλόμενης κύριας εισφοράς υπερβαίνει τις τριακόσιες χιλιάδες ευρώ.
Τα ανωτέρω ποσά δύναται να αναπροσαρμόζονται με τροποποίηση του Κανονισμού Ασφάλισης Ι. Κ.Α. Ε. Τ .Α. Μ.”
“1. Αίτημα χορήγησης διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής ληξιπρόθεσμων οφειλών εξετάζεται από το αρμόδιο όργανο, με κύριο κριτήριο τη συμπεριφορά του οφειλέτη και την αιτία για την οποία ζητείται η διευκόλυνση.
Με απόφαση του Διευθυντή του οικείου περιφερειακού ή τοπικού υποκαταστήματος Ι.Κ.Α.Ε.Τ.Α.Μ. ή του Διευθυντή του οικείου Ταμείου Είσπραξης Εσόδων Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ. παρέχεται η ευχέρεια εξόφλησης σε ισόποσες μηνιαίες δόσεις, οι οποίες δεν μπορεί να είναι περισσότερες από τριάντα έξι, με την προϋπόθεση καταβολής των τρεχουσών εισφορών και προκαταβολής.
Με απόφαση της Επιτροπής Αναστολών, αφού ληφθούν υπόψη ο αριθμός των απασχολουμένων και η διασφάλιση της οφειλής, παρέχεται η ευχέρεια εξόφλησης σε ισόποσες δόσεις, οι οποίες δεν μπορεί να είναι λιγότερες από τριάντα έξι και περισσότερες από σαράντα οκτώ, με την προϋπόθεση καταβολής των τρεχουσών εισφορών και προκαταβολής.
Το ποσό της προκαταβολής των δύο προηγούμενων εδαφίων υπολογίζεται κλιμακωτά και αθροιστικά επί της συνολικής οφειλής ως ακολούθως:
α. για ποσό οφειλής μέχρι εκατό χιλιάδες ευρώ ποσοστό 10%,
β. για συνολική οφειλή από εκατό χιλιάδες ένα έως και τριακόσιες χιλιάδες ευρώ ποσοστό 8%,
γ. για συνολική οφειλή από τριακόσιες χιλιάδες ένα ευρώ και άνω ποσοστό 6%.
Κάθε μηνιαία δόση δεν μπορεί να είναι μικρότερη των εκατό πενήντα ευρώ.”
“α) Επιχείρηση που έχει κηρυχθεί σε πτώxευση, αν δεν έχουν αποδώσει όλα τα αναγκαστικά ή άλλα μέτρα είσπραξης που ισχύουν, επιτρέπεται η ρύθμιση σε εξήντα ισόποσες μηνιαίες δόσεις, με την προϋπόθεση προκαταβολής 2% της συνολικής οφειλής.”
“3. Αν ο οφειλέτης δεν τήρησε προηγούμενη απόφαση ρύθμισης, μπορεί, μετά εξάμηνο από την έκδοσή της, και σε περίπτωση επίσπευσης πλειστηριασμού και πριν την παρέλευση εξαμήνου, να ζητήσει από το αρμόδιο όργανο για δεύτερη φορά ρύθμιση.
Στην περίπτωση αυτή εκδίδεται νέα απόφαση σύμφωνα με τους όρους της παρ. 1 του άρθρου αυτού, το δε ποσό της προκαταβολής δεν μπορεί να είναι μικρότερο από το ποσό που προκύπτει με βάση το διπλάσιο του ισχύοντος ποσοστού.
Αν δεν τηρηθούν οι όροι της νέας ρύθμισης του προηγούμενου εδαφίου, επισπεύδεται η διαδικασία για κήρυξη του οφειλέτη σε κατάσταση πτώxευσης, αν προηγουμένως δεν εξοφληθεί η οφειλή από τη λήψη αναγκαστικών ή άλλων μέτρων ρύθμισης.
Η παραπάνω διαδικασία αναστέλλεται με την καταβολή του 30% της συνολικής οφειλής και τη ρύθμιση του υπολοίπου σε δόσεις, σύμφωνα με την παράγραφο 1.
Οφειλέτης που δεν τήρησε τους όρους του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής μπορεί να ζητήσει οποτεδήποτε νέα ρύθμιση. Στην περίπτωση αυτή εκδίδεται νέα απόφαση σύμφωνα με τους όρους της παρ. 1, εκτός από το ποσό της προκαταβολής, το οποίο δεν μπορεί να είναι μικρότερο του 30% της συνολικής οφειλής.”
“4. Είναι δυνατή η εκπρόθεσμη καταβολή δόσης μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα από αυτόν που είναι απαιτητή. Η παραπάνω εκπρόθεσμη καταβολή επιτρέπεται για δύο δόσεις σε κάθε δωδεκάμηνο.”
“6. Στους οφειλέτες που κάνουν χρήση της παρεχόμενης διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής των ληξιπρόθεσμων ασφαλιστικών τους εισφορών και τηρούν τους όρους της ρύθμισης, παρέχεται μερική έκπτωση των πρόσθετων τελών που αντιστοιχούν στις εισφορές αυτές, ως ακολούθως:
α) Αν υπαχθούν στη ρύθμιση για τμηματική καταβολή των ληξιπρόθεσμων οφειλών και εξόφληση του ποσού μέχρι τριάντα έξι δόσεις κατ` ανώτατο όριο, παρέχεται έκπτωση επί των πρόσθετων τελών που αντιστοιχούν στην οφειλή κατά ποσοστό 10%.
Τα ποσά μείωσης των πρόσθετων τελών στην περίπτωση αυτή αφαιρούνται από τις τελευταίες δόσεις.
β) Αν εξοφληθεί η συνολική οφειλή εφάπαξ, παρέχεται έκπτωση κατά ποσοστό 20% επί των πρόσθετων τελών που αντιστοιχούν στην οφειλή.”
“1. Είναι δυνατή η τροποποίηση της απόφασης παροχής διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Ι.Κ.Α. Ε.Τ .Α.Μ., εφόσον οι εργοδότες είναι ασφαλιστικά ενήμεροι, υποβληθεί αίτηση στο αρμόδιο όργανο και καταβληθεί το νόμιμο παράβολο, μόνο ως προς τα εξής σημεία:
α) Μετά τρεις μήνες από την έκδοση της απόφασης, το όργανο που εξέδωσε αυτήν μπορεί να αποφασίσει τη μείωση του ποσοστού παρακράτησης κατά τη χορήγηση βεβαιώσεων ασφαλιστικής ενημερότητας για είσπραξη χρημάτων από τράπεζες ή πιστωτικά ιδρύματα, μέχρι του 2% της συνολικής οφειλής, εφόσον τα μηνιαία ποσά από παρακρατήσεις είναι μεγαλύτερα του 50% της μηνιαίας δόσης.
β) Μετά έξι μήνες από την έκδοση της απόφασης για παροχή διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής μέχρι τριάντα έξι δόσεις, ο Διευθυντής του οικείου περιφερειακού ή τοπικού υποκαταστήματος Ι.Κ.Α.Ε.Τ.Α.Μ. ή ο Διευθυντής του οικείου Ταμείου Είσπραξης Εσόδων Ι.Κ.Α.Ε.Τ.Α.Μ. μπορεί να αποφασίζει ανακαθορισμό του αριθμού των δόσεων κατά δώδεκα επιπλέον, με ανώτατο όριο αύξησης των δόσεων τις σαράντα οκτώ.
Για την έκδοση των παραπάνω αποφάσεων δεν απαιτείται προκαταβολή.
Αν διαγραφεί μέρος της οφειλής, οι δόσεις αναπροσαρμόζονται οίκοθεν από το αρμόδιο όργανο.”
“Η αίτηση για τη χορήγηση διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής εξετάζεται από το αρμόδιο όργανο, εφόσον έχει καταβληθεί παράβολο υπέρ του Ι.Κ.Α.Ε.Τ.Α.Μ. και έχει επισυναφθεί γραμμάτιο είσπραξής του.
Το ποσό του παραβόλου που πρέπει να καταβληθεί είναι:
α. Είκοσι ευρώ, για οφειλή μέχρι πενήντα χιλιάδες ευρώ.
β. Πενήντα ευρώ, για οφειλή από πενήντα χιλιάδες και ένα ευρώ έως και εκατό χιλιάδες ευρώ.
γ. Εκατό ευρώ, για οφειλές μεγαλύτερες των εκατό χιλιάδων και ένα ευρώ και μέχρι του ποσού που ρυθμίζει ο διευθυντής του υποκαταστήματος ή ταμείου είσπραξης εσόδων Ι.Κ.Α.
δ. Διακόσια ευρώ, για οφειλές αρμοδιότητας της Επιτροπής Αναστολών.
Το ύψος του παραβόλου αναπροσαρμόζεται με τροποποίηση του Κανονισμού Ασφάλισης Ι.Κ.Α.Ε.Τ.Α.Μ.”
Η κατά τα ανωτέρω χρηματοδότηση συμφωνείται είτε για την εφάπαξ εξόφληση του συνόλου ή μέρους είτε για την τμηματική εξόφληση της οφειλής.
Στην περίπτωση εφάπαξ καταβολής του συνόλου ή μέρους της οφειλής προσκομίζεται στο πιστωτικό Ίδρυμα βεβαίωση οφειλής εκδοθείσα από το κατά νόμο αρμόδιο όργανο του Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ., από την οποία προκύπτει το τελικά καταβαλλόμενο ποσό, όπως αυτό καθορίζεται από τις ισχύουσες διατάξεις. Τ ο αναγραφόμενο στη βεβαίωση οφειλής ποσό ισχύει μέχρι την οριζόμενη σε αυτήν προθεσμία, εκταμιεύεται δε και αποδίδεται απευθείας στο Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ. Αν η χρηματοδότηση συμφωνηθεί για εφάπαξ εξόφληση μέρους της οφειλής, το υπολειπόμενο ποσό καταβάλλεται από τον οφειλέτη και επιτρέπεται να ρυθμίζεται τμηματικά σύμφωνα με τα άρθρα 51 έως 55 του Ν. 2676/1999, όπως ισχύουν.
Στην περίπτωση τμηματικής εξόφλησης της οφειλής προς το Ι.Κ.Α.Ε.Τ.Α.Μ. μέσω δανείου προσκομίζεται στο πιστωτικό Ίδρυμα απόφαση ρύθμισης της οφειλής που εκδίδεται από το Ι. Κ.Α. Ε. Τ .Α. Μ., από την οποία προκύπτει ρητά το ύψος της προκαταβολής, ο αριθμός και το ποσό κάθε μηνιαίας δόσης. Η καταβολή της προκαταβολής και των δόσεων ενεργείται από το πιστωτικό Ίδρυμα στους χρόνους που ορίζονται από την απόφαση ρύθμισης που εκδίδεται από το αρμόδιο όργανο του Ι.Κ.Α.Ε.Τ.Α.Μ.
Κατά την τελική εκκαθάριση του λογαριασμού του οφειλέτη από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Ι.Κ.Α.Ε.Τ.Α.Μ.:
αα. εφόσον προκύψει καταβολή ποσού από το πιστωτικό Ίδρυμα επιπλέον του πράγματι οφειλόμενου, αυτό επιστρέφεται στον οφειλέτη ή συμψηφίζεται με τυχόν άλλη οφειλή του προς το Ι.Κ.Α.Ε.Τ.Α.Μ.,
αβ. εφόσον προκύψει καταβολή ποσού που υπολείπεται του πράγματι οφειλόμενου ποσού, το υπολειπόμενο ποσό βαρύνει τον οφειλέτηεργοδότη.
Για την απόδοση από το πιστωτικό Ίδρυμα στο Ι.Κ.Α.Ε.Τ.Α.Μ. των χρηματικών ποσών της χρηματοδότησης αυτής δεν απαιτείται η προσκόμιση βεβαίωσης ασφαλιστικής ενημερότητας. Ο οφειλέτης εξακολουθεί και μετά τη σύναψη της δανειακής σύμβασης να είναι υπεύθυνος για την καταβολή των οφειλών του προς το Ι. Κ.Α.Ε. Τ .Α. Μ.
Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις των άρθρων 51-55 του Ν. 2676/1999, με εξαίρεση τις διατάξεις των παραγράφων 3,4 και 5 του άρθρου 51 και της παρ. 1 του άρθρου 52, όπως ισχύουν.
β) Οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται και για οφειλές που ρυθμίζονται με ειδικές διατάξεις νόμων.
Το χρονικό διάστημα απασχόλησης αποδεικνύεται αποκλειστικά βάσει της ασφάλισης στον Κλάδο Ασθενείας του Ι.Κ.Α.Ε.Τ.Α.Μ. και για όσες ημέρες έχει λάβει αυτή χώρα.
Οι ημέρες εργασίας που αναγνωρίζονται υπολογίζονται μόνο για τη συμπλήρωση των ελάχιστων προϋποθέσεων που απαιτούνται για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος λόγω γήρατος, μετά το συνυπολογισμό και του χρόνου διαδοχικής ασφάλισης που έχει διανυθεί στην ασφάλιση άλλων φορέων κύριας ασφάλισης ή το Δημόσιο. Οι αναγνωριζόμενες ημέρες δεν συνυπολογίζονται για τη συμπλήρωση του ελάχιστου κατά περίπτωση απαιτούμενου χρόνου ασφάλισης σύμφωνα με τον Κανονισμό Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων, ούτε και για τη συμπλήρωση των προϋποθέσεων της παρ. 2 του άρθρου 2 του Ν. 3029/2002 και της παρ. 1 του άρθρου 1 Ο του Ν. 825/1978, όπως ισχύουν κάθε φορά.
Η αναγνώριση γίνεται ύστερα από την υποβολή αίτησης στο Ι.Κ.Α.Ε. Τ.Α.Μ. και η εξαγορά με την καταβολή για κάθε αναγνωριζόμενη ημέρα της εισφοράς εργοδότη και ασφαλισμένου του κλάδου κύριας σύνταξης Ι.Κ.Α.Ε.Τ.Α.Μ. που υπολογίζεται στο τεκμαρτό ημερομίσθιο της 8ης ασφαλιστικής κλάσης, όπως ισχύει κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης.
Το ποσό που προκύπτει από τον κατά τα ανωτέρω υπολογισμό βαρύνει τον ασφαλισμένο και καταβάλλεται είτε εφάπαξ, οπότε παρέχεται έκπτωση 10% είτε σε ισόποσες μηνιαίες δόσεις, που δεν μπορούν να είναι περισσότερες από τους μήνες που αναγνωρίζονται Τόσο η εφάπαξ αποπληρωμή όσο και η καταβολή της πρώτης δόσης γίνεται μέσα σε τρεις μήνες από την κοινοποίηση της απόφασης αναγνώρισης. Σε περίπτωση εκπρόθεσμης καταβολής δόσης, το ποσό αυτής επιβαρύνεται με τα προβλεπόμενα κάθε φορά πρόσθετα τέλη.
Σε περίπτωση θανάτου του ασφαλισμένου πριν την εξόφληση του οφειλόμενου ποσού, το υπολειπόμενο ποσό καταβάλλεται από τα δικαιοδόχα, σύμφωνα με τις καταστατικές διατάξεις του κάθε φορέα, πρόσωπα, στα οποία μεταβιβάζεται η σύνταξη.
Αν ο ασφαλισμένος αποβιώσει πριν την υποβολή της αίτησης, το δικαίωμα της αναγνώρισης δύναται να ασκηθεί από τα δικαιοδόχα πρόσωπα, το δε καθοριζόμενο ποσό για την εξαγορά του αναγνωριζόμενου χρόνου καταβάλλεται σύμφωνα με τα ανωτέρω.
Η σύνταξη αρχίζει να καταβάλλεται ή μεταβιβάζεται μετά την εξόφληση του οφειλόμενου ποσού, που προκύπτει από την εφαρμογή της διάταξης αυτής.
Για την ανωτέρω αναδρομική ασφάλιση για την οποία δεν επιβάλλονται πρόσθετα τέλη και λοιπές επιβαρύνσεις, υποβάλλεται αίτηση μέσα σε ένα έτος από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού. Για κάθε μήνα καταβάλλεται η εισφορά εργοδότη και εργαζόμενου για τον κλάδο κύριας σύνταξης του Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ. επί των αποδοχών του ασφαλισμένου, όπως ισχύουν κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης.
Το ποσό που προκύπτει με βάση τον ανωτέρω υπολογισμό καταβάλλεται από τον ασφαλισμένο και τον εργοδότη κατά τα ισχύοντα ποσοστά εισφορών κλάδου σύνταξης, είτε εφάπαξ μέσα σε τρεις μήνες από την κοινοποίηση της σχετικής απόφασης, είτε σε δόσεις ισάριθμες με τους μήνες ασφάλισης στον κλάδο σύνταξης του Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ. Στην τελευταία περίπτωση η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι το τέλος του τρίτου μήνα από την κοινοποίηση της σχετικής απόφασης. Αν ο πιο πάνω χρόνος χρησιμοποιηθεί για τη συμπλήρωση των προϋποθέσεων συνταξιοδότησης, τόσο ο εργοδότης όσο και ο ασφαλισμένος υποχρεούνται να εξοφλήσουν το ποσό των υπολειπόμενων δόσεων εφάπαξ εντός ενός μηνός από την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης από τον ασφαλισμένο. Σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης εξόφλησης δόσεων, το ποσό επιβαρύνεται με τα προβλεπόμενα για τις καθυστερούμενες εισφορές πρόσθετα τέλη.
Αν καταργηθεί Ν.Π.Δ.Δ. ή σύνδεσμος, ως εργοδότης θεωρείται ο εποπτεύων το Ν.Π.Δ.Δ. ή το σύνδεσμο Οργανισμός Τοπικής Αυτοδιοίκησης Α` βαθμού.
Σχετικό: Με την παρ.4 του άρθρου 63 Ν.3863/2010,ΦΕΚ Α 115/15.7.2010
Σχετικό: το άρθρο 4 παρ.4 Ν.4002/2011,ΦΕΚ Α 180/22.8.2011
“4. Το ποσό της εξαγοράς του χρόνου που αναγνωρίζεται καταβάλλεται από τον ασφαλισμένο είτε εφάπαξ είτε σε διμηνιαίες δόσεις που ορίζονται από τον οργανισμό, μετά από αίτηση του ασφαλισμένου. Ο αριθμός των δόσεων δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερος από το μισό του αριθμού των μηνών, των οποίων ζητείται η αναγνώριση. Αν το ποσό της εξαγοράς καταβληθεί εφάπαξ, παρέχεται έκπτωση 15%. Η εφάπαξ καταβολή πραγματοποιείται μέσα σε τρεις μήνες από την κοινοποίηση της απόφασης αναγνώρισης. Μέσα στο ίδιο χρονικό διάστημα καταβάλλεται και η πρώτη δόση σε περίπτωση εξόφλησης των εισφορών σε δόσεις. Κάθε επόμενη δόση καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα κάθε μεθεπόμενου μήνα.
Αν κάποια δόση δεν εξοφληθεί εμπρόθεσμα, το ποσό της επιβαρύνεται με τα πρόσθετα τέλη που προβλέπονται για τις καθυστερούμενες εισφορές.”
“Η εισφορά για την ασφάλιση αναπηρίας, γήρατος, θανάτου στους φορείς κύριας ασφάλισης που ασφαλίζουν μισθωτούς υπολογίζεται επί των αποδοχών των ασφαλισμένων, οι οποίες κατά μήνα δεν μπορούν να υπερβαίνουν το οκταπλάσιο του κατά το έτος 1991 μέσου μηνιαίου κατά κεφαλή Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (Α.Ε.Π.) αναπροσαρμοζόμενου με το εκάστοτε ποσοστό αύξησης των συντάξεων των δημοσίων υπαλλήλων .”
Οι αυξήσεις που έχουν χορηγηθεί από τη συνταξιοδότηση των ανωτέρω και μετά με βάση την εισοδηματική πολιτική υπολογίζονται εκ νέου, επί του ποσού που θα προκύψει από τον παραπάνω ανακαθορισμό.
Για τους συνταξιούχους του Ο.Α.Π. Δ.Ε.Η. το ποσό της Α.Τ.Α. που ενσωματώνεται με βάση τα ανωτέρω δεν μπορεί να υπερβαίνει το εκάστοτε ποσό της Α. Τ .Α. που ενσωματώνεται στο μισθολογικό κλιμάκιο του βασικού μισθού των εν ενεργεία υπαλλήλων της Δ. Ε. Η.
Η διαφορά μεταξύ του μηνιαίου ποσού της σύνταξης που θα προκύψει με βάση τις διατάξεις του άρθρου αυτού και του ποσού της σύνταξης που λαμβάνουν οι συνταξιούχοι καταβάλλεται σταδιακά σε πέντε ισόποσες ετήσιες δόσεις με έναρξη καταβολής την 1.1.2004.
Εάν το ποσό που προκύπτει είναι μικρότερο ή ίσο της διαφοράς των πενήντα ευρώ καταβάλλεται εφάπαξ την 1.1.2004, εάν είναι μεταξύ πενήντα ευρώ και ένα λεπτό και εκατό ευρώ καταβάλλεται σε δύο ετήσιες δόσεις.
Στην περίπτωση των συνταξιούχων του Ο.Α.Π.Δ.Ε.Η. και για το μέρος της Α.Τ.Α. που ενσωματώνεται μετά την ισχύ των διατάξεων του άρθρου αυτού, τυχόν διαφορές καταβάλλονται σταδιακά σε πέντε ισόποσες ετήσιες δόσεις, με έναρξη καταβολής την 1 η Ιανουαρίου του επόμενου χρόνου από το χρόνο ενσωμάτωσης στους βασικούς μισθούς των εν ενεργεία υπαλλήλων.
Εφόσον κατά τον ανακαθορισμό της σύνταξης σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου το συνολικό ποσό που προκύπτει είναι μικρότερο του ποσού της καταβαλλόμενης σύνταξης, δεν επέρχεται καμία μείωση.
Τα οικονομικά αποτελέσματα που προκύπτουν από την παράγραφο αυτή αρχίζουν από 1.1.2004.
“α. Εργοδοτική εισφορά ύψους 0,0058 ευρώ για κάθε πωλούμενο φύλλο ημερήσιας εφημερίδας που εκδίδεται”στην Αθηνα και κυκλοφορει μεσω των πρακτορειων πωλησης εφημερίδων”.
β. Οι διατάξεις των περιπτώσεων α` των παραγράφων 1Α και 1Β του άρθρου 3 του Ν. 1872/1951 (ΦΕΚ 202 Α), όπως διαμορφώθηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 19 της 56036/1953 απόφασης του Υπουργού Εργασίας (ΦΕΚ 214 Β), του εδαφίου α` της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του Ν. 1186/1981 και της παραγράφου 2 του άρθρου 8 του Ν. 1436/1984, αντικαθίστανται ως εξής:
“Εργοδοτική εισφορά ύψους 0,0058 ευρώ για κάθε πωλούμενο φύλλο ημερήσιας εφημερίδας που εκδίδεται στη Θεσσαλονίκη και κυκλοφορεί μέσω των πρακτορείων πώ λησης εφημερίδων”.
γ. Στις εισφορές που προβλέπονται στις περιπτώσεις α` και β` της παραγράφου αυτής υπάγονται και οι ημερήσιες εφημερίδες που εκδίδονται στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη και δεν κυκλοφορούν μέσω των πρακτορείων πώλησης εφημερίδων. Ο αριθμός των πωλούμενων φύλλων προσδιορίζεται με βάση δήλωση του εργοδότη που υποβάλλεται στο Ταμείο Ασφάλισης Τεχνικών Τύπου Αθηνών (Τ.Α.Τ.Τ.Α.) μέχρι το τέλος του επόμενου της κυκλοφορίας μήνα. Μέσα στην ίδια προθεσμία καταβάλλονται στο οικείο Ταμείο και οι αναλογούσες εισφορές. Οριστική εκκαθάριση γίνεται κάθε εξάμηνο με βάση έκθεση Ορκωτού Ελεγκτή Λογιστή, ο οποίος μετά από διενέργεια ουσιαστικού ελέγχου στον οποίο προβαίνει με εφαρμογή των αρχών και κανόνων ελεγκτικής που ακολουθεί το Σώμα Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών, πιστοποιεί αιτιολογημένα τον αριθμό των πωλούμενων φύλλων εφημερίδων που δεν κυκλοφορούν μέσω των πρακτορείων πώλησης. Στην έκθεση ελέγχου αναφέρονται με σαφήνεια οι εφαρμοσθείσες ελεγκτικές διαδικασίες. Η δαπάνη για τον έλεγχο αυτόν βαρύνει αποκλειστικά την εφημερίδα. Η σχετική έκθεση αποστέλλεται στο Τ .Α. Τ .Τ .Α.
δ. Αν καταβληθούν εκπροθέσμως τα αναλογούντα ποσά εργοδοτικής εισφοράς, αυτά επιβαρύνονται με τα προβλεπόμενα για τις καθυστερούμενες εισφορές πρόσθετα τέλη.
ε. Ποσά εργοδοτικής εισφοράς που έχουν καταβληθεί στο Τ .Α. Τ .Τ .Α. κατά τα χρονικά διαστήματα ισχύος των διατάξεων των εδαφίων α` των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 3 του Ν. 1186/1981 και των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 8 του Ν. 1436/1984 δεν επιστρέφονται, εκτός των περιπτώσεων εκείνων υπέρ των οποίων έχουν εκδοθεί αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις.
Το Τ.Α.Τ.Τ.Α., για τα αντίστοιχα χρονικά διαστήματα, δεν μπορεί να βεβαιώνει, εισπράττει και διεκδικεί ποσά που υπερβαίνουν τα προκύπτοντα βάσει του ύψους που καθορίζεται από την παράγραφο αυτή και τα οποία δεν έχουν καταβληθεί μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος.
Ο ανωτέρω χρόνος ασφάλισης για τους ασφαλισμένους που συμπληρώνουν αυτόν από 1.1.2011 αυξάνεται κατά ένα έτος κάθε χρόνο και μέχρι τη συμπλήρωση σαράντα (40) ετών ασφάλισης. Το όριο ηλικίας που προβλέπεται από το πρώτο εδάφιο αυξάνεται σταδιακά από 1.1.2012 κατά ένα έτος κάθε χρόνο και μέχρι τη συμπλήρωση του 60ού έτους της ηλικίας.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.4 άρθρου 10 Ν.3863/2010,ΦΕΚ Α 115/15.7.2010.
Καταστατικές διατάξεις των φορέων αυτών ή γενικές διατάξεις, που προβλέπουν τη συνταξιοδότηση με 35 έτη ασφάλισης χωρίς όριο ηλικίας ή με όριο ηλικίας ευνοϊκότερο του θεσπιζομένου ή με ειδικούς περιορισμούς ως προς το χρόνο ασφάλισης που λαμβάνεται υπόψη για τη συμπλήρωση του απαιτούμενου συντάξιμου χρόνου, εξακολουθούν να ισχύουν
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 75 παρ.2 Ν.3863/2010,ΦΕΚ Α 115/15.7.2010.
Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου, περί καταβολής μειωμένης σύνταξης, δεν έχουν εφαρμογή στις περιπτώσεις των ασφαλισμένων των φορέων αυτών, οι οποίοι συνταξιοδοτούνται με τις προϋποθέσεις της παρ. 6 του άρθρου 47 του Ν. 2084/1992.
β. Το κατώτατο ποσό της χορηγούμενης από τους φορείς αυτούς μηνιαίας σύνταξης γήρατος, αναπηρίας και εργατικού ατυχήματος στους από 1.1.1993 ασφαλισμένους τους, ορίζεται ίσο με το 70% του κατώτατου μισθού εγγάμου με πλήρη απασχόληση, όπως ο μισθός αυτός καθορίζεται από την Ε.Γ.Σ.Σ.Ε. του έτους 2002.
Το παραπάνω ποσό από την 1.1.2003 και εφεξής ανα προσαρμόζεται κατά το ποσοστό αύξησης των συντάξεων, σύμφωνα με την εκάστοτε καθοριζόμενη γενική εισοδηματική πολιτική.
γ. Το κατώτατο όριο που προβλέπεται από τη διάταξη του προηγούμενου εδαφίου μειώνεται σε κάθε περίπτωση που ο συνταξιούχος λαμβάνει σύνταξη μειωμένη.
“Για τον υπολογισμό της σύνταξης των αυτοαπασχολουμένων που υπάγονται στην ασφάλιση των φορέων κύριας ασφάλισης του εδαφίου α` της παρ. 5 του άρθρου 48 του παρόντος και σε όλους τους κλάδους κύριας ασφάλισής τους, ως συντάξιμες αποδοχές λαμβάνονται υπόψη οι καθοριζόμενες από τις καταστατικές διατάξεις του κάθε Ταμείου ή κλάδου, όπως ισχύουν κάθε φορά, για τους μέχρι 31.12.1992 ασφαλισμένους τους.”
β. Οι δημοσιογράφοι μέλη των Ενώσεων Συντακτών Ημερήσιων Εφημερίδων Αθηνών, Μακεδονίας Θράκης, Θεσσαλίας, Στερεάς Ελλάδας και Εύβοιας και Πελοποννήσου, Ηπείρου και Νήσων οι οποίοι απασχολούνται κατά κύριο επάγγελμα με σχέση εξαρτημένης εργασίας με μισθό στο “ΙΔΡΥΜΑ ΠΡΟΑΓΩΓΗΣ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΑΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΜΠΟΤΣΗ” ασφαλίζονται στο Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Εφημερίδων Αθηνών και Θεσσαλονίκης.
“γ. Στην ασφάλιση του Ταμείου Συντάξεων Προσωπικού Εφημερίδων Αθηνών και Θεσσαλονίκης δύναται να υπάγονται και οι απασχολούμενοι, με σχέση εξαρτημένης εργασίας κατά κύριο επάγγελμα ως συντάκτες και υπάλληλοι διοίκησης και διαχείρισης, σε εφημερίδες, οι οποίες εκδίδονται μία τουλάχιστον φορά την εβδομάδα στους Νομούς Αττικής και Θεσσαλονίκης, εφόσον για την προηγούμενη απασχόληση τους υπάγονταν στην ασφάλιση του Ταμείου και έχουν πραγματοποιήσει δύο (2) έτη ασφάλισης σε αυτό και εφόσον υποβάλουν αίτηση, οι μεν ήδη απασχολούμενοι στις αναφερόμενες εφημερίδες εντός τριών μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, οι δε εφεξής προσλαμβανόμενοι εντός τριών μηνών από την πρόσληψη τους στα εν λόγω έντυπα.”
Ο χρόνος ασφάλισης, των αναφερόμενων στην περίπτωση αυτή προσώπων, που διανύθηκε με την ίδια ιδιότητα και για τη συγκεκριμένη απασχόληση, μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, στην ασφάλιση του Ταμείου Ασφάλισης Ιδιοκτητών Συντακτών και Υπαλλήλων Τύπου, θεωρείται ως χρόνος πραγματικής ασφάλισης στο Τ.Σ.Π.Ε.Α.Θ. τόσο για τη συμπλήρωση των απαιτούμενων προϋποθέσεων συνταξιοδότησης όσο και για τον υπολογισμό των παροχών που χορηγεί το Ταμείο.
Οι υποχρεώσεις και οι απαιτήσεις μεταξύ των ασφαλιστικών οργανισμών για το χρόνο αυτόν διακανονίζονται σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις περί απόδοσης των οφειλόμενων ποσών.
Για την ασφάλιση των εργαζομένων της παραγράφου αυτής, καταβάλλεται στο Τ.Σ.Π.Ε.Α.Θ. εργοδοτική εισφορά 7,5% για τον κλάδο σύνταξης και 2% για τον κλάδο ανεργίας και εισφορά ασφαλισμένου 8,5% για τον κλάδο σύνταξης.
Οι εισφορές αυτές υπολογίζονται στο σύνολο των αποδοχών που λαμβάνουν οι ασφαλισμένοι από τη συγκεκριμένη απασχόλησή τους και σε καμιά περίπτωση σε αποδοχές κατώτερες αυτών που προβλέπονται κάθε φορά, για τους αναφερόμενους στην περίπτωση α`, από τις Σ.Σ.Ε. που υπογράφονται μεταξύ των οικείων Ενώσεων Συντακτών και των Ενώσεων Ιδιοκτητών των οποίων είναι μέλη οι ημερήσιες εφημερίδες στις οποίες απασχολούνται ούτε από το 30πλάσιο του 1/25 του κατώτατου μισθού εγγάμου υπαλλήλου, όπως ο μισθός αυτός καθορίζεται από την Ε.Γ.Σ.Σ.Ε.Ε., για τους αναφερόμενους στην περίπτωση β` από την Σ.Σ.Ε. που υπογράφεται μεταξύ Ε.Ι.Η.Ε.Α. και Ε.Σ.Η.Ε.Α. και για τους αναφερόμενους στην περίπτωση γ`, από τις αντίστοιχες Σ.Σ.Ε. του συντακτικού και υπαλληλικού προσωπικού των ημερήσιων εφημερίδων των Αθηνών.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.10 άρθρ.39 Ν.3518/2006,ΦΕΚ Α 272/21.12.2006.
Το δικαίωμα της αναγνώρισης, με τους όρους και τις προϋποθέσεις που θέτουν οι διατάξεις που αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο, παρέχεται και σε όσους υπήχθησαν στην ασφάλιση του Τ.Σ.Π.Ε.Α.Θ. μετά την 1.1.1993, εφόσον έχουν ασφαλιστεί σε οποιονδήποτε φορέα κύριας ασφάλισης μέχρι 31.12.1992 και έχουν απασχοληθεί σε εργοδότες των οποίων το προσωπικό της ειδικότητάς τους ασφαλιζόταν στο Τ.Σ.Π.Ε.Α.Θ. κατά το χρονικό διάστημα της απασχόλησης που αναγνωρίζεται.
Η εξαγορά του αναγνωριζόμενου χρόνου γίνεται με την καταβολή εισφοράς 8,5% για κάθε αναγνωριζόμενο μήνα που υπολογίζεται επί των κατωτάτων ορίων πάγιας περιοδικής αμοιβής, τα οποία καθορίζονται από τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 92Α του Κώδικα περί Δικηγόρων, αναλόγως του δικαστηρίου στο οποίο είναι διορισμένος ο αιτών και ισχύουν κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης.
Το ποσό που προκύπτει βάσει του ανωτέρου υπολογισμού καταβάλλεται από τον ασφαλισμένο είτε εφάπαξ, μέσα σε τρεις μήνες από την κοινοποίηση της απόφασης, είτε σε δόσεις ισάριθμες με τους μήνες που αναγνωρίζονται, ο αριθμός των οποίων δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερος των 60. Η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι το τέλος του μήνα που έπεται της κοινοποίησης της απόφασης, κάθε δε επόμενη δόση μέχρι το τέλος του μήνα στον οποίο αναφέρεται. Σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης εξόφλησης δόσης, το ποσό της επιβαρύνεται με τα κάθε φορά προβλεπόμενα για τις καθυστερούμενες εισφορές πρόσθετα τέλη.
Η σύνταξη αρχίζει να καταβάλλεται στον ασφαλισμένο μετά την εξόφληση των οφειλόμενων από τον ασφαλισμένο εισφορών που προκύπτουν από την εφαρμογή της παραγράφου αυτής.
“2. Ως μη ημερήσια εφημερίδα ή περιοδικό, κατά την έννοια της προηγούμενης παραγράφου, θεωρείται κάθε έντυπο που εκδίδεται με οποιαδήποτε μορφή ή εμφάνιση μέχρι και τρεις φορές τουλάχιστον ετησίως. Η προϋπόθεση της εν λόγω περιοδικότητας έκδοσης θεωρείται ότι υφίσταται και στην περίπτωση έκδοσης εντύπου από την ίδια επιχείρηση, με ταυτόσημο περιεχόμενο αλλά με διαφορετικό ή διαφοροποιημένο τίτλο.”
“Κατ` εξαίρεση δεν απαιτείται η ανωτέρω προϋπόθεση των 100 τουλάχιστον ημερών εργασίας κατ` έτος την τελευταία πριν την υποβολή της αίτησης για συνταξιοδότηση πενταετία για τη χορήγηση μειωμένης σύνταξης γήρατος στις περιπτώσεις ασφαλισμένων που έχουν εγγραφεί ως άνεργοι στον Ο.Α.Ε.Δ, για χρονικό διάστημα είκοσι τεσσάρων (24) τουλάχιστον συνεχών μηνών πριν το μήνα υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης και εφόσον κατέχουν για το ίδιο ως άνω χρονικό διάστημα κάρτα ανεργίας ανανεούμενη ανά μήνα. Η διάταξη αυτή ισχύει δύο (2) έτη από τη δημοσίευση του νόμου αυτού.”
Σχετικό:ν παρ.2 άρθρ.29 Ν.3518/2006,ΦΕΚ Α 272/21.12.2006
Το δικαίωμα αναγνώρισης μέσα στην προθεσμία που προβλέπεται από το προηγούμενο εδάφιο και με τους ειδικούς περιορισμούς που θέτουν οι διατάξεις που αναφέρονται σε αυτό, παρέχεται και στους ασφαλισμένους που υπήχθησαν στην ασφάλιση του Ταμείου μετά την 1.1.1993, εφόσον έχουν ασφαλιστεί σε οποιονδήποτε φορέα κύριας ασφάλισης μέχρι 31.12.1992 και έχουν απασχοληθεί μέχρι την ημερομηνία αυτή σε εργασίες ασφαλιστέες, κατά το χρόνο παροχής τους, στο Ταμείο σύμφωνα με τις καταστατικές του διατάξεις.
Ποσά που έχουν καταβληθεί από τους ανωτέρω συνταξιούχους μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού δεν επιστρέφονται.
Η προβλεπόμενη από τις διατάξεις του οικείου φορέα πρόσθετη εισφορά βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων για όλο το χρόνο απόσπασης καταβάλλεται από τον κατά νόμο υπόχρεο και βαρύνει τον εργοδότη και τον ασφαλισμένο κατά τα ποσοστά που προβλέπονται.
Το ποσό της εξαγοράς που αναλογεί στον αναγνωριζόμενο χρόνο βαρύνει τον οικείο ασφαλιστικό φορέα.
“γα) Ναυτικοί οι οποίοι έχουν υπηρετήσει κατά το τελευταίο 48μηνο της ναυτικής τους υπηρεσίας σε πορθμεία εσωτερικού, ανεξαρτήτως χωρητικότητας και ηλεκτρολόγοι Εμπορικού Ναυτικού που δεν είναι κάτοχοι διπλώματος ηλεκτρολόγου Εμπορικού Ναυτικού, δύνανται για την εφαρμογή της περίπτωσης α` να συνταξιοδοτούνται με βάση το μισθολόγιο της συλλογικής σύμβασης εργασίας των επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων άνω των 1.500 κοχ. Στην περίπτωση αυτή υποχρεούνται να καταβάλουν τη διαφορά που προκύπτει μεταξύ των ασφαλιστικών εισφορών εργοδότη και ναυτικού υπέρ Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου (Ν.Α.Τ.) και Κεφαλαίου Επικουρικής Ασφάλισης Ναυτικών (Κ.Ε.Α.Ν.) της ειδικότητας ναυτολόγησής τους κατά το τελευταίο 48μηνο και των ασφαλιστικών εισφορών των αντίστοιχων ειδικοτήτων των επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων άνω των 1.500 κοχ που ισχύουν κατά την ημερομηνία υποβολής αίτησης. Δεν καταβάλλουν τη διαφορά των ασφαλιστικών εισφορών υπέρ του Κ.Ε.Α.Ν., εφόσον δεν λαμβάνουν σύνταξη από αυτό. Η διαφορά που προκύπτει καταβάλλεται είτε εφάπαξ είτε σε δώδεκα το πολύ ισόποσες μηνιαίες άτοκες δόσεις. Η αναπροσαρμοσμένη σύνταξη καταβάλλεται από τον επόμενο μήνα της εξοφλήσεως του ποσού της εξαγοράς.”
β. Το πρώτο εδάφιο του άρθρου 5 του Κ.Ν. 792/1978 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“Ως Πρόεδρος του Δ.Σ. του Ν.Α.Τ. ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας πτυχιούχος ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος πανεπιστημιακού τομέα με γνώσεις και πείρα σε θέματα ασφάλισης ή δημόσιας διοίκησης.
Η σχέση εργασίας του Προέδρου του Δ.Σ. είναι πλήρους απασχόλησης. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εμπορικής Ναυτιλίας καθορίζονται οι πάσης φύσεως αποδοχές, αποζημίωση και έξοδα κινήσεως του προέδρου του Δ.Σ.
Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 24 του Ν. 1469/1984 (ΦΕΚ 111 Α). Με απόφαση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας η σχέση εργασίας του Προέδρου του Δ.Σ. μπορεί να ορίζεται ως σχέση μερικής απασχόλησης.”
γ. Στην παράγραφο 6 του άρθρου 7 του Κ.Ν. 792/1978 μετά τις λέξεις “… του Προέδρου” προστίθεται η φράση “αν είναι μερικής απασχόλησης”.
στ. Οι διατάξεις των παραγράφων 4 και 5 του παρόντος άρθρου ισχύουν από 24 Σεπτεμβρίου 2002.
Ως προς τον υπολογισμό του ποσού της εξαγοράς, τον τρόπο καταβολής του και την αξιοποίηση του ανωτέρω χρόνου εφαρμόζονται οι διατάξεις των παρ. 2, 3 και 4 του Ν. 1539/1985 (ΦΕΚ 64 Α), με εξαίρεση την περίπτωση εκπρόθεσμης καταβολής δόσης όπου επιβάλλονται τα ποσοστά προσθέτων τελών που κάθε φορά ισχύουν για τις καθυστερούμενες εισφορές.
Οι ασφαλιστικές εισφορές που προβλέπονται από τη νομοθεσία των ανωτέρω φορέων βαρύνουν, του μεν εργοδότη τον ασφαλιστικό οργανισμό στον οποίο υπηρετούν, του δε ασφαλισμένου τους ίδιους και παρακρατούνται από το μισθό ή την πάγια αντιμισθία που λαμβάνουν.
Ως βάση υπολογισμού των εισφορών αυτών, λαμβάνεται υπόψη ο ασφαλιστέος μισθός της οργανικής τους θέσης, όπως αυτός θα διαμορφωνόταν αν συνέχιζαν να υπηρετούν σε αυτή.
Σχετικό: με την υποπαρ. ΙΑ.4 της παρ. ΙΑ του άρθρου πρώτου του Ν.4152/2013,ΦΕΚ Α 107/9.5.2013
Για τη συμπλήρωση του παραπάνω χρόνου λαμβάνεται υπόψη:
Ο χρόνος υποχρεωτικής ασφάλισης από ανεξάρτητη απασχόληση σε φορείς κύριας ασφάλισης ελευθέρων επαγγελματιών και ανεξάρτητα απασχολουμένων, ο οποίος συνυπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.Δ. 4202/1961 (ΦΕΚ 175 Α), όπως ισχύει.
Κάθε άλλος χρόνος πραγματικός ή πλασματικός δεν συνυπολογίζεται για τη συμπλήρωση των 37 ετών ασφάλισης.
Σχετικό: Με την παρ.10 άρθρο 10 Ν.3863/2010,ΦΕΚ Α 115/15.7.2010
2. Οι διατάξεις των παρ. 2, 4 και 7 του άρθρου 3 του Ν. 3029/2002 (ΦΕΚ 160 Α), όπως ισχύουν, εφαρμόζονται και στους οργανισμούς κύριας ασφάλισης ελευθέρων επαγγελματιών και ανεξάρτητα απασχολουμένων.Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 28 παρ.4 του ν.4387/2016
β. Για τη συμπλήρωση του χρόνου ασφάλισης του προηγούμενου εδαφίου λαμβάνεται υπόψη ο χρόνος υποχρεωτικής ασφάλισης από ανεξάρτητη δραστηριότητα σε φορείς ελευθέρων επαγγελματιών και ανεξάρτητα απασχολουμένων, ο οποίος συνυπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.Δ. 4202/1961 (ΦΕΚ 175 Α), όπως ισχύει.
γ. Στους συνταξιοδοτούμενους με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 24 του Ν. 2556/1997 (ΦΕΚ 270 Α), όπως ισχύουν.
δ. Οι ρυθμίσεις της παραγράφου αυτής εφαρμόζονται για αιτήσεις συνταξιοδότησης που υποβάλλονται από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού και μέχρι 31.12.2007.
Σχετικό: Με το άρθρο 147 παρ. 1 Ν.3655/2008, ΦΕΚ Α 58/3.4.2008
“ε) Σε ειδικά εξουσιοδοτημένους υπαλλήλους των φορέων κύριας ασφάλισης ελευθέρων επαγγελματιών και ανεξάρτητα απασχολουμένων να λαμβάνουντα αναγκαία στοιχεία και πληροφορίες από τους φακέλους που τηρούνται στις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) για τα εισοδήματα φορολογουμένων, ασφαλισμένων ή ασφαλιστέων στους εν λόγω φορείς, με σκοπό τη διευκόλυνση του έργου των οργανισμών αυτών στην είσπραξη των νομοθετημένων πόρων τους, καθώς και στον έλεγχο της νομιμότητας της χορήγησης των παροχών τους.”
“1. δ) Στην υποχρεωτική ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. υπάγονται τα μέλη των ομόρρυθμων εταιρειών (Ο.Ε.) και ετερόρρυθμων εταιρειών (Ε.Ε.) των ανωτέρω περιοχών, των οποίων ο σκοπός συνιστά επαγγελματική, βιοτεχνική ή εμπορική δραστηριότητα, εφόσον ο μέσος όρος των εισοδημάτων των τριών τελευταίων ετών από τη συμμετοχή τους στις εταιρείες αυτές, όπως τα εισοδήματα αυτά προκύπτουν από το εκκαθαριστικό σημείωμα φόρου εισοδήματος της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ), υπολογιζόμενα στο διπλάσιο, υπερβαίνουν το 500πλάσιο του εκάστοτε ισχύοντος ημερομισθίου ανειδίκευτου εργάτη. Σε κάθε άλλη περίπτωση, υπάγονται στην υποχρεωτική ασφάλιση του Ο.Γ.Α. και κατατάσσονται από 1.1.2005 στην 5η ασφαλιστική κατηγορία του άρθρου 4 του Ν. 2458/1997, όπως ισχύει.
Επίσης τα μέλη των εταιρειών περιορισμένης ευθύνης (Ε.Π.Ε.) των ανωτέρω περιοχών, των οποίων ο σκοπός συνιστά επαγγελματική, βιοτεχνική ή εμπορική δραστηριότητα, καθώς και τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου ανωνύμων εταιρειών (Α.Ε.), που είναι μέτοχοι κατά ποσοστό 5% τουλάχιστον, υπάγονται στην υποχρεωτική ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. Τ.Ε.Β.Ε. ανεξαρτήτως εισοδηματικού κριτηρίου.”
Καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές, βάσει των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 71 του Ν. 2676/1999, θεωρούνται, μετά την έκδοση των αμετάκλητων καταδικαστικών αποφάσεων, ως αχρεωστήτως καταβληθείσες.
Ο αντίστοιχος χρόνος ασφάλισης αναγνωρίζεται με διαπιστωτική πράξη του οικείου οργάνου του Ταμείου. Οσοι από τους παραπάνω ασφαλισμένους έχουν συνταξιοδοτηθεί μέχρι να καταστούν αμετάκλητες οι δικαστικές αποφάσεις, δικαιούνται αναπροσαρμογή του ποσού της σύνταξής τους βάσει του χρόνου ασφάλισης που αναγνωρίζεται από την έναρξη της συνταξιοδότησής τους.
Αν δεν εκδοθεί αμετάκλητη καταδικαστική απόφαση ποινικού δικαστηρίου, ως προς την καταβολή των οφειλόμενων ασφαλιστικών εισφορών, εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 71 του Ν. 2676/1999.
Ο Ο.Α.Ε.Ε. Τ.Ε.Β.Ε. αποκτά αξίωση κατά των καταδικασθέντων οργάνων του για το ποσό των παραπάνω εισφορών μετά των νομίμων προσαυξήσεων για την ικανοποίηση της οποίας εφαρμόζονται οι διατάξεις περί αναγκαστικής είσπραξης των εισφορών του Ταμείου.
“δδ) Οι ήδη συνταξιούχοι του Ταμείου Συντάξεως και Αυτασφαλίσεως Υγειονομικών (Τ.Σ.Α.Υ.), οι οποίοι δεν εντάχθηκαν στο καθεστώς των μονοσυνταξιούχων του Ταμείου, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής, δικαιούνται την ανωτέρω προσαύξηση, εφόσον υποβάλλουν σχετική αίτηση μέσα σε τρεις (3) μήνες από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού και καταβάλουν τις ανάλογες ασφαλιστικές εισφορές, από την έναρξη ισχύος του Ν. 982/1979 και μέχρι την ημερομηνία συνταξιοδότησής τους. Οι εισφορές υπολογίζονται ύστερα από αναλογιστική μελέτη. Η προσαύξηση αρχίζει από την πρώτη του επόμενου μήνα της εξόφλησης της οφειλής.”
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.5 άρθρου 61 Ν.3996/2011,ΦΕΚ Α 170/5.8.2011.
“2. Στην ασφάλιση του Τ.Σ.Α.Υ. υπάγονται υποχρεωτικά και οι πτυχιούχοι υγειονομικοί, που είναι εταίροι ομόρρυθμης εταιρείας, ετερόρρυθμης εταιρείας, εταιρείας περιορισμένης ευθύνης, μονοπρόσωπης εταιρείας περιορισμένης ευθύνης και μέλη διοικητικών συμβουλίων ανωνύμων εταιρειών με αντικείμενο ιατρικές, οδοντιατρικές, φαρμακευτικές, κτηνιατρικές και χημικές εργασίες, καθώς επίσης και υγειονομικοί που είναι εταίροι ή μέτοχοι εταιρειών ιδιωτικών φορέων πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας του Π.Δ. 84/2001 (ΦΕΚ 70 Α), εφόσον σε όλες αυτές τις περιπτώσεις προσφέρουν τις υγειονομικές τους υπηρεσίες στο νομικό πρόσωπο της εταιρείας, χωρίς αμοιβή. Η παροχή των υγειονομικών υπηρεσιών τους αποδεικνύεται με βεβαίωση του νομικού προσώπου της εταιρείας.
Στην ασφάλιση του Ταμείου υπάγονται υποχρεωτικά:
α) Οι απασχολούμενοι σε ερευνητικά προγράμματα πανεπιστημίων, νοσοκομείων ή άλλων ιδρυμάτων.
β) Οι συμμετέχοντες σε μεταπτυχιακές σπουδές είτε ως υπότροφοι είτε χωρίς αμοιβή.
γ) Οσοι υγειονομικοί κάνουν πρακτική άσκηση για λήψη άδειας άσκησης επαγγέλματος χωρίς αμοιβή.
δ) Οι απασχολούμενοι ως σύμβουλοι επιχειρήσεων ή οργανισμών σε θέματα ειδικότητάς τους, εφόσον η σχέση τους δεν είναι εξαρτημένη.
ε) Οσοι έχουν επιχειρήσεις εμπορίας ή εισαγωγής ειδών ή παροχής υπηρεσιών συναφών με το υγειονομικό επάγγελμα.
στ) Οι απασχολούμενοι σε μη κυβερνητικές οργανώσεις εντός ή εκτός Ελλάδας άνευ αμοιβής.
Τα ανωτέρω πρόσωπα υποχρεούνται στην καταβολή των εισφορών του ελευθέρως ασκούντος το επάγγελμα υγειονομικού και για όλους τους κλάδους ασφάλισης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 76 του Ν. 2676/1999. Στην περίπτωση αυτή δεν καταβάλλεται η εισφορά που προβλέπεται από τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 4, καθώς και της παρ. 1 του άρθρου 14 του Ν. 982/1979, όπως ισχύουν.
Σε περίπτωση που οι κατά τα άνω υγειονομικοί μετέχουν σε περισσότερες από μια εταιρείες ή συντρέχει και άσκηση ελευθερίου επαγγέλματος, καταβάλλουν στο Τ.Σ.Α.Υ. μια φορά την ανωτέρω εισφορά.
Οι υγειονομικοί, που εμπίπτουν στην παρούσα ρύθμιση και έχουν καταβάλλει μέχρι την έναρξη ισχύος του άρθρου αυτού τις εισφορές του ελευθέρως ασκούντος το επάγγελμα, συνεχίζουν κανονικά την ασφάλισή τους. Οσοι από τα ανωτέρω πρόσωπα έχουν ασφαλισθεί ως έμμισθοι, θεωρείται ότι καλώς εχώρησε η ασφάλισή τους, οι δε ασφαλιστικές εισφορές δεν επιστρέφονται.
Οσοι από τους ανωτέρω υγειονομικούς δεν έχουν ασφαλιστεί στο Ταμείο μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμουα υτού, μπορούν να ζητήσουν την ασφάλισή τους αναδρομικά, με αίτηση, μέσα σε προθεσμία δύο (2) ετών από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, καταβάλλοντας τις εισφορές που ισχύουν κατά την ημερομηνία εξόφλησης της οφειλής τους, χωρίς την επιβολή πρόσθετων τελών”.
“Με τους ίδιους ως άνω όρους και προϋποθέσεις, δικαστικοί επιμελητές από την εγγραφή τους στα βιβλία ασκουμένων του οικείου Συλλόγου Δικαστικών Επιμελητών μπορούν να ασφαλίζονται στο Ταμείο Νομικών, στο Ταμείο Προνοίας Δικαστικών Επιμελητών και στο Ταμείο Υγείας Δικηγόρων Επαρχιών.”
Στις ανωτέρω περιπτώσεις, το ποσό της σύνταξης καταβάλλεται μειωμένο κατά ποσοστό τρία τοις εκατό (3) για κάθε έτος που λείπει από το επόμενο της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης και μέχρι τη συμπλήρωση του 65ου έτους της ηλικίας.
Οι ανωτέρω διατάξεις ισχύουν και για τους έμμισθους ασφαλισμένους του Τ.Σ.Α.Υ., καθώς και για τους δικαστικούς υπαλλήλους, έμμισθους ασφαλισμένους του Ταμείου Νομικών, οι οποίοι, μετά τη συνταξιοδότησή τους από το Δημόσιο, Ν.Π.Δ.Δ. ή ΔΕΚΟ, μπορούν να συνεχίσουν προαιρετικά την ασφάλισή τους στα εν λόγω Ταμεία μέχρι τη συμπλήρωση των προϋποθέσεων συνταξιοδότησής τους και από τα Ταμεία αυτά.
Σχετικό: το άρθρο 145 παρ.3 Ν.3655/2008,ΦΕΚ Α 58/3.4.2008
“Για τους δικηγόρους, που είναι ασφαλισμένοι από 1.1.1993 και μετά στο Ταμείο Νομικών και στους οικείους κλάδους ή φορείς επικουρικής ασφάλισης, πρόνοιας και ασθένειας, σε περίπτωση επιλογής ανώτερης της πρώτης ασφαλιστικής κατηγορίας, αφαιρούνται από την ετήσια ασφαλιστική τους εισφορά τα ποσά που καταβάλλονται με ένσημα.”
“Οι διατάξεις του ανωτέρω εδαφίου ισχύουν και για τους από 1.1.1993 και εφεξής ασφαλισμένους δικηγόρους στους ανωτέρω φορείς.”
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, μετά από γνώμη του Δ.Σ. του Τ.Σ.Α.Υ., ρυθμίζονται θέματα που αφορούν τον αριθμό των δικαιούχων, τη διαδικασία εισαγωγής τους σε δημόσιες ή ιδιωτικές μονάδες φροντίδας ηλικιωμένων, το ποσό που καταβάλλει το Ταμείο, το ποσό ή ποσοστό συμμετοχής των περιθαλπομένων, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια αναγκαία για την υλοποίηση της παροχής αυτής.
Σχετικό: το άρθρο 79 παρ.7 Ν.3996/2011,ΦΕΚ Α 170/5.8.2011
“Με προεδρικό διάταγμα καθορίζονται οι υποχρεώσεις των ασφαλισμένων, συνταξιούχων και των μελών οικογενείας τους των ασφαλιστικών φορέων σχετικά με τη χρήση, θεώρηση και έλεγχο του ατομικού τους συνταγολογίου και βιβλιαρίου υγείας κατά την παροχή της φαρμακευτικής περίθαλψης, καθώς και οι κυρώσεις σε περίπτωση μη τήρησής τους.”
“Ως οργανισμοί ασφάλισης ασθένειας νοούνται και το Ταμείο Υγείας Υπαλλήλων Αγροτικής Τράπεζας, το Ταμείο Υγείας Υπαλλήλων Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος, το Αλληλοβοηθητικό Ταμείο Περιθάλψεως Συλλόγου Υπαλλήλων Τραπέζης της Ελλάδος, η Υγειονομική Υπηρεσία της Ε.ΥΔ.Α.Π. και ο Λογαριασμός Υγείας των μελών του Σώματος Ορκωτών Ελεγκτών (Σ.Ο.ΕΛ.).”
“Στους ασφαλισμένους και στα μέλη οικογενείας που αναφέρονται στο άρθρο 33 παρέχεται ιατρική περίθαλψη, από πρώτης Μαρτίου κάθε έτους και επί ένα δωδεκάμηνο, εφόσον ο ασφαλισμένος έχει πραγματοποιήσει πενήντα τουλάχιστον ημέρες εργασίας, είτε κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος είτε κατά το τελευταίο δεκαπεντάμηνο, πριν από την αναγγελία της ασθένειας ή της πιθανής ημέρας του τοκετού, χωρίς να συνυπολογίζονται οι ημέρες εργασίας που πραγματοποιήθηκαν κατά το τελευταίο ημερολογιακό τρίμηνο του δεκαπεντάμηνου.”
“1. Ασφαλισμένες που υπάγονται από ίδιο δικαίωμα σε φορείς και κλάδους ασθένειας αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μπορούν να ασφαλίζουν τα τέκνα τους με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις που ισχύουν για τους άνδρες ασφαλισμένους.
Σε περίπτωση που τα τέκνα έχουν ασφαλισθεί στο φορέα του πατέρα, μπορούν να ασφαλισθούν από την μητέρα ασφαλισμένη, εφόσον διαγραφούν από το φορέα ασθένειας του πατέρα.”
“Από 1.7.2004 με την ίδια διαδικασία παρακρατούνται από το Ι.Κ.Α. και αποδίδονται στο Τ.Σ.Α.Υ. και οι εισφορές του κλάδου πρόνοιας, ασθένειας και στέγης υγειονομικών των εν λόγω φαρμακοποιών.”
Οι μετά τη δημοσίευση του νόμου αυτού προσλαμβανόμενοι υπάλληλοι υπάγονται για υγειονομική περίθαλψη στο καθεστώς των μονίμων υπαλλήλων του Ο.Α.Ε.Ε.
Στην περίπτωση συμπλήρωσης στο φορέα κύριας ασφάλισης των προϋποθέσεων του δεύτερου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 10 του Ν. 825/1978 (ΦΕΚ 189 Α), όπως έχει αντικατασταθεί με το άρθρο 32 του Ν. 2874/2000 (ΦΕΚ 286 Α) και ισχύει, για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος στο φορέα επικουρικής ασφάλισης με τις προϋποθέσεις του προηγούμενου εδαφίου της παραγράφου αυτής, καταβάλλεται από τους ασφαλισμένους μηνιαία εισφορά δύο τοις εκατό (2%) για τέσσερις χιλιάδες πεντακόσιες (4.500) ημέρες ασφάλισης ή για όσες ημέρες εξ αυτών δεν έχει καταβληθεί.
Η εξαγορά γίνεται με την καταβολή από τον ασφαλισμένο ποσοστού εισφοράς 2% επί του 25πλασίου του ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη κατά το μήνα υποβολής της αίτησης. Η εξόφληση του προκύπτοντος ποσού γίνεται εφάπαξ με έκπτωση 15% ή σε εξήντα (60) μηνιαίες ισόποσες άτοκες δόσεις. Σε περίπτωση συνταξιοδότησης καταβάλλεται το 1/3 του ποσού εφάπαξ και το υπόλοιπο εξοφλείται σε σαράντα (40) μηνιαίες δόσεις που παρακρατούνται από τη σύνταξη. Δεν υποχρεούνται στην καταβολή της ανωτέρω εισφοράς οι ασφαλισμένοι φορέων επικουρικής ασφάλισης που από καταστατικές τους διατάξεις προβλεπόταν η συνταξιοδότηση με τις προϋποθέσεις περί βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων. Εάν ο εξαγοραζόμενος χρόνος έχει διανυθεί σε διαδοχικούς ασφαλιστικούς φορείς και εφόσον δεν έχει καταβληθεί η ανωτέρω εισφορά, η εξαγορά του γίνεται στους αντίστοιχους φορείς.
Το ποσό της σύνταξης που δικαιούται ο ασφαλισμένος από το φορέα επικουρικής ασφάλισης κατ` εφαρμογή των διατάξεων των προηγούμενων εδαφίων της παραγράφου αυτής καταβάλλεται μειωμένο κατά ποσοστό τρία τοις εκατό (3%) για κάθε έτος που λείπει από το επόμενο της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης έτος μέχρι και το έτος στο οποίο συμπληρώνει το όριο ηλικίας για την απονομή πλήρους σύνταξης, όπως αυτό ορίζεται κατά περίπτωση ανάλογα με το χρόνο ασφάλισής του.
Δικαίωμα συνταξιοδότησης από το φορέα επικουρικής ασφάλισης με τις διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων της παραγράφου αυτής έχουν και τα πρόσωπα τα οποία κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου έχουν ήδη συνταξιοδοτηθεί από το φορέα κύριας ασφάλισης με τις ανωτέρω διατάξεις.
Σχετικό: το άρθρο 145 παρ.3 Ν.3655/2008,ΦΕΚ Α 58/3.4.2008
Η εξαγορά γίνεται με την καταβολή από τον ασφαλισμένο ποσοστού εισφοράς 2% επί των αποδοχών του κατά το μήνα υποβολής της αίτησης, οι οποίες δεν είναι δυνατόν να είναι μικρότερες του 25πλασίου του ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη. Η εξόφληση του προκύπτοντος ποσού γίνεται εφάπαξ με έκπτωση 15% ή σε εξήντα (60) μηνιαίες ισόποσες άτοκες δόσεις. Σε περίπτωση συνταξιοδότησης καταβάλλεται το 1/3 του ποσού εφάπαξ και το υπόλοιπο εξοφλείται σε σαράντα (40) μηνιαίες δόσεις που παρακρατούνται από τη σύνταξη. Δεν υποχρεούνται στην καταβολή της ανωτέρω εισφοράς οι ασφαλισμένοι φορέων επικουρικής ασφάλισης που από καταστατικές τους διατάξεις προβλεπόταν η συνταξιοδότηση με τις προϋποθέσεις περί βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων. Εάν ο εξαγοραζόμενος χρόνος έχει διανυθεί σε διαδοχικούς ασφαλιστικούς φορείς και εφόσον δεν έχει καταβληθεί η ανωτέρω εισφορά, η εξαγορά του γίνεται στους αντίστοιχους φορείς. Ασφαλισμένοι του Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης Ηλεκτροτεχνιτών Ελλάδας (Τ.Ε.Α.Η.Ε), οι οποίοι δικαιούνται σύνταξης από το Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ. με τις διατάξεις του άρθρου 20 του Ν. 997/1979 (ΦΕΚ 287 Α), όπως έχει συμπληρωθεί και ισχύει με το άρθρο 10 του Ν. 1654/1986 (ΦΕΚ 177 Α), και του άρθρου 90 του Ν. 2676/1999, δικαιούνται με τις ίδιες προϋποθέσεις σύνταξης και από το ταμείο. Για τη συνταξιοδότηση των προσώπων αυτών καταβάλλεται εισφορά 3% επί των αποδοχών τους κατά το μήνα υποβολής της αίτησης, οι οποίες δεν είναι δυνατόν να είναι μικρότερες του εικοσιπενταπλάσιου του ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη. Η εξαγορά γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις των πέμπτου και έκτου εδαφίων της παραγράφου αυτής.
Για την εξαγορά κάθε μήνα αναγνωριζόμενης υπηρεσίας καταβάλλεται στον επικουρικό φορέα ποσοστό εισφοράς 6% επί των αποδοχών που υπόκεινται σε τακτικές μηνιαίες ασφαλιστικές κρατήσεις κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης αναγνώρισης.
Η εξόφληση του παραπάνω ποσού εξαγοράς γίνεται εφάπαξ, οπότε παρέχεται έκπτωση ποσοστού 10% ή με δόσεις ο αριθμός των οποίων δεν μπορεί να υπερβαίνει τον αριθμό των αναγνωριζόμενων μηνών.
Σε περίπτωση συνταξιοδότησης πριν την εξόφληση του προκύπτοντος ποσού, το υπόλοιπο της οφειλής καταβάλλεται εφάπαξ, άλλως ο χρόνος που αντιστοιχεί σε αυτό δεν υπολογίζεται.
Οι ανωτέρω διατάξεις εφαρμόζονται και για τους ασφαλισμένους του Τ.Α.Π. Ο.Τ.Ε. που ασφαλίζονται επικουρικά στον Ειδικό Λογαριασμό Επικουρικής Ασφάλισης (Ε.Λ.Ε.Α) και το κλάδο Ε.Τ.Ε.Α.Μ. του Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ.
Διατάξεις φορέων επικουρικής ασφάλισης που προβλέπουν μικρότερα ποσοστά εξαγοράς εξακολουθούν να ισχύουν.
Σχετικό: παρ.7 άρθρου 41 Ν.3996/2011,ΦΕΚ Α 170/5.8.2011
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το αρθρ.57 παρ.1 Ν.3518/2006 Α΄272/21.12.2006.
Χρόνος ασφάλισης είναι ο διανυόμενος από το χρόνο έναρξης λειτουργίας του κλάδου χρόνος υπηρεσίας των υπαλλήλων στα οικεία Ν.Π.Δ.Δ. ή σε οποιαδήποτε υπηρεσία υπηρετούν για την οποία είναι ασφαλισμένοι μέχρι 31.12.2004 στο καθεστώς του Ν. 103/1975 (ΦΕΚ 167 Α).
Οι προϋποθέσεις χορήγησης εφάπαξ βοηθήματος στους ασφαλισμένους και στα μέλη οικογενείας τους σε περίπτωση θανάτου, οι υποκείμενες σε εισφορά αποδοχές, ο καθορισμός του βοηθήματος, η άσκηση του δικαιώματος για λήψη εφάπαξ βοηθήματος, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των επαναδιοριζομένων, η παραγραφή, το ανεκχώρητο και ακατάσχετο των βοηθημάτων και εισφορών, καθώς και κάθε άλλη ρύθμιση διέπονται από τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις της νομοθεσίας που διέπει το Ταμείο Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων. Τη διοίκηση και διαχείριση του κλάδου ασκεί το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου, σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας που το διέπει.
Οι εργασίες του κλάδου εκτελούνται από το προσωπικό του Ταμείου και η συμμετοχή του κλάδου στις δαπάνες διοίκησης και λειτουργίαςτου Ταμείου καθορίζεται σε ποσοστό 25% του συνόλου.
Τα της λογιστικής οργανώσεως, διαχειρίσεως, καταρτίσεως ισοζυγίων, προϋπολογισμών, ισολογισμών, απολογισμών διενέργειας προμηθειών και επενδύσεων του κλάδου πρόνοιας διέπονται από τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις του Τ.Π.Δ.Υ. και της γενικότερης νομοθεσίας.
Το εφάπαξ βοήθημα το οποίο δικαιούνται οι αποχωρούντες ασφαλισμένοι υπολογίζεται για όλο το χρόνο υπηρεσίας τους που έχει διανυθεί από 1.10.1975 και εφεξής και καταβάλλεται κατ` αναλογία από το Τ.Π.Δ.Υ. για το χρόνο ασφάλισης που πραγματοποιήθηκε σε αυτό και για το οποίο καταβλήθηκαν ασφαλιστικές εισφορές και το υπόλοιπο ποσό από το νομικό πρόσωπο στο οποίο ετηρείτο ο λογαριασμός του Ν. 103/1975 (ΦΕΚ 167 Α) και στον οποίο ήταν ασφαλισμένος ο υπάλληλος μέχρι την 31.12.2004.
Σε περίπτωση ανεπάρκειας των σχηματιζόμενων κεφαλαίων του οικείου λογαριασμού του Ν. 103/1975 (ΦΕΚ 167 Α) για την καταβολή του αναλογούντος ποσού βοηθήματος, τούτο συμπληρώνεται κατά το ποσό που υπολείπεται από το ίδιο το Ν.Π.Δ.Δ. στο οποίο ετηρείτο ο λογαριασμός και σε καμιά περίπτωση δεν βαρύνει το ταμείο. “Σε περίπτωση μετατροπής, κατάργησης ή συγχώνευσης του Ν.Π.Δ.Δ., η επιβάρυνση για την κάλυψη του ανωτέρω ποσού καλύπτεται από τον προϋπολογισμό του διάδοχου εργασιακού φορέα ή τον Κρατικό Προϋπολογισμό σε περίπτωση μεταφοράς των υπαλλήλων στο Δημόσιο και σε καμιά περίπτωση από το Ταμείο.”
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το αρθρ.57 παρ.2 Ν.3518/2006 Α΄272/21.12.2006.
Με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας καθορίζονται οι φορείς έκδοσης, καθώς και ο τύπος και το περιεχόμενο των πράξεων για τη χορήγηση του εφάπαξ βοηθήματος.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το αρθρ.57 παρ.3 Ν.3518/2006 Α΄272/21.12.2006.
Σχετικό: ΥΑ Φ.30215/2497/113 (ΦΕΚ Β 251 27.2.2007)
Αιτήσεις υπαλλήλων για εξαγορά χρόνου προϋπηρεσίας που έχουν υποβληθεί ή θα υποβληθούν στα Ν.Π.Δ.Δ. που υπηρετούν, σύμφωνα με τη νομοθεσία που διέπει τους λογαριασμούς του Ν. 103/1975 (ΦΕΚ 167 Α) μέχρι το χρόνο έναρξης λειτουργίας του κλάδου, εξετάζονται από τα νομικά πρόσωπα αυτά και διακανονίζεται το ποσό της οφειλής και ο χρόνος αυτός θεωρείται χρόνος ασφάλισης στο καθεστώς του Ν. 103/1975. “Αιτήσεις αναγνώρισης προϋπηρεσίας μετά την 1.1.2006, που αναφέρονται σε χρόνο που διανύθηκε μέχρι και 31.12.2005, υποβάλλονται στις οικείες υπηρεσίες που ετηρείτο ο λογαριασμός 103/1975 και εξετάζονται σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν το νέο Κλάδο.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το αρθρ.57 παρ.4 Ν.3518/2006 Α΄272/21.12.2006.
Η λειτουργία του Κλάδου αρχίζει από 1.1.2006.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 11 Ν.3385/2005,ΦΕΚ Α 210/19.8.2005.Η αντικατασταθείσα διάταξη όριζε ως εναρκτήρια ημερομηνία την 1.1.2005.
Οι διατάξεις που αφορούν τον κλάδο δύναται να τροποποιούνται, συμπληρώνονται και αντικαθίστανται με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, μετά από σύμφωνη γνώμη του Δ.Σ. του Ταμείου Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων και γνώμη του Συμβουλίου Κοινωνικής Ασφάλισης. Στο συνιστώμενο με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου “κλάδου πρόνοιας υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ.” υπάγεται υποχρεωτικά και το τακτικό προσωπικό του Οργανισμού Γεωργικών Ασφαλίσεων (Ο.Γ.Α.). Στους αποχωρούντες από την υπηρεσία ασφαλισμένους του κλάδου, υπαλλήλους του Ο.Γ.Α., καταβάλλεται από τον κλάδο αναλογία ποσού εφάπαξ βοηθήματος για το χρόνο ασφάλισης που πραγματοποιήθηκε σε αυτόν υπολογιζόμενο κατά τις διατάξεις του κλάδου αυτού και για τον οποίο καταβλήθηκαν εισφορές. Για το χρόνο υπηρεσίας που διανύθηκε στον Ο.Γ.Α. μέχρι 31.12.2004 καταβάλλεται στους υπαλλήλους αυτούς αποζημίωση από τον Ο.Γ.Α. κατά τις διατάξεις του Ν. 2112/1920, όπως ορίζεται στην παρ. 8 του άρθρου 42 του κανονισμού κατάστασης προσωπικού Ο.Γ.Α. και στην παρ. 3 του άρθρου 1 του Ν. 799/1978 (ΦΕΚ 117 Α). Οι διατάξεις του άρθρου 2 του Α.Ν. 173/1967 (ΦΕΚ 189 Α) δεν έχουν εφαρμογή στην προκειμένη περίπτωση. Οι διατάξεις των τριών παραπάνω εδαφίων έχουν εφαρμογή και για τους πρώην υπαλλήλους του Ο.Γ.Α. που έχουν μεταταγεί και υπηρετούν στον Οργανισμό Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων (ΕΛ.Γ.Α.).
Σχετικό: το άρθρ.57 παρ.6 Ν.3518/2006 Α΄272/21.12.2006
α) Στον κλάδο ΠΕ Διοικητικού Οικονομικού της κατηγορίας ΠΕ, θέσεις οκτώ (8) στους βαθμούς Δ` Α`.
β) Στον κλάδο ΤΕ Διοικητικού Λογιστικού της κατηγορίας ΤΕ, θέσεις τέσσερις (4) στους βαθμούς Δ` Α`.
γ) Στον κλάδο ΔΕ Διοικητικού Λογιστικού της κατηγορίας ΔΕ, θέσεις τέσσερις (4) στους βαθμούς Δ` Α`.
δ) Στον κλάδο ΤΕ Πληροφορικής της κατηγορίας ΤΕ, θέσεις δύο (2) στους βαθμούς Δ` Α`.
ε) Στον κλάδο ΔΕ Πληροφορικής της κατηγορίας ΔΕ, θέσεις δύο (2) στους βαθμούς Δ` Α`.
1) Τμήμα Ασφάλισης
2) Τμήμα Παροχών
3) Τμήμα Οικονομικού.
Οι αρμοδιότητες των Τμημάτων Ασφάλισης, Παροχών και Οικονομικού είναι αντίστοιχες με αυτές που καθορίζονται στις περιπτώσεις α`, β` και γ` του άρθρου 2 του π.δ. 87/1998 (ΦΕΚ 82 Α`) για τα αντίστοιχα τμήματα της υφιστάμενης Διεύθυνσης του Ταμείου η οποία ονομάζεται, εφεξής, Διεύθυνση Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων.
Στη Διεύθυνση Προνοίας Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ., προΐσταται υπάλληλος του κλάδου ΠΕ Διοικητικού – Οικονομικού και στα Τμήματα αυτής προΐστανται υπάλληλοι του Ταμείου, όπως ορίζονται στην παρ. 2 του άρθρου 4 του π.δ. 87/1998.
Το Γραφείο Νομικών Υποθέσεων μετατρέπεται σε Αυτοτελές Γραφείο Νομικών Υποθέσεων, με τις ίδιες αρμοδιότητες.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το αρθρ.57 παρ.5 Ν.3518/2006 Α΄272/21.12.2006.
“1. Η προβλεπόμενη από τις καταστατικές διατάξεις του Τ.Π.Δ.Υ. εισφορά υπολογίζεται επί των τακτικών μηνιαίων αποδοχών και μέχρι του ποσού των 2.055 ευρώ. Το ποσό αυτό μπορεί να αυξάνεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μετά σύμφωνη γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Τ.Π.Δ.Υ.
Ως τακτικές μηνιαίες αποδοχές για τον υπολογισμό της εισφοράς θεωρούνται το σύνολο του βασικού μισθού, του επιδόματος χρόνου υπηρεσίας, της τυχόν υπάρχουσας Α.Τ.Α., των επιδομάτων εορτών και αδείας και οι νόμιμες αυξήσεις αυτών.
2.α. Για τους ασφαλισμένους σε φορέα κύριας ασφάλισης μέχρι 31.12.1992, το εφάπαξ βοήθημα που χορηγείται από το Ταμείο Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων υπολογίζεται ως εξής: Για τα πρώτα 73 ευρώ των αποδοχών αντιστοιχεί εφάπαξ βοήθημα 2.025,00 ευρώ. Το υπόλοιπο ποσό πολλαπλασιάζεται με συντελεστή 12.
Το άθροισμα των παραπάνω ποσών προσαυξάνεται με συντελεστή 216,63% και το τελικό άθροισμα διαιρείται δια 420.
Το δικαιούμενο εφάπαξ βοήθημα προκύπτει από τον πολλαπλασιασμό του ανωτέρω ποσού επί τους μήνες ασφάλισης του αποχωρούντος υπαλλήλου. Ως αποδοχές για τον υπολογισμό του ανωτέρω βοηθήματος νοούνται το πηλίκον της διαίρεσης του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών (βασικός μισθός, επίδομα χρόνου υπηρεσίας, Α.Τ.Α. και νόμιμες αυξήσεις αυτών, συμπεριλαμβανομένων των επιδομάτων εορτών και αδείας), που έλαβε ο ασφαλισμένος κατά τα πέντε (5) ημερολογιακά έτη που προηγούνται εκείνου του έτους εξόδου από την υπηρεσία, επί των οποίων παρακρατήθηκαν ασφαλιστικές εισφορές υπέρ του Τ.Π.Δ.Υ., με τον περιορισμό της παρ. 1 του παρόντος, δια του αριθμού 70. Στις περιπτώσεις που ο δικαιούμενος εφάπαξ παροχής έχει μισθοδοτηθεί λιγότερο από πέντε (5) έτη, για τον υπολογισμό του μέσου όρου πενταετίας θα λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος της πενταετίας ομοιοβάθμου του.
Το εφάπαξ βοήθημα των αποχωρούντων ασφαλισμένων με είκοσι οκτώ (28) χρόνια ασφάλισης και άνω δεν μπορεί να είναι μικρότερο του ποσού που έλαβαν οι εξελθόντες μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου ασφαλισμένοι της αυτής κατηγορίας και με τα ίδια χρόνια ασφάλισης, υπολογιζομένου επί αποδοχών μέχρι του ορίου των 2.055,00 ευρώ.
Το ίδιο ισχύει και για τους υπαλλήλους οι οποίοι αποχωρούν είτε πρόωρα από την υπηρεσία λόγω διανοητικής ή σωματικής αναπηρίας είτε λόγω συμπλήρωσης του ανώτατου ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης, καθώς και για τους δικαιούχους εφάπαξ βοηθήματος λόγω θανάτου του ασφαλισμένου. β. Για τους ασφαλισμένους σε φορέα κύριας ασφάλισης μετά την 1.1.1993, η εισφορά και το εφάπαξ βοήθημα υπολογίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 37 και 38 του Ν. 2084/1992 (ΦΕΚ 165 Α), όπως αυτές κάθε φορά ισχύουν.
3. Ο προβλεπόμενος από το εδάφιο α` της παρ. 2 του παρόντος συντελεστής υπολογισμού 216,63% μπορεί να αναπροσαρμόζεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, μετά από σύμφωνη γνώμη του Δ.Σ. του Ταμείου Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων, σε ποσοστό που καθορίζεται με βάση τα οικονομικά δεδομένα του Ταμείου αυτού.
4. Οφειλές του Τ.Π.Δ.Υ. στους ασφαλισμένους του, λόγω άσκησης δικαιώματος για λήψη εφάπαξ βοηθήματος ή επιστροφής ατομικών εισφορών, παραγράφονται μετά την πάροδο πενταετίας από την ημερομηνία κοινοποίησης στους ασφαλισμένους του σχετικού εντάλματος προς είσπραξη του δικαιούμενου ποσού. Απαιτήσεις κατά του Τ.Π.Δ.Υ. για επιστροφή ποσών τα οποία κατεβλήθησαν αχρεωστήτως ή παρά το νόμο παραγράφονται μετά την πάροδο πενταετίας από το τέλος του ημερολογιακού έτους μέσα στο οποίο γεννήθηκε η αξίωση και μπορεί να επιδιωχθεί δικαστικώς.
Απαιτήσεις για αποζημίωση από παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του Τ.Π.Δ.Υ. παραγράφονται μετά την πάροδο πενταετίας από τότε που γεννήθηκε η αξίωση και ήταν δυνατή η δικαστική της επιδίωξη.
Οι παραγραφές της παρούσας παραγράφου λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από τα δικαστήρια.”
“δ. Κράτηση 2% στις πάσης φύσεως αμοιβές των ασφαλισμένων στο Ταμείο πέραν των προβλεπόμενων από τις διατάξεις της περίπτωσης α` περιλαμβανομένων και των εξόδων κίνησης και οδοιπορικών, με εξαίρεση τις καταβαλλόμενες για εκτός έδρας μετακινήσεις και όσων εξαιρούνται με ρητή διάταξη νόμου. Η διάταξη αυτή έχει ανάλογη εφαρμογή και στους συνταξιούχους του Ταμείου που λαμβάνουν οποιαδήποτε αμοιβή ή αποζημίωση πάσης φύσεως και μορφής από το Δημόσιο ή τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, με εξαίρεση ποσά που λαμβάνουν από συντάξεις. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, μετά από αναλογιστική μελέτη του Ταμείου και γνώμη του Δ.Σ. του Τ.Ε.Α.Δ.Υ., το ποσοστό της κράτησης μπορεί να μεταβάλλεται”
“Το ποσό σύνταξης για όσους παραμένουν στην υπηρεσία μετά τη συμπλήρωση 35ετούς συντάξιμου χρόνου ασφάλισης στο Ταμείο, αυξάνεται κατά 1/50 για κάθε έτος ασφάλισης πέραν των τριάντα πέντε (35) και μέχρι των σαράντα (40) ετών.”
“5. Οι εφημέριοι εκπαιδευτικοί ασφαλισμένοι του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. για τους οποίους συντρέχουν προϋποθέσεις διπλής ασφάλισης στο Ταμείο αυτό, ασφαλίζονται υποχρεωτικά μόνο για την ιδιότητά τους εκείνη από την οποία λαμβάνουν τις μεγαλύτερες αποδοχές.”
Πρόσωπα που μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου έχουν ασφαλισθεί στο Ταμείο και με τις δύο ιδιότητες, κατά τη συνταξιοδότηση λαμβάνουν προσαύξηση στο ποσό της σύνταξής τους ίση με ποσοστό 2% για κάθε χρόνο παράλληλης ασφάλισης.
Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τους ήδη συνταξιούχους του Ταμείου, οι συντάξεις των οποίων επανακαθορίζονται από την ημερομηνία υποβολής αίτησης των ενδιαφερομένων.
“ζ) Στους πρώην υπαλλήλους των καταργούμενων Εθνικού Οργανισμού Καπνού και Οργανισμού Βάμβακος, οι οποίοι είχαν ήδη μεταταγεί σε υπηρεσίες του δημόσιου τομέα προ της κατάργησης των Οργανισμών αυτών και είχαν επιλέξει το καθεστώς πρόνοιας των υπηρεσιών στις οποίες μετατάχθηκαν, καταβάλλεται εφάπαξ αποζημίωση για το χρόνο και μόνο της υπηρεσίας τους στους καταργούμενους Οργανισμούς. Η εφάπαξ αποζημίωση καταβάλλεται από το Ελληνικό Δημόσιο (Υπουργείο Γεωργίας). Στους υπαλλήλους της παρούσας περίπτωσης εφαρμόζονται ανάλογα και οι διατάξεις των περιπτώσεων ε` και στ` της παρούσας παραγράφου.”
“Το όριο των τεσσάρων χιλιάδων πενήντα (4.050) ημερών εργασίας αυξάνεται προοδευτικά σε τέσσερις χιλιάδες πεντακόσιες (4.500) ημέρες εργασίας, προστιθεμένων στις τέσσερις χιλιάδες πενήντα (4.050) ημέρες εργασίας εκατόν πενήντα (150) ημερών για κάθε ημερολογιακό έτος, αρχής γενομένης από της 1ης Ιανουαρίου του επόμενου έτους από το έτος στο οποίο συμπληρώνονται οι τέσσερις χιλιάδες πενήντα (4.050) ημέρες εργασίας για κάθε ομάδα ασφαλισμένων.
Από την κατά το προηγούμενο εδάφιο προοδευτική αύξηση των ημερών ασφάλισης εξαιρούνται οι ασφαλισμένοι, οι οποίοι δικαιούνται σύνταξης από το φορέα κύριας ασφάλισης σε ειδικά όρια ηλικίας με την πραγματοποίηση τεσσάρων χιλιάδων πενήντα (4.050) ημερών ασφάλισης, καθώς και οι ασφαλισμένοι οι οποίοι μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού έχουν υπαχθεί στην προαιρετική ασφάλιση του Ε.Τ.Ε.Α.Μ. κατ` εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 10 του Ν. 2874/2000 (ΦΕΚ 286 Α) για τη συμπλήρωση τεσσάρων χιλιάδων πενήντα (4.050) ημερών ασφάλισης.”
Οι οριζόμενες από την παρ. 2 του άρθρου 5 του Ν. 997/1979 (ΦΕΚ 287 Α) για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος λόγω αναπηρίας τριακόσιες (300) ημέρες ασφάλισης εντός των πέντε (5) ημερολογιακών ετών των αμέσως προηγου μένων του έτους κατά το οποίο ο ασφαλισμένος κατέστη ανάπηρος αυξάνονται σε εξακόσιες (600), προστιθεμένων ανά εκατό (100) κατά μέσο όρο για κάθε ημερολογιακό έτος, αρχής γενομένης από 1.1.2005. Για τη συνταξιοδότηση των μελών οικογένειας θανόντων ασφαλισμένων ή συνταξιούχων εξακολουθούν να ισχύουν οι τριακόσιες (300) ημέρες ασφάλισης.
“γ. Ποσά τα οποία κατά την προηγούμενη της συγχώνευσης ημέρα είναι μεγαλύτερα του ποσού του κατώτατου ορίου συντάξεων του Ε.Τ.Ε.Α.Μ. αυξημένου κατά 50%, συνεχίζουν να καταβάλλονται από το Ε.Τ.Ε.Α.Μ., διατηρουμένης και καταβαλλομένης της επιπλέον διαφοράς αμετάβλητης μη συμψηφιζομένης με τις αυξήσεις των συντάξεων του Ε.Τ.Ε.Α.Μ., οι οποίες χορηγούνται επί του ποσού του κατώτατου ορίου αυξημένου κατά 50%.”
Η διάταξη αυτή έχει εφαρμογή και επί ποσών συντάξεων συνταξιούχων ήδη συγχωνευθέντων φορέων ή κλάδων επικουρικής ασφάλισης που ευρίσκονται στη διαδικασία συμψηφισμού τους.
Οσοι κάνουν χρήση του παραπάνω δικαιώματος και έχουν ήδη αποχωρήσει, η εξαγορά του χρόνου αυτού θα γίνει με τις αποδοχές του χρόνου αποχώρησής τους και το οφειλόμενο ποσό θα συμψηφισθεί με το ποσό του εφάπαξ βοηθήματος που δικαιούνται.
“Τα ποσά των εφάπαξ βοηθημάτων, που χορήγησε το Ταμείο Πρόνοιας Προσωπικού ΟΣΕ στους ασφαλισμένους του κατ` εφαρμογή της Υ.Α. Φ269/1100/10.7.1991 (ΦΕΚ 580 Β), ορθώς κατεβλήθησαν.”
Η αναγνώριση πραγματοποιείται στο φορέα επικουρικής ασφάλισης, στον οποίο υπήγετο η ασφαλισμένη πριν από το χρόνο κυοφορίας και λοχείας της και για την εξαγορά του χρόνου καταβάλλεται από την ασφαλισμένη το σύνολο των αναλογουσών ασφαλιστικών εισφορών εργοδότη και ασφαλισμένου, υπολογιζομένων επί των αποδοχών του χρόνου υποβολής της αίτησης, οι οποίες δεν είναι δυνατόν να υπολείπονται του εικοσιπενταπλάσιου του ισχύοντος κατά την αίτηση αυτή ημερομισθίου ανειδίκευτου εργάτη. Το προκύπτον ποσό εξοφλείται εφάπαξ ή σε μηνιαίες άτοκες δόσεις όσοι οι αναγνωριζόμενοι μήνες.
Σε περίπτωση κατά την οποία η ασφαλισμένη υπαγόταν νόμιμα σε περισσοτέρους του ενός φορείς επικουρικής ασφάλισης, ο ανωτέρω χρόνος αναγνωρίζεται σε ένα φορέα, τον οποίο επιλέγει.
“Για τη μετατροπή των Ταμείων, πλην των αναφερόμενων στα ανωτέρω εδάφια προϋποθέσεων, απαιτείται και γνώμη των Διοικητικών Συμβουλίων των οικείων συνδικαλιστικών οργανώσεων των ασφαλισμένων τους.
“Το σύνολο της κινητής και ακίνητης περιουσίας των μετατρεπόμενων φορέων ή κλάδων αυτών περιέρχεται στα νέα Ταμεία, τα οποία θεωρούνται καθολικοί διάδοχοι, χωρίς την καταβολή φόρων, τελών ή δικαιωμάτων υπέρ του Δημοσίου, Ο.Τ.Α. ή άλλου προσώπου.
Τυχόν εκκρεμείς δίκες με διάδικο τους μετατρεπόμενους ασφαλιστικούς φορείς συνεχίζονται στο όνομα των νέων Ταμείων χωρίς διακοπή.
Για τη μεταβίβαση της κυριότητας των ακινήτων εκδίδεται διαπιστωτική πράξη από τον Υπουργό Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, η οποία μεταγράφεται ατελώς στα οικεία βιβλία του Υποθηκοφυλακείου ή στα κτηματικά βιβλία.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρ.63 παρ.1 Ν.3518/2006 Α΄272/21.12.2006,
Το εφάπαξ βοήθημα των Ταμείων αυτών, καθώς και οι όροι χρηματοδότησης δύνανται να ανακαθορίζονται με απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, μετά από πρόταση των οργάνων διοίκησης των νέων Ταμείων και σύνταξη αναλογιστικής μελέτης, που υποβάλλεται στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και εγκρίνεται με την ίδια απόφαση. Αναλογιστικές μελέτες εκπονούνται υποχρεωτικά από τα νέα Ταμεία κάθε δύο (2) χρόνια για τη διαπίστωση της οικονομικής τους πορείας και υποβάλλονται για έγκριση στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μετά από γνώμη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής.
Εφόσον τα μετατρεπόμενα Ταμεία λειτουργήσουν με τη μορφή επαγγελματικών Ταμείων, θα ισχύουν γι` αυτά τα άρθρα 7 και 8 του ίδιου νόμου.”
“Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, μετά γνώμη των Δ.Σ. του Ε.Τ.Ε.Α.Μ. και του Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ. δύναται να παραμείνει η διεκπεραίωση και εκτέλεση των πάσης φύσεως εργασιών επί θεμάτων παροχών του Ε.Τ.Ε.Α.Μ. στο Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ.”
Ο μέχρι την 31.12.2003 χρόνος ασφάλισης, πραγματικός ή από αναγνώριση των παραπάνω ασφαλισμένων του Τ.Π.Δ.Π., θεωρείται ότι έχει διανυθεί στην 1η ασφαλιστική κατηγορία.
Το ποσό της εφάπαξ παροχής λόγω γήρατος, αναπηρίας ή θανάτου, που δικαιούνται να λάβουν οι μέτοχοι της παραγράφου αυτής, υπολογίζεται με βάση την 1η ασφαλιστική κατηγορία του έτους της αποχώρησης από το επάγγελμα επί τα έτη ασφάλισης. Το ποσό που προκύπτει προσαυξάνεται κατά 1% για κάθε έτος ασφάλισης μετά τη συμπλήρωση του 25ου και μέχρι το 35ο. Οι διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων έχουν εφαρμογή και σε όσους έχει χορηγηθεί εφάπαξ παροχή από 1.1.1998 και εφεξής.
Οι παροχές των προσώπων αυτών επανυπολογίζονται κατά τον ως άνω τρόπο και με βάση την 1η ασφαλιστική κατηγορία του προηγούμενου της υποβληθείσας αίτησης συνταξιοδότησης έτους. Οι διατάξεις των πέντε πρώτων εδαφίων της παραγράφου αυτής ισχύουν και για τους ασφαλισμένους του Ταμείου Πρόνοιας Δικηγόρων Αθηνών.
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και γνώμη του Δ.Σ. του Τ.Ε.Α.Π.Α.Ε.Λ. και του Συμβουλίου Κοινωνικής Ασφάλισης δύνανται να τροποποιούνται, αντικαθίστανται και συμπληρώνονται οι διατάξεις του κανονισμού του κλάδου τούτου.
Ειδικά για το Τ.Ε.Α.Π.Π.Ε.Ρ.Τ.Τ. έναντι των παραπάνω οφειλών καταβάλλεται στο Ταμείο από την Ε.Ρ.Τ. Α.Ε. το ποσό των 7.000.000,00 ευρώ μέχρι την 15η Νοεμβρίου 2004 και το υπόλοιπο ποσό σε πέντε ετήσιες δόσεις, της πρώτης εξ αυτών καταβαλλομένης μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2005. Το ποσό των δόσεων καταβάλλεται κατά 50% από την Ε.Ρ.Τ. Α.Ε. και κατά το υπόλοιπο 50% από το Λ.Α.Φ.Κ.Α. Η Ε.Ρ.Τ. Α.Ε. αποδίδει στο Λ.Α.Φ.Κ.Α. τα ποσά που κατεβλήθη καν αντ` αυτής στο Τ.Ε.Α.Π.Π.Ε.Ρ.Τ.Τ. σε πέντε ισόποσες ετήσιες δόσεις αρχής γενομένης από τον Ιανουάριο του 2010.
Κάθε δόση μετά την καταβολή της πρώτης επιβαρύνεται με σταθερό επιτόκιο 3,5% που ανατοκίζεται ετησίως.
Για την εξασφάλιση των απαιτήσεων των ασφαλιστικών ταμείων, η Ε.Ρ.Τ. Α.Ε. εκχωρεί τα έσοδά της από το ανταποδοτικό τέλος που καθορίζεται με βάση το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 14 του Ν. 1730/1987, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 26 του Ν. 3185/2003 (ΦΕΚ 229 Α) και μέχρι το ύψος της απαίτησης καθενός από τα αρμόδια ασφαλιστικά ταμεία, όταν και εφόσον οποιαδήποτε δόση καταστεί ληξιπρόθεσμη και απαιτητή.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Τύπου και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, καθορίζεται το ύψος της συνολικής επιβάρυνσης της Ε.Ρ.Τ. Α.Ε., ο τρόπος απόδοσης των οφειλόμενων ποσών προς τους ασφαλιστικούς οργανισμούς και το Λ.Α.Φ.Κ.Α., ο τρόπος είσπραξης και απόδοσης του ανταποδοτικού τέλους, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.
Σχετικό: ΥΑ Φ.20156/1499/72/2005 (ΦΕΚ 1619 Β΄/2005)
Σχετικό: το άρθρο 150 παρ.4 Ν.3655/2008,ΦΕΚ Α 58/3.4.2008
α. Ιπτάμενοι Συνοδοί Φροντιστές ασφαλισμένοι Ολυμπιακής Αεροπορίας και Αεροπλοίας κατά 4%
β. Λοιπό Ιπτάμενο προσωπικό και Διοικητικό, Τεχνικό και λοιπό προσωπικό εδάφους 1,8%
Τα παραπάνω ποσοστά εισφορών επιμερίζονται ισόποσα μεταξύ ασφαλισμένου και εργοδότη.
Σχετικό: το άρθρ.58 παρ.8 Ν.3518/2006 Α΄272/21.12.2006
Σχετικό: το άρθρο 4 παρ.2 του Ν. 4075/2012 (ΦΕΚ Α 89/11.4.2012)
“Εξαιρούνται επίσης οι συντάξεις των ασφαλισμένων που προέρχονται από το Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Προσωπικού Αεροπορικών Επιχειρήσεων. Τα πρόσωπα αυτά κατά τη συνταξιοδότησή τους με πλήρη κύρια σύνταξη σε ηλικία μικρότερη του πεντηκοστού πέμτπου (55ου) έτους δικαιούνται πλήρους σύνταξης από το Ε.Τ.Ε.Α.Μ., εφόσον έχουν πραγματοποιήσει τις απαιτούμενες από τις διατάξεις του άρθρου 5 του Ν. 997/1979 πλήρεις χρονικές προϋποθέσεις.”
Εκκρεμείς αιτήσεις συνταξιοδότησης που έχουν υποβληθεί στο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Προσωπικού Αεροπορικών Επιχειρήσεων (Τ.Ε.Α.Π.Α.Ε.) από 1.1.2003 κρίνονται από το Ε.Τ.Ε.Α.Μ. σύμφωνα με τη νομοθεσία του.
Σχετικό: το άρθρ.73 παρ.1 Ν.3371/2005, ΦΕΚ Α 178/14.7.2005
Σχετικό: το άρθρ.73 παρ.2 Ν.3371/2005, ΦΕΚ Α 178/14.7.2005
Η ως άνω ρύθμιση ισχύει και για τους ήδη συνταξιοδοτηθέντες με το Ν. 1977/1991 και για την αυτή αιτία.
Ειδικότερα για τα Ταμεία Γεωργικών και Συνεταιριστικών Οργανώσεων (ΤΣΕΑΠΓΣΟ), Ασφαλίσεως Προσωπικού ΟΤΕ (Τ.Α.Π.Ο.Τ.Ε.), Ασφαλίσεως Ναυτικών Πρακτόρων και Υπαλλήλων (ΤΑΝΠΥ), Νομικών, Οργανισμού Ασφάλισης Προσωπικού Δ.Ε.Η. (ΟΑΠ ΔΕΗ), Επικουρικής Ασφάλισης Δημοσίων Υπαλλήλων (ΤΕΑΔΥ), Αρωγής Προσωπικού ΟΤΕ, Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων, Προνοίας Εργατοϋπαλλήλων Μετάλλου (ΤΑΠΕΜ), Ασφαλίσεως Ξενοδοχοϋπαλλήλων (ΤΑΞΥ), Υγείας Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (ΤΥΔΚΥ), Ασφαλίσεως Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (ΤΑΔΚΥ), Επικουρικής Ασφάλισης Προσωπικού Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης (ΤΕΑΠΟΚΑ), Ασθένειας Προσωπικού Τραπεζών Πίστεως Γενικής Τράπεζας και Αμέρικαν Εξπρές, Επικουρικής Ασφάλισης Υπαλλήλων Εμπορικών Καταστημάτων (ΤΕΑΥΕΚ) και Επικουρικής Ασφάλισης Υπαλλήλων Φαρμακευτικών Εργασιών (ΤΕΑΥΦΕ), ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καταρτίζει κατάλογο τριών υποψηφίων από τους οποίους ο Υπουργός επιλέγει τον πρόεδρο ύστερα από διαβούλευσή του με τους εκπροσώπους των ασφαλισμένων και των εργοδοτών που έχουν σχέση με τον ασφαλιστικό φορέα.
Ο πρόεδρος και τα μέλη των Δ.Σ. διορίζονται με τριετή θητεία.
Με όμοια απόφαση μπορεί η προβλεπόμενη από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου διαδικασία επιλογής προέδρου να εφαρμόζεται και σε άλλους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης.
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζονται τα πλαίσια του σχεδίου δράσης, το περιεχόμενό του, καθώς και οι διαδικασίες αναθεώρησης του σχεδίου αυτού, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
Σχετικό: παρ.1 εδάφια β` (περ.γγ) και γ` αρθρ.43 Ν.3518/2006 (Α΄272)
“1. Στη Γενική Γραμματεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων λειτουργεί σε δύο (2) κλιμάκια το Συμβούλιο Κοινωνικής Ασφάλισης (Σ.Κ.Α.) που απαρτίζεται:
Σχετικό: παρ.4 άρθρο 32 Ν.3863/2010,ΦΕΚ Α 115/15.7.2010
Α. Το πρώτο κλιμάκιο από τους εξής:
α) Τον Γενικό Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας, ως Πρόεδρο, που αναπληρώνεται από τον Αντιπρόεδρο.
β) Εναν Νομικό Σύμβουλο Ν.Σ.Κ. ή έναν συνταξιούχο ανώτερο δικαστικό λειτουργό ή ένα μέλος Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος κατά προτίμηση ειδικό στα ασφαλιστικά θέματα, ως Αντιπρόεδρο.
γ) Ενα μέλος Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού Ανωτάτου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος με τον αναπληρωτή του, ως μέλος.
δ) Εναν Ειδικό Σύμβουλο ή Επιστημονικό Συνεργάτη του Υπουργείου με τον αναπληρωτή του.
ε) «Τον αρμόδιο για κάθε θέμα Γενικό Διευθυντή της Γ.Γ.Κ.Α., που αναπληρώνεται από Διευθυντή της Γ.Γ.Κ.Α.»
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.5 άρθρο 32 Ν.3863/2010,ΦΕΚ Α 115/15.7.2010.
στ) Εναν Αναλογιστή με τον αναπληρωτή του.
ζ) Εναν εκπρόσωπο των εργοδοτών με τον αναπληρωτήτου.
η) Δύο εκπροσώπους των ασφαλισμένων με τους αναπληρωτές τους.
Τα θέματα που εισάγονται στο κλιμάκιο εισηγούνται κατά σειρά οι αρμόδιοι καθ` ύλην προϊστάμενοι Διευθύνσεων ή Τμημάτων ή και υπάλληλοι της αρμόδιας Διεύθυνσης.
Ο Πρόεδρος μπορεί να ορίσει και μέλος του κλιμακίου για ειδικότερη μελέτη και εισήγηση σε θέματα που είναι για συζήτηση.
Αρμοδιότητες του κλιμακίου είναι οι οριζόμενες στην παρ. 5 του Π.Δ. 213/1992 (ΦΕΚ 102 Α).
Β. Το δεύτερο κλιμάκιο από τους εξής:
Σχετικό: άρθρο 32 Ν.3863/2010,ΦΕΚ Α 115/15.7.2010
Στο κλιμάκιο αυτό καλούνται και συμμετέχουν, εφόσον συζητούνται θέματα του Οργανισμού τους, οι πρόεδροι των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης ή και υπηρεσιακοί παράγοντες, ως εισηγητές.
Το κλιμάκιο αποτελεί γνωμοδοτικό και συμβουλευτικό όργανο προς τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων επί θεμάτων επιχειρησιακού σχεδιασμού, οργανωτικού και λειτουργικού εκσυγχρονισμού, οικονομικής οργάνωσης της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων και των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης.
Ο τρόπος λειτουργίας του κλιμακίου και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.2. Ο Πρόεδρος και τα μέλη των κλιμακίων διορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και για χρονικό διάστημα τριών (3) ετών.3. Χρέη γραμματέων ασκούν υπάλληλοι της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων, που ορίζονται με την απόφαση διορισμού των λοιπών μελών.
4. Στον Πρόεδρο και τα μέλη των κλιμακίων καταβάλλεται αποζημίωση, η οποία καθορίζεται με απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.”
Εκτός από τους παραπάνω ιατρούς και οδοντιάτρους μόνιμους θεραπευτές ή πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, στην περιοχή αρμοδιότητας των μονάδων πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ., παρέχουν υπηρεσίες προσωπικοί ιατροί.”
Η αληθής έννοια του άρθρου 10 του Ν.Δ. 1204/1972 (ΦΕΚ 123 Α), που προβλέπει ειδικές συμβάσεις ιατρών και οδοντιάτρων του Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ. είναι ότι οι συμβάσεις αυτές είναι εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.6 άρθρ.37 Ν.3518/2006,ΦΕΚ Α 272/21.12.2006.
Σχετικό:Απόφαση 073/222/19.1-3.2.2006 (ΦΕΚ Β΄ 122), του Διοικητή του ΙΚΑ.
2. Οι πεντακόσιες πενήντα (550) θέσεις ιατρών και οδοντιάτρων του Ι.Κ.Α.- Ε.Τ.Α.Μ. που συστήθηκαν με την Φ/Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ./866/2002 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Υγείας και Πρόνοιας, για τις οποίες δεν ολοκληρώθηκε η διαδικασία αξιολόγησης και κρίσης μετατρέπονται αυτοδικαίως σε θέσεις μόνιμων θεραπευτών. Σημ.: ηπαρ.2 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ και οι παράγραφοι 3, 4, 5 και 6 αναριθμήθηκαν σε 2, 3, 4 και 5 ,αντιστοίχως, με την παρ.6 άρθρ.37 Ν.3518/2006,ΦΕΚ Α 272/21.12.2006.
3. Η μετατροπή κενών οργανικών θέσεων ιατρών και οδοντιάτρων πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ., που κρίνονται απαραίτητες για την κάλυψη των υπηρεσιών υγείας σε θέσεις μόνιμων ιατρών και οδοντιάτρων, γίνεται με αποφάσεις των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, που εκδίδονται μετά από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ..Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.6 άρθρ.37 Ν.3518/2006,ΦΕΚ Α 272/21.12.2006.
Σημ.: ηπαρ.2 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ και οι παράγραφοι 3, 4, 5 και 6 αναριθμήθηκαν σε 2, 3, 4 και 5 ,αντιστοίχως, με την παρ.6 άρθρ.37 Ν.3518/2006,ΦΕΚ Α 272/21.12.2006.
α) διευθυντών,
β) επιμελητών Α` και
γ) επιμελητών Β` και κατανέμονται ανά υπηρεσία και ειδικότητα με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας μετά από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ..
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.6 άρθρ.37 Ν.3518/2006,ΦΕΚ Α 272/21.12.2006. Σημ.: ηπαρ.2 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ και οι παράγραφοι 3, 4, 5 και 6 αναριθμήθηκαν σε 2, 3, 4 και 5 ,αντιστοίχως, με την παρ.6 άρθρ.37 Ν.3518/2006,ΦΕΚ Α 272/21.12.2006.
α) κατηγορία Α` με δικαιούχους 80.000 και άνω, β) κατηγορία Β` με δικαιούχους 30.000 μέχρι 80.000 και γ) κατηγορία Γ` με δικαιούχους μέχρι 30.000. Με τις ίδιες αποφάσεις ορίζεται και ο αναγκαίος αριθμός ιατρών και οδοντιάτρων κάθε κατηγορίας.
Σχετικό: ΥΑ 073/161 (ΦΕΚ Β΄ 1042/9.7.2004)
Σχετικό: ΥΑ 073/204/2005 (ΦΕΚ 994 Β΄/2005) Σημ.: ηπαρ.2 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ και οι παράγραφοι 3, 4, 5 και 6 αναριθμήθηκαν σε 2, 3, 4 και 5 ,αντιστοίχως, με την παρ.6 άρθρ.37 Ν.3518/2006,ΦΕΚ Α 272/21.12.2006.
Η παράβαση του προηγούμενου εδαφίου αποτελεί πειθαρχικό αδίκημα σύμφωνα με την παράγραφο 1 εδάφιο α` του άρθρου 77 του Ν. 2071/1992 (ΦΕΚ 123 Α) και συνεπάγεται την άμεση θέση του παραβάτη σε κατάσταση αναστολής άσκησης καθηκόντων κατά τις διατάξεις του άρθρου 104 του Ν. 2683/1999 (ΦΕΚ 19 Α).
Μόνιμοι ιατροί και οδοντίατροι, εφόσον δεν επανεπιλεγούν ως πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης ή δεν αποδεχθούν τη βαθμίδα στην οποία επιλέγονται από τα Συμβούλια Κρίσης και Επιλογής Ιατρικού και Οδοντιατρικού Προσωπικού Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ. (ΣΚΕΙΟΠΙΚΑ Ε.Τ.Α.Μ.), καταλαμβάνουν προσωποπαγείς θέσεις μόνιμων ιατρών ή οδοντιάτρων μετά από αίτησή τους που υποβάλλεται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δύο μηνών από τη γνωστοποίηση των αποτελεσμάτων στους ενδιαφερομένους.
Μη υποβολή της αίτησης επιφέρει αυτοδίκαια τη λύση της σχέσης με το Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ. Ιατροί και οδοντίατροι που παρείχαν στο Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ. τις υπηρεσίες τους πριν από την επιλογή τους σε θέση πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, εφόσον δεν επανεπιλεγούν ή δεν αποδεχθούν τη βαθμίδα στην οποία επιλέγονται από τα ΣΚΕΙΟΠΙΚΑ Ε.Τ.Α.Μ., επανέρχονται με την αυτή σχέση εργασίας που είχαν πριν την επιλογή τους ως ιατροί και οδοντίατροι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, εφόσον ζητήσουν τούτο με σχετική αίτησή τους μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δύο μηνών από τη γνωστοποίηση των αποτελεσμάτων στους ενδιαφερομένους. Μη υποβολή της αίτησης επιφέρει αυτοδίκαια τη λύση της σχέσης με το Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ.
α) ΣΚΕΙΟΠΙΚΑ Ε.Τ.Α.Μ. Παθολογικού Τομέα, β) ΣΚΕΙΟΠΙΚΑ Ε.Τ.Α.Μ. Χειρουργικού Τομέα, γ) ΣΚΕΙΟΠΙΚΑ Ε.Τ.Α.Μ. Εργαστηριακού Τομέα και δ) ΣΚΕΙΟΠΙΚΑ Ε.Τ.Α.Μ. Οδοντιατρικού Τομέα. Για τους παραπάνω τομείς μπορούν να συγκροτούνται περισσότερα του ενός ΣΚΕΙΟΠΙΚΑ Ε.Τ.Α.Μ. ανάλογα με τον όγκο των εργασιών. Κάθε ΣΚΕΙΟΠΙΚΑ Ε.Τ.Α.Μ. είναι αρμόδιο για την κρίση των υποψηφίων όλων των βαθμίδων.
Τα ΣΚΕΙΟΠΙΚΑ Ε.Τ.Α.Μ. μπορούν κατά την κρίση τους να καθορίσουν τη βαθμίδα ένταξης σε θέση πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, χωρίς να δεσμεύονται από το σχετικό αίτημα του ενδιαφερομένου.
Τα ΣΚΕΙΟΠΙΚΑ Ε.Τ.Α.Μ. συγκροτούνται με απόφαση του Διοικητή του Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ. κάθε φορά που γίνεται προκήρυξη για πλήρωση θέσεων πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης.
Κάθε ΣΚΕΙΟΠΙΚΑ Ε.Τ.Α.Μ. είναι πενταμελές και αποτελείται από:
α) έναν (1) ιατρό πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης του Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ. και προκειμένου για το ΣΚΕΙΟΠΙΚΑ Ε.Τ.Α.Μ. Οδοντιατρικού Τομέα έναν (1) οδοντίατρο,
β) έναν (1) εκπρόσωπο του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου,
γ) έναν (1) εκπρόσωπο της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συλλόγων Επιστημονικού Υγειονομικού Προσωπικού Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ.,
δ) δύο (2) ιατρούς αντίστοιχης ή συναφούς ειδικότητας με τους κρινόμενους οι οποίοι ασκούν και χρέη εισηγητή.
Τα υπό στοιχεία β` και γ` μέλη υποδεικνύονται από τους αντίστοιχους συλλογικούς φορείς.
Οταν στα ΣΚΕΙΟΠΙΚΑ Ε.Τ.Α.Μ. κρίνονται οδοντίατροι για κάλυψη θέσεων πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, μετέχει ως μέλος εκπρόσωπος της Πανελλήνιας Οδοντιατρικής Ομοσπονδίας αντικαθιστώντας τον εκπρόσωπο του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου.
Στα ΣΚΕΙΟΠΙΚΑ Ε.Τ.Α.Μ. μπορούν κατά την κρίση του Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ. να ορίζονται ως μέλη καθηγητές ή αναπληρωτές καθηγητές ιατρικών και οδοντιατρικών σχολών και διευθυντές τμημάτων ή μονάδων του Ε.Σ.Υ.
Με την απόφαση του Διοικητή του Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ. για τη συγκρότηση των ΣΚΕΙΟΠΙΚΑ Ε.Τ.Α.Μ. ορίζεται και ο πρόεδρος αυτών.
Ο πρόεδρος και τα μέλη των ΣΚΕΙΟΠΙΚΑ Ε.Τ.Α.Μ. ορίζονται με τους αναπληρωτές τους.
Χρέη γραμματέα σε κάθε ΣΚΕΙΟΠΙΚΑ Ε.Τ.Α.Μ. ασκεί υπάλληλος των κλάδων ΠΕ Διοικητικού Οικονομικού ή ΔΕ Διοικητικού Λογιστικού που ορίζεται με τον αναπληρωτή του. Ο γραμματέας είναι υπεύθυνος για τη γενική γραμματειακή εξυπηρέτηση του Συμβουλίου, την τήρηση των πρακτικών των συνεδριάσεων και τη φάση προετοιμασίας των αιτήσεων. Ο γραμματέας τηρεί πρωτόκολλο και ηλεκτρονικό αρχείο.
Με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας καθορίζεται ο τρόπος λειτουργίας και η διαδικασία λήψης αποφάσεων των συμβουλίων επιλογής ιατρικού και οδοντιατρικού προσωπικού του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. (ΣΚΕΙΟΠΙΚΑ- Ε.Τ.Α.Μ.).
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.7α άρθρ.37 Ν.3518/2006,ΦΕΚ Α 272/21.12.2006.
Τα κριτήρια, η ειδική βαθμολογία κάθε κριτηρίου, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια καθορίζονται με προεδρικό διάταγμα μετά από πρόταση του Διοικητή του Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ.
Σχετικό: παρ.7β άρθρ.37 Ν.3518/2006,ΦΕΚ Α 272/21.12.2006
Για τα λοιπά θέματα των ιατρών και οδοντιάτρων πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης του Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ. που δεν ρυθμίζονται από τον παρόντα νόμο εφαρμόζονται ανάλογα οι εκάστοτε ισχύουσες για τους ιατρούς και οδοντιάτρους του Ε.Σ.Υ. διατάξεις.
Ο προσωπικός ιατρός παρέχει υπηρεσίες πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας στους δικαιούχους περίθαλψης από το Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ. Ειδικότερα, ο προσωπικός ιατρός παρέχει υπηρεσίες πρόληψης και προαγωγής της υγείας, διάγνωσης και θεραπείας, παροχής ιατρικών συμβουλών και οδηγιών, φαρμακευτικής περίθαλψης, δημιουργίας και ενημέρωσης του ιατρικού φακέλου του ασθενούς και κάθε άλλης αναγκαίας φροντίδας υγείας.
Τρεις (3) τουλάχιστον ημέρες την εβδομάδα το ωράριο του προσωπικού ιατρού περιλαμβάνει πρωινή και απογευματινή απασχόληση.
Με απόφαση του Διευθυντή της Μονάδας Υγείας του I.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ.μπορεί να μεταβάλλεται ο αριθμός των ημερών, το συνεχόμενο και διακοπτόμενο ωράριο και να διαφοροποιείται κατά περιοχές ή περιόδους, ανάλογα με τις ανάγκες και τις ιδιαιτερότητες της περιοχής.
Περισσότεροι προσωπικοί ιατροί έχουν τη δυνατότητα να συνάπτουν από κοινού σύμβαση με το Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ. για την παροχή ιατρικών υπηρεσιών στον αυτό χώρο. Το περιεχόμενο της σύμβασης καθορίζεται με απόφαση του Διοικητή του Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ.
Όσοι υπηρετούσαν μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στο Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ. ως οικογενειακοί ιατροί με συμβάσεις του άρθρου 10 του Ν.Δ. 1204/1972 (ΦΕΚ 123 Α), εφόσον δεν καταλάβουν θέση ιατρού πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, συνεχίζουν να απασχολούνται με συμβάσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου ως οικογενειακοί ιατροί.
Σχετικό: το άρθρ.10 παρ.3 Ν.3302/2004, ΦΕΚ Α 267/28.12.2004
Σχετικό: παρ.1 άρθρ.30 Ν.3518/2006,ΦΕΚ Α 272/21.12.2006
Η σύνταξη αρχίζει να καταβάλλεται μετά την εξόφληση των οφειλόμενων εισφορών που προκύπτουν από την εφαρμογή της παραγράφου αυτής.
Σε περίπτωση θανάτου του ασφαλισμένου πριν την εξόφληση του οφειλόμενου ποσού, το υπολειπόμενο ποσό καταβάλλεται σύμφωνα με τα προαναφερόμενα από τα δικαιοδόχα πρόσωπα, στα οποία μεταβιβάζεται η σύνταξη.
Υφιστάμενες κατά τη δημοσίευση του παρόντος και λήξασες εντός του 2012 συμβάσεις έργου ιατρών του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ που εξυπηρετούν τις ανάγκες του ΕΟΠΥΥ, παρατείνονται με την αυτή έννομη σχέση, για χρονικό διάστημα 12 μηνών.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.8β του άρθρου 19 του Ν.3846/2010 (ΦΕΚ Α 66/11-05-2010)
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 13 παρ.14 του Ν. 4052/2012 (ΦΕΚ Α΄41/01.03.2012)
Σχετικό: το άρθρο 23 του Ν. 4208/2013 (ΦΕΚ Α 252 18.11.2013)
“Σε αυτούς καταβάλλεται ειδική αποζημίωση για κάθε οριστική γνωμάτευση του ενός εκ των δύο πινακίων των υγειονομικών επιτροπών που συμμετέχουν, ποσού ίσου με την αμοιβή που καταβάλλεται εκάστοτε από το Δημόσιο στους συμβεβλημένους με αυτό ιατρούς για την εξέταση στο ιατρείο.”
“9. Οι ιατροί του ειδικού σώματος των υγειονομικών επιτροπών μετακινούνται κάθε μήνα εκτός έδρας, ύστερα από δημόσια κλήρωση για την κάλυψη της θέσης του Προέδρου ήτου μέλους των υγειονομικών επιτροπών των επαρχιακών υποκαταστημάτων και καταβάλλονται σε αυτούς έξοδα κινήσεως και ημερήσια αποζημίωση σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις ως εξής:
Δύνανται να ταξιδεύουν με πλοίο και τρένο στη β` θέση και στην οικονομική θέση σε αεροπλάνο, όπως ορίζει για την κατηγορία ΙΙΙ των μετακινούμενων δημοσίων υπαλλήλων η παράγραφος 1 του άρθρου 4 του Ν. 2685/1999 (ΦΕΚ 35 Α).
Επίσης καταβάλλεται δαπάνη διανυκτέρευσης της κατηγορίας ΙΙΙ της παρ. 3 του άρθρου 8 του Ν. 2685/1999 (ΦΕΚ 35 Α).
Τέλος καταβάλλεται ημερήσια αποζημίωση για την κάλυψη των έκτακτων εξόδων τα οποία προκαλούνται λόγω της μετακίνησης και παραμονής του εκτός έδρας για εκτέλεση υπηρεσίας, όπως ορίζεται στο άρθρο 9 του Ν. 2685/1999 (ΦΕΚ 35 Α).”
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.11β άρθρ.37 Ν.3518/2006,ΦΕΚ Α 272/21.12.2006.
“Στους ιατρούς μέλη της παραπάνω επιτροπής δειγματοληπτικού ελέγχου καταβάλλεται ειδική αποζημίωση κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 9 του παρόντος άρθρου για κάθε γνωμάτευση που ελέγχουν.”
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε Με την παρ.11δ άρθρ.37 Ν.3518/2006,ΦΕΚ Α 272/21.12.2006,δ) Το εδάφιο που προστέθηκε με την παράγραφο 14 του άρθρου 27 του ν.3232/2004 (ΦΕΚ 48 Α`), αντικαθίσταται ως εξής: “Στους ιατρούς μέλη της παραπάνω επιτροπής δειγματοληπτικού ελέγχου καταβάλλεται ειδική αποζημίωση, καθώς και τα έξοδα μετακίνησης κατά τα προβλεπόμενα στις παραγράφους 9 και 10 του παρόντος άρθρου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρ.10 παρ.2 Ν.3302/2004,ΦΕΚ Α 267/28.12.2004
Οι ειδικοί συνεργάτες αποχωρούν αυτοδίκαια και ταυτόχρονα με την αποχώρηση, για οποιονδήποτε λόγο, του προσώπου που τους προσέλαβε, χωρίς να γεννάται οποιοδήποτε δικαίωμα αποζημίωσης ή οποιοδήποτε άλλο δικαίωμα ή αξίωση.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζεται η αμοιβή των ειδικών συνεργατών.
α) Διεύθυνση Διοικητικού Οικονομικού η οποία διαρθρώνεται στα παρακάτω Τμήματα:
Τμήμα Διοίκησης Εκπαίδευσης Οργάνωσης
Τμήμα Οικονομικής Διαχείρισης και Λογιστηρίου
Τμήμα Προμηθειών και Διαχείρισης Ακινήτων
β) Διεύθυνση Ασφάλισης Εσόδων η οποία διαρθρώνεται στα παρακάτω Τμήματα:
Τμήμα Ασφάλισης Εσόδων Μητρώου
Τμήμα Συγχωνευόμενων Ταμείων
γ) Διεύθυνση Παροχών η οποία διαρθρώνεται στα παρακάτω Τμήματα:
Τμήμα Συντάξεων
Τμήμα Συγχωνευόμενων Ταμείων
δ) Τμήμα Πληροφορικής
ε) Τμήμα Γραμματείας
στ) Γραφείο Νομικών Υποθέσεων.
α) ΕΙΔΙΚΟ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ
Μία (1) θέση ειδικού επιστημονικού προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου υπαγόμενη απευθείας στον Πρόεδρο του Ε.Τ.Ε.Α.Μ. για την επιστημονική υποστήριξη του έργου αυτού.
Η πρόσληψη του ειδικού επιστημονικού προσωπικού γίνεται με τις διατάξεις του Ν. 2190/1994, όπως ισχύει, με σύμβαση διάρκειας πέντε (5) ετών, που μπορεί να ανανεώνεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Οι υποψήφιοι για την πλήρωση της θέσης αυτής πρέπει να έχουν τα προσόντα του ειδικού επιστημονικού προσωπικού, που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 25 παρ. 2 του Ν. 1943/1991 (ΦΕΚ 50 Α).
Στο ειδικό επιστημονικό προσωπικό της παραγράφου αυτής καταβάλλονται αποδοχές, οι οποίες καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
β) ΜΟΝΙΜΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ
Κατηγορία ΠΕ, θέσεις δεκαπέντε (15)
Κατηγορία ΤΕ, θέσεις πέντε (5)
Κατηγορία ΔΕ, θέσεις τρεις (3)
Κατηγορία ΥΕ, θέσεις τρεις (3)
γ) ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΜΕ ΕΜΜΙΣΘΗ ΕΝΤΟΛΗ
Δύο (2) θέσεις δικηγόρων εκτων οποίων μία (1) θέση με άδεια δικηγορίας στον Αρειο Πάγο και μία (1) θέση με άδεια δικηγορίας στο Εφετείο.
Οι ειδικότερες αρμοδιότητες των Υπηρεσιακών Μονάδων του Ε.Τ.Ε.Α.Μ., οι κλάδοι από τους οποίους προέρχονται οι προϊστάμενοι των Διευθύνσεων των Τμημάτων και του Γραφείου, οι ειδικότητες των κλάδων του προσωπικού, η κατανομή των θέσεων προσωπικού και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Σημ.: Η παράγραφος 4 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.8 άρθρου 80 Ν.3996/2011,ΦΕΚ Α 170/5.8.2011.
α) Στον κλάδο ΠΕ Διοικητικού Οικονομικού της κατηγορίας ΠΕ, θέσεις τέσσερις (4) στους βαθμούς Δ` Α`.
β) Στον κλάδο ΠΕ Ιατρών (Ειδικότητας Παθολόγων) της κατηγορίας ΠΕ, θέσεις τρεις (3) στους βαθμούς Δ` Α`.
γ) Στον κλάδο ΤΕ Διοικητικού Λογιστικού της κατηγορίας ΤΕ, θέσεις επτά (7) στους βαθμούς Δ` Α`.
Οι θέσεις αυτές κατανέμονται στις Περιφερειακές Μονάδες του Ταμείου με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Τ.Α.Ξ.Υ.
α. Δέκα (10) θέσεις Κλάδου ΠΕ Διοικητικού Οικονομικού της κατηγορίας ΠΕ στους βαθμούς Δ` Α`.
β. Πέντε (5) θέσεις κλάδου ΤΕ Διοικητικού Λογιστικού της κατηγορίας ΤΕ στους βαθμούς Δ` Α`.
Οι θέσεις αυτές κατανέμονται στις Περιφερειακές Μονάδες του Ταμείου με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε.
Μία (1) θέση κλάδου ΠΕ Οικονομικού της κατηγορίας ΠΕ στους βαθμούς Δ` Α`.
Μία (1) θέση κλάδου ΠΕ Ελεγκτών Ιατρών (ειδικότητας Παθολόγου) της κατηγορίας ΠΕ στους βαθμούς Δ` Α`.
Μία (1) θέση κλάδου ΤΕ Διοικητικού Λογιστικού της κατηγορίας ΤΕ στους βαθμούς Δ` Α`.
α) Στον Κλάδο ΠΕ Διοικητικού Οικονομικού της κατηγορίας ΠΕ, θέσεις δύο (2) στους βαθμούς Δ` Α`.
β) Στον Κλάδο ΤΕ Διοικητικού Λογιστικού της κατηγορίας ΤΕ, θέση μία (1) στους βαθμούς Δ` Α`.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζεται η διαδικασία μεταφοράς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
Με απόφαση του Διοικητή που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως καθορίζεται η ημερομηνία έναρξης λειτουργίας της προαναφερόμενης Γενικής Διεύθυνσης Πληροφορικής και ταυτόχρονης κατάργησης της Διεύθυνσης Πληροφορικής.
α) Διεύθυνση Τεχνικής Υποστήριξης αποτελούμενη από τα εξής Τμήματα:
Τμήμα Διαχείρισης Μικροϋπολογιστών και Περιφερειακών.
Τμήμα Διαχείρισης Δικτύου.
Τμήμα Διαχείρισης και Λειτουργίας Κεντρικών Συστημάτων.
Τμήμα Αμεσης Βοήθειας (Help Desk).
β) Διεύθυνση Εκμετάλλευσης αποτελούμενη από τα εξής Τμήματα:
Τμήμα Εισαγωγής, Επεξεργασίας και Ελέγχου Στοιχείων.
Τμήμα Παραγωγής και Διακίνησης Αναφορών.
Τμήμα Ροής Εφαρμογών και Αξιοποίησης Δεδομένων.
Τμήμα Ανταλλαγής και Συνεκμετάλλευσης Δεδομένων.
γ) Διεύθυνση Εφαρμογών αποτελούμενη από τα εξής Τμήματα:
Τμήμα Σχεδιασμού και Παρακολούθησης Εφαρμογών Ασφάλισης.
Τμήμα Ανάπτυξης και Συντήρησης Εφαρμογών Ασφάλισης.
Τμήμα Σχεδιασμού και Παρακολούθησης Εφαρμογών Υγείας.
Τμήμα Ανάπτυξης και Συντήρησης Εφαρμογών Υγείας.
Τμήμα Διαδικτυακών Εφαρμογών (Internet Intranet).
δ) Αυτοτελές Τμήμα Στρατηγικής Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών.
ε) Αυτοτελές Τμήμα Ασφάλειας Εφαρμογών και Συστημάτων.
στ) Αυτοτελές Τμήμα Γραμματειακής και Διοικητικής Υποστήριξης.
13. Στη Γενική Διεύθυνση Πληροφορικής και στις Διευθύνσεις Εκμετάλλευσης και Εφαρμογών προΐστανται υπάλληλοι των κλάδων ΠΕ Πληροφορικής ή ΠΕ Διοικητικού – Οικονομικού. Στη Διεύθυνση Τεχνικής Υποστήριξης προΐσταται υπάλληλος του κλάδου ΠΕ Πληροφορικής. Στα Τμήματα προΐστανται οι υπάλληλοι των κλάδων ΠΕ Πληροφορικής ή TE Πληροφορικής ή ΠΕ Διοικητικού – Οικονομικού ή TE Διοικητικού – Λογιστικού εκτός από: α) το Τμήμα Άμεσης Βοήθειας στο οποίο προΐσταται υπάλληλος των κλάδων ΠΕ Πληροφορικής ή TE Πληροφορικής ή ΔΕ Προσωπικού Η/Υ ή ΠΕ Διοικητικού – Οικονομικού ή TE Διοικητικού – Λογιστικού ή ΔΕ Διοικητικών Γραμματέων, β) το Τμήμα Γραμματειακής και Διοικητικής Υποστήριξης στο οποίο προΐσταται υπάλληλος του κλάδου ΠΕ Διοικητικού – Οικονομικού ή TE Διοικητικού – Λογιστικού ή ΔΕ Διοικητικών Γραμματέων, γ) το Τμήμα Διαχείρισης Μικροϋπολογιστών και Περιφερειακών στο οποίο προΐστανται υπάλληλοι του κλάδου ΠΕ Πληροφορικής ή TE Πληροφορικής, δ) το Τμήμα Διαχείρισης Δικτύου στο οποίο προΐστανται υπάλληλοι του κλάδου ΠΕ Πληροφορικής ή TE Πληροφορικής, ε) το Τμήμα Διαχείρισης και Λειτουργίας Κεντρικών Συστημάτων στο οποίο προΐστανται υπάλληλοι του κλάδου ΠΕ Πληροφορικής ή TE Πληροφορικής, στ) το Τμήμα Στρατηγικής Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών στο οποίο προΐστανται υπάλληλοι του κλάδου ΠΕ Πληροφορικής ή TE Πληροφορικής και ζ) το Τμήμα Ασφάλειας Εφαρμογών και Συστημάτων στο οποίο προΐστανται υπάλληλοι του κλάδου ΠΕ Πληροφορικής ή TE Πληροφορικής.Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 άρθρ.12 Ν.3302/2004,ΦΕΚ Α 267/28.12.2004.
14. Μεταφέρονται εκατόν τριάντα έξι (136) κενές θέσεις του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. και συγκεκριμένα είκοσι πέντε (25) θέσεις του κλάδου ΠΕ Πληροφορικής, σαράντα επτά (47) θέσεις του κλάδου TE Πληροφορικής, εξήντα τέσσερις (64) θέσεις του κλάδου ΔΕ Προσωπικού Η/Υ και προσαυξάνουν τις θέσεις των κλάδων ΠΕ Διοικητικού – Οικονομικού κατά εβδομήντα μία (71) και TE Διοικητικού – Λογιστικού κατά εξήντα πέντε (65).Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 άρθρ.12 Ν.3302/2004,ΦΕΚ Α 267/28.12.2004.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 άρθρ.12 Ν.3302/2004,ΦΕΚ Α 267/28.12.2004.
Σημ.: όπως η παρ.17 αναριθμήθηκε σε παρ.16 με την παρ.2 άρθρ.12 Ν.3302/2004,ΦΕΚ Α 267/28.12.2004.
Σχετικό: Με την παρ.3 άρθρ.12 Ν.3302/2004,ΦΕΚ Α 267/28.12.2004
α. “Ως προϊστάμενοι των Κλάδων Α, Γ, Δ, Ε, ΣΤ, Η, Ι και Κύριας Ασφάλισης τοποθετούνται υπάλληλοι του Οργανισμού με βαθμό Α1 ή Α2 που προέρχονται από τον Κλάδο Διοίκησης. Ως προϊστάμενος του Κλάδου Φαρμακευτικής Περίθαλψης τοποθετείται υπάλληλος του Κλάδου Φαρμακοποιών με βαθμό Α1 ή Α2.”
β. “Ως προϊστάμενοι των Τμημάτων τοποθετούνται υπάλληλοι του κλάδου Διοίκησης με βαθμούς Α2 ή Α3 και σε περίπτωση έλλειψης υπάλληλοι του ίδιου κλάδου με βαθμό Α4, εκτός από τα τμήματα ΙΑ1 και ΙΑ2 που τοποθετούνται υπάλληλοι του κλάδου Φαρμακοποιών με βαθμό Α2 ή Α3 και σε περίπτωση έλλειψης υπάλληλοι του ίδιου κλάδου με βαθμό Α4 και το Τμήμα ΙΔ1 που τοποθετείται υπάλληλος του κλάδου Ιατρών με βαθμό Α2 ή Α3 και σε περίπτωση έλλειψης υπάλληλος του ίδιου κλάδου με βαθμό Α4.”
β) Το Διοικητικό Συμβούλιο του Ο.Γ.Α. με απόφασή του αναθέτει στην Α.Τ.Ε. παράλληλα με τη συνεργασία του εδαφίου α` και την παροχή των κάτωθι υπηρεσιών εν όλω ή εν μέρει:
Διαχείριση χαρτοφυλακίου ομολόγων.
Πληρωμή συντάξεων.
Είσπραξη ασφαλιστικών εισφορών.
Εκκαθάριση νοσηλίων νοσοκομείων και ατομικών δαπανών υγείας ασφαλισμένων.
Εκκαθάριση φαρμακευτικών συνταγών.
Για την εξυπηρέτηση των σκοπών του άρθρου 1 του Ν. 3050/2002 “Σύσταση Λογαριασμού Αγροτικής Εστίας και άλλες διατάξεις”
Παροχή συμβουλών και εν γένει συνδρομή του Ο.Γ.Α. στις διαπραγματεύσεις του με τρίτους, όπου αυτό κρίνεται αναγκαίο από το Διοικητικό Συμβούλιό του.
γ) Το Διοικητικό Συμβούλιο του Ο.Γ.Α. καταρτίζει τις ανωτέρω συμβάσεις των εδαφίων α` και β` με απευθείας ανάθεση, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του Π.Δ. 346/1998 (ΦΕΚ 230 Β), του Ν. 2362/1995 (ΦΕΚ 247 Α), της Υ.Α. Γ/34/4237/1979 (ΦΕΚ 198 Β) (“Κανονισμός Προμηθειών Ο.Γ.Α.”), καθώς και κάθε άλλης σχετικής διάταξης.
δ) Η διάρκεια της συμβάσεως που προβλέπεται στο εδάφιο α`, καθώς και των προσαρτημάτων της που προβλέπονται στο εδάφιο β` δεν μπορεί να υπερβαίνει τα πέντε έτη, με δυνατότητα των συμβαλλόμενων μερών να την παρατείνουν μία μόνο φορά, το πολύ για πέντε επιπλέον έτη.
ε) Οι επί μέρους όροι των συμβάσεων καθορίζονται με διαπραγμάτευση μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών και σύμφωνα με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ο.Γ.Α.
στ) Για την εκπλήρωση των κατά τα ανωτέρω υποχρεώσεών της η Α.Τ.Ε. δικαιούται να χρησιμοποιήσει τρίτα φυσικά ή νομικά πρόσωπα.
“2. Σκοπός του Λογαριασμού Αγροτικής Εστίας είναι η οργάνωση και η εφαρμογή προγραμμάτων κοινωνικού τουρισμού, διακοπών, εκδρομών, δωρεάν παροχή εισιτηρίων θεάτρου, δωρεάν παροχή βιβλίων και άλλου έντυπου υλικού, γενικότερης ενημέρωσης και πληροφόρησης του αγροτικού πληθυσμού της χώρας, η παροχή χρηματικών βοηθημάτων και βραβείων σε πολύτεκνες μητέρες, καθώς και τροφείων για βρεφονηπιακούς σταθμούς, η ανάληψη δαπανών για επιμορφωτικά σεμινάρια νέων αγροτών ή για την παρακολούθηση αγροτικών συνεδρίων, καθώς και η συμμετοχή σε προγράμματα Ευρωπαϊκής Ενωσης συναφή προς τους σκοπούς του Λογαριασμού.”
“Οι προγραμματικές συμβάσεις προσδιορίζουν το αντικείμενο της σύμβασης, το περιεχόμενο αυτής, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των συμβαλλομένων, το χρονοδιάγραμμα εκτέλεσης της σύμβασης, το ύψος της προκαταβολής το οποίο μπορεί να ορίζεται μέχρι το 95% του προϋπολογισθέντος ποσού της σύμβασης, τη διαδικασία εκκαθάρισης, τις ρήτρες σε βάρος των συμβαλλομένων που παραβαίνουν τους όρους και υποβάλλονται πριν την υπογραφή τους για έγκριση στο Δ.Σ. του Ο.Γ.Α.”
β. Η τελευταία περίπτωση του εδαφίου β` της παραγράφου 1 του άρθρου 13α του Κανονισμού “Διαρθρώσεως, Συνθέσεως και Αρμοδιοτήτων των Υπηρεσιών του Ο.Γ.Α.”, που προστέθηκε με τις διατάξεις του άρθρου 4 του Ν. 3050/2002 (ΦΕΚ 214 Α`), αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“Την παροχή των αναγκαίων στοιχείων και δικαιολογητικών στον Κλάδο Οικονομικών Υπηρεσιών του Ο.Γ.Α. για την πληρωμή των παροχών του Λ.Α.Ε., τη λογιστική παρακολούθηση αυτού και για την εισήγηση στη Διαχειριστική Επιτροπή του Προϋπολογισμού και του Απολογισμού του Λογαριασμού.”
γ. Η τελευταία περίπτωση του εδαφίου γ` της παραγράφου 1 του άρθρου 13α του Κανονισμού “Διαρθρώσεως, Συνθέσεως και Αρμοδιστήτων των Υπηρεσιών του Ο.Γ.Α.”, που προστέθηκε με τις διατάξεις του άρθρου 4 του Ν. 3050/2002 (ΦΕΚ 214 Α), αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“Την ευθύνη για την αρχειοθέτηση και τη φύλαξη όλων των εγγράφων και των δικαιολογητικών δαπανών του Λογαριασμού, τα οποία αποδεικνύουν το νόμιμο των πληρωμών του Λογαριασμού, επιφυλασσομένων των διατάξεων της τελευταίας περίπτωσης του εδαφίου β` του παρόντος.”
α) από τον Διοικητή του Ο.Γ.Α. ως Πρόεδρο, με ανα πληρωτή του τον Υποδιοικητή,
β) από έναν (1) εκπρόσωπο του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων,
γ) από δύο (2) υπαλλήλους του Ο.Γ.Α. με βαθμό Α1 και
δ) από έναν (1) επιστήμονα με γνώση σε θέματα οικονομικών υγείας.
Τα υπό στοιχεία γ` και δ` μέλη υποδεικνύονται από τον Διοικητή του Ο.Γ.Α.
Τα μέλη διορίζονται με ισάριθμους αναπληρωτές.
Ο πρόεδρος και τα μέλη της Επιτροπής με τους αναπληρωτές τους διορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, με τριετή θητεία.
Γραμματέας της Επιτροπής με τον αναπληρωτή του ορίζεται υπάλληλος του Ο.Γ.Α. με απόφαση του Διοικητή.
Εργο της Επιτροπής είναι η επεξεργασία πολιτικών του Ο.Γ.Α. για τον έλεγχο των δαπανών υγείας, την ορθολογική διαχείρισή τους, την αγορά υπηρεσιών υγείας, τη βελτίωση της παρεχόμενης περίθαλψης στους ασφαλισμένουςτου, τη σύναψη συμβάσεων με συνεργαζόμενους φορείς παροχής υπηρεσιών υγείας, καθώς και την εξέταση των προσφυγών των ασφαλισμένων κατά απορριπτικών αποφάσεων παροχών υγείας των αρμόδιων οργάνων του Οργανισμού.
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζονται ο τρόπος λειτουργίας της Επιτροπής και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
Στον Πρόεδρο και τα μέλη της Επιτροπής καταβάλλεται αποζημίωση, η οποία καθορίζεται με απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Η διάταξη της παρ. 9 του άρθρου μόνου του Β.Δ. 984/1966 (ΦΕΚ 267 Α) καταργείται
α) Κλάδος Γενικών θέσεων
Με βαθμό Α1, θέσεις 17.
Οι θέσεις αυτές καλύπτονται με προαγωγή, που γίνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 26 του παρόντος, υπαλλήλων με βαθμό Α2, ως εξής:
1) Εντεκα (11) θέσεις από τον κλάδο Διοίκησης
2) Μία (1) θέση από τον κλάδο Αναλογιστών
3) Μία (1) θέση από τον κλάδο Πληροφορικής
4) Μία (1) θέση από τον κλάδο Ιατρών
5) Τρεις (3) θέσεις από τον κλάδοΦαρμακοποιών.
β) Κλάδος Διοίκησης
Με βαθμούς Α3 – Α2 θέσεις 70
Με βαθμούς Α7 – Α4 θέσεις 175
Σύνολο 245
δ) Κλάδος Αναλογιστών
Με βαθμούς Α3 – Α2 θέσεις 2
Με βαθμούς Α7 – Α4 θέσεις 1
Σύνολο 3
στ) Κλάδος Φαρμακοποιών
Με βαθμούς Α3 – Α2 θέσεις 32
Με βαθμούς Α6 – Α4 θέσεις 43
Σύνολο 75
η) Κλάδος Πληροφορικής
Με βαθμούς Α3 – Α2 θέσεις 9
Με βαθμούς Α7 – Α4 θέσεις 19
Σύνολο 28
“θ. Αποφασίζει για τη διενέργεια δαπανών κοινωνικού χαρακτήρα, επιβαλλομένων εκ της αποστολής του Οργανισμού μέχρι του ποσού των τριάντα χιλιάδων ευρώ ετησίως.
Η σκοπιμότητα των δαπανών αυτών εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.”
Το Κ.Η.Υ.Κ.Υ. διοικείται από επταμελές Διοικητικό Συμβούλιο που διορίζεται από τον Διοικητή του Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ. εντός δύο μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος με τριετή θητεία. Το ένα εκ των μελών υποδεικνύεται από το σύλλογο εργαζομένων στο Κ.Η. Υ.Κ.Υ.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζεται η αμοιβή των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου του Κ.Η.Υ.Κ.Υ. Μέχρι τη συγκρότηση του Διοικητικού Συμβουλίου του Κ.Η.Υ.Κ.Υ. αυτό διοικείται προσωρινά από το Διοικητικό Συμβούλιο του Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ.
Το Κ.Η.Υ.Κ.Υ. συνεχίζει τις παρεχόμενες υπηρεσίες προς τρίτους με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις και με την καταβολή του ανάλογου τιμήματος. Το Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ. εισπράττει από τους φορείς αυτούς σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7 του Ν.Δ. 390/1969 (ΦΕΚ 383 Α). Τα έσοδα θα είναι έσοδα του Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ. Οι δαπάνες για τη λειτουργία του Κ.Η.Υ.Κ.Υ., η μισθοδοσία και η ασφαλιστική κάλυψη του προσωπικού θα βαρύνουν τον προϋπολογισμό του Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ.
β. Αυξήσεις που χορηγούνται στους μισθούς του προσωπικού του Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ., χορηγούνται σε ποσοστό 100% και στο προσωπικό του Κ.Η.Υ.Κ.Υ., για το οποίο εξακολουθεί να ισχύει το μισθολόγιό του.
γ. Οι παραπάνω δικαιούνται σύνταξης και από το Ε.Τ.Ε.Α.Μ. εφόσον με το χρόνο πραγματικής ασφάλισής τους στο Ταμείο αυτό συμπληρώνουν τις απαιτούμενες από τη νομοθεσία του χρονικές συνταξιοδοτικές προϋποθέσεις.
δ. Στους κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 120 του Κανονισμού του Κ.Η.Υ.Κ.Υ. απολυόμενους ή αποχωρούντες υπαλλήλους του Κ.Η.Υ.Κ.Υ. λόγω συμπλήρωσης των προϋποθέσεων για χορήγηση σύνταξης καταβάλλεται αποζημίωση κατά τις διατάξεις του Ν. 2112/1920, όπως ισχύει σήμερα για τους συνταξιοδοτούμενους. Οι διατάξεις του Α.Ν. 173/1967 (ΦΕΚ 189 Α) δεν έχουν εφαρμογή.
ε. Υπάλληλοι του Κ.Η.Υ.Κ.Υ, με τις θέσεις που κατέχουν και με την ίδια εργασιακή σχέση μπορούν να μεταφέρονται ή να αποσπώνται στο Δημόσιο και σε Ν.Π.Δ.Δ. με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και του οικείου Υπουργού, μόνο μετά από αίτησή τους.
Για τη μεταβίβαση της κυριότητας ακίνητης περιουσίας του Κ.Η.Υ.Κ.Υ. ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων εκδίδει διαπιστωτική πράξη, η οποία μεταγράφεται ατελώς στα οικεία βιβλία του υποθηκοφυλακείου ή στα κτηματικά βιβλία.
Εκκρεμείς δίκες με διάδικο το Κ.Η.Υ.Κ.Υ. συνεχίζονται από το Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ.
Όλη η σχετική τεχνική υποδομή (εξοπλισμός, υλικό, λογισμικό και δίκτυο) των προαναφερόμενων Εθνικών Μητρώων που έχει αναπτυχθεί, κάθε οικονομική υποχρέωση ή απαίτηση από το έργο του ΑΜΚΑ ΕΜΑΕΣ, καθώς και κάθε δικαίωμα ή υποχρέωση της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων έναντι της Κοινωνίας της Πληροφορίας Α.Ε., που αφορούν έργα σχετικά με το ΑΜΚΑ ΕΜΑΕΣ, περιέρχονται στο Ι.Κ.Α.Ε.Τ.Α.Μ., το οποίο αποτελεί καθολικό διάδοχο της Γ.Γ.Κ.Α. σε σχέση με το έργο του ΑΜΚΑ ΕΜΑΕΣ και εφεξής είναι αρμόδιο για την τήρηση των προαναφερόμενων Εθνικών Γενικών Μητρώων.
Η διοίκηση του έργου, ο συντονισμός των αρμόδιων φορέων, οργανισμών και υπηρεσιών, η χορήγηση Αριθμού Μητρώου Κοινωνικής Ασφάλισης και Κάρτας Κοινωνικής Ασφάλισης, καθώς και ο καθορισμός διαδικασιών, προτεραιοτήτων και τρόπου επεξεργασίας, λειτουργίας και εκμετάλλευσης του Πληροφοριακού Συστήματος του ΑΜΚΑ ΕΜΑΕΣ περιέρχονται στην αρμοδιότητα του Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ.
Φορέας επεξεργασίας των στοιχείων που προβλέπονται στο άρθρο 39 του Ν. 2676/1999 ορίζεται το Κέντρο Ηλεκτρονικού Υπολογιστή Κοινωνικών Υπηρεσιών (Κ.Η.Υ.Κ.Υ.), στο οποίο ανατίθεται και η ανάπτυξη και λειτουργία του Πληροφοριακού Συστήματος των Εθνικών Γενικών Μητρώων Ασφαλισμένων, Συνταξιούχων και Εργοδοτών. Κάθε αντίθετη σχετική διάταξη καταργείται.
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ορίζεται εκ των υπηρετούντων υπαλλήλων του Τμήματος Οικονομικής Διοίκησης της Διεύθυνσης Οικονομικού ο βοηθός Διαχειριστής του Λογαριασμού.
Τα καθήκοντα και οι ευθύνες του Διαχειριστή και του βοηθού αυτού, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για τη διασφάλιση της ομαλής και εύρυθμης λειτουργίας του Λογαριασμού καθορίζονται από τον Κανονισμό Οικονομικής Οργάνωσης και Λογιστικής Λειτουργίας που προβλέπεται από τις διατάξεις της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου.
α) Τίτλους του Ελληνικού Δημοσίου και ομόλογα Τραπεζών που λειτουργούν στην Ελλάδα.
β) Μερίδια Αμοιβαίων Κεφαλαίων, τα οποία επενδύουν το ενεργητικό τους σε τίτλους σταθερού εισοδήματος και μετοχές που έχουν εισαχθεί στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών.
Οι διαδικασίες των επενδύσεων, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου καθορίζονται από τον Κανονισμό που προβλέπεται από τις διατάξεις του παρόντος.
“Πόροι του Λογαριασμού είναι:
1.α) Η εισφορά 1%0 στο σύνολο των ετήσιων ασφαλιστικών εισφορών (εισφορές εργοδοτών και καταβολές ασφαλισμένων) της προηγούμενης οικονομικής χρήσης των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης που υπάγονται στην εποπτεία της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
β) Η συνολική ετήσια εισφορά κάθε κλάδου ασφάλισης δεν δύναται να υπερβαίνει το ποσό των 500.000,00 ε. Η ανωτέρω εισφορά κατατίθεται σε τράπεζα ή πιστωτικό ίδρυμα στο οποίο τηρείται ο λογαριασμός ταμιακής διαχείρισης εντός του πρώτου διμήνου του αμέσως επόμενου ημερολογιακού έτους της χρήσεως που αφορά.
2. Οι τόκοι από καταθέσεις των κεφαλαίων.
3. Οι αποδόσεις από επενδύσεις των κεφαλαίων.
4. Τα έσοδα από πώληση των πάσης φύσεως πλεοναζόντων και μη αναγκαιούντων ή αχρήστων κινητών πραγμάτων που ανήκουν στην κυριότητα του Λογαριασμού και των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης.
5. Τα έσοδα από την επιβολή προστίμων σε υπολόγους λόγω εκπρόθεσμης τακτοποίησης των χρηματικών ενταλμάτων προπληρωμής που προβλέπονται από τον Κανονισμό.
6. Τα έσοδα από την επιβολή προστίμων σε εργολάβους ή προμηθευτές και από τις καταπτώσεις εγγυήσεων λόγω παράβασης όρων συμβάσεων που προβλέπονται από τον Κανονισμό.
7. Τα έσοδα από την επιβολή χρηματικών προστίμων και διοικητικών ποινών σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 7 του άρθρου 42 του Ν. 2676/1999.
8. Τα ποσά που καταβάλλονται από την Ευρωπαϊκή Ενωση για την κάλυψη των δαπανών μετακίνησης στην αλλοδαπή εκπροσώπων του Υπουργείου για τη συμμετοχή τους σε όργανα επιτροπές και διαδικασίες στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ενωσης.”
Κάλυψη των εξόδων που αφορούν τη μηχανογραφική εξυπηρέτηση του Λ.Α.Φ.Κ.Α.
Επιχορήγηση νομικών προσώπων (δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου) και συνδικαλιστικών οργανώσεων για την οργάνωση και συνδιοργάνωση στη χώρα μας συνεδρίων, ημερίδων, καθώς και λοιπών εκδηλώσεων με αντικείμενο θέματα κοινωνικής ασφάλισης.
Προμήθεια ειδών για την κάλυψη των αναγκών δημοσίων σχέσεων των Γραφείων Υπουργού, Υφυπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Γενικού Γραμματέα Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Εκδοση και εκτύπωση των βιβλίων του Κοινωνικού Προϋπολογισμού, της κινητής και ακίνητης περιουσίας των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης, του Κλαδικού Λογιστικού Σχεδίου και κάθε άλλη έκδοση βιβλίου με αντικείμενο θέματα της κοινωνικής ασφάλισης.
Φύλαξη των κτιριακών εγκαταστάσεων της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων και της μεταφοράς χρημάτων.
β. Επιτρέπεται στη Γ.Γ.Κ.Α. να αναθέτει με σύμβαση έργου, κατά τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα, την εκτέλεση του έργου φύλαξης των κτιριακών εγκαταστάσεών της και της μεταφοράς χρημάτων σε ειδικές εταιρείες φύλαξης και προστασίας κτιρίων και σε ειδικές εταιρείες χρηματοαποστολών. Αν δεν εκδηλωθεί ενδιαφέρον από εταιρικές επιχειρήσεις, επιτρέπεται η ανάθεση με σύμβαση έργου σε ατομικές επιχειρήσεις, εφόσον λειτουργούν νομίμως σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 2518/1997 (ΦΕΚ 164 Α`).
γ) Οι διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 17 του Ν. 3205/2003 (ΦΕΚ 297 Α`) δεν ισχύουν για τις αρ. 2/51596/0022/22.12.2003 και 2/73216/0022/31.12.2003 (ΦΕΚ 66 Β`) υπουργικές αποφάσεις.
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ορίζεται εκ των υπηρετούντων υπαλλήλων του Τμήματος Οικονομικής Διοίκησης της Διεύθυνσης Οικονομικού ο βοηθός Διαχειριστής του Λογαριασμού.
Τα καθήκοντα και οι ευθύνες του Διαχειριστή και του βοηθού αυτού, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για τη διασφάλιση της ομαλής και εύρυθμης λειτουργίας του Λογαριασμού καθορίζονται από τον Κανονισμό Οικονομικής Οργάνωσης και Λογιστικής Λειτουργίας, που προβλέπεται από την παράγραφο 5 του άρθρου 13 του Ν. 3050/2002 (ΦΕΚ 214 Α`).
αα) Τίτλους του Ελληνικού Δημοσίου και ομόλογα Τραπεζών που λειτουργούν νόμιμα στην Ελλάδα.
αβ) Μερίδια Αμοιβαίων Κεφαλαίων εσωτερικού και ειδικότερα σε Μερίδια Αμοιβαίων Κεφαλαίων: Μετοχικά, Ομολογιακά, Διαθεσίμων και Μικτά.
αγ) Ακίνητα για στέγαση των υπηρεσιών της Γ.Γ.Κ.Α. ή για την εκμίσθωση σε Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης.
β) Οι διαδικασίες των επενδύσεων, αγοράς και εκμίσθωσης ακινήτων, οι όροι και οι προϋποθέσεις χορήγησης δανείων, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου καθορίζονται από τον Κανονισμό οικονομικής οργάνωσης και λογιστικής λειτουργίας, που προβλέπεται από τις διατάξεις της παραγράφου 6 του παρόντος.
“6. Οι εκκρεμείς δίκες που αφορούν υποθέσεις του τ. Ι.Κ.Α. Τ.Ε.Α.Μ. και στις οποίες φέρεται ως διάδικος το Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ. συνεχίζονται χωρίς να επέρχεται διακοπή στο όνομα του Ε.Τ.Ε.Α.Μ. εκπροσωπουμένου ενώπιον των αρμόδιων δικαστηρίων από το αντίστοιχο προσωπικό εκ μελών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και δικηγόρων του Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ. κατά τη νομοθεσία που το διέπει
Τα ανωτέρω ισχύουν και στις δίκες με διάδικο το Ε.Τ.Ε.Α.Μ. μέχρι την πλήρωση των θέσεων δικηγόρων με το προβλεπόμενο από την παρ. 15 του άρθρου αυτού οργανισμό του Ε.Τ.Ε.Α.Μ.”
“Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και μετά από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου καθορίζονται οι αρμοδιότητες του Προέδρου και του Διοικητικού Συμβουλίου και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για τη λειτουργία αυτού.”
Ό Πρόεδρος του Ε.Τ.Ε.Α.Μ. αποφασίζει για την έγκριση κάθε είδους προβλεπόμενης στον ετήσιο προϋπολογισμό του δαπάνης, μέχρι ποσού έξι χιλιάδων ευρώ.”
“Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ο.Α.Ε.Ε., καθορίζεται κατά περίπτωση το ύψος της αποζημίωσης που θα καταβάλλει το Ταμείο Νομικών στον Ο.Α.Ε.Ε. (Τ.Ε.Β.Ε.).”
“Στις έδρες όλων των περιφερειών της χώρας συνιστάται περιφερειακή υπηρεσία ασφάλισης με τον τίτλο: ΕΙΔΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΛΕΓΧΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ (Ε.ΥΠ.Ε.Α.) Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ. που υπάγεται στη Γενική Διεύθυνση Ασφαλιστικών Υπηρεσιών της Διοίκησης του Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ.”
«7. Με εντολή του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης δύναται να διενεργείται έλεγχος Υπηρεσιών Υγείας σε όλες τις περιφέρειες της χώρας από υπαλλήλους της Κεντρικής Υπηρεσίας της ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.ΚΑ και της Διεύθυνσης Περιφέρειας Αττικής. Η εντολή εκδίδεται με απόφαση του Υπουργού από την Υπηρεσία Ελέγχου Δαπανών Υγείας Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.8 άρθρου 80 Ν.3996/2011,ΦΕΚ Α 170/5.8.2011.
Κατά το χρονικό διάστημα που διαρκεί η αναστολή:
α. η απαίτηση δεν απαλλάσσεται από τις κυρώσεις εκπρόθεσμης καταβολής,
β. στις χορηγούμενες βεβαιώσεις ασφαλιστικής ενημερότητας δεν περιλαμβάνεται ως οφειλόμενο το ποσό της απαίτησης της οποίας έχει ανασταλεί η είσπραξη και
γ. η παραγραφή της απαίτησης αναστέλλεται για χρονικό διάστημα ίσο με το χρόνο της αναστολής.
“3. Η διάταξη του άρθρου 2 του Ν. 678/1977 (ΦΕΚ 246 Α), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 15 του Ν. 2150/1993 (ΦΕΚ 98 Α) και ισχύει με την παράγραφο 7 του άρθρου 20 του Ν. 2224/1994 (ΦΕΚ 112 Α), καθώς και η διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 12 του Ν. 1849/1989 (ΦΕΚ 113 Α), όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 14 του Ν. 2150/1993 (ΦΕΚ 98 Α), επεκτείνεται και στο προσωπικό της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις που καθορίζονται για το λοιπό προσωπικό του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.”
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρ.14 Ν.3302/2004, ΦΕΚ Α 267/28.12.2004.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 άρθρου 8 Ν.3552/2007,ΦΕΚ Α 77/4.4.2007
Οι δαπάνες για τα ανωτέρω βαρύνουν τους προϋπολογισμούς των οικείων Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης.
“Με κοινή απόφαση των Υπουργών Aνάπτυξης και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από σύμφωνη γνώμη του Δ.Σ. της Δ.Ε.Η. σε περίπτωση αποχώρησης υπαλλήλων του πρώτου εδαφίου από τον Ο.Α.Π. Δ.Ε.Η. μπορεί να αποσπώνται στον Οργανισμό υπάλληλοι της Δ.Ε.Η. της ίδιας κατηγορίας ή ειδικότητας.”
“α) Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και γνώμη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής (Ε.Α.Α.) εκδίδεται ο Κανονισμός Εσωτερικής Λειτουργίας της. Με τον κανονισμό ρυθμίζονται:
Η εσωτερική λειτουργία της Ε.Α.Α.
Ο τρόπος σύστασης της επιτροπής πρόσληψης του εξειδικευμένου επιστημονικού προσωπικού της.
Οι ειδικότητες των θέσεων του προσωπικού της Γραμματείας, η διάρθρωση και οι αρμοδιότητες των υπηρεσιακών μονάδων της, οι όροι εργασίας του προσωπικού της.
Κάθε άλλο θέμα σχετικό με τη λειτου ργία της Ε.Α.Α. και της Γραμματείας της.
β) Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και γνώμη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής (Ε.Α.Α.) εκδίδεται Κανονισμός με τον οποίο ρυθμίζονται τα θέματα που αφορούν την οικονομική οργάνωση και λογιστική λειτουργία της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής (Ε.Α.Α.), καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.”
“Οι αποδοχές του Προέδρου του Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών (Ε.Τ.Ε.Α.Μ.), στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και τα επιδόματα εορτών και αδείας, καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.”
“8. Με κοινη απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων επιτρέπεται η υπέρβαση των ανώτατων ορίων των εδαφίων β` και γ` της παραγράφου 1 για τους ιατρούς με οποιαδηποτε σχέση εργασίας των Νοσοκομείων, Σταθμών Αμεσης Βοήθειας (Σ.Α.Β) και λοιπών υγειονομικών σχηματισμών του Ι. Κ.Α. που λειτουργούν όλες τις ημέρες του μήνα σε εικοσιτετράωρη βάση.”
Σχετικό:την παράγραφο 7 άρθρου 20 Ν.4024/2011,ΦΕΚ Α 226/27.11.2011
“γ. Ποσό της εντολής προς διάθεση κεφαλαίων για επένδυση σε ακίνητα και κινητές αξίες της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. Ομοίως οι Ασφαλιστικοί Φορείς υποβάλλουν τα ανωτέρω στοιχεία στην Επιτροπη Ελέγχου του άρθρου 42 του παρόντος.”
β. Η παράγραφος 4 του άρθρου 40 του Ν. 2676/1999 (ΦΕΚ 1 Α) αντικαθίσταται ως εξης:
“4. Η Ειδικη Επιτροπή Ελέγχου και Eποπτείας της Διαχείρισης της Περιουσίας των Ασφαλιστικών Οργανισμών ελέγχει τη νομιμότητα των επενδύσεων και σε περίπτωση διαπίστωσης παράβασης των διατάξεων που ρυθμίζουν τις επενδύσεις σε κινητές αξίες σύμφωνα με τους κανόνες επενδυτικής συμπεριφοράς του εδαφίου γ` της παραγράφου 3 του άρθρου 42 και σε ακίνητα σύμφωνα με τους κανόνες, προδιαγραφές και προτάσεις της Κ.Ε.Δ. που προβλέπονται από τις παραγράφους 1γ και 2ε του άρθρου 43, αποστέλλει στο τέλος κάθε μήνα σχετικό πόρισμα στο εποπτεύον Υπουργείο.”
γ. Το εδάφιο α` της παραγράφου 3 του άρθρου 42 του Ν. 2676/1999 (ΦΕΚ 1 Α) αντικαθίσταται ως εξής:
“Στον έλεγχο των πάσης φύσεως επενδύσεων που πραγματοποιούν οι Ασφαλιστικοί Φορείς, με εξαίρεση αυτές που αφορούν τίτλους του Ελληνικού Δημοσίου, ομόλογα τραπεζών και μετοχές εταιρειών που ιδιωτικοποιούνται” .
δ. Στο τέλος της παραγράφου 2α του άρθρου 42 του Ν. 2676/1999 (ΦΕΚ 1 Α) προστίθεται εδάφιο ως εξής:
“Με απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ορίζονται ως μέλη της Επιτροπής δύο ειδικοί επί θεμάτων αξιοποίησης της ακίνητης περιουσίας, οι οποίοι θα συμμετέχουν όταν συζητούνται θέματα ακίνητης περιουσίας.”
ε. Η παράγραφος 6 του άρθρου 42 του Ν. 2676/1999 (ΦΕΚ 1 Α) αντικαθίσταται ως εξής:
“6. Για την υποβοήθηση του έργου της Επιτροπής μπορεί να ζητείται η συνδρομή των αρμόδιων υπηρεσιών της Τράπεζας της Ελλάδος, της Κτηματικής Εταιρείας του Δημοσίου (Κ.Ε.Δ.), της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, καθώς και της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων.”
Οι ανωτέρω καθυστερούμενες κύριες εισφορές μαζί με τα αναλογούντα σε αυτές πρόσθετα τέλη, προσαυξήσεις και λοιπές επιβαρύνσεις, δικαστικά έξοδα, έξοδα και δικαιώματα διοικητικής εκτέλεσης κεφαλαιοποιούνται κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για ρύθμιση και εξοφλούνται σε εκατόν είκοσι (120) ισόποσες μηνιαίες δόσεις, χωρίς υποχρέωση προκαταβολής και με έκπτωση 70% επί των αναλογούντων πρόσθετων τελών, προσαυξήσεων, δικαστικών εξόδων, εξόδων και δικαιωμάτων διοικητικής εκτέλεσης. Το ποσό της κάθε μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των τριακοσίων (300,00) ευρώ.
Σε περίπτωση εφάπαξ καταβολής της οφειλής διαγράφεται το σύνολο των αναλογούντων πρόσθετων τελών, προσαυξήσεων, δικαστικών εξόδων, εξόδων και δικαιωμάτων διοικητικής εκτέλεσης.
Προϋπόθεση για την υπαγωγή στη ρύθμιση αυτή είναι η προηγούμενη καταβολή όλων των απαιτητών τρεχουσών εισφορών από 1.1.2003 μέχρι την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για ρύθμιση.
Στην παρούσα ρύθμιση υπάγονται και όσες δημοτικές επιχειρήσεις έχουν ρυθμίσει τις οφειλές τους με τις διατάξεις του άρθρου 17 του Ν. 3146/2003 για το μέρος της οφειλής που δεν έχει εξοφληθεί.
Σε περίπτωση μη τήρησης των όρων της ρύθμισης, το υπόλοιπο της οφειλής παρακρατείται μηνιαίως από τους Κεντρικούς Αυτοτελείς Πόρους (Κ.Α.Π.) και αποδίδεται στο Ι.Κ.Α. και τους οικείους επικουρικούς φορείς.
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζεται κάθε θέμα αναγκαίο για την εφαρμογή της διάταξης αυτής.
Σχετικό:Με την παρ.4 άρθρ.9 Ν.3302/2004
Οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται αναλόγως και για τους ασφαλισμένους των ταμείων αυτών που έχουν δικαιωθεί συντάξεως με τις διατάξεις της παρ. 11 του άρθρου 2 του Ν. 1977/1991 (ΦΕΚ 185 Α).
β. Οι με σύμβαση αορίστου χρόνου υπάλληλοι του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού (Ε.Ο.Τ.) και της εταιρείας “Ελληνικά Τουριστικά Ακίνητα Α.Ε.”, που μεταφέρονται από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και εφεξής, σε υπηρεσίες του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. ή των Ο.Τ.Α. δύνανται σε προθεσμία τριών μηνών από τη μεταφορά τους με δήλωσή τους που υποβάλλεται στις υπηρεσίες που έχουν μεταφερθεί, να επιλέξουν την παραμονή τους ως προς την κύρια και την επικουρική ασφάλισή τους στο ασφαλιστικό συνταξιοδοτικό καθεστώς που είχαν πριν τη μεταφορά τους. Το δικαίωμα αυτό παρέχεται και σε όσους έχουν μεταφερθεί σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 22, 28 και 29 του Ν. 2636/1998 (ΦΕΚ 198 Α) για τους οποίους η τρίμηνη προθεσμία υπολογίζεται από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού. Για όσους υπαλλήλους του Ε.Ο.Τ. μεταφέρονται στη Γενική Γραμματεία Τουρισμού, κατ` εφαρμογή των παραπάνω διατάξεων, εφαρμόζεται, ως προς την επικουρική ασφάλισή τους, η διάταξη της περίπτωσης α` της παραγράφου αυτής.
γ) Ο χρόνος υπηρεσίας όσων από τους ανωτέρω υπαλλήλους παραμείνουν στο προηγούμενο συνταξιοδοτικό ασφαλιστικό καθεστώς στη νέα τους θέση, θεωρείται για κάθε συνέπεια ότι διανύθηκε στην υπηρεσία από την οποία προέρχονται
δ) Οι ασφαλιστικές εισφορές που προβλέπονται από τη νομοθεσία των φορέων κύριας και επικουρικής ασφάλισης, πρόνοιας και υγειονομικής περίθαλψης για την ασφάλιση του παραπάνω προσωπικού, καταβάλλονται του μεν εργοδότη από την υπηρεσία στην οποία υπηρετούν, του δε ασφαλισμένου από τους ίδιους. Οι διατάξεις της δεύτερης παραγράφου του άρθρου 2 του Ν. 103/1975 (ΦΕΚ 167 Α), όπως αυτές ισχύουν ως προς το σχηματισμό κεφαλαίων για την καταβολή του εφάπαξ χρηματικού βοηθήματος, εξακολουθούν να ισχύουν για το τακτικό προσωπικό που μετατάσσεται, η δε συμπλήρωση των παραπάνω κεφαλαίων γίνεται από το φορέα στον οποίο υπηρετεί ο υπάλληλος, χωρίς να θίγονται και όλα τα δικαιώματα σχετικά με τον υπολογισμό και την καταβολή των ποσών του εφάπαξ βοηθήματος.
ε) Η ασφαλιστική και συνταξιοδοτική τακτοποίηση του προσωπικού που διέπεται από τις διατάξεις της περίπτωσης β` της παραγράφου αυτής, για το χρονικό διάστημα από τη μεταφορά τους και μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, γίνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του κάθε ασφαλιστικού φορέα.
στ) Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής εφαρμόζονται και για τους υπαλλήλους του Ε.Ο.Τ. που έχουν ήδη μεταταχθεί στη Γενική Γραμματεία Τουρισμού του Υπουργείου Aνάπτυξης με βάση το άρθρο 23 του Ν. 2738/1999 (ΦΕΚ 180 Α).
Τα πρόσθετα τέλη και οι λοιπές προσαυξήσεις που καταβλήθηκαν από τα παραπάνω πρόσωπα, μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, επιστρέφονται άτοκα και εφάπαξ, ύστερα από αίτησή τους που υποβάλλεται μέσα σε προθεσμία ενός έτους από τη δημοσίευση του νόμου αυτού.
Αν οι ασφαλισμένες του προηγούμενου εδαφίου έχουν συμπληρώσει τις παραπάνω απαιτούμενες ημέρες εργασίας, δικαιούνται σύνταξη γήρατος μειωμένη κατά το 1/267 της πλήρους μηνιαίας σύνταξης για κάθε μήνα που λείπει από το κατά τα ανωτέρω οριζόμενο όριο ηλικίας και μέχρι εξήντα (60) το πολύ μήνες.
Για τις μητέρες ανήλικων τέκνων, το όριο ηλικίας για λήψη μειωμένης σύνταξης καταργείται σταδιακά, με την αύξηση αυτού κατά ένα χρόνο από 1.1.2011 και για κάθε επόμενο έτος, μέχρι τη συμπλήρωση του προβλεπόμενου για τη λήψη πλήρους σύνταξης ορίου ηλικίας. Από 1.1.2013 και για κάθε επόμενο έτος, ο απαιτούμενος χρόνος ασφάλισης αυξάνεται σταδιακά κατά εκατόν πενήντα ημέρες μέχρι τη συμπλήρωση 6.000 ημερών ασφάλισης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 13 παρ.2 Ν.3816/2010,ΦΕΚ Α 6/26.1.2010.
Το ποσό της δικαιούμενης σύνταξης δεν μπορεί να είναι μικρότερο από το εκάστοτε κατώτατο όριο σύνταξης λόγω γήρατος του Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ.
Το δικαίωμα αυτό θεμελιώνεται εφόσον η μητέρα δεν είναι συνταξιούχος του Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ. του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. ή άλλου οργανισμού κύριας ασφάλισης από ίδιο δικαίωμα.
Σχετικό: παρ.17γ άρθρου 10 Ν.3863/2010,ΦΕΚ Α 115/15.7.2010
“Η υγειονομική περίθαλψη του προσωπικού του Λ.Σ. παρέχεται επίσης από γενικά η ειδικά κρατικά νοσοκομεία, μονάδες περίθαλψης εντός ή εκτός του Ε.Σ.Υ. ή άλλα ιδρύματα κοινωφελούς χαρακτήρα, από ιδιωτικές κλινικές και ιδιωτικά νοσηλευτικά ιδρύματα συμβεβλημένα με το Δημόσιο και από ιδιώτες ιατρούς, συμβεβλημένους με το Δημόσιο, καθώς και με αποστολή στην αλλοδαπή σε ειδικές περιπτώσεις. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Υγείας και Πρόνοιας και Εμπορικής Ναυτιλίας, καθορίζονται οι ειδικότεροι όροι και οι προϋποθέσεις εφαρμογής των διατάξεων του προηγούμενου εδαφίου.”
Σχετικό:Κατά το άρθρο 2 του ΠΔ 169/2004 (ΦΕΚ Α 142/2004)
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.Αθήνα, 12 Φεβρουαρίου 2004
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
ΟΙ ΥΠOYPΓOI
ΟIKΟNΟMΙΑΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΔΙΟΙKHΣHΣ ΚΑΙ AΠΟKENΤPΩΣHΣ Ν. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΑΚΗΣ Κ. ΣΚΑΝΔΑΛΙΔΗΣ
ΠEPΙBAΛΛΟNΤΟΣ, ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ANAΠTYΞHΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ Α. ΤΣΟΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ Β. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ
ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟNΟΙAΣ Δ. ΡΕΠΠΑΣ Κ. ΣΤΕΦΑΝΗΣ
ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ Γ. ΔΡΥΣ Φ. ΠΕΤΣΑΛΝΙΚΟΣ
ΠΟΛΙΤIΣMΟY EMΠΟPIKHΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ Ε. ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ Γ. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους
Αθήνα, 12 Φεβρουαρίου 2004
Ο EΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟYPΓΟΣ Φ. ΠΕΤΣΑΛΝΙΚΟΣ