NOMOΣ ΥΠ` ΑΡΙΘΜ. 3477 (ΦΕΚ Α 150/19.7.2006)
Κύρωση της Συμφωνίας μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης του Χασεμιτικού Βασιλείου της Ιορδανίας για την προώθηση και αμοιβαία προστασία των επενδύσεων.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
Κυρώνεται και έχει την ισχύ, που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, η Συμφωνία μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης του Χασεμιτικού Βασιλείου της Ιορδανίας για την προ? ώθηση και αμοιβαία προστασία των επενδύσεων, που υπογράφηκε στην Αθήνα στις 21 Δεκεμβρίου 2005, το κείμενο της οποίας σε πρωτότυπο στην ελληνική και αγγλική γλώσσα έχει ως εξής:
ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΧΑΣΕΜΙΤΙΚΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΗΣ ΙΟΡΔΑΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΚΑΙ ΑΜΟΙΒΑΙΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ
Η Κυβέρνηση της Ελληνικής Δημοκρατίας και η Κυβέρνηση του Χασεμιτικού Βασιλείου της Ιορδανίας,
Αποκαλούμενες εφ` εξής «τα Συμβαλλόμενα Μέρη»,
ΕΠΙΘΥΜΩΝΤΑΣ να ενισχύσουν την οικονομική τους συνεργασία προς το αμοιβαίο όφελος των δύο Κρατών σε μακροχρόνια βάση,
ΕΧΟΝΤΑΣ ως στόχο τη δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών για τις επενδύσεις επενδυτών του ενός Συμβαλλομένου Μέρους, στο έδαφος του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους,
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ ότι η προώθηση και προστασία των επενδύσεων, βάσει της παρούσης Συμφωνίας, θα τονώσει την πρωτοβουλία στον τομέα αυτό,
ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:
Άρθρο 1
Ορισμοί
Για τους σκοπούς της παρούσης Συμφωνίας:
1. «Επένδυση» σημαίνει κάθε είδους περιουσιακό στοιχείο που επενδύεται από επενδυτές του ενός Συμβαλλομένου Μέρους στο έδαφος του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους σύμφωνα με τη νομοθεσία του τελευταίου και περιλαμβάνει ειδικώτερα, αλλά όχι αποκλειστικά:
α) κινητή και ακίνητη ιδιοκτησία και κάθε εμπράγματο δικαίωμα όπως δουλείες, νομή, υποθήκες, εμπράγματες ασφάλειες και ενέχυρα,
β) μετοχές, εταιρικά μερίδια, ομολογίες και κάθε άλλη μορφή συμμετοχής σε εταιρεία,
γ) χρηματικές απαιτήσεις και κάθε άλλη συμβατική απαίτηση που έχει οικονομική αξία, καθώς και δάνεια συνδεόμενα με επένδυση,
δ) δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας,
ε) παραχωρήσεις επιχειρηματικών δικαιωμάτων, βάσει νόμου ή συμβάσεως, περιλαμβανομένων και παραχωρήσεων για έρευνα, καλλιέργεια, εξόρυξη ή εκμετάλλευση φυσικών πόρων.
Ενδεχόμενη μεταβολή του τύπου της επένδυσης που έχει πραγματοποιηθεί δεν μεταβάλλει το χαρακτήρα της ως επένδυσης.
2. «Απόδοση» σημαίνει τα έσοδα που αποφέρει μία επένδυση και περιλαμβάνει ειδικώτερα, αλλά όχι αποκλειστικά, κέρδη, τόκους, υπεραξία, μερίσματα, δικαιώματα πνευματικής και βιομηχανικής ιδιοκτησίας και αμοιβές.
3. «Επενδυτής» σημαίνει:
α) φυσικό πρόσωπο που έχει την ιθαγένεια ενός Συμβαλλομένου Μέρους, σύμφωνα με τη νομοθεσία του και επενδύει στο έδαφος του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους,
β) νομικά πρόσωπα ή άλλες οντότητες, περιλαμβανομένων εταιριών πάσης φύσεως που έχουν συσταθεί ή κατ` άλλον τρόπον λειτουργούν δεόντως σύμφωνα με τη νομοθεσία του ενός Συμβαλλομένου Μέρους και ασκούν την πραγματική οικονομική τους δραστηριότητα στο έδαφος του ιδίου Συμβαλλομένου Μέρους και επενδύουν στο έδαφος του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους.
4. «Έδαφος» σημαίνει, σε σχέση με κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος, το έδαφος υπό την κυριαρχία του, περιλαμβανομένων και των χωρικών υδάτων, καθώς και τις υποθαλάσσιες περιοχές, επί των οποίων το εν λόγω Συμβαλλόμενο Μέρος ασκεί, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, κυριαρχικά δικαιώματα ή δικαιοδοσία.
Άρθρο 2
Προώθηση και προστασία των επενδύσεων
1. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος προωθεί, στο έδαφός του, επενδύσεις επενδυτών του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους και κάνει δεκτές τις επενδύσεις αυτές σύμφωνα με τη νομοθεσία του.
2. Επενδύσεις επενδυτών ενός Συμβαλλομένου Μέρους θα τυγχάνουν πάντοτε δικαίας και ισοτίμου μεταχειρίσεως και θα απολαμβάνουν πλήρους προστασίας και ασφαλείας στο έδαφος του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος διασφαλίζει ότι η διαχείριση, συντήρηση, χρήση, εκμετάλλευση ή διάθεση, στο έδαφός του, επενδύσεων επενδυτών του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους δεν παρακωλύεται καθ` οιονδήποτε τρόπο με μέτρα αδικαιολόγητα ή διακριτικής φύσεως.
3. Η απόδοση των επενδύσεων και, σε περίπτωση επανεπενδύσως, το προκύπτον εξ αυτών εισόδημα, απολαμβάνουν της ιδίας προστασίας με τις αρχικές επενδύσεις.
4. Κάθε Συμβαλλόμενο μέρος θα τηρεί οποιαδήποτε άλλη υποχρέωση έχει αναλάβει σε σχέση με επενδύσεις επενδυτών του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους.
Άρθρο 3
Μεταχείριση των επενδύσεων
1. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος θα παραχωρεί στις επενδύσεις, που πραγματοποιούνται στο έδαφός του από επενδυτές του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους, μεταχείριση όχι λιγότερο ευνοϊκή από εκείνη που παραχωρεί σε επενδύσεις των ιδίων επενδυτών του ή σε επενδύσεις επενδυτών οιουδήποτε τρίτου κράτους, εφαρμοζόμενης της ευνοϊκοτέρας μεταχειρίσεως.
2. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος θα παραχωρεί στους επενδυτές του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους, όσον αφορά τη δραστηριότητα που αναπτύσσουν στο έδαφός του σε σχέση με επενδύσεις, μεταχείριση όχι λιγότερο ευνοϊκή από εκείνη που παραχωρεί στους ιδίους επενδυτές του ή σε επενδυτές οιουδήποτε τρίτου κράτους, εφαρμοζόμενης της ευνοϊκοτέρας μεταχειρίσεως.
3. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου δεν θα συνεπάγονται υποχρέωση του ενός Συμβαλλομένου Μέρους να επεκτείνει στους επενδυτές του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους τα πλεονεκτήματα οποιασδήποτε μεταχειρίσεως, προτιμήσεως ή προνομίου που απορρέουν από:
α) τη συμμετοχή του σε οιαδήποτε υφιστάμενη ή μελλοντική τελωνειακή ένωση, οικονομική ένωση, συμφωνία περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης ή παρόμοια διεθνή συμφωνία,
ή
β) οιαδήποτε διεθνή συμφωνία ή ρύθμιση σχετική εν όλω ή κυρίως με φορολογία.
Άρθρο 4
Απαλλοτρίωση
1. Επενδύσεις επενδυτών του ενός Συμβαλλομένου Μέρους στο έδαφος του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους, δεν θα υπόκεινται σε απαλλοτρίωση, εθνικοποίηση ή οποιοδήποτε άλλο μέτρο τα αποτελέσματα του οποίου ισοδυναμούν με απαλλοτρίωση ή εθνικοποίηση (αποκαλούμενες εφ` εξής «απαλλοτρίωση»), παρά μόνον για λόγους δημοσίου συμφέροντος, με νόμιμες διαδικασίες, σε βάση μη διακρίσεων και κατόπιν καταβολής αμέσου, επαρκούς και αποτελεσματικής αποζημιώσεως. Η αποζημίωση αυτή θα είναι ίση με την αγοραία αξία της θιγείσης επενδύσεως αμέσως πριν από το χρονικό σημείο κατά το οποίο ελήφθη το συγκεκριμένο μέτρο ή έγινε δημοσίως γνωστό, επιλεγομένου του προγενεστέρου χρονικού σημείου, θα περιλαμβάνει τόκο από την ημέρα της απαλλοτριώσεως έως την ημέρα καταβολής, με το σύνηθες εμπορικό επιτόκιο και θα μεταφέρεται ελεύθερα σε ελεύθερα μετατρέψιμο νόμισμα.
2. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου θα εφαρμόζονται επίσης και στην περίπτωση κατά την οποία Συμβαλλόμενο Μέρος προβαίνει σε απαλλοτρίωση περιουσιακών στοιχείων εταιρείας, η οποία έχει συσταθεί σύμφωνα με τη νομοθεσία του σε οποιοδήποτε σημείο του εδάφους του και της οποίας επενδυτής του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους κατέχει μετοχές.
Άρθρο 5
Αποζημιώσεις
1. Οι επενδυτές του ενός Συμβαλλομένου Μέρους των οποίων οι επενδύσεις στο έδαφος του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους υφίστανται ζημίες λόγω πολέμου ή άλλης ένοπλης σύγκρουσης, καταστάσεως εκτάκτου ανάγκης, πολιτικών αναταραχών ή άλλων παρομοίων γεγονότων στο έδαφος του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους, θα απολαμβάνουν από το δεύτερο Συμβαλλόμενο Μέρος μεταχείριση, όσον αφορά την αποκατάσταση, αποζημίωση, αντιστάθμιση ή άλλου είδους διευθέτηση, όχι λιγότερο ευνοϊκή από εκείνη που το Συμβαλλόμενο Μέρος αυτό επιφυλάσσει στους ιδίους επενδυτές του ή στους επενδυτές τρίτου κράτους, εφαρμοζόμενης της ευνοϊκοτέρας μεταχειρίσεως. Οι προκύπτουσες πληρωμές θα καταβάλονται αμέσως και θα μεταφέρονται ελεύθερα σε ελεύθερα μετατρέψιμο νόμισμα.
2. Μη θιγομένων των διατάξεων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, επενδυτές του ενός Συμβαλλομένου Μέρους οι οποίοι, σε οποιαδήποτε από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο αυτή, υφίστανται ζημίες στο έδαφος του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους λόγω:
α) επιτάξεως της επενδύσεώς τους ή μέρους αυτής από τις δυνάμεις ή αρχές του δεύτερου Συμβαλλομένου Μέρους, ή
β) καταστροφής της επενδύσεώς τους ή μέρους αυτής από τις δυνάμεις ή αρχές του δεύτερου Συμβαλλομένου Μέρους, η οποία δεν επεβάλετο από τις περιστάσεις, θα τυγχάνουν αμέσου, επαρκούς και αποτελεσματικής επανορθώσεως ή αποζημιώσεως.
Άρθρο 6
Χρηματικές μεταβιβάσεις
1. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος θα εγγυάται, όσον αφορά τις επενδύσεις επενδυτών του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους, την ανεμπόδιστη χρηματική μεταβίβαση όλων των πληρωμών που σχετίζονται με αυτές τις επενδύσεις.
Οι χρηματικές μεταβιβάσεις θα πραγματοποιούνται χωρίς καθυστέρηση, σε ελεύθερα μετατρέψιμο νόμισμα, με την ισοτιμία που επικρατεί στην αγορά κατά την ημέρα της μεταβιβάσεως.
2. Αυτές οι χρηματικές μεταβιβάσεις θα περιλαμβάνουν ειδικώτερα, αλλά όχι αποκλειστικά:
α) κεφάλαιο και πρόσθετα ποσά για τη συντήρηση ή επέκταση της επένδυσης,
β) απόδοση,
γ) ποσά για την εξόφληση δανείων,
δ) προϊόντα πωλήσεως ή ρευστοποιήσεως του συνόλου της επένδυσης ή οποιουδήποτε μέρους αυτής,
ε) αποζημιώσεις σύμφωνα με τα άρθρα 4 και 5,
στ) πληρωμές που προκύπτουν από την επίλυση των επενδυτικών διαφορών,
ζ) εισοδήματα και άλλες αμοιβές προσωπικού που έχει προσληφθεί από το εξωτερικό σε σχέση με την επένδυση.
Άρθρο 7
Υποκατάσταση
1. Εάν ένα Συμβαλλόμενο Μέρος ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπός του (για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου: το «Πρώτο Συμβαλλόμενο Μέρος») προβεί σε πληρωμές βάσει ασφαλίσεως που έχει παρασχεθεί σε σχέση με επένδυση στο έδαφος του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους (για τους σκοπούς του παρόντος άθρου: το «Δεύτερο Συμβαλλόμενο Μέρος»), το Δεύτερο Συμβαλλόμενο Μέρος αναγνωρίζει:
α) την εκχώρηση στο Πρώτο Συμβαλλόμενο Μέρος, βάσει νόμου ή νομίμου συμβάσεως, όλων των δικαιωμάτων και απαιτήσεων του αποζημιωθέντος μέρους, και
β) ότι το Πρώτο Συμβαλλόμενο Μέρος δικαιούται να ασκήσει δικαιώματα και να προβάλει απαιτήσεις, δυνάμει υποκαταστάσεως, στον ίδιο βαθμό με το αποζημιωθέν μέρος.
2. Το Πρώτο Συμβαλλόμενο Μέρος θα δικαιούται σε κάθε περίπτωση:
α) της ιδίας μεταχειρίσεως ως προς τα δικαιώματα και απαιτήσεις που απέκτησε βάσει της εκχωρήσεως, και
β) των πληρωμών που οφείλονται από την άσκηση των εν λόγω δικαιωμάτων και απαιτήσεων, όπως εδικαιούτο να λάβει το αποζημιωθέν Μέρος, βάσει της παρούσης Συμφωνίας, σε σχέση με την εν λόγω επένδυση και τις σχετικές αποδόσεις της.
Άρθρο 8
Επίλυση διαφορών μεταξύ των Συμβαλλομένων Μερών
1. Κάθε διαφορά μεταξύ των Συμβαλλομένων Μερών σχετική με την ερμηνεία ή την εφαρμογή της παρούσης Συμφωνίας, θα επιλύεται, εφ` όσον τούτο είναι δυνατόν, με διαπραγματεύσεις, μέσω της διπλωματικής οδού.
2. Εάν η διαφορά δεν μπορέσει να διευθετηθεί κατ` αυτόν τον τρόπο εντός έξι μηνών από την έναρξη των διαπραγματεύσεων, θα υποβάλεται σε διαιτητικό δικαστήριο κατόπιν αιτήσεως οιουδήποτε Συμβαλλομένου Μέρους.
3. Το διαιτητικό δικαστήριο θα συγκροτείται σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση ως ακολούθως: Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος θα ορίζει έναν διαιτητή και οι δύο αυτοί διαιτητές θα ορίζουν, κατόπιν μεταξύ τους συμφωνίας, έναν υπήκοο τρίτης χώρας ως πρόεδρο. Οι διαιτητές θα ορίζονται εντός τριών μηνών και ο πρόεδρος εντός πέντε μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία το καθένα Συμβαλλόμενο Μέρος γνωστοποίησε στο άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος την πρόθεσή του να παραπέμψει τη διαφορά σε διαιτητικό δικαστήριο.
4. Εάν εντός των προθεσμιών που θα καθορίζονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου δεν έχουν γίνει οι αναγκαίοι διορισμοί, οποιοδήποτε από τα Συμβαλλόμενα Μέρη μπορεί, ελλείψει άλλης συμφωνίας, να ζητήσει από τον Πρόεδρο του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης να προβεί στους αναγκαίους διορισμούς. Εάν ο Πρόεδρος του Διεθνούς Δικαστηρίου είναι υπήκοος ενός των Συμβαλλομένων Μερών ή κωλύεται κατ` άλλον τρόπον να ασκήσει το εν λόγω καθήκον, καλείται να προβεί στους αναγκαίους διορισμούς ο Αντιπρόεδρος και, σε περίπτωση που και ο τελευταίος είναι υπήκοος Συμβαλλομένου Μέρους ή κωλύεται κατ` άλλον τρόπον να ασκήσει το εν λόγω καθήκον, το αρχαιότερο κατά σειράν Μέλος του Διεθνούς Δικαστηρίου που δεν είναι υπήκοος Συμβαλλομένου Μέρους θα καλείται να προβεί στους αναγκαίους διορισμούς.
5. Το διαιτητικό δικαστήριο θα αποφασίζει σύμφωνα με το νόμο και, ιδίως, βάσει της παρούσης Συμφωνίας και άλλων σχετικών συμφωνιών μεταξύ των Συμβαλλομένων Μερών, καθώς και των γενικώς παραδεδεγμένων κανόνων και αρχών του διεθνούς δικαίου.
6. Εκτός εάν τα Συμβαλλόμενα Μέρη αποφασίσουν άλλως, το δικαστήριο θα καθορίσει την εσωτερική του διαδικασία.
Το δικαστήριο θα εκδόσει την απόφασή του κατά πλειοψηφία. Η απόφαση αυτή είναι τελική και δεσμευτική για τα Συμβαλλόμενα Μέρη.
7. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος θα αναλάβει το κόστος του διαιτητή που όρισε το ίδιο καθώς και της εκπροσώπησής του. Το κόστος του προέδρου καθώς και κάθε άλλο κόστος θα αναλάβουν τα Συμβαλλόμενα Μέρη εξ ίσου. Το δικαστήριο δύναται πάντως να ορίσει στην απόφασή του ότι ένα από τα δύο Συμβαλλόμενα Μέρη θα αναλάβει μεγαλύτερο ποσοστό του κόστους και η απόφαση αυτή θα είναι δεσμευτική για τα Συμβαλλόμενα Μέρη.
Άρθρο 9
Επίλυση διαφορών μεταξύ Συμβαλλομένου Μέρους και επενδυτή του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους
1. Οι διαφορές μεταξύ επενδυτή του ενός Συμβαλλομένου Μέρους και του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους, που αφορούν υποχρέωση του τελευταίου βάσει της παρούσης Συμφωνίας, σχετική με επένδυση του πρώτου, θα επιλύονται, εφόσον τούτο είναι δυνατόν, από τα ενδιαφερόμενα μέρη με φιλικό τρόπο.
2. Εάν η εν λόγω διαφορά δεν μπορέσει να επιλυθεί εντός έξι μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία ένα από τα μέρη ζήτησε τη φιλική επίλυση της, ο ενδιαφερόμενος επενδυτής μπορεί να υποβάλει τη διαφορά είτε στα αρμόδια δικαστήρια του Συμβαλλομένου Μέρους στο έδαφος του οποίου έχει πραγματοποιηθεί η επένδυση, είτε στη διεθνή διαιτησία.
Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος συγκατατίθεται δια της παρούσης Συμφωνίας στην υποβολή των εν λόγω δια? φορών στη διεθνή διαιτησία.
3. Εφ` όσον η διαφορά παραπεμφθεί στη διεθνή διαιτησία, ο ενδιαφερόμενος επενδυτής μπορεί να υποβάλει τη διαφορά είτε:
α) στο Διεθνές Κέντρο για τον Διακανονισμό των Διαφορών εξ Επενδύσεων, που ιδρύθηκε με τη Σύμβαση «δια την ρύθμισιν των σχετιζομένων προς τας επενδύσεις διαφορών μεταξύ Κρατών και υπηκόων άλλων Κρατών», η οποία ανοίχθηκε για υπογραφή στην Ουάσινγκτον στις 18 Μαρτίου 1965, προς διαιτησία ή συνδιαλλαγή, είτε
β) σε adhoc διαιτητικό δικαστήριο, το οποίο συνιστάται σύμφωνα με τους κανόνες περί διαιτησίας της Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για το Διεθνές Εμπορικό Δίκαιο (U.N.C.I.T.R.A.L).
4. Το διαιτητικό δικαστήριο θα επιλύει τη διαφορά σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσης Συμφωνίας και τους εφαρμοστέους κανόνες και αρχές του διεθνούς δικαίου. Οι διαιτητικές αποφάσεις θα είναι τελεσίδικες και δεσμευτικές για τα μέρη της διαφοράς. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος εφαρμόζει χωρίς καθυστέρηση τις εν λόγω αποφάσεις και θα τις εκτελεί σύμφωνα με την εθνική του νομοθεσία.
5. Κατά τη διάρκεια της διαιτητικής διαδικασίας ή της εκτελέσεως της διαιτητικής αποφάσεως το Συμβαλλόμενο Μέρος που έχει εμπλακεί στη διαφορά δεν δύναται να επικαλεσθεί ότι ο επενδυτής του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους έχει τύχει αποζημιώσεως, εν όλω ή εν μέρει, βάσει ασφαλιστικής συμβάσεως.
Άρθρο 10
Εφαρμογή άλλων διατάξεων
Εφ` όσον η νομοθεσία του καθενός Συμβαλλομένου Μέρους ή οι υφιστάμενες ή οι αναλαμβανόμενες στο μέλλον, βάσει του διεθνούς δικαίου, μεταξύ των Συμβαλλομένων Μερών υποχρεώσεις επί πλέον της παρούσης Συμφωνίας περιλαμβάνουν κανονισμό, γενικό ή ειδικό, με τον οποίο θα παρέχεται το δικαίωμα σε επενδύσεις επενδυτών του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους για ευνοϊκότερη μεταχείριση από την προβλεπόμενη με την παρούσα Συμφωνία, ο κανονισμός αυτός, στο μέτρο που είναι ευνοϊκότερος, θα υπερισχύει της παρούσης Συμφωνίας.
Άρθρο 11
Διαβουλεύσεις
Κάθε φορά που κρίνεται απαραίτητο, θα διεξάγονται διαβουλεύσεις μεταξύ εκπροσώπων των Συμβαλλομένων Μερών, επί οιουδήποτε θέματος που αφορά την εφαρμογή της παρούσης Συμφωνίας. Οι διαβουλεύσεις αυτές θα διεξάγονται κατόπιν προτάσεως ενός εκ των Συμβαλλόμενων Μερών, σε χρόνο και τόπο που συμφωνούνται μέσω της διπλωματικής οδού.
Άρθρο 12
Εφαρμογή
Η παρούσα συμφωνία θα εφαρμόζεται επίσης σε επενδύσεις που πραγματοποιήθηκαν πριν από τη θέση της σε ισχύ, από επενδυτές του ενός Συμβαλλομένου Μέρους στο έδαφος του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους, σύμφωνα με τη νομοθεσία του τελευταίου.
Άρθρο 13
Θέση σε ισχύ – Διάρκεια – Λήξη
1. Η παρούσα Συμφωνία θα τεθεί σε ισχύ τριάντα ημέρες μετά την ημερομηνία κατά την οποία τα Συμβαλλόμενα Μέρη αντήλλαξαν έγγραφες διακοινώσεις με τις οποίες γνωστοποιούν το ένα στο άλλο ότι ολοκληρώθηκαν οι διαδικασίες που απαιτούνται από τις αντίστοιχες νομοθεσίες τους για το σκοπό αυτό. Θα παραμείνει σε ισχύ για μία περίοδο δέκα ετών από την ημερομηνία αυτή.
Σχετικό:Με την Ανακ. Υπ. Εξωτ. 0544/Μ.5824/ΑΣ 138 (ΦΕΚ Α΄ 34/23.02.2007) η παρούσα τέθηκε σε ισχύ την 8η Φεβρουαρίου 2007.
2. Εκτός εάν επιδοθεί διακοίνωση καταγγελίας από κάποιο Συμβαλλόμενο Μέρος τουλάχιστον ένα έτος πριν από την ημερομηνία λήξεως της ισχύος της, η παρούσα Συμφωνία θα παρατείνεται εν συνεχεία σιωπηρώς για δεκαετείς περιόδους. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος διατηρεί το δικαίωμα να καταγγείλει τη Συμφωνία, κατόπιν διακοινώσεως, τουλάχιστον ένα έτος πριν από την ημερομηνία λήξεως της τρεχούσης περιόδου ισχύος της.
3. Όσον αφορά επενδύσεις που πραγματοποιήθηκαν πριν από την ημερομηνία καταγγελίας της παρούσης Συμφωνίας, τα προηγούμενα άρθρα θα εξακολουθούν να ισχύουν για περίοδο δέκα ετών από την ημερομηνία αυτή.
Έγινε στην Αθήνα, την 21η Δεκεμβρίου 2005, στην Ελληνική, στην Αραβική και Αγγλική γλώσσα και όλα τα κείμενα είναι εξ ίσου αυθεντικά.
Σε περίπτωση ερμηνευτικών διαφορών, υπερισχύει το αγγλικό κείμενο.
ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΤΟΥ ΧΑΣΕΜΙΤΙΚΟΥ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΗΣ ΙΟΡΔΑΝΙΑΣ ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗΣ SHARIF AL ZOU`BI Υφυπουργός Εξωτερικών Υπουργός Βιομηχανίας και Εμπορίου
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και της Συμφωνίας που κυρώνεται από την πλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρου 13 παρ. 1 αυτής.
AGREEMENT BETWEEN THE GOVERNMENT OF THE HELLENIC REPUBLIC AND THE HASHEMITE KINGDOM OF JORDAN ON THE PROMOTION AND RECIPROCAL PROTECTION OF INVESTMENTS
The Government of the Hellenic Republic and the Government of the Hashemite Kingdom of Jordan;
Hereinafter referred to as the “Contracting Parties”;
DESIRING to intensify their economic cooperation to the mutual benefit of both States on a long-term basis;
HAVING as their objective to create favorable conditions for investments by investors of either Contracting Party in the territory of the other Contracting Party;
RECOGNIZING that the promotion and protection of investments, on the basis of this Agreement, will stimulate the initiative in this field.
HAVE AGREED AS FOLLOWS:
Article 1 Definitions
For the purposes of this Agreement:
(1) “Investment” means every kind of asset [invested by investors of one Contracting Party in the territory of the other Contracting Party in accordance with the legislation of the latter, and in particular, though not exclusively, includes:
(a) movable and immovable property and any rights in such servitudes usufructs, mortgages, liens or pledges;
(b) shares in, stocks and debentures of a company and any other form of participation in a company;
(c) claims to money or to any performance under contract having a financial value as well as loans connected to an investment;
(d) intellectual property rights.
(e) business concessions conferred by law or under contract, including concessions to search for , cultivate, extract or exploit natural resources;
A possible change in the form in which the investments have been made does not affect their character as investments.
(2) “Returns” means the amounts yielded by an investment and in particular, though not exclusively, includes profit, interest, capital gains, dividends, royalties and fees.
(3) “Investor” means:
(a) a natural person who is a national of a Contracting Party in accordance with
its legislation and invests in the territory of the other Contracting Party
(b) legal persons or other entities, including companies, corporations, business associations and partnerships which are constituted or otherwise duly organized under the legislation of one Contracting Party and have their effective economic activities in the territory of that same Contracting Party and invest in the territory of the other Contracting Party.
(4) “Territory” means in respect of either Contracting Party, the territory under its sovereignty including the territorial sea, as well as submarine areas over which that Contracting Party exercises, in conformity with international law, sovereign rights or jurisdiction.
Article 2 Promotion and Protection of Investments
(1) Each Contracting Party promotes in its territory investments by investors of the other Contracting Party and admits such investments in accordance with its legislation.
(2) Investments by investors of a Contracting Party shall, at all times, be accorded fair and equitable treatment and shall enjoy full protection and security in the territory of the other Contracting Party. Each Contracting Party shall ensure that the management, maintenance, use, enjoyment or disposal, in its territory of investments by investors of the other Contracting Party, is not in any way impaired by unjustifiable or discriminatory measures.
(3) Returns from the investments and, in cases of reinvestment the income ensuing there from enjoy the same protection as the initial investments.
(4) Each Contracting Party shall observe any other obligation it may have entered into with regard to investments of investors of the other Contacting Party.
Article 3 Treatment of Investments
(1) Each contracting party shall accord to investments, made in its territory by investors of the other Contracting Party, treatment not less favorable than that which it accords to investments of its own investors or to investments of investors of any third State, whichever is more favorable.
(2) Each Contracting Party shall accord to investors of the other Contracting Party, as regards their activity in connection with investments in its territory, treatment not less favorable than that which it accords to its own investors or to investors of any third State, whichever is more favorable.
(3) The provisions of paragraphs (1) and (2) of this Article shall not be construed so as to oblige one Contracting Party to extend to the investors of the other Contracting Party the benefit of any treatment, preference or privilege resulting from:
(a) its participation in any existing or future customs union, economic union, regional economic integration agreement or similar international agreement, or
(b) any international agreement or arrangement relating wholly or mainly to taxation.
Article 4 Expropriation
(1) Investments by investors of either Contracting Party in the territory of the other Contracting Party, shall not be expropriated, nationalized or subjected to any other measure the effects of which would be tantamount to expropriation or nationalization (hereinafter referred to as “expropriation”), except in the public interest: under due process of law, on a non discriminatory basis and against payment of prompt, adequate and effective compensation. Such compensation shall amount to the market value of the investment affected immediately before the actual measure was taken or became public knowledge, whichever is the earlier, it shall include interest from the date of expropriation until the date of payment at a normal commercial rate and shall be freely transferable in a freely convertible currency.
(2) The provisions of paragraph (1) of this Article shall also apply where a Contracting Party expropriates the assets of a company which is constituted under the laws in force in any part of its own territory and in which investors of the other Contracting Party own shares.
Article 5 Compensation for Losses
(1) Investors of one Contracting Party whose investments in the territory of the other Contracting party suffer losses owing to war or other armed conflict, a state of national emergency, civil disturbance or other similar events in the territory of the other Contracting Party shall be accorded by the latter Contracting Party treatment, as regards restitution, indemnification, compensation or other settlement not less favorable than that which the latter Contracting Party accords to its own investors or to investors of any third State, whichever is more favorable. Resulting payments shall be made without delay and shall be freely transferable in a freely convertible currency.
(2) Without prejudice to paragraph (1) of this Article, investors of one Contracting Party who in any of the situations referred to in that paragraph suffer losses in the territory of the other Contracting Party resulting from:
(a) requisitioning of their investment or part thereof by the latter`s forces or authorities or,
(b) destruction of their investment or part thereof by the latter`s forces or authorities, which was not required by the necessity of the situation; shall be accorded restitution or compensation which in either case shall be prompt, adequate and effective.
Article 6 Transfers
(1) Each Contracting Party shall guarantee, in respect of investments of investors of the other Contracting Party, the unrestricted transfer of all payments relating to those investments.
The transfers shall be effected without delay, in a freely convertible currency, at the market rate of exchange applicable on the date of transfer.
(2) Such transfers shall include in particular though not exclusively:
(a) capital and additional amounts to maintain or increase the investment;
(b) returns;
(c) funds in repayment of loans;
(d) proceeds of sale or liquidation of the whole or any part of the investment;
(e) compensation under Articles (4) and (5)
(f) payments arising out of the settlement of an investment dispute;
(g) earnings and other remuneration of personnel engaged from abroad in connection with an investment.
Article 7 Subrogation
(1) If one Contracting Party or its designated Agency (for the purpose of this Article: the “First Contracting Party”) makes a payment under an indemnity given in respect of an investment in the territory of the other Contracting party (for the purpose of this Article; the “Second Contracting Party”), the Second Contracting Party shall recognize:
(a) the assignment to the First Contracting Party by law or by legal transaction of all the rights and claims of the party indemnified; and
(b) that the First Contracting Party is entitled to exercise such rights and enforce such claims by virtue of subrogation, to the same extent as the party indemnified.
(2) The First Contracting Party shall be entitled in all circumstances to:
(a) the same treatment in respect of the rights, claims acquired by it, by virtue of the assignment; and
(b) any payments received in pursuance of those rights and claims as the party indemnified was entitled to receive by virtue of this Agreement, in respect of the investment concerned and its related returns.
Article 8 Settlement of Disputes between the Contracting Parties
(1) Any dispute, between the Contracting Parties concerning the interpretation or application of this Agreement shall, if possible, be settled by negotiations, through diplomatic channels.
(2) If the dispute cannot thus be settled within six months from the beginning of the negotiations, it shall upon request of either Contracting Party be submitted to an arbitration tribunal.
(3) The arbitration tribunal shall be constituted ad hoc as follows: Each Contracting Party shall appoint one arbitrator and these two arbitrators shall agree upon a national of a third State as chairman. The arbitrators shall be appointed within three months, the chairman within five months from the date on which either Contracting Party has informed the other Contracting Party that it intends to submit the dispute to an arbitration tribunal.
(4) If within the periods specified in paragraph (3) of this Article the necessary appointments have not been made, either Contracting Party may, in the absence of any other agreement, invite the President of the International Court of Justice to make the necessary appointments. If the President of the Court is a national of either Contracting Party or if he is otherwise prevented from discharging the said function, the Vice-President or if he too is a national of either Contracting Party or is otherwise prevented from discharging the said function, the Member of the Court next in seniority, who is not a national of either Contracting Party, shall be invited to make the necessary appointments.
(5) The arbitration tribunal shall decide on the basis of respect of the law, including particularly this Agreement and other relevant, agreements between the Contracting Parties, as well as the generally acknowledged rules and principles of international law.
(6) Unless the Contracting Parties decide otherwise, the tribunal shall determine its own procedure.
The tribunal shall reach its decision by a majority of votes. Such decision shall be final and binding on both Contracting Parties.
(7) Each Contracting Party shall bear the cost of the arbitrator appointed by itself and of its representation. The cost of the chairman as well as the other costs will be born in equal parts by the Contracting Parties. The tribunal may, however, in its decision direct that a higher proportion of costs shall be born by one of the two Contracting Parties and this award shall be binding on both Contracting Parties.
Article 9 Settlement of Disputes between a Contracting Party and an Investor of the other Contracting Party
(1) Disputes between an investor of a Contracting Party and the other Contracting Party concerning an obligation of the latter under this Agreement, in relation to an investment of the former, shall, if possible, be settled by the disputing parties in an amicable way.
(2) If such disputes cannot be settled within six months from the date either party requested amicable settlement, the investor concerned may submit the dispute either to the competent courts of the Contracting Party in the territory of which the investment has been made or to international arbitration. Each Contracting Party hereby consents to the submission of such dispute to international arbitration.
(3) Where the dispute is referred to international arbitration the investor concerned may submit the dispute either to:
(a) the international Center for the Settlement of Investment Disputes,”` established under the Convention on the Settlement of Investment Disputes between States and Nationals of Other States, opened for signature at Washington D.C. on 18 March 1965, for arbitration or conciliation , or
(b) an ad hoc arbitral tribunal to be established under the arbitration rules of the United Nations Commission on international Trade Law (U.N.C.I.T.RAL)
(4) The arbitral tribunal shall decide the dispute in accordance with the provisions of this Agreement and the applicable rules and principles of international law. The awards of arbitration shall be final and binding on both parties to the dispute. Each Contracting Party shall carry out without delay any such award and such award shall be enforced in accordance with domestic law.
(5) During arbitration proceedings or the enforcement of the award, the Contracting Party involved in the dispute shall not raise the objection that the investor of the other Contracting Party has received compensation under an insurance contract in respect of all or part of the damage.
Article 10 Application of other Rules
If the provisions of law of either Contracting Party or obligations under international law existing at present or established hereafter between the Contracting Parties in addition to this Agreement, contain a regulation, whether general or specific, entitling investments by investors of the other Contracting Party to a treatment more favorable than is provided for by this Agreement, such regulation shall, to the extent that it is more favorable, prevail over this Agreement.
Article 11 Consultations
Representatives of the Contracting Parties shall, whenever necessary, hold consultations on any matter affecting the implementation of this Agreement. These consultations shall be held on the proposal of one of the Contracting Parties at a place and at a time to be agreed upon through diplomatic channels.
Article 12 Application
This Agreement shall also apply to investments made prior to its entry into force by investors of either Contracting Party in the territory of the other Contracting Party, consistent with the letter`s legislation.
Article 13 Entry into Force -Duration-Termination
(1) This Agreement shall enter into force thirty days after the date on which the Contracting Parties have exchanged written notifications informing each other that the procedures required by their respective laws to this end have been completed. It shall remain in force for a period of ten years from that date.
(2) Unless notice of termination has been given by either Contracting Party at least one year before the date of expiry of its validity, this Agreement shall thereafter be extended tacitly for periods of ten years, each Contracting Party reserving the right to terminate the Agreement upon notice of at least one year before the date of expiry of its current period of validity.
(3) In respect of investments made prior to the date of termination of this Agreement, the foregoing Article shall continue to be effective for a further period of ten years from that date.
Done in Athens, on December 21, 2005, in the Greek, Arabic and English languages, all texts being equally authentic. In case of divergence in interpretation the English text shall prevail.
FOR THE GOVERNMENT OF FOR THE GOVERNMENT OF THE THE HELLENIC REPUBLIC HASHENIITE KINGDOM OF JORDAN
EVRIPIDIS STYLIANIDIS SHARIF AL ZOU`BI Deputy Minister for Foreign Affairs Minister of Industry and Commerce
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 18 Ιουλίου 2006
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ Γ. ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ Θ. ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ
ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Δ. ΣΙΟΥΦΑΣ Φ. ΠΑΛΛΗ-ΠΕΤΡΑΛΙΑ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.