ΝΟΜΟΣ ΥΠ` ΑΡΙΘ. 3358 (ΦΕΚ Α154 23.6.2005)

Κύρωση των Συμφωνιών υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και των Νήσων Γκέρνζυ, Μαν και Τζέρσεϋ για τη φορολόγηση των εισοδημάτων από αποταμιεύσεις και για την προσωρινή εφαρμογή τους.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

Κυρώνονται και έχουν την ισχύ, που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, οι Συμφωνίες, υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών, μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και των Νήσων Γκέρνζυ, Μαν και Τζέρσεϋ, για τη φορολόγηση των εισοδημάτων από αποταμιεύσεις και για την προσωρινή εφαρμογή τους, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις, η οποία ενσωματώθηκε στην ελληνική έννομη τάξη με το ν. 3312/2005 (ΦΕΚ 35 Α΄), το κείμενο των οποίων σε πρωτότυπο στην ελληνική και αγγλική γλώσσα έχει ως εξής:
ΣΥΜΦΩΝΙΑ
ΥΠΟ ΜΟΡΦΗ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗΣ ΕΠΙΣΤΟΛΩΝ
ΓΙΑ ΤΗ ΦΟΡΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΩΝ ΑΠΟ ΑΠΟΤΑΜΙΕΥΣΕΙΣ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ
ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ
Α. Επιστολή της Ελληνική, Δημοκρατίας
Κύριε,
Λαμβάνω την τιμή να αναφερθώ στα κείμενα “Προτεινόμενο υπόδειγμα συμφωνίας μεταξύ, εκάστης των νήσων Γκέρνζυ, Μαν και Τζέρσεϋ και εκάστου κράτους μέλους της ΕΕ που πρόκειται να εφαρμόσει την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών” και “Προτεινόμενο υπόδειγμα συμφωνίας μεταξύ εκάστης των νήσων Γκέρνζυ, Μαν και Τζέρσεϋ και εκάστου κράτους μέλους της ΕΕ που πρόκειται να εφαρμόσει την παρακράτηση φόρου στην πηγή κατά τη μεταβατική περίοδο”, που προέκυψαν από τις διαπραγματεύσεις με τις αρχές των Νήσων σχετικά με συμφωνία για φορολογία των εισοδημάτων από αποταμιεύσεις και επισυνάπτονται, ως παράρτημα Ι και παράρτημα ΙΙ αντιστοίχως, στα αποτελέσματα των εργασιών της ομάδας εργασίας Υψηλού Επιπέδου του Συμβουλίου Υπουργών της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 12 Μαρτίου (έγγρ. 7408/04 FISC 58).
Ενόψει των προαναφερθέντων κειμένων, έχω την τιμή να σας υποβάλω τη “Συμφωνία για τη φορολόγηση των εισοδημάτων από αποταμιεύσεις”, όπως περιλαμβάνεται στο Προσάρτημα 1 της παρούσας επιστολής, και να σας γνωστοποιήσω την αμοιβαία μας δέσμευση για ευθυγράμμιση των εσωτερικών μας συνταγματικών διαδικασιών το συντομότερο δυνατό ώστε να τεθεί σε ισχύ η εν λόγω Συμφωνία και για αμοιβαία ενημέρωση αμέσως μόλις ολοκληρωθούν αυτές οι διατυπώσεις.
Μέχρι να ολοκληρωθούν οι προαναφερθείσες εσωτερικές διαδικασίες και να τεθεί σε ισχύ η εν λόγω “Συμφωνία για τη φορολόγηση των εισοδημάτων από αποταμιεύσεις”, έχω την τιμή να σας εισηγηθώ η Ελληνική Δημοκρατία και το Γκέρνζυ να εφαρμόσουν προσωρινά αυτή τη συμφωνία, σύμφωνα με τις οικείες συνταγματικές μας απαιτήσεις, από την 1η Ιανουαρίου 2005, ή από την ημερομηνία εφαρμογής της οδηγίας 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 2003, για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις, όποια εκ των δύο είναι μεταγενέστερη.
Εχω την τιμή να εισηγηθώ, εάν η Κυβέρνησή σας αποδέχεται τα ανωτέρω, η παρούσα επιστολή και η επιβεβαίωσή σας να αποτελέσουν από κοινού συμφωνία μεταξύ Ελληνικής Δημοκρατίας και Γκέρνζυ.
Με εξαιρεnκή εκτίμηση,
Για την Ελληνική Δημοκρατία
Εγινε στις 19 Μαϊου 2004, στην Αθήνα
Β. Επιστολή του Γκέρνζυ
Κύριε,
Έχω την τιμή να σας γνωστοποιήσω τη λήψη της σημερινής επιστoλής σας, η οποία έχει ως ακολούθως:
“Kύριε,
Λαμβάνω την τιμή να αναφερθώ στα κείμενα “Προτεινόμενο υπόδειγμα συμφωνίας μεταξύ εκάστης των νήσων Γκέρνζυ, Μαν και Τζέρσεϋ και εκάστου κράτους μέλους της ΕΕ που πρόκειται να εφαρμόσει την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών” και “Προτεινόμενο υπόδειγμα συμφωνίας μεταξύ εκάστης των νήσων Γκέρνζυ, Μαν και Τζέρσεϋ και εκάστου κράτους μέλους της ΕΕ που πρόκειται να εφαρμόσει την παρακράτηση φόρου στην πηγή κατά τη μεταβατική περίοδο”, που προέκυψαν από τις διαπραγματεύσεις με τις αρχές των Νήσων σχετικά με συμφωνία για φορολογία των εισοδημάτων από αποταμιεύσεις και επισυνάπτονται, ως παράρτημα Ι και παράρτημα ΙΙ αντιστοίχως, στα αποτελέσματα των εργασιών της ομάδας εργασίας Υψηλού Επιπέδου του Συμβουλίου Υπουργών της Ευρωπαϊκής Ενωσης της 12ης Μαρτίου (έγγρ. 7408/04 FISC 58).
Ενόψει των προαναφερθέντων κειμένων, έχω την τιμή να σας υποβάλω τη “Συμφωνία για τη φορολόγηση των εισοδημάτων από αποταμιεύσεις”, όπως περιλαμβάνεται στο Προσάρτημα Ι της παρούσας επιστολής, και να σας γνωστοποιήσω την αμοιβαία μας δέσμευση για ευθυγράμμιση των εσωτερικών μας συνταγματικών διαδικασιών το συντομότερο δυνατό ώστε να τεθεί σε ισχύ η εν λόγω Συμφωνία και για αμοιβαία ενημέρωση αμέσως μόλις ολοκληρωθούν αυτές οι διατυπώσεις.
Μέχρι να ολοκληρωθούν οι προαναφερθείσες εσωτερικές διαδικασίες και να τεθεί σε ισχύ η εν λόγω “Συμφωνία για τη φορολόγηση των εισοδημάτων από αποταμιεύσεις”, έχω την τιμή να σας εισηγηθώ η Ελληνική Δημοκρατία και το Γκέρνζυ να εφαρμόσουν προσωρινά αυτή τη συμφωνία, σύμφωνα με τις οικείες συνταγματικές μας απαιτήσεις, από την 1η Ιανουαρίου 2005, ή από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της οδηγίας 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 2003, για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις, όποια εκ των δύο είναι μεταγενέστερη.
Θα επιθυμούσα να εισηγηθώ, εάν η Κυβέρνησή σας αποδέχεται τα ανωτέρω, η παρούσα επιστολή και η επιβεβαίωσή σας να αποτελέσουν από κοινού συμφωνία μεταξύ Ελληνικής Δημοκρατίας και Γκέρνζυ.
Με εξαιρετική εκτίμηση,”
Eπιβεβαιώνω ότι το Γκέρνζυ συμφωνεί με το περιεχόμενο της επιστολής σας.
Με εξαιρετική εκτίμηση,
Για το Γκέρνζυ
Chief Minister
Εγινεστ.. St. Peter Port 19.11.2004

Προσάρτημα 1
ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΦΟΡΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΩΝ Από ΑΠΟΤΑΜΙΕΥΣΕΙΣ ΜΕΤΑΞΥ ΓΚΕΡΝΖΥ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ΤΑ ΕΞΗΣ:
1. Το άρθρο 17 της οδηγίας 2003/48/ΕΟΚ (“η οδηγία”) του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (“το Συμβούλιο”) για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις ορίζει ότι πριν από την 1η Ιανουαρίου 2004, τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που απαιτούνται για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία και ότι οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται από την 1η Ιανουαρίου 2005, υπό τον όρο ότι
“i) η Ελβετική Συνομοσπονδία, το Πριγκιπάτο του Λιχτενστάιν, η Δημοκρατία του Αγίου Μαρίνου, το Πριγκιπάτο του Μονακό και το Πριγκιπάτο της Ανδόρας, εφαρμόζουν από την αυτή ημερομηνία, μέτρα ισοδύναμα με τα προβλεπόμενα στην παρούσα οδηγία, κατ` εφαρμογή συμφωνιών που θα συνάψουν με την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, κατόπιν oμόφωνων αποφάσεων του Συμβουλίου,
(ii) όλες οι συμφωνίες ή άλλοι διακανονισμοί που υφίστανται και προβλέπουν ότι τα εξηρτημένα ή συνδεδεμένα εδάφη εφαρμόζουν από την αυτή ημερομηνία την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών με τον ίδιο τρόπο που θεσπίζει το κεφάλαιο ΙΙ της παρούσας οδηγίας, (ή, κατά τη μεταβατική περίοδο του άρθρου 10, επιβάλλουν παρακράτηση του φόρου στην πηγή με τους ίδιους όρους που ορίζονται στα άρθρα 11 και 12)”.
2. Οι σχέσεις του Γκέρνζυ με την ΕΕ καθορίζονται από το Πρωτόκολλο 3 της Συνθήκης Προσχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Βάσει των όρων του Πρωτοκόλλου του Γκέρνζυ δεν υπάγεται στο φορολογικό έδαφος της ΕΕ.

3. Το Γκέρνζυ σημειώνει ότι, παρότι ο απώτερος στόχος των κρατών μελών της ΕΕ είναι η θέσπιση πραγματικής φορολογίας των τόκων στο κράτος μέλος που έχει φορολογική κατοικία ο πραγματικός δικαιούχος μέσω της μεταξύ τους ανταλλαγής πληροφοριών περί τόκων, τρία κράτη μέλη, η Αυστρία, το Βέλγιο και το Λουξεμβούργο, δεν υποχρεούνται να ανταλλάσσουν πληροφορίες για μεταβατική περίοδο, αλλά θα εφαρμόζουν φόρο παρακράτησης στα εισοδήματα από αποταμιεύσεις που καλύπτονται από την οδηγία.
4. Η “παρακράτηση φόρου στην πηγή” για την οποία γίνεται λόγος στην οδηγία, στην εσωτερική νομοθεσία του Γκέρνζυ θα αναφέρεται ως “παρακράτηση φόρου”. Ως εκ τούτου, για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας, οι δύο αυτοί όροι – “παρακράτηση φόρου στην πηγή”/”παρακράτηση φόρου” θεωρούνται συνώνυμοι.
5. Το Γκέρνζυ συμφώνησε να εφαρμόσει παρακράτηση φόρου από την 1η Ιανουαρίου 2005, υπό τον όρο ότι τα κράτη μέλη έχουν θεσπίσει τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που απαιτούνται για να συμμορφωθούν με την οδηγία και ότι τηρούνται εν γένει οι απαιτήσεις του άρθρου 17 της οδηγίας και του άρθρου 17, παράγραφος 2 της παρούσας Συμφωνίας.
6. Το Γκέρνζυ συμφώνησε να εφαρμόσει την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών κατά τον τρόπο που προβλέπεται στο Κεφάλαιο ΙΙ της οδηγίας από το τέλος της μεταβατικής περιόδου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 10, παράγραφος 2 της οδηγίας.
7. Το Γκέρνζυ διαθέτει νομοθεσία σχετικά με τους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων η οποία θεωρείται ισότιμη ως προς τα αποτελέσματά της με την κοινοτική νομοθεσία που αναφέρεται στα άρθρα 2 και 6 της οδηγίας.
Το Γκέρνζυ και η Eλληνική Δημοκρατία, καλούνται στο εξής “συμβαλλόμενο μέρος” ή “συμβαλλόμενα μέρη”, εκτός εάν προκύπτει άλλως από τα συμφραζόμενα,
Συμφώνησαν να συνάψουν την ακόλουθη συμφωνία, η οποία περιέχει υποχρεώσεις από την πλευρά των συμβαλλομένων μερών μόνο και προβλέπει:
α) την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών από την αρμόδια αρχή της Eλληνικής Δημοκρατίας προς την αρμόδια αρχή του Γκέρνζυ όπως ακριβώς και προς την αρμόδια αρχή κράτους μέλους,
β) την εφαρμογή από το Γκέρνζυ, κατά τη μεταβατική περίοδο που ορίζεται στο άρθρο 10 της οδηγίάς, παρακράτησης φόρου από την ίδια ημερομηνία και με τους ίδιους όρους που περιλαμβάνονται στα άρθρα 11 και 12 της οδηγίας αυτής,
γ) την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών από την αρμόδια αρχή του Γκέρνζυ προς την αρμόδια αρχή της Ελληνικής Δημοκρατίας σύμφωνα με το άρθρο 13 της οδηγίας,
δ) τη μεταφορά από την αρμόδια αρχή του Γκέρνζυ προς την αρμόδια αρχή της Ελληνικής Δημοκρατίας του 75% των εσόδων από την παρακράτηση φόρου.
όσον αφoρά τόκους που καταβάλλει φορέας πληρωμής εγκατεστημένος σε συμβαλλόμενο μέρος σε φυσικό πρόσωπο που κατοικεί σε άλλο συμβαλλόμενο μέρος.
Για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας, ο όρος “αρμόδια αρχή”, όταν ισχύει για τα συμβαλλόμενα μέρη σημαίνει [autοritecompetente] όσον αφορά την Ελληνική Δημοκρατία και “theAdministratorofIncomeTax” όσον αφορά το Γκέρνζυ.
Άρθρο 1
Παρακράτηση φόρου από φορείς πληρωμής
Οι τόκοι, όπως ορίζονται στο άρθρο 8 της παρούσας Συμφωνίας, τους οποίους καταβάλλει φορέας πληρωμής εγκατεστημένος στο Γκέρνζυ σε πραγματικούς δικαιoύχoυς κατά την έννοια του άρθρου 5 της παρούσας Συμφωνίας οι οποίοι είναι κάτοικοι της Ελληνικής Δημοκρατίας υπόκεινται, με την επιφύλαξη του άρθρου 3 της παρούσας Συμφωνίας, σε παρακράτηση από το ποσό του τόκου κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 14 της παρούσας Συμφωνίας, αρχής γενομένης από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 15 της παρoύσας Συμφωνίας. Το ποσοστό της παρακράτησης φόρoυ ανέρχεται σε 15% κατά τα τρία πρώτα έτη της μεταβατικής περιόδου, σε 20% για τα επόμενα τρία έτη και σε 35% στη συνέχεια.
Άρθρο 2
Διαβίβαση πληροφοριών από φορείς πληρωμής
(1) Σε περίπτωση πληρωμής τόκων, όπως ορίζονται στο άρθρο 8 της παρούσας Συμφωνίας, από φορέα πληρωμής εγκατεστημένο στην Ελληνική Δημοκρατία σε πραγματικούς δικαιούχους, όπως ορίζονται στο άρθρο 5 της παρούσας Συμφωνίας, οι οποίοι κατοικούν στο Γκέρνζυ, ή σε περιπτώσεις που εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 3, παράγραφος 1, στοιχείο α) της παρούσας Συμφωνίας, ο φορέας πληρωμής ενημερώνει την αρμόδια αρχή του σχετικά με τα εξής:
α) τα στοιχεία ταυτότητας και την κατοικία του πραγματικού δικαιούχου που προσδιορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 6 της παρούσας συμφωνίας,
β) το όνομα και τη διεύθυνση του φορέα πληρωμής,
γ) τον αριθμό λογαριασμού του πραγματικού δικαιούχου ή, ελλείψει αυτού, τα στοιχεία της απαίτησης που αποτελεί γενεσιουργό αιτία των καταβαλλόμενων τόκων,
δ) πληροφορίες σχετικά με την πληρωμή των τόκων που υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 4, παράγραφος 1 της παρούσας συμφωνίας. Εντούτοις, κάθε συμβαλλόμενο μέρος δύναται να περιορίσει το ελάχιστο επίπεδο πληροφοριών που πρέπει να υποβάλλεται από τον φορέα πληρωμής σχετικά με την καταβολή τόκων στο συνολικό ποσό των τόκων ή του εισοδήματος και στο συνολικό ποσό των εσόδων από την πώληση, την εξαγορά ή την εξόφληση, και η Ελληνική Δημοκρατία συμμορφώνεται με την παράγραφο του παρόντος άρθρου.
(2) Εντός εξαμήνου από τη λήξη τoυ φορολογικού τους έτους, η αρμόδια αρχή της Ελληνικής Δημοκρατίας ανακοινώνει στην αρμόδια αρχή του Γκέρνζυ, αυτομάτως, τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1, σημεία α) έως δ) του παρόντος άρθρου, όσον αφορά το σύνολο των τόκων που καταβλήθηκαν κατά τη διάρκεια του εν λόγω έτους.
Άρθρο 3
Εξαιρέσεις από τη διαδικασία παρακράτησης φόρου
(1) Το Γκέρνζυ, όταν εφαρμόζει παρακράτηση φόρου σύμφωνα με το άρθρο 1 της παρούσας Συμφωνίας, προβλέπει μία ή και τις δύο από τις ακόλουθες διαδικασίες προκειμένου να διασφαλίσει ότι οι πραγματικοί δικαιούχοι μπορούν να ζητήσουν να μην πραγματοποιηθεί παρακράτηση φόρου:
α) διαδικασία η οποία επιτρέπει στον πραγματικό δικαιούχο, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της παρούσας Συμφωνίας, να αποφύγει την παρακράτηση φόρου που διευκρινίζεται στο άρθρο 1 της παρούσας Συμφωνίας εξουσιοδοτώντας ρητά τον φορέα πληρωμής του να υποβάλει τις πληρωμές τόκων στην αρμόδια αρχή του συμβαλλόμενου μέρους στο οποίο είναι εγκατεστημένος, ο φορέας πληρωμής. Αυτή η εξουσιοδότηση θα καλύπτει όλες τις πληρωμές τόκων προς τον πραγματικό δικαιούχο από τον εν λόγω φορέα πληρωμής,
β) διαδικασία που διασφαλίζει ότι δεν επιβάλλεται παρακράτηση φόρου όταν ο πραγματικός δικαιούχος υποβάλλει στον φορέα πληρωμής πιστοποιητικό στο όνομά του που του χορηγεί η αρμόδια αρχή του συμβαλλόμενου μέρους της φορολογικής κατοικίας του σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.
2) Μετά από αίτηση του πραγματικού δικαιoύχoυ, η αρμόδια αρχή τoυ συμβαλλόμενου μέρους της φορολογικής κατοικίας του εκδίδει πιστοποιητικό στο οποίο αναφέρονται:
i) το όνομα, η διεύθυνση και ο αριθμός φορολογικού μητρώου ή, αν δεν υπάρχει, η ημερομηνία και ο τόπος γέννησης του πραγματικού δικαιούχου,
ii) το όνομα και τη διεύθυνση του φορέα πληρωμής,
iii) ο αριθμός λογαριασμού του πραγματικού δικαιούχου η, εάν δεν υπάρχει, τα στοιχεία του τίτλου που ενσωματώνει την απαίτηση.
Το πιστοποιητικό αυτό ισχύει για περίοδο που δεν υπερβαίνει τα τρία έτη. Η χορήγηση του εν λόγω πιστοποιητικού στον πραγματικό δικαιούχο που το έχει ζητήσει πραγματοποιείται εντός προθεσμίας δύο μηνών από την υποβολή της αιτήσεως.
(3) Στις περιπτώσεις που εφαρμόζεται η παράγραφος 1 στοιχείο α) του παρόντος άρθρου, η αρμόδια αρχή του Γκέρνζυ στην οποία είναι εγκατεστημένος ο φορέας πληρωμής κοινοποιεί στην αρμόδια αρχή της Eλληνικής Δημοκρατίας τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 της παρούσας Συμφωνίας, ως χώρας κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου. Αυτές οι κοινοποιήσεις διεξάγονται αυτομάτως τουλάχιστον μία φορά το έτος, εντός εξαμήνου μετά το τέλος του φορολογικού έτους που ορίζεται βάσει της νομοθεσίας του συμβαλλόμενoυ μέρους, όσον αφορά το σύνολο των τόκων που καταβλήθηκαν κατά τη διάρκεια του συγκεκριμένου έτους.
Άρθρο 4
Βάση αξιολόγησης για την παρακράτηση φόρου
(1) Φορέας πληρωμής εγκατεστημένος στο Γκέρνζυ επιβάλλει φόρο παρακράτησης σύμφωνα με το άρθρο 1 της παρούσας συμφωνίας, ως εξής:
α) σε περίπτωση καταβολής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 1 στοιχείο α) της παρούσας Συμφωνίας: επί του ακαθάριστου ποσού των καταβληθέντων ή πιστωθέντων τόκων,
β) σε περίπτωση καταβολής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 1 στοιχείο β) ή δ) της παρούσας Συμφωνίας: στο ποσό του τόκου ή του εισοδήματος που αναφέρεται στα στοιχεία β) ή δ) αυτού του εδαφίου ή με εισφορά ισοδύναμου αποτελέσματος που θα βαρύνει τον δικαιούχο επί του συνολικού ποσού των εσόδων από την πώληση, την εξαγορά ή την εξόφληση,
γ) σε περίπτωση καταβολής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 1 στοιχείο γ) της παρούσας Συμφωνίας: στο ποσό των τόκων που αναφέρεται στο εν λόγω εδάφιο,
δ) σε περίπτωση καταβολής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 4 της παρούσας Συμφωνίας: στο ποσό του τόκου που αναλογεί σε κάθε μέλος της έννομης οντότητας που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 της παρούσας Συμφωνίας το οποίο πληροί τους όρους του άρθρου 5 παράγραφος 1 της παρούσας Συμφωνίας,
ε) σε περίπτωση που το Γκέρνζυ ασκεί το δικαίωμα που προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφος 5 της παρούσας Συμφωνίας: στο ποσό των ανοιγμένων σε ετήσια βάση τόκων.
(2) Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 στοιχεία α) και β) του παρόντος άρθρου, η παρακράτηση φόρου εκπίπτει κατ` αναλογία για την περίοδο κατά την οποία ο πραγματικός δικαιούχος κατείχε τον χρεωστικό τίτλο. Εάν ο φορέας πληρωμής αδυνατεί να προσδιορίσει την περίοδο κατοχής με βάση τις πληροφορίες που του διατίθενται, ο φορέας πληρωμής μεταχειρίζεται τον πραγματικό δικαιούχο ως έχοντα στην κατοχή του τον χρεωστικό τίτλο καθ` όλη τη διάρκεια της ύπαρξής του, εκτός εάν ο τελευταίος παράσχει αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την ημερομηνία αγοράς.
(3) Η επιβολή παρακράτησης φόρου από το Γκέρνζυ δεν εμποδίζει το άλλο συμβαλλόμενο μέρος της φορολογικής κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου να φορολογήσει το εισόδημα σύμφωνα με την εθνική του νομοθεσία.
(4) Κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, το Γκέρνζυ μπορεί να προβλέπει ότι ο οικονομικός φoρέας που καταβάλλει τόκους, ή εξασφαλίζει την καταβολή των τόκων, σε έννομη οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 της παρούσας Συμφωνίας στο άλλο συμβαλλόμενο μέρος θεωρείται ως ο φoρέας πληρωμής για λογαριασμό της οντότητας και θα επιβάλει την παρακράτηση φόρου επί των τόκων αυτών, εκτός εάν η οντότητα έχει επισήμως δεχθεί να κοινοποιούνται σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο του άρθρου 7 παράγραφος 2 της παρούσας Συμφωνίας η επωνυμία της, η διεύθυνσή της και το συνολικό ποσό των τόκων που της καταβάλλονται ή εξασφαλίζονται για λογαριασμό της.
Άρθρο 5
Ορισμός του πραγματικού δικαιούχου
(Ι) Για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας, ως “πραγματικός δικαιούχος” νοείται το φυσικό πρόσωπο που εισπράττει τόκους για ίδιο σκοπό ή οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο προς όφελος του οποίου εξασφαλίζεται πληρωμή τόκων, εκτός εάν το εν λόγω φυσικό πρόσωπο μπορεί να παράσχει αποδεικτικά στοιχεία ότι δεν έχει εισπράξει ή εξασφαλίσει την πληρωμή τόκων για δικό του λογαριασμό. Ένα φυσικό πρόσωπο δεν θεωρείται πραγματικός δικαιούχος όταν:
α) ενεργεί ως φορέας πληρωμής κατά την έννοια του άρθρου 7 παράγραφος 1 της παρούσας Συμφωνίας,
β) ενεργεί εξ ονόματος νομικού προσώπου, οντότητας που φορολογείται επί των κερδών της βάσει των γενικών ρυθμίσεων περί φορολογίας των επιχειρήσεων, ΟΣΕΚΑ εγκεκριμένου σύμφωνα με την οδηγία 85/611/ΕΟΚ ή ισοδύναμου οργανισμού συλλογικών επενδύσεων εγκατεστημένου στο Γκέρνζυ, ή οντότητας που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 της παρούσας Συμφωνίας, και, στην τελευταία περίπτωση, κοινοποιεί την επωνυμία και τη διεύθυνση της οντότητας στον οικονομικό φορέα που καταβάλλει τους τόκους και ο τελευταίος διαβιβάζει, εν συνεχεία, αυτές τις πληροφορίες στην αρμόδια αρχή του συμβαλλομένoυ μέρους της εγκατάστασης,
γ) ενεργεί εξ ονόματος άλλου φυσικού προσώπου που είναι ο πραγματικός δικαιούχος και αποκαλύπτει στον φορέα πληρωμής τα στοιχεία ταυτότητας του πραγματικού δικαιούχου.
β) όσον αφορά τις συμβατικές σχέσεις που συνάπτονται, ή τις συναλλαγές που πραγματοποιούνται χωρίς να υπάρχουν συμβατικές σχέσεις, από 1ης Ιανουαρίου 2004 και εξής, ο φορέας πληρωμής εξακριβώνει την ταυτότητα του πραγματικού δικαιούχου, ήτοι το όνομα, τη διεύθυνση και, εάν υπάρχει, τον αριθμό φορολογικού μητρώου στο κράτος μέλος της φορολογικής κατοικίας του. Τα στοιχεία αυτά θα πρέπει να προσδιορίζονται βάσει του διαβατηρίου ή του επίσημου δελτίου ταυτότητας που υποβάλλει ο πραγματικός δικαιούχος. Εάν η διεύθυνση δεν αναγράφεται στο εν λόγω διαβατήριο ή επίσημο δελτίο ταυτότητας, εξακριβώνεται βάσει οποιουδήποτε αποδεικτικού εγγράφου που υποβάλλει ο πραγματικός δικαιούχος. Εάν ο αριθμός φορολογικού μητρώου δεν αναγράφεται στο διαβατήριο, ή στο επίσημο δελτίο ταυτότητας ή σε άλλο επίσημο έγγραφο ταυτότητας, ενδεχομένως στο πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας, που υποβάλλει ο πραγματικός δικαιούχος, τα στοιχεία ταυτότητας συμπληρώνονται με την ημερομηνία και τον τόπο γέννησης του πραγματικού δικαιούχου που προκύπτουν από το διαβατήριο ή το επίσημο δελτίο ταυτότητας.
(3) Ο φορέας πληρωμής προσδιορίζει την κατοικία του πραγματικού δικαιούχου βάσει ελάχιστων κανόνων πoυ ποικίλλουν ανάλογα με το χρόνο έναρξης των σχέσεων μεταξύ του φορέα πληρωμής και του δικαιούχου των τόκων. Με την επιφύλαξη των κατωτέρω, ως κατοικία θεωρείται η χώρα στην οποία ο πραγματικός δικαιούχος έχει τη μόνιμη διεύθυνσή του:
α) όσον αφορά τις συμβατικές σχέσεις που έχουν συναφθεί πριν από την 1η Ιανουαρίου 2004, ο φορέας πληρωμής προσδιορίζει την κατοικία του πραγματικού δικαιούχου χρησιμοποιώντας τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του, ιδίως κατ` εφαρμογή των ισχυόντων στη χώρα εγκατάστασης του κανονισμών και της οδηγίας 91/308/ΕΟΚ στην περίπτωση της Ελληνικής Δημοκρατίας ή ισοδύναμης νομοθεσίας στην περίπτωση του Γκέρνζυ,
β) όσον αφορά τις συμβατικές σχέσεις που συνάπτονται ή, τις συναλλαγές που πραγματοποιούνται χωρίς να υπάρχουν συμβατικές σχέσεις, από 1ης Ιανουαρίου 2004 και εξής, οι φορείς πληρωμής προσδιορίζουν την κατοικία του δικαιούχου βάσει της διεύθυνσης που αναγράφεται στο διαβατήριο ή στο επίσημο δελτίο ταυτότητας ή, εν ανάγκη, βάσει οιουδήποτε αποδεικτικού εγγράφου το οποίο παρoυσιάζει ο πραγματικός δικαιούχος, σύμφωνα με την ακόλουθη διαδικασία: όσον αφορά τα φυσικά πρόσωπα που παρουσιάζουν διαβατήριο ή επίσημο δελτίο ταυτότητας που έχει εκδώσει κράτος μέλος και τα οποία δηλώνουν ότι είναι κάτοικοι τρίτης χώρας, η κατοικία καθορίζεται βάσει πιστοποιητικού φoρoλογικής κατοικίας που εκδίδεται από την αρμόδια αρχή της τρίτης χώρας στην οποία το εν λόγω φυσικό πρόσωπο δηλώνει ότι κατοικεί. Εφόσον δεν υπάρχει τέτοιο πιστοποιητικό, θεωρείται ως τόπος κατοικίας το κράτος μέλος το οποίο εξέδωσε το διαβατήριο ή το άλλο επίσημο έγγραφο ταυτότητας.
Άρθρο 7
Ορισμός του φορέα πληρωμής
(1) Για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας, ως “φορέας πληρωμής” νοείται οποιοσδήποτε οικονομικός φορέας, ο οποίος καταβάλλει τόκους στον πραγματικό δικαιούχο ή εξασφαλίζει την καταβολή τόκων προς άμεσο όφελος αυτού, ανεξαρτήτως του αν ο φορέας αυτός είναι ο οφειλέτης της απαίτησης ή ο φορέας στον οποίο έχει αναθέσει ο οφειλέτης ή ο πραγματικός δικαιούχος την πληρωμή των τόκων ή την εξασφάλιση αυτής της πληρωμής.
(2) Κάθε οντότητα εγκατεστημένη σε συμβαλλόμενο μέρος στο οποίο καταβάλλονται τόκοι ή για το οποίο εξασφαλίζεται η καταβολή τόκων προς όφελος του πραγματικού δικαιούχου θεωρείται επίσης ως φορέας πληρωμής κατά την εν λόγο πληρωμή ή εξασφάλιση της πληρωμής. Η παρούσα διάταξη δεν εφαρμόζεται αν ο οικονομικός φορέας έχει λόγους να πιστεύει, βάσει επίσημων αποδεικτικών στοιχείων που υποβάλλει η οντότητα, ότι:
α) είναι νομικό πρόσωπο, εξαιρουμένων των νομικών προσώπων που αναφέρονται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου, ή
β) τα κέρδη που φορολογούνται βάσει των γενικών ρυθμίσεων φορολογίας των επιχειρήσεων, ή
γ) πρόκειται για ΟΣΕΚΑ εγκεκριμένο σύμφωνα με την οδηγία 85/611/ΕΟΚ του Συμβουλίου ή ισοδύναμου οργανισμού συλλογικών επενδύσεων εγκατεστημένου στο Γκέρνζυ.
Ο οικονομικός φορέας που καταβάλλει τόκους σε μια τέτοια οντότητα εγκατεστημένη σε άλλο συμβαλλόμενο μέρος, και θεωρούμενη ως φορέα πληρωμής βάσει της παρούσας παραγράφου ή εξασφαλίζει την καταβολή τόκων για αυτή, κοινοποιεί την επωνυμία και τη διεύθυνση της οντότητας καθώς και το συνολικό ποσό των τόκων που της κατέβαλε ή των οποίων εξασφάλισε την καταβολή στην αρμόδια αρχή του συμβαλλόμενου μέρους εγκατάστασής της, η οποία στη συνέχεια διαβιβάζει τα στοιχεία αυτά στην αρμόδια αρχή του συμβαλλόμενου μέρους εγκατάστασης της οντότητας.
(3) Η οντότητα που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου έχει, ωστόσο, το δικαίωμα να επιλέγει, για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας, να τυγχάνει μεταχείρισης ως ΟΣΕΚΑ ή ως ισοδύναμος οργανισμός, κατά την έννοια της παραγράφου 2 στοιχείο γ). Η άσκηση αυτού του δικαιώματος αποτελεί αντικείμενo πιστοποιητικού που εκδίδεται από το συμβαλλόμενο μέρος στο οποίο είναι εγκατεστημένη η οντότητα, υποβάλλεται δε από αυτήν την οντότητα στον οικονομικό φορέα. Τα συμβαλλόμενα μέρη θεσπίζουν τους λεπτομερείς κανόνες άσκησης αυτού του δικαιώματος για τις οντότητες τις εγκατεστημένες στο έδαφός τους.
4) Σε περίπτωση που ο οικονομικός φορέας και η οντότητα που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου είναι εγκατεστημένοι στο ίδιο συμβαλλόμενο μέρος, το εν λόγω συμβαλλόμενο μέρος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης της οντότητας, όταν ενεργεί ως φορέας πληρωμής, προς τις διατάξεις της παρούσας Συμφωνίας.
5) Τά νομικά πρόσωπα που εξαιρούνται από την εφαρμογή του, άρθρου 2 στοιχείο α) του παρόντος άρθρου είναι:
α) στη Φινλανδία: avoinyhtio (ΑΥ) και komrnandiittiyhtio (Ky)/oppctbolag και kommanditbolag,
β) στη Σουηδία: handelsbolag (ΗΒ) και komrnanditbolag (ΚΒ).
Άρθρο 8
Ορισμός των τόκων
(1) Για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας, ως “τόκοι” νοούνται:
α) οι καταβληθέντες ή εγγεγραμμένοι σε λογαριασμό τόκοι από πάσης φύσεως απαιτήσεις, είτε συνοδεύονται είτε όχι από ενυπόθηκες εγγυήσεις ή από ρήτρα συμμετοχής στα κέρδη του οφειλέτη, ιδίως δε τα εισοδήματα από τίτλους του δημοσίου και ομολογιακά δάνεια, συμπεριλαμβανομένων των πρόσθετων ωφελημάτων και λαχνών που τα συνοδεύουν. Οι τόκοι υπερημερίας δεν θεωρούνται τόκοι,
β) οι δεδουλευμένοι ή κεφαλαιοποιημένοι τόκοι κατά την πώληση, την επιστροφή ή την εξόφληση των απαιτήσεων που αναφέρονται στο στοιχείο α),
γ) το εισόδημα που προκύπτει από τόκους, είτε άμεσα είτε μέσω οντότητας που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 της παρούσας Συμφωνίας, το οποίο διανέμεται από
i) ΟΣΕΚΑ εγκεκριμένο σύμφωνα με την οδηγία 85/611/ΕΟΚ του Συμβουλίου, ή
ii) ισοδύναμο οργανισμό συλλογικών επενδύσεων εγκατεστημένο στο Γκέρνζυ,
iii) οντότητες που επωφελούνται από το δικαίωμα που προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 της παρούσας Συμφωνίας,
iv) οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων εγκατεστημένους εκτός του εδαφίου στο οποίο εφαρμόζεται η συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας δυνάμει του άρθρου της 299 και εκτός του Γκέρνζυ.
δ) εισόδημα που προκύπτει από την πώληση, την επιστροφή ή την εξόφληση μονάδων ή μεριδίων στους ακόλουθους οργανισμούς και οντότητες, αν επενδύουν άμεσα ή έμμεσα, μέσω άλλων οργανισμών συλλογικών επενδύσεων ή οντοτήτων που αναφέρονται κατωτέρω, ποσοστό ανώτερο του 40% του ενεργητικού τους σε απαιτήσεις που αναφέρονται στο στοιχείο α):
i) ΟΣΕΚΑ εγκεκριμένους σύμφωνα με την οδηγία 85/611/ΕΟΚ, ή
ii) ισοδύναμο οργανισμό συλλογικών επενδύσεων εγκατεστημένο στο Γκέρνζυ,
iii) οντότητες που επωφελούνται από το δικαίωμα που προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 της παρούσας Συμφωνίας,
iv) οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων εγκατεστημένους εκτός του εδάφους στο οποίο εφαρμόζεται η συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας δυνάμει του άρθρου της 299 και εκτός του Γκέρνζυ
Ωστόσο, τα συμβαλλόμενα μέρη μπορούν να μην περιλαμβάνουν στον ορισμό των τόκων το εισόδημα που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο δ) του παρόντος άρθρου παρά μόνο κατά την αναλογία που το εισόδημα αυτό αντιστοιχεί σε εισόδημα που, άμεσα ή έμμεσα, προέρχεται από πληρωμές τόκων κατά την έννοια των στοιχείων α) και β) της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.
(2) Οσον αφορά την παράγραφο 1 στοιχεία γ) και δ) του παρόντος άρθρου, σε περίπτωση που ένας φορέας πληρωμής δεν έχει στη διάθεσή του στοιχεία σχετικά με το μέρος του εισοδήματος που προέρχεται από πληρωμή τόκων, το συνολικό ποσό του εισοδήματος θεωρείται ως πληρωμή τόκων.
(3) Οσον αφορά την παράγραφο 1 στοιχείο δ) του παρόντος άρθρου, σε περίπτωση που ο φορέας πληρωμής δεν έχει στη διάθεσή του στοιχεία σχετικά με το ποσοστό του ενεργητικού που επενδύεται σε απαιτήσεις ή σε μονάδες ή μερίδια που προβλέπονται στην εν λόγω παράγραφο, το ποσοστό αυτό θεωρείται ότι υπερβαίνει το 40%. Εάν δεν μπορεί να προσδιορίσει το ποσό του εισοδήματος που συγκεντρώνει ο πραγματικός δικαιούχος, το εισόδημα θεωρείται ότι αντιστοιχεί στο προϊόν της πώλησης, της επιστροφής ή της εξόφλησης των μετοχών ή μεριδίων.
(4) Όταν οι τόκοι, όπως ορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, καταβάλλονται ή πιστώνονται σε λογαριασμό οντότητας που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 της παρούσας Συμφωνίας, αν η εν λόγω οντότητα δεν επωφελείται από το δικαίωμα που προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 της παρούσας Συμφωνίας, οι εν λόγω τόκοι θεωρούνται ως πληρωμές τόκων από την εν λόγω οντότητα.
(5) Όσον αφορά την παράγραφο 1 στοιχεία β) και δ) του παρόντος άρθρου, τα συμβαλλόμενα μέρη έχουν το δικαίωμα να ζητούν από τους φορείς πληρωμής που είναι εγκατεστημένοι στο έδαφός τους να υπολογίζουν τους τόκους σε ετήσια βάση κατά τη διάρκεια περιόδου που δεν υπερβαίνει το έτος και να θεωρούν τους ετήσιους αυτούς τόκους ως πληρωμή τόκων ακόμη και αν δεν διενεργηθεί πώληση, επιστροφή ή εξόφληση κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.
(6) Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 στοιχεία γ) και δ) του παρόντος άρθρου, τα συμβαλλόμενα μέρη έχουν το δικαίωμα να εξαιρέσουν από τον ορισμό των τόκων 10 εισόδημα που αναφέρεται στις συγκεκριμένες διατάξεις από οργανισμούς ή οντότητες που εδρεύουν εντός του εδάφους τους, σε περίπτωση που το ποσοστό του ενεργητικού των εν λόγω οργανισμών ή οντοτήτων που έχει επενδυθεί σε απαιτήσεις οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) του παρόντος άρθρου δεν υπερβαίνει το 15%. Ομοίως, κατά παρέκλλιση από την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρόυ. τα συμβαλλόμενα μέρη έχουν το δικαίωμα να εξαιρέσουν από τον ορισμό των τόκων όπως ορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, τους τόκους που καταβάλλονται ή πιστώνονται σε λογαριασμό οντότητας που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 της παρούσας Συμφωνίας εάν η οντότητα αυτή δεν επωφελείται από το δικαίωμα που προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφoς 3 της παρoύσας Συμφωνίας και είναι εγκατεστημένο στο έδαφός τους, σε περίπτωση που το ποσοστό του ενεργητικού των εν λόγω οντοτήτων που έχει επενδυθεί σε απαιτήσεις οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) του παρόντος άρθρου δεν υπερβαίνει το 15%.
Η άσκηση αυτού του δικαιώματος από συμβαλλόμενο μέρος είναι δεσμευτική και για τα άλλα συμβαλλόμενα μέρη.
(7) Από την 1η Ιανουαρίου 2011, το ποσοστό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο δ) του παρόντος άρθρου και στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου είναι 25%.
(8) Τα ποσοστά που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο δ) του παρόντος άρθρου και στην παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου καθορίζονται βάσει της επενδυτικής πολιτικής, όπως ορίζεται στον κανονισμό και στα καταστατικά έγγραφα των εν λόγω οργανισμών ή οντοτήτων ή, ελλείψει αυτών, βάσει της πραγματικής σύνθεσης του ενεργητικού τους.
Άρθρο 9
Κατανομή των εσόδων από την παρακράτηση φόρου
(1) Το Γκέρνζυ παρακρατεί το 25% της παρακράτησης φόρου που εκπίπτει δυνάμει της παρούσας Συμφωνίας και μεταβιβάζει το υπόλοιπο 75% των εσόδων στο άλλο συμβαλλόμενο μέρος.
(2) Το Γκέρνζυ που επιβάλλει παρακράτηση φόρου σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 4 της παρούσας Συμφωνίας παρακρατεί το 25% των εσόδων και μεταβιβάζει το 75% στην Ελληνική Δημοκρατία με την αναλογία που ισχύει για τις μεταβιβάσεις που πραγματοποιούνται κατ` εφαρμογή της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.
(3) Η μεταβίβαση αυτή πραγματοποιείται για κάθε έτος σε μία δόση, το αργότερο εντός εξαμήνου μετά το τέλος του φορολογικού έτους που ορίζεται από τη νομοθεσία του Γκέρνζυ.
(4) Το Γκέρνζυ που επιβάλλει παρακράτηση φόρου λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να διασφαλίσει την ορθή λειτουργία του συστήματος κατανομής εσόδων.
Άρθρο 10
Εξάλειψη της διπλής φορολογίας
(1) Το συμβαλλόμενο μέρος της φορολογικής κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου διασφαλίζει την εξάλειψη της διπλής φορολογίας που ενδεχομένως να προκύπτει από την επιβολή, από το Γκέρνζυ, της παρακράτησης φόρου στην οποία αναφέρεται η παρούσα Συμφωνία σύμφωνα με τις ακόλουθες διατάξεις:
i) όταν επί των τόκων που εισπράττει ένας πραγματικός δικαιούχος έχει παρακρατηθεί φόρος στο Γκέρνζυ, το άλλο συμβαλλόμενο μέρος χορηγεί, σύμφωνα με το εσωτερικό του δίκαιο, πίστωση φόρου ίση με το παρακρατηθέν στην πηγή ποσό Α,` το ποσό αυτό υπερβαίνει το ποσό του οφειλόμενου σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία φόρου, το άλλο συμβαλλόμενο μέρος επιστρέφει το επιπλέον ποσό του παρακρατηθέντος φόρου στον πραγματικό δικαιούχο,
ii) αν, πέραν της παρακράτησης φόρου όπως προβλέπεται στο άρθρο 4 της παρούσας Συμφωνίας, επί των τόκων που εισπράττονται από πραγματικό δικαιούχο έχει διενεργηθεί οποιαδήποτε άλλη παρακράτηση φόρου/παρακράτηση φόρου στην πηγή και το συμβαλλόμενο μέρος της φoρoλoγικής κατοικίας χορηγεί πίστωση φόρου για την εν λόγω παρακράτηση φόρου/παρακράτηση φόρου στην πηγή σύμφωνα με την εθνική του νομοθεσία ή τις συμβάσεις περί διπλής φoρoλογίας, το ποσό αυτής της άλλης παρακράτησης φόρου/παρακράτησης φόρου στην πηγή πιστώνεται πριν από την εφαρμογή της διαδικασίας που προβλέπεται στο στοιχείο i) του παρόντος άρθρου.
(2) Το συμβαλλόμενο μέλος που είναι το κράτος της φορολογικής κατoικίας του πραγματικού δικαιούχου μπορεί να αντικαταστήσει τον μηχανισμό της πίστωσης φόρου που αναφέρεται στην παράγραφο 1) του παρόντος άρθρου με την επιστροφή της παρακράτησης φόρου που αναφέρεται στο άρθρο 1 της παρούσας Συμφωνίας.
Άρθρο 11
Μεταβατικές διατάξεις για τους διαπραγματεύσιμους χρεωστικούς τίτλους
(1) Κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 14 της παρούσας Συμφωνίας και μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2010 το αργότερο, οι εγχώριες και διεθνείς ομολογίες και άλλοι διαπραγματεύσιμοι χρεωστικοί τίτλοι που έχουν εκδοθεί για πρώτη φορά πριν από την 1η Μαρτίου 2001 ή που τα ενημερωτικά φυλλάδια για την εισαγωγή τους στο χρηματιστήριο αξιών έχουν εγκριθεί πριν από την ημερομηνία αυτή από τις αρμόδιες αρχές κατά την έννοια της οδηγίας 80/390/ΕΟΚ του Συμβουλίου, ή από αρμόδιες αρχές σε τρίτες χώρες, δεν θεωρούνται ως απαιτήσεις κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 1 στοιχείο α) της παρούσας Συμφωνίας, υπό την προϋπόθε9η ότι δεν πραγματοποιούνται επιπλέον εκδόσεις των εν λόγω διαπραγματεύσιμων χρεωστικών τίτλων από την 1η Μαρτίου 2002 και εξής. Εάν όμως η μεταβατική περίοδος παραταθεί πέραν της 31ης Δεκεμβρίου 2010, οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εξακολουθούν να ισχύουν μόνον για διαπραγματεύσιμους χρεωστικούς τίτλους αυτού του είδους:
-που περιέχουν ρήτρες επανενσωμάτωσης του εκπεσθέντος φόρου και
-εφόσον ο φορέας πληρωμής είναι εγκατεστημένος σε συμβαλλόμενο μέρος που εφαρμόζει την παρακράτηση φόρου και ο εν λόγω φορέας πληρωμής καταβάλλει τόκους στην πραγματικό δικαιούχο εγκατεστημένο σε άλλο συμβαλλόμενο μέρος ή εξασφαλίζει την καταβολή τόκων προς άμεσο όφελος αυτού.
Σε περίπτωση που πραγματοποιηθούν επιπλέον εκδόσεις των προαναφερόμενων Διαπραγματεύσιμων χρεωστικών τίτλων από την 1η Μαρτίου 2002 και εξής, από κυβερνήσεις ή εξομοιούμενους οργανισμούς που ενεργούν ως δημόσια αρχή ή των οποίων ο ρόλος αναγνωρίζεται από διεθνή συνθήκη, όπως ορίζεται στο Παράρτημα της παρούσας Συμφωνίας, η συνολική έκδoση αυτών των τίτλων, αποτελούμενη από την αρχική έκδοση και τις νέες εκδόσεις, θεωρείται ως απαίτηση κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 1 στοιχείο α) της παρούσας Συμφωνίας.
Σε περίπτωση που πραγματοποιηθεί περαιτέρω έκδοση των προαναφερόμενων διαπραγματεύσιμων χρεωστικών τίτλων από την 1η Μαρτίου 2002 και εξής από άλλο εκδότη που δεν καλύπτεται από το δεύτερο εδάφιο, η περαιτέρω αυτή έκδοση θεωρείται ως απαίτηση κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 1 στοιχείο α) της παρούσας Συμφωνίας.
(2) Καμία διάταξη του παρόντος άρθρου δεν εμποδίζει τα συμβαλλόμενα μέρη να φορολογούν το εισόδημα από τους διαπραγματεύσιμους χρεωστικούς τίτλους που αναφέρονται στην παράγραφο 1) σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία τους.
Άρθρο 12
Διαδικασία αμοιβαίας συμφωνίας
Εάν προκύψουν δυσχέρειες ή αμφιβoλίες μεταξύ των μερών όσον αφορά την εφαρμογή ή την ερμηνεία της παρούσας Συμφωνίας, τα συμβαλλόμενα μέρη καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια να επιλύσουν το θέμα με αμοιβαία συμφωνία.
Άρθρο 13
Απόρρητο
(1) Όλες οι πληροφορίες που παρέχει και λαμβάνει η αρμόδια αρχή συμβαλλόμενου μέρους κρατούνται απόρρητες.
(2) Οι πληροφορίες που παρέχονται στην αρμόδια αρχή συμβαλλόμενου μέρους δεν μπορούν να χρησιμοποιούνται για σκοπούς πέραν εκείνων της άμεσης φορολογίας χωρίς προηγούμενη γραπτή συγκατάθεση του άλλου συμβαλλόμενου μέρους.
(3) Οι παρεχόμενες πληροφορίες κοινοποιούνται μόνο στα αφορώμενα πρόσωπα ή αρχές για σκοπούς άμεσης φορολογίας και χρησιμοποιούνται από τα εν λόγω πρόσωπα ή αρχές μόνο για τέτοιους σκοπούς ή για σκοπούς επιτήρησης, περιλαμβανομένης της έκβασης τυχόν προσφυγών. Για τους σκοπούς αυτούς, μπορούν να κοινοποιούνται πληροφορίες σε ακροαματικές διαδικασίες ή σε δικαστικές ενέργειες.
(4) Οταν η αρμόδια αρχή συμβαλλόμενου μέρους θεωρεί ότι οι πληροφορίες που έλαβε από την αρμόδια αρχή του άλλου συμβαλλόμενου μέρους ενδέχεται να είναι χρήσιμες για την αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους, μπορεί να τις διαβιβάζει σε αυτή την αρμόδια αρχή, με τη σύμφωνη γνώμη της αρμόδιας αρχής που παρέσχε τις πληροφορίες.
Άρθρο 14
Μεταβατική περίοδος
Στο τέλος της μεταβατικής περιόδου, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 10 παράγραφος 2 της οδηγίας, το Γκέρνζυ σταματά να εφαρμόζει την παρακράτηση φόρου και την κατανομή των εσόδων που προβλέπεται στην παρούσα Συμφωνία και αρχίζει να εφαρμόζει έναντι του άλλου συμβαλλόμενου μέρους τις διατάξεις για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών κατά τον τρόπο που προβλέπεται στα Κεφάλαιο ΙΙ της οδηγίας. Εάν κατά τη μεταβατική περίοδο το Γκέρνζυ επιλέξει να εφαρμόσει τις διατάξεις για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών κατά τον τρόπο που προβλέπεται στο Κεφάλαιο ΙΙ της οδηγίας, δεν θα εφαρμόζει πλέον την παρακράτηση φόρου /παρακράτηση φόρου στην πηγή και την κατανομή των εσόδων που προβλέπεται στο άρθρο 9 της παρούσας Συμφωνίας.
Άρθρο 15
Έναρξη ισχύος
Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 17 της παρούσας Συμφωνίας, η Συμφωνία τίθεται σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2005.
Άρθρο 16
Λήξη
(1) Η παρούσα Συμφωνία παραμένει σε ισχύ εφόσον δεν την καταΥΥε1λει ένα από τα συμβαλλόμενα μέρη.
(2) Έκαστο συμβαλλόμενο μέρος δύναται να καταγγείλει την παρούσα Συμφωνία με γραπτή κοινοποίηση προς το άλλο συμβαλλόμενο μέρος, στην οποία διευκρινίζονται οι συνθήκες που οδήγησαν στην εν λόγω κοινοποίηση. Στην περίπτωση αυτή, η Συμφωνία παύει να ισχύει 12 μετά την ημερομηνία γνωστοποίησης.
Άρθρο 17
Εφαρμογή και αναστολή της εφαρμογής
(1) Η εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας εξαρτάται από την έγκριση και εφαρμογή από όλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, την Ελβετία, την Ανδόρα, το Λιχτενστάιν, το Μονακό και το Σαν Μαρίνο και από όλα τα εξαρτημένα ή συνδεδεμένα εδάφη των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, αντίστοιχα, μέτρων σύμφωνων ή ισοδύναμων με τα προβλεπόμενα στην οδηγία ή στην παρούσα Συμφωνία, και τον καθορισμό των ίδιων ημερομηνιών εφαρμογής.
(2) Τα συμβαλλόμενα μέρη αποφασίζουν, με κοινή συμφωνία, τουλάχιστον έξι μήνες πριν από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 15 της παρούσας Συμφωνίας, κατά πόσον ο όρος που τίθεται στην παράγραφο 1 πληρούται όσον αφορά τις ημερομηνίες έναρξης ισχύος των σχετικών μέτρων στα κράτη μέλη, στις προαναφερθείσες τρίτες χώρες και στα εξηρτημένα ή συνδεδεμένα εδάφη.
(3) Με την επιφύλαξη της διαδικασίας αμοιβαίας συμφωνίας που προβλέπεται στο άρθρο 12 της παρούσας Συμφωνίας, οιοδήποτε από τα συμβαλλόμενα μέρη μπορεί να αναστείλει την εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας ή μερών αυτής με άμεση ισχύ, με κοινοποίηση στο άλλο μέρος στην οποία διευκρινίζονται οι συνθήκες που οδήγησαν στην εν λόγω κοινοποίηση εφόσον η οδηγία παύει να ισχύει είτε προσωρινά είτε μόνιμα σύμφωνα με το ευρωπαϊκό κοινοτικό δίκαιο ή σε περίπτωση που κράτος μέλος αναστείλει την εφαρμογή των οικείων εκτελεστικών διατάξεων. Η εφαρμογή της Συμφωνίας αποκαθίσταται μόλις παύσουν να συντρέχουν οι συνθήκες που οδήγησαν στην αναστολή.
(4) Με την επιφύλαξη της διαδικασίας αμοιβαίας συμφωνίας που προβλέπεται στο άρθρο 12 της παρούσας Συμφωνίας, οιοδήποτε από τα συμβαλλόμενα μέρη μπορεί να αναστείλει την εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας μέσω κοινοποίησης στο άλλο μέρος, διευκρινίζοντας τις συνθήκες που οδήγησαν στην εν λόγω κοινοποίηση εφόσον μία από τις τρίτες χώρες ή τα εδάφη που αναφέρονται στην παράγραφο 1 παύσουν στη συνέχεια να εφαρμόζουν τα μέτρα που αναφέρονται στην εν λόγω παράγραφο. Η αναστολή της εφαρμογής πραγματοποιείται το νωρίτερο δύο μήνες μετά τη γνωστοποίηση. Η εφαρμογή της Συμφωνίας αποκαθίσταται μόλις αποκατασταθούν και τα μέτρα από την εν λόγω τρίτη χώρα ή έδαφος.
Συντάχθηκε στην ελληνική και στην αγγλική γλώσσα και τα κείμενα σε όλες αυτές τις γλώσσες είναι εξίσου αυθεντικά.
ΠΑΡΑΡΤΉΜΑ
Κατάλογος των “εξομοιούμενων οργανισμών” στους οποίους αναφέρεται το άρθρο 11
Για τους σκοπούς του άρθρου 11 της παρούσας συμφωνίας, οι ακόλουθοι οργανισμοί θεωρούνται ως “εξομοιούμενοι προς δημόσια αρχή ή των οποίων ο ρόλος αναγνωρίζεται από διεθνή συνθήκη”:
ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ ΕΝΤΟΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ:
Βέλγιο
Regionflamande (VlaamsGewest) (φλαμανδική περιοχή)
Regionwallonne (περιοχή της Βαλλονίας)
Region de BruxellesCapitale/Brussels HoofdstedelijkGewest (περιοχήτωνΒρυξε)λώνΠρωτευούσης)
Communautefrancaise (γαλλικήκοινότητα)
Communauteflamande (VlaamseGemeenschap) (φλαμανδικήκοινότητα)
Communautegennanophone (DeutschsprachigeGellieinschaft) (γερμανόφωνηκοινότητα) Ισπανία
Xuntade Ga1icia (κυβέρνηση της αυτόνομης κοινότητας της Γαλικίας)
Juntade Anda1ucίa (κυβέρνηση της αυτόνομης κοινότητας της Ανδαλουσίας)
JuntadeExtremadura (κυβέρνηση της αυτόνομης κοινότητας της Εξτρεμαδούρας)
JuntadeCastilla- LaMancha (κυβέρνηση της αυτόνομης κοινότητας της Καστίλης -Λαμάντσα)
JuntadeCastilla Υ Leόη (κυβέρνηση της αυτόνομης κοινότητας της Καστίλης και Λεόν)
GobiernoForaldeNavacra (κυβέρνηση της Ναβάρας)
Govemdeles I1les Balears (κυβέρνηση των Βαλεαρίδων Νήσων)
GeneralitatdeCatalunya (κυβέρνηση της Καταλονίας)
GeneraJitatdeValcncia (κυβέρνηση της Βαλένσιας)
DiputacίόnGeneralde Arag6n (κυβέρνηση της Αραγκόν)
(jobiemodelas Is1as Canarias (κυβέρνηση των Καναρίων Νήσων)
GobiemodeMurcJa (κυβέρνηση της Μουρθίας)
GobiernodeMadrid (κυβέρνηση της Μαδρίτης)
GobiemodelaComunidadAutόnοmadelPaisVasco/Euzkadi (Κυβέρνησης της αυτόνομης κοινότητας της χώρας των Βάσκων)
DiputacionForaldeGuipuzcoa (επαρχιακό συμβούλιο του Γκουϊπούσκοα)
DiputacionForaldeVizcaya/Bizkaia (επαρχιακό συμβούλιο της Βισκάγιας)
DiputacionForaldeAlava (επαρχιακό συμβούλιο της Αλάβα)
Ayuntamiento de Maood (δήμοςτηςΜαδρίτης)
Ayuntamiento de Barcelona (δήμοςτηςΒαρκελώνης)
Cabildo Insular de Gran Canaria (συμβούλιοτηςΝήσουΓκρανΚανάρια)
Cabildo Insular de Tenerife (συμβούλιοτηςΝήσουΤενερίφης)
Instituto de CreditoOficial (πιστωτικόδημόσιοΊδρυμα)
InstitutoCatalandeFinanzaw (χρηματοδοτικό ίδρυμα της Καταλονίας)
Illstituto Va1enciano deFinanzas (χρηματοδοτικό ίδρυμα της Βαλένσιας)
Ελλάδα
Οργανισμός Τηλεπικοινωνιών Ελλάδας
Οργανισμός Σιδηροδρόμων Ελλάδας
Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού Γαλλία
LaCaissed`amortissementdeladetlesociale (CADES) (ταμείο απόσβεσης κοινωνικού χρέους)
L`Agencefran<;aisededeveloppement (AFD) (γαλλικός οργανισμός ανάπτυξης)
ReseauFenedeFrance (RFF) (δίκτυο σιδηροδρόμων της Γαλλίας)
Caisse Nationa1e desAutoroutes (CNA) (εθνικό ταμείο αυτοκινητοδρόμων)
AssistancepubliqueHopitauxdeParis (ΑΡΗΡ) (δημόσια περίθαλψη, νοσοκομεία των Παρισίων)
CharbonnagesdeFrance (CDF) (ανθρακωρυχεία της Γαλλίας)
Entrepήseminiereetchimique (EMC) (μεταλλευτική και χημική επιχείρηση)
Ιταλία
Regions (περιοχές)
Provinces (επαρχίες)
Municipa1ities (δήμοι)
CassaDepositi e Prestiti (ταμείο παρακαταθηκών και δανείων)
Λετονία
paSva1dibas (τοπικές κυβερνήσεις)
Πολωνία
gminy (κοινότητες)
powiaty (περιφέρειες)
wοjewόdztWa (επαρχίες)
zwiazkigmiu (ενώσεις κοινοτήτων)
zwiazkipοwiatόw (ενώσεις περιφερειών)
zwiazkiwοjewόdztw (ενώσεις επαρχιών)
miastostoleczneWarszawa (πρωτεύουσα πόλη της Βαρσοβίας)
AgencjaRestrukturyzacji i ModernizacjiRolnictwa (Οργανισμός για την αναδιάρθρωση και τον εκσυγχρονισμό της γεωργίας)
AgencjaNierochomosciRolnych (Οργανισμός γεωργικής ιδιοκτησίας)
Πορτογαλία
RegiaoAutόnοmadaMadeira (αυτόνομη περιοχή της Μαδέρας)
RegiaoAutόnοmadosAγοres (αυτόνομη περιοχή των Αζορών)
Municipa1ities (δήμοι)
Σλοβακία
mesta a obce (κοινότητες)
ZelezniceSlovenskejrepubliky (Σλοβανική εταιρεία σιδηροδρόμων)
Statnyfondcestnehohospodarstva (Εθνικό ταμείο διαχείρισης οδών)
Slovenskeelektrame (σλοβακικοί σταθμοί ηλεκτρικού ρεύματος)
Vodohospodarskavystavba (Εταιρεία της ορθολογικής χρήσεως των υδάτων)
ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ
Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης
Eυρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων
Ασιατική Τράπεζα Ανάπτυξης
Αφρικανική Τράπεζα Ανάπτυξης
Παγκόσμια Τράπεζα/ΔΤΑΑ/ΔΝΤ
Διεθνής Οργανισμός Χρηματοδότησης
Διμερικανική Τράπεζα Ανάπτυξης
Ταμείο Κοινωνικής Ανάπτυξης του Συμβουλίου της Ευρώπης
ΕΥΡΑΤΟΜ
Ευρωπαϊκή Κοινότητα
Χρηματοδοτική Συνεργασία για την Ανάπτυξη των Άνδεων (CAF)
Ευρωπαϊκή Εταιρεία για τη Χρηματοδότηση σιδηροδρομικού υλικού
Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα & Χάλυβα
Επενδυτική Τράπεζα των Βορειοευρωπαϊκών χωρών Αναπτυξιακή Τράπεζα της Καραϊβικής
Οι διατάξεις του άρθρου 11 δεν θίγουν τυχόν διεθνείς υποχρεώσεις που τα συμβαλλόμενα μέρη έχουν αναλάβει έναντι των προαναφερόμενων διεθνών οργανισμών.
ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ:
Οι εν λόγω οργανισμοί πληρούν τα εξής κριτήρια:
1) Ο οργανισμός θεωρείται σαφώς ως δημόσιος σύμφωνα με τα εθνικά κριτήρια.
2) Ο δημόσιος αυτός οργανισμός δραστηριοποιείται εκτός του εμπορικού τομέα, διαχειρίζεται και χρηματοδοτεί ομάδα κοινωφελών δραστηριοτήτων παρέχοντας αγαθά και υπηρεσίες εκτός του εμπορικού τομέα και ελέγχεται όντως από τη γενική κυβέρνηση
3) Ο δημόσιος αυτός οργανισμός εκδίδει τακτικά και μεγάλα ομολογιακά δάνεια.
4) Το συγκεκριμένο κράτος είναι σε θέση να εγγυηθεί ότι ο δημόσιος αυτός οργανισμός δεν θα προβεί σε πρόωρη εξόφληση
ΟΡΟΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΟΣ:
Ο κατάλογος των εξομοιούμενων οργανισμών του παρόντος παραρτήματος είναι δυνατό να τροποποιηθεί με αμοιβαία συμφωνία.
ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΥΠΟ ΜΟΡΦΗ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗΣ ΕΠΙΣΤΟΛΩΝ ΓΙΑ ΤΗ ΦΟΡΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΕΙΣΟΔΗΜΑ ΤΩΝ ΑΠΟ ΑΠΟΤΑΜΙΕΥΣΕΙΣ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΩΡΙΝΉ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ
Α. Επιστολή της Ελληνικής Δημοκρατίας
Κύριε,
Λαμβάνω την τιμή να αναφερθώ στα κείμενα “Προτεινόμενο υπόδειγμα συμφωνίας μεταξύ εκάστης των νήσων Γκέρνζυ, Μαν και Τζέρσεϋ και εκάστου κράτους μέλους της ΕΕ που πρόκειται να εφαρμόσει την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών” και “Προτεινόμενο υπόδειγμα συμφωνίας μεταξύ εκάστης των νήσων Γκέρνζυ, Μαν και Τζέρσεϋ και εκάστου κράτους μέλους της ΕΕ που πρόκειται να εφαρμόσει την παρακράτηση φόρου στην πηγή κατά τη μεταβατική περίοδο”, που προέκυψαν από τις διαπραγματεύσεις με τις αρχές των Νήσων σχετικά με συμφωνία για φορολογία των εισοδημάτων από αποταμιεύσεις και επισυνάπτονται, ως παράρτημα Ι και παράρτημα II αντιστοίχως, στα αποτελέσματα των εργασιών της ομάδας εργασίας Υψηλού Επιπέδου του Συμβουλίου Υπουργών της Ευρωπαϊκής Ενωσης της 12 Μαρτίου (έγγρ. 7408/04 FISC 58).
Ενόψει των προαναφερθέντων κειμένων, έχω την τιμή να σας υποβάλω τη “Συμφωνία για τη φορολόγηση των εισοδημάτων από αποταμιεύσεις”, όπως περιλαμβάνεται στο Προσάρτημα Ι της παρούσας επιστολής, και να σας γνωστοποιήσω την αμοιβαία μας δέσμευση για ευθυγράμμιση των εσωτερικών μας συνταγματικών διαδικασιών το συντομότερο δυνατό ώστε να τεθεί σε ισχύ η εν λόγω Συμφωνία και για αμοιβαία ενημέρωση αμέσως μόλις ολοκληρωθούν αυτές οι διατυπώσεις.
Μέχρι να ολοκληρωθούν οι προαναφερθείσες εσωτερικές διαδικασίες και να τεθεί σε ισχύ η εν λόγω “Συμφωνία για τη φορολόγηση των εισοδημάτων από αποταμιεύσεις”, έχω την τιμή να σας εισηγηθώ η Ελληνική Δημοκρατία και η Νήσος του Μαν να εφαρμόσουν προσωρινά αυτή τη συμφωνία, σύμφωνα με τις οικείες συνταγματικές μας απαιτήσεις, από την 1η Ιανουαρίου 2005, ή από την ημερομηνία εφαρμογής της οδηγίας 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 2003, για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις, όποια εκ των δύο είναι μεταγενέστερη.
Έχω την τιμή να εισηγηθώ, εάν η Κυβέρνησή σας αποδέχεται τα ανωτέρω, η παρούσα επιστολή και η επιβεβαίωσή σας να αποτελέσουν από κοινού συμφωνία μεταξύ Ελληνικής Δημοκρατίας και Νήσου του Μαν.
Με εξαιρετική εκτίμηση,
Για την Ελληνική Δημοκρατία
Εγινε στις 19 Μαϊου 2004, στην Αθήνα

Β. Eπιστολή της Νήσου του Mαν
Κύριε,
Εχω την τιμή να σας γνωστοποιήσω τη λήψη της σημερινής επιστολής σας, η οποία έχει ως ακολούθως:
“Κύριε,
Λαμβάνω την τιμή να αναφερθώ στα κείμενα “Προτεινόμενο υπόδειγμα συμφωνίας μεταξύ εκάστης των νήσων Γκέρνζυ, Μαν και Τζέρσεϋ και εκάστου κράτους μέλους της ΕΕ που πρόκειται να εφαρμόσει την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών” και “Προτεινόμενο υπόδειγμα συμφωνίας μεταξύ εκάστης των νήσων Γκέρνζυ, Μαν και Τζέρσεϋ και εκάστου κράτους μέλους της ΕΕ που πρόκειται να εφαρμόσει την παρακράτηση φόρου στην πηγή κατά τη μεταβατική περίοδο”, που προέκυψαν από τις διαπραγματεύσεις με τις αρχές των Νήσων σχετικά με συμφωνία για φορολογία των εισοδημάτων από αποταμιεύσεις και επισυνάπτονται, ως παράρτημα Ι και παράρτημα ΙΙ αντιστοίχως, στα αποτελέσματα των εργασιών της ομάδας εργασίας Υψηλού Επιπέδου του Συμβουλίου Υπουργών της Ευρωπαϊκής Ενωσης της 12ης Μαρτίου (έγγρ. 7408/04 FISC 58)
Ενόψει των προαναφερθέντων κειμένων, έχω την τιμή να σας υποβάλω τη “Συμφωνία για τη φορολόγηση των εισοδημάτων από αποταμιεύσεις”, όπως περιλαμβάνεται στο Προσάρτημα Ι της παρούσας επιστολής, και να σας γνωστοποιήσω την αμοιβαία μας δέσμευση για ευθυγράμμιση των εσωτερικών μας συνταγματικών διαδικασιών το συντομότερο δυνατό ώστε να τεθεί σε ισχύ η εν λόγω Συμφωνία και για αμοιβαία ενημέρωση αμέσως μόλις ολοκληρωθούν αυτές οι διατυπώσεις.
Μέχρι να ολοκληρωθούν οι προαναφερθείσες εσωτερικές διαδικασίες και να τεθεί σε ισχύ η εν λόγω “Συμφωνία για τη φορολόγηση των εισοδημάτων από αποταμιεύσεις”, έχω την τιμή να εισηγηθώ η Ελληνική Δημοκρατία και η Νήσος του Μαν να εφαρμόσουν προσωρινά αυτή τη συμφωνία, σύμφωνα με τις οικείες συνταγματικές μας απαιτήσεις, από την 1η Ιανουαρίου 2005, ή από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της οδηγίας 2003/48/ΕK του Συμβουλίου της 3ης Ιουνίου 2003, για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδήματος από απoταμιεύσεις όποια εκ των δύο είναι μεταγενέστερη.
Θα επιθυμούσα να εισηγηθώ, εάν η Κυβέρνησή σας αποδέχεται τα ανωτέρω, η παρούσα επιστολή και η επιβεβαίωσή σας να αποτελέσουν από κοινού συμφωνία μεταξύ Ελληνικής Δημοκρατίας και Νήσου του Μαν.
Με εξαιρετική εκτίμηση,”
Eπιβεβαιώνω ότι η Νήσος του Μαν συμφωνεί με το περιεχόμενο της επιστολής σας.
Με εξαιρετική εκτίμηση,
Για τη Νήσο του Μαν
Treasury Minister
Εγινεστ.. Douglas 19.11.04.
Προσάρτημα 1
ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΦΟΡΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΩΝ ΑΠΟ ΑΠΟΤΑΜΙΕΥΣΕΙΣ ΜΕΤΑΞΥ ΝΗΣΟΥ ΤΟΥ ΜΑΝ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ΤΑ ΕΞΗΣ:
1. Το άρθρο 17 της οδηγίας 2003/48/ΕΟΚ (“η οδηγία”) του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης (“το Συμβούλιο”) για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις ορίζει ότι πριν από την 1η Ιανουαρίου 2004, τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που απαιτούνται για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία και ότι οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται από την 1η Ιανουαρίου 2005, υπό τον όρο ότι

i) η Ελβετική Συνομοσπονδία, το Πριγκιπάτο του Λιχτενστάιν, η Δημοκρατία του Αγίου Μαρίνου, το Πριγ1Ctπάτο του Μονακό και το Πριγκιπάτο της Ανδόρας, εφαρμόζουν από την αυτή ημερομηνία μέτρα ισοδύναμα με τα προβλεπόμενα στην παρούσα οδηγία, κατ` εφαρμογή συμφωνιών που θα συνάψουν με την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, κατόπιν ομόφωνων αποφάσεων του Συμβουλίου,
(ii) όλες οι συμφωνίες ή άλλοι διακανονισμοί που υφίστανται και προβλέπουν ότι τα εξαρτημένα ή συνδεδεμένα εδάφη εφαρμόζουν από την αυτή ημερομηνία την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών με τον ίδιο τρόπο που θεσπίζει το κεφάλαιο ΙΙ της παρούσας oδηγίας, (ή, κατά τη μεταβατική περίοδο του άρθρου 10, επιβάλλουν παρακράτηση του φόρου στην πηγή με τους ίδιους όρους που ορίζονται στα άρθρα 11 και 12)”.
2. Οι σχέσεις της Νήσου του Μαν με την ΕΕ καθορίζονται από το Πρωτόκολλο 3 της Συνθήκης Πρoσχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Βάσει των όρων του Πρωτοκόλλου της Νήσου του Μαν δεν υπάγεται στο φορολογικό έδαφος της ΕΕ.
3. Η Νήσος του Μαν σημειώνει ότι, παρότι ο απώτερος στόχος των κρατών μελών της ΕΕ είναι η θέσπιση πραγματικής φορολογίας των τόκων στο Κράτος μέλος που έχει φορολογική κατοικία ο πραγματικός δικαιούχος μέσω της μεταξύ τους ανταλλαγής πληροφοριών περί τόκων, τρία κράτη μέλη, η Αυστρία, το Βέλγιο και το Λουξεμβούργο, δεν υποχρεούνται να ανταλλάσσουν Πληροφορίες για μεταβατική περίοδο, αλλά θα εφαρμόζουν φόρο παρακράτησης στα εισοδήματα από αποταμιεύσεις που καλύπτονται από την οδηγία.
4. Η “παρακράτηση φόρου στην πηγή” για την οποία γίνεται λόγος στην οδηγία, στην εσωτερική νομοθεσία της Νήσου του Μαν θα αναφέρεται ως “παρακράτηση φόρου”. Ως εκ τούτου, για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας, οι δύο αυτοί όροι -“παρακράτηση φόρου στην πηγή”/”παρακράτηση φόρου” θεωρούνται συνώνυμοι.
5. Η Νήσος του Μαν συμφώνησε να εφαρμόσει παρακράτηση φόρου από την 1η Ιανουαρίου 2005, υπό τον όρο ότι τα κράτη μέλη έχουν θεσπίσει τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που απαιτούνται για να συμμορφωθούν με την οδηγία και ότι τηρούνται εν γένει οι απαιτήσεις του άρθρου 17 της οδηγίας και του άρθρου 17, παράγραφος 2 της παρούσας Συμφωνίας.
7. Η Νήσος του Μαν συμφώ\1Ίσε να εφαρμόσει την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών κατά τον τρόπο που προβλέπεται στο Κεφάλαιο ΙΙ της οδηγίας από το τέλος της μεταβατικής περιόδου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 10, παράγραφος 2 της οδηγίας.
7. Η Νήσος του Μαν διαθέτει νομοθεσία σχετικά με τους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων η οποία θεωρείται ισότιμη ως προς τα αποτελέσματά της με την κοινοτική νομοθεσία που αναφέρεται στα άρθρα 2 και 6 της οδηγίας.
Η Νήσος του Μαν και η Ελληνική Δημοκρατία, καλούνται στο εξής “συμβαλλόμενο μέρος) ή “συμβαλλόμενα μέρη”, εκτός εάν προκύπτει άλλως από τα συμφραζόμενα, Συμφώνησαν να συνάψουν την ακόλουθη συμφωνία, η οποία περιέχει υποχρεώσεις από την πλευρά των συμβαλλομένων μερών μόνo και προβλέπει:
α) την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών από την αρμόδια αρχή της Ελληνικής Δημοκρατίας προς την αρμόδια αρχή της Νήσου του Μαν όπως ακριβώς και προς την αρμόδια αρχή κράτους μέλους,
β) την εφαρμογή από τη Νήσο του Μαν, κατά τη μεταβατική περίοδο που ορίζεται στο άρθρο 10 της οδηγίας, παρακράτησης φόρου από την ίδια ημερομηνία και με τους ίδιους όρους που περιλαμβάνονται στα άρθρα 11 και 12 της οδηγίας αυτής,
γ) την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών από την αρμόδια αρχή της Νήσου του Μαν προς την αρμόδια αρχή της Ελληνικής Δημοκρατίας σύμφωνα με το άρθρο 13 της οδηγίας,
δ) τη μεταφορά από την αρμόδια αρχή της Nήσου του Μαν προς την αρμόδια αρχή της Ελληνικής Δημοκρατίας του 75% των εσόδων από την παρακράτηση φόρου. όσον αφορά τόκους που καταβάλλει φορέας πληρωμής εγκατεστημένος σε συμβαλλόμενο μέρος σε φυσικό πρόσωπο που κατοικεί σε άλλο συμβαλλόμενο μέρος.
Για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας, ο όρος “αρμόδια αρχή”, όταν ισχύει για τα συμβαλλόμενα μέρη σημαίνει [autoritecompetente] όσον αφορά την Ελληνική Δημοκρατία και ” theChiefFinancialOfficeroftheTreasuryorhisdelegate ” όσον αφορά τη Νήσο του Μαν.
Άρθρο 1 Παρακράτηση φόρου από φορείς πληρωμής
Οι τόκοι, όπως ορίζονται στο άρθρο 8 της παρούσας Συμφωνίας, τους οποίους καταβάλλει φορέας πληρωμής εγκατεστημένος στη Νήσο του Μαν σε πραγματικούς δικαιούχους κατά την έννοια του άρθρου 5 της παρούσας Συμφωνίας οι οποίοι είναι κάτοικοι της Ελληνικής Δημοκρατίας υπόκεινται, με την επιφύλαξη του άρθρου 3 της παρούσας Συμφωνίας, σε παρακράτηση από -το ποσό του τόκου κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 14 της παρούσας Συμφωνίας, αρχής γενομένης από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 15 της παρούσας Συμφωνίας. Το ποσοστό της παρακράτησης φόρου ανέρχεται σε 15% κατά τα τρία πρώτα έτη της μεταβατικής περιόδου, σε 20% για τα επόμενα τρία έτη και σε 35% στη συνέχεια.
Άρθρο 2 Διαβίβαση πληροφοριών από φορείς πληρωμής
(1) Σε περίπτωση πληρωμής τόκων, όπως ορίζονται στο άρθρο 8 της παρούσας Συμφωνίας, από φορέα πληρωμής εγκατεστημένο στην Ελληνική Δημοκρατία σε πραγματικούς δικαιούχους, όπως ορίζονται στο άρθρο 5 της παρούσας Συμφωνίας, οι οποίοι κατοικούν στη Νήσο του Μαν, ή σε περιπτώσεις που εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 3, παράγραφος 1, στοιχείο
α) της παρούσας Συμφωνίας, ο φορέας πληρωμής ενημερώνει την αρμόδια αρχή τού σχετικά με τα εξής:
α) τα στοιχεία ταυτότητας και την κατοικία του πραγματικού δικαιούχου που προσδιορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 6 της παρούσας συμφωνίας,
β) το όνομα και τη διεύθυνση του φορέα πληρωμής,
γ) τον αριθμό λογαριασμού του πραγματικού δικαιούχου ή, ελλείψει αυτού, τα στοιχεία της απαίτησης που αποτελεί γενεσιουργό αιτία των καταβαλλόμενων τόκων,
δ) πληροφορίες σχετικά με την πληρωμή των τόκων που υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 4, παράγραφος 1 της παρούσάς συμφωνίας. Εντούτοις, κάθε συμβαλλόμενο μέρος δύναται να περιορίσει το ελάχιστο επίπεδο πληροφοριών που πρέπει να υποβάλλεται από τον φορέα πληρωμής σχετικά με την καταβολή τόκων στο συνολικό ποσό των τόκων ή του εισοδήματος και στο συνολικό ποσό των εσόδων από την πώληση, την εξαγορά ή την εξόφληση, και η Ελληνική Δημοκρατία συμμορφώνεται με την παράγραφο του παρόντος άρθρου.
(2) Εντός εξαμήνου από τη λήξη του φορολογικού τους έτους, η αρμόδια αρχή της Ελληνικής Δημοκρατίας ανακοινώνει στην αρμόδια αρχή της Nήσου του Μαν αυτoμάτως, πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1, σημεία α) έως δ) του παρόντος άρθρου, όσον αφορά το σύνολο των τόκων που καταβλήθηκαν κατά τη διάρκεια του εν λόγω έτους.
: Άρθρο 3 Εξαιρέσεις από τη διαδικασία παρακράτησης φόρου
(1) Η Νήσος του Μαν, όταν εφαρμόζει παρακράτηση φόρου σύμφωνα με το άρθρο 1 της παρούσας Συμφωνίας, προβλέπει μία ή και τις δύο από τις ακόλουθες διαδικασίες προκειμένου να διασφαλίσει ότι οι πραγματικοί δικαιούχοι μπορούν να ζητήσουν να μην πραγματοποιηθεί παρακράτηση φόρου:
α) διαδικασία η οποία επιτρέπει στον πραγματικό δικαιούχο, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της παρούσας Συμφωνίας, να αποφύγει την παρακράτηση φόρου που διευκρινίζεται στο άρθρο 1 της παρούσας Συμφωνίας εξουσιοδοτώντας ρητά τον φορέα πληρωμής του να υποβάλει τις πληρωμές τόκων στην αρμόδια αρχή του συμβαλλόμενου μέρους στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο φορέας πληρωμής. Αυτή η εξουσιοδότηση θα καλύπτει όλες τις πληρωμές τόκων προς τον πραγματικό δικαιούχο από τον εν λόγω φορέα πληρωμής,
β) διαδικασία που διασφαλίζει ότι δεν επιβάλλεται παρακράτηση φόρου όταν ο πραγματικός δικαιούχος υποβάλλει στον φορέα πληρωμής πιστοποιητικό στο όνομά του που του χορηγεί η αρμόδια αρχή του συμβαλλόμενου μέρους της φορολογικής κατοικίας του σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.
(2) Μετά από αίτηση του πραγματικού δικαιούχου, η αρμόδια αρχή του συμβαλλόμενου μέρους της φορολογικής κατοικίας του εκδίδει πιστοποιητικό στο οποίο αναφέρονται:
ί) το όνομα, η διεύθυνση και ο αριθμός φορολογικού μητρώου ή, αν δεν υπάρχει, η ημερομηνία και ο τόπος γέννησης του πραγματικού δικαιούχου,
ίί) το όνομα και τη διεύθυνση του φορέα πληρωμής,
ίίί) ο αριθμός λογαριασμού του πραγματικού δικαιούχου ή, εάν δεν υπάρχει, τα στοιχεία του τίτλου που ενσωματώνει την απαίτηση.
Το πιστοποιητικό αυτό ισχύει για περίοδο που δεν υπερβαίνει τα τρία έτη. Η χορήγηση του εν λόγω πιστοποιητικού στον πραγματικό δικαιούχο που το έχει ζητήσει πραγματοποιείται εντός προθεσμίας δύο μηνών από την υποβολή της αιτήσεως.
(3) Στις περιπτώσεις που εφαρμόζεται η παράγραφος 1 στοιχείο α) του παρόντος άρθρου, η αρμόδια αρχή της Νήσου του Μαν στην οποία είναι εγκατεστημένος ο φορέας πληρωμής κοινοποιεί στην αρμόδια αρχή της Ελληνικής Δημοκρατίας τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 της παρούσας Συμφωνίας, ως χώρας κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου. Αυτές οι κοινοποιήσεις διεξάγονται αυτομάτως τουλάχιστον μία φορά το έτος, εντός εξαμήνου μετά το τέλος του φορολογικού έτους που ορίζεται βάσει της νομοθεσίας του συμβαλλόμενου μέρους, όσον αφορά το σύνολο των τόκων που καταβλήθηκαν κατά τη διάρκεια του συγκεκριμένου έτους.
Άρθρο 4 Βάση αξιολόγησης για την παρακράτηση φόρου
(1) Φορέας πληρωμής εγκατεστημένος στη Νήσο του Μαν επιβάλλει φόρο παρακράτησης σύμφωνα με το άρθρο 1 της παρούσας συμφωνίας, ως εξής:
α) σε περίπτωση καταβολής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 1 στοιχείο.
α) της παρούσας Συμφωνίας: επί του ακαθάριστου ποσού των καταβληθέντων ή πιστωθέντων τόκων,
β) σε περίπτωση καταβολής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 1 στοιχείο β) ή δ) της παρούσας Συμφωνίας: στο ποσό του τόκου ή του εισοδήματος που αναφέρεται στα στοιχεία β) ή δ) αυτού του εδαφίου ή με εισφορά ισοδύναμου αποτελέσματος που θα βαρύνει τον δικαιούχο επί του συνολικού ποσού των εσόδων από την πώληση, την εξαγορά ή την εξόφληση,
γ) σε περίπτωση καταβολής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 1 στοιχείο γ) της παρούσας Συμφωνίας: στο ποσό των τόκων που αναφέρεται στο εν λόγω εδάφιο,
δ) σε περίπτωση καταβολής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 4 της παρoύσας Συμφωνίας: στο ποσό του τόκου που αναλογεί σε κάθε μέλος της έννομης οντότητας που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 της παρούσας Συμφωνίας το οποίο πληροί τους όρους του άρθρου 5 παράγραφος 1 της παρούσας Συμφωνίας,
ε) σε περίπτωση που η Νήσος του Μαν ασκεί το δικαίωμα που προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφος 5 της παρούσας Συμφωνίας: στο ποσό των ανοιγμένων σε ετήσια βάση τόκων.
(2) Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 στοιχεία α) και β) του παρόντος άρθρου, η παρακράτηση φόρoυ εκπίπτει κατ` αναλογία για την περίοδο κατά την οποία ο πραγματικός δικαιούχος κατείχε τον χρεωστικό τίτλο. Εάν ο φορέας πληρωμής αδυνατεί να προσδιορίσει την περίοδο κατοχής με βάση τις πληροφορίες που του διατίθενται, ο φορέας πληρωμής μεταχειρίζεται τον πραγματικό δικαιούχο ως έχοντα στην κατοχή του τον χρεωστικό τίτλο καθ` όλη τη διάρκεια της ύπαρξής του, εκτός εάν ο τελευταίος παράσχει αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την ημερομηνία αγοράς.
(3) Η επιβολή παρακράτησης φόρου από τη Νήσο του Μαν δεν εμποδίζει το άλλο συμβαλλόμενο μέρος της φορολογικής κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου να φορολογήσει το εισόδημα σύμφωνα με την εθνική του νομοθεσία.
(4) Κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, η Νήσος του Μαν μπορεί να προβλέπει ότι ο οικονομικός φορέας που καταβάλλει τόκους, ή εξασφαλίζει την καταβολή των τόκων, σε έννομη οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 της παρούσας Συμφωνίας στο άλλο συμβαλλόμενο μέρος θεωρείται ως ο φορέας πληρωμής για λογαριασμό της οντότητας και θα επιβάλει την παρακράτηση φόρου επί των τόκων αυτών, εκτός εάν η οντότητα έχει επισήμως δεχθεί να κοινοποιούνται σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο του άρθρου 7 παράγραφος 2 της παρούσας Συμφωνίας η επωνυμία της, η διεύθυνσή της και το συνολικό ποσό των τόκων που της καταβάλλονται ή εξασφαλίζονται για λογαριασμό της.
Άρθρο 5 Ορισμός του πραγματικού δικαιούχου
(1) Για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας, ως “πραγματικός δικαιούχος” νοείται το φυσικό πρόσωπο που εισπράττει τόκους για ίδιο σκοπό ή οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο προς όφελος του οποίου εξασφαλίζεται πληρωμή τόκων, εκτός εάν το εν λόγω φυσικό πρόσωπο μπορεί να παράσχει αποδεικτικά στοιχεία ότι δεν έχει εισπράξει ή εξασφαλίσει την πληρωμή τόκων για δικό του λογαριασμό. Ένα φυσικό πρόσωπο δεν θεωρείται πραγματικός δικαιούχος όταν:
α) ενεργεί ως φορέας πληρωμής κατά την έννοια του άρθρου 7 παράγραφος 1 της παρούσας Συμφωνίας,
β) ενεργεί εξ ονόματος νομικού προσώπου, οντότητας που φορολογείται επί των κερδών της βάσει των γενικών ρυθμίσεων περί φορολογίας των επιχειρήσεων, ΟΣΕΚΑ εγκεκριμένου σύμφωνα με την οδηγία 85/611/ΕΟΚ ή ισoδύναμoυ οργανισμού συλλογικών επενδύσεων εγκατεστημένου στη Νήσο του Μαν, ή οντότητας που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 της παρούσας Συμφωνίας, και, στην τελευταία περίπτωση, κοινοποιεί την επωνυμία και τη διεύθυνση της οντότητας στον οικονομικό φορέα που καταβάλλει τους τόκους και ο τελευταίος διαβιβάζει, εν συνεχεία, αυτές τις πληροφορίες στην αρμόδια αρχή του συμβαλλομένου μέρους της εγκατάστασης,
γ) ενεργεί εξ oνόματoς άλλου φυσικού προσώπου που είναι ο πραγματικός δικαιούχος και αποκαλύπτει στον φορέα πληρωμής τα στοιχεία ταυτότητας του πραγματικού δικαιούχου.
(2) Στην περίπτωση που ο φορέας πληρωμής έχει στη διάθεσή του στοιχεία που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το φυσικό πρόσωπο στο οποίο καταβάλλονται τόκοι ή για το οποίο εξασφαλίζεται η πληρωμή τόκων ενδεχομένως να μην είναι ο πραγματικός δικαιούχος και που δεν εφαρμόζεται ούτε η παράγραφος 1 στοιχείο α) ούτε η παράγραφος 1 στοιχείο β) του παρόντος άρθρου, λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για να προσδιορίσει την ταυτότητα του πραγματικού δικαιούχου, Αν ο φορέας πληρωμής αδυνατεί να προσδιορίσει τον πραγματικό δικαιούχο, το εν λόγω φυσικό πρόσωπο θεωρείται ως πραγματικός δικαιούχος.
Άρθρο 6 Στοιχεία ταυτότητας και Kατοικία του πραγματικού δικαιούχου
(1) Κάθε Μέρος προβαίνει στη θέσπιση και διασφαλίζει την εφαρμογή στο έδαφός του των αναγκαίων διαδικασιών που εmτρέπουν στον φορέα πληρωμής να προσδιορίζει τους πραγματικούς δικαιούχους και την κατοικία τους για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας.
Οι διαδικασίες αυτές πληρούν τους ελάχιστους κανόνες που καθορίζονται στις παραγράφους 2 και 3.
(2) Ο φορέας πληρωμής προσδιορίζει την ταυτότητα του πραγματικού δικαιούχου συναρτήσει ελαχίστων κανόνων οι οποίοι πoικίλλoυν ανάλογα με τον χρόνο έναρξης των σχέσεων μεταξύ φορέα πληρωμής και δικαιούχου των τόκων, ως εξής:
α) όσον αφορά τις συμβατικές σχέσεις που έχουν συναφθεί πριν από την 1η Ιανουαρίου 2004, ο φορέας πληρωμής προσδιορίζει την ταυτότητα του πραγματικού δικαιούχου, ήτοι το όνομα και τη διεύθυνσή του, χρησιμοποιώντας τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του, ιδίως κατ` εφαρμογή των ισχυόντων στη χώρα εγκατάστασής του κανονισμών και της οδηγίας 91/308/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 10ης Ιουνίου 1991, για την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες στην περίπτωση της Ελληνικής Δημοκρατίας ή ισοδύναμης νομοθεσίας στην περίπτωση της Νήσου του Μαν,
β) όσον αφορά τις συμβατικές σχέσεις που συνάπτονται, ή τις συναλλαγές που πραγματοποιούνται χωρίς να υπάρχουν συμβατικές σχέσεις, από 1 ης Ιανουαρίου 2004 και εξής, ο φορέας πληρωμής εξακριβώνει την ταυτότητα του πραγματικού δικαιούχου, ήτοι το όνομα, τη διεύθυνση και, εάν υπάρχει, τον αριθμό φορολογικού μητρώου στο κράτος μέλος της φορολογικής κατοικίας του. Τα στοιχεία αυτά θα πρέπει να προσδιορίζονται βάσει του διαβατηρίου ή του επίσημου δελτίου ταυτότητας που υποβάλλει ο πραγματικός δικαιούχος. Εάν η διεύθυνση δεν αναγράφεται στο εν λόγω διαβατήριο ή επίσημο δελτίο ταυτότητας, εξακριβώνεται βάσει οποιουδήποτε αποδεικτικού εγγράφου που υποβάλλει ο πραγματικός δικαιούχος. Εάν ο αριθμός φορολογικού μητρώου δεν αναγράφεται στο διαβατήριο, ή στο επίσημο δελτίο ταυτότητας ή σε άλλο επίσημο έγγραφο ταυτότητας, ενδεχομένως στο πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας, που υποβάλλει ο πραγματικός δικαιούχος, τα στοιχεία ταυτότητας συμπληρώνονται με την ημερομηνία και τον τόπο γέννησης του πραγματικού δικαιούχου που προκύπτουν από το διαβατήριο ή το επίσημο δελτίο ταυτότητας.
(3) Ο φορέας πληρωμής προσδιορίζει την κατοικία του πραγματικού δικαιούχου βάσει ελάχιστων κανόνων που ποικίλλουν ανάλογα με το χρόνο έναρξης των σχέσεων μεταξύ του φορέα πληρωμής και του δικαιούχου των τόκων. Με την επιφύλαξη των κατωτέρω, ως κατοικία θεωρείται η χώρα στην οποία ο πραγματικός δικαιούχος έχει τη μόνιμη διεύθυνση του:
α)όσον αφορά τις συμβατικές σχέσεις που έχουν συναφθεί πριν από την 1η Ιανουαρίου 2004, ο φορέας πληρωμής προσδιορίζει την κατοικία του πραγματικού δικαιούχου χρησιμοποιώντας τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του, ιδίως κατ` εφαρμογή των ισχυόντων στη χώρα εγκατάστασής του κανονισμών και της οδηγίας 91/308/ΕΟΚ στην περίπτωση της Eλληνικής Δημοκρατίας ή ισοδύναμης νομοθεσίας στην περίπτωση της Νήσου του Μαν,
β)όσον αφορά τις συμβατικές σχέσεις που συνάπτονται ή, τις συναλλαγές που πραγματοποιούνται χωρίς να υπάρχουν συμβατικές σχέσεις, από 1 ης Ιανουαρίου 2004 και εξής, οι φορείς πληρωμής προσδιορίζουν την κατοικία του δικαιούχου βάσει της διεύθυνσης που αναγράφεται στο διαβατήριο ή στο επίσημο δελτίο ταυτότητας ή, εν ανάγκη, βάσει οιουδήποτε αποδεικτικού εγγράφου το οποίο παρουσιάζει ο πραγματικός δικαιούχος, σύμφωνα με την ακόλουθη διαδικασία: όσον αφορά τα φυσικά πρόσωπα που παρουσιάζουν διαβατήριο ή επίσημο δελτίο ταυτότητας που έχει εκδώσει κράτος μέλος και τα οποία δηλώνουν ότι είναι κάτοικοι τρίτης χώρας, η κατοικία καθορίζεται βάσει πιστοποιητικού φορολογικής κατοικίας που εκδίδεται από την αρμόδια αρχή της τρίτης χώρας στην οποία το εν λόγω φυσικό πρόσωπο δηλώνει ότι κατοικεί. Εφόσον δεν υπάρχει τέτοιο πιστοποιητικό, θεωρείται ως τόπος κατοικίας το κράτος μέλος το οποίο εξέδωσε το διαβατήριο ή το άλλο επίσημο έγγραφο ταυτότητας.
Άρθρο 7 Ορισμός του φορέα πληρωμής
(4) Για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας, ως “φορέας πληρωμής” νοείται οποιοσδήποτε οικονομικός φορέας, ο οποίος καταβάλλει τόκους στον πραγματικό δικαιούχο ή εξασφαλίζει την καταβολή τόκων προς άμεσο όφελος αυτού, ανεξαρτήτως του αν ο φορέας αυτός είναι ο οφειλέτης της απαίτησης ή ο φορέας στον οποίο έχει αναθέσει ο οφειλέτης ή ο πραγματικός δικαιούχος την πληρωμή των τόκων ή την εξασφάλιση αυτής της πληρωμής.
(5) Κάθε οντότητα εγκατεστημένη σε συμβαλλόμενο μέρος στο οποίο καταβάλλονται τόκοι ή για το οποίο εξασφαλίζεται η καταβολή τόκων προς όφελος του πραγματικού δικαιούχου θεωρείται επίσης ως φορέας πληρωμής κατά την εν λόγω πληρωμή ή εξασφάλιση της πληρωμής. Η παρούσα διάταξη δεν εφαρμόζεται αν ο οικονομικός φορέας έχει λόγους να πιστεύει, βάσει επίσημων αποδεικτικών στοιχείων που υποβάλλει η οντότητα, ότι:
α) είναι νομικό πρόσωπο, εξαιρουμένων των νομικών προσώπων που αναφέρονται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου, ή
β) τα κέρδη του φορολογούνται βάσει των γενικών ρυθμίσεων φορολογίας των επιχειρήσεων, ή
γ) πρόκειται για ΟΣΕΚΑ εγκεκριμένο σύμφωνα με την οδηγία 85/611/ΕΟΚ του Συμβουλίου ή ισοδύναμου οργανισμού συλλογικών επενδύσεων εγκατεστημένου στη Νήσο του Μαν.
Ο οικονομικός φορέας που καταβάλλει τόκους σε μια τέτοια οντότητα εγκατεστημένη σε άλλο συμβαλλόμενο μέρος, και θεωρούμενη ως φορέα πληρωμής βάσει της παρούσας παραγράφου ή εξασφαλίζει την καταβολή τόκων για αυτή, κοινοποιεί την επωνυμία και τη διεύθυνση της οντότητας καθώς και το συνολικό ποσό των τόκων που της κατέβαλε ή των οποίων εξασφάλισε την καταβολή στην αρμόδια αρχή του συμβαλλόμενου μέρους εγκατάστασής της, η οποία στη συνέχεια διαβιβάζει τα στοιχεία αυτά στην αρμόδια αρχή του συμβαλλόμενου μέρους εγκατάστασης της οντότητας.
(6) Η οντότητα που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου έχει, ωστόσο, το δικαίωμα να επιλέγει, για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας, να τυγχάνει μεταχείρισης ως ΟΣΕΚΑ ή ως ισοδύναμος οργανισμός, κατά την έννοιά της παραγράφου 2 στοιχείο γ). Η άσκηση αυτού του δικαιώματος αποτελεί αντικείμενο πιστοποιητικού που εκδίδεται από το συμβαλλόμενο μέρος στο οποίο είναι εγκατεστημένη η οντότητα, υποβάλλεται δε από αυτήν την οντότητα στον οικονομικό φορέα. Τα συμβαλλόμενα μέρη θεσπίζουν τους λεπτομερείς κανόνες άσκησης αυτού του δικαιώματος για τις οντότητες τις εγκατεστημένες στο έδαφός τους.
(4) Σε περίπτωση που ο οικονομικός-φορέας και η οντότητα που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου είναι εγκατεστημένοι στο ίδιο συμβαλλόμενο μέρος, το εν λόγω συμβαλλόμενο μέρος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης της οντότητας, όταν ενεργεί ως φορέας πληρωμής, προς τις διατάξεις της παρούσας Συμφωνίας.
(5) Τα νομικά πρόσωπα που εξαιρούνται από την εφαρμογή του άρθρου 2 στοιχείο α) του παρόντος άρθρου είναι:
α) στη Φινλανδία: avoinyhtio (Αy) και kommandiittiyhtio (Κy)/Ορρetbolag και kommanditbolag,
β) στη Σουηδία: handelsbolag (ΗΒ) και kommanditholag (ΚΒ).
Άρθρο 8 Ορισμός των τόκων
(1) Για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας, ως “τόκοι” νοούνται:
α)οι καταβληθέντες ή εγγεγραμμένοι σε λογαριασμό τόκοι από πάσης φύσεως απαιτήσεις, είτε συνοδεύονται είτε όχι από ενυπόθηκες εγγυήσεις ή από ρήτρα συμμετοχής στα κέρδη του οφειλέτη, ιδίως δε τα εισοδήματα από τίτλους του δημοσίου και ομολογιακά δάνεια, συμπεριλαμβανομένων των πρόσθετων ωφελημάτων και λαχνών που τα συνοδεύουν. Οι τόκοι υπερημερίας δεν θεωρούνται τόκοι,
β)οι δεδουλευμένοι ή κεφαλαιοποιημένοι τόκοι κατά την πώληση, την επιστροφή ή την εξόφληση των απαιτήσεων που αναφέρονται στο στοιχείο α),
γ)το εισόδημα που προκύπτει από τόκους, είτε άμεσα είτε μέσω οντότητας που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 της παρούσας Συμφωνίας, το οποίο διανέμεται από
ί) ΟΣΕΚΑ εγκεκριμένο σύμφωνα με την οδηγία 851611/ΕΟΚ του Συμβουλίου, ή
ίί)ισοδύναμο οργανισμό συλλογικών επενδύσεων εγκατεστημένο στη Νήσο του Μαν,
ίίί) οντότητες που επωφελούνται από το δικαίωμα που προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 της παρούσας Συμφωνίας,
ίν) οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων εγκατεστημένους εκτός του εδάφους στο οποίο εφαρμόζεται η συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας δυνάμει του άρθρου της 299 και εκτός της Νήσου του Μαν.
δ) εισόδημα που προκύπτει από την πώληση, την επιστροφή ή την εξόφληση μονάδων ή μεριδίων στους ακόλουθους οργανισμούς και οντότητες, αν επενδύουν άμεσα ή έμμεσα, μέσω άλλων οργανισμών συλλογικών επενδύσεων ή οντοτήτων που αναφέρονται κατωτέρω, ποσοστό ανώτερο του 40% του ενεργητικού τους σε απαιτήσεις που αναφέρονται στο στοιχείο α):
ι) ΟΣΕΚΑ εγκεκριμένους σύμφωνα με την οδηγία 85/611/ΕΟΚ, ή
ιι)ισοδύναμο οργανισμό συλλογικών επενδύσεων εγκατεστημένο στη Νήσο του Μαν
ιιι) οντότητες που επωφελούνται από το δικαίωμα που προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 της παρούσας Συμφωνίας
iv) Οργανισμός συλλογικών επενδύσεων εγκατεστημένους εκτός του εδάφους στο οποίο εφαρμόζεται η συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας δυνάμει του άρθρου της 299 και εκτός της Νήσου του Μαν
Ωστόσο, τα συμβαλλόμενα μέρη μπορούν να μην περιλαμβάνουν στον ορισμό των τόκων το εισόδημα που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο δ) του παρόντος άρθρου παρά μόνο κατά την αναλογία που το εισόδημα αυτό αντιστοιχεί σε εισόδημα που, άμεσα ή έμμεσα, προέρχεται από πληρωμές τόκων κατά την έννοια των στοιχείων α) και β) της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.
(2) Οσον αφορά την παράγραφο 1 στοιχεία γ) και δ) του παρόντος άρθρου, σε περίπτωση που ένας φορέας πληρωμής δεν έχει στη διάθεσή του στοιχεία σχετικά με το μέρος του εισοδήματος που προέρχεται από πληρωμή τόκων, το σύνολικό ποσό του εισοδήματος θεωρείται ως πληρωμή τόκων.
(3) Οσον αφορά την παράγραφο 1 στοιχείο δ) του παρόντος άρθρου σε περίπτωση που ο φορέας πληρωμής δεν έχει στη διάθεσή του στοιχεία σχετικά με το ποσοστό του ενεργητικού που επενδύεται σε απαιτήσεις ή σε μονάδες ή μερίδια που προβλέπονται στην εν λόγω παράγραφο, το ποσοστό αυτό θεωρείται ότι υπερβαίνει το 40%. Εάν δεν μπορεί να προσδιορίσει το ποσό του εισοδήματος που συγκεντρώνει ο πραγματικός δικαιούχος το εισόδημα θεωρείται ότι αντιστοιχεί στο προϊόν της πώλησης, της επιστροφής ή της εξόφλησης των μετοχών ή μεριδίων.
(4) Οταν οι τόκοι, όπως ορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, καταβάλλονται ή πιστώνονται σε λογαριασμό οντότητας που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 της παρούσας Συμφωνίας, αν η εν λόγω οντότητα δεν επωφελείται από το δικαίωμα που προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 της παρούσας Συμφωνίας, οι εν λόγω τόκοι θεωρούνται ως πληρωμές τόκων από την εν λόγω οντότητα.
(5) `Όσον αφορά την παράγραφο 1 στοιχεία β) και δ) του παρόντος άρθρου, τα συμβαλλόμενα μέρη έχουν το δικαίωμα να ζητούν από τους φορείς πληρωμής που είναι εγκατεστημένoι στο έδαφός τους να υπολογίζουν τους τόκους σε ετήσια βάση κατά τη διάρκεια περιόδου που δεν υπερβαίνει το έτος και να θεωρούν τους ετήσιους αυτούς τόκους ως πληρωμή τόκων ακόμη και αν δεν διενεργηθεί πώληση, επιστροφή ή εξόφληση κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.
(6) Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 στοιχεία γ) και δ) του παρόντος άρθρου, τα συμβαλλόμενα μέρη έχουν το δικαίωμα να εξαιρέσουν από τον ορισμό των τόκων το εισόδημα που αναφέρεται στις συγκεκριμένες διατάξεις από οργανισμούς ή οντότητες που εδρεύουν εντός του εδάφους τους, σε περίπτωση που το ποσοστό του ενεργητικού των εν λόγω οργανισμών ή οντοτήτων που έχει επενδυθεί σε απαιτήσεις οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) του παρόντος άρθρου δεν υπερβαίνει το 15%. Ομοίως, κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, τα συμβαλλόμενα μέρη έχουν το δικαίωμα να εξαιρέσουν από τον ορισμό των τόκων, όπως ορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, τους τόκους που καταβάλλονται ή πιστώνονται σε λογαριασμό οντότητας που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 της παρούσας Συμφωνίας, εάν η οντότητα αυτή δεν επωφελείται από το δικαίωμα που προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 της παρούσας Συμφωνίας και είναι εγκατεστημένη στο έδαφός τους, σε περίπτωση που το ποσοστό του ενεργητικού των εν λόγω οντοτήτων που έχει επενδυθεί σε απαιτήσεις οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) του παρόντος άρθρου δεν υπερβαίνει το 15%. ,
Η άσκηση αυτού του δικαιώματος από συμβαλλόμενο μέρος είναι δεσμευτική και για τα άλλα συμβαλλόμενα μέρη.
(7) Από την 1 η Ιανουαρίου 2011, το ποσοστό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο δ) του παρόντος άρθρου και στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου είναι 25%.
(8) Τα ποσοστά που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο δ) του παρόντος άρθρου και στην παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου καθορίζονται βάσει της επενδυτικής πολιτικής, όπως ορίζεται στον κανονισμό και στα καταστατικά έγγραφα των εν λόγω οργανισμών ή οντοτήτων ή, ελλείψει αυτών, βάσει της πραγματικής σύνθεσης του ενεργητικού τους.
Άρθρο 9 κατανομή των εσόδων από την παρακράτηση φόρου
(1) Η Νήσος του Μαν παρακρατεί το 25% της παρακράτησης φόρου που εκπίπτει δυνάμει της παρούσας Συμφωνίας και μεταβιβάζει το υπόλοιπο 75% των εσόδων στο άλλο συμβαλλόμενο μέρος.
(2) Η Νήσος του Μαν που επιβάλλει παρακράτηση φόρου σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 4 της παρούσας Συμφωνίας παρακρατεί το 25% των εσόδων και μεταβιβάζει το 75% στην Ελληνική Δημοκρατία με την αναλογία που ισχύει για τις μεταβιβάσεις που πραγματοποιούνται κατ΄εφαρμογή της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.
(3) Η μεταβίβαση αυτή πραγματοποιείται για κάθε έτος σε μια δόση, το αργότερο εντός εξαμήνου μετά το τέλος του φορολογικού έτους που ορίζεται από τη νομοθεσία της Νήσου του Μαν.
(4) Η Νήσος του Μαν που επιβάλλει παρακράτηση φόρου λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να διασφαλίσει την ορθή λειτουργία του συστήματος κατανομής εσόδων.
Άρθρο 10 Εξάλειψη της διπλής φορολογίας
(1) Το συμβαλλόμενο μέρος της φορολογικής κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου διασφαλίζει την εξάλειψη της διπλής φορολογίας που ενδεχομένως να προκύπτει από την επιβολή, από τη Νήσο του Μαν, της παρακράτησης φόρου στην οποία αναφέρεται η παρούσα Συμφωνία σύμφωνα με τις ακόλουθες διατάξεις
Ι) όταν επί των τόκων που εισπράττει ένας πραγματικός δικαιούχος έχει παρακρατηθεί φόρος στη Νήσο του Μαν, το άλλο συμβαλλόμενο μέρος χορηγεί, σύμφωνα με το εσωτερικό του δίκαιο, πίστωση φόρου ίση με το παρακρατηθέν στην πηγή ποσό. Αν το ποσό αυτό υπερβαίνει το ποσό του οφειλόμενου σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία φόρου, το άλλο συμβαλλόμενο μέρος επιστρέφει το επιπλέον ποσό του παρακρατηθέντος φόρου στον πραγματικό δικαιούχο,
ίί) αν, πέραν της παρακράτησης φόρου όπως προβλέπεται στο άρθρο 4 της παρούσας Συμφωνίας, επί των τόκων που εισπράττονται από πραγματικό δικαιούχο έχει διενεργηθεί οποιαδήποτε άλλη παρακράτηση φόρου/παρακράτηση φόρου στην πηγή και το συμβαλλόμενο μέρος της φορολογικής κατοικίας χορηγεί πίστωση φόρου για την εν λόγω παρακράτηση φόρου/παρακράτηση φόρου στην πηγή σύμφωνα με την εθνική του νομοθεσία ή τις συμβάσεις περί διπλής φορολογίας, το ποσό αυτής της άλλης παρακράτησης φόρου/παρακράτησης φόρου στην πηγή πιστώνεται πριν από την εφαρμογή της διαδικασίας που προβλέπεται στο στοιχείο ί) του παρόντος άρθρου.
(2) Το συμβαλλόμενο μέλος που είναι το κράτος της φορολογικής κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου μπορεί να αντικαταστήσει τον μηχανισμό της πίστωσης φόρου που αναφέρεται στην παράγραφο 1) του παρόντος άρθρου με την επιστροφή της παρακράτησης φόρου που αναφέρεται στο άρθρο 1 της παρουσας Συμφωνίας.
Άρθρο 11 Μεταβατικές διατάξεις για τους διαπραγματεύσιμους χρεωστικούς τίτλους
(1) Κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 14 της παρούσας Συμφωνίας και μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2010 το αργό.τερο, οι εγχώριες και διεθνείς ομολογίες Και άλλοι διαπραγματεύσιμοι χρεωστικοί τίτλοι που έχουν εκδοθεί για πρώτη φορά πριν από την 1 η Μαρτίου 2001 ή που τα ενημερωτικά φυλλάδια για την εισαγωγή τους στο χρηματιστήριο αξιών έχουν εγκριθεί πριν από την ημερομηνία αυτή από τις αρμόδιες αρχές κατά την έννοια της οδηγίας 80/390/ΕΟΚ του Συμβουλίου, ή από αρμόδιες αρχές σε τρίτες χώρες, δεν θεωρουνται ως απαιτήσεις κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 1 στοιχείο
α) της παρουσας Συμφωνίας, υπό την προϋπόθεση ότι δεν πραγματοποιούνται επιπλέον εκδόσεις των εν λόγω διαπραγματεύσιμων χρεωστικών τίτλων από την 1η Μαρτίου 2002 και εξής. Εάν όμως η μεταβατική περίοδος παραταθεί πέραν της 31 ης Δεκεμβρίου 2010, οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εξακολουθούν να ισχύουν μόνον για διαπραγματεύσιμους χρεωστικούς τίτλους αυτού του είδoυς:
– που περιέχουν ρήτρες επανενσωμάτωσης του εκπεσθέντος φόρου και
– εφόσον ο φορέας πληρωμής είναι εγκατεστημένος σε συμβαλλόμενο μέρος που εφαρμόζει την παρακράτηση φόρου και ο εν λόγω φορέας πληρωμής καταβάλλει τόκους στον πραγματικό δικαιουχο εγκατεστημένο σε άλλο συμβαλλόμενο μέρος ή εξασφαλίζει την καταβολή τόκων προς άμεσο όφελος αυτού.
Σε περίπτωση που πραγματοποιηθούν επιπλέον εκδόσεις των προαναφερόμενων διαπραγματεύσιμων χρεωστικών τίτλων από την 1η Μαρτίου 2002 και εξής, από κυβερνήσεις ή εξομοιούμενους οργανισμούς που ενεργούν ως δημόσια αρχή ή των οποίων ο ρόλος αναγνωρίζεται από διεθνή συνθήκη, όπως ορίζεται στο Παράρτημα της παρούσας Συμφωνίας, η συνολική έκδοση αυτών των τίτλων, αποτελούμενη από την αρχική έκδοση και τις νέες εκδόσεις θεωρείται ως απαίτηση κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 1 στοιχείο α) της παρούσας Συμφωνίας.
Σε περίπτωση που πραγματοποιηθεί περαιτέρω έκδοση των προαναφερόμενων διαπραγματεύσιμων χρεωστικών τίτλων από την 1η Μαρτίου 2002 και εξής από άλλο εκδότη που δεν καλύπτεται από το δεύτερο εδάφιο, η περαιτέρω αυτή έκδοση θεωρείται ως απαίτηση κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 1 στοιχείο α) της παρούσας Συμφωνίας.
(2) Καμία διάταξη του παρόντος άρθρου δεν εμποδίζει τα συμβαλλόμενα μέρη να φορολογούν το εισόδημα από τους διαπραγματεύσιμους χρεωστικούς τίτλους που αναφέρονται στην παράγραφο 1) σύνφωνα με την εθνική νομοθεσία τους.
Άρθρο 12 Διαδικασία αμοιβαίας συμφωνίας
Εάν προκύψουν δυσχέρειες ή αμφιβολίες μεταξύ των μερών όσον αφορά την εφαρμογή ή την ερμηνεία της παρούσας Συμφωνίας, τα συμβαλλόμενα μέρη καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια να επιλύσουν το θέμα με αμοιβαία συμφωνία.
Άρθρο 13 Απόρρητο
(3) Ολες οι πληροφορίες που παρέχει και λαμβάνει η αρμόδια αρχή αρχή συμβαλλόμενου μέρους κρατούνται απόρρητες.
(4) Οι πληροφορίες που παρέχονται στην αρμόδια αρχή συμβαλλόμενου μέρους δεν μπορούν να χρησιμοποιούνται για σκοπούς πέραν εκείνων της άμεσης φορολογίας χωρίς προηγούμενη γραπτή συγκατάθεση του άλλου συμβαλλόμενου μέρους.
(3) Οι παρεχόμενες πληροφορίες κοινοποιούνται μόνο στα αφορώμενα πρόσωπα ή αρχές για σκοπούς άμεσης φορολογίας και χρησιμοποιούνται από τα εν λόγω πρόσωπα ή άρχες μόνο για τέτοιους σκοπούς ή για σκοπούς επιτήρησης περιλαμβανομένης της έκβασης τυχόν προσφυγών. Για τους σκοπούς αυτούς, μπορούν να κοινοποιούνται πληροφορίες σε ακροαματικές διαδικασίες ή σε δικαστικές ενέργειες.
(4) Όταν η αρμόδια αρχή συμβαλλόμενου μέρους θεωρεί ότι οι πληροφορίες που έλαβε από την αρμόδια αρχή του άλλου συμβαλλόμενου μέρους ενδέχεται να είναι χρήσιμες για την αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους, μπορεί να τις διαβιβάζει σε αυτή την αρμόδια αρχή, με τη σύμφωνη γνώμη της αρμόδιας αρχής που παρέσχε τις πληροφορίες.
Άρθρο 14
Μεταβατική περίοδος
Στο τέλος της μεταβατικής περιόδου, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 10 παράγραφος 2 της οδηγίας, η Νήσος του Μαν σταματά να εφαρμόζει την παρακράτηση φόρου και την κατανομή των εσόδων που προβλέπεται στην παρούσα Συμφωνία και αρχίζει να εφαρμόζει έναντι του άλλου συμβαλλόμενου μέρους τις διατάξεις για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών κατά τον τρόπο που προβλέπεται στο Κεφάλαιο ΙΙ της οδηγίας. Εάν κατά τη μεταβατική περίοδο η Νήσος του Μαν επιλέξει να εφαρμόσει τις διατάξεις για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών κατά τον τρόπο που προβλέπεται στο Κεφάλαιο ΙΙ της Οδηγίας, δεν θα εφαρμόζει πλέον την παρακράτηση φόρου/παρακράτηση φόρου στην πηγή και την κατανομή των εσόδων που προβλέπεται στο άρθρο 9 της παρούσας Συμφωνίας.
Άρθρο 15
Εναρξη ισχύος
Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 17 της παρούσας Συμφωνίας, η Συμφωνία τίθεται σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2005.
Άρθρο 16
Λήξη
(1) Η παρούσα Συμφωνία παραμένει σε ισχύ εφόσον δεν την καταγγείλει ένα από τα συμβαλλόμενα μέρη.
(2) Εκαστο συμβαλλόμενο μέρος δύναται να καταγγείλει την παρούσα Συμφωνία με γραπτή κοινοποίηση προς το άλλο συμβαλλόμενο μέρος, στην οποία διευκρινίζονται οι συνθήκες που οδήγησαν στην εν λόγω κοινοποίηση. Στην περίπτωση αυτή, η Συμφωνία παύει να ισχύει 12 μετά την ημερομηνία γνωστοποίησης.
Άρθρο 17
Εφαρμογή και αναστολή της εφαρμογής
(1) Η εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας εξαρτάται από την έγκριση και εφαρμογή από όλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, την Ελβετία, την Ανδόρα, το Λιχτενστάιν, το Μονακό και το Σαν Μαρίνο και από όλα τα εξαρτημένα ή συνδεδεμένα εδάφη των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, αντίστοιχα, ~τρων σύμφωνων ή ισοδύναμων με τα προβλεπόμενα στην οδηγία ή στην παρούσα Συμφωνία, και τον καθορισμό των ίδιων ημερομηνιών εφαρμογής.
(2) Τα συμβαλλόμενα μέρη αποφασίζουν, με κοινή συμφωνία, τουλάχιστον έξι μήνες πριν από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 15 της παρούσας Συμφωνίας, κατά πόσον ο όρος που τίθεται στην παράγραφο 1 πληρούται όσον αφορά τις ημερομηνίες έναρξης ισχύος των σχετικών μέτρων στα κράτη μέλη, στις προαναφερθείσες τρίτες χώρες και στα εξηρτημένα ή συνδεδεμένα εδάφη.
(3) Με την επιφύλαξη της διαδικασίας αμοιβαίας συμφωνίας που προβλέπεται στο άρθρο 12 της παρούσας Συμφωνίας, οιοδήποτε από τα συμβαλλόμενα μέρη μπορεί να αναστείλει την εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας ή μερών αυτής με άμεση ισχύ, με κοινοποίηση στο άλλο μέρος στην οποία διευκρινίζονται οι συνθήκες που οδήγησαν στην εν λόγω κοινοποίηση εφόσον η οδηγία παύει να ισχύει είτε προσωρινά είτε μόνιμα σύμφωνα με το ευρωπαϊκό κοινοτικό δίκαιο ή σε περίπτωση που κράτος μέλος αναστείλει την εφαρμογή των οικείων εκτελεστικών διατάξεων. Η εφαρμoγή της Συμφωνίας αποκαθίσταται μόλις παύσουν να συντρέχουν οι συνθήκες που οδήγησαν στην αναστολή.
(4) Με την επιφύλαξη της διαδικασίας αμοιβαίας συμφωνίας που προβλέπεται στο άρθρο 12 της παρούσας Συμφωνίας, οιοδήποτε από τα συμβαλλόμενα μέρη μπορεί να αναστείλει την εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας μέσω κοινοποίησης στο άλλο μέρος, διευκρινίζοντας τις συνθήκες που οδήγησαν στην εν λόγω κοινοποίηση εφόσον μία από τις τρίτες χώρες ή τα εδάφη που αναφέρονται στην παράγραφο 1 παύσουν στη συνέχεια να εφαρμόζουν τα μέτρα που αναφέρονται στην εν λόγω παράγραφο. Η αναστολή της εφαρμογής πραγματοποιείται το νωρίτερο δύο μήνες μετά τη γνωστοποίηση. Η εφαρμογή της Συμφωνίας αποκαθίσταται μόλις αποκατασταθούν και τα μέτρα από την εν λόγω τρίτη χώρα ή έδαφος.
Συντάχθηκε στην ελληνική και στην αγγλική γλώσσα και τα κείμενα σε όλες αυτές τις γλώσσες είναι εξίσου αυθεντικά.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Κατάλογος των “εξομοιούμενων οργανισμών” στους οποίους αναφέρεται το άρθρο 11
Για τους σκοπούς του άρθρου 11 της παρούσας συμφωνίας, οι ακόλουθοι οργανισμοί θεωρούνται ως “εξομοιούμενοι προς δημόσια αρχή ή των οποίων ο ρόλος αναγνωρίζεται από διεθνή συνθήκη”:
ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ ΕΝΤΟΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ:
Βέλγιο
Regionflamande (VlaamsGewest) (φλαμανδική περιοχή)
Rcgionwallonne (περιοχή της Βαλλονίας)
Region de BruxellesCapitale/Brussels HoofdstedelijkGewest (περιοχήτωνΒρυξελλώνΠρωτευούσης)
Communautefrancaise (yWt1dt κοινότητα)
Communauteflaniande (VlaamseGemeenschap) (φλαμανδικήκοινότητα)
Communautegennanophone (DeutschsprachigeGemeinschaft) (γερμανόφωνηκοινότητα)
Ισπανία
XuntadeGalicia (κυβέρνηση της αυτόνομης κοινότητας της Γαλικίας)
JutadeΑηdalucia (κυβέρνηση της αυτόνομης κοινότητας της Ανδαλουσίας)
JuntadeExtremadura (κυβέρνηση της αυτόνομης κοινότητας της Εξτρεμαδούρας)
JuntadeCastilla- LaMancha (κυβέρνηση της αυτόνομης κοινότητας της Καστίλης-Λαμάντσα)
JuntadeCastilla Υ Leόη (κυβέρνηση της αυτόνομης κοινότητας της Καστίλης και Λεόν)
GobiemoForaldeNavarra (κυβέρνηση της Ναβάρας)
GoverndelesIlIesBaIears (κυβέρνηση των Βαλεαρίδων Νήσων)
GeneralitatdeCatalunya (κυβέρνηση της Καταλονίας)
Generalitat de Valencia (κυβέρνησητηςΒαλένσιας)
Diputacion General de Aragόη (κυβέρνησητηςΑραγκόν)
Gobierno de las Islas Canarias (κυβέρνησητωνΚαναρίωνΝήσων)
CjobiemoueMurcia (κυβέρνηση της Μουρθίας)
GobiemodeMadrid (κυβέρνηση της Μαδρίτης)
GobiemodelaComunidadAutόηomadelPafsVasco/Euzkadi (Kυβέρνησης της αυτόνομης κoινότητας της χώρας των Βάσκων)
Diputaciόn Fora1 deGuipUzcoa (επαρχιακό συμβούλιο του Γκουϊπούσκοα)
DiputaciόηForaldeVizcaya/Bizkaia (επαρχιακό συμβούλιο της Βισκάγιας)
DiputaciόηForaldeAlava (επαρχιακό συμβούλιο της Αλάβα)
Ayuntamiento de Madrid (δήμοςτηςΜαδρίτης)
Ayuntamiento de Barcelona (δήμοςτηςΒαρκελώνης)
Cabildo Insular de Gran Canaria (συμβούλιοτηςΝήσουΓκρανΚανάρια)
Cabildo Insu1ar de Τenerife (συμβούλιοτηςΝήσουΤενερίφης)
Instituto de CreditoOficial (πιστωτικόδημόσιοΊδρυμα)
InstitutoCatalandeFinanzas (χρηματοδοτικό ίδρυμα της Καταλονίας)
InstitutoValencianodeFinanzas (χρηματοδοτικό ίδρυμα της Βαλένσιας)
Ελλάδα
Οργανισμός Tηλεπικοινωνιών Ελλάδας
Οργανισμός Σιδηροδρόμων Ελλάδας
Δημόσια Eπιχείρηση Ηλεκτρισμού
Γαλλία
LaCaissed`amortissementdeladettesociale (CADES) (ταμείο απόσβεσης κοινωνικού χρέους)
L`Agencefran~sededeveloppement (AFD) (γαλλικός οργανισμός ανάπτυξης)
ReseauFeπedeFrance (RFF) (δίκτυο σιδηροδρόμων της Γαλλίας)
CaisseNationaIedesAutoroutes (CNA) (εθνικό ταμείο αυτοκινητοδρόμων)
AssistancepubliqueHopitauxdeParis (ΑΡΗΡ) (δημόσια περίθαλψη, νοσοκομεία των Παρισίων)
CharbonnagesdeFrance (CDF) (ανθρακωρυχεία της Γαλλίας)
Entrepriseminiereetchimique (EMC) (μεταλλευτική και χημική επιχείρηση)
Ιταλία
Regions (περιοχές)
Provinces (επαρχίες)
Municipa1ities (δήμοι)
CassaDepositi e Prestiti (ταμείο παρακαταθηκών και δανείων)
Λετονία
PaSva1dIoas (τοπικές κυβερνήσεις)
Πολωνία
gminy (κοινότητες)
powiaty (περιφέρειες)
wοjewόdztwa (επαρχίες)
zwiazkigmin (ενώσεις κοινοτήτων)
zwiazkipοwiatόw (ενώσεις περιφερειών)
zwiazkiwοjewόdztw (ενώσεις επαρχιών)
miastostoleczneWarszawa (πρωτεύουσα πόλη της Bαρσοβίας)
AgencjaRestrukturyzacji i ModernizacjiRolnictwa (Οργανισμός για την αναδιάρθρωση και τον εκσυγχρονισμό της γεωργίας)
AgencjaNieruchomosciRolnych (Οργανισμός γεωργικής ιδιοκτησίας)
Πορτογαλία
RegiaoAutόnοmadaMadeira (αυτόνομη περιοχή της Μαδέρας)
RegiaοAutόnοmadosAς,οres (αυτόνομη περιοχή των Αζορών)
Municipalities (δήμοι)
Σλοβακία
mesta a obce (κοινότητες)
ZelezruceSlovenskejrepubliky (Σλοβακικήεταιρείασιδηροδρόμων)
Statny fond cestnehohospodarstva (Εθνικόταμείοδιαχείρισηςοδών)
Slovcnskeelektrarne (σλοβακικοί σταθμοί ηλεκτρικού ρεύματος)
Vodohospodarskavystavba (Εταιρεία της ορθολογικής χρήσεως των υδάτων)
ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ:
Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης
Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων
Ασιατική Τράπεζα Ανάπτυξης
Αφρικανική Τράπεζα Ανάπτυξης
Παγκόσμια Τράπεζα/ΔΤΑΑ/ΔΝΤ
Διεθνής Οργανισμός Χρηματοδότησης
Διαμερικανική Τράπεζα Ανάπτυξης
Ταμείο Κοινωνικής Ανάπτυξης του Συμβουλίου της Ευρώπης
ΕΥΡΑΤΟΜ
Eυρωπαϊκή Κοινότητα
Xρηματοδοτική Συνεργασία για την Ανάπτυξη των Άνδεων (CAF)
Ευρωπαϊκή Εταιρεία για τη Xρηματοδότηση σιδηροδρομικού υλικού
Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα & Χάλυβα
Επενδυτική Τράπεζα των Βορειοευρωπαϊκών χωρών
Αναπτυξιακή Τράπεζα της Kαραϊβικής
Οι διατάξεις του άρθρου 11 δεν θίγουν τυχόν διεθνείς υποχρεώσεις που τα συμβαλλόμενα μέρη έχουν αναλάβει έναντι των προαναφερόμενων διεθνών οργανισμών.
ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ:
Οι εν λόγω οργανισμοί πληρούν τα εξής κριτήρια:
1) Ο οργανισμός θεωρείται σαφώς ως δημόσιος σύμφωνα με τα εθνικά κριτήρια.
2) Ο δημόσιος αυτός οργανισμός δραστηριοποιείται εκτός του εμπορικού τομέα, διαχειρίζεται και χρηματοδοτεί ομάδα κοινωφελών δραστηριοτήτων παρέχοντας αγαθά και υπηρεσίες εκτός του εμπορικού τομέα και ελέγχεται όντως από τη γενική κυβέρνηση.
3) Ο δημόσιος αυτός οργανισμός εκδίδει τακτικά και μεγάλα ομολογιακά δάνεια.
4) Το συγκεκριμένο κράτος είναι σε θέση να εγγυηθεί ότι ο δημόσιος αυτός οργανισμός δεν θα προβεί σε πρόωρη εξόφληση
ΟΡΟΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΟΣ:
Ο κατάλογος των εξομοιούμενων οργανισμών του παρόντος Παραρτήματoς είναι δυνατό να τροποποιηθεί με αμοιβαία συμφωνία.
ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΥΠΟ ΜΟΡΦΗ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗΣ EΠΙΣTΟΛΩN ΓΙΑ ΤΗ ΦOΡOΛOΓHΣH ΤΩΝ ΕΙΣΟΔΗΜΆΤΩΝ ΑΠΟ ΑΠΟΤΑΜΙΕΥΣΕΙΣ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠPOΣΩPΙΝΗ ΕΦAPMOΓH ΤΗΣ
Α. Eπιστολή της Ελληνικής Δημοκρατίας
Κύριε,
Λαμβάνω την τιμή να αναφερθώ στα κείμενα “Προτεινόμενο υπόδειγμα συμφωνίας μεταξύ εκάστης των νήσων Γκέρνζυ, Μαν και Τζέρσεϋ και εκάστου κράτους μέλους της ΕΕ που πρόκειται να εφαρμόσει την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών” και “Προτεινόμενο υπόδειγμα συμφωνίας μεταξύ εκάστης των νήσων Γκέρνζυ, Μαν και Τζέρσεϋ και εκάστου κράτους μέλους της ΕΕ που πρόκειται να εφαρμόσει την παρακράτηση φόρου στην πηγή κατά τη μεταβατική περίοδο”, που προέκυψαν από τις διαπραγματεύσεις με τις αρχές των Νήσων σχετικά με συμφωνία για φορολογία των εισοδημάτων από αποταμιεύσεις και επισυνάπτονται, ως παράρτημα Ι και παράρτημα ΙΙ αντιστοίχως, στα αποτελέσματα των εργασιών της ομάδας εργασίας Υψηλού Επιπέδου του Συμβoυλίoυ Υπουργών της Ευρωπαϊκης Ένωσης της 12 Μαρτίου (έγγρ. 7408104 FISC 58).
Eνόψει των προαναφερθέντων κειμένων, έχω την τιμή να σας υποβάλω τη “Συμφωνία για τη φoρολόγηση των εισoδημάτων από αποταμιεύσεις”, όπως περιλαμβάνεται στο Προσάρτημα Ι της παρoύσας επιστολής, και να σας γνωστοποιήσω την αμοιβαία μας δέσμευση για ευθυγράμμιση των εσωτερικών μας συνταγματικών διαδικασιών το συντομότερο δυνατό ώστε να τεθεί σε ισχύ η εν λόγω Συμφωνία και για αμοιβαία ενημέρωση αμέσως μόλις ολοκληρωθούν αυτές οι διατυπώσεις.
Μέχρι να ολοκληρωθούν οι προαναφερθείσες εσωτερικές διαδικασίες και να τεθεί σε ισχύ η εν λόγω “Συμφωνία για τη φορολόγηση των εισοδημάτων από απoταμιεύσεις”, έχω την τιμή να σας εισηγηθώ η Eλληνική Δημοκρατία και το Τζέρσεϋ να εφαρμόσουν προσωρινά αυτή τη συμφωνία, σύμφωνα με τις οικείες συνταγματικές μας απαιτήσεις, από την 1η Ιανουαρίου 2005, ή από την ημερομηνία εφαρμογής της οδηγίας 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 2003, για την φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις, όποια εκ των δύο είναι μεταγενέστερη.
Έχω την τιμή να εισηγηθώ, εάν η Κυβέρνησή σας αποδέχεται τα ανωτέρω, η παρούσα επιστολή και η επιβεβαίωσή σας να αποτελέσουν από κοινού συμφωνία μεταξύ Ελληνικής Δημοκρατίας και Τζέρσεϋ.
Με εξαιρετική εκτίμηση,
Για την Ελληνική Δημοκρατία
Έγινε στις 19 Μαϊου 2004, στην Αθήνα
Β. Επιστολή του Τζέρσευ
Κύριε,
Εχω την τιμή να σας γνωστοποιήσω τη λήψη της σημερινής επιστολής σας, η οποία έχει ως ακολούθως:
“Κύριε,
Λαμβάνω την τιμή να αναφερθώ στα κείμενα “Προτεινόμενο υπόδειγμα συμφωνίας μεταξύ εκάστης των νήσων Γκέρνζυ, Μαν και Τζέρσεϋ και εκάστου κράτους μέλους της ΕΕ που πρόκειται να εφαρμόσει την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών” και “Προτεινόμενο υπόδειγμα συμφωνίας μεταξύ εκάστης των νήσων Γκέρνζυ, Μαν και Τζέρσεϋ και εκάστου κράτους μέλους της ΕΕ που πρόκειται να εφαρμόσει την παρακράτηση φόρου στην πηγή κατά τη μεταβατική περίοδο”, που προέκυψαν από τις διαπραγματεύσεις με τις αρχές των Νήσων σχετικά με συμφωνία για φορολογία των εισοδημάτων από αποταμιεύσεις και επισυνάπτονται, ως παράρτημα Ι και παράρτημα ΙΙ αντιστοίχως, στα αποτελέσματα των εργασιών της ομάδας εργασίας Υψηλού Επιπέδου του Συμβουλίου Υπουργών της Ευρωπαϊκής Ενωσης της 12ης Μαρτίου (έγγρ. 7408/04 FISC 58).
Ενόψει των προαναφερθέντων κειμένων, έχω την τιμή να σας υποβάλω τη “Συμφωνία για τη φορολόγηση των εισοδημάτων από αποταμιεύσεις”, όπως περιλαμβάνεται στο Προσάρτημα 1 της παρούσας επιστολής, και να σας γνωστοποιήσω την αμοιβαία μας δέσμευση για ευθυγράμμιση των εσωτερικών μας συνταγματικών διαδικασιών το συντομότερο δυνατό ώστε να τεθεί σε ισχύ η εν λόγω Συμφωνία και για αμοιβαία ενημέρωση αμέσως μόλις ολοκληρωθούν αυτές οι διατυπώσεις.
Μέχρι να ολοκληρωθούν οι προαναφερθείσες εσωτερικές διαδικασίες και να τεθεί σε ισχύ η εν λόγω “Συμφωνία για τη φορολόγηση των εισοδημάτων από αποταμιεύσεις”, έχω την τιμή να σας εισηγηθώ η Ελληνική Δημοκρατία και το Τζέρσεϋ να εφαρμόσουν προσωρινά αυτή τη συμφωνία, σύμφωνα με τις οικείες συνταγματικές μας απαιτήσεις, από την 1η Ιανουαρίου 2005, ή από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της οδηγίας 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 2003, για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις, όποια εκ των δύο είναι μεταγενέστερη.
Θα επιθυμούσα να εισηγηθώ, εάν η Κυβέρνησή σας αποδέχεται τα ανωτέρω, η παρούσα επιστολή και η επιβεβαίωσή σας να αποτελέσουν από κοινού συμφωνία μεταξύ Ελληνικής Δημοκρατίας και Τζέρσεϋ.
Mε εξαιρετική εκτίμηση,”
Επιβεβαιώνω ότι το Τζέρσεϋ συμφωνεί με το περιεχόμενο της επιστολής σας.
Με εξαιρετική εκτίμηση,
Για το Tζέρσεϋ
President, Policy and Resources Commirtee
Εγινεστ.. St. Helier 19/11/04
Προσάρτημα 1
ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΦΟΡΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΩΝ ΑΠΟ ΑΠΟΤΑΜΙΕΥΣΕΙΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΖΕΡΣΕΥ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤIΑΣ
ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ΤΑ ΕΞΗΣ:
1. Το άρθρο 17 της οδηγίας 2003/48/ΕΟΚ (“η οδηγία”) του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (“το Συμβούλιο”) για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις ορίζει ότι πριν από, την 1η Ιανουαρίου 2004, τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που απαιτούνται για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία και ότι οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται από την 1η Ιανουαρίου 2005, υπό τον όρο ότι
“i) η Ελβετική Συνομοσπονδία, το Πριγκιπάτο του Λιχτενστάιν, η Δημοκρατία του Αγίου Μαρίνου, το Πριγκιπάτο του Μονακό και το Πριγκιπάτο της Ανδόρας, εφαρμόζουν από την αυτή ημερομηνία μέτρα ισοδύναμα με τα προβλεπόμενα στην παρούσα οδηγία, κατ` εφαρμογή συμφωνιών που θα συνάψουν με την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, κατόπιν ομόφωνων αποφάσεων του Συμβουλίου,
(ii) όλες οι συμφωνίες ή άλλοι διακανονισμοί που υφίστανται και προβλέπουν ότι τα εξηρτημένα ή συνδεδεμένα εδάφη εφαρμόζουν από την αυτή ημερομηνία την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών με τον ίδιο τρόπο που θεσπίζει το κεφάλαιο ΙΙ της παρούσας οδηγίας, (ή, κατά τη μεταβατική περίοδο του άρθρου 10, επιβάλλουν παρακράτηση του φόρου στην πηγή με τους ίδιους όρους πoυ ορίζονται στα άρθρα 11 και 12}”.
2. Οι σχέσεις του Τζέρσεϋ με την ΕΕ καθορίζονται από το Πρωτόκολλο 3 της Συνθήκης Προσχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ευρωπαϊκή κοινότητα. Βάσει των όρων του Πρωτοκόλλου του Τζέρσεϋ δεν υπάγεται στο φορολογικό έδαφος της ΕΕ.
3. Το Τζέρσεϋ σημειώνει ότι, παρότι ο απώτερος στόχος των κρατών μελών της ΕΕ είναι η θέσπιση πραγματικής φορολογίας των τόκων στο κράτος μέλος που έχει φορολογική κατοικία ο πραγματικός δικαιούχος μέσω της μεταξύ τους ανταλλαγής πληροφοριών περί τόκων, τρία κράτη μέλη, η Αυστρία, το Βέλγιο και το Λουξεμβούργο, δεν υποχρεούνται να ανταλλάσσουν πληροφορίες για μεταβατική περίοδο, αλλά θα εφαρμόζουν φόρο παρακράτησης στα εισοδήματα από αποταμιεύσεις που καλύπτονται από την οδηγία.
4. Η “παρακράτηση φόρου στην πηγή” για την οποία γίνεται λόγος στην οδηγία, στην εσωτερική νομοθεσία του Τζέρσεϋ θα αναφέρεται ως “παρακράτηση φόρου”. Ως εκ τούτου, για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας, οι δύο αυτοί όροι – “παρακράτηση φόρου στην πηγή”/”παρακράτηση φόρου” θεωρούνται συνώνυμοι.
5. Το Τζέρσεϋ συμφώνησε να εφαρμόσει παρακράτηση φόρου από την 1η Ιανουαρίου 2005, υπό τον όρο ότι τα κράτη μέλη έχουν θεσπίσει τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που απαιτούνται για να συμμορφωθούν με την οδηγία και ότι τηρούνται εν γένει οι απαιτήσεις του άρθρου 17 της οδηγίας και του άρθρου 17, παράγραφος 2 της παρούσας Συμφωνίας.
8. Το Τζέρσεϋ συμφώνησε να εφαρμόσει την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών κατά τον τρόπο που προβλέπεται στο Κεφάλαιο ΙΙ της οδηγίας από το τέλος της μεταβατικής περιόδου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 10, παράγραφος 2 της οδηγίας.
7. Το Τζέρσεϋ διαθέτει νομοθεσία σχετικά με τους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων η οποία θεωρείται ισότιμη ως προς τα αποτελέσματά της με την κοινοτική νομοθεσία που αναφέρεται στα άρθρα 2 και 6 της οδηγίας.
Το Τζέρσεϋ και η Eλληνική Δημοκρατία, καλούνται στο εξής “συμβαλλόμενο μέρος” ή “συμβαλλόμενα μέρη”, εκτός εάν προκύπτει άλλως από τα συμφραζόμενα, Συμφώνησαν να συνάψουν την ακόλουθη συμφωνία, η οποία περιέχει υποχρεώσεις από την πλευρά των συμβαλλομένων μερών μόνο και προβλέπει:
α) την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών από την αρμόδια αρχή της Ελληνικής Δημοκρατίας προς την αρμόδια αρχή του Τζέρσεϋ όπως ακριβώς και προς την αρμόδια αρχή κράτους μέλους,
β) την εφαρμογή από το Τζέρσεϋ, κατά τη μεταβατική περίοδο που ορίζεται στο άρθρο 10 της οδηγίας, παρακράτησης φόρου από την ίδια ημερομηνία και με τους ίδιους όρους που περιλαμβάνονται στα άρθρα 11 και 12 της οδηγίας αυτής,
γ) την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών από την αρμόδια αρχή του Τζέρσεϋ προς την αρμόδια αρχή της Ελληνικής Δημοκρατίας σύμφωνα με το άρθρο 13 της οδηγίας,
δ)τη μεταφορά από την αρμόδια αρχή του Τζέρσεϋ προς την αρμόδια αρχή της Ελληνικής Δημοκρατίας του 75% των εσόδων από την παρακράτηση φόρου.
Οσον αφορά τόκους που καταβάλλει φορέας πληρωμής εγκατεστημένους σε συμβαλλόμενο μέρος σε φυσικό πρόσωπο που κατοικεί σε άλλο συμβαλλόμενο μέρος.
Για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας, ο όρος “αρμόδια αρχή”, όταν ισχύει για τα συμβαλλόμενα μέρη σημαίνει [autoritecompetente] όσον αφορά την Ελληνική Δημοκρατία και theComptrollerofIncomeTax” όσον αφορά το Τζέρσεϋ.
Άρθρο 1
Παρακράτηση φόρου από φορείς πληρωμής
Οι τόκοι, όπως oρίζoνται στο άρθρο 8 της παρούσας Συμφωνίας, τους οποίους καταβάλλει ο φoρέας πληρωμής εγκατεστημένος στο Τζέρσεϋ σε πραγματικούς δικαιούχους κατά την έννoια του άρθρου 5 της παρούσας Συμφωνίας οι οποίοι είναι κάτοικοι της Eλληνικής Δημοκρατίας υπόκεινται, με την επιφύλαξη του άρθρου 3 της παρούσας Συμφωνίας, σε παρακράτηση από το ποσό του τόκου κατά τη διάρκεια της μεταβατικής\περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 14 της παρούσας Συμφωνίας, αρχής γενομένης από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 15 της παρούσας Συμφωνίας. Το ποσοστό της παρακράτησης φόρoυ ανέρχεται σε 15% κατά τα τρία πρώτα έτη της μεταβατικής περιόδου, σε 20% για τα επόμενα τρία έτη και σε 35% στη συνέχεια.
Άρθρο 2
Διαβίβαση πληροφοριών από φορείς πληρωμής
(1) Σε περίπτωση Πληρωμής τόκων, όπως ορίζονται στο άρθρο 8 της παρούσας Συμφωνίας, από φορέα πληρωμής εγκατεστημένο στην Ελληνική Δημοκρατία σε πραγματικούς δικαιoύχους, όπως ορίζονται στο άρθρο 5 της παρούσας Συμφωνίας, οι οποίοι κατοικούν στο Τζέρσεϋ, ή σε περιπτώσεις που εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 3, παράγραφος 1, στοιχείο α) της παρούσας Συμφωνίας, ο φορέας πληρωμής ενημερώνει την αρμόδια αρχή του σχετικά με τα εξής:
α) τα στοιχεία ταυτότητας και την κατοικία του πραγματικού δικαιούχου που προσδιορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 6 της παρούσας συμφωνίας,
β) το όνομα και τη διεύθυνση του φορέα πληρωμής,
γ) τον αριθμό λογαριασμού του πραγματικού δικαιούχου ή, ελλείψει αυτού, τα στοιχεία της απαίτησης που αποτελεί γενεσιουργό αιτία των καταβαλλόμενων τόκων,
δ) πληροφορίες σχετικά με την πληρωμή των τόκων πoυ υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 4, παράγραφος 1 της παρούσας συμφωνίας. Εντούτοις, κάθε συμβαλλόμενo μέρος δύναται να περιορίσει το ελάχιστο επίπεδο πληροφοριών που πρέπει να υποβάλλεται από τον φορέα πληρωμής σχετικά με την καταβολή τόκων -στο συνολικό ποσό των τόκων ή του εισοδήματος και στο συνολικό ποσό των εσόδων από την πώληση, την εξαγορά ή την εξόφληση, και η Ελληνική Δημοκρατία συμμορφώνεται με την παράγραφο του παρόντος άρθρου.
(2) Εντός εξαμήνου από τη λήξη του φoρoλογικoύ τους έτους, η αρμόδια αρχή της Ελληνικής Δημοκρατίας ανακοινώνει στην αρμόδια αρχή του Τζέρσεϋ, αυτομάτως, τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1, σημεία α) έως δ) του παρόντος άρθρου, όσον αφορά το σύνολο των τόκων που καταβλήθηκαν κατά τη διάρκεια του εν λόγω έτους.
Άρθρο 3
Εξαιρέσεις από τη διαδικασία παρακράτησης φόρoυ
(1) Το Τζέρσεϋ, όταν εφαρμόζει παρακράτηση φόρου σύμφωνα με το άρθρο 1 της παρούσας Συμφωνίας, προβλέπει μία ή και τις δύο από τις ακόλουθες διαδικασίες προκειμένου να διασφαλίσει ότι οι πραγματικοί δικαιούχοι μπορούν να ζητήσουν να μην πραγματοποιηθεί παρακράτηση φόρου:
α) διαδικασία η οποία επιτρέπει στον πραγματικό δικαιούχο, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της παρούσας Συμφωνίας, να αποφύγει την παρακράτηση φόρου που διευκρινίζεται στο άρθρο 1 της παρούσας Συμφωνίας εξουσιοδοτώντας ρητά τον φορέα πληρωμής του να υποβάλει τις πληρωμές τόκων στην αρμόδια αρχή του συμβαλλόμενου μέρους στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο φορέας πληρωμής. Αυτή η εξουσιοδότηση θα καλύπτει όλες τις πληρωμές τόκων προς τον πραγματικό δικαιούχο από τον εν λόγω φορέα πληρωμής,
β) διαδικασία που διασφαλίζει ότι δεν επιβάλλεται παρακράτηση φόρου όταν ο πραγματικός δικαιούχος υποβάλλει στον φορέα πληρωμής πιστοποιητικό στο όνομά του που του χορηγεί η αρμόδια αρχή του συμβαλλόμενου μέρους της φορολογικής κατοικίας του σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.
(2) Μετά από αίτηση του πραγματικού δικαιούχου, η αρμόδια αρχή του συμβαλλόμενου μέρους της φορολογικής κατοικίας του εκδίδει πιστοποιητικό στο οποίο αναφέρονται:
i) το όνομα, η διεύθυνση και ο αριθμός φορολογικού μητρώου ή, αν δεν υπάρχει, η ημερομηνία και ο τόπος γέννησης του πραγματικού δικαιούχου,
ii) το όνομα και τη διεύθυνση του φορέα πληρωμής,
iii) ο αριθμός λογαριασμού του πραγματικού δικαιούχου ή, εάν δεν υπάρχει, τα στοιχεία του τίτλου που ενσωματώνει την απαίτηση
Το πιστοποιητικό αυτό ισχύει για περίοδο που δεν υπερβαίνει τα τρία έτη. Η χορήγηση του εν λόγω πιστοποιητικού στον πραγματικό δικαιούχο που το έχει ζητήσει πραγματοποιείται εντός προθεσμίας δύο μηνών από την υποβολή της αιτήσεως.
(3) Στις περιπτώσεις που εφαρμόζεται η παράγραφος 1 στοιχείο α) του παρόντος άρθρου, η αρμόδια αρχή του Τζέρσεϋ στην οποία είναι εγκατεστημένος ο φορέας πληρωμής κοινοποιεί στην αρμόδια αρχή της Ελληνικής Δημοκρατίας τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 της παρούσας Συμφωνίας, ως χώρας κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου. Αυτές οι κοινοποιήσεις διεξάγονται αυτομάτως τουλάχιστον μία φορά το έτος, εντός εξαμήνου μετά το τέλος του φορολογικού έτους που ορίζεται βάσει της νομοθεσίας του συμβαλλόμενου μέρους, όσον αφορά το σύνολο των τόκων που καταβλήθηκαν κατά τη διάρκεια του συγκεκριμένου έτους.
Άρθρο 4
Βάση αξιολόγησης για την παρακράτηση φόρου
(1) Φορέας πληρωμής εγκατεστημένος στο Τζέρσεϋ επιβάλλει φόρο παρακράτησης σύμφωνα με το άρθρο 1 της παρούσας συμφωνίας, ως εξής:
α) σε περίπτωση καταβολής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 1 στοιχείο.
α) της παρούσας Συμφωνίας: επί του ακαθάριστου ποσού των καταβληθέντων ή πιστωθέντων τόκων,
β) σε περίπτωση καταβολής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 1 στοιχείο β) ή δ) της παρούσας Συμφωνίας: στο ποσό του τόκου ή του εισοδήματος που αναφέρεται στα στοιχεία β) ή δ) αυτού του εδαφίου ή με εισφορά ισοδύναμου αποτελέσματος που θα βαρύνει τον δικαιούχο επί του συνολικού ποσού των εσόδων από την πώληση, την εξαγορά ή την εξόφληση,
γ) σε περίπτωση καταβολής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 1 στοιχείο γ) της παρούσας Συμφωνίας: στο ποσό των τόκων που αναφέρεται στο εν λόγω εδάφιο,
δ) σε περίπτωση καταβολής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 4 της παρούσας Συμφωνίας: στο ποσό του τόκου που αναλογεί σε κάθε μέλος της έννομης οντότητας που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 της παρούσας Συμφωνίας το οποίο πληροί τους όρους του άρθρου 5 παράγραφος 1 της παρούσας Συμφωνίας,
ε) σε περίπτωση που το Τζέρσεϋ ασκεί το δικαίωμα που προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφος 5 της παρούσας Συμφωνίας: στο ποσό των ανοιγμένων σε ετήσια βάση τόκων.
(2) Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 στοιχεία α) και β) του παρόντος άρθρου, η παρακράτηση φόρου εκπίπτει κατ` αναλογία για την περίοδο κατά την οποία ο πραγματικός δικαιούχος κατείχε τον χρεωστικό τίτλο. Εάν ο φορέας πληρωμής αδυνατεί να προσδιορίσει την περίοδο κατοχής με βάση τις πληροφορίες που του διατίθενται, ο φορέας πληρωμής μεταχειρίζεται τον πραγματικό δικαιούχο ως έχοντα στην κατοχή του τον χρεωστικό τίτλο καθ΄ όλη τη διάρκεια της ύπαρξής του, εκτός εάν ο τελευταίος παράσχει αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την ημερομηνία αγοράς.
(3) Η επιβολή παρακράτησης φόρου από το Τζέρσεϋ δεν εμποδίζει το άλλο συμβαλλόμενο μέρος της φορολογικής κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου να φορολογήσει το εισόδημα σύμφωνα με την εθνική του νομοθεσία.
(4) Κατά την διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, το Τζέρσεϋ μπορεί να προβλέπει ότι ο οικονομικός φορέας που καταβάλλει τόκους, ή εξασφαλίζει την κταβολή των τόκων, σε έννομη οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 της παρούσας Συμφωνίας στο άλλο συμβαλλόμενο μέρος θεωρείται ως ο φορέας πληρωμής για λογαριασμό της οντότητας και θα επιβάλει την παρακράτηση φόρου επί των τόκων αυτών , εκτός εάν η οντότητα έχει επισήμως δεχθεί να κοινοποιούνται σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο του άρθρου 7 παράγραφος 2 της παρούσας Συμφωνίας η επωνυμία της, η διεύθυνσή της και το συνολικό ποσό των τόκων που της καταβάλλονται ή εξασφαλίζονται για λογαριασμό της.
Άρθρο 5 Ορισμός του πραγματικού δικαιούχου
(1) Για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας, ως “πραγματικός δικαιούχος” νοείται το φυσικό πρόσωπο που εισπράττει τόκους για ίδιο σκοπό ή οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο προς όφελος του οποίου εξασφαλίζεται πληρωμή τόκων, εκτός εάν το εν λόγω φυσικό πρόσωπο μπορεί να παράσχει αποδεικτικά στοιχεία ότι δεν έχει εισπράξει ή εξασφαλίσει την πληρωμή τόκων για δικό του λογαριασμό. Ενα φυσικό πρόσωπο δεν θεωρείται πραγματικός δικαιούχος όταν
α) ενεργεί ως φορέας πληρωμής κατά την έννοια του άρθρου 7 παράγραφος 1 της παρούσας Συμφωνίας,
β) ενεργεί εξ ονόματος νομικού προσώπου, οντότητας που φορολογείται επί των κερδών της βάσει των γενικών ρυθμίσεων περί φορολογίας των επιχειρήσεων, ΟΣΕΚΑ εγκεκριμένου σύμφωνα με την οδηγία 85/611/ΕΟΚ ή ισοδύναμου οργανισμού συλλογικών επενδύσεων εγκατεστημένου στο Τζέρσεϋ, ή οντότητας που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 της παρούσας Συμφωνίας, και, στην τελευταία περίπτωση, κοινοποιεί την επωνυμία και τη διεύθυνση της οντότητας στον οικονομικό φορέα που καταβάλλει τους τόκους και ο τελευταίος διαβιβάζει, εν συνεχεία, αυτές τις πληροφορίες στην αρμόδια αρχή του συμβαλλομένου μέρος της εγκατάστασης,
γ) ενεργεί εξ ονόματος άλλου φυσικού προσώπου που είναι ο πραγματικός δικαιούχος και αποκαλύπτει στον φορέα πληρωμής τα στοιχεία ταυτότητας του πραγματικού δικαιούχου.
(2) Στην περίπτωση που ο φορέας πληρωμής έχει στη διάθεσή του στοιχεία που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το φυσικό πρόσωπο στο oπoίo καταβάλλονται τόκοι ή για το οποίο εξασφαλίζεται η πληρωμή τόκων ενδεχομένως να μην είναι ο πραγματικός δικαιούχος και που δεν εφαρμόζεται ούτε η παράγραφος 1 στοιχείο α) ούτε η παράγραφος 1 στοιχείο β) του παρόντος άρθρου, λαμβάνει τα Kα`Cάλληλα μέτρα για να προσδιορίσει την ταυτότητα του πραγματικού δικαιούχου. Αν ο φορέας πληρωμής αδυνατεί να προσδιορίσει τον πραγματικό. δικαιούχο, το εν λόγω φυσικό πρόσωπο θεωρείται ως πραγματικός δικαιούχος.
Άρθρο 6 Στοιχεία ταυτότητας και κατοικία του πραγματικού δικαιούχου
(1) Κάθε Μέρος προβαίνει στη θέσπιση και διασφαλίζει την εφαρμογή στο έδαφός του των αναγκαίων διαδικασιών που εmτρέπουν στον φορέα πληρωμής να προσδιορίζει τους πραγματικούς δικαιούχους και την κατοικία τους για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας.
Οι διαδικασίες αυτές πληρούν τους ελάχιστους κανόνες που καθορίζονται στις παραγράφους 2 και 3.
(2) Ο φορέας πληρωμής προσδιορίζει την ταυτότητα του πραγματικού δικαιούχου συναρτήσει ελαχίστων κανόνων οι οποίοι ποικίλλουν ανάλογα με τον χρόνο έναρξης των σχέσεων μεταξύ φορέα πληρωμής και δικαιούχου των τόκων, ως εξής:
α) όσον αφορά τις συμβατικές σχέσεις που έχουν συναφθεί πριν από την 1η Ιανουαρίου 2004, ο φορέας πληρωμής προσδιορίζει την ταυτότητα του πραγματικού δικαιούχου, ήτοι το όνομα και τη διεύθυνσή του, χρησιμοποιώντας τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του, ιδίως κατ` εφαρμογή των ισχυόντων στη χώρα εγκατάστασής του κανονισμών και της οδηγίας 91/308/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 10ης Ιουνίου 1991, για την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες στην περίπτωση της Ελληνικής Δημοκρατίας ή ισοδύναμης νομοθεσίας στην περίπτωση του Τζέρσεϋ,
β) όσον αφορά τις συμβατικές σχέσεις που συνάπτονται, ή τις συναλλαγές που πραγματοποιούνται χωρίς να υπάρχουν συμβατικές σχέσεις, από 1 ης Ιανουαρίου 2004 και εξής, ο φορέας πληρωμής εξακριβώνει την ταυτότητα του πραγματικού δικαιούχου, ήτοι το όνομα, τη διεύθυνση και, εάν υπάρχει, τον αριθμό φορολογικού μητρώου στο κράτος μέλος της φορολογικής κατοικίας του. Τα στοιχεία αυτά θα πρέπει να προσδιορίζονται βάσει του διαβατηρίου ή του επίσημου δελτίου ταυτότητας που υποβάλλει ο πραγματικός δικαιούχος. Εάν η διεύθυνση δεν αναγράφεται στο εν λόγω διαβατήριο ή επίσημο δελτίο ταυτότητας, εξακριβώνεται βάσει οποιουδήποτε αποδεικτικού εγγράφου που υποβάλλει ο πραγματικός δικαιούχος. Εάν ο αριθμός φορολογικού μητρώου δεν αναγράφεται στο διαβατήριο, ή στο επίσημο δελτίο ταυτότητας ή σε άλλο επίσημο έγγραφο ταυτότητας, ενδεχομένως στο πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας, που υποβάλλει ο πραγματικός δικαιούχος, τα στοιχεία ταυτότητας συμπληρώνονται με την ημερομηνία και τον τόπο γέννησης του πραγματικού δικαιούχου που προκύπτουν από το διαβατήριο ή το επίσημο δελτίο ταυτότητας.
(3) Ο φορέας πληρωμής προσδιορίζει την κατοικία τού πραγματικού δικαιούχου βάσει ελάχιστων κανόνων που ποικίλλουν ανάλογα με το χρόνο έναρξης των σχέσεων μεταξύ του φορέα πληρωμής και του δικαιούχου των τόκων. Με την επιφύλαξη των κατωτέρω, ως κατοικία θεωρείται η χώρα στην οποία ο πραγματικός δικαιούχος έχει τη μόνιμη διεύθυνσή του:
α)όσον αφορά τις συμβατικές σχέσεις που έχουν συναφθεί πριν από την 1η Ιανουαρίου 2004, ο φορέας πληρωμής προσδιορίζει την κατοικία του πραγματικού δικαιούχου χρησιμοποιώντας τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του, ιδίως κατ` εφαρμογή των ισχυόντων στη χώρα εγκατάστασής του κανονισμών και της οδηγίας 91/308/ΕΟΚ στην περίπτωση της Ελληνικής Δημοκρατίας ή ισοδύναμης νομοθεσίας στην περίπτωση του Τζέρσεϋ,
β) όσον αφορά τις συμβατικές σχέσεις που συνάπτονται ή, τις συναλλαγές που πραγματοποιούνται χωρίς να υπάρχουν συμβατικές σχέσεις, από 1 ης Ιανουαρίου 2004 και εξής, οι φορείς πληρωμής προσδιορίζουν την κατοικία του δικαιούχου βάσει της διεύθυνσης που αναγράφεται στο διαβατήριο ή στο επίσημο δελτίο ταυτότητας ή, εν ανάγκη, βάσει οιουδήποτε αποδεικτικού εγγράφου το οποίο παρουσιάζει ο πραγματικός δικαιούχος, σύμφωνα με την ακόλουθη διαδικασία: όσον αφορά τα φυσικά πρόσωπα που παρουσιάζουν διαβατήριο ή επίσημο δελτίο ταυτότητας που έχει εκδώσει κράτος μέλoς και τα οποία δηλώνουν ότι είναι κάτοικοι τρίτης χώρας, η κατοικία καθορίζεται βάσει πιστοποιητικού φορολογικής κατοικίας που εκδίδεται από την αρμόδια αρχή της τρίτης χώρας στην οποία το εν λόγω φυσικό πρόσωπο δηλώνει ότι κατοικεί. Εφόσον δεν υπάρχει τέτοιο πιστοποιητικό, θεωρείται ως τόπος κατοικίας το κράτος μέλος το οποίο εξέδωσε το διαβατήριο ή το άλλο επίσημο έγγραφο ταυτότητας.
Άρθρο 7 Ορισμός του φορέα πληρωμής
(7) Για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας, ως “φορέας πληρωμής” νοείται οποιοσδήποτε οικονομικός φορέας, ο οποίος καταβάλλει τόκους στον πραγματικό δικαιούχο ή εξασφαλίζει την καταβολή τόκων προς άμεσo όφελος αυτού, ανεξαρτήτως του αν ο φορέας αυτός είναι ο οφειλέτης της απαίτησης ή ο φορέας στον οποίο έχει αναθέσει ο οφειλέτης ή ο πραγματικός δικαιούχος την πληρωμή των τόκων ή την εξασφάλιση αυτής της πληρωμής.
(8) Κάθε οντότητα εγκατεστημένη σε συμβαλλόμενο μέρος στο οποίο καταβάλλονται τόκοι ή για το οποίο εξασφαλίζεται η καταβολή τόκων προς όφελος του πραγματικού δικαιούχου θεωρείται επίσης ως φορέας πληρωμής κατά την εν λόγω πληρωμή ή εξασφάλιση της πληρωμής. Η παρούσα διάταξη δεν εφαρμόζεται αν ο οικονομικός φορέας έχει λόγους να πιστεύει, βάσει επίσημων αποδεικτικών στοιχείων που υπoβάλλει η οντότητα, ότι:
α) είναι νομικό πρόσωπο, εξαιρουμένων των νομικών προσώπων που αναφέρονται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου, ή
β) τα κέρδη του φορολογούνται βάσει των γενικών ρυθμίσεων φορολογίας των επιχειρήσεων,
ή
γ) πρόκειται για ΟΣΕΚΑ εγκεκριμένο σύμφωνα με την οδηγία 85/611/ΕΟΚ του Συμβουλίου ή ισοδύναμου οργανισμού συλλογικών επενδύσεων εγκατεστημένου στο Τζέρσεϋ.
Ο οικονομικός φορέας που καταβάλλει τόκους σε μια τέτοια οντότητα εγκατεστημένη σε αλλo συμβαλλόμενο μέρος, και θεωρούμενη ως φορέα πληρωμής βάσει της παρούσας παραγράφoυ ή εξασφαλίζει την καταβολή τόκων για αυτή, κοινοποιεί την επωνυμία και τη διεύθυνση της οντότητας καθώς και το συνολικό ποσό των τόκων που της κατέβαλε ή των οποίων εξασφάλισε την καταβολή στην αρμόδια αρχή του συμβαλλόμενου μέρους εγκατάστασής της, η οποία στη συνέχεια διαβιβάζει τα στοιχεία αυτά στην αρμόδια αρχή του συμβαλλόμενου μέρους εγκατάστασης της οντότητας.
Η οντότητα που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου έχει, ωστόσο, το δικαίωμα να επιλέγει, για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας, να τυγχάνει μεταχείρισης ως ΟΣΕΚΑ ή ως ισοδύναμος οργανισμός, κατά την έννοια της παραγράφου 2 στοιχείο γ). Η άσκηση αυτού του δικαιώματος αποτελεί αντικείμενο πιστοποιητικού που εκδίδεται από το συμβαλλόμενο μέρος στο οποίο είναι εγκατεστημένη η οντότητα, υποβάλλεται δε από αυτήν την οντότητα στον οικονομικό φορέα. Τα συμβαλλόμενα μέρη θεσπίζουν τους λεπτομερείς κανόνες άσκησης αυτού του δικαιώματος για τις οντότητες τις εγκατεστημένες στο έδαφός τους.
Σε περίπτωση που ο οικονομικός φορέας και η οντότητα που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου είναι εγκατεστημένοι στο ίδιο συμβαλλόμενο μέρος, το εν λόγω συμβαλλόμενο μέρος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης της οντότητας, όταν ενεργεί ως φορέας πληρωμής, προς τις διατάξεις της παρούσας Συμφωνίας.
Τα νομικά πρόσωπα που εξαιρούνται από την εφαρμογή του άρθρου 2 στοιχείο α) του παρόντος άρθρου είναι:
α) στη Φινλανδία: avoinyhtio (ΑΥ) και konlffiandiittiyhtio (Ky)/oppetbolug και komrnanditbolag,
β) στη Σουηδία: handelsbolag (ΗΒ) και komnanditbolag (KΒ).
Άρθρο 8 Ορισμός των τόκων
(1) Για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας, ως “τόκοι” νοούνται:
α)οι καταβληθέντες ή εγγεγραμμένοι σε λογαριασμό τόκοι από πάσης φύσεως απαιτήσεις, είτε συνοδεύονται είτε όχι από ενυπόθηκες εγγυήσεις ή από ρήτρα συμμετοχής στα κέρδη του οφειλέτη, ιδίως δε τα εισοδήματα από τίτλους του δημοσίου και ομολογιακά δάνεια, συμπεριλαμβανομένων των πρόσθετων ωφελημάτων και λαχνών που τα συνοδεύουν. Οι τόκοι υπερημερίας δεν θεωρούνται τόκοι,
β)οι δεδουλευμένοι ή κεφαλαιοποιημένοι τόκοι κατά την πώληση, την επιστροφή ή την εξόφληση των απαιτήσεων που αναφέρονται στο στοιχείο α),
γ)το εισόδημα που προκύπτει από τόκους, είτε άμεσα είτε μέσω οντότητας που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 της παρούσας Συμφωνίας, το οποίο διανέμεται από
ι) ΟΣΕΚΑ -εγκεκριμένο σύμφωνα με την οδηγία 85/611/ΕΟΚ του Συμβουλίου, ή
ιι) ισοδύναμο οργανισμό συλλογικών επενδύσεων εγκατεστημένο στο Τζέρσεϋ,
ιιι) οντότητες που επωφελούνται από το δικαίωμα που προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 της παρούσας Συμφωνίας,
ιν) οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων εγκατεστημένους εκτός του εδάφους στο οποίο εφαρμόζεται η συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας δυνάμει του άρθρου της 299 και εκτός του Τζέρσεϋ.
δ) εισόδημα που προκύπτει από την πώληση, την επιστροφή ή την εξόφληση μονάδων ή μεριδίων στους ακόλουθους οργανισμούς και οντότητες, αν επενδύουν άμεσα ή έμμεσα, μέσω άλλων οργανισμών συλλογικών επενδύσεων ή οντοτήτων που αναφέρονται κατωτέρω ποσοστό ανώτερο του 40% του ενεργητικού τους σε απαιτήσεις που αναφέρονται στο στοιχείο α):
i) ΟΣΕΚΑ εγκεκριμένους σύμφωνα με την οδηγία 85/611/ΕΟΚ, ή
ii) ισοδύναμο οργανισμό συλλογικών επενδύσεων εγκατεστημένο στο Τζέρσεϋ,
iii) οντότητες που επωφελούνται από το δικαίωμα που προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 της παρούσας Συμφωνίας,
iv) οργανισμός συλλογικών επενδύσεων εγκατεστημένους εκτός του εδάφους στο οποίο εφαρμόζεται η συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας δυνάμει του άρθρου της 299 και εκτός του Τζέρσεϋ.
Ωστόσο, τα συμβαλλόμενα μέρη μπορούν να μην περιλαμβάνουν στον ορισμό των τόκων το εισόδημα που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο δ)του παρόντος άρθρου παρά μόνο κατά την αναλογία που το εισόδημα αυτό αντιστοιχεί σε εισόδημα που, άμεσα ή έμμεσα, προέρχεται από πληρωμές τόκων κατά την έννοια των στοιχείων α) και β) της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.
(2) Οσον αφορά την παράγραφο 1 στοιχεία γ) και δ) του παρόντος άρθρου, σε περίπτωση που ένας φορέας πληρωμής δεν έχει στη διάθεσή του στοιχεία σχετικά με το μέρος του εισοδήματος που προέρχεται από πληρωμή τόκων, το συνολικό ποσό του εισοδήματος θεωρείται ως πληρωμή τόκων.
(3) Οσον αφορά την παράγραφο 1 στοιχείο δ) του παρόντος άρθρου, σε περίπτωση που ο φορέας πληρωμής δεν έχει στη διάθεσή του στοιχεία σχετικά με το ποσοστό του ενεργητικού που επενδύεται σε απαιτήσεις ή σε μονάδες ή μερίδια που προβλέπονται στην εν λόγω παράγραφο, το ποσοστό αυτό θεωρείται ότι υπερβαίνει το 40%. Εάν δεν μπορεί να προσδιορίσει το ποσό του εισοδήματος που συγκεντρώνει ο πραγματικός δικαιούχος, το εισόδημα θεωρείται ότι αντιστοιχεί στο προϊόν της πώλησης, της επιστροφής ή της εξόφλησης των μετοχών ή μεριδίων.
(4) Οταν οι τόκοι, όπως ορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, καταβάλλονται ή πιστώνονται σε λογαριασμό οντότητας που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 της παρούσας Συμφωνίας, αν η εν λόγω οντότητα δεν επωφελείται από το δικαίωμα που προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 της παρούσας Συμφωνίας, οι εν λόγω τόκοι θεωρούνται ως πληρωμές τόκων από την εν λόγω οντότητα.
(5) `Οσον αφορά την παράγραφο 1 στοιχεία β) και δ) του παρόντος άρθρου, τα συμβαλλόμενα μέρη έχουν το δικαίωμα να ζητούν από τους φορείς πληρωμής που είναι εγκατεστημένοι στο έδαφός τους να υπολογίζουν τους τόκους σε ετήσια βάση κατά τη διάρκεια περιόδου που δεν υπερβαίνει το έτος και να θεωρούν τους ετήσιους αυτούς τόκους ως πληρωμή τόκων ακόμη και αν δεν διενεργηθεί πώληση, επιστροφή ή εξόφληση κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.
(6) Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 στοιχεία γ) και δ) του παρόντος άρθρου, τα συμβαλλόμενα μέρη έχουν το δικαίωμα να εξαιρέσουν από τον ορισμό των τόκων το εισόδημα που αναφέρεται στις συγκεκριμένες διατάξεις από οργανισμούς ή οντότητες που εδρεύουν εντός του εδάφους τους, σε περίπτωση που το ποσοστό του ενεργητικού των εν λόγω οργανισμών ή οντοτήτων που έχει επενδυθεί σε απαιτήσεις οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) του παρόντος άρθρου δεν υπερβαίνει το 1`5%. Ομοίως, κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, τα συμβαλλόμενα μέρη έχουν το δικαίωμα να εξαιρέσουν από τον ορισμό των τόκων, όπως ορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, τους τόκους που καταβάλλονται ή πιστώνονται σε λογαριασμό οντότητας που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 της παρούσας Συμφωνίας, εάν η οντότητα αυτή δεν επωφελείται από το δικαίωμα που προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 της παρούσας Συμφωνίας και είναι εγκατεστημένη στο έδαφός τους, σε περίπτωση που το ποσοστό του ενεργητικού των εν λόγω οντοτήτων που έχει επενδυθεί σε απαιτήσεις οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) του παρόντος άρθρου δεν υπερβαίνει το 15%.
Η άσκηση αυτού του δικαιώματος από συμβαλλόμενο μέρος είναι δεσμευτική και για τα άλλα συμβαλλόμενα μέρη.
(7) Από την 1 η Ιανουαρίου 2011, το ποσοστό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο δ) του παρόντος άρθρου και στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου είναι 25%.
(8) Τα ποσοστά που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο δ) του παρόντος άρθρου και στην παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου καθορίζονται βάσει της επενδυτικής πολιτικής, όπως ορίζεται στον κανονισμό και στα καταστατικά έγγραφα των εν λόγω οργανισμών ή οντοτήτων ή, ελλείψει αυτών, βάσει της πραγματικής σύνθεσης του ενεργητικού τους.
Άρθρο 9 Κατανομή των εσόδων από την παράγραφο φόρου
(1) Το Τζέρσεϋ παρακρατεί το 25% της παρακράτησης φόρου που εκπίπτει δυνάμει της παρούσας Συμφωνίας και μεταβιβάζει το υπόλοιπο 75% των εσόδων στο άλλο συμναλλόμενο μέρος.
(2) Το Τζέρσεϋ που επιβάλλει παρακράτηση φόρου σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 4 της παρούσας Συμφωνίας παρακρατεί το 25% των εσόδων και μεταβιβάζει το 75% στην Ελληνική Δημοκρατία με την αναλογία που ισχύει για τις μεταβιβάσεις που πραγματοποιούνται κατ΄εφαρμογή της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.
(3) Η μεταβίβαση αυτή πραγματοποιείται για κάθε έτος σε μια δόση, το αργότερο εντός εξαμήνου μετά το τέλος του φορολογικού έτους που ορίζεται από τη νομοθεσία του Τζέρσεϋ.
(4) Το Τζέρσεϋ που επιβάλλει παρακράτηση φόρου λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να διασφαλίσει την ορθή λειτουργία του συστήματος κατανομής εσόδων.
Άρθρο 10 Εξάλειψη της διπλής φορολογίας
(1) Το συμβαλλόμενο μέρος της φορολογικής κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου διασφαλίζει την εξάλειψη της διπλής φορολογίας που ενδεχομένως να προκύπτει από την επιβολή, από το Τζέρσεϋ, της παρακράτησης φόρου στην οποία αναφέρεται η παρούσα Συμφωνία σύμφωνα με τις ακόλουθες διατάξεις
ι) όταν επι των τόκων που εισπράττει ένας πραγματικός δικαιούχος έχει παρακρατηθεί φόρος στο Τζέρσεϋ, το άλλο συμβαλλόμενο μέρος χορηγεί, σύμφωνα με το εσωτερικό του δίκαιο, πίστωση φόρου ίση με το παρακρατηθέν στην πηγή ποσό. Αν το ποσό αυτό υπερβαίνει το ποσό του οφειλόμενου σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία φόρου, το άλλο συμβαλλόμενο μέρος επιστρέφει το επιπλέον ποσό του παρακρατηθέντος φόρου στον πραγματικό δικαιούχο,
ιι) αν, πέραν της παρακράτησης φόρου όπως προβλέπεται στο άρθρο 4 της παρούσας Συμφωνίας, επί των τόκων που εισπράττονται από πραγματικό δικαιούχο έχει διενεργηθεί οποιαδήποτε άλλη παρακράτηση φόρου/παρακράτηση φόρου στην πηγή και το συμβαλλόμενο μέρος της φορολογικής κατoικίας χορηγεί πίστωση φόρου για την εν λόγω παρακράτηση φόρου/παρακράτηση φόρου στην πηγή σύμφωνα με την εθνική του νομοθεσία ή τις συμβάσεις περί διπλής φορολογίας, το ποσό αυτής της άλλης παρακράτησης φόρoυ/παρακράτησης φόρου στην πηγή πιστώνεται πριν από την εφαρμογή της διαδικασίας που προβλέπεται στο στοιχείο ϊ) του παρόντος άρθρου.
(2) Το συμβαλλόμενο μέλος που είναι το κράτος της φορολογικής Kατοικίας του πραγματικού δικαιούχου μπορεί να αντικαταστήσει τον μηxανισμό της πίστωσης φόρου που αναφέρεται στην παράγραφο 1) του παρόντος άρθρου με την επιστροφή της παρακράτησης φόρου που αναφέρεται στο άρθρο 1 της παρούσας Συμφωνίας.
Άρθρο 11 Μεταβατικές διατάξεις για τους διαπραγματεύσιμους χρεωστικούς τίτλους
(1) Κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 14 της παρούσας Συμφωνίας και μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2010 το αργότερο, οι εγχώριες και διεθνείς ομολογίες και άλλοι διαπραγματεύσιμοι χρεωστικοί τίτλοι που έχουν εκδοθεί για πρώτη φορά πριν από την 1η Μαρτίου 2001 ή που τα ενημερωτικά φυλλάδια για την εισαγωγή τους στο χρηματιστήριο αξιών έχουν εγκριθεί πριν από την ημερομηνία αυτή από τις αρμόδιες αρχές κατά την έννοια της οδηγίας 80/3901ΕΟΚ του Συμβουλίου, ή από αρμόδιες αρχές σε τρίτες χώρες, δεν θεωρούνται ως απαιτήσεις κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 1 στοιχείο α) της παρούσας Συμφωνίας, υπό την προϋπόθεση ότι δεν πραγματοποιούνται επιπλέον εκδόσεις των εν λόγω διαπραγματεύσιμων χρεωστικών τίτλων από την 1η Μαρτίου 2002 και εξής. Εάν όμως η μεταβατική περίοδος παραταθεί πέραν της 31 ης Δεκεμβρίου 2010, οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εξακολουθούν να ισχύουν μόνον για διαπραγματεύσιμους χρεωστικούς τίτλους αυτού του είδους:
– που περιέχουν ρήτρες επανενσωμάτωσης του εκπεσθέντος φόρου και
– εφόσον ο φορέας πληρωμής είναι εγκατεστημένος σε συμβαλλόμενο μέρος που εφαρμόζει την παρακτάτηση φόρου και ο εν λόγω φορέας πληρωμής καταβάλλει τόκους στον πραγματικό δικαιούχο εγκατεστημένο σε άλλο συμβαλλόμενο μέρος ή εξασφαλίζει την καταβολή τόκων προς άμεσo όφελος αυτού.
Σε περίπτωση που πραγματοποιηθούν επιπλέον εκδόσεις των προαναφερόμενων διαπραγματεύσιμων χρεωστικών τίτλων από την 1η Μαρτίου 2002 και εξής, από κυβερνήσεις ή εξομοιούμενους οργανισμούς που ενεργούν ως δημόσια αρχή ή των οποίων ο ρόλος αναγνωρίζεται από διεθνή συνθήκη, όπως ορίζεται στο Παράρτημα της παρούσας Συμφωνίας, η συνολική έκδοση αυτών των τίτλων, αποτελούμενη από την αρχική έκδοση και τις νέες εκδόσεις, θεωρείται ως απαίτηση κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 1 στοιχείο α) της παρούσας Συμφωνίας.
Σε περίπτωση που πραγματοποιηθεί περαιτέρω έκδοση των προαναφερομένων διαπραγματεύσιμων χρεωστικών τίτλων από την 1η Μαρτίου 2002 και εξής από άλλο εκδότη που δεν καλύπτεται από το δεύτερο εδάφιο, η περαιτέρω αυτή έκδοση θεωρείται ως απαίτηση κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 1 στοιχείο α)της παρούσας Συμφωνίας.
2) Καμία διάταξη του παρούντος άρθρου δεν εμποδίζει τα συμβαλλόμενα μέρη να φορολογούν το εισόδημα από τους διαπραγματεύσιμους χρεωστικούς τίτλους που αναφέρονται στην παράγραφο 1) σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία τους.
Άρθρο 12 Διαδικασία αμοιβαίας συμφωνίας
Εαν προκύψουν δυσχέρειες ή αμφιβολίες μεταξύ των μερών όσον αφορά την εφαρμογή ή την ερμηνεία της παρούσας Συμφωνίας, τα συμβαλλόμενα μέρη καταβαλλόμενα μέρη καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια να επιλύσουν το θέμα με αμοιβαία συμφωνία.
Άρθρο 13 Απόρρητο
(5) Ολες οι πληροφορίες που παρέχει και λαμβάνει η αρμόδια αρχή συμβαλλόμενου μέρους κρατούνται απόρρητες.
(6) Οι πληροφορίες που παρέχονται στην αρμόδια αρχή συμβαλλόμενου μέρους δεν μπορούν να χρησιμοποιούνται για σκοπούς πέραν εκείνων της άμεσης φορολογίας χωρίς προηγούμενη γραπτή συγκατάθεση του άλλου συμβαλλόμενου μέρους.
(3) Οι παρεχόμενες πληροφορίες κοινοποιούνται μόνο στα αφορώμενα πρόσωπα ή αρχές για σκοπούς άμεσους φορολογίας και χρησιμοποιούνται από τα εν λόγω πρόσωπα ή αρχές μόνο για τέτοιους σκοπούς ή για σκοπούς επιτήρησης, περιλαμβανόμενης της έκβασης τυχόν προσφυγών. Για τους σκοπούς αυτούς, μπορούν να κοινοποιούνται πληροφορίες σε ακροαματικές διαδικασίες ή σε δικαστικές ενέργειες.

(4) Όταν η αρμόδια αρχή συμβαλλόμενου μέρους θεωρεί ότι οι πληροφορίες που έλαβε από την αρμόδια αρχή του άλλου συμβαλλόμενου μέρους ενδέχεται να είναι χρήσιμες για την αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους, μπορεί να τις διαβιβάζει σε αυτή την αρμόδια αρχή, με τη σύμφωνη γνώμη της αρμόδιας αρχής που παρέσχε τις πληροφορίες.
Άρθρο 14 Μεταβατική περίοδος
Στο τέλος της μεταβατικής περιόδου, όπως αυτή oρίζεται στο άρθρο 10 παράγραφος 2 της οδηγίας, το Τζέρσεϋ σταματά να εφαρμόζει την παρακράτηση φόρου και την κατανομή των εσόδων που προβλέπεται στην παρούσα Συμφωνία και αρχίζει να εφαρμόζει έναντι του άλλου συμβαλλόμενου μέρους τις διατάξεις για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών κατά τον τρόπο που προβλέπεται στο Κεφάλαιο ΙΙ της οδηγίας. Εάν κατά τη μεταβατική περίοδο το Τζέρσεϋ επιλέξει να εφαρμόσει τις διατάξεις για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών κατά τον τρόπο που προβλέπεται στο Κεφάλαιο ΙΙ της οδηγίας, δεν θα εφαρμόζει πλέον την παρακράτηση φόρου/παρακράτηση φόρου στην πηγή και την κατανομή των εσόδων που προβλέπεται στο άρθρο 9 της παρούσας Συμφωνίας.
Άρθρο 15 Έναρξη ισχύος
Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 17 της παρούσας Συμφωνίας, η Συμφωνία τίθεται σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2005..
Άρθρο 16 Λήξη
(1) Η παρούσα Συμφωνία παραμένει σε ισχύ εφόσον δεν την καταγγείλει ένα από τα συμβαλλόμενα μέρη.
(2) `Εκαστοσυμβαλλόμενo μέρος δύναται να καταγγείλει την παρούσα Συμφωνία με γραπτη κοινοποίηση προς το άλλο συμβαλλόμενο μέρος, στην οποία διευκρινίζονται οι συνθήκες που οδήγησαν στην εν λόγω κοινοποίηση. Στην περίπτωση αυτή, η Συμφωνία παύει να ισχύ μετά την ημερoμηνία γνωστοποίησης.
`Αρθρo 17 Εφαρμογή και αναστολή της εφαρμογής
(1) Η εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας εξαρτάται από την έγκριση και εφαρμογή από όλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, την Ελβετία, την Ανδόρα, το Λιχτενστάιν, το Μονακό και το Σαν Μαρίνο και από όλα τα εξαρτημένα ή συνδεδεμένα εδάφη των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, αντίστοιχα, μέτρων σύμφωνων ή ισοδύναμων με τα προβλεπόμενα στην οδηγία ή στην παρoύσα Συμφωνία, και τον καθορισμό των ίδιων ημερομηνιών εφαρμογής.
Τα συμβαλλόμενα μέρη απoφασίζoυν, με κοινή συμφωνία, τουλάχιστον έξι μήνες πριν από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 15 της παρούσας Συμφωνίας, κατά πόσον ο όρος που τίθεται στην παράγραφο 1 πληρούται όσον αφορά τις ημερομηνίες έναρξης ισχύος των σχετικών μέτρων στα κράτη μέλη, στις προαναφερθείσες τρίτες χώρες και στα εξηρτημένα ή συνδεδεμένα εδάφη.
Με την επιφύλαξη της διαδικασίας αμοιβαίας συμφωνίας που προβλέπεται στο άρθρο 12 της παρούσας Συμφωνίας, οιοδήποτε από τα συμβαλλόμενα μέρη μπορεί να αναστείλει την εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας ή μερών αυτής με άμεση ισχύ, με κοινοποίηση στο άλλο μέρος στην οποία διευκρινίζονται οι συνθήκες που οδήγησαν στην εν λόγω κοινοποίηση εφόσον η οδηγία παύει να ισχύει είτε προσωρινά είτε μόνιμα σύμφωνα με το ευρωπαϊκό κοινοτικό δίκαιο ή σε περίπτωση που κράτος μέλος αναστείλει την εφαρμογή των οικείων εκτελεστικών διατάξεων. Η εφαρμογή της Συμφωνίας αποκαθίσταται μόλις παύσουν να συντρέχουν οι συνθήκες που οδήγησαν στην αναστολή.
Με την επιφύλαξη της διαδικασίας αμοιβαίας συμφωνίας που προβλέπεται στο άρθρο 12 της παρούσας Συμφωνίας, οιοδήποτε από τα συμβαλλόμενα μέρη μπορεί να αναστείλει την εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας μέσω κοινοποίησης στο άλλο μέρος, διευκρινίζοντας τις συνθήκες που οδήγησαν στην εν λόγω κοινοποίηση εφόσον μία από τις τρίτες χώρες ή τα εδάφη που αναφέρονται στην παράγραφο 1 παύσουν στη συνέχεια να εφαρμόζουν Τα μέτρα που αναφέρονται στην εν λόγω παράγραφο. Η αναστολή της εφαρμογής πραγματοποιείται το νωρίτερο δύο μήνες μετά τη γνωστοποίηση. Η εφαρμογή της Συμφωνίας αποκαθίσταταί μόλις αποκατασταθούν και τα μέτρα από την εν λόγω τρίτη χώρα ή έδαφος.
Συντάχθηκε στην ελληνική και στην αγγλική γλώσσα και τα κείμενα σε όλες αυτές τις γλώσσες εξίσου αυθεντικά.

Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και των Συμφωνιών που κυρώνονται από την 1 η Ιουλίου 2005.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 21 Ιουνίου 2005

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟI